ECLI:CY:EDLEF:2019:A406
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Γ. Χρ. Φούλια, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 8789/2012
Μεταξύ:
ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΙΜΙΤΕΔ
Εναγόντων
και
XXXXX ΓΙΑΜΙΑΔΑΚΗ (ΑΔΤ XXXXX1406)
Εναγόμενης
Ημερομηνία: 9.9.2019
Για τους Ενάγοντες: κ. Στεφάνου για κ.κ. Σκορδής & Στεφάνου Δ.Ε.Π.Ε.
Για την Εναγόμενη: κ. Στυλιανού για κ.κ. Στυλιανός Γ. Στυλιανού Δ.Ε.Π.Ε.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι ενάγοντες στις 11.12.2012 καταχώρησαν εναντίον της εναγομένης την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή αξιώνοντας από αυτή τα ακόλουθα: (α) €501,60 ως οφειλόμενο δυνάμει γραπτής συμφωνίας πιστωτικής κάρτας με τόκο προς 19,50% ετησίως, κεφαλαιοποιούμενο 2 φορές ετησίως στις 31/12 και 30/6 κάθε έτους και (β) €8.410,61 ως οφειλόμενο δυνάμει γραπτής συμφωνίας δανείου με τόκο προς 16% ετησίως, κεφαλαιοποιούμενο 2 φορές ετησίως στις 31/12 και 30/6 κάθε έτους. Με την έναρξη της ακρόασης της αγωγής οι ενάγοντες απέσυραν την απαίτησή τους για το ποσό των €501,60 και η ακρόαση προχώρησε μόνο σε σχέση με το ποσό των €8.410,61.
ΟΙ ΔΙΚΟΓΡΑΦΗΜΕΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΩΝ
Οι ενάγοντες με την έκθεση απαίτησής τους ισχυρίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ασχολούνται με τραπεζικές εργασίες. Κατά ή περί τις 17.11.2008 κατόπιν αιτήσεως της εναγόμενης αποδέχθηκαν να της προσφέρουν πιστωτικό όριο σε τραπεζική κάρτα και/ή να της παραχωρήσουν πιστωτική διευκόλυνση για το ποσό των €4.000 και προς τούτο υπογράφηκε σχετικό έγγραφο και/ή συμφωνία ημερομηνίας 17.11.2008. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται επίσης ότι, κατά ή περί τις 23.6.2011, κατόπιν γραπτής αιτήσεως της εναγόμενης αποδέχθηκαν να της προσφέρουν καταναλωτικό δάνειο και/ή πιστωτική διευκόλυνση και/ή τραπεζικές διευκολύνσεις για το ποσό των €8.500 και προς τούτο υπογράφηκε σχετικό έγγραφο και/ή συμφωνία καταναλωτικού δανείου ημερομηνίας 23.6.2011. Η ως άνω συμφωνία περιελάμβανε μεταξύ άλλων τους ακόλουθους όρους: το εν λόγω δάνειο θα αποπληρωνόταν σε πρώτη ζήτηση ή διαφορετικά σε περίοδο 60 μηνών με 60 μηνιαίες δόσεις εκ ποσού €180,17 η κάθε μία. Η πρώτη δόση ήταν πληρωτέα 1 μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου και οι υπόλοιπες την αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι πλήρους εξοφλήσεως του δανείου. Το δάνειο θα έφερε κυμαινόμενο επιτόκιο προς 9,75% ετησίως, το οποίο θα αποτελείτο από το Βασικό Επιτόκιο της Τράπεζας, που κατά την ημέρα υπογραφής της συμφωνίας ήταν 5,25% προσαυξημένο κατά 4,50% ετησίως ως περιθώριο και τυχόν καθυστερημένες δόσεις και/ή χρεωστικά υπόλοιπα θα έφεραν επιπρόσθετο τόκο και/ή τόκο υπερημερίας. Κατά ή περί τον Δεκέμβριο του 2010 οι ενάγοντες ανακοίνωσαν τον αναθεωρημένο κατάλογο με τις προμήθειες και τις χρεώσεις τους με ισχύ από 15.3.2011 και ενημέρωσαν σχετικά την εναγόμενη. Κατά ή περί τις 14.4.2011 οι ενάγοντες ανακοίνωσαν αύξηση του βασικού τους επιτοκίου σε 5,75% σε δάνεια και τρεχούμενους λογαριασμούς και ενημέρωσαν σχετικά την εναγόμενη για αυτό όπως και για κάθε μεταγενέστερη αύξηση στα επιτόκια και/ή τραπεζικά έξοδα και/ή προμήθειες τους βάσει της σχετικής νομοθεσίας και των συμφωνιών.
Οι ενάγοντες ισχυρίζονται επίσης ότι λόγω παράλειψης της εναγόμενης να καταβάλει εμπρόθεσμα τις δόσεις της και/ή να συμμορφωθεί με τις μεταξύ των διαδίκων συμφωνίες, με επιστολές τους ημερομηνίας 4.1.2012 και 4.2.2012, κάλεσαν την εναγόμενη να εξοφλήσει τις καθυστερήσεις και εν συνεχεία, λόγω παράλειψής της να συμμορφωθεί, με επιστολή τους ημερομηνίας 15.5.2012 τερμάτισαν τη λειτουργία του λογαριασμού δανείου. Με την ως άνω επιστολή οι ενάγοντες αξίωσαν την καταβολή του ποσού των €8.410,61 πλέον τόκους. Λόγω της παράλειψης της εναγόμενης να καταβάλει τα ποσά που της ζητήθηκαν οι ενάγοντες καταχώρησαν την επίδικη αγωγή.
Η εναγόμενη με την υπεράσπιση την οποία καταχώρησε αγνοεί κατά πόσο οι ενάγοντες είναι τράπεζα, παραδέχεται όμως ότι υπέγραψε τη συμφωνία ημερομηνίας 17.11.2008 και ισχυρίζεται ότι έπραξε τούτο χωρίς να λάβει αντίγραφο των όρων της. Αρνείται ότι υπέγραψε τη συμφωνία ημερομηνίας 23.6.2011 και/ή ισχυρίζεται ότι το έγγραφο που της εδόθη να υπογράψει περιείχε διαφορετικούς όρους από αυτούς που συμφώνησε με τους ενάγοντες. Η εναγόμενη αρνείται επίσης ότι έλαβε οποιαδήποτε επιστολή από τους ενάγοντες και ότι ειδοποιήθηκε οποτεδήποτε από αυτούς. Τέλος, αρνείται ότι οι λογαριασμοί της παρουσιάζουν τα επίδικα υπόλοιπα και αξιοί την απόρριψη της εναντίον της αγωγής με έξοδα εις βάρος των εναγόντων.
Οι ενάγοντες καταχώρησαν απάντηση στην υπεράσπιση με την οποία αρνούνται τους ισχυρισμούς της εναγόμενης οι οποίοι περιέχονται στην υπεράσπισή της και επαναλαμβάνουν τους ισχυρισμούς τους που περιέχονται στην έκθεση απαίτησής τους.
Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Κατά την ακρόαση της αγωγής κατέθεσαν 2 μάρτυρες τους οποίους κάλεσε η πλευρά των εναγόντων ενώ η πλευρά της εναγόμενης δεν παρουσίασε οποιοδήποτε μάρτυρα. Όλη η μαρτυρία τους βρίσκεται καταγεγραμμένη στα πρακτικά της υπόθεσης και δεν κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθεί αφού είναι νομολογημένο ότι δεν είναι αναγκαία η εκτενής και λεπτομερής παράθεση της μαρτυρίας κάθε μάρτυρα και ότι αρκεί η παράθεση των ουσιωδών σημείων της (Καννάουρου κ.ά ν. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35).
Ο Μ.Ε.1 κ. XXXXX Μιχαήλ κατέθεσε γραπτή δήλωση ως μέρος της κυρίως εξέτασής του στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: οι ενάγοντες είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και διεξάγουν κάθε φύσης τραπεζικές εργασίες και στις 30.3.2017 μετονομάστηκαν από Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ σε AstroBank Limited. Είναι στην υπηρεσία των εναγόντων και κατά τον χρόνο υπογραφής των επίδικων συμφωνιών και εγγράφων εργαζόταν στο υποκατάστημα των εναγόντων και χειριζόταν τους λογαριασμούς της εναγόμενης. Στις 23.6.2011, κατόπιν σχετικών οδηγιών και γραπτής αιτήσεως της εναγόμενης και του XXXXX Γιαμιαδάκη, οι ενάγοντες παραχώρησαν σε αυτούς καταναλωτικό δάνειο για το ποσό των €8.500,00 με τους ακόλουθους, μεταξύ άλλων, όρους: το εν λόγω δάνειο θα αποπληρωνόταν σε πρώτη ζήτηση ή διαφορετικά σε περίοδο 60 μηνών με 60 μηνιαίες δόσεις εκ ποσού €180,17 η κάθε μία. Η πρώτη δόση ήταν πληρωτέα 1 μήνα μετά την εκταμίευση του δανείου και οι υπόλοιπες την αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι πλήρους εξοφλήσεως του δανείου. Το δάνειο θα έφερε κυμαινόμενο επιτόκιο προς 9,75% ετησίως το οποίο θα αποτελείτο από το Βασικό Επιτόκιο της Τράπεζας, το οποίο ανερχόταν σε ποσοστό 5,25%, προσαυξημένο κατά 4,50% ετησίως ως περιθώριο και τυχόν καθυστερημένες δόσεις και/ή χρεωστικά υπόλοιπα θα έφεραν επιπρόσθετο τόκο και/ή τόκο υπερημερίας. Οι ενάγοντες θα είχαν το δικαίωμα να χρεώνουν το εν λόγω δάνειο με προμήθεια, τραπεζικά δικαιώματα και με επιπρόσθετα τέλη και σε οποιαδήποτε στιγμή ήθελε αποφασίσουν, με γραπτή ειδοποίηση προς την εναγόμενη και τον XXXXX Γιαμιαδάκη ή με ειδοποίηση στον τύπο ή άλλως πως, να τροποποιήσουν τις πιο πάνω προμήθειες, τραπεζικά δικαιώματα και το συνολικό ετήσιο ποσοστό επιβάρυνσης μέχρι του ανώτατου νόμιμου επιτοκίου. Η σχετική συμφωνία, ημερομηνίας 23.6.2011, κατατέθηκε από τον Μ.Ε.1 ως Τεκμήριο 1. Μετά την υπογραφή της ως άνω συμφωνίας ανοίχθηκε στο όνομα της εναγόμενης και του XXXXX Γιαμιαδάκη σχετικός λογαριασμός με αριθμό XXXXX6216.
Ο Μ.Ε.1 ισχυρίστηκε επίσης ότι οι ενάγοντες, στις 14.4.2011, ανακοίνωσαν αύξηση του βασικού τους επιτοκίου σε 5,75% για δάνεια και τρεχούμενους λογαριασμούς που ήταν συνδεδεμένα με το βασικό επιτόκιό τους με ανακοίνωσή τους που δημοσιεύτηκε στον τύπο. Ο μάρτυρας κατέθεσε, ως Τεκμήριο 2, αντίγραφο της σχετικής ανακοίνωσης, ημερομηνίας 14.4.2011. Λόγω του γεγονότος ότι η εναγόμενη παρέλειψε να καταβάλει εμπρόθεσμα τις δόσεις της οι ενάγοντες, με επιστολές τους ημερομηνίας 4.1.2012 και 4.2.2012, ειδοποίησαν εκείνη και τον XXXXX Γιαμιαδάκη να εξοφλήσουν τις καθυστερήσεις τους εντός 21 ημερών. Λόγω μη συμμόρφωσης της εναγόμενης με τα πιο πάνω οι ενάγοντες, με άλλη επιστολή τους ημερομηνίας 15.5.2012, τερμάτισαν τη λειτουργία του λογαριασμού δανείου. Ο Μ.Ε.1 κατέθεσε επίσης, ως Τεκμήριο 4, αντίγραφο της σχετικής κατάστασης του λογαριασμού με αρ. XXXXX6216 η οποία αφορούσε την περίοδο από το άνοιγμά του μέχρι τις 30.6.2012. Ισχυρίστηκε επίσης ότι οι καταστάσεις λογαριασμού αναφορικά με τους επίδικους λογαριασμούς παρήχθηκαν και εκτυπώθηκαν από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή και αφού συγκρίθηκαν από τον ίδιο με την αρχική καταχώρηση του ηλεκτρονικού υπολογιστή διαπίστωσε ότι είναι ορθές. Ισχυρίστηκε ότι οι ενάγοντες απέστελλαν ανελλιπώς προς την εναγόμενη και τον XXXXX Γιαμιαδάκη τις εν λόγω καταστάσεις λογαριασμού. Ισχυρίστηκε τέλος ότι έγινε σύγκριση των καταχωρήσεων που βρίσκονται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή/τραπεζικό βιβλίο των εναγόντων και των καταχωρήσεων που αφορούν τις ως άνω καταστάσεις λογαριασμού και κρίθηκε ότι η κατάσταση λογαριασμού αποτελεί ορθή αντιγραφή/αναπαραγωγή των αρχικών καταχωρήσεων που βρίσκονται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή/τραπεζικό βιβλίο των εναγόντων.
Κατά την αντεξέτασή του, ο Μ.Ε.1, ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν στο υποκατάστημα των εναγόντων και ήταν εκείνος που υπέγραψε τη συμφωνία χορήγησης κάρτας προς την εναγόμενη. Ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν παρών κατά την υπογραφή της συμφωνίας δανείου ημερομηνίας 23.6.2011 λόγω του γεγονότος ότι το έτος 2010 είχε ήδη μετατεθεί από το εν λόγω υποκατάστημα και ότι τα πρόσωπα τα οποία ήταν παρόντα τότε εκ μέρους της τράπεζας αναφέρονται στη δήλωσή του. Έκτοτε δεν είχε οποιαδήποτε γνώση για την κίνηση του επίδικου λογαριασμού μέχρι που κλήθηκε για να παρουσιαστεί ως μάρτυρας στο Δικαστήριο όταν και μελέτησε τα έγγραφα τα οποία κατέθεσε ως τεκμήρια και ενημερώθηκε σχετικά από τις καταγραφές που βρίσκονται στη μερίδα της εναγόμενης στο ηλεκτρονικό σύστημα της τράπεζας.
Ο Μ.Ε.1 κατά την αντεξέτασή του ισχυρίστηκε επίσης ότι από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή της τράπεζας υπάρχει πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα τα οποία εισήχθηκαν στο σύστημα από άλλους υπαλλήλους της. Ισχυρίστηκε επίσης ότι από την κατάσταση λογαριασμού την οποία κατέθεσε ως τεκμήριο προκύπτει πως το οφειλόμενο ποσό κατά την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής ήταν €8.410,61 δεν ήταν όμως σε θέση να αναφέρει το υπόλοιπο του λογαριασμού κατά την ημέρα της παρουσίας του στο Δικαστήριο ούτε το επιτόκιο με το οποίο χρεωνόταν ο επίδικος λογαριασμός. Σε ερώτηση που του τέθηκε αναφορικά με το κατά πόσο η επίδικη συμφωνία δανείου προνοούσε επιβάρυνση με επιτόκιο 16% απάντησε αρνητικά. Κατά την αντεξέτασή του κατατέθηκε επίσης, ως Τεκμήριο 7, η επιστολή των εναγόντων, ημερομηνίας 15.5.2012.
Ο Μ.Ε.2, κ. XXXXX Γεωργίου, κατέθεσε γραπτή δήλωση ως μέρος της κυρίως εξέτασής του στην οποία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι ισχυρισμοί: είναι στην υπηρεσία των εναγόντων και εργάζεται στο Τμήμα Recoveries. Οι λογαριασμοί της εναγομένης και του XXXXX Γιαμιαδάκη περί τον Μάιο του 2012 στάλθηκαν στο Τμήμα Retail Workout για περαιτέρω χειρισμό. Ο χειρισμός του λογαριασμού δανείου με αρ. XXXXX6216 της εναγόμενης ανατέθηκε στον ίδιο μέχρι και τις 7.2.2018 που μετατέθηκε σε άλλο τμήμα.
Ο ως άνω μάρτυρας ισχυρίστηκε ότι οι ενάγοντες με επιστολές τους ημερομηνίας 4.1.2012 και 4.2.2012 ειδοποίησαν την εναγόμενη πως ο λογαριασμός του δανείου της παρουσίαζε καθυστερήσεις και την κάλεσαν να τις εξοφλήσει εντός 21 ημερών. Κατέθεσε, ως Τεκμήρια 9 και 10, αντίγραφα των εν λόγω επιστολών. Ενημερώθηκε από τους συναδέλφους του ότι λόγω μη συμμόρφωσης της εναγόμενης οι ενάγοντες με επιστολή τους ημερομηνίας 15.5.2012 τερμάτισαν την επίδικη συμφωνία δανείου καλώντας την εναγόμενη και τον XXXXX Γιαμιαδάκη να προβούν σε εξόφληση του υπολοίπου και τους ενημέρωσαν ότι το επιτόκιο θα εξακολουθεί να χρεώνεται όπως προνοείται στα σχετικά έγγραφα και στις γραπτές συμφωνίες προσαυξημένο όπως τους είχε κοινοποιηθεί. Ισχυρίστηκε επίσης ότι κατά τις 15.5.2012 ο επίδικος λογαριασμός παρουσίαζε υπόλοιπο €7.912,00 πλέον τόκους και ότι στις 11.12.2012 που καταχωρήθηκε η επίδικη αγωγή το υπόλοιπο ανερχόταν σε €8.410,61 πλέον τόκους από 30.6.2012 που ήταν η τελευταία ημερομηνία κατά την οποία είχε γίνει κεφαλαιοποίηση τόκων.
Ο Μ.Ε.2 ισχυρίστηκε επίσης ότι από την κατάσταση λογαριασμού φαίνεται ότι η εναγόμενη δεν κατέθεσε οποιοδήποτε ποσό έναντι της οφειλής της από τις 30.1.2012 και μετά. Κατέθεσε, ως Τεκμήριο 11, κατάσταση του επίδικου λογαριασμού με αρ. 716216 από την ημέρα ανοίγματός του μέχρι τις 31.12.2018 η οποία παράχθηκε και εκτυπώθηκε από τον ίδιο από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή του αφού προηγουμένως είχε συγκριθεί με την αρχική καταχώρηση του ηλεκτρονικού υπολογιστή και διαπίστωσε ότι τα ποσά είναι ορθά. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής/τραπεζικό βιβλίο καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν και εξακολουθεί να βρίσκεται στις κτιριακές εγκαταστάσεις των εναγόντων, υπό τον έλεγχό τους και σε αυτόν έχουν πρόσβαση οι τραπεζικοί λειτουργοί.
Ο Μ.Ε.2, κατά την κυρίως εξέτασή του, κατέθεσε επίσης, ως Τεκμήριο 12, ανακατασκευή της κατάστασης λογαριασμού του επίδικου δανείου προς σμίκρυνση, όπως είπε, των επιδίκων θεμάτων. Η σχετική κατάσταση λογαριασμού έγινε με τις ακόλουθες παραμέτρους: (α) αφαιρέθηκαν οι χρεώσεις υπερημερίας, (β) ο τόκος υπολογίστηκε στη βάση των 365/366 ημερών και (γ) αφαιρέθηκαν οποιεσδήποτε χρεώσεις πριν και μετά τον τερματισμό, πλην του ποσού των €23,40 που αφορούσε ασφάλεια της εναγόμενης. Λήφθηκε επίσης υπόψη για τον υπολογισμό το Βασικό Επιτόκιο των εναγόντων το οποίο, κατά τον Μάιο του 2012, ανερχόταν σε ποσοστό 5,75% πλέον το περιθώριο που ανερχόταν στο 4,50%. Σύμφωνα με την εν λόγω κατάσταση λογαριασμού το οφειλόμενο υπόλοιπο του εν λόγω λογαριασμού στις 31.12.2018 παρουσίαζε υπόλοιπο €15.803,96 πλέον τόκο προς 10,25% από την 1.1.2019 με δικαίωμα κεφαλαιοποίησης των τόκων 2 φορές ετησίως.
Κατά την αντεξέτασή του ο Μ.Ε.2 ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν παρών κατά την υπογραφή της επίδικης συμφωνίας δανείου για την οποία ενημερώθηκε για πρώτη φορά τον Μάιο του 2012 όταν του αποστάληκε για να τύχει χειρισμού από το τμήμα των εναγόντων στο οποίο εργαζόταν τότε. Η ενημέρωση την οποία έχει για την επίδικη περίπτωση προέρχεται από τη μελέτη του σχετικού φακέλου. Ισχυρίστηκε ότι οι ενάγοντες χρέωναν τον επίδικο λογαριασμό με επιτόκιο 15,5% αντί 16% που ήταν το «κανονικό», όπως το χαρακτήρισε. Ο ως άνω μάρτυρας ισχυρίστηκε επίσης ότι κατά την ημέρα τερματισμού της επίδικης συμφωνίας το υπόλοιπο του λογαριασμού ήταν €7.912 και ότι η αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού, Τεκμήριο 12, ετοιμάστηκε λαμβάνοντας υπόψη το εν λόγω ποσό. Από αυτή αφαιρέθηκαν οι χρεώσεις υπερημερίας και οποιεσδήποτε άλλες χρεώσεις πριν και κατά τον τερματισμό, πλην ενός ποσού €23,40 στις 2.3.2012 το οποίο αφορούσε ασφάλιστρο ζωής της εναγομένης. Για την ετοιμασία της αναδομημένης κατάστασης λογαριασμού χρησιμοποιήθηκε ποσοστό επιτοκίου προς 10,25% το οποίο αποτελείτο από το βασικό επιτόκιο των εναγόντων ύψους 5,75% το οποίο ίσχυε κατά τον Μάιο του έτους 2012 συν το περιθώριο προς 4,5% όπως προνοούσε η επίδικη συμφωνία δανείου. Ισχυρίστηκε επίσης ότι λόγω της ετοιμασίας αναδομημένης κατάστασης λογαριασμού το αξιούμενο ποσό είναι χαμηλότερο από το ζητούμενο με την έκθεση απαίτησης, κάτι το οποίο είναι ευνοϊκό για τον πελάτη της τράπεζας. Ο Μ.Ε.2 ισχυρίστηκε επίσης ότι μετά την ετοιμασία της αναδομημένης κατάστασης λογαριασμού το χρεωστικό υπόλοιπο του εν λόγω λογαριασμού μέχρι τις 31.12.2018 ανερχόταν στις €15.803,96.
ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ
Κατά την ημέρα που η υπόθεση ήταν προγραμματισμένη για αγορεύσεις οι δικηγόροι των διαδίκων ετοίμασαν γραπτό κείμενο με τις θέσεις και εισηγήσεις τους το οποίο παρέδωσαν στο Δικαστήριο.
Ο κ. Σκορδής εισηγήθηκε ότι οι ενάγοντες απέσεισαν το βάρος απόδειξης της υπόθεσής τους αφού με τη μαρτυρία την οποία προσκόμισαν απέδειξαν στο μέτρο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι η δική τους εκδοχή γεγονότων είναι πιο πιθανή παρά να μην είναι. Εισηγήθηκε επίσης ότι η παράλειψη προσκόμισης θετικής μαρτυρίας από την εναγόμενη δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να λάβει υπόψη του τους δικογραφημένους ισχυρισμούς της αφού το δικόγραφο της υπεράσπισης δεν αποτελεί μαρτυρία.
Ο κ. Στυλιανού με τη δική του αγόρευση εισηγήθηκε ότι οι ενάγοντες αποδέχθηκαν ότι κατά καιρούς χρέωναν το οφειλόμενο από την εναγόμενη ποσό με επιτόκιο κατά πολύ μεγαλύτερο από το πρέπον και ότι υπήρχαν υπερχρεώσεις εις βάρος της. Εισηγήθηκε ότι η εναγόμενη ποτέ δεν αρνήθηκε ότι όφειλε ένα ποσό στους ενάγοντες αλλά λόγω του γεγονότος ότι αυτοί της ζητούσαν να τους καταβάλει ποσό πέρα από το πράγματι οφειλόμενο η ίδια οδηγήθηκε σε μια αχρείαστη ακροαματική διαδικασία. Εισηγήθηκε, τέλος, ότι λόγω τούτου θα πρέπει μεν να εκδοθεί απόφαση για το πραγματικά οφειλόμενο ποσό από μέρους της εναγόμενης αλλά τα έξοδα της αγωγής να βαρύνουν τους ενάγοντες.
Έχω μελετήσει τις εισηγήσεις των δικηγόρων των διαδίκων τις οποίες έχω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου θα κρίνω ότι αυτό είναι αναγκαίο.
Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την αξιοπιστία του μάρτυρα. Είναι κατ’ εξοχή έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Έχει λεχθεί ότι η εντύπωση που ο μάρτυρας αφήνει στο Δικαστήριο είναι παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας για την κρίση της αξιοπιστίας του (C. & A. Pelekanos Assoc. Ltd v. Πελεκάνου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1273) και πως οι γνώσεις του για τα επίδικα γεγονότα, οι αντιδράσεις και η συμπεριφορά του στο εδώλιο του μάρτυρα, σε συνδυασμό με τη μνήμη, την ειλικρίνεια και τον τρόπο αφήγησης των γεγονότων, συνιστούν καθοριστικούς για την αξιοπιστία του παράγοντες.
Στην υπόθεση Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, υποδείχθηκε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενο της, την ποιότητα και πειστικότητά της και τη σύγκριση της με την υπόλοιπη μαρτυρία, ενώ στην υπόθεση Χριστοφή v. Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ. 401, αφού επισημάνθηκε το γεγονός ότι η μαρτυρία θα πρέπει να προσεγγίζεται με πολλή προσοχή «γιατί συμβαίνει αναξιόπιστος μάρτυρας να προκαλεί ευμενή εντύπωση και αντίστροφα», λέχθηκε πως ο τρόπος που καταθέτει ένας μάρτυρας «συνιστά και εκδηλώνει την προσωπικότητά του. Οι πνευματικές και άλλες αρετές του μάρτυρα που εξωτερικεύονται μαζί με το αφηγηματικό μέρος της μαρτυρίας του προσδίδουν κατά κανόνα αξιοπιστία στη μαρτυρία».
Στην υπόθεση Ανδρέας Γιάγκου Σάντης ν. Δέσποινας Χατζηβασιλείου κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ 288, τονίστηκε η αναγκαιότητα ακόμη και στην περίπτωση που μάρτυρας εντυπωσιάζει θετικά το Δικαστήριο, να καταγράφονται οι λόγοι της θετικής αυτής αποκόμισης ώστε να παραμένουν κατά νου καθόλη τη διάρκεια του έργου της αξιολόγησης της υπόθεσης ως ασφαλιστική δικλείδα για τη σφαιρική αντιμετώπιση της αξιολόγησης των διαδίκων και της μαρτυρίας τους.
Έχω παρακολουθήσει τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης έχοντας την ευκαιρία να παρακολουθήσω τις αντιδράσεις τους, φυσικές ή αφύσικες, τον τρόπο που αντιδρούσαν, τη νευρικότητα ή την επιφυλακτικότητά τους ή την ιδιοσυγκρασία που εκδήλωναν, παράγοντες που σύμφωνα με τη νομολογία έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζω ότι τα πιο πάνω στοιχεία μπορούν να προσδώσουν θετικότητα στη μαρτυρία ενός μάρτυρα αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τον αποκλειστικό λόγο για την αποδοχή της μαρτυρίας του. Έχω επίσης κατά νου την αρχή ότι μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς και ότι δεν θεωρείται επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα (Χρίστου ν. Khoreva (2002) 1 Α.Α.Δ. 454).
Έχω επίσης υπόψη μου ότι στην περίπτωση που ένας μάρτυρας δεν αντεξετασθεί επί όλων των ουσιαστικών γεγονότων τα οποία αμφισβητούνται, το Δικαστήριο θεωρεί - και το εκλαμβάνει - ότι η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε (Frederickou Schools Co. Ltd κ.ά. ν. Acuac Inc. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1527).
Τέλος, στην υπόθεση Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιόμυλου ν. Έλλης Μιχαήλ Κτωρίδη, (2007) 1 Α.Α.Δ. 204, λέχθηκε ότι το Δικαστήριο καταλήγει στην απόφασή του λαμβάνοντας υπόψη του το σύνολο της ενώπιόν του μαρτυρίας ανεξαρτήτως της προέλευσής της.
Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχει μελετηθεί και λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του.
Ο Μ.Ε.1 έχει κάνει καλή εντύπωση στο Δικαστήριο ως μάρτυρας. Οι ισχυρισμοί του δεν κλονίστηκαν κατά την αντεξέτασή του και συνάδουν με την ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφη μαρτυρία. Δεν αμφισβητήθηκε ο ισχυρισμός του ότι οι ενάγοντες είναι τράπεζα και ότι παραχώρησαν στην εναγόμενη το επίδικο δάνειο. Δεν αμφισβητήθηκε ούτε ο ισχυρισμός του ότι οι ενάγοντες μετά τη χορήγηση του δανείου προς την εναγόμενη, λόγω μη συμμόρφωσής της τελευταίας με τις υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε, με επιστολή τους, ημερομηνίας 15.5.2012, τερμάτισαν την εν λόγω συμφωνία. Οι ισχυρισμοί του συνάδουν με την ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφη μαρτυρία η οποία δεν αμφισβητήθηκε, δεν κλονίστηκαν κατά την αντεξέτασή του ούτε και αντικρούστηκαν από αντίθετη μαρτυρία. Λόγω των ως άνω κρίνω ότι η μαρτυρία του αποτελεί ασφαλές υπόβαθρο για να στηριχθεί το Δικαστήριο σε αυτή για να προβεί στα συμπεράσματά του.
Ο Μ.Ε.2 έχει επίσης κάνει καλή εντύπωση στο Δικαστήριο. Επεξήγησε με μεγάλη λεπτομέρεια τις παραμέτρους τις οποίες έλαβε υπόψη του κατά την ετοιμασία της αναδομημένης κατάστασης λογαριασμού με την οποία στην ουσία περιόρισε το ποσοστό του τόκου τον οποίο αξίωναν οι ενάγοντες προς όφελος της εναγομένης (Γρηγορίου ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 75/2013, ημερομηνίας 28.3.2019). Οι ισχυρισμοί του δεν κλονίστηκαν κατά την αντεξέτασή του ούτε και αντικρούστηκαν από αντίθετη μαρτυρία. Κρίνω ότι η μαρτυρία του αποτελεί ασφαλές υπόβαθρο για να στηριχθεί το Δικαστήριο σε αυτή.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στη βάση των δικογραφημένων θέσεων των μερών, των κατά καιρούς δηλώσεων των συνηγόρων τους ενώπιον του Δικαστηρίου, της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας η οποία παρέμεινε αναντίλεκτη καθώς και της αποδεκτής από το Δικαστήριο μαρτυρίας τα ακόλουθα αποτελούν τα ευρήματα του Δικαστηρίου σε σχέση με τα επίδικα θέματα της παρούσας αγωγής: μεταξύ των εναγόντων οι οποίοι είναι τράπεζα και του XXXXX Γιαμιαδάκη και της XXXXX Γιαμιαδάκη υπεγράφη στις 23.6.2011 συμφωνία δανείου για το ποσό των €8.500. Με την παραχώρηση του ως άνω δανείου οι ενάγοντες άνοιξαν σχετικό λογαριασμό με αρ. 716216. Το εν λόγω δάνειο θα είχε διάρκεια 60 μηνών με δικαίωμα της τράπεζας να απαιτήσει οποτεδήποτε άμεση εξόφλησή του. Ήταν ρητός όρος της ως άνω συμφωνίας ότι το εν λόγω δάνειο θα χρεωνόταν με κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα αποτελείτο από το εκάστοτε Βασικό Επιτόκιο της τράπεζας προσαυξημένο κατά 4,50%. Το δάνειο θα χρεωνόταν επίσης με το συνολικό ποσό των €87,17 ως έξοδα, με €12,00 για οποιοδήποτε ποσό που καθίσταται πληρωτέο δυνάμει της επίδικης συμφωνίας και δεν πληρώθηκε την ημερομηνία που κατέστη πληρωτέο καθώς και με τόκο υπερημερίας 5,25%. Αναπόσπαστο μέρος της ως άνω συμφωνίας δανείου αποτελούσαν επίσης οι επισυνημμένοι σε αυτή Γενικοί Όροι. Σύμφωνα με αυτούς ο τόκος υπολογίζεται επί ημερησίων χρεωστικών υπολοίπων και είναι πληρωτέος την 30η Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου. Σε περίπτωση που ο πελάτης δεν καταβάλει στην τράπεζα την ημέρα που είναι πληρωτέο οποιοδήποτε ποσό, θα καταβάλλει τόκο επί του εν λόγω ποσού μέχρι την ημερομηνία εξόφλησής του ίσο προς το εκάστοτε Σύνολο Επιτοκίου συν το ποσοστό Υπερημερίας το οποία θα υπολογίζεται επί των καθυστερημένων δόσεων. Επιπρόσθετα για κάθε μήνα που ο λογαριασμός θα έχει καθυστέρηση θα επιβαρύνεται με έξοδα καθυστέρησης σύμφωνα με τον Πίνακα Εξόδων της τράπεζας. Η τράπεζα θα δικαιούται επίσης κατά την απόλυτη κρίση της, να μεταβάλλει καθημερινώς το Βασικό Επιτόκιο, τις προσαυξήσεις/το περιθώριο, τον Τόκο Υπερημερίας και η αλλαγή αυτή θα είναι δεσμευτική για τον πελάτη στον οποίο θα γνωστοποιούνται τα πιο πάνω με ανακοίνωση στον ημερήσιο τύπο ή ειδοποίηση με συνηθισμένο ταχυδρομείο ή διά χειρός, στη διεύθυνση που είναι δηλωμένη στην επίδικη συμφωνία ή έχει δώσει ο πελάτης στην τράπεζα ή στην τελευταία γνωστή του διεύθυνση. Η τράπεζα δύναται να τερματίσει την ως άνω συμφωνία δανείου σε περίπτωση που ο πελάτης παραλείψει να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό που οφείλει προς την τράπεζα δυνάμει της επίδικης ή οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας με την τράπεζα κατά τον χρόνο και με τον τρόπο που καθορίζεται στη σχετική συμφωνία.
Λόγω μη συμμόρφωσης της εναγόμενης και του XXXXX Γιαμιαδάκη με τις υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβαν δυνάμει των όρων της ως άνω συμφωνίας δανείου, οι ενάγοντες απέστειλαν σε αυτούς την επιστολή ημερομηνίας 15.5.2012 με την οποία τερμάτισαν τον Λογαριασμό Δανείου με αρ. XXXXX6216 και τους κάλεσαν να εξοφλήσουν το υπόλοιπο του ως άνω λογαριασμού. Σύμφωνα με την ως άνω επιστολή τερματισμού το υπόλοιπο του λογαριασμού στις 15.5.2012 ήταν €7.912,00. Κατά την ημέρα τερματισμού το Βασικό Επιτόκιο των εναγόντων ανερχόταν σε ποσοστό 5,75%, όπως αυτό είχε καθοριστεί από τη σχετική ανακοίνωσή τους ημερομηνίας 14.4.2011. Περαιτέρω, με την ως άνω επιστολή τους οι ενάγοντες ενημέρωσαν την εναγόμενη ότι ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό του δανείου θα χρεωνόταν με τόκο υπερημερίας ύψους 5,75% πέραν του επιτοκίου ύψους 10,25% ήτοι με συνολικό επιτόκιο προς 16% και την κάλεσαν όπως εντός 7 ημερών εξοφλήσει το ως άνω ποσό. Η εναγόμενη, παρά τις σχετικές οχλήσεις των εναγόντων ουδέν ποσό κατέβαλε έναντι του ως άνω δανείου.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Σε πολιτικές υποθέσεις το βάρος απόδειξης της υπόθεσής του το φέρει ο ενάγων και αυτό είναι στο επίπεδο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων (Μαρσέλ κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ, (2001) 1 Α.Α.Δ. 1858). Όπως λέχθηκε στην ως άνω υπόθεση:
«το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «η πιο πιθανή παρά ή αντίθετη», εκείνη δηλαδή του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not). Αν απέτυχε να αποδείξει τη θέση ή την εκδοχή του σε αυτό το επίπεδο (standard of proof), ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν θεωρείται ότι το απέσεισε, έστω και αν η θέση ή η εκδοχή του είναι «πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη δηλαδή, του αντιδίκου του».
Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω κρίνω ότι οι ενάγοντες κατόρθωσαν να αποσείσουν το δικονομικό βάρος το οποίο έφεραν στους ώμους τους για να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους και η αγωγή τους πρέπει να πετύχει.
Αναφορικά με το θέμα των εξόδων το οποίο ανήκει στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου ο κανόνας είναι πως ο επιτυχών διάδικος δικαιούται να του επιδικασθούν τα έξοδα της διαδικασίας στην οποία πέτυχε και μόνο κατ’ εξαίρεση επιτυχών διάδικος αποστερείται των εξόδων του και αυτό γίνεται μόνο για αποχρώντα λόγο. Τα πιο κάτω σχετικά με το θέμα των εξόδων τονίστηκαν στην υπόθεση Νίτσα Θρασυβούλου ν. ARTO ESTATES LIMITED (1993) 1 Α.Α.Δ. 12:
«Είναι θεμελιωμένο ότι ο βασικός παράγοντας που διέπει την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα, είναι το αποτέλεσμα της δίκης. Θεωρείται ασύννομο ο δικαιωθείς διάδικος να επωμίζεται τα έξοδα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του και εύλογο να τα επωμίζεται ο αποτυχών διάδικος, η αδικαιολόγητη προσφυγή του οποίου στο Δικαστήριο (όπως τεκμηριώνεται από το αποτέλεσμα) αποτέλεσε τη γενεσιουργό αιτία των εξόδων. Κλασσικό παράδειγμα εξαίρεσης από τον κανόνα αποτελεί η περίπτωση επιτυχόντα διαδίκου ο οποίος συμβάλλει με το χειρισμό της υπόθεσής του στην αύξηση των εξόδων της δίκης· σ' εκείνη την περίπτωση δικαιολογείται ο μετριασμός της εφαρμογής του κανόνα (τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα) και η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, ώστε να αντανακλάται η συμβολή του επιτυχόντα διαδίκου στη διόγκωση των εξόδων. Δεν είναι όμως παραδεκτή η αποστέρηση των εξόδων του επιτυχόντα διαδίκου χωρίς αποχρώντα λόγο».
Επίσης, στην υπόθεση Joseph El Alam v. Χριστόφορου Τουμαζίδη (1998) 1 Α.Α.Δ. 968, λέχθηκαν αναφορικά με το θέμα των εξόδων τα ακόλουθα:
«Όπως έχει κατ’ επανάληψη τονιστεί, τα έξοδα ακολουθούν, με ορισμένες εξαιρέσεις στις οποίες δεν είναι ανάγκη να αναφερθούμε, το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα της δίκης συναρτάται με τα δικαιώματα των διαδίκων και όχι με το άμεμπτο της συμπεριφοράς τους. Μόνο όπου διαπιστώνεται αποχρών λόγος, ο οποίος σχετίζεται με την πρόκληση των εξόδων της δίκης, δικαιολογείται απόκλιση από τον κανόνα».
Κρίνω ότι η εισήγηση του κ. Στυλιανού πως οι ενάγοντες πρέπει να επιβαρυνθούν τα έξοδα της διαδικασίας επειδή ζητούσαν από την εναγόμενη να τους καταβάλει ποσό πέρα από το πράγματι οφειλόμενο κάτι το οποίο η εναγόμενη δεν αποδέχθηκε και λόγω αυτής της απαίτησής τους οδηγήθηκε σε μια αχρείαστη ακροαματική διαδικασία δεν αποτελεί αποχρώντα λόγο για να αποστερηθούν οι ενάγοντες, παρά την επιτυχία τους τα έξοδα της παρούσας αγωγής. Κρίνω ότι από τη στιγμή που οι διάδικοι δεν μπόρεσαν να βρουν ένα κοινώς αποδεκτό συμβιβασμό για την επίδικη αγωγή δεν υπήρχε άλλη επιλογή παρά μόνο η εκδίκασή της. Το αποτέλεσμα της δίκης είναι ο καθοριστικός παράγοντας που διέπει την άσκηση της διακριτικές ευχέρειας του Δικαστηρίου αναφορικά με το ζήτημα των εξόδων και με βάση αυτό οι ενάγοντες δικαιούνται να τους επιδικασθούν.
Λόγω των πιο πάνω εκδίδεται απόφαση υπέρ των εναγόντων και εναντίον της εναγόμενης για το ποσό των €7.912,00 πλέον τόκο προς 10,25% από 15.5.2012 μέχρι εξοφλήσεως με κεφαλαιοποίηση του τόκου 2 φορές ετησίως στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους.
Επιδικάζονται επίσης υπέρ των εναγόντων και εναντίον της εναγόμενης τα έξοδα της αγωγής όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) …...……………………
Γιώργος Χρ. Φούλιας
Επαρχιακός Δικαστής
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής