ECLI:CY:EDLEM:2015:A324

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον:  Θ. Θωμά, Α.Ε.Δ.

Αγωγή αρ.: 4337/10

Αίτηση  ημερ.: 12/5/15

Μεταξύ:

EMPORIKI BANK – CYPRUS LTD

Ενάγουσας

και

  1.  ΣΠΗΛΙΩΤΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

2.        ΖΩΟΥΛΑ ΜΙΧΑΗΛ

Εναγομένων

--------------------------------------------------

6/11/2015

Για την Ενάγουσα/Αιτήτρια:  κα Ηλία για Λ. Παπαφιλίππου & Σία

Για τους Εναγόμενους/Καθ’ ου η Αίτηση:  κα Α. Ιωάννου για κ. Μ.Β. Ιωάννου

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

          H Αιτήτρια, Alpha Bank Cyprus Ltd (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως «η Αιτήτρια»), με την υπό εξέταση αίτηση της αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες:

 

«1. Άδεια του Δικαστηρίου για αντικατάσταση της Ενάγουσας, EMPORIKI BANKCYPRUS LTD, με την Αιτήτρια, ALPHA BANK CYPRUS LTD, στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή και την συνέχιση της διαδικασίας από την Αιτήτρια 2.

 

 

2.       Άδεια του Δικαστηρίου για τροποποίηση του τίτλου του κλητηρίου εντάλματος με την απάλειψη του ονόματος της EMPORIKI BANKCYPRUS LTD, Ενάγουσας και της αντικατάστασης του με το όνομα της Αιτήτριας, ήτοι, ALPHA BANK CYPRUS LTD.

 

3.       Άδεια του Δικαστηρίου για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης, η οποία είναι οπισθογραφημένη επί του Κλητηρίου Εντάλματος ημερομηνίας 8/9/2010, δια της προσθήκης νέας παραγράφου υπ’ αριθμό 2μετά την υφιστάμενη παράγραφο υπ’ αριθμό 1 η οποία θα διαβάζεται ως ακολούθως:

«Κατά ή περί την 13/3/2015 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 127/2015 ενέκρινε Σχέδιο Αναδιάρθρωσης και Συγχώνευσης της EMPORIKI BANKCYPRUS LTD με την ALPHA BANK CYPRUS LTD δυνάμει του οποίου μεταβιβάστηκαν και/ή εκχωρήθηκαν και/ή απορροφήθηκαν από την ALPHA BANK CYPRUSLTD οι εργασίες και/ή η επιχείρηση και/ή η ιδιοκτησία και/ή οι υποχρεώσεις και/ή τα δικαιώματα της EMPORIKI BANKCYPRUS LTD και εξέδωσε διατάγματα τα οποία, μεταξύ άλλων, διατάζουν:

(α)  την παραχώρηση, ανάθεση, εκχώρηση και μεταβίβαση όλων των συμβάσεων που συνομολόγησε και όλες τις εξασφαλίσεις που κατέχει η EMPORIKI BANKCYPRUS LTD, συμπεριλαμβανομένου των επίδικων συμβάσεων και εξασφαλίσεων στην παρούσα Αγωγή, στην ALPHA BANK CYPRUS LTD, και

(β)  την συνέχιση από την ALPHA BANK CYPRUS LTD πάντων των νομικών διαδικασιών που εκκρεμούν από και/ή εναντίον της EMPORIKI BANKCYPRUS LTD.

Η Ενάγουσα επιφυλάσσει τα δικαιώματα της όπως αναφερθεί στο πλήρες περιεχόμενο του διατάγματος ημερομηνίας 13/3/2015 κατά την δικάσιμο.  Το εν λόγω διάταγμα επιδόθηκε και/ή κοινοποιήθηκε και/ή καταχωρήθηκε στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη την 27/3/2015.

 

4.        Ανάλογη συνέχιση της αρίθμησης των παραγράφων της Έκθεσης Απαίτησης μετά την αιτούμενη προσθήκη και/ή τροποποίηση.»

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Ευστάθιου Χριστοφίδη, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Αιτήτρια.  Όπως αναφέρει στην ένορκη δήλωση του, γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης μετά πληροφόρηση που είχε από το δικηγόρο που τη χειρίζεται.  Ο λόγος για τον οποίο προβαίνει ο ίδιος στην ένορκη δήλωση, είναι ότι τα γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση αίτηση είναι νομικής φύσης και  εκτός της σφαίρας γνώσης των υπαλλήλων της Αιτήτριας.  Στις 13/3/2015 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε διάταγμα με το οποίο επικύρωσε το σχέδιο αναδιάρθρωσης και συγχώνευσης της Αιτήτριας με την Ενάγουσα, Emporiki BankCyprus Ltd.  Με το πιο πάνω διάταγμα η Αιτήτρια, κατ’ ουσία, απορρόφησε τις εργασίες της Ενάγουσας και εκχωρήθηκαν σ’ αυτήν όλα τα νόμιμα δικαιώματα και υποχρεώσεις της, η οποία στη συνέχεια διαλύθηκε, χωρίς εκκαθάριση.  Στις 27/3/2015 το υπό αναφορά διάταγμα καταχωρήθηκε στα αρχεία του Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη.  Στις 6/4/2015 το τμήμα Εφόρου Εταιρειών εξέδωσε πιστοποιητικό για τη διάλυση της Ενάγουσας,  χωρίς εκκαθάριση.  Η ως άνω απορρόφηση των εργασιών της Ενάγουσας από την Αιτήτρια, αναμένεται να δημοσιευτεί σύντομα στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.  Η αιτούμενη τροποποίηση δεν θα επιφέρει οποιαδήποτε ζημιά στην υπόθεση των Εναγομένων, ενώ τυχόν απόρριψη της θα στερήσει από την Αιτήτρια όλα τα εκ του Νόμου δικαιώματά της. 

 

          Οι Εναγόμενοι εναντιώθηκαν στην έκδοση των  αιτούμενων διαταγμάτων.  Με την ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης τους προβάλλουν τους ακόλουθους λόγους ένστασης:

 

«α.  Η αναφορά του ενόρκως δηλούντος στην παράγραφο 2 της ένορκης δήλωσης του ότι τα γεγονότα που αφορούν την νομική εξέταση είναι νομικής φύσεως θα πρέπει να κρίνει και την αίτηση αφού το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης αποτελεί μαρτυρία και ο νόμος και τα νομικά συμπεράσματα είναι έργο του Δικαστηρίου και όχι του ενόρκως δηλούντος.

β.  Η αίτηση δεν βασίζεται επί των ορθών θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και/ή δεν αναφέρει το νομικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται καθ’ ότι ενώ ζητείται η τροποποίηση του τίτλου της αγωγής δεν υπάρχει επίκληση στην αίτηση και/ή αναφορά του θεσμού και/ή κανονισμού το οποίο προνοεί για τροποποίηση τίτλου αφού η Δ.9 αφορά διάδικους, η Δ.12 αφορά αλλαγή διαδίκων λόγω θανάτου και η Δ.20 αφορά την καταχώρηση έκθεσης απαίτησης.

γ.  Η ένορκος δήλωση που στηρίζει το αίτημα γίνεται από δικηγόρο ο οποίος δεν αποκαλύπτει κατά πόσο είναι δικηγόρος που χειρίζεται την υπόθεση ή όχι όπως και δεν αποκαλύπτει την πηγή και την γνώση των πληροφοριών του και δεν δίδει και καμία δικαιολογία γιατί η ένορκος δήλωση δεν έγινε από τους Αιτητές.

δ.  Η ένορκος δήλωση του Ευστάθιου Χριστοφίδη που υποστηρίζει την αίτηση είναι γενική, ελλιπής, ανεπαρκής και αόριστος κατά τρόπο ώστε το Δικαστήριο να μην έχει την ευχέρεια να λάβει υπόψη του κάποια γεγονότα και να εξασκήσει την διακριτική του ευχέρεια ανάλογα.

ε.  Η αίτηση και τα αιτούμενα διατάγματα θα προκαλέσουν σύγχυση, θα περιπλέξουν και θα καθυστερήσουν την δικαία εκδίκαση της υποθέσεως.

 ζ.  Υπάρχει παντελή έλλειψη μαρτυρίας η οποία δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να αξιολογήσει κατά πόσο συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε να ασκήσει την διακριτική του ευχέρεια για να επιτρέψει ή όχι την αιτούμενη τροποποίηση.

η.  Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος για τροποποίηση ήτο στον Ενάγοντα με την μαρτυρία όμως που προσκόμισε στο Δικαστήριο υπό μορφή ένορκης δήλωσης δεν παρουσίασε την κατάλληλη μαρτυρία για να δικαιολογείται η έκδοση του αιτουμένου διατάγματος για τροποποίηση.

θ.  Η αιτούμενη τροποποίηση καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση και δεν δίδεται οποιαδήποτε δικαιολογία για την καθυστέρηση κατά τρόπο ώστε να μην δικαιολογείται η έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.

ι.  Οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν έχουν locus standi και δεν υπάρχει privity of contract μεταξύ των και της ALPHA BANK CYPRUS LTD.

κ.  Οι Καθ’ ων η Αίτηση θα υποστούν τεράστια ζημία και δεν επιθυμούν να έχουν οποιαδήποτε σχέση με την Αιτήτρια εταιρεία.

λ.  Η οποιαδήποτε διαδικασία ακολουθήθηκε είναι παράνομος και παράτυπος αφού δεν εξασφαλίσθη η άδεια του Υπουργικού Συμβουλίου.

μ.  Ο νόμος και τα νομικά συμπεράσματα είναι έργο του Δικαστηρίου και όχι του ενόρκως δηλούντος.»

 

          Η ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 1 στην οποία επαναλαμβάνονται, κατ’ ουσία, οι λόγοι ένστασης.

 

 Η υπό εξέταση αίτηση στηρίζεται στον περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113, Άρθρα 198, 199 και 200, στους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς Δ.9, Δ.12, Θ.3 και 4, Δ.20 Θ.1, Δ.25 Θ.1, 2, 3 και 4, Δ.48 Θ.1, 2(1), 2(2) και (9) και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

  Στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, η δυνατότητα τροποποίησης τέθηκε ως εξής από το Ανώτατο Δικαστήριο:

 

«Αναμφισβήτητα η σύγχρονη τάση, όπως βγαίνει από τη σχετική νομολογία, είναι τα Δικαστήρια να επιτρέπουν τροποποιήσεις στις κατάλληλες υποθέσεις ακόμα και όταν μια τέτοια τροποποίηση είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης νοουμένου βέβαια ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα.»

 

          Στην υπόθεση Φοινιώτης ν. Greenmar Navigation Ltd (1989) 1 A.A.Δ. (Ε) 33, συνοψίζονται οι αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής  εξουσίας του Δικαστηρίου κατά τον χειρισμό αιτήσεων τροποποίησης. Σύμφωνα με αυτές:

 

«1.     Η τροποποίηση επιτρέπεται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας νοουμένου ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που την καθιστούν απαραίτητη για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.

 

2.                   Στον προσδιορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης όπως διαγράφονται στην συγκεκριμένη υπόθεση συνεκτιμούνται και οι επιπτώσεις από την τροποποίηση στα δικαιώματα και συμφέροντα του αντίδικου.  Η διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο καθιερώνεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος ως θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε διαδίκου.

 

 

 

3.                    Η τροποποίηση επιτρέπεται κατά κανόνα εφόσον δεν προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στον αντίδικο, δηλαδή ζημιά άλλη από εκείνην που μπορεί να θεραπευτεί με την έκδοση της κατάλληλος διαταγής ως προς τα έξοδα.  Το αποδεικτικό βάρος για την αιτιολόγηση του αιτήματος και της καθυστέρησης στην διατύπωση των θέσεων του Αιτητή ποικίλει ανάλογα με το στάδιο κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση.  Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση ανάλογα επαυξάνει και το βάρος το οποίο πρέπει να αποσείσει ο Αιτητής για την έκδοση διατάγματος για την τροποποίηση.

 

4.                   Η έναρξη της δίκης δεν δημιουργεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην επιδίωξη της τροποποίησης υπεράσπισης. Στο στάδιο αυτό όμως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ λαμβάνοντας υπόψη τον εκτροχιασμό της δίκης από την προσδιορισθείσα πορεία και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις στα δικαιώματα του αντίδικου.»

 

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ένας από τους λόγους ένστασης είναι ότι υπήρξε μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης.  Στην πρόσφατη υπόθεση IKOS CIF LTD v. 1. MARTIN COWARD κ.ά., ECLI:CY:AD:2014:A205, Πολ. Εφέσεις αρ. 137/2013 και 138/2013, ημερομηνίας 20/3/2014, το ζήτημα της καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης τέθηκε περιεκτικά ως ακολούθως:

 

«Ειδικότερα ως προς το θέμα του παράγοντα χρόνου στην υποβολή αιτήματος τροποποίησης, σταθερή γραμμή της Νομολογίας αναγνωρίζει ότι ο παράγοντας αυτός είναι σχετικός. 

 

Δεν είναι όμως εξαρχής και απαρέγκλιτα αποφασιστικής σημασίας.  Όταν η καθυστέρηση οφείλεται σε σφάλμα του αιτητή, η δικαιολόγηση της και η σημασία της ποικίλει ανάλογα με τα περιστατικά κάθε υπόθεσης, κυρίως σε συσχετισμό με τη γνησιότητα των προθέσεων του αιτητή και την αναγκαιότητα ή το βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης.  Η όποια καθυστέρηση δεν πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα από απόψεως μόνο χρονικής διάστασης, αλλά θα πρέπει να συναρτάται με άλλους παράγοντες, όπως για παράδειγμα την ανυπαρξία καλής πίστης.  Τροποποίηση μπορεί να επιτραπεί, ασχέτως εάν επιδείχθηκε αμέλεια και καθυστέρηση από διάδικο, αν αυτό απαιτεί το συμφέρον της δικαιοσύνης.  Όπως ήδη έχει καταγραφεί, τελικά ο κρίσιμος παράγοντας είναι η ανάγκη για προσδιορισμό των επίδικων θεμάτων και η διατύπωση των θέσεων των διαδίκων (Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, Ταξί Κυριάκος Λτδ ν. Ανδρέα Παύλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 560, Astor Manufacturing & Exporting Co κ.ά. ν. A.G. Leventis κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726, SABA & Co. (T.M.P.) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ. 426, Ιωάννης Νικολάου ν. Ζωής Μιλτιάδους κ.ά., (2007) 1 Α.Α.Δ. 1005).»

 

Στην πιο πάνω υπόθεση το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκαν δύο αιτήσεις για τροποποίηση της οπισθογράφησης του κλητηρίου εντάλματος και της έκθεσης απαίτησης συνεπεία της καθυστέρησης στην υποβολή τους, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα, σε περίπτωση αποδοχής των αιτήσεων, την παράταση της ισχύος ενδιάμεσου διατάγματος που είχε εκδοθεί εναντίον του Εναγόμενου 1 – εφεσίβλητου τρία χρόνια προηγουμένως και, συνακόλουθα, τη συνέχιση επηρεασμού των δικαιωμάτων του.  

 

Αυτό το οποίο διαπιστώνω, από μελέτη του φακέλου της παρούσας υπόθεσης, είναι ότι η υπό εξέταση αίτηση κατεχωρήθη 4 ½ και πλέον χρόνια από την ημερομηνία της καταχώρισης του κλητηρίου εντάλματος.  Έχοντας όμως μελετήσει το ενώπιον μου μαρτυρικό υλικό, έχω ικανοποιηθεί ότι υπήρξε βάσιμος λόγος ο οποίος επέβαλε, στο στάδιο αυτό, την καταχώριση της.  Αναμφίβολα δε, ο λόγος για την καταχώριση της είναι η έκδοση του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 13/3/2015, δυνάμει του οποίου ο κύκλος εργασιών της Ενάγουσας  απορροφήθηκε από την Αιτήτρια, με αποτέλεσμα η Ενάγουσα να διαλυθεί, χωρίς εκκαθάριση.  Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο υπό αναφορά διάταγμα, «το Δικαστήριο διατάσσει την παραχώρηση και/ή την ανάθεση και/ή την εκχώρηση και/ή τη μεταβίβαση από την Emporiki BankCyprus Ltd ολόκληρης της επιχείρησης και/ή ιδιοκτησίας (κινητής και/ή ακίνητης) και/ή υποχρεώσεων και/ή δικαιωμάτων της στην Alpha Bank Cyprus Ltd». 

 

 

Με βάση τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, καταλήγω ότι η καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης, στο στάδιο αυτό, είναι πλήρως δικαιολογημένη.  Αναφέρω  ακόμα ότι η  αίτηση  υπεβλήθη σε σύντομο  χρονικό διάστημα,  μετά την έκδοση του διατάγματος της 13/3/2015.  Συγκεκριμένα, υπεβλήθη μετά από πάροδο μόλις δύο μηνών από της έκδοσης του ως άνω διατάγματος.  Έχοντας κατά νουν τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, καθίσταται φανερό ότι και ο λόγος ένστασης, τον οποίο προβάλλουν οι Καθ’ ων η Αίτηση, ότι δεν παρουσιάστηκε από πλευράς Αιτητών η κατάλληλη μαρτυρία για να δικαιολογηθεί η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, δεν θα μπορούσε να έχει περιθώριο επιτυχίας. 

 

Με το λόγο ένστασης (β) οι Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζουν ότι η αίτηση δεν βασίζεται επί των ορθών Δικονομικών Διατάξεων.  Όπως συγκεκριμένα αναφέρεται, η Δ.9 αφορά διαδίκους, η Δ.12 αφορά αλλαγή διαδίκων λόγω θανάτου και η Δ.20 αφορά την καταχώριση Έκθεσης Απαίτησης. 

 

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η υπό εξέταση αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στη Δ.12 θ.θ.3 και 4 και στη Δ.25 θ.θ.1, 2, 3 και 4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Θεσμών.  Στην υπόθεση Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ν. Χρίστου Χαρίδη, (2011) 1 Β Α.Α.Δ., 825, υπεβλήθη από την  «Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ» παρόμοιας φύσης αίτηση με την παρούσα, λόγω συγχώνευσης του Ενάγοντος Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ, με την Αιτήτρια και μεταβίβασης της όλης επιχείρησης, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του προς την Αιτήτρια.  Στη νομική βάση της αίτησης περιλαμβάνονταν οι Δ.12 και Δ.25 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.  Στην απόφαση της πλειοψηφίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα: 

 

 

 

«... Είτε αυτή η θεραπεία χαρακτηριζόταν ως «υποκατάσταση» ή «τροποποίηση» ή και τα δύο, ή άλλως πως, δεν ενέχει καμιά σημασία.  Το Δικαστήριο εκαλείτο όπως εγκρίνει την επελθούσα αλλαγή με υποκατάσταση του ονόματος του ενός διαδίκου από άλλο και αυτό μπορούσε να γίνει δικονομικά στη βάση τόσο της Διαταγής 12 όσο και της Διαταγής 25 στις οποίες βασιζόταν η αίτηση και θα είχε ως αποτέλεσμα τη νόμιμη συνέχιση της διαδικασίας από το νέο διάδικο.  Παραχωρουμένης δηλαδή της θεραπείας τροποποίησης του ονόματος του διαδίκου, εγκρινόταν η υποκατάσταση του και παρείχετο συνακόλουθα και η άδεια για συνέχιση της διαδικασίας από τον ίδιο, την οποία και εδικαιούτο.

 

     Όπως οι ίδιες οι πρόνοιες της Δ.12, κ.3 αναφέρουν, σε περίπτωση εκχώρησης δικαιωμάτων ή μεταβίβασης τίτλου εκκρεμούσας αγωγής, η αγωγή μπορεί να συνεχισθεί από το πρόσωπο το οποίο απέκτησε τον τίτλο ή το δικαίωμα. ...»

 

Έχοντας κατά νουν τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, καταλήγω ότι η παρούσα αίτηση στηρίζεται επί των ορθών Διαδικαστικών Κανονισμών.  Κατά συνέπεια και ο υπό εξέταση λόγος ένστασης κρίνεται ως παντελώς αβάσιμος. 

 

Με τους λόγους ένστασης (α), (γ) και (δ) οι Καθ’ ων η Αίτηση στρέφονται εναντίον της ένορκης δήλωσης του κ. Χριστοφίδη, η οποία υποστηρίζει την υπό εξέταση αίτηση.  Όπως συγκεκριμένα αναφέρεται στο λόγο ένστασης (γ), ο ενόρκως δηλών δεν αποκαλύπτει κατά πόσο είναι δικηγόρος που χειρίζεται την υπόθεση, δεν αποκαλύπτει την πηγή και γνώση των πληροφοριών του και δεν δίνει καμιά δικαιολογία γιατί η ένορκη δήλωση δεν έγινε από τους Αιτητές. 

 

Όπως υποδεικνύει η νομολογία μας, μια ένορκη δήλωση δεν αποκλείεται, απλά επειδή ο ομνύων είναι δικηγόρος (In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 319).  Όμως, προβάλλει ως αρχή της νομολογίας μας ότι απαιτείται η παροχή κάποιας επεξήγησης ως προς το γιατί ο ομνύων  είναι δικηγόρος και όχι διάδικος ή άλλο πρόσωπο, εκεί όπου δεν προκύπτει, υπό τις περιστάσεις, ένας εμφανής, καλός λόγος, όπως η διαμονή του διαδίκου στο εξωτερικό και/ή

 

άλλες εγγενείς δυσχέρειες, οι οποίες δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο να είναι ενόρκως δηλών (Rybolovlev v. Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ. 82). 

 

Είμαι της άποψης ότι όλα τα παράπονα των Καθ’ ων η Αίτηση, όπως αυτά παρατίθενται πιο πάνω, καταρρίπτονται από το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως του κ. Χριστοφίδη.  Όπως αναφέρεται συγκεκριμένα από τον κ. Χριστοφίδη, πληροφορήθηκε τα γεγονότα της υπό εξέταση υπόθεσης από το δικηγόρο που τη χειρίζεται, ενώ ο λόγος τον οποίο προβάλλει, για τον οποίο η ένορκη δήλωση δεν γίνεται από υπαλλήλους της Αιτήτριας, είναι το ότι τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα αίτηση είναι νομικής φύσης, με αποτέλεσμα να είναι εκτός της σφαίρας γνώσης των υπαλλήλων της Αιτήτριας.  Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω ότι δεν θεωρώ ως άστοχο τον  χαρακτηρισμό από τον ομνύοντα των γεγονότων της υπόθεσης ως νομικής φύσης,   ούτε θεωρώ ότι επενέβη στο έργο του Δικαστηρίου με τον ως άνω χαρακτηρισμό, όπως λανθασμένα προβάλλουν οι Καθ’ ων η Αίτηση στους λόγους ένστασης τους.  Εν όψει των όσων αναφέρονται πιο πάνω, είμαι ικανοποιημένος ότι υπάρχει καλός λόγος για τον οποίο ο ομνύων είναι δικηγόρος, επιπλέον δε ότι έχει αποκαλυφθεί επαρκώς η πηγή των πληροφοριών του ομνύοντα. 

 

Έχοντας κατά νουν όλα τα πιο πάνω, καταλήγω ότι ούτε οι υπό εξέταση λόγοι ένστασης έχουν περιθώριο επιτυχίας.

 

Πέραν των όσων αναφέρονται πιο πάνω, θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι δεν θα συμφωνούσα με τη θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα περιπλέξει τη διαδικασία και θα καθυστερήσει τη δίκαια εκδίκαση της υπόθεσης.  Όπως έχω ήδη αναφέρει, η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων κατέστη αναγκαία, ενόψει της απορρόφησης των εργασιών της Ενάγουσας Emporiki Bank Cyprus Ltd από την Αιτήτρια και τη διάλυση της Ενάγουσας.  Δεν έχω επίσης ικανοποιηθεί ότι τα αιτούμενα διατάγματα θα προκαλέσουν αδικία και τέτοια βλάβη στους Καθ’ ων η Αίτηση, η οποία δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με την έκδοση κατάλληλης διαταγής ως προς τα έξοδα.  Τονίζω ότι με την αιτούμενη τροποποίηση δεν θα επέλθει εισαγωγή νέας βάσης αγωγής.  Κανένας δυσμενής επηρεασμός θα επέλθει, κατά την άποψη μου, στα δικαιώματα των Καθ’ ων η Αίτηση.  Τα γεγονότα της υπό εξέταση υπόθεσης διαφέρουν, κατά την άποψη μου, των γεγονότων της υπόθεσης IKOS CIF LTD v. COWARD (ανωτέρω).  Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι δεν έχει ξεκινήσει ακόμα η ακρόαση της αγωγής. Όσον αφορά τη θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι δεν υπάρχει privity of contract μεταξύ τους και της Αιτήτριας, έχω να αναφέρω ότι το ζήτημα αυτό θα εξεταστεί στα πλαίσια της ακρόασης της αγωγής και όχι στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. 

 

Ως παντελώς αβάσιμος κρίνεται και ο λόγος ένστασης ότι η οποιαδήποτε διαδικασία ακολουθήθηκε είναι παράνομη, καθότι δεν έχει εξασφαλιστεί η άδεια του Υπουργικού Συμβουλίου. 

 

Έχοντας κατά νουν όλα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω, καταλήγω ότι η υπό εξέταση αίτηση θα πρέπει να επιτραπεί στην ολότητά της.  Όλα τα έξοδα, τα οποία θα σπαταληθούν από την τροποποίηση (all costs thrown away), επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.  Όμως, όσον αφορά τα έξοδα της αίτησης, έχοντας κατά νουν ότι όλοι οι λόγοι ένστασης κρίθηκαν ως αβάσιμοι και απαράδεκτοι, έχω καταλήξει όπως μη επιδικάσω οποιαδήποτε έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση. 

 

Εκδίδεται διάταγμα ως οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 της αίτησης.  Να ακολουθηθούν οι θεσμοί οι οποίοι θα ισχύουν από σήμερα, όσον αφορά τον χρόνο καταχώρισης των τροποποιημένων δικογράφων. 

 

 

Όλα τα έξοδα τα οποία θα σπαταληθούν από την τροποποίηση (all costs thrown away), επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.  Δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα της παρούσας αίτησης. 

 

Η αγωγή επαναορίζεται για ακρόαση την 2/2/2016, στις 10.30 π.μ.

 

 

 

(Υπ.) ……………………………

                 Θ. Θωμά, Α.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

ΘΘ/ΑΓ

 

Subject:  Civil/Interim

Αναφορά: Αίτηση τροποποίησης δικογράφου

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο