ECLI:CY:EDAMM:2018:A13

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΠΑΝΤΑΖΗ - ΛΑΜΠΡΟΥ, Ε.Δ.

 

ΑΡ. ΑΓΩΓΗΣ 1276/2015

ΜΕΤΑΞΥ꞉ 

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

(πρώην ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΟΚΚΙΝΟΧΩΡΙΩΝ ΛΤΔ)[1]

Εναγόντων

και

KOLOKASIDES DEVELOPERS – CONSTRUCTIONS LIMITED, H.E.37378, εκ Δερύνειας

Εναγομένων

 

Ημερομηνία: 16.2.2018

Εμφανίσεις:

Για τους Ενάγοντες:  κ. Αντωνίου, για Μουαΐμης & Μουαΐμης

Για τους Εναγόμενους: κα. Α. Γεωργίου, για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή, οι Ενάγοντες αξιώνουν το ποσό των €1.033,20 ως οφειλόμενο ποσό δυνάμει τιμολογίων και/ή αξίας πωληθέντων και παραδοθέντων επί πιστώσει εμπορευμάτων των Εναγόντων και/ή δυνάμει των αρχών του αδικαιολόγητου πλουτισμού και/ή άλλως πως, πλέον νόμιμο τόκο επί του πιο πάνω ποσού, πλέον τα δικηγορικά έξοδα, ΦΠΑ και έξοδα επίδοσης.

 

            Η δικογραφημένη στην Έκθεση Απαίτησης εκδοχή των Εναγόντων είναι η εξής:

1.            «Οι Ενάγοντες είναι η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ, οι οποίοι ασχολούνται με την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων με ανταλλαγή τόκων, παρέχοντας γενικότερα ένα ευρύ φάσμα χρηματοοικονομικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών. Επιπρόσθετα, οι Ενάγοντες πέραν από την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων, κατά πάντα ουσιώδη ως προς την παρούσα αγωγή χρόνο, δραστηριοποιούντο και στον εμπορικό τομέα, διατηρώντας και λειτουργώντας περί τούτου, μεταξύ άλλων καταστημάτων, κατάστημα πώλησης γεωργικών χρειωδών και εργαλείων και DIY υλικών στην οδό Αλακάτης 6 στην Δερύνεια, το οποίο από τις 20/06/14 έπαυσε να υφίσταται και να λειτουργεί μετά από σχετική απόφαση της Συντονιστικής Επιτροπής των Εναγόντων σύμφωνα με σχετικές οδηγίες της Επιτροπής Ελέγχου.

 

2.            Αρχικώς οι Ενάγοντες λειτουργούσαν το κατάστημα πώλησης υλικών οικοδομής, ως η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Δερύνειας.  Στις 03/01/13 οι Ενάγοντες συγχωνεύτηκαν μαζί με την Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Φρενάρου – Αχερίτου, η οποία με απόφαση της Ειδικής – Αχερίτου, στις 03/01/13 μετονομάστηκε σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου. Στις 24/06/13, η επωνυμία και/ή το όνομα Εναγόντων, μετατράπηκε, από Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου, σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ, σύμφωνα με το άρθρο 12Δ του Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/1985 ως τροποποιήθηκε.  Στην συνέχεια οι μέτοχοι της Περιφερειακής Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Αμμοχώστου Λτδ, μεταξύ άλλων Συνεργατικών Εταιρειών, σύμφωνα με τον Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο του 1985 μέχρι 2015, ως έχει τροποποιηθεί, σε ειδικές γενικές συνελεύσεις τους, αποφάσισαν τη συγχώνευση των Εταιρειών τους, με τη ΣΠΕ Παραλιμνίου Λτδ, και η Αποδεχόμενη Εταιρεία, η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Παραλιμνίου Λτδ, σε ειδική γενική συνέλευση της αποφάσισε όπως η Εταιρεία συγχωνευθεί με τις μεταφερόμενες Εταιρείες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ, και αποδεχθεί την μεταφορά όλων ανεξαιρέτως των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού τους, δυνάμει έγγραφης συμφωνίας για συγχώνευση τους, η οποία στις 10/01/14 ενεγράφη από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιριών και σύμφωνα με την οποία η Αποδεχόμενη Εταιρεία μετονομάζεται από τις 11/01/14 σε Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ, διαδεχόμενη μεταφερόμενες Εταιρείες από 11/04/14 εξ’ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους με αποτέλεσμα όλες οι πράξεις, συμβόλαια και άλλα έγγραφα τους να συνεχίζουν να ισχύουν, και περαιτέρω μεταφέρονται σε αυτή όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού των μεταφερόμενων εταιρειών, μεταξύ των οποίων ήταν και η Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ.  Με βάση τις διατάξεις των Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμων του 1985 μέχρι 2015, ως τροποποιήθηκε, οι Ενάγοντες, ήτοι η ΣΠΕ Κοκκινοχωρίων Λτδ, ως αποδεχόμενη Εταιρεία, αντιμετωπίζεται ως να είναι το ίδιο πρόσωπο με την πρώην ΣΠΕ Δερύνειας, η οποία συγχωνεύτηκε στην Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου και στην συνέχεια μετονομάστηκε σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου ΛΤΔ, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τους τίτλους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που μεταβιβάστηκαν, συμπεριλαμβανομένων και των συμβατικών και νομικών δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παρούσα αγωγή ως επίσης και του αγώγιμου δικαιώματος εναντίον των Εναγομένων στην παρούσα υπόθεση.

 

3.            Οι Εναγόμενοι κατά πάντα ουσιώδη προς την παρούσα αγωγή χρόνο, ήταν πελάτες των Εναγόντων και προμηθεύονταν από τους Ενάγοντες και/ή αγόραζαν από τους Ενάγοντες και/ή αγόραζαν από τους Ενάγοντες επί πιστώσει εμπορεύματα και/ή διάφορα DIY υλικά και/ή γεωργικά χρειώδη και/ή εργαλεία αντί συμφωνηθείσας καi/ή λογικής τιμής, τα οποία οι Ενάγοντες πωλούσαν επί πιστώσει και παρέδιδαν σ’ αυτούς με την υπόσχεση των Εναγομένων ότι θα τα εξοφλούσαν εντός σύντομου χρόνου.

 

4.            Οι Ενάγοντες κατόπιν εντολής και/ή προφορικής συμφωνίας και/ή παρακλήσεως των Εναγομένων, σε διάφορες ημερομηνίες κατά το 2009 και 2010 πώλησαν επί πιστώσει και παρέδωσαν στους Εναγόμενους και/ή στους αντιπροσώπους τους και/ή σε τόπο που υπεδείχθη από τους Εναγόμενους διάφορα προϊόντα τα οποία οι Ενάγοντες εμπορεύονταν, τα οποία οι Εναγόμενοι και/ή οι αντιπρόσωποι τους παρελάμβαναν.  Οι Ενάγοντες εξέδωσαν περί τούτου τιμολόγια τα οποία ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των €1033,20.- (Περισσότερες λεπτομέρειες των σχετικών τιμολογίων θα δοθούν κατά την δικάσιμο).

 

5.            Οι Εναγόμενοι κλήθηκαν επανειλημμένα από τους Ενάγοντες για να πληρώσουν το πιο πάνω χρέος τους καθώς επίσης και από τους δικηγόρους τους με επιστολή τους ημερομηνίας 08/09/15, όμως οι Εναγόμενοι μέχρι και σήμερα αρνούνται και/ή παραλείπουν και/ή αμελούν να εξοφλήσουν το χρέος τους προς τους Εναγόντες.

 

6.            Περαιτέρω οι Ενάγοντες ισχυρίζονται ότι εξαιτίας της πιο πάνω αντισυμβατικής και/ή παράνομης συμπεριφοράς των Εναγομένων έχουν υποστεί ζημιά ίση με την αξία των πωληθέντων και παραδοθέντων επί πιστώσει εμπορευμάτων τους, για το ποσό των €1033,20.- πλέον νόμιμο τόκο από την ημέρα καταχώρησης της παρούσας αγωγής.»

 

Από την άλλη, με το δικόγραφο της Έκθεσης Υπεράσπισης οι Εναγόμενοι προβαίνουν σε δικογράφηση της εκδοχής τους ως εξής:

 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι Εναγόμενοι αξιώνουν την απόρριψη της αγωγής, με έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον των Εναγόντων.

 

Στην Απάντηση που καταχώρησαν οι Ενάγοντες εμμένουν στις δικογραφημένες θέσεις τους.

 

Η ακροαματική διαδικασία

 

            Δεδομένου ότι η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε μετά την 1.1.2015 και είναι σε κλίμακα κάτω των €3.000, η εκδίκασή της διεξήχθη τηρουμένων των προνοιών της νέας Δ.30 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Θεσμών. Καταχωρηθηκαν γραπτές ένορκες δηλώσεις των μαρτύρων εκατέρωθεν, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.30, θ.5(1)(2)(5) και οι συνήγοροι των διαδίκων εφοδίασαν το Δικαστήριο με τις γραπτές τελικές αγορεύσεις τους, ολοκληρώνοντας έτσι την ακρόαση της αγωγής.

 

Οι μάρτυρες

 

Από πλευράς Εναγόντων υπήρξε ένας μόνο μάρτυρας, ο κ. Χρίστος Μαρτής από τη Σωτήρα (στο εξής «ο ΜΕ1»), και από πλευράς Εναγομένων επίσης ένας μόνο μάρτυρας, ο κ. Γιώργος Κολοκασίδης από τη Δερύνεια (στο εξής «ο ΜΥ1»).

 

Η μαρτυρία του ΜΕ1

 

            Παραθέτω πιο κάτω αυτούσιο το περιεχόμενο της γραπτής, ένορκης, μαρτυρίας του ΜΕ1꞉

 

1.  «Είμαι Διευθυντής της Οικονομικής Διαχείρισης της ΣΠΕ Κοκκινοχωρίων Λτδ στο Παραλίμνι, γνωρίζω καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και είμαι πλήρως εξουσιοδοτημένος να προβώ στην παρούσα γραπτή μαρτυρία αφού γνωρίζω πολύ καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και έχω λάβει σχετική πληροφόρηση περί τούτων. Ως εκ τούτων, είμαι νομίμως και δεόντως εξουσιοδοτημένος να προβώ στην παρούσα γραπτή μαρτυρία, και έχοντας δυνατότητα απευθείας πρόσβασης στα σχετικά έγγραφα και/ή δεδομένα και/ή πληροφορίες και/ή στοιχεία, οιασδήποτε μορφής και φύσης, γνωρίζω πολύ καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, τα οποία ως προκύπτει από τα ανωτέρω γνωρίζω προσωπικά, και για όσα τυχόν δεν γνωρίζω προσωπικά, διαβεβαιώνω ότι, αυτό συμβαίνει μόνο εφόσον κάτι τέτοιο αναφέρεται ρητώς κατωτέρω, και ότι έχω λάβει σχετική πληροφόρηση περί τούτων, την πηγή της οποίας έχω πρόθεση και/ή είμαι σε θέση να αναφέρω και/ή αναφέρω ειδικώς κατωτέρω. Για όσα δε τυχόν νομικά σημεία περιέχει η παρούσα γραπτή μαρτυρία μου, ως επίσης και για όσες γνώμες διατυπώνω που έχουν νομικό υπόβαθρο, έχω λάβει σχετικές συμβουλές από τους Δικηγόρους «Μουαΐμης & Μουαΐμης».

 

2.  Είμαι ενήμερος για το σύνολο της μέχρι τώρα δικαστικής διαδικασίας της παρούσας υπόθεσης, ενημέρωση την οποία έλαβα από τους Δικηγόρους των Εναγόντων που χειρίζονται εκ μέρους αυτών την εν λόγω αγωγή. Αρχικώς, υιοθετώ κατ’ απόλυτο τρόπο την Έκθεση Απαίτησης, ημερ. 31/12/2015 που συνοδεύει το Κλητήριο Ειδικώς Οπισθογραφημένο και τις αξιώσεις που αναγράφονται σ’ αυτή, καθώς επίσης και την Απάντηση στην Υπεράσπιση, ημερ. 24/10/2016. Περαιτέρω, αρνούμαι δε το περιεχόμενο της Υπεράσπισης των Εναγομένων, Kolokasides DevelopersConstructions Ltd, H.E. 37378.

 

3.  Οι Εvάγοντες είναι η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ, οι οποίοι ασχολούνται με την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων με ανταλλαγή τόκων, παρέχοντας γενικότερα ένα ευρύ φάσμα χρηματοοικονομικών και ασφαλιστικών υπηρεσιών. Επιπροσθέτως, οι Ενάγοντες πέραν από την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων, κατά πάντα ουσιώδη ως προς την παρούσα αγωγή χρόνο, δραστηριοποιούντο και στον εμπορικό τομέα, διατηρώντας και λειτουργώντας περί τούτου, μεταξύ άλλων καταστημάτων, κατάστημα πώλησης γεωργικών χρειωδών και εργαλείων στην οδό Αλακάτης 6, 5380 στη Δερύνεια, το οποίο από τις 20/06/2014 έπαυσε να υφίσταται και να λειτουργεί μετά από σχετική απόφαση της Συντονιστικής  Επιτροπής των Εναγόντων σύμφωνα με σχετικές οδηγίες της Επιτροπής Ελέγχου.

 

Καταθέτω αντίγραφο επιστολής αλλαγής ονόματος προς Έφορο Φορολογίας, ημερ. 30/01/2014 ως Τεκμήριο 1, καθώς επίσης αντίγραφο Πιστοποιητικού Εγγραφής στο Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 17/12/2004 ως Τεκμήριο 2. Τα εν λόγω Τεκμήρια συμπληρώνονται και από τα κατωτέρω.

 

4.   Προς καλύτερη κατανόηση, αρχικώς οι Ενάγοντες λειτουργούσαν το κατάστημα πώλησης υλικών οικοδομής D.I.Y. Γεωργικά Χρείωδη & Εργαλεία, ως η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Δερύνειας. Στις 03/01/2013 οι Ενάγοντες συγχωνεύτηκαν μαζί με την Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Φρενάρους – Αχερίτου, η οποία με απόφαση της Ειδικής Συνέλευσης των μελών της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Φρενάρου – Αχερίτου, στις 03/01/2013 μετονομάστηκε σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου.

 

Για το σκοπό τούτο, καταθέτω στο σεβαστό Δικαστήριο, αντίγραφο ως Τεκμήριο 3 την επιστολή της Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, ημερ. 03/01/2013.

 

5.  Στις 24/06/13, η επωνυμία και/ή το όνομα Εναγόντων, μετατράπηκε, από Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου, σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ, σύμφωνα με το άρθρο 12Δ του Περι Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/1985 ως τροποποιήθηκε.

 

Καταθέτω αντίγραφο ως Τεκμήριο 4 την Επίσημη Εφημερίδα της 24ης Μαΐου 2013, Τμήμα Β 2422, αριθμός 2597. 

 

6.  Στην συνέχεια οι μέτοχοι της Περιφερειακής Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ, μεταξύ άλλων Συνεργατικών Εταιρειών, σύμφωνα με τον Περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο του 1985 μέχρι 2015, ως έχει τροποποιηθεί, σε ειδικές γενικές συνελεύσεις τους, αποφάσισαν τη συγχώνευση των Εταιρειών τους, με τη ΣΠΕ Παραλιμνίου Λτδ, και η Αποδεχόμενη Εταιρεία, η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Παραλιμνίου Λτδ, σε ειδική γενική συνέλευση της αποφάσισε όπως η Εταιρεία συγχωνευθεί με τις μεταφερόμενες Εταιρείες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ, και αποδεχθεί την μεταφορά όλων ανεξαιρέτως των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού τους, δυνάμει έγγραφης συμφωνίας για συγχώνευση τους, η οποία στις 10/01/2014 ενεγράφη από τον Έφορο Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών και σύμφωνα με την οποία η Αποδεχόμενη Εταιρεία μετονομάζεται από τις 11/01/2014 σε Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ, διαδεχόμενη τις μεταφερόμενες Εταιρείες από τις 11/01/2014 εξ’ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους με αποτέλεσμα όλες οι  πράξεις, συμβόλαια και άλλα έγγραφα τους να συνεχίζουν να ισχύουν, και περαιτέρω μεταφέρονται σε αυτή όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού των μεταφερόμενων εταιρειών, μεταξύ των οποίων ήταν και η Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου Λτδ.

 

Καταθέτω ως Τεκμήριο 5 αντίγραφο Πιστοποιητικού Εγγραφής από τον Έφορο Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών. Ως Τεκμήριο 6, αντίγραφο επιστολής της Κυπριακής Δημοκρατίας Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, ημερ. 15/01/2014, καθώς επίσης και ως Τεκμήριο 7 αντίγραφο της Διαταγής Ακύρωσης Εγγραφής με βάση το Άρθρο 49Δ(4), ημερ. 15/01/2014. Ως Τεκμήριο 8 αντίγραφο την Γνωστοποίηση Αλλαγής Ονομασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 24 Ιανουαρίου 2014, αριθμός 429, Τμήμα Β 309.

 

7.  Με βάση όλα τα πιο πάνω και όπως με συμβούλευσαν οι Δικηγόροι των Εναγόντων, οι Ενάγοντες, ήτοι η ΣΠΕ Κοκκινοχωρίων Λτδ, ως αποδεχόμενη Εταιρεία, αντιμετωπίζεται ως να είναι το ίδιο πρόσωπο με την πρώην ΣΠΕ Δερύνειας, η οποία συγχωνεύτηκε στην Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου και στην συνέχεια μετονομάστηκε σε Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αμμοχώστου ΛΤΔ, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία, τους τίτλους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που μεταβιβάστηκαν, συμπεριλαμβανομένων και των συμβατικών και νομικών δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παρούσα αγωγή ως επίσης και του αγώγιμου δικαιώματος εναντίον του Εναγομένου στην παρούσα υπόθεση.

 

8.  Ειδικότερα και όπως γνωρίζω προσωπικά λόγω της επαγγελματικής μου ιδιότητας και της πολυετής μου εμπειρίας, κατά την επίδικη περίοδο η διαδικασία και η πρακτική που ακολουθείτο από τους Ενάγοντες προς τους Εναγόμενους και γενικότερα στους επαγγελματίες ανάπτυξης γης, ήταν η ακόλουθη: οι Εναγόμενοι διά αντιπροσώπων και/ή υπαλλήλων παρελάμβαναν προϊόντα και/ή εξαρτήματα και/ή εργαλεία της αρεσκείας τους, των αναγκών τους και της ποιότητας που αυτοί επιθυμούσαν, εφόσον επιθεωρούνταν τα χαρακτηριστικά και η ποιότητα αυτών, τόσο από τους υπαλλήλους του υποκαταστήματος των Εναγόντων, όσο και από τους αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους των Εναγομένων. Ακολούθως, οι Εναγόμενοι αγόραζαν επί πιστώσει τα προϊόντα από το κατάστημα των Εναγόντων στη Δερύνεια, αφ’ ης στιγμής οι πρώτοι διά αντιπροσώπων και/ή υπαλλήλων έθετα την υπογραφή τους επί της αντίστοιχης ημερομηνίας παραλαβής των προϊόντων σε Τιμολόγιο επί πιστώσει με την δέσμευση αποπληρωμής των οφειλών τους στο άμεσο μέλλον.    

 

9.     Οι Ενάγοντες[2] κατά πάντα ουσιώδη προς την παρούσα αγωγή χρόνο (μεταξύ των ετών 2009 – 2010), ήτο πελάτες των Εναγόντων ως αυτό διαφαίνεται μέσω των στοιχείου που κατέχεται απ’ αυτούς - στοιχεία τα οποία μελέτησα προσωπικά και τα οποία καταθέτω με την παρούσα γραπτή μου μαρτυρία. Οι Εναγόμενοι Kolokasides DevelopersConstructions Limited, H.E. 37378 είχαν παραλάβει και είχαν αγοράσει, σύμφωνα με την πιο πάνω διαδικασία από το κατάστημα της ΣΠΕ Δερύνειας Γεωργικά Χρειώδη και Εργαλεία Νο 6+8, αριθμό εργαλείων, εξαρτημάτων και άλλων προϊόντων, ως εμφαίνονται από τα σχετικά τιμολόγια επί πιστώσει που εκδόθηκαν από τους Ενάγοντες υπ. αρ. 31716 και υπ. 32389.

 

Καταθέτω ως Τεκμήριο 9 το Τιμολόγιο επί πιστώσει υπ. αρ. 31716 και ως Τεκμήριο 10 το Τιμολόγιο επί πιστώσει υπ. αρ. 32389 που εκδόθηκαν επ’ ονόματι των Εναγομένων Kolokasides DevelopersConstructions Limited.

 

10.  Μέσα από την μελέτη των εν λόγω τιμολογίων επί πιστώσει υπ. αρ. 31716 και υπ. αρ. 32389 διαφαίνονται, το όνομα των Εναγομένων, και το όνομα του διευθυντή αυτών, του κου Γιώργου (επί του Τιμολογίου Επί Πιστώσει υπ. αρ. 32389), καθώς επίσης και ο αριθμός του κινητού τηλεφώνου που έχουν οι Ενάγοντες ως προς την επικοινωνία τους με του Εναγόμενους, ήτοι 99304040. Ακολούθως τα εν λόγω τιμολόγια, περιγράφουν ειδικότερα στοιχεία που σχετίζονται με τα προϊόντα, εργαλεία και εξαρτήματα που πώλησαν επί πιστώσει και παραδόθηκαν από τους Ενάγοντες προς τους Εναγόμενους. Αναλυτικότερα, διαπιστώνεται με σαφήνεια επί των εν λόγω Τιμολογίων επί πιστώσει, η ημερομηνία παραλαβής, η ποσότητα, το είδος, η τιμή μονάδας και το σύνολο της αξίας (με ενσωματωμένη στην τιμή το Φ.Π.Α.) έκαστου προϊόντος, εργαλείου και εξαρτήματος. Περαιτέρω, εμφαίνεται από τα συγκεκριμένα Τιμολόγια επί πιστώσει, ότι οι Εναγόμενοι προμηθεύτηκαν αριθμό προϊόντων, εργαλείων, εξαρτημάτων από τους Ενάγοντες κατά διαστήματα, μεταξύ των ετών 2009 – 2010, ως οι ημερομηνίες που αναγράφονται επ’ αυτών, προσδιορίζοντας επακριβώς κατά την κάθε ημερομηνία ποια προϊόντα προμηθεύτηκαν, το είδος, την ποσότητα και την αξία αυτών. Εν συνεχεία, αναγράφεται στο κάθε τιμολόγιο επί πιστώσει η συνολική αξία των προϊόντων που σχετίζεται με το καθ’ ένα και συγκεκριμένα για το υπ. αρ. 31716, το ποσό των €789,65 και για το υπ. αρ. 32389, το ποσό των €243.55, με συνολικό οφειλόμενο ποσό €1033,20. Τέλος, τα εν λόγω Τιμολόγια επί πιστώσει φέρουν δεόντως υπογραφές επ’ αυτών.   

 

11.  Πρόσθετα, ως γνωρίζω προσωπικά, οι Ενάγοντες κάλεσαν τους Εναγόμενους επανειλημμένα να πληρώσουν το επίδικο χρέος χωρίς να το πράξουν μέχρι και σήμερα και χωρίς να ενημερώσουν αυτούς για οιαδήποτε τυχόν προβλήματα ποιότητας ή οιοδήποτε άλλο ζήτημα παράδοση ή και διαφορετικά. Εν συνεχεία, οι Ενάγοντες απευθύνθηκαν στους δικηγόρους «Μουαΐμης & Μουαΐμης» όπως αποστείλουν επιστολή σχετικά με το χρεωστικό υπόλοιπο από αγορά επί πιστώσει υλικών DIY από την αποθήκη Δερύνειας προς τη Σ.Π.Ε. Κοκκινοχωρίων ΛΤΔ. Ως με πληροφόρησαν, οι δικηγόροι που χειρίζονται την υπόθεση και όπως διαφαίνεται από την ημερομηνία της εν λόγω επιστολής, αυτή στάλθηκε στις 08/09/2015 και όπως ίδιοι και πάλι οι δικηγόροι των Εναγόντων με πληροφόρησαν, οι Εναγόμενοι δεν απάντησαν ούτε εγγράφως και ούτε τηλεφωνικώς επ’ αυτής.

 

Για το σκοπό τούτο καταθέτω αντίγραφο της επιστολής, ημερ. 08/09/2015 ως Τεκμήριο 11.

 

12.  Λόγω της άρνησης και της παράλειψης των Εναγομένων να εξοφλήσουν το χρέος τους προς τους Ενάγοντες δυνάμει τιμολογίων επί πιστώσει, αυτοί καταχώρησαν λοιπόν μέσω των Δικηγόρων τους την παρούσα αγωγή εναντίον τους και αιτούνται από το σεβαστό Δικαστήριο τα ακόλουθα:

 

Α) €1033,20.- ως ποσό οφειλόμενο δυνάμει τιμολογίων και/ή αξίας πωληθέντων και παραδοθέντων επί πιστώσει εμπορευμάτων των Εναγόντων και/ή δυνάμει των αρχών του αδικαιολόγητου πλουτισμού και/ή άλλως πως,

 

Β) νόμιμο τόκο επί του πιο πάνω ποσού και

 

Γ) έξοδα, πλέον Φ.Π.Α, πλέον έξοδα επίδοσης.

 

 Θεωρώ λοιπόν ορθό και δίκαιο, στη βάση των ανωτέρω και στη βάση των όσων με συμβούλευσαν οι δικηγόροι «Μουαΐμης & Μουαΐμης», όπως πετύχει η παρούσα αγωγή και αξιώνω από το Σεβαστό Δικαστήριο την έκδοση απόφασης εναντίον των Εναγομένων, ως τα πιο πάνω αιτητικά.».

 

(Η έμφαση με έντονα γράμματα είναι του Δικαστηρίου.)

 

 

Η μαρτυρία του ΜΥ1.

 

            Παραθέτω πιο κάτω αυτούσιο το περιεχόμενο της γραπτής, ένορκης, μαρτυρίας του ΜΥ1꞉

 

«Εγώ ο κάτωθι υπογεγραμμένος Γιώργος Κολοκασίδης εκ Δερύνειας, ορκίζομαι και λέγω τα ακόλουθα:

1.   Είμαι ο Διευθυντής της εταιρείας KOLOKASIDES DEVELOPERS-CONSTRUCTIONS LIMITED, H.E 37378, γνωρίζω καλά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και είμαι δεόντως εξουσιοδοτημένος από την εναγόμενη εταιρεία όπως προβώ στην παρούσα ένορκο δήλωση που αποτελεί την γραπτή μαρτυρία της εναγόμενης με βάση τις οδηγίες του Δικαστήριου ημερομηνίας 06/03/2017.

 

2.  Έχω μελετήσει την ένορκη μαρτυρία των Εναγόντων όπως αυτή παρουσιάζεται από τον Χρίστο Μαρτή, ως επίσης έχω μελετήσει και τα τεκμήρια τα οποία παρουσιάζει.

 

3.  Πρωτίστως θα πρέπει να αναφέρω ότι εξ όσων γνωρίζω ο κ.Χρίστος Μαρτή ουδέποτε εργάστηκε στο συγκεκριμένο κατάστημα της τότε Συνεργατικής Πιστωτικής εταιρείας Δερύνειας. Ο κ.Χρίστος Μαρτή ουδέποτε συμβλήθηκε μαζί μου ή με την εναγόμενη εταιρεία ως εκπρόσωπος ή εν πάση περιπτώσει ως υπάλληλος των εναγόντων και δεν με γνωρίζει προσωπικά. Ως εκ τούτου είναι βέβαιο ότι ο κ.Χρίστος Μαρτή δεν ήταν μάρτυρας της κατάρτισης των εν λόγω, υπό αμφισβήτηση, τιμολογίων τεκμήρια 9 και 10, δεν ήταν μάρτυρας των ισχυριζόμενων υπογραφών και σίγουρα δεν ήταν μάρτυρας της κατ’ισχυρισμό παράδοσης των προϊόντων.

 

4. Θα πρέπει επίσης να αναφέρω ότι η εναγόμενη εταιρεία τις πλείστες φορές, προμηθευόταν τα αναγκαία προϊόντα της από την Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Φρενάρου. Ουδέποτε συνάφθηκε οποιαδήποτε συμφωνία με τους ενάγοντες και εν πάση περιπτώσει ο κ.Χρίστος Μαρτή δεν αναφέρει ότι συμφωνήθηκε με την εναγόμενη ο τρόπος συναλλαγής όπως ισχυρίζεται και δεν αναφέρει αν υπήρχε συμφωνία και ποιοι ήταν οι όροι της.

 

5. Είναι φανερό από τα τιμολόγια τεκμήρια 9 και 10 ότι αναφέρονται σε άλλο όνομα εταιρείας και όχι στην εναγόμενη. Τούτο αποδεικνύει ότι αυτά τα τιμολόγια δεν έχουν οποιανδήποτε σχέση με την εναγόμενη. Επίσης μελετώντας τα εν λόγω τιμολόγια δεν διακρίνεται πουθενά η υπογραφή μου ή η σφραγίδα της εναγόμενης εταιρείας που να καθιστούν τα επίδικα τιμολόγια έγκυρα και νομίμως εκδομένα. Ούτε και υπάρχει σφραγίδα της εναγόμενης ή η υπογραφή μου στο κάτω μέρος υπό το «παραλήπτης/Οφειλέτης». Επίσης θα πρέπει να διευκρινίσω ότι ούτε διακρίνω την υπογραφή οποιουδήποτε υπαλλήλου ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου της εναγόμενης εταιρείας στα εν λόγω τιμολόγια τεκμήρια 9 και 10.

 

6. Επίσης από την ΣΠΕ Δερύνειας προμηθευόμουν προσωπικά εμπορεύματα για δική μου χρήση και όχι εκ μέρους της εναγόμενης και ουδέποτε παρέμεινε οποιονδήποτε εκκρεμές υπόλοιπο και όλες οι συναλλαγές είτε οι προσωπικές μου είτε αυτές της εναγόμενης εταιρείας εξοφλούντο άμεσα με μετρητά ή με επιταγή και ουδέποτε ζητήσαμε την παράδοση προϊόντων υπό πιστώσει όπως ισχυρίζεται ο κ.Χρίστος Μαρτή.

 

7. Επιπρόσθετα θα πρέπει να αναφερθεί ότι τα επίδικα τιμολόγια τεκμήρια 9 και 10 γνωστοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην εναγόμενη και εμένα με την επίδοση της αγωγής. Ουδέποτε έλαβαν ισχύ ως έγκυρα τιμολόγια εφόσον ουδέποτε μας γνωστοποιήθηκαν ουδέποτε υπογράφηκαν από την εναγόμενη ή εμένα ως τον μοναδικό αξιωματούχο και αντιπρόσωπο της και ουδέποτε αναγνωρίστηκαν για να καταστούν έγκυρα τιμολόγια.

 

8. Θα πρέπει επίσης ευσεβάστως να επισύρω την προσοχή του Σεβαστού Δικαστηρίου στον τρόπο που κατ’ισχυρισμό καταρτίστηκαν τα εν λόγω τιμολόγια, δηλαδή, ότι υπάρχουν στην πρώτη στήλη διαφορετικές ημερομηνίες οι οποίες προηγούνται της ημερομηνίας έκδοσης στο κάτω μέρος των τιμολογίων πράγμα που δεν επεξηγεί ο κ.Χρίστος Μαρτή και δεν δικαιολογεί εφόσον δεν μπορεί ένα τιμολόγιο να συμπληρώνεται σε πολλές ημερομηνίες και οι κατ’ισχυρισμό συναλλαγές να προηγούνται της έκδοσης του τιμολογίου.

 

9. Αμφισβητείται επίσης, από την εναγόμενη το συνολικό ποσό που κατ’ίσχυρισμό οφείλεται αλλά και το ποσό του κάθε τιμολογίου τεκμήρια 9 και 10 ξεχωριστά. Τούτο διότι στο τιμολόγιο 9 τα ποσά που αναφέρονται στην στήλη «Ενσωματωμένη Τιμή» ξεχωριστά υπολογισμένα δεν καταλήγουν στο ίδιο ποσό που ζητούν οι ενάγοντες αλλά σε λιγότερο, πράγμα που αποδεικνύει το λανθασμένο των ισχυρισμών του κ.Μαρτή. Επιπρόσθετα στο τιμολόγιο τεκμήριο 10 δεν γίνεται ορθός υπολογισμός του Φ.Π.Α.

 

10. Τέλος θα πρέπει να αναφέρω ότι όλες οι συναλλαγές μου με την ΣΠΕ Δερύνειας, είτε προσωπικές είτε της εναγόμενης έχουν εξοφληθεί εξ ολοκλήρου και καμία οφειλή εκκρεμεί προς τους ενάγοντες.».

 

(Η έμφαση με έντονα γράμματα είναι του Δικαστηρίου.)

 

Δεν υπήρξε αίτημα για αντεξέταση οποιουδήποτε εκ των ανωτέρω μαρτύρων. Ολοκληρώθηκε η ακρόαση της αγωγής στη βάση των γραπτών αγορεύσεων των συνηγόρων των διαδίκων.

 

Η εκατέρωθεν νομική επιχειρηματολογία

 

Συνοψίζω πιο κάτω την εκατέρωθεν αναπτυχθείσα επιχειρηματολογία.

 

            Είναι η θέση της συνηγόρου των Εναγομένων ότι τα τεκμήρια που παρουσίασαν οι Ενάγοντες δεν αποδεικνύουν καμία συμβατική σχέση μεταξύ των Εναγόντων και των Εναγομένων. Ότι ουδεμία σύνδεση των Εναγομένων με τα τιμολόγια αποδείχθηκε εφόσον τα τιμολόγια έχουν εκδοθεί σε άλλο όνομα εταιρείας. Αρνούνται οι Εναγόμενοι ότι υπέγραψαν τα τιμολόγια και άρα οι Ενάγοντες όφειλαν είτε να αντεξετάσουν το μάρτυρα των Εναγομένων είτε να φέρουν μαρτυρία από κάποιον που ήταν παρών κατά την υπογραφή τους, ενώ ο ΜΕ1 ουδέποτε ανέφερε ότι δούλεψε στο επίδικο κατάστημα των Εναγόντων ή ότι είχε ανάμειξη στην έκδοση των επίδικων τιμολογίων. Ότι τα αναλυτικά ποσά που φαίνονται στο Τεκμήριο 9 είναι μεγαλύτερα από το ποσό που συμποσούται στο τέλος. Ότι δεν είναι όλες οι στήλες του Τεκμηρίου 9 υπογραμμένες, αλλά ακόμη και το άθροισμα αυτών που φέρουν υπογραφές, δεν συνάδει με το ποσό που ζητούν οι Ενάγοντες. Δεν υπάρχει μαρτυρία ότι ο ΜΕ1 γνωρίζει ή αναγνωρίζει την υπογραφή του ΜΥ1. Ο ΜΕ1 δεν είχε εμπλοκή ούτε στην παράδοση των εμπορευμάτων. Διαφοροποιείται η θέση του ΜΕ1 ως η μαρτυρία στην παρούσα υπόθεση από τη θέση του μάρτυρα ως η μαρτυρία που δόθηκε στην Demil Imports Exports Ltd v Ζήνων Η. Κωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 462.

 

            Από την άλλη οι συνήγοροι των Εναγόντων λένε ότι ο ΜΥ1 αναφέρθηκε σε συμβατική σχέση των Εναγομένων με τη ΣΠΕ Φρενάρους αντί με τη ΣΠΕ Δερύνειας ή/και για συμβατική σχέση μεταξύ του ιδίου προσωπικά και της ΣΠΕ Δερύνειας, χωρίς όμως να προσκομίσει έγγραφη μαρτυρία για να αποδείξει τους εν λόγω θετικούς ισχυρισμούς. Εν πάση περιπτώσει, εάν οι Εναγόμενοι αμφισβητούν ότι η υπογραφή επί των τιμολογίων ανήκε στο Διευθυντή τους (ΜΥ1), ορθό θα ήταν να το προβάλουν όχι μέσω γενικής άρνησης, αλλά προβάλλοντας θετικό ισχυρισμό με τη μαρτυρία γραφολόγου ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο. Τα τιμολόγια που παρουσίασαν οι Ενάγοντες, συνεκτιμούμενα με την υπόλοιπη μαρτυρία (βλ. Palatino Developments Ltd v Telectronics Communication Limited (2002) 1(B) AAD 962), περιλαμβανομένης της επιστολής ημερ. 8.9.2015 που στάληκε στους Εναγόμενους, αποτελούν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για απόδειξη ως βάσιμης της απαίτησης των Εναγόντων.

 

Το βάρος της απόδειξης.

 

Σε αστικής φύσεως υποθέσεις, η μαρτυρία αξιολογείται, για να μπορέσει το Δικαστήριο να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, έτσι ώστε να εξετάσει στη συνέχεια κατά πόσον ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στον βαθμό που απαιτείται, ήτοι στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ότι δηλαδή η εκδοχή του είναι πιο πιθανόν να είναι αληθής παρά να μην είναι. Όπως διευκρινίσθηκε στην υπόθεση Μαρσέλ κ.α. ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2001) 1(B) Α.Α.Δ 1858 -

«Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «η πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη δηλαδή του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not).».

Αξιολόγηση της μαρτυρίας και ευρήματα γεγονότων.

 

Η αξιοπιστία καθενός μάρτυρα αξιολογείται ανεξαρτήτως βάρους απόδειξης (Barry Wynne v. David Costakis Mavronicola κ.α. (2009) 1(β) Α.Α.Δ. 1138, Αθανασίου κ.α. ν Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614).  

 

Δεδομένου ότι, λόγω του μικρού μεγέθους της αξίωσης στην αγωγή, δεν δόθηκε δια ζώσης μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου από τους δύο μάρτυρες, δεν έχει την ευχέρεια το Δικαστήριο να αξιολογήσει τη μαρτυρία τους με βάση τα συνήθη κριτήρια της εξωτερικής εντύπωσης που του προκαλούν (ετοιμότητα απαντήσεων, σαφήνεια, εμβάθυνση, κ.ο.κ.). Η αλήθεια των ισχυρισμών των δύο μαρτύρων, στο βαθμό που συγκρούονται μεταξύ τους, θα κριθεί από το Δικαστήριο με αντιπαραβολή της έγγραφης ένορκης μαρτυρίας και των τεκμηρίων που τη συνοδεύουν. Θα λάβω, επίσης, υπόψη ότι, αν και δεν υπάρχει κανόνας ότι το Δικαστήριο δεσμεύεται να αποδεχθεί μαρτυρία για το λόγο και μόνο ότι δεν υπήρξε αντεξέταση ενός ενόρκως δηλούντα (βλ. Αντωνάκης Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α. (2005) 1 Α Α.Α.Δ. 491), εντούτοις, εκεί όπου ένας μάρτυρας δεν αντεξετάζεται σε ουσιώδες τμήμα της μαρτυρίας του, παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να θεωρήσει την παράλειψη αυτή ως αποδοχή των ισχυρισμών του στο σημείο που δεν αντεξετάστηκε (βλ. Philippou General Bonded Warehouse Ltd v. Νικολαϊδη (2006) 1Β 1057, Marketrends Finance Ltd v. Χριστοδουλίδη (2007) 1Α 624).

 

Ασφαλώς, θα έχω πάντοτε κατά νου τον βασικό κανόνα ότι μια υπόθεση πρέπει να εκδικάζεται στα αυστηρά πλαίσια των δικογράφων (Cheeseline Ltd v Ανθούλης Θωμά & Υιοί Λτδ, ECLI:CY:AD:2014:A319, Πολιτική Έφεση 45/2009, ημερομηνίας 14.5.2014). Για τον ίδιο λόγο η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται υπό το πρίσμα της συνοχής της εν σχέση προς τη δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676 και Σοφοκλέους ν. Τσεσμέλογλου (2006) 1 Α.Α.Δ. 1153, 1158-59)».

 

Αρχίζω με αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ1.

 

Ο ΜΕ1 ορκίστηκε για τα γεγονότα της υπόθεσης στη βάση της ιδιότητάς του ως Διευθυντής της Οικονομικής Διαχείρισης των Εναγόντων, έχοντας λάβει την εξουσιοδότησή τους για να ορκιστεί τα γεγονότα. Υπό την ιδιότητά του αυτή, είμαι πλήρως ικανοποιημένη ότι έχει το πεδίο γνώσης για να αναλύσει, επεξηγήσει και τεκμηριώσει ό,τι αφορά στη διαδοχή της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Δερύνειας Λτδ από την Ενάγουσα εταιρεία με το όνομα Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ. Άλλωστε, στο βαθμό που η ένορκη δήλωσή του εμπεριέχει πληροφόρηση και/ή νομική άποψη από τους δικηγόρους των Εναγόντων, ο ΜΕ1 το δήλωσε ρητά όπως απαιτεί η Δ.39 (βλ. Louis Vuitton v Δερμοσάκ Λτδ κ.α. (1992) 1Β ΑΑΔ 1453). Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο είναι ικανοποιημένο ότι η αγωγή για το συγκεκριμένο ισχυριζόμενο αγώγιμο δικαίωμα που ανακύπτει κατ’ ισχυρισμόν μέσα από την εμπορική δραστηριοποίηση της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Δερύνειας Λτδ, προωθείται νόμιμα και κατάλληλα εξ ονόματος της Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοκκινοχωρίων Λτδ (η οποία εκ των υστέρων μετονομάστηκε σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα, ως η ειδοποίηση ημερ. 9.8.2017 στο φάκελο του Δικαστηρίου, δυνάμει της Δ.12, θ.3).

 

Προχωρώντας επί της ουσίας της αντιδικίας, παρατηρώ ότι στην παρα. 8 της ένορκης δήλωσης του ο ΜΕ1 περιέγραψε τη «διαδικασία και πρακτική που ακολουθείτο από τους Ενάγοντες προς τους Εναγόμενους» για την πώληση προϊόντων έναντι τιμολογίων επί πιστώσει με ανάληψη δέσμευσης αποπληρωμής των Εναγόντων στο άμεσο μέλλον. Αυτή η εκδοχή που προώθησε ο ΜΕ1 όσον αφορά τον τρόπο συναλλαγής μεταξύ Εναγόντων και Εναγομένων, παρατηρώ ότι συνάδει με όσα δικογραφήθηκαν στην παρα. 3.

Ο ΜΕ1 ισχυρίστηκε ότι είχε προσωπική γνώση για την συνήθη αυτή πρακτική και διαδικασία, «λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας και πολυετούς πείρας». Αμφισβητούν οι Εναγόμενοι, μέσω του ΜΥ1, ότι ο ΜΕ1 είχε οποιαδήποτε επαγγελματική θέση στο επίδικο κατάστημα της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Δερύνειας Λτδ και αρνούνται ότι αυτός είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στα δύο επίμαχα στάδια, αφενός της έκδοσης των επίδικων τιμολογίων που παρουσίασε στο Δικαστήριο ως τεκμήρια 9 και 10 και αφετέρου στο στάδιο της ισχυριζόμενης παράδοσης των επίδικων προϊόντων στους Εναγόμενους. Πράγματι, όπως διαφαίνεται από τη διατύπωση της παρα. 9 της ένορκης δήλωσης του ΜΕ1, αυτός δεν επικαλείται ρητά οποιαδήποτε προσωπική ανάμειξή του στα εν λόγω δύο στάδια. Φαίνεται να στηρίζεται ο ΜΕ1 σε προσωπική «μελέτη των τιμολογίων» (βλ. παρα. 9 και παρα. 10 της ένορκης δήλωσής του) από την οποία μελέτη των στοιχείων που αναγράφονται στα τεκμήρια αντλεί συμπεράσματα για όσα συνέβησαν, παρά να γνωρίζει για την αλήθεια των όσων αναγράφονται στα τιμολόγια από προσωπική εμπλοκή καθ’ ον χρόνο τεκταίνονταν τα γεγονότα.

Η πιο πάνω διαπίστωση, όσον αφορά το βαθμό γνώσης και το βαθμό εγγύτητας του ΜΕ1 προς τα γεγονότα που επιδιώκει να αποδείξει, είναι σημαντική καθ’ ότι στην παρούσα υπόθεση οι Εναγόμενοι αρνούνται οποιαδήποτε σχέση με τη συναλλαγή που περιγράφεται στην όψη των τιμολογίων και πρωτίστως αρνούνται την υπογραφή των τιμολογίων από αυτούς ή/και από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτούς ή/και από τον ΜΥ1.

Εφόσον η αξίωση των Εναγόντων βασίζεται στα τιμολόγια, τα οποία κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω του ΜΕ1 ως τα Τεκμήρια 9 και 10, είναι σημαντικό να διενεργηθεί η αξιολόγηση της μαρτυρίας μέσα στο κατάλληλο νομικό πλαίσιο.

Τα τιμολόγια, όπως αναφέρεται στο Halsbury's Laws of England, τρίτη έκδοση, τόμος 24, σελ. 171 και επιβεβαιώθηκε στη Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ v. Πολυβίου (2009) 1 Α.Α.Δ. 339, αποτελούν τον έγγραφο λογαριασμό μεταξύ των διαδίκων, σε σχέση με προϊόντα παραδοθέντα στον αγοραστή, με αναφορά στην τιμή ή τη χρέωση. Ως τέτοια, πρέπει να συνεκτιμούνται μαζί με την υπόλοιπη μαρτυρία των εναγόντων σε αντιδιαστολή με εκείνη των Εναγομένων (βλ. Haleko Hanseatisches Lebensmittelkontor GMBH & CO OHG v L.S.E. Life Style Enterprises Ltd (2011) 1 Α.Α.Δ. 1055).

 

Στις ίδιες γραμμές είναι και όσα λέχθηκαν στην Demil Imports Exports Ltd v. Ζήνων Η. Κωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 Α.Α.Δ. 462

«Οι εφεσείοντες αμφισβητούν τα δελτία μεταφοράς και τα τιμολόγια (τεκμήρια [...]) προβάλλοντας ότι ουδέποτε παρέλαβαν τα εμπορεύματα τα οποία αναφέρονται σε αυτά.

Αναφορικά με την έκδοση των τιμολογίων και των δελτίων μεταφοράς κατέθεσε ο Μ.Ε.2, ο οποίος ήταν υπάλληλος των εφεσιβλήτων και αυτός μαζί με μια άλλη υπάλληλο ήσαν υπεύθυνοι για την έκδοση και υπογραφή των τιμολογίων και των δελτίων μεταφοράς.

Τα τιμολόγια δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική σημασία, ούτε προβάλλονται ως τέτοια. Υπάρχουν για να συνεκτιμηθούν στο σύνολο της μαρτυρίας (Palatino Developments Limited v. Telectronics Communication Limited (2002) 1(B) A.A.Δ.962). To πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν ότι εξέδωσαν και τα τιμολόγια και τα δελτία μεταφοράς και ότι παρέδωσαν στους εφεσείοντες τα εμπορεύματα. Ανέφερε συγκεκριμένα ο Μ.Ε.2 ότι «Δεν υπάρχει περίπτωση να πιάσουν εμπόρευμα και να μην έχει υπογραφή πάνω».

Ο Μ.Ε.1 ανέφερε ότι από το 2002 μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής, κανείς από τους εφεσείοντες δεν αμφισβήτησε οποιοδήποτε τιμολόγιο. Αντιθέτως, ανέφερε ότι είχε τηλεφωνικές συνδιαλέξεις με τον Μ.Υ.1 όταν υπήρχαν διαφωνίες ως προς την κατάσταση του λογαριασμού, τις οποίες διευθετούσαν και δεν του ανέφερε οποιαδήποτε διαφωνία ως προς τα τιμολόγια, τα οποία τώρα αμφισβητούν.

Εφόσον η μαρτυρία για τους εφεσίβλητους ήταν ότι παρέδωσαν τα εν λόγω εμπορεύματα, δεν ήταν αναγκαία η περαιτέρω απόδειξη της παράδοσης των εμπορευμάτων. Το γεγονός ότι τα αμφισβητούμενα δελτία μεταφοράς και τιμολόγια δεν φέρουν την υπογραφή των εφεσειόντων δεν επηρεάζει την ουσία της υπόθεσης, εφόσον το Δικαστήριο έκρινε ως αξιόπιστους τους μάρτυρες των εφεσιβλήτων. (Χριστοδουλίδου v. Μocassino Shoes Ltd (2006) 1(A) Α.Α.Δ. 294).».

 

Προκύπτει από την ανωτέρω περικοπή ότι τα τιμολόγια δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική αξία και ότι, αν το Δικαστήριο ικανοποιείτο για την αξιοπιστία της μαρτυρίας του ΜΕ1, η αγωγή θα μπορούσε να πετύχει ακόμη και αν αυτά δεν έφεραν καθόλου υπογραφή. Στην παρούσα όμως υπόθεση, ελλείψει μαρτυρίας του ΜΕ1 ότι είχε προσωπική ανάμειξη στην έκδοση των τιμολογίων ή στην υπογραφή των τιμολογίων εκ μέρους των Εναγόντων ή στην παράδοση των προϊόντων προς τους Εναγόμενους, δεν υπάρχει ουσιαστικά άλλη μαρτυρία πέραν των τιμολογίων, η οποία να μπορεί να στηρίξει την αξίωση των Εναγόντων. Αποκτά, εν προκειμένω, ιδιαίτερη σημασία να αποδειχθεί αν οι Εναγόμενοι όντως υπέγραψαν τα επίδικα τιμολόγια, ώστε να δεσμεύονται από την υπογραφή τους σε αυτά.

 

Η μόνη δήλωση του ΜΕ1 επί τούτου εντοπίζεται στην παρα. 10, τελευταία γραμμή, της ένορκης δήλωσής του, όπου λέγει ότι «Τα εν λόγω τιμολόγια επί πιστώσει φέρουν δεόντως υπογραφές επ’ αυτών». Δεν κατονόμασε τους υπογραφείς ο ΜΕ1. Δεν δήλωσε ποτέ ρητά ποιος είναι αυτός που υπογράφει στη θέση του αποθηκάριου και αν αυτός ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο στην υπηρεσία των Εναγόντων ή των Εναγομένων. Ουδόλως σχολίασε ο ΜΕ1 το γεγονός ότι αμφότερα τα τιμολόγια είναι κενά υπογραφής στο σημείο που θα έπρεπε να υπογράψει ο «Παραλήπτης/ Οφειλέτης» και ποια η σημασία των υπογραφών στην τελευταία στήλη των τιμολογίων και από ποιον τέθηκε, καθώς επίσης γιατί τέθηκε τέτοια υπογραφή σε ορισμένες μόνο γραμμές της τελευταίας στήλης, αντί σε κάθε γραμμή όπου δίδεται η περιγραφή κατ’ ισχυρισμόν πωλούμενου προϊόντος. Αν και ανέφερε ο ΜΕ1 ότι επί των τιμολογίου αναγράφεται ο αριθμός τηλεφώνου του ΜΥ1 ή και το όνομα «Γιώργος» που αναφέρεται σε αυτόν, εντούτοις ουδέποτε συσχέτισε ρητά ο ΜΕ1 τις υπογραφές της τελευταίας στήλης των τιμολογίων με την υπογραφή του ΜΥ1. Ουδέποτε δήλωσε ο ΜΕ1 ότι αναγνωρίζει την υπογραφή του ΜΥ1.

 

Στην απόφαση, ημερομηνίας 28.11.2017,  του Οικονόμου, Δ., στην Ποινική Έφεση 204/2014, VBH (CYPRUS) LTD. V. 1. WINDOORS UPVC SYSTEMS LTD, κ.α. (μη δημοσιευθείσα), καταγράφονται τα εξής꞉

 

«Γενικά ομιλούντες, μαρτυρία για αναγνώριση υπογραφής, αν δεν πιστοποιείται από το ίδιο το πρόσωπο που υπέγραψε, μπορεί να προέρχεται από πρόσωπο που ήταν παρόν και επιμαρτυρεί το γεγονός της υπογραφής, ή από πρόσωπο που είναι σε θέση να γνωρίζει την υπογραφή ή από συγκριτική διεργασία πραγματογνώμονα. Η γνησιότητα δε ενός εγγράφου μπορεί να προκύπτει και από περιστατική μαρτυρία (Phipson on Evidence, 18th Ed., 41-07).»

 

Παραθέτω, επίσης απόσπασμα από τη μειοψηφική απόφαση του Ναθαναήλ, Δ. στην απόφαση Ανδρέα Δημητρίου ν. Alyona (Alena) Sidorenko (2011) 1 Α.Α.Δ. 1095

 

«Στο σύγγραμμα Cross & Tapper on Evidence 10η έκδ. (2004), στις σελ. 710-712, σημειώνεται ότι η απόδειξη υπογραφής από τρίτο πρόσωπο μπορεί να λάβει τη μορφή μαρτυρίας ότι η υπογραφή είναι του συγκεκριμένου προσώπου, εδραζόμενη στην εξοικείωση που έχει ο μάρτυρας με την υπό αμφισβήτηση υπογραφή, έχοντας δει το πρόσωπο να υπογράφει σε προηγούμενες περιπτώσεις. Η συχνότητα της προηγούμενης παρακολούθησης του προσώπου να υπογράφει έγγραφα, καθώς και η υπογραφή με το μικρό ή το κύριο όνομα, δεν ενέχουν τόση σημασία, αλλά σχετίζονται με τη βαρύτητα τέτοιας μαρτυρίας. Ακόμη, είναι αχρείαστο για το μάρτυρα να έχει δει το πρόσωπο να θέτει την υπογραφή του προηγουμένως σε έγγραφο, διότι είναι αρκετό να έχει λάβει έγγραφα θεωρούμενα ως προερχόμενα από το συγκεκριμένο πρόσωπο, και πάλι αναγόμενο το ζήτημα σε θέμα βαρύτητας. (Harrington v. Fry [1824] 1 C & P 289).  Αναμφίβολα, η βαρύτητα που θα έχει η μαρτυρία της σύγκρισης των υπογραφών διαφοροποιείται κατά πολύ ανάλογα με το βαθμό εξομοίωσης του μάρτυρα με την υπογραφή (Doe d Mudd v. Suckermore [1836] 5 Ad & El 703).»

 

Επομένως, στην παρούσα υπόθεση δεν έχει προσφερθεί από τους Ενάγοντες μαρτυρία επαρκής και ικανή να αποδείξει ότι οι Εναγόμενοι υπέγραψαν τα δύο επίδικα τιμολόγια, ώστε να δεσμεύονται από αυτά.

 

Δεν θα συμφωνήσω με τη θέση των συνηγόρων των Εναγόντων ότι το βάρος ήταν στους ώμους των Εναγομένων να αποδείξουν ότι οι υπογραφές που υπάρχουν επί των τεκμηρίων δεν ανήκουν σε αυτούς ή ότι πλαστογραφήθηκαν ή ότι ανήκουν σε τρίτα πρόσωπα. Εάν οι Ενάγοντες, μέσω του ΜΕ1, έδιδαν μαρτυρία αναγνώρισης της υπογραφής του ΜΥ1 ή άλλου συγκεκριμένου ατόμου που υπέγραψε εξ ονόματος και για λογαριασμό των Εναγομένων, τότε και μόνο θα εγειρόταν για τους Εναγόμενους ζήτημα να φέρουν μαρτυρία για να αποδείξουν το αντίθετο. Δεν βελτιώνει την υπόθεση των Εναγόντων το γεγονός ότι ο ΜΕ1 δεν αντεξετάστηκε από τους Εναγομένους για τη δήλωσή του στην παρα. 10, τελευταία γραμμή, της ένορκης δήλωσής του, όπου λέγει ότι «Τα εν λόγω τιμολόγια επί πιστώσει φέρουν δεόντως υπογραφές επ’ αυτών», εφόσον η δήλωση αυτή χαρακτηρίζεται από αοριστία.

 

Παραπέμπω στην υπόθεση Ελληνική Τράπεζα Χρηματοδοτήσεις Λτδ ν Ε.Τ. ΑUTOSPARES ENTERPRISES LTD, κ.α. (1998) 1 ΑΑΔ 843, όπου διασαφηνίστηκαν υπό Κωνσταντινίδη, Δ., τα εξής σημαντικά σε ό,τι αφορά τη σημασία τους μη αντεξέτασης τους μάρτυρα (τα οποία διατηρούν κατά την κρίση μου τη σημασία τους ακόμη και μέσα στο πλαίσιο τους δίκης που ρυθμίζεται από τη νέα Δ.30):

 

«Έχουμε καταλήξει πως η έφεση πρέπει να απορριφθεί. Προέκυπτε από την αντιπαραβολή των δικογράφων ως μόνο επίδικο ζήτημα το κατά πόσο οι εφεσίβλητοι υπέγραψαν τη σύμβαση ως εγγυητές. Βάρυνε τους εφεσείοντες, τους δέκτηκαν και οι ίδιοι, η απόδειξη τους σύμβασης που επικαλούνταν. Η κατάθεση του εγγράφου, που δεν ήταν η ύπαρξή του που αμφισβητείτο, δεν προωθούσε αφ’ εαυτής την υπόθεση των εφεσειόντων, σε σχέση με το επίδικο θέμα. Η μη υποβολή ένστασης στην κατάθεσή του, ως του εγγράφου το οποίο κατ’ ισχυρισμόν υπέγραψαν οι εφεσίβλητοι, δεν σήμαινε παραδοχή για οτιδήποτε Το αποδεκτό εγγράφου ως μαρτυρίας και η τοποθέτηση ως τους αυτό διαχωρίζονται από την κατ’ ουσία, ανάλογα με την περίπτωση, αποδεικτική του δύναμη και βεβαίως από την προβαλλόμενη άποψη ως τους αυτή. Η ένσταση ή τους ένσταση στην προσαγωγή του συναρτάται τους τους κανόνες που διέπουν την απόδειξη. Δεν προσφέρεται η ένσταση στην προσαγωγή μαρτυρίας ως μέσο για την επίλυση τους ουσίας τους διαφοράς και η τους υποβολή τέτοιας δεν έχει από μόνη τους επίπτωση που υπερβαίνει τον προορισμό τους. Ο προσδιορισμός δε από τη Δ.38 θ4 του χρόνου υποβολής ένστασης στην προσαγωγή μαρτυρίας αποβλέπει αλλού και δεν συσχετίζεται τους το θέμα. (βλ. Βίκτωρος ν. Χριστοδούλου (1992) 1 Α.Α.Δ. 512 και Α.Ν. Stasis Estates Co Ltd v. George Evans Edwards κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 385). Αποτέλεσμα τους προσαγωγής εγγράφου, με ή χωρίς ένσταση, είναι η ένταξή του στο αποδεικτικό υλικό που θα συνεκτιμηθεί.

 

Ούτε μπορούμε να συμφωνήσουμε πως προσθέτει οτιδήποτε στην υπόθεση των εφεσειόντων η τους αντεξέταση του μάρτυρά τους.  Πολύ λιγότερο δεν υπονοούσε παραδοχή πως υπέγραψαν οι εφεσίβλητοι το έγγραφο. Όχι γιατί δεν είναι δυνατό, τους αναγνωρίστηκε και στη νομολογία που επικαλέστηκαν οι εφεσείοντες, να προκύψει τέτοιο αποτέλεσμα από την παράλειψη αντεξέτασης. Αλλά γιατί δεν υπήρχε μαρτυρία ουσίας, δηλαδή πάνω στο επίδικο θέμα, σε σχέση με το οποίο θα ήταν νοητό να αντεξεταστεί ο μάρτυρας. Και ακριβώς στην υπόθεση Aloupou and Another (ανωτέρω) εξηγήθηκε πως η τους αντεξέταση δεν ισοδυναμεί με παραδοχή σε σχέση με θέματα για τα οποία δεν κατέθεσε ο μάρτυρας αλλά απλώς προβάλλονται τους γραπτές προτάσεις. Εδώ μάλιστα και οι ίδιοι οι εφεσείοντες, μετά από επί τούτου ένσταση των εφεσιβλήτων, αποσύνδεσαν τη μαρτυρία του μάρτυρά τους από την επίδικη διαφορά.»

 

(Η έμφαση με έντονα γράμματα είναι του παρόντος Δικαστηρίου.)

 

Πέραν, λοιπόν, από την αποτυχία των Εναγόντων να αποδείξουν ότι τα επίδικα τιμολόγια είναι υπογραμμένα από τους Εναγόμενους δεόντως ή/και ότι τα τιμολόγια παραλήφθησαν από τους Εναγόμενους, έχουν δίκαιο οι συνήγοροι των Εναγομένων να επισημαίνουν στο Δικαστήριο ότι το συνολικό ποσό για το οποίο εκδόθηκε το Τεκμήριο 9 δεν συνάδει με τις αναλυτικές τιμές των προϊόντων που απαριθμούνται σε αυτό ούτε με τις αναλυτικές τιμές των προϊόντων για τα οποία υπάρχει αντίστοιχα μια υπογραφή (άγνωστο ποιανού). Διέλαθε ενδεχομένως της προσοχής του ΜΕ1 αυτό το πρόβλημα στην όψη του Τεκμηρίου 9, γι’ αυτό και δεν έδωσε καμία επεξήγηση. Είναι εξίσου ορθή η επισήμανση των συνηγόρων των Εναγομένων ότι το όνομα της εταιρείας στο οποίο φαίνεται να εκδόθηκαν τα δύο τιμολόγια διαφέρει από αυτό με το οποίο είναι εγγεγραμμένη στον Έφορο Εταιρειών η Εναγόμενη εταιρεία. Δεν δόθηκε καμία εξήγηση ούτε γι’ αυτή τη διαφορά.

 

Ενόψει των πιο πάνω αξιολογικών κρίσεών μου, κρίνω ότι δεν έχω ενώπιον μου αξιόπιστη, επαρκή και ικανή μαρτυρία για να αποδεχθώ την υπόθεση των Εναγόντων ως αποδειχθείσα στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, ήτοι να είναι αυτή πιο πιθανή παρά να μην είναι.

 

Άνευ επηρεασμού του πιο πάνω δικαστικού συμπεράσματος, θα προχωρήσω να επισημάνω ποια σημεία της μαρτυρίας του ΜΥ1 δεν αποδέχομαι.

 

Κατ’ αρχάς, σημειώνω ότι είναι θεμελιωμένη αρχή ότι ένας διάδικος δικαιούται να προβάλει στο δικόγραφο του διαζευκτικούς ισχυρισμούς, αλλά οφείλει, κατά την ακροαματική διαδικασία, να επιλέξει την εκδοχή που θα προωθήσει. Είναι εξίσου θεμελιωμένη νομολογιακά αρχή ότι ένας διάδικος ο οποίος απευθύνεται στο δικαστήριο, προτείνοντας και προωθώντας μια πλαστή εκδοχή, σε περίπτωση απόρριψης της εκδοχής αυτής, δεν μπορεί να επιζητεί απονομή δικαιοσύνης, σε βάση άλλη από εκείνη που κάλεσε το δικαστήριο να αποδεχθεί, που δεν συναρτάται προς δικό του υπόβαθρο γεγονότων και η οποία δεν έχει υποστηριχθεί από μαρτυρία, αφού αν επιτρεπόταν κάτι τέτοιο, θα ήταν και αντινομικό αλλά και άδικο για τον αντίδικο, ο οποίος ουδέποτε είχε την ευκαιρία να αντικρούσει τις άλλες διαζευκτικές εκδοχές (βλ. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ ν Ανδρέα Μιχαήλ (2012) 1 Α.Α.Δ. 41).

 

Στην παρούσα υπόθεση παρατηρώ ότι οι Εναγόμενοι είχαν δικογραφήσει, πέραν της άρνησης του ισχυρισμού των Εναγόντων ότι είχαν εμπορικές συναλλαγές με τους Ενάγοντες, μια πληθώρα διαζευκτικών εκδοχών στην παρα. 4 της Ε/Υ, ήτοι εννιά διαφορετικές εκδοχές σε ό,τι αφορά την παράδοση των εμπορευμάτων, και άλλες τρεις διαφορετικές εκδοχές σε ό,τι αφορά την παράδοση των τιμολογίων. Τούτο, μπροστά στο ενδεχόμενο να κατέληγε στο Δικαστήριο σε απόφαση ότι αποδείχθηκε η ύπαρξη προφορικής ή γραπτής συμφωνίας να αγόραζαν τα επίδικα εμπορεύματα επί πιστώσει. Προσερχόμενοι ενώπιον του Δικαστηρίου, προώθησαν μέσω του ΜΥ1 δύο νέες εκδοχές, κατά τρόπο θετικό, που δεν εντοπίζω να εμπίπτουν μέσα στις δικογραφηθείσες꞉ ήτοι ότι οι Εναγόμενοι συναλλάττονταν στις πλείστες περιπτώσεις με τη ΣΠΕ Φρενάρους αντί με τη ΣΠΕ Δερύνειας και ότι με τη ΣΠΕ Δερύνειας είναι ο ΜΥ1 προσωπικά που συναλλάττετο. Δεν μπορώ να αποδεχθώ τη μαρτυρία του ΜΥ1 ως προς αυτές τις δύο εκδοχές, εφόσον δεν εμπίπτουν στις δικογραφηθείσες εκδοχές. Εν πάση περιπτώσει, δεν παρουσιάστηκαν από τον ΜΥ1 οποιαδήποτε τεκμήρια στα οποία να στηρίζονται οι εν λόγω δύο εκδοχές.

 

Διαφωνώ επίσης με τη θέση του ΜΥ1 ότι η απουσία σφραγίδας της Εναγόμενης εταιρείας επί των επίδικων τιμολογίων θα ήταν αφ’ εαυτής ικανή να αποστερήσει από τα τιμολόγια την ικανότητα να αποδείκνυαν την ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ Εναγόντων και Εναγομένων για την πώληση επί πιστώσει των αγαθών. Δεν είναι για όλες τις συμφωνίες που συνάπτει μια εταιρεία που απαιτείται να επικυρώνονται με σφραγίδα της εταιρείας. Για οποιαδήποτε συμφωνία ένας ιδιώτης μπορεί να συμβληθεί γραπτώς στη βάση της υπογραφής του, το ίδιο ισχύει και για εταιρεία. Παραπέμπω, συναφώς, στο άρθρο 33 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113꞉

 

«33.-(1) Συμβάσεις εκ μέρους εταιρείας δύναται να γίνουν ως ακολούθως-

(α) σύμβαση η οποία αν γινόταν μεταξύ ιδιωτών προσώπων ο νόμος θα απαιτούσε να γίνει γραπτώς, και αν γινόταν σύμφωνα με το Αγγλικό Δίκαιο θα απαιτούσε να φέρει σφραγίδα, δύναται να γίνει απόεταιρεία γραπτώς και είτε να φέρει την κοινή σφραγίδα της εταιρείας είτε όχι·

(β) σύμβαση η οποία αν γινόταν από πρόσωπα ιδιώτες ο νόμος θα απαιτούσε να γίνει γραπτώς και να υπογράφεται από τα μέρη που βαρύνονται από τη σύμβαση, δύναται να γίνει εκ μέρους της εταιρείαςγραπτώς και να υπογραφτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργεί μετά από ρητή ή σιωπηρή εξουσιοδότηση της εταιρείας

(γ) σύμβαση η οποία αν γινόταν από πρόσωπα ιδιώτες θα ήταν νομικά έγκυρη και αν ακόμα γινόταν μόνο προφορικά και όχι γραπτώς δύναται να γίνει προφορικά εκ μέρους της εταιρείας από οποιοδήποτεπρόσωπο που ενεργεί με βάση ρητή ή σιωπηρή εξουσιοδότηση της.

[...]

(2) Σύμβαση που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό έχει νομικό αποτέλεσμα και δεσμεύει την εταιρεία και τους διαδόχους της και όλα τα άλλα μέρη της.

(3) [...].».

 

Στον Palmers Company Law, 20th Edition, London, Stevens & Sons Limited, 1959, σελ. 231, 232 αναφέρονται τα εξής αναφορικά με το Αγγλικό Δίκαιο σε ό,τι αφορά την αναγκαιότητα ή μη σύναψης σύμβασης από εταιρεία με εναπόθεση της σφραγίδας της σε αυτήν:

«Provided that the contract is made inter partes, a company can, in general, contract in the same form as an individual. Where according to English law, a contract has to be under seal, the company’s common seal has to be affixed (s. 32(1)(a)). Where writing is required of an individual, the company by its agents may make the contract in writing signed by a person acting under its authority (s. 32(1)(b)), and where an individual is capable of contracting orally, the company acting by its duly authorised agents, may likewise do so (s. 32(1)(c).

[…]

A company is not required to contract under seal in all circumstances but where in the case of an individual a seal is requisite, it is requisite in the case of a company.

Thus, to convey freehold property, and to assign or surrender freehold property, or to give a power of attorney, a seal is requisite. A seal is further required for some instruments in order to obtain certain statutory advantages, e.g., in the case of a certificate of title to shares (s.81), in the case of a share warrant (s.83(1)), and in the Law of Property Act 1925, various statutory incidents are annexed to deeds.»

 

Επομένως, οι λόγοι για τους οποίους δεν ικανοποιήθηκα ως προς την απόδειξη της αγωγής από τους Ενάγοντες είναι αυτοί που εξέθεσα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ1, η οποία περιείχε κενά και αδυναμίες.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Οι Ενάγοντες απέτυχαν να αποδείξουν την υπόθεσή τους στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι αυτοί δικαιούται το ποσό που αξιώνουν ως η Έκθεση Απαίτησης.

 

Δεδομένου του γενικού κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα, τα δικηγορικά έξοδα από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής συν ΦΠΑ και έξοδα επίδοσης, επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων και εναντίον των Εναγόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.  

 

                                                            (Υπ.)  …….………………………..

                                                             Α. Πανταζή-Λάμπρου, Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Σχετική Ειδοποίηση Μετονομασίας των Εναγόντων καταχωρήθηκε στο φάκελο του Δικαστηρίου στις 9.8.2017.

[2] Πρόκειται προφανώς για λάθος εκ παραδρομής το ότι αναφέρεται ο μάρτυρας σε «Ενάγοντες ... πελάτες των Εναγόντων». Αντιλαμβάνεται το Δικαστήριο από το σύνολο της παραγράφου αυτής ότι αναφέρεται ο μάρτυς στους «Εναγόμενους» ως πελάτες των Εναγόντων.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο