ECLI:CY:EDLEF:2022:A137
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Χ. Β. Χαραλάμπους, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 2486/21
Μεταξύ:
Notesco Financial Services Limited
Εναγόντων
και
ISX Financial EU PLC
Εναγομένων
Αίτηση ημερ. 8.11.21 υπό Ενάγουσας για Παγοποίηση, Πληροφορίες και Φίμωση
Ημερομηνία: 10 Μαρτίου 2022
Ε Μ Φ Α Ν Ι Σ Ε Ι Σ:
Για Ενάγουσα: κ. Χ. Χριστοφόρου και Ν. Τσαρδελλής, για Ηλίας Νεοκλέους και Σία ΔΕΠΕ
Για Εναγόμενη: κ. Σ. Κάσινος, για Γεωργιάδης και Πελίδης ΔΕΠΕ
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κατόπιν μονομερούς αίτησης υποστηριζόμενης από ένορκη δήλωση της επικεφαλής του Νομικού Τμήματος και Συμμόρφωσης της, η Ενάγουσα εξασφάλισε διατάγματα:
- Παγοποίησης (freezing) ποσού €200.000 σε συγκεκριμένο λογαριασμό ή λογαριασμούς που διατηρεί η Venus Exchange Services OU (εφεξής «Venus») εξ Εσθονίας στην Εναγομένη (Αιτητικό Β).
- Φίμωσης (gagging order) απαγορεύοντος την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενημέρωση της ως άνω εταιρείας και ή σχετιζόμενων προσώπων για την παρούσα διαδικασία (Αιτητικό Γ).
- Διατήρησης πληροφοριών, δεδομένων και εγγράφων τα οποία σχετίζονται με τη Venus (Αιτητικό Δ).
Περαιτέρω διετάχθη η επίδοση όσον αφορά το υπόλοιπο μέρος της αίτησης και συγκεκριμένα για το αιτητικό Α ήτοι για Διάταγμα Αποκάλυψης Πληροφοριών Τύπου Norwich Pharmacal και για το αιτητικό Ε για Άδεια Χρήσης τέτοιων πληροφοριών.
Στην εν λόγω υποστηρικτική ένορκη δήλωση της η κα Καναρίνη αναφέρει μεταξύ άλλων:
- Ότι άγνωστα πρόσωπα υποδυόμενα υπάλληλους της Ενάγουσας καλούν επενδυτές όπως μεταφέρουν χρήματα τους κατατεθειμένα σε άλλη εταιρεία (τύπου forex) σε συγκεκριμένο λογαριασμό τον οποίο διατηρεί κάποια εταιρεία Venus Exchange Services OU στην Εναγόμενη εταιρεία.
- Ότι λόγω του μεγάλου όγκου των συναλλαγών παγκοσμίως μέσω των εταιρειών forex (όπως και η Ενάγουσα), έχουν παρεισφρήσει στη βιομηχανία αυτή εγκληματικά στοιχεία.
- Ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξέδωσε σχετικές προειδοποιητικές ανακοινώσεις (Τεκμήρια 5, 6, 7).
- Ότι η Ενάγουσα έλαβε πρόσφατα πληροφορίες από διάφορους επενδυτές για οκτώ περιστατικά στα οποία όλα τα θύματα αφενός φαίνεται να ήταν επενδυτές μέσω κάποιας X-Markets και αφετέρου έλαβαν ηλεπιστολές (e-mails) από δήθεν υπαλλήλους της Ενάγουσας, οι οποίοι ζητούσαν από τα θύματα να προβούν σε κάποιες ενέργειες όπως τη χορήγηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων και να διενεργήσουν πληρωμές σε λογαριασμούς τους οποίους υπεδείκνυαν οι απατεώνες. Τα οκτώ αυτά περιστατικά αναλύει η κα Καναρίνη στη συνέχεια της δήλωσης της.
- Ότι στο πέμπτο περιστατικό προέκυψε η σύνδεση με την Κύπρο αφού οι απατεώνες έδωσαν στο θύμα (κ. Geyer) στοιχεία του λογαριασμού τον οποίο διατηρεί η Venus στην Εναγόμενη, ζητώντας του να καταβάλει πρώτα εκείνος την αμοιβή δήθεν της Ενάγουσας ύψους €18.520, δίδοντας του και κάποιου είδους εγγυητήριο δήθεν της Ενάγουσας. Για όλα αυτά το θύμα ενημέρωσε την Ενάγουσα, ζητώντας το υπόλοιπο των κατατεθειμένων στην ίδια χρημάτων του (Τεκμήρια 18-20).
- Ότι η Ενάγουσα κατήγγειλε το θέμα στον διεθνή οργανισμό ICANN στις 22.10.21 αλλά παρόλα αυτά εξακολουθεί να λαμβάνει παράπονα από εξαπατημένους, οι οποίοι βλέποντας το λογότυπο της στην αλληλογραφία των απατεώνων πέφτουν στην παγίδα τους (Τεκμήρια 32-34).
- Ότι η ζημιά την οποίαν ενδέχεται να υποστεί η Ενάγουσα είναι ανυπολόγιστη και ότι προτίθεται να απαιτήσει αποζημιώσεις εναντίον των αδικοπραγούντων.
Ένσταση
Η Εναγόμενη προέβαλε επτά λόγους προς απόρριψη της αίτησης. Αυτοί συνοψίζονται στο ότι λόγω απορρήτου η ίδια δεν μπορεί να αποκαλύψει, τα στοιχεία της Venus είναι γνωστά και ή διαθέσιμα στην Ενάγουσα, οι πληροφορίες έπρεπε να ζητηθούν από τη Venus την οποία έπρεπε να αφορά το διάταγμα παγοποίησης και ότι αυτό σε συνδυασμό με τη φίμωση προκαλεί σοβαρά προβλήματα.
Στην υποστηρίζουσα την ένσταση ένορκη δήλωση της η γραμματέας της Εναγομένης κα Παφίτη προβάλλει μεταξύ άλλων:
- Ότι Εναγόμενη έλαβε από 18.6.18 άδεια για υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος και πληρωμών βάσει των σχετικών νόμων 81(Ι)/12 και 31(Ι)/18.
- Ότι η Εναγόμενη δεσμεύεται από συμβατική υποχρέωση εμπιστοσύνης και εχεμύθειας προς τους πελάτες της καθώς και τήρησης τραπεζικού απορρήτου ενώ οι πληροφορίες περιέχουν και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα βάσει του Ν.125(Ι)/18, οπότε η ίδια δεν είναι σε θέση να παράσχει τις πληροφορίες εκτός εάν κάτι τέτοιο διαταχθεί από το δικαστήριο.
- Ότι προτού οριστικοποιηθεί η παγοποίηση θα πρέπει να δοθεί στη Venus δικαίωμα ακρόασης.
- Ότι ο πελάτης της Εναγομένης (η Venus) προσπαθεί επανειλημμένως να μάθει τι συμβαίνει (Τεκμήριο 1) και δεν μπορούν να ενημερώσουν λόγω του διατάγματος φίμωσης.
Νομική Πτυχή
Πριν από την ειδικότερη ενασχόληση με τη νομική πτυχή θα πρέπει να σημειωθεί ότι πράγματι δεν εγείρεται οποιαδήποτε αξίωση εναντίον της ίδιας της Εναγομένης. Αντιθέτως η Ενάγουσα ξεκαθαρίζει πολύ νωρίς στην ένορκη δήλωση της ότι δυνάμει των υφιστάμενων πληροφοριών η Εναγόμενη δεν φαίνεται να έχει διαπράξει οτιδήποτε μεμπτό ή να συμμετέχει στην απάτη. Το ουσιωδέστερο είναι πως αυτές καθ’ εαυτές οι αξιώσεις στην οπισθογράφηση του κλητηρίου αφορούν μόνο ζητήματα παροχής πληροφοριών με τη χρήση διαταγμάτων Norwich Pharmacal. Είναι στη βάση αυτή που είχαν εγκριθεί μονομερώς τα Διατάγματα Διατήρησης Στοιχείων και Φίμωσης.
Τα διατάγματα τύπου Norwich Pharmacal καθιερώθηκαν ευρύτερα μετά την ομώνυμη υπόθεση Norwich Pharmacal Co and Others v. Commissioners and Custom Excise (1973) 2 All E.R.943 και έχουν στον πυρήνα τους την επιβολή καθήκοντος χορήγησης πληροφοριών και αποκάλυψης ονομάτων αδικοπραγούντων. Όπως είχε εξηγήσει ο Δικαστής Ναθαναήλ στην Avila Management Services Ltd κ.ά. ν. Frantisek Stepanek κ.ά. (2012) 1(Β) Α.Α.Δ.1403, η πιο πάνω αρχή επεκτάθηκε αργότερα:
- Με την P v. T Ltd (1997) 1 WLR 1309 ούτως ώστε ο ενάγων να δύναται να χρησιμοποιήσει τους καρπούς της αποκάλυψης για έγερση αγωγής εναντίον τρίτου προσώπου έστω και αν δεν θα μπορούσε να διακριβωθεί χωρίς τις δοθείσες πληροφορίες κατά πόσο το τρίτο αυτό πρόσωπο διέπραξε αδίκημα εναντίον του ενάγοντος.
- Με την Ashworth Hospital Authority v. MGN Ltd (2002) UKHL 29 στην οποία αποφασίστηκε πως η εξουσία αυτή, στο δίκαιο της επιείκειας, είναι γενικής φύσεως, εφαρμόσιμη οποτεδήποτε ένα πρόσωπο (εις βάρος του οποίου διατάσσεται η αποκάλυψη), αναμίχθηκε σε παράνομες ενέργειες που επεμβαίνουν και παραβιάζουν τα δικαιώματα του ενάγοντος και δεν περιορίζεται στην αποκάλυψη του αδικοπραγήσαντος εναντίον τρίτου προσώπου μόνο σε υποθέσεις αστικών αδικημάτων. Όπως προστίθεται, στην πορεία η δικαιοδοσία μετεξελίχθηκε ούτως ώστε πλέον είναι δυνατή και η συλλογή διαφόρων σχετικών πληροφοριών.
- Με την Carlton Film Distributors Ltd v. VCI Plc (2003) EWHC 616 ούτως ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή της (αρχής) σε προτιθέμενη αγωγή παραβίασης συμβατικών υποχρεώσεων, π.χ. η αποκάλυψη πληροφοριών από τρίτο συνεργαζόμενο με τον μελλοντικό εναγόμενο, ούτως ώστε ο ενάγων να είναι σε θέση να διαμορφώσει με ακρίβεια την αξίωση του.
Όπως και στην Avila (άνω) αναφέρεται, οι προϋποθέσεις εξέτασης και έκδοσης διατάγματος Norwich Pharmacal συνοψίστηκαν στη Mitsui & Co Ltd v. Nexen Petroleum UK Ltd (2005) EWHC 625 ως εξής (σε ελεύθερη μετάφραση):
(i) πρέπει να έχει διαπραχθεί ή πιθανότατα να έχει διαπραχθεί κάποια αδικοπραξία από κάποιο τελικό αδικοπραγούντα.
(ii) πρέπει να υπάρχει ανάγκη για διάταγμα ούτως ώστε να καθίσταται δυνατή η έγερση αγωγής εναντίον του τελικού αδικοπραγούντος και
(iii) το πρόσωπο εναντίον του οποίου επιδιώκεται το διάταγμα πρέπει:
(α) να έχει αναμειχθεί κατά τρόπο που να έχει διευκολύνει την αδικοπραξία και
(β) να είναι σε θέση ή πιθανώς σε θέση να παράσχει τις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες θα καταστήσουν δυνατή την έγερση αγωγής εναντίον του αδικοπραγούντος.
Όπως καταλήγει ο Δικαστής Ναθαναήλ στην πιο πάνω υπόθεση Avila:
«Βεβαίως, η δυνατότητα έκδοσης του διατάγματος τελεί πάντοτε υπό την αίρεση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου το οποίο δεν θα ικανοποιήσει το αίτημα εάν οι πληροφορίες μπορούν να ληφθούν με κάποιο άλλο διαθέσιμο τρόπο ή το Δικαστήριο δεν πεισθεί ότι υπάρχει πράγματι πρόθεση έγερσης αγωγής εναντίον του αδικοπραγούντος. Περαιτέρω, το Δικαστήριο θα ζυγίσει παράγοντες όπως τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς του κατ' ισχυρισμόν αδικοπραγούντος, (Interbrew SA v. Financial Times Ltd The Times 4.1.2002). Το ζητούμενο δεν είναι η ευκολία ή η επιθυμία λήψης των πληροφοριών, αλλά η αναγκαιότητα του όλου εγχειρήματος. Εάν υπάρχουν γεγονότα τα οποία χρήζουν διερεύνησης κατά τη δίκη, δεν θεωρείται πρέπον να εκδοθεί διάταγμα τύπου Norwich Pharmacal επί αιτήματος πριν την ίδια τη δίκη. Το διάταγμα δεν αποσκοπεί στην απλή ικανοποίηση της λήψης στοιχείων για σκοπούς περιέργειας».
Διευκρινίζεται τέλος πως για την έκδοση διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal προϋποτίθεται, πέραν των πιο πάνω ειδικότερων προϋποθέσεων, απαραιτήτως και πάλι η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 32, όπως και η εξέταση του ισοζυγίου της ευχέρειας.
Στην παρούσα περίπτωση αυτό το οποίο διαφαίνεται μέσα από τα περιγραφόμενα οκτώ περιστατικά είναι πως κάποιοι άγνωστοι, παρουσιαζόμενοί ως υπάλληλοι της Ενάγουσας, προσεγγίζουν επενδυτές ζητώντας τους ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα όπως ταυτότητα, διαβατήριο κ.λ.π. Στις πλείστες των περιπτώσεων η επικοινωνία έγινε με την πρόφαση ότι θα εγίνοντο πληρωμές προς τους επενδυτές και για αυτό ήταν απαραίτητα δήθεν τα πιο πάνω στοιχεία (περιστατικά υπ’ αρ.1,2,3 και 8), σε κάποια άλλα οι άγνωστοι ζήτησαν πρώτα να γίνουν εμβάσματα από τους επενδυτές (περιστατικά υπ’ αρ.4,5) ενώ σε δύο περιστατικά δεν είχαν δοθεί ακόμα σαφείς οδηγίες (περιστατικά υπ’ αρ.6,7).
Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι σε όλα τα περιστατικά οι άγνωστοι παρουσιάστηκαν ως υπάλληλοι ή εκπρόσωποι της Ενάγουσας ή της επωνυμίας υπό την οποία παρέχει τις υπηρεσίες της, ήτοι το όνομα «IronFX». Στις πλείστες όμως των περιπτώσεων πέραν του τρόπου δράσης δεν υπάρχει μέχρι στιγμής άμεση και σαφής μαρτυρία περί εμπλοκής καθ’ οιονδήποτε τρόπο της Venus ή εκπροσώπων της. Όπως και η Ενάγουσα αναγνωρίζει στην ένορκη δήλωση της (§24) η σύνδεση με την Κύπρο (και κατά συνέπεια με την Εναγομένη) προέκυψε από το περιστατικό υπ’ αρ.5 και τούτο επειδή οι άγνωστοι σε αυτή την περίπτωση έδωσαν, στον ανυποψίαστο επενδυτή, στοιχεία του λογαριασμού τον οποίο διατηρεί η Venus στην Εναγομένη εταιρεία, οπότε εκείνος προέβη σε καταβολή αμοιβής ύψους €18.520. Δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο συγκεκριμένο το οποίο να διασυνδέει επί του παρόντος τη Venus με τα υπόλοιπα περιστατικά. Άλλωστε όπως και η Ενάγουσα αναγνωρίζει το φαινόμενο της εμπλοκής εγκληματικών στοιχείων στις συναλλαγές παρόμοιας φύσης (forex) έχει λάβει διεθνείς διαστάσεις και οι επιτήδειοι είναι ιδιαίτερα ευρηματικοί.
Αναμφίβολα το ευρύτερο θέμα, της δόλιας χρήσης του ονόματος της Ενάγουσας από επιτήδειους αγνώστους είναι σοβαρό κα επιφέρει συνέπειες στη φήμη της, καθώς και συνεπακόλουθη ζημιά εάν το όνομα της αφεθεί να διασυνδεθεί με εξαπάτηση επενδυτών. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία πως θα δικαιούται σε θεραπεία σε περίπτωση επιτυχίας της σε σχετική αγωγή. Η δε πιθανότητα επιτυχίας σχετίζεται με τα στοιχεία τα οποία επιζητά να λάβει. Η Ενάγουσα θεωρεί ότι αυτός ή αυτοί οι άγνωστοι οι οποίοι συμμετέχουν στην εξαπάτηση έχουν στόχο το οικονομικό όφελος. Δεν αμφισβητείται ότι αφού χρησιμοποιούν τον λογαριασμό της Venus προφανώς έχουν και την εξουσία ή τον τρόπο να τα αποσύρουν από αυτόν μετά την κατάθεση τους από ανυποψίαστα θύματα. Πρόκειται για δραστηριότητα η οποία εάν αφεθεί να λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις τότε θα αυξηθούν τα περιστατικά με ανυπολόγιστη ζημιά στη φήμη και υπόληψη της Ενάγουσας. Υπ’ αυτή την έννοια συντρέχει και η τρίτη προϋπόθεση περί ανεπανόρθωτης ζημιάς.
Αναμφίβολα όμως συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις ως έχουν συνοψιστεί στην προαναφερθείσα υπόθεση Mitsui and Co Ltd δεδομένου ότι:
(i) Έχουν διαπραχθεί αδικοπραξίες αφού χρησιμοποιήθηκε χωρίς έγκριση και δολίως το όνομα της Ενάγουσας για να πειστούν τρίτα πρόσωπα επενδυτές.
(ii) Τουλάχιστον με βάση το πέμπτο περιστατικό (κ. Geyer), υπάρχουν ισχυρά στοιχεία τα οποία τείνουν να δείξουν ότι η εταιρεία Venus χρησιμοποιήθηκε από τους αδικοπραγούντες ως εταιρεία στην οποία να καταλήξει το έμβασμα από τον ανυποψίαστο επενδυτή-θύμα της δράσης αυτής. Ασφαλώς πίσω από αυτή ή και από άλλη εταιρεία η οποία τυχόν μεσολαβεί θα βρίσκονται κάποια φυσικά πρόσωπα ιθύνοντες όλης αυτής της δράσης, οι οποίοι και καρπούνται τα οφέλη από την εξαπάτηση και την απόσπαση των χρημάτων. Αυτοί οι ιθύνοντες είναι και οι τελικοί αδικοπραγούντες, οι οποίοι δεν μπορούν να εντοπιστούν εκτός εάν εκδοθεί διάταγμα προς τέτοια κατεύθυνση. Δεν διαφεύγει την προσοχή ότι στο Τεκμήριο 35 της αίτησης αναφέρονται δύο ονόματα (κ.Torsin – κ.Polyakov), ήτοι το ένα ως μέλος του Δ.Σ. και το άλλο ως πληρεξούσιος της Venus πλην όμως, όπως έχει λεχθεί, αναζητούνται τα πρόσωπα που έχουν σχέση με τις αδικοπραξίες και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτά ταυτίζονται με τον σύμβουλο ή τον πληρεξούσιο της Venus. Εξάλλου με το διάταγμα αναζητούνται τα πρόσωπα που εμπλέκονται στον ίδιο τον λογαριασμό και όχι γενικά και αόριστα οι εμπλεκόμενοι στην εταιρεία.
(iii) (α) Η Εναγόμενη ως αδειοδοτημένη από την Κεντρική Τράπεζα να παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικών πληρωμών έχει μεν εμπλακεί στη διαδικασία ως αθώο τρίτο μέρος το οποίο όμως διευκόλυνε το άνοιγμα, διατήρηση και λειτουργία του λογαριασμού στον οποίο κατατίθενται και από τον οποίο αργότερα λογικά διακινούνται τα χρήματα. Υπ’ αυτή την έννοια διευκόλυνε και τις αδικοπραξίες.
(β) Είναι επίσης δεκτό (στην αγόρευση) ότι η Εναγόμενη είναι σε θέση να παράσχει τις αιτούμενες πληροφορίες εάν διαταχθεί από το Δικαστήριο.
Όσον αφορά τη θέση της Εναγομένης περί ανάγκης προστασίας του απορρήτου στη σχέση εταιρείας – πελάτη, αρκεί να παραπέμψω στο ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Penderhil Holdings Ltd κ.ά. ν. Κλούκινα, Πολ. Έφ.319/11 κ.ά., ημερ. 13.1.14 τα οποία κρίνεται ότι ισχύουν κατ' αναλογίαν:
«Το δημόσιο συμφέρον το οποίο υπερέχει έναντι της εμπιστευτικής σχέσης Τράπεζας - πελάτη ή Πελάτη - παροχέα υπηρεσιών καθιερώθηκε στην Τournier ν. Νational Provincial and Union Bank of England Ltd (1923) All E.R. 550, στην οποία παραπέμπει και το Δικαστήριο. Στην τελευταία απόφαση η επιδίωξη σκοπού καταστολής δολίων πράξεων ή εγκλημάτων είναι στοιχείο που συνάδει με το δημόσιο συμφέρον και απαιτεί ή επιβάλλει αποκάλυψη. Το συμφέρον της δικαιοσύνης ως έκφανση του δημοσίου συμφέροντος υπερτερεί της προστασίας των εμπιστευτικών δεδομένων των αδικοπραγούντων. Η υπερίσχυση του δημοσίου συμφέροντος έναντι της αρχής της εμπιστευτικότητας, όπως προκύπτει από την αρχή του τραπεζικού απορρήτου, τονίστηκε, όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε, και στην Ι.Β.L. v. Planet (1990) J.L.R. 294. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το δημόσιο συμφέρον υπερέχει έναντι της αρχής του απορρήτου όταν σκοπείται η αποκάλυψη πληροφοριών ή δεδομένων που αφορά σε δόλιες πράξεις ή εγκληματικές συμπεριφορές όπως και στην υπό κρίση υπόθεση αποδίδονται στους εφεσείοντες. Σε πιο πρόσφατη υπόθεση Omar v. Omar (1995) 1 W.L.R. 1428, το Δικαστήριο επέτρεψε τη χρήση των εγγράφων όχι μόνο για τους σκοπούς της αξίωσης των εναγόντων για εντοπισμό των περιουσιακών τους στοιχείων αλλά και για άλλες απαιτήσεις με παράλληλες αγωγές σε άλλες χώρες».
Όπως και η ίδια η Εναγομένη παραδέχεται, στην αγόρευση της, αφενός οι όποιες υποχρεώσεις για εμπιστευτικότητα υποχωρούν όταν καταδειχθεί ότι αυτό επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον και αφετέρου κριτής ως προς αυτό είναι το δικαστήριο. Στην παρούσα περίπτωση κρίνεται ότι το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει να τερματιστούν τόσον οι αναφερθείσες προσπάθειες ή πρακτικές εξαπάτησης ανυποψίαστων επενδυτών όσο και οι δόλιες χρήσης του ονόματος της Ενάγουσας που γίνονται για την αποκόμιση παράνομου οικονομικού οφέλους. Υπ’ αυτή την έννοια έχω τη γνώμη πως δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος αποκάλυψης αν και δεν συμφωνώ ότι απαιτούνται όλες οι πληροφορίες τις οποίες ζητά η Ενάγουσα. Θεωρώ ότι η αποκάλυψη αφενός των τελικών δικαιούχων και των προσώπων που ελέγχουν τη Venus και αφετέρου των υπογραφέων ή εντολέων στον λογαριασμό που διατηρεί η Venus είναι ικανοποιητικές πληροφορίες για τον σκοπό που απαιτούνται. Υπενθυμίζεται προς τούτο ότι η υποχρέωση προς αποκάλυψη δεν είναι απεριόριστη αλλά αντιθέτως πρέπει να περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία (βλ. «ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ», Ερωτοκρίτου και Αρτέμης, σελ.263).
Έχω επίσης την άποψη ότι θα πρέπει να αφεθεί κάποιος χρόνος στην Ενάγουσα ούτως ώστε να έχει την ευκαιρία να εξετάσει τα στοιχεία που θα τής δοθούν (βλ. «ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ», ανωτέρω, σελ.265). Ως εκ τούτου, κρίνεται εύλογο όπως η ισχύς του Διατάγματος Φίμωσης (ως έχει τροποποιηθεί) παραταθεί μέχρι κάποιες ημέρες μετά την προθεσμία που θα τεθεί για αποκάλυψη.
Όσον αφορά το Διάταγμα Παγοποίησης (Freezing Order) είναι προφανές πως η Ενάγουσα διασυνδέει την όποια διατήρηση περιουσίας με το δικό της δικαίωμα να αποταθεί για αποζημιώσεις. Ασφαλώς τα όποια αυτά μέτρα θα ληφθούν εναντίον των αδικοπραγούντων. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα («ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ», ανωτέρω, σελ.213) το δικαίωμα για ένα τέτοιο προσωρινό διάταγμα είναι επικουρικό και παρεμπίπτον σε υφιστάμενο αγώγιμο δικαίωμα. Εξ ου και για την έκδοση του επίσης θα πρέπει να πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, πράγμα το οποίο προϋποθέτει τη συμπερίληψη του καθ’ ου στους διαδίκους της αγωγής εκτός εάν θεωρηθεί ότι η έκδοση του είναι προς υποβοήθηση του κύριου διατάγματος, το οποίο εκδίδεται εναντίον διαδίκου («ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ», ανωτέρω, σελ.44 και Nicolaou Bros Tourist Enterprises Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ.201).
Στην παρούσα περίπτωση παρά την κατάδειξη σοβαρού ζητήματος αυτό δεν αφορά την Εναγόμενη, ως δέχεται και η Ενάγουσα και περαιτέρω σίγουρα δεν τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα για αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Εναγομένης εταιρείας. Ούτε και δύναται να διασυνδεθεί το εκδοθέν διάταγμα με άλλο κύριο διάταγμα εναντίον είτε της Venus είτε άλλων αδικοπραγούντων. Είναι προφανές πως το διάταγμα σχετίζεται με σκοπούς εκτέλεσης μιας πιθανής απόφασης για ζημιά στη φήμη της Ενάγουσας και δεν συμφωνώ ότι υπάρχουν λόγοι διατήρησης του στην παρούσα αγωγή στην οποία δεν ενάγεται η Venus.
Κατάληξη
Στη βάση όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι θα προκαλείτο μεγαλύτερη αδικία εάν η ευχέρεια του δικαστηρίου ασκείτο εναντίον της Ενάγουσας σε σχέση με τις πληροφορίες που έχουν κριθεί πιο πάνω ως αναγκαίες. Η Εναγόμενη δεν επηρεάζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, λαμβανομένου υπόψιν ότι πράττει στη βάση δικαστικού διατάγματος και τα έξοδα της θα καλυφθούν από την Ενάγουσα.
Ως εκ τούτου και στη βάση της αίτησης:
1. Εκδίδεται διάταγμα ως η §Α(i) με τη διαφοροποίηση ότι το διάταγμα θα είναι μέχρι τη λέξη «πρόσωπα» (3η γραμμή).
2. Εκδίδεται διάταγμα ως η §Α(iii).
3. Τα Διατάγματα Φίμωσης και Διατήρησης Στοιχείων υπό §Γ και §Δ οριστικοποιούνται και θα έχουν ισχύ μόνο για περίοδο επτά ημερών μετά την επίδοση της πιο πάνω ένορκης δήλωσης αποκάλυψης στους δικηγόρους της Ενάγουσας, οπότε και θα τερματίζεται η ισχύς τους αυτομάτως.
4. Εκδίδεται διάταγμα ως η §Ε της αίτησης.
5. Το εκδοθέν Διάταγμα Παγοποίησης ακυρώνεται.
6. Τα αιτητικά υπό §Α(ii), (iv) και (v) απορρίπτονται.
7. Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος της Εναγομένης ως αυτά θα υπολογιστούν και εγκριθούν από το Δικαστήριο συν ΦΠΑ, στα οποία να συμπεριληφθούν και τα έξοδα σύνταξης ένορκης δήλωσης και επίδοσης της για σκοπούς συμμόρφωσης με τα πιο πάνω διατάγματα.
Ενόψει της έκδοσης της απόφασης η δικάσιμος 31.3.22 καθίσταται άνευ αντικειμένου και ακυρώνεται.
(Υπ.) …………………………………
Χ. Β. Χαραλάμπους, Π.Ε.Δ.
Πιστό αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/Σ.Θ.