ECLI:CY:EDLEM:2016:A102

ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ. Μαυρονικόλα, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής 4935/2013

Μεταξύ:

Ροδόλφου Οντόνι, εξ Ελλάδος

Ενάγοντα

-και-

 

                   1.  Νomato Investments Limited, εκ Λεμεσού

                     2.  Δημητρίου Μαρή, εξ Ελλάδος

                   3.  Γεωργίου Δασκαλάκη, εξ Ελλάδος

                   4.  Άντρης Αθανασίου εκ Λεμεσού

                   5.  Ergofinance Limited, εκ Λεμεσού

                   6.  BAW International Limited, εκ Γιβραλτάρ

7.  Bwin.party Digital Entertainment Plc, εκ Γιβραλτάρ

Εναγομένων

 

-------------------------

 

Αίτηση ημερ. 16.4.2014 για παραμερισμό επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος.

 

Ημερομηνία:  29.2.2016

Εμφανίσεις:

Για αιτητές-εναγόμενους 6, 7:  κ. Χρ. Θεοδώρου για κ. Παπαφιλίππου

Για ενάγοντα-καθ’ ου η αίτηση:  κ. Χ. Βελάρης

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

                               Οι εναγόμενοι 6 και 7/αιτητές καταχώρισαν εμφάνιση υπό διαμαρτυρία και ακολούθως καταχώρισαν την παρούσα αίτηση με την οποία αιτούνται:

 

«Α.      Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η ακύρωση και/ή η απόρριψη και/ή ο παραμερισμός (setting aside) του Κλητηρίου Εντάλματος και/ή της Ειδοποιήσεως του Κλητηρίου Εντάλματος της υπό τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό αγωγής.

 

Β.        Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η ακύρωση και/ή ο παραμερισμός (setting aside) της επιδόσεως της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής στους Εναγόμενους 6 και 7/Αιτητές δια το λόγο ότι το Δικαστήριο τούτο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει την παρούσα αγωγή και/ή η παρούσα αγωγή αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου.

 

Γ.         Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η ακύρωση και/ή ο παραμερισμός (set aside) Διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 6.2.2014 που εκδόθηκε με μονομερείς αιτήσεις των Εναγόντων και δια των οποίων εξουσιοδοτήθηκε η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος και/ή της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής εκτός δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου στους Εναγόμενους 6 και 7/Αιτητές.

 

Δ.        Διάταγμα του Δικαστηρίου που να αναστέλλει κάθε περαιτέρω διαδικασία στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή.»

 

 

            Βασίζουν την αίτηση τους κυρίως στη Δ.6 θθ.1-9 και στον Κανονισμό αρ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13.11.2007.

 

            Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση εκτίθενται στη συνημμένη ένορκη δήλωση της Κατερίνας Πετρίδου ημερ. 16.4.2014, δικηγόρου, η οποία εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ, η οποία δηλώνει ότι είναι πλήρως και δεόντως εξουσιοδοτημένη να προβεί στην ένορκη δήλωση διότι τα πλείστα θέματα είναι νομικά και οι αιτητές είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού.  Όλα όσα ορκίζεται τα γνωρίζει από ενημέρωση, πληροφορίες, λεπτομέρειες και έγγραφα που τέθηκαν στη διάθεση της και συμβουλή που έλαβε από τους πιο πάνω δικηγόρους.

 

            Αναφέρει ότι οι εναγόμενοι 6 και 7/αιτητές ενημέρωσαν το δικηγορικό γραφείο Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ ότι στις 28.2.2014 τους αποστάληκαν έγγραφα αναφορικά με τις νομικές διαδικασίες που ήγειρε ο Ροδόλφος Οντόνι εναντίον διαφόρων νομικών και φυσικών προσώπων και των ιδίων, στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής.  Τα εν λόγω έγγραφα αποστάληκαν στους εναγόμενους 6 και 7/αιτητές μέσω της υπηρεσίας ταχυμεταφορών DHL, έχουν διάφορα κενά και το σύνολο των εγγράφων που αποστάληκαν δεν είναι ολοκληρωμένο, παρουσιάζουν ελλείψεις και είναι ελλειπή, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σύγχυση σε σχέση με τη φύση της εκκρεμούσας διαδικασίας στην παρούσα υπόθεση, αποστερώντας την πλήρη γνώση όλων των επίδικων γεγονότων που αφορούν την παρούσα διαδικασία.  Επισυνάπτει σαν δέσμη εγγράφων (Τεκμήριο Α) που έχουν παραληφθεί από τους εναγόμενους 6 και 7.  Υποστηρίζει πως οι δύο ένορκες δηλώσεις του Γεώργιου Παρμακλή δεν είναι πλήρεις και τα σχετικά τεκμήρια στα οποία αναφέρονται ελλείπουν. 

 

Υποστηρίζει πως οι δικηγόροι του καθ’ ου η αίτηση δεν έχουν ακολουθήσει τους όρους και διατάξεις του Κανονισμού 1393/2007.  Το Γιβραλτάρ βρίσκεται κάτω από τη δικαιοδοσία του Ηνωμένου Βασιλείου και ως εκ τούτου ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1393/07 εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 355(3) της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Ως Τεκμήριο Β επισυνάπτει τον Ευρωπαϊκό Δικαστικό Άτλαντα στον τομέα των αστικών υποθέσεων.  Ο εν λόγω κανονισμός υπερισχύει των διατάξεων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών και είναι η θέση της ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από το δικηγόρο του ενάγοντος/καθ’ ου η αίτηση είναι αντικανονική, δεδομένου του γεγονότος ότι ακολουθήθηκε η διαδικασία που προνοείται και προβλέπεται σύμφωνα με τη σύμβαση της Χάγης και δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις και τις πρόνοιες του Ευρωπαϊκού Κανονισμού αρ. 1393/2007. 

Το δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον ενάγοντα/καθ’ ου η αίτηση στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας εις αντικατάσταση της ορθής διαδικασίας που είναι η διαβίβαση των δικαστικών εγγράφων των οποίων επιχειρείται η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στην αρμόδια υπηρεσία διαβίβασης, που είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι η θέση της πως η παράδοση των σχετικών εγγράφων από τον ίδιο τον δικηγόρο του ενάγοντος και όχι μέσω της αρμόδιας αρχής, επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η επίδικη επίδοση έγινε παράτυπα και χωρίς να ακολουθηθεί η νενομισμένη διαδικασία.  Επισυνάπτει ως Τεκμήριο Γ σχετική απόδειξη παράδοσης και αποστολής των εγγράφων από το δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον ενάγοντα μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφορών DHL

 

Στην παρούσα περίπτωση δεν έχει ενεργοποιηθεί το άρθρο 7 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού και η επίδοση των σχετικών εγγράφων παρουσιάζει παρατυπία και δεν έχει επιτευχθεί νομότυπα, δεδομένου του ότι το άρθρο 14 του ως άνω κανονισμού φαίνεται να εφαρμόζεται μόνο σε κράτη μέλη που να τους επιτρέπει την επίδοση μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών, δια μέσω των αρμοδίων αρχών τους και αποκλείονται από τον πιο πάνω μηχανισμό οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες και η χρησιμοποίηση ιδιωτικών εταιρειών για την επίτευξη του ως άνω σκοπού.

 

Περαιτέρω υποστηρίζει πως η επίδικη επίδοση έγινε αντικανονικά, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του κειμένου του δικαστικού διατάγματος ημερ. 6.2.2014, το οποίο προβλέπει και επιτρέπει στο δικηγόρο του ενάγοντος την επίδοση των εν λόγω εγγράφων μέσω των υπηρεσιών ταχυμεταφορών DHL που δεν εμπίπτει μέσα στα πλαίσια και το σκοπό του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1393/2007.  Περαιτέρω, η μέθοδος που ακολουθήθηκε δεν είναι αποδεκτή και δεν συνάδει με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η επίδοση, συγκεκριμένα το δίκαιο του Γιβραλτάρ (άρθρο 7).  Επισυνάπτει ως Τεκμήριο Δ, νομική γνωμάτευση ημερομηνίας 21.3.2014 του δικηγορικού γραφείου Hassans International Firm, το οποίο σημειώνει ότι η επίδικη επίδοση δεν είναι σύμφωνα με τα άρθρα 4-11 του κανονισμού ή σύμφωνα με τον τρόπο που προσδιορίζουν τα άρθρα 12-15 του κανονισμού.

 

Περαιτέρω υποστηρίζει πως τα έγγραφα που έχουν κοινοποιηθεί στους εναγόμενους 6 και 7 αιτητές δεν έχουν δεόντως μεταφραστεί σε κατανοητή γλώσσα σε αυτούς.  Ειδικώς, αναφέρει ότι μέρος των ως άνω εγγράφων μεταφράστηκε στην αγγλική, ενώ άλλο μέρος των ιδίων εγγράφων παρέμεινε στην ελληνική γλώσσα, το περιεχόμενο των οποίων οι εναγόμενοι 6 και 7 δεν κατανοούν.  Ειδικά οι δύο σχετικές ένορκες δηλώσεις του κ. Γεώργιου Παρμακλή, που κοινοποιήθηκαν, δεν έχουν μεταφραστεί από την ελληνική στην αγγλική. 

 

Περαιτέρω υποστηρίζει ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια στερούνται δικαιοδοσίας και δεν έχουν δικαιοδοσία για την εκδίκαση της παρούσας διαφοράς.  Οι εναγόμενοι 6 και 7/αιτητές δεν έχουν ποτέ συμβληθεί σε οποιαδήποτε σύμβαση με τον ενάγοντα καθ’ ου η αίτηση.  Περαιτέρω η μαρτυρία αποδεικνύει ότι οι ισχυριζόμενες συμφωνίες και οι ισχυριζόμενες παρανομίες δεν έλαβαν χώρα στην Κύπρο.  Επίσης, υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει βάση αγωγής συνεπεία της έλλειψης δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων.  Είναι η θέση του επίσης πως η εναγόμενη 6/αιτήτρια έχει μετονομαστεί σε bwin.party services (Gibraltar) Limited.  Επισυνάπτει σχετικό απόσπασμα από τον έφορο εταιρειών του Γιβραλτάρ Τεκμήριο Ε.  Επίσης υποστηρίζει πως οι εναγόμενες  6 και 7 έχουν διαφορετικές εγγεγραμμένες διευθύνσεις από αυτές που παρουσιάζονται στα επίδικα έγγραφα και αμφισβητείται το νομότυπο και έγκυρο της επίδοσης τους.  Σύμφωνα με το Τεκμήριο Στ, απόσπασμα από τον έφορο εταιρειών του Γιβραλτάρ, το εγγεγραμμένο γραφείο βρίσκεται στη διεύθυνση Suite 6, Atlantic Suites, Europort Avenue, Gibraltar.

 

Ο ενάγων/καθ’ ου η αίτηση καταχώρισε ειδοποίηση για πρόθεση ένστασης του για τους ακόλουθους λόγους:

 

«1.       Η αίτηση βασίζεται σε ανύπαρκτο, λανθασμένο ή ελλιπές νομικό υπόβαθρο.

2.         Η αίτηση είναι νομικά και πραγματικά αβάσιμη καθώς το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας για να εκδικάσει την αγωγή, μεταξύ άλλων και για τους εξής λόγους:

 

(α)       Οι Εναγόμενοι 6 και 7 είναι αναγκαίοι διάδικοι στη δικαστική διαδικασία στην οποία ενάγονται και ημεδαποί εναγόμενοι.

           

(β)       Η αγωγή βασίζεται σε αστικά αδικήματα που διεπράχθησαν εν όλω ή εν μέρει στην Κύπρο.

 

(γ)        Οι αιτιές αγωγής εναντίον των Εναγομένων 6 και 7 και των Κυπρίων εναγομένων είναι τόσο συναφείς ώστε να καθίσταται αναγκαία η συνεκδίκαση τους.

 

3.         Η αίτηση είναι νομικά και πραγματικά αβάσιμη καθώς η αγωγή κοινοποιήθηκε στους Εναγομένους 6 και 7 ορθώς και σε συμμόρφωση με το σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου.

 

4.         Η αίτηση είναι κακόπιστη και εμφορείται από αλλότρια ελατήρια καθώς στοχεύει αποκλειστικά στην πρόκληση καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης.

 

5.         Δεν είναι δίκαιο και εύλογο να επιτραπεί η αίτηση, καθώς σε περίπτωση απόρριψης της ουδεμία ζημιά θα υποστούν οι Εναγόμενοι 6 και 7, ενώ αντιθέτως σε περίπτωση που η αίτηση επιτραπεί θα προκληθεί αχρείαστη καθυστέρηση στην προώθηση της αγωγής.

 

6.         Οι αιτητές δεν προσέρχονται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια καθώς επιχειρούν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο.»

 

 

Η ένσταση υποστηρίζεται στα γεγονότα που εκτίθενται στη συνημμένη ένορκη δήλωση του Γιώργου Παρμακλή, δικηγόρου, ο οποίος συνεργάζεται με το δικηγορικό γραφείο που ενεργεί για τον ενάγοντα.  Αφού αναφέρεται στις πηγές γνώσεων του για την παρούσα υπόθεση, δηλώνει πως διαφωνεί με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της Κατερίνας Πετρίδου για τους εξής λόγους:

 

(α)       Οι εναγόμενοι 1, 4 και 5 είναι εταιρείες και φυσικά πρόσωπα με έδρα τους την Κύπρο.  Εναντίον όλων δε των εναγομένων αξιώνονται αποζημιώσεις ένεκα αστικών αδικημάτων συμπεριλαμβανομένης και της συνωμοσίας.  Επομένως προκύπτει ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας για εκδίκαση της υπόθεσης.

 

(β)       Οι ισχυρισμοί της κας Πετρίδου στην ένορκη δήλωση της περιέχουν ανακρίβειες.  Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της τα έγγραφα που κοινοποιήθηκαν στους εναγόμενους 6 και 7, δεν ήταν καθόλου ελλιπή και περιλάμβαναν τα ακόλουθα έγγραφα:

 

(i)         Ειδοποίηση του Κλητηρίου Εντάλματος. 

(ii)        Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 06.02.2014 επιτρέπον την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας με τη μέθοδο που ακολουθήθηκε.

(iii)       Μονομερή αίτηση βάσει της οποίας εξεδόθη το διάταγμα.

(iv)       Ένορκη δήλωση του ημερ. 20.01.2014.

(v)        Συμπληρωματική ένορκη δήλωση του ίδιας ημερ. 05.02.2014.

 

Όλα τα πιο πάνω έγγραφα συνοδεύονταν από μετάφραση τους στην Αγγλική γλώσσα με μοναδική εξαίρεση τα Τεκμήρια τα οποία ήσαν συνημμένα στις δύο ένορκες του δηλώσεις, για τα οποία δεν απαιτείται μετάφραση.  Αντίγραφα των σχετικών εγγράφων παραδόθηκαν στην υπηρεσία ταχυμεταφορών (DHL) στις 26.2.2014, κατατέθηκαν στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και μπορεί να διαπιστωθεί το ακριβές περιεχόμενο τους.  Οι εναγόμενοι 6 και 7 αιτητές με επιστολές τους ημερομηνίας 5.3.2014 επέστρεψαν τα έγγραφα στο γραφείο τους ως Τεκμήρια Α και Β αντίστοιχα, επισυνάπτοντας σχετικές επιστολές μαζί με τα συνημμένα έγγραφα.  Ακόμη και στο Τεκμήριο Α της ένορκης δήλωσης Πετρίδου παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της, περιλαμβάνονται όλα τα σχετικά έγγραφα.

Τέλος, υποστηρίζει πως οι εναγόμενοι 6 και 7 έλαβαν γνώση για την έγερση της παρούσας αγωγής εναντίον τους και ακόμη σε περίπτωση που είχαν έρεισμα οι ισχυρισμοί τους περί παρατυπιών στην επίδοση, αδυνατεί να κατανοήσει ποια είναι η ζημιά που υπέστηκαν ή ποιο είναι το όφελος που θα προκύψει από την επανάληψη της επίδοσης της αγωγής σε αυτούς.  Σε σχέση με την αλλαγή του ονόματος των εναγομένων 6, ο ενάγων θα προχωρήσει στην καταχώριση της δέουσας αίτησης τροποποίησης του τίτλου της αγωγής.

 

Με την γραπτή αγόρευση τους οι εναγόμενοι 6 και 7 – αιτητές εισηγούνται ότι η επίδοση πάσχει επειδή:

 

(α)       Δεν ακολουθήθηκε ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1393/2007 ο οποίος ορίζει υποχρεωτική διαδικασία και οποιαδήποτε άλλη διαδικασία επίδοσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθίσταται άκυρη με βάση αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου οι οποίες είναι δεσμευτικές για τα Εθνικά Δικαστήρια.

 

(β)       Επί της ουσίας δεν έγινε καλή επίδοση αφού οι Αιτητές δεν γνωρίζουν ποια έγγραφα αποτελούν έγγραφα της διαδικασίας αφού το τι τους παραδόθηκε δεν είναι σαφές ή δεν φαίνεται να αντανακλά το περιεχόμενο του δικαστηριακού φακέλου.

 

(γ)        Δεν δόθηκε άδεια για την έκδοση και σφράγιση παράλληλη κλητηρίου (concurrent writ) ώστε να επιτραπεί η καταχώρηση αγωγής εναντίον αλλοδαπού.

 

Είναι η θέση τους ότι σύμφωνα με το άρθρο 6(3)του Κανονισμού τα έγγραφα που θα επιδοθούν θα πρέπει να επιδίδονται μέσω αρμόδιας αρχής.  Και αρμόδια αρχή για το Γιβραλτάρ είναι το πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Γιβραλτάρ.  Στην παρούσα περίπτωση η μέθοδος που ακολουθήθηκε από τους ενάγοντες – καθ’ ων η αίτηση είναι αυτή της παράδοσης των εγγράφων μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς (DHL) η οποία δεν είναι αποδεκτή και δεν συνάδει με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η επίδοση  των επίδικων εγγράφων (άρθρο 7).  Σχετική είναι η νομική γνωμάτευση ημερομηνίας 21.3.2014 (Τεκμ.Δ).  Σημειώνουν ότι ο ΕΚ αρ. 1393/2007 υπερισχύει και επικρατεί των διατάξεων  της Σύμβασης της Χάγης.  Εισηγούνται επίσης ότι τα έγγραφα τα οποία αποστάληκαν στους εναγόμενους 6 και 7 αιτητές μέσω της υπηρεσίας ταχυμεταφορών (DHL) έχουν διάφορα κενά, παραλείψεις δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σύγχυση σε σχέση με τη φύση της εκκρεμούσας δικαστικής διαδικασίας μεταξύ των διαδίκων στην παρούσα υπόθεση.  Επιπρόσθετα, αναφέρουν ότι τα έγγραφα που έχουν κοινοποιηθεί στους εναγόμενους 6 και 7 αιτητές δεν είναι σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις του ΕΚ 1393/2007, ειδικότερα εισηγούνται ότι μέρος των εγγράφων δεν μεταφράστηκαν στην αγγλική γλώσσα και το περιεχόμενο τους οι εναγόμενοι 6 και 7 δεν μπορούν να κατανοήσουν και αντιληφθούν.  Φαίνεται, οι δύο σχετικές ένορκες δηλώσεις του κ. Γεώργιου Παρμακλή δεν έχουν μεταφραστεί από την ελληνική στην αγγλική και επίσης τα τεκμήρια τα οποία αναφέρονται και επισυνάπτονται στις σχετικές ένορκες δηλώσεις δεν έχουν κοινοποιηθεί στους εναγόμενους 6 και 7 αιτητές.  Η παράλειψη μετάφρασης όλων των εγγράφων συνιστά παράλειψη και παρατυπία πολύ σοβαρής μορφής, η οποία αποστερεί από τους εναγόμενους 6 και 7 όλων των σχετικών δικαιωμάτων τους που κατοχυρώνονται δυνάμει του ΕΚ 1393/2007.  Επίσης είναι η θέση των εναγομένων 6 και 7 ότι δεν υπάρχει βάση αγωγής των εναγομένων 6 και 7 ένεκα της ανύπαρκτης συμβατικής σχέσης μεταξύ των διαδίκων.  Τέλος εισηγούνται πως οι ενάγοντες παράτυπα και αντικανονικά δεν έχουν ζητήσει τη σφράγιση παράλληλου κλητηρίου εντάλματος με σκοπό την επίδοση και είναι η θέση τους πως το υπό εξέταση διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω μη εφαρμογής του ΕΚ1393/2007. 

 

Αντίθετη είναι η θέση της πλευράς του ενάγοντος – καθ’ ου η αίτηση.  Αναφερόμενος στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, όπως προκύπτει από το αιτητικό (Η) του κλητηρίου εντάλματος, εισηγείται, ότι εφόσον μεταξύ των θεραπειών των οποίων ο ενάγων αξιοί εναντίον των εναγομένων  είναι αποζημιώσεις για συνομωσία και άλλες συναφείς αδικοπραξίες, σύμφωνα με το άρθρο 6(1) του ΕΚ 44/2001 για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις πρόσωπο που κατοικεί σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος.  Συναφώς είναι αυτονόητο ότι εφόσον οι αιτίες αγωγής εναντίον όλων των εναγομένων είναι απόλυτα συνυφασμένες, τυχόν κατακερματισμός της διαδικασίας να εμπεριέχει μεγάλο κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων.  Στην παρούσα υπόθεση ο ενάγων ισχυρίζεται ότι οι εναγόμενοι 6 και 7 συνωμότησαν μαζί με τους υπόλοιπους εναγομένους με σκοπό να εξαπατήσουν τον ενάγοντα και να του αποστερήσουν περιουσιακά στοιχεία στα οποία θεωρεί ότι είχε δικαίωμα και συγκεκριμένα στις μετοχές των εναγομένων 1 και στα χρήματα που προήλθαν από την πώληση της επιχείρησης των εναγομένων 1.  Στο στάδιο αυτό το Δικαστήριο δεν πρόκειται να εξετάσει κατά πόσο ευσταθούν ή αληθεύουν οι ισχυρισμοί του ενάγοντος, παρά μόνο να διαπιστώσει ότι προβάλλεται εναντίον των εναγομένων 6 και 7 η αξίωση ότι συνωμότησαν με τους λοιπούς εναγομένους με σκοπό να βλάψουν τον ενάγοντα.  Αυτό και μόνο αρκεί για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του Κυπριακού Δικαστηρίου.  Περαιτέρω, εισηγείται πως η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου βασίζεται και στο άρθρο 5.3 του ΕΚ 44/2001 επειδή το ζημιογόνο γεγονός ήταν η αποστέρηση από τον ενάγοντα των μετοχών κυπριακής εταιρείας που συνέβηκε στην Κύπρο. 

 

Αναφορικά με την κανονικότητα της επίδοσης στους εναγομένους 6 και 7, είναι η θέση του ενάγοντος – καθ’ ου η αίτηση, ότι οι εναγόμενοι 6 και 7 μετά την επίδοση των δικαστικών εγγράφων αυτοί έλαβαν γνώση της αγωγής που καταχωρίστηκε εναντίον τους, διόρισαν δικηγόρο για να τους εκπροσωπήσει και προσήλθαν στο δικαστήριο για να λάβουν τα δέοντα μέτρα για την προστασία των συμφερόντων τους.  Έστω και εάν θεωρηθεί ότι η επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος σε αυτούς  έγινε λανθασμένα δεν θα εξυπηρετούσε η επανάληψη της με τον ορθό τρόπο, παρά μόνο θα προκαλείτο καθυστέρηση και έξοδα, ενώ οι εναγόμενοι 6 και 7 δεν υπέστηκαν από την ισχυριζόμενη παρατυπία.  Εν πάση περιπτώσει είναι η θέση του ενάγοντος αιτητή πως τα έγγραφα που παραδόθηκαν στους εναγόμενους 6 και 7 μέσω του ταχυμεταφορέα απαριθμούνται στην παράγραφο 7 της ένορκης δήλωσης Παρμακλή και όπως μπορεί να διαπιστωθεί από τα Τεκμήρια Α και Β της ένορκης δήλωσης του κοινοποιήθηκαν τα ακόλουθα έγγραφα συνοδευόμενα από μεταφράσεις στην αγγλική γλώσσα η οποία είναι η επίσημη γλώσσα στο Γιβραλτάρ και γλώσσα που κατανοούν οι εναγόμενοι 6 και 7.

 

(α)       Ειδοποίηση του Κλητηρίου Εντάλματος.

 

(β)       Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 06.02.2014 επιτρέπον την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας με τη μέθοδο που ακολουθήθηκε.

 

(γ)        Μονομερής αίτηση βάσει της οποίας εξεδόθη το διάταγμα.

 

(δ)       Ένορκη δήλωση του κ. Παρμακλή ημερ. 20.01.2014.

 

(ε)        Συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Παρμακλή ημερ. 05.02.2014.

 

Στις δύο ένορκες δηλώσεις συμφωνεί πως επισυνάπτονται και κάποια έγγραφα που δεν μεταφράστηκαν στην αγγλική γλώσσα, εξηγεί όμως πως αυτό που έπρεπε να επιδοθεί στους εναγόμενους 6 και 7 ήταν η ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος καθώς και το διάταγμα του δικαστηρίου που επέτρεπε την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.  Επίσης σε συμμόρφωση με τη Δ.48 θ.13 επιδόθησαν μαζί με το διάταγμα και η αίτηση βάσει της οποίας εξεδόθη καθώς και οι συνοδεύουσες αυτή ένορκες δηλώσεις.  Όλα αυτά τα έγγραφα ήταν μεταφρασμένα και στην αγγλική γλώσσα.  Επικαλείται νομολογία του ΔΕΚ σύμφωνα με την οποία δεν απαιτείται η μετάφραση συνημμένων αποδεικτικών εγγράφων αλλά μόνο του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου.  (βλ. Ιngenieurburo Michael Weiss (C-14/07). 

 

Στην προκειμένη περίπτωση οι εναγόμενοι 6 και 7 ήσαν σε θέση να καταλάβουν την οπισθογράφηση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος σχετικά με τον τρόπο που έπρεπε να εμφανιστούν στη διαδικασία, πράγμα που έπραξαν χωρίς να χρειάζεται να κατανοήσουν τα διάφορα τεκμήρια της ένορκης δήλωσης.   Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως οι εναγόμενοι 6 και 7 έλαβαν γνώση της αγωγής που καταχωρίστηκε εναντίον τους διόρισαν δικηγόρους για να τους εκπροσωπήσουν και προσήλθαν στο δικαστήριο για να λάβουν τα δέοντα μέτρα για την προστασία των συμφερόντων τους.  Αναφορικά με τον τρόπο που επιτεύχθηκε η επίδοση, δηλαδή με την μέθοδο της ταχυδρομικής αποστολής, με απόδειξη παραλαβής σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού δεν επιλέγηκε αυθαίρετα από τον ενάγοντα αλλά κατόπιν άδειας και σχετικού διατάγματος του δικαστηρίου.  Συνεπώς είναι η Δημοκρατία μέσω του δικαστηρίου που την συντελεί.  Θα ήταν εντελώς παράλογο να γίνει αποδεκτή η θέση των εναγομένων 6 και 7 ότι μόνο η κεντρική αρχή του κράτους μέλους μπορεί να προβεί σε ταχυδρομική επίδοση καθώς κάτι τέτοιο θα καθιστούσε το άρθρο 14 εντελώς άνευ αντικειμένου.  Η θέση ότι η ιδιωτική υπηρεσία ταχυμεταφορών (DHL) που χρησιμοποιήθηκε δεν αποτελεί ταχυδρομική υπηρεσία και ότι ο όρος αυτός περιλαμβάνει μόνο κρατικές υπηρεσίες δεν έχει κανένα έρεισμα αλλά και η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΚΕΑΝ Soft Drinks Ltd v. Safmarine Container Lines N.V. κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1784, σελ. 1789, όπου τέθηκε ερώτημα αναφορικά με την ερμηνεία του όρου «ταχυδρομικώς» με αναφορά ανάλογη πρόνοια της Σύμβασης της Χάγης, η εισήγηση κρίθηκε πως δεν ευσταθεί.  Με την υποκατάστατη επίδοση στους εναγομένους 6 και 7, το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο η πλευρά των εναγομένων έχει ενημερωθεί και είναι σε θέση να αντικρούσει εκείνο που επιδιώκεται εναντίον της.  Στην προκειμένη υπόθεση η επίδοση πέτυχε το σκοπό της και αναμένεται από αυτούς να προβάλουν την υπεράσπιση τους στην ουσία της αγωγής.  Η θέση ότι οι διευθύνσεις των εναγομένων είναι λανθασμένες, αντικρούει τον ισχυρισμό τους, το γεγονός ότι παρέλαβαν τα έγγραφα.  Εισηγείται τέλος ο ενάγων καθ’ ου η αίτηση πως η αίτηση των εναγομένων 6 και 7 θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα υπέρ του ενάγοντος.

 

Στη γραπτή αγόρευση του ο δικηγόρος των εναγομένων 6 και 7/αιτητών φαίνεται να εγκαταλείπει τη θέση ότι ο Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί της διαφοράς μεταξύ ενάγοντος και εναγομένων 6 και 7.  Όπως εξηγείται στην υπόθεση POWERTOOLS ELECTRO SRS v. BLACK & DECKER (ΕΛΛΑΣ) Α.Ε.,  Πολ. Έφεση 320/2009, ημερ. 23.10.2013, στη βάση των προνοιών του άρθρου 5(3) του Κανονισμού ΕΚ44/2001 προκύπτει με σαφήνεια ότι σε περίπτωση αδικοπραξίας δικαιοδοσία αποδίδεται τόσο στο δικαστήριο της χώρας όπου τελέστηκε η αδικοπραξία ή επεσυνέβη το ζημιογόνο γεγονός, κατ’ επιλογή του ενάγοντος.  Το Κυπριακό Δικαστήριο όπου επεσυνέβη ο δόλος ή η αδικοπραξία, έχει συντρέχουσα δικαιοδοσία, κατ’ επιλογήν του ενάγοντος.  Περαιτέρω σύμφωνα με την υπόθεση DIGIMED COMMUNICATIONS LTD v. NERA ASA κ.ά. (2010) 1 Α.Α.Δ. 625, τα Κυπριακά Δικαστήρια αποκτούν δικαιοδοσία βάσει της πρόνοιας του άρθρου 3 του Κανονισμού.  Εναγόμενοι οι οποίοι είχαν την κατοικίαν ή έδρα τους σε άλλο κράτος μέλος μπορεί να εναχθούν σε άλλο κράτος μέλος, αυτό της κατοικίας, υπό τον όρο ότι ισχύουν οι πρόνοιες των άρθρων 2-7.  Στο άρθρο 5(3) γίνεται αναφορά σε «ένοχη αδικοπραξία η οιονεί αδικοπραξία» που προσδίδει δικαιοδοσία στον τόπο όπου αυτές έχουν συμβεί.   Το άρθρο 6 του Κανονισμού επιτρέπει την «συνεκδίκαση» απαιτήσεων, στον τόπο κατοικίας ενός από τους εναγόμενους.  Θέτει ως προϋπόθεση την ύπαρξη «στενής συνάφειας» μεταξύ των αγωγών.  Ο σκοπός, παρόλο που προσδιορίζεται στο εν λόγω άρθρο, είναι προφανής και είναι μεταξύ άλλων η αποφυγή έκδοσης ασυμβίβαστων αποφάσεων από την χωριστή εκδίκαση.

 

Στην προκειμένη υπόθεση η αγωγή καταχωρίστηκε σε γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα στις 7.11.2013 και στρέφεται εναντίον τόσο ημεδαπών όσο και αλλοδαπών.  Οι εναγόμενοι 1, 4 και 5 είναι Κύπριοι, ενώ οι εναγόμενοι 2, 3, 6, 7 αλλοδαποί.  Από το αιτητικό (Η) του Κλητηρίου Εντάλματος, ο ενάγων μεταξύ άλλων θεραπειών αξιοί εναντίον των εναγομένων αποζημιώσεις για συνωμοσία και άλλες συναφείς αδικοπραξίες.  Οι αιτίες αγωγής εναντίον των εναγομένων είναι συναφείς, με αποτέλεσμα τυχόν κατακερματισμός της διαδικασίας να εμπεριέχει κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων.  Οι ισχυρισμοί του ενάγοντος πως οι εναγόμενοι 6 και 7 συνωμότησαν με τους υπόλοιπους εναγομένους με σκοπό να του προκαλέσουν ζημιά, ήτοι η αποστέρηση από τον ενάγοντα των μετοχών Κυπριακής Εταιρείας, αρκεί για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

 

Το άλλο θέμα που εγείρουν οι εναγόμενοι 6 και 7 αφορά στην κανονικότητα της επίδοσης της αγωγής.  Ο ενάγων αποτάθηκε μονομερώς στο Δικαστήριο με αίτηση ημερ. 20.1.2014 και έλαβε στις 6.2.2014 άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στους αλλοδαπούς εναγομένους.  Δόθηκε άδεια όπως η επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στους εναγομένους 6 και 7 γίνει μέσω ταχυδρομείου ή ταχυμεταφορέα με απόδειξη παραλαβής.

 

Η ειδοποίηση του κλητηρίου εντάλματος μαζί με το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 6.2.14 και σε συμμόρφωση με την Δ.48, θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, τη μονομερή αίτηση βάσει της οποίας εξεδόθη το διάταγμα και τις ένορκες δηλώσεις που την συνοδεύουν με ημερ. 20.1.2014 και 5.2.2014 συνοδευόμενα με μετάφραση τους στην αγγλική γλώσσα με εξαίρεση τα τεκμήρια που ήταν συνημμένα στις ένορκες δηλώσεις, παραδόθηκαν στην υπηρεσία ταχυμεταφορών (DHL) η οποία τα παρέδωσε στους εναγόμενους 6 και 7 οι οποίοι τα επέστρεψαν ταχυδρομικώς στο γραφείο των δικηγόρων του ενάγοντος και στο Δικαστήριο.

 

Όλα τα έγγραφα που απαιτείτο να επιδοθούν στους εναγόμενους 6 και 7 τους επιδόθηκαν και μεταφρασμένα στην αγγλική γλώσσα.  Η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων μέσω ταχυδρομείου, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 14 του Κανονισμού ΕΚ1393/2007 είναι ένας από τους διάφορους τρόπους επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων.  Ερμηνεύοντας τον προϋφιστάμενο Κανονισμό ΕΚ1348/2000 η υπόθεση Plumex v. Young Sports NV, C-473/04 είχε αναφέρει ότι δεν προβλέπεται οποιαδήποτε ιεράρχηση μεταξύ των προβλεπομένων τρόπων επίδοσης αλλά η επίδοση των δικαστικών πράξεων μπορεί να πραγματοποιείται με οποιονδήποτε από τους προβλεπόμενους τρόπους ή με παράλληλους.

 

Στην υπόθεση CONSORTIA EUROPE LTD v. FREGATA HOLDINGS LTD, Πολ. Έφ. 387/2011, ημερ. 17.10.2014 υπεδείχθησαν τα εξής σχετικά:

 

«Το έτερο σημαντικό είναι ότι ο Κανονισμός δεν καθιερώνει ένα αποκλειστικό τρόπο ή μέσο διαβίβασης εγγράφων.  Κατά το Κεφάλαιο ΙΙ, που αφορά άλλους τρόπους διαβίβασης και επίδοσης δικαστικών εγγράφων, ορίζονται έτεροι τρόποι όπως, κατά το Άρθρο 12, διαβίβαση μέσω προξενικής ή διπλωματικής υπηρεσίας, κατά το Άρθρο 13, μέσω διπλωματικών ή προξενικών αντιπροσώπων, κατά το Άρθρο 14, μέσω ταχυδρομικών υπηρεσιών, και κατά το Άρθρο 15, με απευθείας επίδοση.

 

         Επομένως, η διαβίβαση και επίδοση εγγράφων δύναται να επιτευχθεί με ένα ή περισσότερους τρόπους που επιτρέπει ο Κανονισμός και δεν αποκλείεται ο ένας τρόπος έναντι του άλλου, ούτε δίδεται κάποια προτεραιότητα σε ένα από αυτούς, (απόφαση C-473/04, ημερ. 9.2.2006, Plumex, Συλλογή 2006, σελ. Ι-1417, σκέψεις 19-22).  Αυτό ρητά διασφαλίζεται και από το προοίμιο του Κανονισμού στις αιτιολογικές σκέψεις (17) και (18), ενώ με την αιτιολογική σκέψη (21), ο Κανονισμός καθορίζεται να υπερισχύει άλλων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή διευθετήσεων  μεταξύ κρατών-μελών χωρίς να αποκλείεται η διατήρηση ή συνομολόγηση συμφωνιών για επιτάχυνση ή απλοποίηση της διαδικασίας διαβίβασης εφόσον είναι συμβατές με τον Κανονισμό.  Ο όλος σκοπός του Κανονισμού είναι να καθορίσει ένα σύγχρονο και ευέλικτο επίσημο τρόπο επίδοσης εγγράφων μέσω εγκριμένων υπηρεσιών, συνήθως κυβερνητικών, καταθέτοντας τα επίσημα έγγραφα που προνοούνται από τον Κανονισμό, (O´Hare & Browne: Civil Litigation 12η έκδ. σελ. 161-162).»

 

            Η θέση ότι η ιδιωτική υπηρεσία ταχυμεταφορών DHL που χρησιμοποιήθηκε δεν αποτελεί «ταχυδρομική υπηρεσία» και ότι ο όρος αυτός περιλαμβάνει μόνο κρατική υπηρεσία δεν υποστηρίζεται από την γραμματική ερμηνεία του άρθρου 14 αλλά ούτε και από την νομολογία.  Η χωρίς οποιονδήποτε περιορισμό χρήσης του όρου «ταχυδρομικώς» επιτρέπει και επίδοση δικαστικών εγγράφων και από μη κρατικές υπηρεσίες.

 

            Στην προκειμένη περίπτωση το κράτος προορισμού δεν περιορίζει την εφαρμογή αυτής της μεθόδου επιδόσεως και κοινοποιήσεως μόνο στις περιπτώσεις που η επίδοση γίνεται επιμελεία του κράτους.  (βλ. ανάλογη περίπτωση βλ. την υπόθεση ΚΕΑΝ SOFT DRINKS LTD v. I. SAFMARINE CONTAINER LINES N.V. κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1784, 1789).

 

 Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι οι διευθύνσεις στις οποίες αποστάλησαν τα έγγραφα δεν ήταν οι ορθές, το γεγονός ότι τα παρέλαβαν αντικρούει τον ισχυρισμό τους.

 

Φαίνεται ότι η θέση των εναγομένων 6 & 7/αιτητών ότι οι δύο ένορκες δηλώσεις του Γεώργιου Παρμακλή δεν έχουν μεταφραστεί στην αγγλική γλώσσα δεν είναι ορθή.  Μόνο τα τεκμήρια τα οποία αναφέρονται στις σχετικές ένορκες δηλώσεις δεν έχουν μεταφραστεί.  Με βάση δε την νομολογία του ΔΕΚ δεν απαιτείται η μετάφραση.

 

Στην υπόθεση C-14/07 (Weiss) το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέτασε ορισμένες πρακτικές πτυχές του δικαιώματος άρνησης παραλαβής.  Στην προκειμένη περίπτωση, ο παραλήπτης αρνήθηκε την παραλαβή για τον λόγο ότι μόνο η αίτηση είχε μεταφραστεί στη γλώσσα που ορίζεται στο άρθρο 8 του κανονισμού, αλλά όχι και τα συνημμένα της.  Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο παραλήπτης εισαγωγικού της δίκης εγγράφου δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να παραλάβει το εν λόγω έγγραφο, εάν τα συνημμένα του εγγράφου αυτού που δεν έχουν μεταφραστεί συνίστανται σε αποδεικτικά έγγραφα που επιτελούν αποκλειστικώς αποδεικτική λειτουργία και δεν είναι απαραίτητα για την κατανόηση του αντικειμένου και των λόγων της αγωγής.

 

Όσον αφορά την θέση των εναγομένων 6 & 7/αιτητών ότι δεν δόθηκε άδεια για την έκδοση «παράλληλου κλητηρίου» για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, όπως υποδεικνύεται στην υπόθεση ΑΝS SECRETARIES LTD v. ORIANDA MANAGEMENT FZ LLC κ.ά. ECLI:CY:AD:2014:A458, Πολ. Έφ. 362/2009, ημερ. 3.7.2014, στην απουσία συγκεκριμένης δικονομικής διάταξης, δεν επηρεάζεται η νομιμότητα του εκδοθέντος κλητηρίου εντάλματος, εφόσον σ’ αυτό υπάρχουν ημεδαποί εναγόμενοι, όπως στη παρούσα.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του ενάγοντα/καθ’ ου η αίτηση και εναντίον των εναγομένων 6 & 7/αιτητών, να υπολογιστούν στο τέλος της υπόθεσης.

 

 

 

                                                                        (Υπ.) ..................................................

                                                                                    Μ. Μαυρονικόλας, Π.Ε.Δ.

 

Πιστόν αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής.

 

/ΑΛ

 

 

SubjectCivil/Other Action/Interim

Αναφορά:  Αίτηση παραμερισμού επίδοσης κλητηρίου εντάλματος

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο