ECLI:CY:EDLEF:2020:A557
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Στυλιανίδη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 5749/12
Μεταξύ:
ALPHA BANK CYPRUS LTD
Εναγόντων
και
1. XXXXX ΕΛΛΗΝΑΣ
2. XXXXX ΛΑΡΚΟΣ
3. XXXXX ΚΙΡΚΟΣ
Εναγομένων
---------------------------------
Αίτηση υπό Alpha Bank Cyprus Ltd, Ενάγοντες-Αιτητές,
ημερομηνίας 30/07/2019
Ημερομηνία: 30/11/2020
Εμφανίσεις:
Για Αιτητές-Ενάγοντες: κ. Π. Μακρίδης για ΧΡΥΣΑΦΙΝΗΣ & ΠΟΛΥΒΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.
Για Καθ’ ων η Αίτηση-Εναγόμενους: κ. Στ. Αμερικάνος για ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
---------------------------------
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα Αίτησή της η Αιτήτρια τράπεζα ζητά:
«1. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύει και/ή εμποδίζει τον Εναγόμενο 1/Καθ’ ου η Αίτηση 1 και/ή τους αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή υπηρέτες και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο εκ μέρους και για λογαριασμό του να αποσύρουν και/ή εκχωρήσουν και/ή αποξενώσουν και/ή διαθέσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή πωλήσουν και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποξενώσουν το αγοραπωλητήριο συμβόλαιο ημερομηνίας 16/02/2007 με αριθμό φακέλου 1/ΠΩΕ/1161/2007 το οποίο κατατέθηκε στις 28/03/2007 στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας με αγοραστή τον Εναγόμενο 1 και πωλητή την εταιρεία Chaps Property Developers Ltd, και αφορά το Ακίνητο με Χωρομετρική Αναφορά 101202/0/14140 και Λεπτομέρειες Ακινήτου 21/55W2/13/1528/4 μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι τελικής αποπεράτωσης της παρούσας.
i. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα.
ii. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα
iii. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα
iv. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα
v. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Διαμέρισμα.
vi. Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Διαμέρισμα
3. Ενδιάμεσο Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου που να απαγορεύει και/ή εμποδίζει τον Εναγόμενο 3/Καθ’ ου η Αίτηση 3 και/ή τους αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή υπηρέτες και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο εκ μέρους και για λογαριασμό του να αποξενώσουν και/ή διαθέσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή πωλήσουν και/ή ενοικιάσουν και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο επιβαρύνουν το ακίνητο ιδιοκτησίας του Εναγομένου 3/Καθ’ ου η Αίτηση 3 υπ. Αριθμό 0/XXXXX, Φ./Σχ 54/48, Τεμάχιο XXXXX, Τμήμα 0, Μερίδιο όλο, Λεμεσός, Μονή, Κόκκινες, («το Τεμάχιο 0/XXXXX») αξίας 01/01/2013 €89.100,00 και αξίας 01/01/2018 €48.100,00 μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι τελικής αποπεράτωσης της παρούσας αγωγής.
4. Ενδιάμεσο Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου που να απαγορεύει και/ή εμποδίζει τον Εναγόμενο 3/Καθ’ ου η Αίτηση 3 και/ή τους αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή υπηρέτες και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο εκ μέρους και για λογαριασμό του να αποξενώσουν και/ή διαθέσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή πωλήσουν και/ή ενοικιάσουν και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο επιβαρύνουν το ακίνητο ιδιοκτησίας του Εναγομένου 3/Καθ’ ου η Αίτηση 3 υπ’ Αριθμό 0/XXXXX, Φ./Σχ 54/48, Τεμάχιο 483, Τμήμα XXXXX, Μερίδιο όλο, Λεμεσός, Μονή, Κόκκινες, («το Τεμάχιο 0/XXXXX») αξίας 01/01/2013 €17.900,00 και αξίας 01/01/2018 €9.700,00 μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή μέχρι τελικής αποπεράτωσης της παρούσας αγωγής.»
Η αίτηση αυτή βασίζεται επί των Δικαστηρίων Νόμο 14/60, άρθρα 31 και 32, στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6, άρθρα 4, 5, 9, 63 μέχρι 71, στους Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.48, θ.θ.1, 2, 3, 4, 8, 9, 11 και 12, στον Περί Συμβάσεων Νόμο Κεφ. 149, στον περί Πώλησης Ακινήτων (Ειδική Εκτέλεση) Νόμος του 2011 (Ν.81(I)/2011)άρθρα 2, 3 και 5, στο Κοινοδίκαιο, στις Αρχές της Επιείκειας και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η αίτηση εκτίθενται στην Ένορκη Δήλωση του XXXXX Χριστοφόρου και στο φάκελο της δικογραφίας.
Ο ενόρκως δηλών παραθέτει μεταξύ άλλων και τα εξής γεγονότα:
Εργάζεται ως Λειτουργός στη Διεύθυνση Διαχειρίσεως Οριστικών Καθυστερήσεων των Εναγόντων-Αιτητών.
Τα θέματα και ζητήματα τα οποία παρατίθενται στην παρούσα ένορκη δήλωση είναι εντός της προσωπικής του γνώσης λόγω της εργασίας του στο συγκεκριμένο τμήμα των Αιτητών, από ενημέρωση που έλαβε και από μελέτη των φακέλων που τηρούνται από τους Αιτητές.
Είναι πλήρως και δεόντως εξουσιοδοτημένος να προβεί στην παρούσα ένορκη δήλωση.
Οι Αιτητές είναι Τραπεζικός Οργανισμός δεόντως εγγεγραμμένος συμφώνως των Νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας και διεξάγουν τραπεζικές εργασίες όλων των ειδών σε ολόκληρη την Κύπρο.
Όπως φαίνεται μέσα από την Έκθεση Απαίτησης των Αιτητών, η αξίωση τους βασίζεται σε 2 (δύο) συμφωνίες πιστωτικών διευκολύνσεων ημερομηνίας 27/06/2007, τις οποίες υπέγραψαν όλοι οι Εναγόμενοι ως Πρωτοφειλέτες, με το ποσό των πιστωτικών διευκολύνσεων να ανέρχεται συνολικά σε Λ.Κ.7.341.485 (€12.543.671,85 περίπου), με συγκεκριμένο και καθορισμένο τρόπο αποπληρωμής.
Στις 27/06/2007 υπογράφησαν οι πιο κάτω Συμφωνίες Πιστωτικών Διευκολύνσεων:
Συμφωνία με αριθμό Λογαριασμό XXXXX424-2 για ποσό ύψους Λ.Κ.2.329.485 («Η Α’ συμφωνία»)
Κατόπιν απαίτησης των Εναγομένων, στις 27/06/2007 κατόπιν γραπτής συμφωνίας οι Αιτητές παρείχαν σε αυτούς πιστωτικές διευκολύνσεις υπό μορφή δανείου για ποσό ύψους Λ.Κ.2.329.485.
Οι ακόλουθοι ήσαν μεταξύ άλλων ρητοί ουσιώδεις όροι της Α’ Συμφωνίας:
- Το εν λόγω δάνειο θα ήταν πληρωτέο σε πρώτη ζήτηση. Εάν δεν γινόταν απαίτηση το δάνειο θα εξοφλείτο ως ακολούθως:
i. Μέχρι την 01/07/2009 οι δεδουλευμένοι τόκοι, εφόσον δεν εξοφληθούν θα κεφαλαιοποιούνταν κάθε 6 μήνες την 30ην Ιουνίου και 31ην Δεκεμβρίου έκαστου έτους.
ii. Ακολούθως, από τις 02/07/2009 μέχρι την 01/07/2011, θα καταβάλλονταν οι δεδουλευμένοι τόκοι ανά τριμηνία, ήτοι στις 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου έκαστου έτους.
iii. Ακολούθως, από την 01/10/2011, θα καταβάλλονταν 24 ίσες συνεχείς τριμηνιαίες δόσεις ύψους Λ.Κ.135.420 έκαστη, με την κάθε επόμενη δόση να είναι πληρωτέα μετά την παρέλευση 3 μηνών από την ημερομηνία που ήταν πληρωτέα η αμέσως προηγούμενη δόση, με την τελευταία δόση να είναι τέτοιου ποσού για πλήρη εξόφληση του δανείου, περιλαμβανομένων, κεφαλαίου, τόκων και οποιωνδήποτε άλλων εξόδων.
- Το ως άνω ποσό του Δανείου θα χρεώνεται με κυμαινόμενο επιτόκιο, με το επιτόκιο να αποτελείται από το εκάστοτε βασικό επιτόκιο των Αιτητών προσαυξημένο κατά 2,50%, το οποίο βασικό επιτόκιο κατά την ημερομηνία υπογραφής ανέρχετο σε 4,50% ήτοι το συνολικό επιτόκιο που χρεωνόταν ο επίδικος λογαριασμός ανερχόταν σε 7,00% με τους τόκους να κεφαλαιοποιούνται δύο φορές τον χρόνο στις 30/06 και 31/12.
- Οι Αιτητές είχαν δικαίωμα χωρίς καμία προειδοποίηση προς τους Εναγόμενους να τερματίσουν την λειτουργία του λογαριασμού και να απαιτήσουν την άμεση εξόφληση όλων των οφειλομένων ποσών.
- Αμέσως μόλις η πιστωτική διευκόλυνση καθίστατο απαιτητή για οποιοδήποτε λόγο, θα χρεώνονταν με το ανώτερο επιτρεπόμενο εκ του Νόμου επιτόκιο.
Συμφωνία με αριθμό Λογαριασμό XXXXX425-0 για ποσό ύψους Λ.Κ.5.012.000 («Η Β’ συμφωνία»)
Κατόπιν απαίτησης των Εναγομένων, στις 27/06/2007 κατόπιν έτερης γραπτής συμφωνίας οι Αιτητές παρείχαν σε αυτούς περαιτέρω πιστωτικές διευκολύνσεις υπό μορφή δανείου για ποσό ύψους Λ.Κ.5.012.000.
Οι ακόλουθοι ήσαν μεταξύ άλλων ρητοί ουσιώδεις όροι της Β’ Συμφωνίας:
- Το εν λόγω δάνειο θα ήταν πληρωτέο σε πρώτη ζήτηση. Εάν δεν γινόταν απαίτηση το δάνειο θα είναι πληρωτέο στις 03/07/2017 με μία μόνο δόση εφάπαξ ποσού αυτού του ύψους για να εξοφλήσει πλήρως το υπόλοιπο του Δανείου όπως αυτό ανέρχετο στις 03/07/2017 πλέον τόκους και άλλα έξοδα.
- Το ως άνω ποσό του Δανείου θα χρεώνεται με κυμαινόμενο επιτόκιο, με το επιτόκιο να αποτελείται από το εκάστοτε βασικό επιτόκιο των Αιτητών προσαυξημένο κατά 2,50%, το οποίο βασικό επιτόκιο κατά την ημερομηνία υπογραφής ανέρχετο σε 4,50% ήτοι το συνολικό επιτόκιο που χρεωνόταν ο επίδικος λογαριασμός ανερχόταν σε 7,00% με τους τόκους να κεφαλαιοποιούνται δύο φορές τον χρόνο στις 30/06 και 31/12.
- Οι Αιτητές είχαν δικαίωμα χωρίς καμία προειδοποίηση προς τους Εναγόμενους να τερματίσουν την λειτουργία του λογαριασμού και να απαιτήσουν την άμεση εξόφληση όλων των οφειλομένων ποσών.
- Αμέσως μόλις η πιστωτική διευκόλυνση καθίστατο απαιτητή για οποιοδήποτε λόγο, θα χρεώνονταν με το ανώτερο επιτρεπόμενο εκ του Νόμου επιτόκιο.
Tα εν λόγω δάνεια είχαν χορηγηθεί χωρίς να ζητηθούν οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις ενώ σκοπός τους ήταν η αποπληρωμή (αναδιάρθρωση τρόπον τινά) των ήδη υφιστάμενων υποχρεώσεων των Εναγομένων προς τους Αιτητές, οι οποίες δόθηκαν δυνάμει έτερων Συμφωνιών Πιστωτικών Διευκολύνσεων, οι οποίες είχαν τερματισθεί λόγω παράβασης τους από τους Εναγόμενους και βάσει των οποίων είχαν καταχωρηθεί οι αγωγές του ΕΔ Λευκωσίας υπ’ Αριθμό XXXXX/05, XXXXX/05, XXXXX/06, XXXXX/05, XXXXX/05, XXXXX/05 και XXXXX/05 («οι προηγούμενες αγωγές»).
Σκοπός της αναδιάρθρωσης ήταν να δοθεί αρκετός χρόνος στους Εναγόμενους ούτως ώστε να είναι σε θέση να εξοφλήσουν όλα τα οφειλόμενα προς τους Αιτητές ποσά, εξ ου και με επιστολή τους ημερομηνίας 27/06/2007 (την οποία ρητά και ξεκάθαρα οι Εναγόμενοι εγγράφως αποδέκτηκαν), οι Αιτητές είχαν ρητά και ξεκάθαρα αναφέρει στους Εναγόμενους ότι νοουμένου ότι το πρόγραμμα αποπληρωμής της Α’ Συμφωνίας τηρείτο ευλαβικά και δεν παρουσίαζε οποιεσδήποτε καθυστερήσεις και αποπληρώνετο σύμφωνα με το συμφωνηθέν πρόγραμμα αποπληρωμής, τότε και μόνο τότε οι Αιτητές δεν θα απαιτούσαν την εξόφληση του δανείου που προβλέπετο από την Β’ Συμφωνία, ενώ επεφύλασσαν πλήρως τα δικαιώματά τους για άμεση, πλήρη και τελική αποπληρωμή του δανείου της Β’ Συμφωνίας σε περίπτωση που το συμφωνηθέν πρόγραμμα αποπληρωμής του δανείου της Α’ Συμφωνίας δεν τηρείτο.
Αφού υπογράφησαν οι εν λόγω συμφωνίες πιστωτικών διευκολύνσεων οι προηγούμενες αγωγές αποσύρθηκαν ανεπιφύλακτα από τους Αιτητές ως η μεταξύ των διαδίκων συνεννόηση και οι Αιτητές ανέμεναν από τους Εναγόμενους να τηρήσουν τα όσα συμφωνήθηκαν μεταξύ τους και να τηρούν το πρόγραμμα αποπληρωμής του δανείου της Α’ Συμφωνίας.
Οι Εναγόμενοι, δεν τήρησαν τα συμφωνηθέντα και δεν τηρούσαν το πρόγραμμα αποπληρωμής της Α’ Συμφωνίας και ως εκ τούτου οι Αιτητές απέστειλαν προς τους Εναγόμενους προειδοποιητικές επιστολές ημερομηνίας 12/12/2011 και 10/05/2012 με τις οποίες απαίτησαν την πλήρη εξόφληση όλων των καθυστερημένων δόσεων ενώ ταυτόχρονα ενημέρωσαν τους Εναγόμενους για την αλλαγή των επιτοκίων με τα οποία τα ποσά των δανείων θα επιβαρύνονταν.
Δυστυχώς, οι Εναγόμενοι και πάλι δεν συμμορφώθηκαν με την απαίτηση των Αιτητών και ως εκ τούτου οι Αιτητές με επιστολές τους ημερομηνίας 08/06/2012, τερμάτισαν όλες τις Συμφωνίες Πιστωτικών Διευκολύνσεων και απαίτησαν την πλήρη εξόφληση των ποσών που οφείλονταν δυνάμει τόσο της Α’ Συμφωνίας όσο και της Β’ Συμφωνίας, τα οποία σύμφωνα με τις επιστολές τερματισμού ανέρχονταν σε:
(α) ποσό ύψους €4.833.945,14 πλέον συσσωρευμένους τόκους από 01/01/2012 μέχρι 07/06/2012 ύψους €157.139,62 πλέον τόκους προς 9,25% ετησίως (ήτοι βασικό επιτόκιο προς 1% ετησίως πλέον προσαύξηση προς 5,75% ετησίως πλέον τόκους υπερημερίας προς 2,50% ετησίως) από 08/06/2012 μέχρι εξόφλησης με κεφαλαιοποίηση των τόκων 2 φορές ετησίως την 30/06 και 31/12 έκαστου έτους για την Α’ Συμφωνία
και
(β) ποσό ύψους €10.572.635,29 πλέον συσσωρευμένους τόκους από 01/01/2012 μέχρι 07/06/2012 ύψους €164.463,22 πλέον τόκους προς 6% ετησίως (ήτοι βασικό επιτόκιο προς 1% ετησίως πλέον προσαύξηση προς 2,50% ετησίως πλέον τόκους υπερημερίας προς 2,50% ετησίως) από 08/06/2012 μέχρι εξόφλησης με κεφαλαιοποίηση των τόκων 2 φορές ετησίως την 30/06 και 31/12 έκαστου έτους για την Β’ Συμφωνία.
Ως ήταν αναμενόμενο οι Εναγόμενοι και πάλιν δεν συμμορφώθηκαν με τις επιστολές τερματισμού ημερομηνίας 08/06/2012 και ουδέν ποσό κατέβαλαν είτε έναντι είτε προς εξόφληση των υποχρεώσεων τους, με αποτέλεσμα οι Αιτητές να δώσουν οδηγίες στους δικηγόρους τους για καταχώρηση της παρούσας αγωγής.
Στην πορεία της αγωγής και αφού ολοκληρώθηκε όλη η ενδιάμεση διαδικασία και διαβήματα και η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, οι Αιτητές άρχισαν την προετοιμασία τους για την ακρόαση της ουσίας της αγωγής.
Στα πλαίσια αυτής της προετοιμασίας ως η συνήθης πρακτική τους, στις 06/02/2018 οι Αιτητές προέβηκαν σε κτηματολογικές έρευνες και έρευνες αποξένωσης ακινήτων για όλους τους Εναγόμενους μέσω των οποίων διαφάνηκε ότι στις 24/10/2007, ο Εναγόμενος 3 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στην σύζυγο του, XXXXX Ποέρου, τα πιο κάτω ακίνητα τα οποία μέχρι την ημερομηνία εκείνη ήταν εγγεγραμμένα επ’ ονόματι του, και τα οποία ακίνητα μέχρι σήμερα είναι εγγεγραμμένα επ’ ονόματι της συζύγου, Ποέρου:
- Aκίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα.
- Aκίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα.
- Aκίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα.
- Aκίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Κατάστημα με Μεσοπάτωμα.
- Aκίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Διαμέρισμα.
- Ακίνητο με αρ. εγγραφής 25/ XXXXX, Τμήμα 25, Φ./Σχ 21/460603, Τεμάχιο XXXXX, Μερίδιο το όλο, το οποίο αποτελεί Διαμέρισμα («Τα αποξενωθέντα Ακίνητα»).
Το γεγονός της πιο πάνω αποξένωσης ουδέποτε κοινοποιήθηκε στους Αιτητές, οι οποίοι το ανακάλυψαν τον Φεβρουάριο του 2018, και αφού προέβηκαν στην κτηματολογική έρευνα, πιο πάνω, από την οποία διαφάνηκε ότι ελάχιστους μήνες μετά την υπογραφή των επίδικων Συμφωνιών Πιστωτικών Διευκολύνσεων, ο Εναγόμενος 3, μεταβίβασε ως δωρεά στην σύζυγό του τα αποξενωθέντα ακίνητα, προφανώς καταχρηστικά και με αλλότριο σκοπό που δεν είναι άλλος από την πρόθεση του να αποκρύψει και να αποξενώσει πλήρως την ελεύθερη εμπράγματων επιβαρύνσεων ακίνητη περιουσία του, ούτως ώστε να μην είναι σε θέση οι Αιτητές αλλά και οι υπόλοιποι πιστωτές του να την επιβαρύνουν και διαθέσουν για εξόφληση των υποχρεώσεων του.
Περαιτέρω, μέσα από την εν λόγω παγκύπρια κτηματολογική έρευνα, διαφάνηκε (γεγονός το οποίο και πάλι δεν γνώριζαν οι Αιτητές) ότι ο Εναγόμενος 3 στα πλαίσια συμφωνηθείσας αναδιάρθρωσης μεταβίβασε προς την Τράπεζα Κύπρου διάφορα άλλα ακίνητα τα οποία ήταν εγγεγραμμένα επ’ ονόματι του με αποτέλεσμα πια η ακίνητη ιδιοκτησία που είναι εγγεγραμμένη επ’ ονόματι του να συνίσταται από 2 ακίνητα μόνο, και συγκεκριμένα τα ακίνητα υπ’ Αριθμό 0/XXXXX Φ./Σχ 54/48, Τμήμα 0, Τεμ. XXXXX και 0/XXXXX Φ./Σχ 54/48, Τμήμα 0, Τεμ. XXXXX (εφ’ εξής «τα ελεύθερα ακίνητα»), τα οποία μέχρι και σήμερα είναι εγγεγραμμένα επ’ ονόματί του.
Όσον αφορά τον Εναγόμενο 1, διαφάνηκε ότι αυτός έχει συμφέρον επί ενός ακινήτου στην Λευκωσία το οποίο αγόρασε από την εταιρεία Chaps Property Developers Limited αφού είναι κατατεθειμένο προς όφελος του αγοραπωλητήριο συμβόλαιο ημερομηνίας 16/02/2007 με αριθμό φακέλου 1/ΠΩΕ/1161/2007 το οποίο κατατέθηκε στις 28/03/2007 στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας με αγοραστή τον Εναγόμενο 1 και πωλητή την εν λόγω εταιρεία Chaps Property Developers Ltd, το οποίο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο αφορά το Ακίνητο με Χωρομετρική Αναφορά 101202/0/14140 και Λεπτομέρειες Ακινήτου 21/55W2/13/1528/4.
Λόγω αυτών των εξελίξεων, οι Αιτητές έδωσαν οδηγίες προς τους δικηγόρους τους όπως προβούν στην λήψη όλων των σχετικών διαβημάτων ούτως ώστε (α) τα αποξενωθέντα ακίνητα να επενεγγραφούν επ’ ονόματι του Εναγομένου 3 για σκοπούς εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης που τυχόν εκδοθεί υπέρ τους και (β) να εμποδισθεί ο Εναγόμενος 3 να αποξενώσει την εναπομείνασα ακίνητη ιδιοκτησία του ούτως ώστε οι Αιτητές να είναι σε θέση να εκτελέσουν την δικαστική απόφαση που τυχόν εκδοθεί υπέρ τους, ενώ όσον αφορά τον Εναγόμενο 1 έδωσαν οδηγίες όπως ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδισθεί να αποξενώσει το συμφέρον του που απέκτησε δυνάμει της κατάθεσης στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας του Αγοραπωλητηρίου Συμβολαίου ημερομηνίας 16/02/2007.
Κρίθηκε ότι ήταν ορθότερο πριν την καταχώρηση της παρούσα αίτησης ότι θα έπρεπε να προστεθεί η Ποέρου ως Εναγόμενη στην αγωγή εξ ου και καταχωρήθηκε η αίτηση ημερομηνίας 02/10/2018.
Με την απόρριψη της αίτησης και συμφώνως με τα όσα αναφέρει το Δικαστήριο στην απόφαση του καταχωρείται η παρούσα αίτηση, προκείμενου να διασφαλισθεί η ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που τυχόν εκδοθεί υπέρ των Αιτητών.
Η πλήρης αδιαφορία των Εναγομένων για τις οφειλές τους προς τους Αιτητές, το ότι οι συγκεκριμένες συμφωνίες πιστωτικών διευκολύνσεων ουσιαστικά αποτελούσαν μία αναδιάρθρωση των υφιστάμενων το 2007 οφειλών τους, αναδιάρθρωση την οποία οι Εναγόμενοι δεν εκμεταλλεύτηκαν και δεν συμμορφώθηκαν με τους όρους αυτής και το τεράστιο ύψος του οφειλομένου προς του Αιτητές ποσού, υπάρχει σοβαρό και ορατό ενδεχόμενο οι Εναγόμενοι να μην καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό έναντι των χρεών τους και ταυτόχρονα να αποξενώσουν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία με αποτέλεσμα ενόψει και της μη ύπαρξης εμπράγματων εξασφαλίσεων και βαρών επί των ακινήτων που επιδιώκεται η δέσμευση να υπάρχει ορατός κίνδυνος να μην ικανοποιηθεί τυχόν δικαστική απόφαση που θα εκδοθεί υπέρ των Αιτητών.
Σε αντίθεση με τους Αιτητές η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων δεν επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα των Εναγομένων αφού θα είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν και διαχειριστούν την περιουσία τους απλά δεν θα έχουν δικαίωμα να την αποξενώσουν μέχρι την εκδίκαση της αγωγής ενώ τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και η παγοποίηση των ακινήτων ή έστω κάποιων εξ αυτών είναι η ενδεδειγμένη πορεία που θα πρέπει να ακολουθηθεί και η οποία θα προκαλέσει την λιγότερη αδικία και ταλαιπωρία σε όλους τους διαδίκους.
Όσον αφορά τα αποξενωθέντα ακίνητα τα οποία φαίνεται να έχουν εγγραφεί επ’ ονόματι της Ποέρου, η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα διατηρήσει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων (την οποία η Ποέρου προτίθεται να ανατρέψει) ενώ δεν θα επηρεάσει δυσμενώς τα συμφέροντα της αφού η Ποέρου θα είναι σε θέση να τα εκμεταλλεύεται και διαχειρίζεται απλά και μόνο δεν θα είναι σε θέση να τα επιβαρύνει και αποξενώσει.
Υπάρχει σοβαρό θέμα προς εκδίκαση και μεγάλη πιθανότητα οι Αιτητές να επιτύχουν στην αγωγή τους και ως εκ τούτου το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει σαφέστατα υπέρ της έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων αφού ουσιαστικά διατηρείται η υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων ενώ τυχόν αποξένωση των ακινήτων και γενικά της περιουσίας των Εναγομένων θα καταστήσει την εκτέλεση τυχόν εκδοθείσας απόφασης πολύ δύσκολη αν όχι και αδύνατη και ως εκ τούτου είναι ορθό και δίκαιο να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα.
Οι Εναγόμενοι καταχώρησαν ένσταση στην πιο πάνω Αίτηση στην οποία κατέγραψαν αριθμό λόγων ένστασης.
Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η Ειδοποίηση Ένστασης φαίνονται και/ή απορρέουν και/ή εκτίθενται στον δικαστικό φάκελο της υπόθεσης και στις επισυνημμένες Ένορκες Δηλώσεις των XXXXX Κίρκου και XXXXX Έλληνα.
Ο ενόρκως δηλών XXXXX Κίρκος παραθέτει τα εξής ουσιώδη γεγονότα:
Η Αιτήτρια απέφυγε να εξηγήσει στο Δικαστήριο τα πραγματικά γεγονότα και την αληθινή φύση της διευθέτησης όπως αναφέρεται στην Ένορκη Δήλωση του Εναγομένου 3 και ιδιαίτερα (α) γιατί χορήγησε τα επίδικα «δάνεια» συνολικού ύψους Λ.Κ.7.5εκ. περίπου χωρίς εξασφαλίσεις (β) γιατί η ίδια πρότεινε την διαγραφή του δανείου των Λ.Κ.5.012.000 εκ. με την εξόφληση του δανείου των Λ.Κ.2.329.485 και (γ) γιατί αποδέχθηκε για 2 ολόκληρα χρόνια να μην πληρώνεται κανένα ποσό έναντι τόσο του κεφαλαίου όσο και των τόκων των επίδικων Συμφωνιών Δανείων.
Η Αιτήτρια σκοπίμως και τεχνηέντως δεν ανέφερε ότι τα επίδικα δάνεια προέκυψαν κατά την διευθέτηση των «Προηγούμενων Δανείων», που αντιστοιχούσαν σε οφειλές του ομίλου SFS και των Καθ’ ων η Αίτηση. Στην ουσία τα επίδικα δάνεια αντιστοιχούσαν στο ποσό των υπερβολικών και αδικαιολόγητων τόκων που προέκυψε από τα «Προηγούμενα Δάνεια» και το οποίο συμφωνήθηκε ανάμεσα στα μέρη να παραμείνει τεχνικά υπό μορφή δανείων ώστε η Ενάγουσα να καλύψει από την Κεντρική Τράπεζα σημαντικές διαγραφές που αφορούσαν κυρίως παράνομο τοκισμό και/ή ανατοκισμό. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο και δεν εκταμιεύθηκαν τα ποσά τους προς τους Καθ’ ων η Αίτηση.
Επίσης, η Αιτήτρια απέκρυψε ότι:
Ι. με βάση τον όρο (α) του Παραρτήματος της Συμφωνίας Δανείου ημερομηνίας 27/6/2007 για το ποσό των Λ.Κ.2.329.485, για την χρονική περίοδο από τις 27/6/2007 και μέχρι τις 01/7/2009 κανένα ποσό, συμπεριλαμβανομένων κεφαλαίου και τόκων δεν θα ήταν πληρωτέο και ακολούθως απαιτητό από τους Καθ’ ων η Αίτηση,
ΙΙ. με βάση τον όρο (β) του Παραρτήματος της ως άνω αναφερόμενης Συμφωνίας Δανείου, για την χρονική περίοδο από τις 02/07/2009 μέχρι και τις 01/07/2011 θα χρεώνονταν και θα πληρώνονταν από τους Καθ’ ων η Αίτηση μόνο οι δεδουλευμένοι τόκοι της εν λόγω Συμφωνίας Δανείου τριμηνιαίως στις 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
ΙΙΙ. Η αποπληρωμή του Δανείου θα γινόταν δηλαδή με την πάροδο 4 χρονών μετά από τη σύναψη της συμφωνίας και σε τριμηνιαίες δόσεις.
Η Αιτήτρια σκοπίμως, δολίως και τεχνηέντως δεν ανάφερε στο Δικαστήριο ότι ο λόγος για τον οποίο κατά την υπογραφή των επίδικων «δανείων» δεν ζήτησε οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις αλλά μάλιστα αποδέσμευσε εμπράγματες εξασφαλίσεις που είχε προς όφελος της, ήταν γιατί το ποσό των επίδικων δανείων δεν εκταμιεύθηκε και ούτε πιστώθηκε στους Καθ’ ων η Αίτηση αφού το ποσό τους αντιστοιχούσε στο ποσό των αμφισβητούμενων τόκων που προέκυψε από την διευθέτηση των «Προηγούμενων Δανείων». Το υπόλοιπο το οποίο αφορούσε αμφισβητημένους τόκους και ανατοκισμό, έτυχε χειρισμού με την έκδοση των επίδικων «δανείων» και ακολούθως η Αιτήτρια αποδέσμευσε τις οποιεσδήποτε εγγυήσεις και εμπράγματες εξασφαλίσεις είχε προς όφελός της.
Η Αιτήτρια έπεισε τους Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2, 3 κατά τη διευθέτηση των Αγωγών XXXXX/05, XXXXX/05, XXXXX/06, XXXXX/05, XXXXX/05, XXXXX/05 και XXXXX/05 και των «Προηγούμενων Δανείων» να καταβάλουν συνολικά το ποσό των Λ.Κ.23.236.650 με τον όρο και υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδεσμεύονταν τα προσωπικά ακίνητα του Καθ’ ου η Αίτηση 3 και ότι δεν θα αποκτούσαν υποθήκες και προσωπικές εγγυήσεις ως εξασφάλιση των επίδικων δανείων.
Η Αιτήτρια δεν ανέφερε στο Δικαστήριο ότι τα ακίνητα για τα οποία ζητά την δέσμευσή τους με το αιτητικό υπ’ αριθμό (2), είχε εγγεγραμμένη υποθήκη προς όφελος της παλαιότερα, και ότι είχε γνώση της επικείμενης μεταβίβασης των ακινήτων αυτών προς τη σύζυγό του, αμέσως με την εξάλειψη της υποθήκης προς όφελός της. Η Αιτήτρια δεν ανέφερε όλες τις πληροφορίες που ήταν εν γνώσει της αναφορικά με τα ακίνητα που είναι εγγεγραμμένα επ’ ονόματι της συζύγου του, XXXXX Ποερού, σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει τις νόμιμες μεταβιβάσεις που έγιναν προς τη σύζυγό του ως «καταδολιευτικές» και να τις χρησιμοποιήσει τεχνηέντως και παραπλανητικά στην παρούσα Αίτηση για να δικαιολογήσει την θέση της ότι δήθεν, οι Καθ’ ων η Αίτηση προβαίνουν σε «δόλιες μεταβιβάσεις» και με αυτόν τον τρόπο η Αιτήτρια θα εμποδιστεί στην εκτέλεση τυχόν έκδοσης απόφασης υπέρ της στην Αγωγή.
Η Αιτήτρια επιχειρεί να παρουσιάσει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση αδιαφόρησαν και ότι ουδέν πλήρωσαν ενώ αυτή παρέλειψε να αναφέρει ότι κατέβαλαν έναντι του πρώτου επίδικου δανείου το συνολικό ποσό του €668.113.
Σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων λαμβάνοντας υπόψη ότι με την Αίτηση ζητείται η δέσμευση και/ή μη αποξένωση περιουσίας η οποία:
α) δεν αποτελεί αντικείμενο της Αγωγής,
β) ανήκει σε καλόπιστα τρίτα πρόσωπα τα οποία επίσης δεν είναι διάδικα μέρη στην διαδικασία και δεν τους έχει επιδοθεί η Αίτηση,
γ) δεν υπάρχει καμία αξίωση και βάση αγωγής εναντίον τους και
δ) η περιουσία της οποίας ζητείται η δέσμευση ανήκει στα τρίτα πρόσωπα δικαιωματικά και/ή δεν την κρατούν προς όφελος των Καθ’ ων η Αίτηση και/ή ως εμπιστευματοδόχοι των Καθ’ ων η Αίτηση και/ή με σκοπό καταδολίευσης της Αιτήτριας.
Όσον αφορά τo αιτούμενο διάταγμα (2) δεν υπάρχει κανένα νομικό υπόβαθρο για την έκδοση του καθότι η Αιτήτρια αξιώνει την δέσμευση και την μη αποξένωση περιουσίας η οποία έχει ήδη μεταβιβασθεί καλόπιστα στη σύζυγο του Εναγομένου 3 πριν από 12 περίπου χρόνια και της ανήκει δικαιωματικά και η οποία μάλιστα δεν είναι διάδικο μέρος στην Αγωγή και δεν υπάρχει καμία αξίωση εναντίον της.
Επειδή ακριβώς η περιουσία της οποίας ζητείται η δέσμευση με το αιτούμενο διάταγμα (2), ανήκει σε τρίτο πρόσωπο, η μόνη περίπτωση να εκδίδετο τέτοιο διάταγμα ήταν αν και εφόσον αποδεικνύετο από την Αιτήτρια ότι η περιουσία αυτή μεταβιβάστηκε στο τρίτο πρόσωπο, στην περίπτωση αυτή στη σύζυγο του, με σκοπό καταδολίευσης των «πιστωτών» του ή ότι την κρατά ως καταπιστευματοδόχος του κάτι που όμως δεν ισχύει σε αυτή την περίπτωση. Συγκεκριμένα, η μεταβίβαση έγινε τον Οκτώβριο του 2007, όταν ολοκληρώθηκε η διευθέτηση για τα «Προηγούμενα Δάνεια» και όταν η Αιτήτρια εξάλειψε τις υποθήκες τις οποίες είχε εγγεγραμμένες προς όφελος της επί των εν λόγω ακινήτων.
Η εν λόγω μεταβίβαση έγινε την 24/10/2007, ήτοι 4 μήνες περίπου μετά την διευθέτηση που επήλθε μεταξύ του Εναγομένου 3 και των υπόλοιπων Καθ’ ων η Αίτηση και της Αιτήτριας για τα «Προηγούμενα Δάνεια» και αφού προηγουμένως κατέβαλαν ποσό εκατομμυρίων προς την Αιτήτρια και συνεπεία αυτού η Αιτήτρια απάλλαξε από τις εκάστοτε εγγεγραμμένες προς όφελος της υποθήκες τα εν λόγω ακίνητα. Η μεταβίβαση έγινε όταν τα ακίνητα ήταν ελεύθερα από εμπράγματα βάρη και επομένως δεν υπήρχε οιοδήποτε νομικό κώλυμα στο να μεταβιβάσει τα ακίνητα προς τη σύζυγό του, η οποία μάλιστα έχει καταβάλει τεράστια ποσά για την ανακαίνισή τους.
Κατά την διευθέτηση των «Προηγούμενων Δανείων» παραχωρήθηκαν δύο «νέα Δάνεια», τα επίδικα δάνεια, το ποσό των οποίων ουδέποτε εκταμιεύθηκε προς τους Καθ’ ων η Αίτηση. Το ποσό των επίδικων δανείων ουδέποτε εκταμιεύθηκε καθότι αφορούσε συσσωρευμένους παράνομους τόκους που ήταν αποτέλεσμα της διευθέτησης των «Προηγούμενων Δανείων».
Η σύζυγός του δεν κατέχει τα επίδικα ακίνητα εξ ονόματός του και δια λογαριασμό του. Έχουν εγγραφεί στη σύζυγό του και προορίζονται για τις δύο τους θυγατέρες, και προς τούτο η ίδια έχει ήδη δαπανήσει σε έξοδα ανακαίνισης πέραν των €328.000.
Τα ακίνητα η Αιτήτρια τα είχε ήδη υποθηκευμένα (όχι στη σημερινή τους μορφή και με τις ανακαινίσεις και προεκτάσεις που έκανε η σύζυγός του) προς όφελος της με την υποθήκη XXXXX/2001 η οποία ακυρώθηκε από την Αιτήτρια και εξαλείφθηκε στις 28/6/2007 και με την εξόφληση των υποχρεώσεών του, τα απάλλαξε, γνωρίζοντας την πρόθεσή του, να τα μεταβιβάσει στη σύζυγό του ούτως ώστε αυτή να τα ανακαινίσει και να τα μεταβιβάσει στις θυγατέρες τους.
Η Αιτήτρια αποδεχόμενη την αποδέσμευση των ακινήτων, γνώριζε από την πρώτη στιγμή, ήτοι από το 2007, ότι τα ακίνητα ως ελεύθερα βαρών θα μπορούσαν να μεταβιβασθούν στη σύζυγό του και είναι εντελώς παράλογο και αδιανόητο μετά από 12 ολόκληρα χρόνια καθυστέρησης να ισχυρίζεται ότι πρόκειται περί δόλιας μεταβίβασης και να επιδιώκει να λάβει γι’ αυτό το λόγο τα απαγορευτικά διατάγματα.
Το γεγονός ότι η Αίτηση δεν επιδόθηκε στη σύζυγό του παρόλο που από την ενδεχόμενη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων επηρεάζεται άμεσα περιουσία που της ανήκει και είναι εγγεγραμμένη στο όνομά της καθιστά την Αίτηση τρωτή και υποκείμενη σε απόρριψη καθότι δεν της εδόθη το δικαίωμα να ακουστεί και/ή να υπερασπιστεί τον εαυτό της αφού παραβιάζεται κατάφωρα το συνταγματικό της δικαίωμα για δίκαιη δίκη όπως προστατεύεται από το Άρθρο 30 του Συντάγματος.
Αναφορικά με το αιτούμενο διάταγμα με αριθμό (1) της Αίτησης, το εν λόγω αγοραπωλητήριο έγγραφο ημερομηνίας 16/2/2007 με αριθμό φακέλου 1/ΠΩΕ/1161/2007 έχει εκχωρηθεί δυνάμει σύμβασης εκχώρησης ημερομηνίας 02/11/2018. Με βάση τους όρους της σύμβασης εκχώρησης ημερομηνίας 02/11/2018, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 έχει εκχωρήσει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εν λόγω Πωλητήριο Έγγραφο στην εταιρεία UMOCIA LTD (HE 281522). Ως εκ τούτου, πλέον δεν κατέχει ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 το εν λόγω ακίνητο και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε ούτε να το αποξενώσει, ούτε να το διαθέσει αλλά ούτε και να το μεταβιβάσει καθότι πλέον εκδοχέας όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτό είναι η εταιρεία UMOCIA LTD (HE 281522).
Τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων (1) και (2) θα δεσμεύσει περιουσία αυθαίρετα η οποία ανήκει δικαιωματικά σε τρίτα πρόσωπα τα οποία σε καμία περίπτωση δεν την κατέχουν ως καταπιστευματοδόχοι των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον των οποίων η Αιτήτρια δεν έχει ούτε καν αγώγιμο δικαίωμα και/ή βάση αγωγής.
Για ότι αφορά τα ακίνητα που έχουν μεταβιβαστεί στη σύζυγό του η Αιτήτρια ήτο ενήμερη και γνώριζε από το 2007 ήτοι 12 χρόνια πριν ότι τα ακίνητα ήταν ελεύθερα εμπράγματων βαρών με τη συγκατάθεσή της μάλιστα και ότι είχε κάθε δικαίωμα να τα μεταβιβάσει σε οποιοδήποτε πρόσωπο επιθυμούσε ή στη σύζυγό του.
Η Αιτήτρια επέδειξε αδικαιολόγητη, υπερβολική κωλυσιεργία και καθυστέρηση στην προώθηση της Αίτησης καθώς τα γεγονότα τα οποία αναφέρονται στην Ένορκη Δήλωση του Χριστοφόρου ήταν γνωστά στην Αιτήτρια από 27/06/2007 ήτοι 12 χρόνια πριν την καταχώριση της Αίτησης και θα μπορούσαν πολύ εύκολα να περιέλθουν στην γνώση της Αιτήτριας εάν αυτή επιδείκνυε την απαραίτητη και την εύλογη επιμέλεια. Η Αιτήτρια όφειλε και μπορούσε αν επιθυμούσε να καταχωρήσει την Αίτηση αμέσως μετά την καταχώρηση της Αγωγής και όχι να αφήσει να παρέλθουν αδικαιολόγητα άλλα 7 χρόνια για να προωθήσει την Αίτηση με το πρόσχημα ότι δήθεν πληροφορήθηκε για τη δήθεν «καταδολιευτική μεταβίβαση» το Φεβρουάριο του 2018, ως ισχυρίζεται ο Χριστοφόρου στην παράγραφο 26 της Ένορκής του Δήλωσης ενώ αυτό θα μπορούσε να το μάθει από το 2007, δηλαδή 12 χρόνια πριν με μια απλή έρευνα στο Κτηματολόγιο.
Ο δε XXXXX Έλληνας παραθέτει τα δικά του γεγονότα στην ένορκή του δήλωση και είναι τα εξής:
Βεβαίως τα γεγονότα που αναφέρονται ήδη στην ένορκη δήλωση του Κώστα Κίρκου δεν θα τα επαναλάβω.
Η Αιτήτρια δεν επέδωσε την παρούσα Αίτηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ούτως ώστε να λάβουν γνώση, να έχουν δικαίωμα δικονομικής παράστασης (locus standi) και να έχουν την ευκαιρία να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να ενστούν στην έκδοση των παρεμπιπτόντων διαταγμάτων τα οποία αν εκδοθούν θα επηρεάσουν άμεσα και καταλυτικά τα ακίνητα ιδιοκτησίας τους, τα δικαιώματά τους και τα συμφέροντά τους επ’ αυτών.
Το παρεμπίπτον διάταγμα υπ’ αρ. 1 επί της Αίτησης δεν μπορεί να εκδοθεί εναντίον του καθότι δεν έχει κανένα δικαίωμα επ’ αυτού.
Το εν λόγω πωλητήριο συμβόλαιο ημερομηνίας 16/02/2007 κατατέθηκε στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας με αριθμό φακέλου στο κτηματολόγιο με αριθμό 1/ΠΩΕ/1161/2007.
Αφορά το πωλητήριο έγγραφο που υπεγράφη από αυτόν ως αγοραστή και την CHAPS PROPERTY DEVELOPERS LIMITED και τη XXXXX ΜΙΧΑΗΛIΔΟΥ ως πωλητές για την αγορά από αυτόν του διαμερίσματος υπ’ αρ. XXXXX επί κτηρίου στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής στο Στρόβολο (το «Διαμέρισμα») που κατασκευάστηκε από τους πωλητές έναντι του συνολικού ποσού των Λ.Κ.270.000 (το «Αγοραπωλητήριο»).
Κατά ή περί την 01/03/2010 έλαβε από την Μarfin Popular Bank Public Ltd, ως ήταν τότε, δάνειο με αριθμό λογαριασμού ημερομηνίας XXXXX1426 για το ποσό των €337.000 (το «Δάνειο») με στόχο την εξόφληση άλλου δανείου που είχε με την εν λόγω τράπεζα.
Μια εκ των εξασφαλίσεων εξ όσων φαίνεται στην ίδια την Συμφωνία Δανείου ήταν η εκχώρηση του εν λόγω Αγοραπωλητηρίου προς όφελος της Μarfin Popular Bank Public Ltd. Η εν λόγω εκχώρηση κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο και θα μπορούσε να την πληροφορηθεί από το 2010 η Ενάγουσα με μια απλή έρευνα. Σημειώνεται ότι την εν λόγω εκχώρηση η Αιτήτρια την παρουσιάζει στην ένορκη της δήλωση παραπλανητικά ως «δόλια μεταβίβαση».
Κατά η περί τις 02/11/2018 και με στόχο να εξοφλήσει όλες τις εναπομείνασες υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ η οποία πλέον ανέλαβε τα δάνεια της Μarfin Popular Bank Public Ltd μετά την εξυγίανση της τελευταίας, πώλησε το εν λόγω ακίνητο με την έγκριση της Τράπεζας, προς όφελος της εταιρείας UMOCIA LTD έναντι του αντιτίμου των €200.000 το οποίο και κατέβαλε η εν λόγω εταιρεία δυνάμει Συμφωνίας εκχώρησης των δικαιωμάτων του τα οποία απορρέουν από το Αγοραπωλητήριο.
Δικαιούχος όλων των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτό είναι η εταιρεία UMOCIA LTD η οποία είναι καλόπιστος τρίτος αγοραστής και η οποία ουδεμία σχέση έχει με την Αγωγή που σχετίζεται η παρούσα Αίτηση.
Οι εν λόγω συμφωνίες που αναφέρονται ανωτέρω, έγιναν γνήσια, ειλικρινά και νόμιμα χωρίς καμία πρόθεση να αποξενωθεί οποιαδήποτε περιουσία στην οποία η Αιτήτρια ούτως η άλλως, δεν είχε κανένα συμφέρον.
Ο Εναγόμενος 3, XXXXX Κίρκος καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση στα γεγονότα της οποία θα κάμω αναφορά εάν χρειασθεί. Το ίδιο και όσον αφορά τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του XXXXX Έλληνα.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις. Ειδική αναφορά θα γίνει αν και εφόσον χρειασθεί.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Η ακρόαση της Αίτησης έγινε με βάση το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων.
Στην απόφαση Iacovou Brothers (Constr.) Ltd ν Fashionwise Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. σελ. 1377, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Είναι ορθό ότι σε περιπτώσεις αιτήσεων που οι ισχυρισμοί του αιτητή αμφισβητούνται ο αιτητής θα πρέπει να προσκομίσει προφορική μαρτυρία για να αποσείσει το σχετικό βάρος που έχει για την απόδειξη των ισχυρισμών του (Ίδε Krashias Shoe Factory Ltd ν Adidas Sportschuhfabriken Adi Dossier K.G. (1989) 1(E) Α.Α.Δ. 750 και Louis Vuitton ν Dermosak Ltd and Orphanidou (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453). Ο αιτητής μπορεί να αποσείσει το σχετικό βάρος της απόδειξης είτε με την παράθεση της δικής του μαρτυρίας είτε με την αποκάλυψη στοιχείων που προκύπτουν από την αντεξέταση στην οποία υποβάλλει τα πρόσωπα τα οποία έχουν προβεί σε ένορκες δηλώσεις εκ μέρους του καθ' ου η αίτηση. Επισημαίνουμε ότι με την πρόσφατη τροποποίηση του Κανονισμού 4 της Διαταγής 48 (Ίδε ο περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Διαδικαστικός Κανονισμός του 1999) η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται με βάση τα γεγονότα που περιέχονται στις ένορκες δηλώσεις με δυνατότητα αντεξέτασης».
Συνεπώς το Δικαστήριο θα βασιστεί στα γεγονότα όπως αυτά περιέχονται στις ένορκες δηλώσεις, λαμβανομένου υπόψη του βάρους απόδειξης των ισχυρισμών εκάστου των δύο Μερών.
Η νομολογία επί των προσωρινών διαταγμάτων είναι πασίγνωστη και το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, έχει αναλυθεί με σαφήνεια στην υπόθεση Οδυσσέως ν. Pieris Estates Ltd (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, η ικανοποίηση δε των τριών κριτηρίων που τίθενται ως προϋποθέσεις αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα του Δικαστηρίου πριν δυνηθεί να περάσει στην εξέταση του ισοζυγίου της ευχέρειας, με τη συνεκτίμηση όλων των σχετικών παραγόντων.
Το άρθρο 32(1) του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, προβλέπει την εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει απαγορευτικό διάταγμα όταν κρίνει τούτο δίκαιο ή πρόσφορο με βάση τις περιστάσεις της υπόθεσης που είναι ενώπιον του. Προκειμένου δε για παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα θα πρέπει σύμφωνα με την επιφύλαξη στο ίδιο άρθρο να ικανοποιηθεί επιπρόσθετα ότι συντρέχουν και οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση κατά την κυρίως δίκη.
β) Ότι υπάρχει πιθανότητα ο ενάγοντας να δικαιούται σε θεραπεία και
γ) Ότι εκτός εάν εκδοθεί το παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος ικανοποιείται με αναφορά στα καταχωρημένα δικόγραφα για την αποκάλυψη μιας συζητούμενης υπόθεσης, ενώ το δεύτερο κριτήριο ικανοποιείται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης και σχετίζεται με την ένδειξη ή παρουσίαση μίας ορατής πιθανότητας επιτυχίας. Τα δύο αυτά κριτήρια είναι σε κάποιο βαθμό αλληλένδετα και θα μπορούσε να λεχθεί ότι ενώ το πρώτο κριτήριο εξετάζεται σε συσχετισμό με τη νομική θεμελίωση της αξίωσης, το δεύτερο προχωρεί ένα ακόμη βήμα συσχετίζοντας τη νομική αυτή θεμελίωση με την προσφερόμενη μαρτυρία για την πραγματική θεμελίωση της αγωγής επί των γεγονότων. Αν ο αιτητής είναι σε θέση να δείξει κάτι πέρα από την απλή πιθανολόγηση αλλά λιγότερο από το βαθμό του ισοζυγίου των πιθανοτήτων θεωρείται ότι ικανοποιεί το δεύτερο αυτό κριτήριο.
Το τρίτο κριτήριο ικανοποιείται όπου οι αποζημιώσεις θεωρούνται ότι δεν αποτελούν ικανοποιητική θεραπεία. Με δεδομένο ότι η θεραπεία του προσωρινού διατάγματος ανάγεται κατ’ εξοχή στο δίκαιο της επιείκειας, αν η αποτίμηση σε χρήμα μπορεί να γίνει εύλογα, τότε η έκδοση του ή η διατήρησή του σε ισχύ, αποκλείεται. Ακόμη και ασυνήθης δυσκολία στην εκτίμηση των ζημιών δεν δικαιολογεί κατ’ ανάγκην την έκδοση διατάγματος όπως έχει υποδείξει η υπόθεση ΚΟΤ ν. Θεωρή (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 255.
Η διαδικασία ακρόασης ενός προσωρινού διατάγματος γίνεται μέσα στην περιορισμένη σφαίρα της εξέτασης του ερωτήματος κατά πόσο νομότυπα από πλευράς διαδικασίας προωθήθηκε το αίτημα, καθώς και σε σχέση με το υπόβαθρο των γεγονότων που περιβάλλουν την αίτηση, με γνώμονα τη συσχέτιση τους με τα τρία κριτήρια και το ισοζύγιο της ευχέρειας, αλλά το Δικαστήριο δεν προχωρεί στην κατάληξη συμπερασμάτων αναφορικά με την πλήρη εξέταση είτε του πραγματικού είτε του νομικού καθεστώτος της υπόθεσης, δεδομένου ότι, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Jonitexo v. Adidas (1984) 1 Α.Α.Δ. 263, αυτό εμπίπτει στη σφαίρα εξέτασης του Δικαστηρίου που εκδικάζει την ουσία της ιδίας της αγωγής. Τα ίδια λέχθηκαν και στην υπόθεση Γρηγορίου ν. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, 269–70.
Επιστρέφοντας στην πρώτη προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 32 του Ν.14/60 και λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης όπως διαφαίνονται από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, υπενθυμίζοντας ότι η πρώτη προϋπόθεση αφορά τη νομική θεμελίωση της αξίωσης της Αιτήτριας, βρίσκω ότι η διαφορά των διαδίκων, η αξίωση της Ενάγουσας εδράζεται σε δύο συμφωνίες, η μία συμφωνία πιστωτικών διευκολύνσεων και η άλλη δανείου ημερομηνίας 27/06/2007, τις οποίες υπέγραψαν οι Εναγόμενοι ως Πρωτοφειλέτες με το ποσό των διευκολύνσεων να ανέρχεται συνολικά σε Λ.Κ.7.341.485 (€12.543.671,85) με συγκεκριμένο και καθορισμένο τρόπο αποπληρωμής. Τα εν λόγω δάνεια είχαν χορηγηθεί χωρίς να ζητηθούν οποιεσδήποτε εξασφαλίσεις ενώ σκοπός τους ήταν η αποπληρωμή των ήδη υφιστάμενων υποχρεώσεων των εναγομένων προς τους Αιτητές (αναδιάρθρωση τρόπο τινά). Σκοπός της αναδιάρθρωσης ήταν να δοθεί αρκετός χρόνος στους Εναγόμενους ούτως ώστε να είναι σε θέση να εξοφλήσουν όλα τα οφειλόμενα προς τους Αιτητές ποσά. Οι Εναγόμενοι και πάλι δεν συμμορφώθηκαν με την απαίτηση των Αιτητών και ως εκ τούτου οι Αιτητές με επιστολές τους ημερομηνίας 08/06/2012, τερμάτισαν όλες τις Συμφωνίες Πιστωτικών διευκολύνσεων και απαίτησαν την πλήρη εξόφληση των ποσών που οφείλονταν δυνάμει των δύο συμφωνιών. Ούτε με τις επιστολές τερματισμού συμμορφώθηκαν και ουδέν ποσό κατέβαλαν είτε έναντι είτε προς εξόφληση των υποχρεώσεών τους με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας Αγωγής.
Η επόμενη προϋπόθεση αφορά στο κατά πόσο υπάρχει πιθανότητα η Αιτήτρια να δικαιούται σε θεραπεία. Είναι φανερό ότι για την προϋπόθεση αυτή απαιτείται κάτι διαφορετικό αλλά και κάτι περισσότερο υπό μορφή απόδειξης από προηγουμένως. Θα πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι η υπόθεση του Αιτητή έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας (βλ. Οδυσσέως ν. Pieris Estates (1982) 1 C.L.R. 557). Ανατρέχει για το σκοπό αυτό στη μαρτυρία η οποία έχει προσαχθεί με τη μορφή εγγράφων ενόρκων δηλώσεων, όχι βέβαια για να προβεί σε ευρήματα γεγονότων αλλά για να διαπιστώσει τη δυναμική της ήτοι κατά πόσο υπάρχει ορατή πιθανότητα η μαρτυρία στο σύνολό της να μπορεί να αποδώσει στο τέλος της ημέρας τη θεραπεία την οποία επιδιώκει η Αιτήτρια με την αγωγή της. Η Αιτήτρια παρουσιάζοντας έγγραφη μαρτυρία και με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση βοήθησε το Δικαστήριο στο να διαπιστώσει ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα η μαρτυρία στο σύνολό της να μπορεί να αποδώσει στο τέλος της ημέρας τη θεραπεία την οποία επιδιώκει η Αιτήτρια-Ενάγουσα με την Αγωγή της. Σίγουρα η Καθ΄ ης η Αίτηση αμφισβητεί την αξίωση της Αιτήτριας. Αυτά όμως είναι θέματα τα οποία θα αποφασίσει το Δικαστήριο στα πλαίσια της αγωγής.
Σε σχέση με τις δύο πρώτες προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες για την έκδοση προσωρινού διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του Ν.14/60 έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και επίσης ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας η Αιτήτρια να δικαιούται σε θεραπεία.
Στην απόφαση, στην υπόθεση C. PHASARIAS (AUTOMOTIVE CENTRE) LIMITED v. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λίμιτεδ (2001) 1 Α.Α.Δ. σελ. 785, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η απαίτηση του άρθρου 5 να υπάρχει πιθανότητα «να εμποδιστεί ο Ενάγων στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που τυχόν θα εκδοθεί υπέρ του» αν δεν εκδοθεί το παρεμπίπτον διάταγμα, ουσιαστικά αντιστοιχεί προς την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, όπως αυτή ερμηνεύθηκε σε σχέση με παρεμπίπτοντα διατάγματα αυτής της φύσης. Δηλαδή τη δυσκολία ή αδυναμία απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Και συνεχίζει το Δικαστήριο στην ίδια απόφαση και λέγει τα εξής:
«Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως αναδύεται ως ανάγκη η προσαγωγή μαρτυρίας για πράγματι πρόθεση του εναγόμενου για αποξένωση ή επιβάρυνση. Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μην ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία. (Βλ. Lakatamitis (ανωτέρω) στη σελ. 525). Έχουμε υπόψη την Κυριάκος Παναγιώτου ν. Σταυρινή Κολλάτου, Πολ. Εφ. 10274, ημερομηνίας 10.9.99. Εκεί έγινε αναφορά σε πρόθεση αποξένωσης αλλά αυτή ήταν η μαρτυρία που υπήρχε και δεν απασχόλησε τέτοιο θέμα. Όπως δε εξηγήθηκε στην απόφαση του Λοϊζου Π. Στην Ζεμενίδης (ανωτέρω) εκδίδεται το διάταγμα «ώστε να αποφευχθεί τέτοια αποξένωση ως αποτέλεσμα της οποίας να μη μπορεί να ικανοποιηθεί ο ενάγων». Τα ίδια και στην Τσιολάκκη και άλλη (ανωτέρω). Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Πική Δ., όπως ήταν τότε, στη σελίδα 785, εκείνο που απαιτείται είναι «η πιθανότητα παρεμβολής εμποδίου (hindered) στην ικανοποίηση απόφασης η οποία ήθελε εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος».
Απονομή πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι μόνο η επιτυχία έκδοσης απόφασης ως η έκθεση απαίτησης. Απονέμεται πλήρης δικαιοσύνη όταν, ο Ενάγοντας ή η Αιτήτρια στην παρούσα υπόθεση, κατορθώσουν να απολαύσουν τους καρπούς της επιτυχίας σε μια δικαστική απόφαση. Τέτοιος κίνδυνος, δηλαδή να μην απολαύσουν τους καρπούς της επιτυχίας τους σε περίπτωση έκδοσης υπέρ τους απόφασης θα υπάρχει σε περίπτωση που το Δικαστήριο αρνηθεί την έκδοση διατάγματος.
Στην απόφαση Καλογήρου ν. C.C.F. Credit Capital Finance Ltd (2005) 1 Α.Α.Δ. σελ. 1237, στη σελ. 1245, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Είναι γεγονός ότι δεν εξειδικεύονται λεπτομέρειες σε σχέση με τον τρόπο της απειλής. Ο ισχυρισμός, όμως, περί απειλής δε θα πρέπει να εκτιμηθεί κατά απομόνωση αλλά σε συσχετισμό με την αλλαγή των σχέσεων των μερών, η οποία επήλθε με τον τερματισμό της σύμβασης. Ο κίνδυνος αποξένωσης, με τον τερματισμό της σύμβασης, κατέστη υπαρκτός και η ανάγκη παρεμπόδισης πιθανής επίδρασης στην ικανοποίηση τυχόν απόφασης από την αποξένωση δικαιολογημένη. Ορθά νομίζουμε το Δικαστήριο, μέσα στο σύνολό των πιο πάνω, άσκησε τη διακριτική του εξουσία και εξέδωσε το διάταγμα.».
Σίγουρα επήλθε αλλαγή των σχέσεων των μερών η οποία επήλθε μετά τον τερματισμό των συμφωνιών και την καταχώριση της αγωγής.
Με την πώληση ή επιβάρυνση ή την αποξένωση των συγκεκριμένων ακινήτων είναι πιθανόν να εμποδιστεί η Αιτήτρια στην ικανοποίηση της απόφασης που τυχόν θα εκδοθεί υπέρ της. Θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. Απονομή πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι μόνο η επιτυχία έκδοσης απόφασης στην Αγωγή. Απονέμεται πλήρης δικαιοσύνη όταν ο Ενάγων, κατορθώσει να απολαύσει τους καρπούς της επιτυχίας σε μια δικαστική απόφαση.
Αναμφίβολα έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ανακύπτει η ανάγκη παροχής κάποιας εξασφάλισης στην Αιτήτρια με την οποία να αποτρέπεται η πιθανότητα να καταστεί δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί, στην περίπτωση της, πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Μπορεί οι Καθ΄ ων η Αίτηση, σε περίπτωση που δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, χωρίς να δώσουν λογαριασμό σε κανένα να αποξενώσουν ή μεταβιβάσουν τα συγκεκριμένα ακίνητα και να μην μπορεί να ικανοποιηθεί η απόφαση που ήθελε εκδοθεί στο τέλος εναντίον τους.
Όσον αφορά το Αιτητικό 1 το επίδικο ακίνητο, το εν λόγω αγοραπωλητήριο έγγραφο μπορεί να έχει εκχωρηθεί δυνάμει σύμβασης εκχώρησης αλλά αυτό δεν εμποδίζει την έκδοση του διατάγματος. Κάθε εμπράγματο βάρος έχει σειρά προτεραιότητας. Εξάλλου μπορεί μια συμφωνία εκχώρησης να ακυρωθεί ανά πάσα στιγμή.
Όσον αφορά το Αιτητικό 2, εκτός του ότι δεν ζητείται κάτι συγκεκριμένο για έκδοση διατάγματος, αφού το αιτητικό έχει συνταχθεί ως εξής «Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο με το οποίο να απαγορεύει και/ή εμποδίζει τον Εναγόμενο 3/Καθ’ ου η Αίτηση 3 και/ή τους αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή υπηρέτες και/ή και/ή την σύζυγο του και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει και/ή εκμεταλλεύεται και/ή έχουν εγγραφεί εκ μέρους και για λογαριασμό του τα πιο κάτω Ακίνητα:», χωρίς να εξειδικεύει τι ακριβώς ζητά. Η σύζυγος του Εναγόμενου 3 δεν είναι διάδικος στην Αγωγή. Δεν της επιδόθηκε η παρούσα Αίτηση. Η μεταβίβαση των ακινήτων στο όνομά της έγινε στις 24/10/2007 και η Αγωγή καταχωρήθηκε το 2012, μετά από πέντε χρόνια. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε προσδοκόμενο δικαίωμα επί της περιουσίας της από τον Εναγόμενο 3, σύζυγό της. Η Ενάγουσα δεν είναι εξ αποφάσεως πιστωτής. Οι Ενάγοντες ίσως θα έπρεπε να προβούν σε άλλα δικονομικά διαβήματα και μάλιστα ορισμένα μετά την έκδοση τυχόν υπέρ τους απόφασης για ακύρωση καταδολιευτικών μεταβιβάσεων.
Συνεπώς το Αιτητικό 2 θα απορριφθεί.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, βρίσκω ότι και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 ικανοποιείται αναφορικά με τα Αιτητικά 1, 3 και 4.
Το άρθρο 32 αναφέρει ρητά ότι θα πρέπει να ικανοποιούνται και οι τρεις προϋποθέσεις που θέτει χωρίς οποιαδήποτε εξαίρεση (βλ. Παναγίδου ν. Παναγίδου κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 396, 402).
Όσον αφορά την ικανοποίηση του ισοζυγίου της ευχέρειας, ενόψει των όσων έχουν λεχθεί, είναι σαφές ότι το ισοζύγιο κλίνει υπέρ της Αιτήτριας στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης όσον αφορά τα Αιτητικά 1, 3 και 4. Η αξίωση της Αιτήτριας παρουσιάζεται ως ικανοποιούσα τα σχετικά κριτήρια της νομολογίας και του Νόμου και έτσι είναι επάναγκες να εκδοθούν τα διατάγματα αυτά ούτως ώστε σε περίπτωση που εκδοθεί υπέρ της Αιτήτριας απόφαση, να παρέχεται κάποια εξασφάλιση.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, εκδίδεται διάταγμα ως οι παράγραφοι 1, 3 και 4 της Αίτησης.
Όσον αφορά το Αιτητικό με αριθμό 2 απορρίπτεται.
Επιδικάζονται €2.000 έξοδα υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση–Εναγομένων 1, 2 και 3, τα οποία να πληρωθούν στο τέλος.
(Υπ.) ……………………………
Γ. Στυλιανίδης, Π.Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΜΗ