ECLI:CY:EDLEF:2019:A583
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. ΤΑΛΑΡΙΔΟΥ - ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 2192/18
Μεταξύ:
ΕΥΘΥΜΙΟΣ Κ. ΙΩΣΗΦ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ
και
XXXXX XXXXX XXXXX RATHNAYAKA
ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ
-------------------------------
Αίτηση ημερ. 10/12/18
Ημερομηνία: 6 Δεκεμβρίου 2019
Εμφανίσεις:
Για τους Ενάγοντες: Ευθύμιος Κ. Ιωσήφ & Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Για την Εναγομένη : Πόλυς Μιχαήλ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την αγωγή οι ενάγοντες αξιώνουν έναντι της εναγόμενης το ποσό των €595.00 εξαιτίας διάρρηξης συμφωνίας και ως υπόλοιπο τιμολογίου. Τα ουσιώδη γεγονότα που έχουν προβληθεί στην έκθεση απαιτήσεως που θεμελιώνουν το αγώγιμο δικαίωμα καταγράφονται στις παραγράφους 3 και 5 της Έκθεσης Απαιτήσεως ως ακολούθως:
3. Κατά ή περί τις 23/03/2018, η Εναγόμενη ζήτησε τις νομικές υπηρεσίες των Εναγόντων και κατόπιν συμφωνίας διόρισε και/ή εξουσιοδότησε σχετικά τους Ενάγοντες όπως προβούν σε όλα τα δέοντα νομικά μέτρα και/ή ενέργειες που αφορούσαν στη διαφορά της Εναγόμενης με τρίτο άτομο ομοεθνή της.
4. Οι πιο πάνω υπηρεσίες αφού εκτέθηκαν από τους Ενάγοντες στην Εναγόμενη, εκδόθηκε σχετικό τιμολόγιο για το ποσό των €595,00 συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ. Οι Ενάγοντες επιφυλάσσονται να δώσουν περισσότερες λεπτομέρειες για την πιο πάνω συμφωνία, και έκδοση του τιμολογίου, κατά την ακροαματική διαδικασία.
5. Η Εναγόμενη με προφορικές και/ή γραπτές διαβεβαιώσεις, αναγνώρισε την οφειλή της προς τους Ενάγοντες αλλά μέχρι σήμερα δεν μερίμνησε και/ή δεν εξόφλησε και/ή αμέλησε και/ή παρέλειψε να την εξοφλήσει.
Καταχωρήθηκε έκθεση υπεράσπισης στις 4.9.18 με την οποία η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ουδέποτε υπήρξε πελάτης των εναγόντων και ουδέποτε είχε διαφορά με ομοεθνή της για την οποία ήθελε την βοήθεια δικηγόρου. Αρνείται ότι τις χορηγήθηκαν υπηρεσίες και αρνείται ότι της είχε αποσταλεί τιμολόγιο των υπηρεσιών.
Στην συνέχεια οι ενάγοντες καταχωρήσαν την παρούσα αίτηση με την οποία ζητούσαν συνοπτική απόφαση. Η υποφαινόμενη στην Ένορκη Δήλωση επιβεβαίωσε τα γεγονότα που έχουν προβληθεί με την έκθεση απαιτήσεως ως ακολούθως:
1. Κατά ή περί τις 23/03/2018, η Εναγόμενη ζήτησε τις νομικές υπηρεσίες του γραφείου μας και κατόπιν συμφωνίας διόρισε και/ή εξουσιοδότησε σχετικά το γραφείο μας όπως προβούμε σε όλα τα δέοντα νομικά μέτρα και/ή ενέργειες που αφορούσαν στη διαφορά της Εναγόμενης με τρίτο άτομο ομοεθνή της.
2. Οι πιο πάνω υπηρεσίες αφού εκτέθηκαν από το γραφείο μας προς στην Εναγόμενη, εκδόθηκε σχετικό τιμολόγιο για το ποσό των €595,00 συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ.
3. Η Εναγόμενη αν και έχει κληθεί επανειλημμένως από το γραφείο μας να εξοφλήσει το πιο πάνω οφειλόμενο ποσό, πλην όμως αυτή παραλείπει και δεν έχει καταβάλει μέχρι σήμερα οποιοδήποτε ποσό και ως εκ τούτου το οφειλόμενο ποσό παραμένει απλήρωτο.
Η εναγόμενη καταχώρησε ένσταση στην αίτηση και έχει εκθέσει τα ακόλουθα γεγονότα με την ένορκη της δήλωση:
«Είναι η θέση μου ότι η αίτηση είναι παντελώς αβάσιμη και ατεκμηρίωτη. Στην παράγραφο 2 της ένορκης δήλωσης της η κα XXXXX Γιαννακού ισχυρίζεται ότι κατά ή περί τις 23/03/2018 ζήτησα νομικές συμβουλές από τους Ενάγοντες - Αιτητές σε σχέση με διαφορά μου με τρίτο άτομο ομοεθνή μου χωρίς καν να αναφέρει το όνομα του ισχυριζόμενου προσώπου. Εγώ δεν είχα ποτέ μου καμμιά διαφορά με κανένα τρίτο πρόσωπο ομοεθνή μου ή άλλο και ούτε αποτάθηκα ποτέ μου στους Ενάγοντες - Αιτητές για οποιεσδήποτε νομικές ή άλλες συμβουλές. Δεν σύναψα οποιαδήποτε συμφωνία με τους Ενάγοντες -Αιτητές και ως εκ τούτου δεν έχω παραβεί οποιαδήποτε συμφωνία. Δεν πήρα μέχρι σήμερα οποιοδήποτε τιμολόγιο από τους Ενάγοντες - Αιτητές για οποιεσδήποτε υπηρεσίες. Περαιτέρω δεν μου ζητήθηκε ποτέ να πληρώσω οτιδήποτε σε σχέση με γεγονότα που οι Ενάγοντες - Αιτητές ισχυρίζονται στην έκθεση απαίτησης και στην αίτηση. Είναι αξιωσημείωτο ότι στην ένορκη δήλωση της κας Γιαννακού δεν επισυνάπτεται τίποτε που εγώ να είχα υπογράψει με το οποίο να ζητούσα υπηρεσίες από τους Ενάγοντες - Αιτητές. Επίσης ούτε το ισχυριζόμενο τιμολόγιο δεν επισυνάπτεται. Προφανώς δεν υπάρχει τιμολόγιο και γι’ αυτό δεν επισυνάπτεται».
Ο σκοπός της συνοπτικής διαδικασίας είναι η γρήγορη επίλυση της αγωγής όταν δεν υφίσταται οποιοδήποτε επίδικο θέμα προς εκδίκαση για το οποίο θα πρέπει να ληφθεί μαρτυρία από το Δικαστήριο. Ο καθοριστικός παράγοντας που θα πρέπει να καθοδηγεί την κρίση του Δικαστηρίου όταν αποφασίζει κατά πόσο θα εκδώσει απόφαση στη συνοπτική διαδικασία είναι κατά πόσο υπάρχει έστω και ένα επίδικο θέμα που θα πρέπει να εκδικασθεί για να μπορέσει το Δικαστήριο να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα επί των γεγονότων για την επίλυση της αγωγής. Εάν το Δικαστήριο εντοπίσει έστω και ένα θέμα που θα πρέπει να εκδικασθεί για την δίκαια επίλυση της αγωγής δεν πρέπει να εκδώσει απόφαση στην αγωγή.
Οι προκαταρκτικές προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληρούνται για την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου με βάση την Δ.18 θ.1(α) είναι ως ακολούθως:
1. Το κλητήριο ένταλμα πρέπει να είναι ειδικά οπισθογραφημένο δυνάμει της Δ.26 θ.6.
2. Ο εναγόμενος θα πρέπει να έχει καταχωρήσει εμφάνιση.
3. Πρέπει να υπάρχει ένορκη δήλωση του ενάγοντα ή άλλου προσώπου που μπορεί να ορκιστεί θετικά ως προς τα γεγονότα και που επαληθεύουν το αγώγιμο δικαίωμα και το ποσό που απαιτείται και δηλώνει ότι πιστεύει πως δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή.
Αφού ο ενάγοντας ικανοποιήσει το Δικαστήριο για τα πιο πάνω, το βάρος αποδείξεως μετατοπίζεται στον εναγόμενο ο οποίος πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση και ότι αποκαλύπτει τέτοια γεγονότα που να υποδηλούν ότι έχει καλόπιστη υπεράσπιση και γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει να του επιτραπεί να καταχωρήσει υπεράσπις20η στην αγωγή. (Βλ. Kyprianides v Ioannou (1961) 1 CLR 265, Cyems Co. Ltd. v Central Co-Operative Industries Co. Ltd (1982) 1 CLR, Hermes Insurance Ltd. v Theodorides (1983) 1 CLR 333).
Στην παρούσα περίπτωση οι πρώτες δύο προϋποθέσεις έχουν πληρωθεί.
Η υποχρέωση του ενάγοντα να καταχωρήσει ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα το οποίο να επαληθεύεται με ένορκη δήλωση στα πλαίσια της αίτησης γίνεται διά να διαπιστώσει το Δικαστήριο με βάση τα γεγονότα του κλητήριου ότι ο ενάγοντας έχει νόμιμη αξίωση εναντίον του ενάγοντα.
Σύμφωνα με το Annual Practice Book 1953 η αντίστοιχη αγγλική διάταξη της Δ.18 θ.1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών είναι το O. 14 r.1. Στην σελίδα 174 αναφέρεται ότι ο ενάγοντας δεν δικαιούται συνοπτική απόφαση εάν υπάρχει ελάττωμα στο κλητήριο ένταλμα ή στην έκθεση απαίτησης που θεμελιώνει την απαίτηση του ενάγοντα. Εάν το ελάττωμα ή παράλειψη είναι ουσιαστική τότε η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί εάν το ελάττωμα ή παράλειψη είναι τυπική τότε μπορεί να δοθεί άδεια στον ενάγοντα να προβεί σε τροποποίηση του κλητήριου εντάλματος.
“If a special indorsement is defective the defect cannot be made good by affidavit evidence …The meaning of those cases is that where the defect in the endorsement is one of form and not of substance it may be remedied by amendment but not by affidavit in support. Where however, the defect is one of substance the application for summary judgement will be dismissed.”
Στην αγγλική απόφαση Ryley v Master Sheba Gold Mining Co. (1892) 4 Q.B.D. 674, αποφασίσθηκε ότι εφόσον δεν υπήρχε αναφορά στο κλητήριο ένταλμα πάνω σε ποια βάση δικαιούτο ο ενάγοντας να χρεώσει τόκο αυτό ήταν ουσιαστική παράλειψη στο κλητήριο ένταλμα με αποτέλεσμα να απορριφθεί η αίτηση για συνοπτική απόφαση.
“It is important that a man, who is to be proceeded against summarily for judgement, should know exactly how much he has to pay if he wishes to stay the action and should not be called upon to take the risks of calculation.”
Όπως λέχθηκε από τον έντιμο Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Νικήτα στην απόφαση Δημητρίου ν Τράπεζα Κύπρου (1997) 1 ΑΑΔ 61, 66, η Δ.18 πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε ξεκάθαρες και αδιαμφισβήτητες υποθέσεις. Αυτό σημαίνει ότι ο ενάγοντας πρέπει ξεκάθαρα να αποδείξει την απαίτηση του. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πρέπει να προβεί σε αχρείαστη παράθεση όλων των γεγονότων της έκθεσης απαιτήσεως στην αίτηση για συνοπτική απόφαση. Αυτά τα γεγονότα πρέπει με την αίτηση να επαληθεύονται. Όμως εάν με βάση το κλητήριο ένταλμα ή την έκθεση απαίτησης δεν εκτίθενται τέτοια γεγονότα ώστε να προκύπτει ξεκάθαρα ότι ο ενάγοντας δικαιούται στην απαίτηση του τότε δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δ.18 θ.1.
Στην παρούσα περίπτωση θεωρώ ότι δεν έχουν δικογραφηθεί όλα τα γεγονότα αναγκαία στην απαίτηση των εναγόντων για να φανεί ότι δικαιούνται συνοπτική απόφαση για το συγκεκριμένο ποσό χρημάτων για δικηγορικές υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί στην εναγόμενη. Απουσιάζουν από το σώμα της έκθεσης απαιτήσεως αναγκαίες λεπτομέρειες των συγκεκριμένων υπηρεσιών που έχουν παρασχεθεί στην εναγόμενη σε σχέση με την διαφορά της με ομοεθνή της. Οι ενάγοντες έχουν δικογραφήσει ισχυρισμό ότι οι ενάγοντες έχουν προβεί σε όλα τα δέοντα νομικά μέτρα και/ή ενέργειες που αφορούσαν στη διαφορά της εναγόμενης με τρίτο άτομο ομοεθνή της χωρίς να αναφέρουν λεπτομέρειες αυτών των υπηρεσιών ώστε να είναι γνωστό πως προκύπτει το υπόλοιπο που αξιώνουν από την εναγόμενη.
Διά να διατυπώνεται ολοκληρωμένη απαίτηση στην βάση υπηρεσιών που έχουν παραχωρηθεί στην εναγόμενη πρέπει να εκτίθενται στην απαίτηση λεπτομέρειες των συγκεκριμένων υπηρεσιών που έχουν παρασχεθεί. Το ότι νομικές υπηρεσίες έχουν παρασχεθεί δεν πρέπει να δικογραφείται ως συμπέρασμα αλλά να προκύπτει από τις λεπτομέρειες των υπηρεσιών που πράγματι έχουν παραχωρηθεί και που αφορούν τις χρεώσεις που απαρτίζουν το τιμολόγιο που έχει αποσταλεί στην εναγόμενη. Τα έντυπα Atkins Court Forms Contract Vol. 12/(2) Forms A. Statement of Case 3. Particulars of Claim παρέχουν καθοδήγηση ως προς τον τρόπο που πρέπει να διατυπώνεται αξίωση των εναγόντων σε σχέση με απαίτηση που αφορά προσφερόμενες υπηρεσίες. Πρέπει να παρατίθενται λεπτομέρειες των υπηρεσιών που έχουν συμφωνηθεί να παρασχεθούν και που έχουν παρασχεθεί ώστε να είναι γνωστό πως προκύπτει το ολικό οφειλόμενο ποσό της αξίωσης. Στην παρούσα περίπτωση δεν έχουν δοθεί λεπτομέρειες των υπηρεσιών που έχουν παρασχεθεί στην εναγόμενη ώστε να προκύπτει αβίαστα από το σώμα της απαίτησης ότι το ποσό αυτό οφείλεται και ότι η ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης για συνοπτική απόφαση επαληθεύει απαίτηση των εναγόντων για το ποσό των €595.00 ώστε να δικαιούνται συνοπτική απόφαση στην αγωγή.
Ως εκ τούτου κρίνω ότι δεν έχουν τηρηθεί οι αυστηρές προϋποθέσεις που τίθενται στην Δ.18 για να δικαιούνται συνοπτική απόφαση οι ενάγοντες. Εν όψει των πιο πάνω καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν έχω ενώπιον μου ξεκάθαρη απαίτηση. Δεν είναι αναγκαίο να εξετάσω την υπεράσπιση που έχει προβάλει η εναγόμενη αφού οι προϋποθέσεις για την έκδοση συνοπτικής απόφασης δεν έχουν ικανοποιηθεί.
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω θεωρώ ότι η παρούσα αίτηση δεν μπορεί να πετύχει διότι η εναγόμενη έχει παραθέσει ικανοποιητικά στοιχεία που να καταδεικνύουν την ανάγκη όπως η παρούσα διαφορά επιλυθεί στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας.
Στην περίπτωση που το βάρος έχει μετατοπισθεί στον εναγόμενο να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση η ένορκη δήλωση του θα πρέπει να περιέχει επαρκή γεγονότα και στοιχεία για την ύπαρξη υπεράσπισης. Η απλή αναφορά σε αόριστους και ασαφής ισχυρισμούς δεν μπορεί να μετατοπίσει αυτό το βάρος επειδή τέτοιοι ισχυρισμοί δεν μπορούν να εξετασθούν και να αξιολογηθούν από το Δικαστήριο διά να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι υπάρχει καλή υπεράσπιση. (Βλ. Hermes Insurance Co.Ltd [ως ανωτέρω]). Η αναφορά σε αόριστους ισχυρισμούς οι οποίοι δεν είναι εμπεδωμένοι με γεγονότα και/ή στοιχεία δεν μπορούν να θεμελιώσουν το απαιτούμενο υπόβαθρο αναγκαίο για τη διαπίστωση καλής υπεράσπισης. Η ένορκη δήλωση πρέπει να έχει τις απαιτούμενες λεπτομέρειες από τις οποίες να προκύπτει ότι υπάρχει καλόπιστη υπεράσπιση (bona fide defence).
Όμως στην περίπτωση που η ένορκη δήλωση της εναγόμενης αποκαλύπτει τέτοια γεγονότα τότε πρέπει να δοθεί ανεπιφύλακτα άδεια στην εναγόμενη να καταχωρήσει υπεράσπιση στην αγωγή. Είναι ανώφελο όπως έχει λεχθεί και στο Annual Practice του 1958 σελ. 248 ο ενάγοντας να προσκρούσει τα γεγονότα που έχει προβάλει ο εναγόμενος με πρόσθετα γεγονότα διότι η ανάγκη του ενάγοντα να προσθέσει και άλλα γεγονότα προς υποστήριξη της αιτήσεως του υποδηλεί ότι πρέπει να εκδικασθεί η αγωγή και να ακουσθεί μαρτυρία.
Εάν εκδοθεί απόφαση κατόπιν ακρόαση συνοπτικής αιτήσεως ο εναγόμενος στερείται του δικαιώματος της δίκης επομένως είναι ένα εξαιρετικό μέτρο που πρέπει να λαμβάνεται μόνο στην απουσία επίδικου θέματος προς εκδίκαση. Στην υπόθεση Trans Middle East Trading (TMET) Ltd. ν Abdul Aziz Tlais (1991) 1 ΑΑΔ 239, τονίστηκε και πάλι ο εξαιρετικός χαρακτήρας της διαδικασίας συνοπτικής απόφασης με την πιο κάτω αναφορά στις σελ 243-244:
“Η βασική αρχή που προκύπτει τόσο από τις Κυπριακές όσο και από τις Αγγλικές αποφάσεις, είναι ότι η συνοπτική απόφαση πρέπει να εκδίδεται μόνο όπου είναι αναμφίβολο ότι ο εναγόμενος δεν έχει υπεράσπιση στην αγωγή. Όπου όμως δίδει στην ένορκη του δήλωση αρκετές λεπτομέρειες που να δείχνουν την ύπαρξη καλόπιστης υπεράσπισης ή να εγείρουν θέμα σε απάντηση της απαιτήσεως που θα πρέπει να εκδικάζεται ή όπου ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση και ουσιαστική υπεράσπιση και ή αποκαλύπτει τέτοια γεγονότα που μπορούν να κριθούν ως αρκετά για να του δώσουν το δικαίωμα να προβάλει την υπεράσπιση του, τότε θα πρέπει να δίδεται τέτοιο δικαίωμα για υπεράσπιση.. .Έτσι είναι μόνο σε καθαρές περιπτώσεις που μπορεί το Δικαστήριο να στερήσει διάδικο από του να προβάλει την υπεράσπιση του ενώπιον του Δικαστηρίου γιατί σε διαφορετική περίπτωση τέτοια ενέργεια θα αποτελούσε άρνηση δικαιοσύνης προς τον επηρεαζόμενο διάδικο.”
Το Εφετείο επεξήγησε στην απόφαση N.V. Caterchef Ltd. v P.C.P. Electronics, Πολιτική Έφεση 10419|18.11.1999, ότι η υπεράσπιση του εναγόμενου πρέπει να εκθέτει με σαφήνεια συγκεκριμένα γεγονότα με τρόπο που να εκφράζεται μία καλόπιστη και ολοκληρωμένη υπεράσπιση.
«Είναι αρκετό για εναγόμενο, για την εξασφάλιση του δικαιώματος υπεράσπισης χωρίς όρους, να δείξει πως υπάρχει δικάσιμο θέμα ανεξάρτητα αν το δικαστήριο πιστεύει πως τελικά η προβαλλόμενη υπεράσπιση μπορεί να μην επιτύχει. Όμως το κριτήριο δεν ικανοποιείται χωρίς την παροχή λεπτομερειών σε λογική έκταση, γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς με αποτέλεσμα την αχρήστευση του μέτρου.’
Η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ουδέποτε αποτάθηκε στους ενάγοντες για την παροχή νομικών υπηρεσιών και ισχυρίζεται ότι ουδέποτε είχε διαφορά με ομοεθνή της για την οποία είχε ανάγκη από δικηγορικές υπηρεσίες. Επίσης ισχυρίζεται ότι ουδέποτε πήρε τιμολόγιο από τους ενάγοντες με το οποίο την είχε χρεώσει για νομικές υπηρεσίες. Στην ουσία έχει προβάλει ως υπεράσπιση ανυπαρξία συμφωνίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών. Εάν οι ισχυρισμοί της αληθεύουν πρόκειται για απόλυτη υπεράσπιση στην αγωγή».
Υπό τέτοιες περιστάσεις εάν εκδοθεί απόφαση κατόπιν ακρόαση συνοπτικής αιτήσεως η εναγόμενη στερείται το δικαίωμα της δίκης επομένως είναι ένα εξαιρετικό μέτρο που πρέπει να λαμβάνεται μόνο στην απουσία επίδικου θέματος προς εκδίκαση.
Η εναγόμενη έχει παραθέσει γεγονότα προς υποστήριξη της θέσης ότι δεν υπήρχε συμφωνία για την παραχώρηση νομικών υπηρεσιών και ότι τέτοιες υπηρεσίες ουδέποτε παραχωρήθηκαν για να αποκτήσουν δικαίωμα οι εναγόμενοι να την χρεώσουν. Δεν μπορώ να αποφασίσω ποια πλευρά λέει την αλήθεια περί της ύπαρξης συμβατικής σχέσης μεταξύ των δύο χωρίς να τους ακούσω. Επομένως, διαφωνώ με την εισήγηση των εναγόντων ότι δεν υπάρχει κανένα ζήτημα προς εκδίκαση. Δεν μπορώ να προβώ σε διαπίστωση για την ύπαρξη συμβατικής σχέσης μεταξύ των εναγόντων και της εναγόμενης χωρίς να ακούσω μαρτυρία, να καταλήξω σε συμπεράσματα σε σχέση με τα γεγονότα που έχουν προβληθεί από τους διάδικους στα πλαίσια της αίτησης. Τα όσα έχουν αναφέρει χρήζει αξιολόγησης.
Εν όψει όσων έχω αναφέρει πιο πάνω, διαπιστώνω ότι υπάρχει τουλάχιστον ένα ζήτημα προς εκδίκαση. Η έκδοση απόφασης σ’ αυτό το στάδιο και υπό αυτές τις περιστάσεις, εναντίον της εναγομένης θα αποτελούσε άδικη και αυθαίρετη άρνηση της δικαιοσύνης.
Η αίτηση απορρίπτεται και τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται εναντίον των εναγόντων όπως αυτά υπολογισθούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΑΙ