ECLI:CY:EDLEM:2021:A263

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Αγωγή αρ. 343/2019

 

A & C REVENGERS GARAGE LIMITED

Ενάγουσα

v.

 

XXXX ΕΥΤΥΧΙΟΥ

Εναγόμενη

 

Ημερομηνία: 15 Νοεμβρίου 2021

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Κοϊνάς για Ι. ΜΟΔΙΤΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

Για Εναγόμενη: κ. Καραμανίδης για ΚΛΕΑΝΘΗΣ Χ. ΚΑΡΑΜΑΝΙΔΗΣ ΔΕΠΕ

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η Ενάγουσα, εταιρεία που ασχολείται με ισιώματα και μπογιατίσματα αυτοκινήτων, αξιώνει €1.843,31 ως οφειλόμενο δυνάμει του τιμολογίου με αριθμό 018090 ημερομηνίας 30.01.2018, το οποίο εξέδωσε μετά την επισκευή του οχήματος με αριθμό εγγραφής XXXX ιδιοκτησίας της Εναγόμενης, μετά που εκείνο είχε εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα. Παρόλο που το όχημα, που ήταν ασφαλισμένο στην Olympic Insurance Company Ltd («η Olympic»), επισκευάστηκε και παραδόθηκε στην Εναγόμενη, δεν εξοφλήθηκε το κόστος των υπηρεσιών της Ενάγουσας.

 

Η Εναγόμενη ισχυρίζεται πως ακριβώς επειδή το όχημά της ήταν ασφαλισμένο στην Olympic με περιεκτική ασφάλιση, από εκείνην θα έπρεπε να αξιώνει ο Ενάγων το ποσό για την επισκευή του οχήματος, ωστόσο επειδή η Olympic τέθηκε υπό εκκαθάριση, ο Ενάγων έσπευσε να το αξιώσει από την Εναγόμενη, παρότι η ίδια δεν είχε δώσει οποτεδήποτε οδηγίες στην Ενάγουσα να προβεί σε επισκευή. Στο σημείο του δυστυχήματος είχε μεταβεί πρόσωπο που οδηγούσε πλατφόρμα μεταφοράς οχημάτων, το οποίο προσέγγισε την Εναγόμενη και της ανέφερε ότι στάλθηκε από την ασφαλιστική εταιρεία για να παραλάβει το όχημα και να προβεί στην επιδιόρθωση και ότι η ίδια δεν έχει να κάνει κάτι και θα τα «κανονίσουν όλα». Η Εναγόμενη εξέλαβε ότι το πρόσωπο εκείνο είναι αντιπρόσωπος της ασφαλιστικής εταιρείας. Μετά από κάποιες ημέρες, ειδοποιήθηκε και παρέλαβε επιδιορθωμένο το όχημα από ένα γκαράζ στην Λεμεσό και υπέγραψε έντυπο απαλλαγής, ενώ κατέβαλε και €200,00 ως «excess», που προβλέπονταν στο ασφαλιστήριο. Έκτοτε, και μέχρι την επίδοση της αγωγής, ουδέποτε οχλήθηκε για κάποια οφειλή. Μετά που της επιδόθηκε η αγωγή, η Εναγόμενη επικοινώνησε με την ασφαλιστική εταιρεία που της ανέφερε ότι ο Ενάγων είχε κάνει συμφωνία μαζί της για επιδιόρθωση του οχήματος και είχε σταλεί και επιστολή ευθύνης σε αυτόν, ενώ η ίδια η ασφαλιστική εταιρεία είχε αναλάβει την πληρωμή του κόστους επιδιόρθωσης. Της ανέφερε, μάλιστα, ότι υπάρχει υπερχρέωση στο τιμολόγιο που της είχε σταλεί. Στην απουσία συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων βάσει της οποίας να εκδοθεί κάποιο τιμολόγιο και ελλείψει απαίτησης πληρωμής, η Εναγόμενη θεωρεί πως θα πρέπει να απορριφθεί η αγωγή της Ενάγουσας.

 

Εκ των δικογράφων, δεν είναι εκτεταμένη η αμφισβήτηση όσον αφορά τα γεγονότα, περιλαμβανομένου του ότι η Ενάγουσα επισκεύασε το όχημα της Εναγόμενης, αλλά ενδιαφέρουν οι λεπτομέρειες των περιστάσεων υπό τις οποίες το όχημα της Εναγόμενης επισκευάστηκε από την Ενάγουσα, ώστε να διαπιστωθεί εάν, με βάση αυτές, θα μπορούσε να θεωρηθεί είτε ότι υπήρξε κάποια συμφωνία με την Εναγόμενη που να δίδει στην Ενάγουσα βάση αγωγής είτε ότι η Εναγόμενη έλαβε αδικαιολόγητα το όφελος των υπηρεσιών της Ενάγουσας και εις βάρος της Ενάγουσας. Περαιτέρω, σε ένα επόμενο στάδιο, εφόσον αποδειχθεί ότι η Εναγόμενη οφείλει να καταβάλει το κόστος επισκευής του οχήματος, ενδιαφέρει το ύψος του, ενόψει του δικογραφημένου ισχυρισμού της Εναγόμενης περί υπερχρέωσης.

 

Η ακρόαση της υπόθεσης διεξήχθη ως οι ταχείας εκδίκασης υποθέσεις, δηλαδή με γραπτή μαρτυρία, χωρίς την εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας. Εκ μέρους της Ενάγουσας, κατέθεσε γραπτή δήλωση ο κύριος XXXX (ΜΕ1), ο οποίος κατέθεσε περαιτέρω έγγραφη μαρτυρία. Γραπτή δήλωση κατέθεσε και η Εναγόμενη (ΜΥ1). Οι συνήγοροι των δύο πλευρών κατέθεσαν γραπτές αγορεύσεις, επιχειρηματολογώντας η πλευρά της Ενάγουσας ότι θα πρέπει το κόστος επιδιόρθωσης να πληρώσει η Εναγόμενη γιατί υπάρχει συμφωνία, και η πλευρά της Εναγόμενης ότι δεν οφείλει η ίδια να πληρώσει το κόστος αυτό γιατί δεν υπάρχει συμφωνία.

 

Ο ΜΕ1, εκ των διευθυντών της Ενάγουσας, αναφέρει, στην παράγραφο 4 της γραπτής του δήλωσης, ότι ήταν κατόπιν παράκλησης ή οδηγιών ή εντολής της Εναγόμενης που ανέλαβε η Ενάγουσα να επιδιορθώσει το όχημά της μετά το τροχαίο ατύχημα, και ότι η Εναγόμενη είχε αναλάβει την υποχρέωση να πληρώσει η ίδια την Ενάγουσα, παρά την ύπαρξη της περιεκτικής ασφάλισης με την Olympic. Η Ενάγουσα αγόρασε εξαρτήματα και επισκεύασε το όχημα της Εναγόμενης, και την 30.01.2018 εξέδωσε το τιμολόγιο με αριθμό 018090 για €1.549,00 πλέον Φ.Π.Α., δηλαδή για το συνολικό ποσό των €1.843,31. Το τιμολόγιο των υπηρεσιών της Ενάγουσας σημειώνεται από το Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1 και το τιμολόγιο αγοράς των εξαρτημάτων από την Ενάγουσα, που είναι μέρος του Τεκμηρίου 1, ως Τεκμήριο 2. Στο Τεκμήριο 1 αναγράφονται τα στοιχεία της Εναγόμενης και τα στοιχεία της ασφαλιστικής εταιρείας Olympic.

 

Η Εναγόμενη (ΜΥ1), στην δική της γραπτή δήλωση, αναφέρει πως η ευθύνη για το ατύχημα που είχε γίνει την 17.01.2018 ήταν στην δική της πλευρά, αλλά είχε περιεκτική ασφάλιση με την Olympic, οπότε αμέσως μετά το ατύχημα είχε επικοινωνήσει με την ασφαλιστική εταιρεία, της έστειλε οδική βοήθεια και ειδοποίησε την Ενάγουσα για να παραλάβει το όχημά της. Καθώς ανέμενε στον χώρο του ατυχήματος, προσήλθε πλατφόρμα μεταφοράς οχημάτων, και ο οδηγός της πλατφόρμας της ανέφερε πως στάλθηκε από την ασφαλιστική εταιρεία για να παραλάβει το όχημά της για επιδιόρθωση. Της ανέφερε πως το γκαράζ της Ενάγουσας συνεργάζεται με την Olympic και ότι θα επιδιορθώσουν το όχημα και θα πληρώσει η Olympic, και η ίδια δεν χρειάζεται να κάνει οτιδήποτε άλλο από το να παραδώσει το όχημά της. Μετά από κάποιες ημέρες, ειδοποιήθηκε από κάποιο γκαράζ στην Λεμεσό και παρέλαβε επιδιορθωμένο το όχημα και άτομο που ήταν στο γκαράζ της έδωσε να υπογράψει έντυπο απαλλαγής, κάτι που έκανε, και πλήρωσε €200,00 ως αφαιρετέο ποσό (excess fee), σύμφωνα με το ασφαλιστήριο. Μετά που παρέλαβε το όχημα, δεν ενοχλήθηκε από οποιονδήποτε μέχρι που παρέλαβε την αγωγή, και επιμένει, η Εναγόμενη, πως δεν έχει κάποια συμφωνία με την Ενάγουσα. Όταν παρέλαβε την αγωγή, επικοινώνησε με την Olympic και της επιβεβαίωσε ότι η Ενάγουσα είχε συμφωνήσει μαζί της για την επιδιόρθωση του οχήματός της και είχε αποστείλει επιστολή ανάληψης ευθύνης ημερομηνίας 18.01.2018. Η Εναγόμενη δεν προσκομίζει αυτό το έγγραφο και δεν είναι ενώπιον του Δικαστηρίου, εφόσον δεν είναι συνημμένο ούτε στην ένορκη δήλωσή της ούτε στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων στην οποία παραπέμπει. Δεν προσκομίζονται ούτε τα υπόλοιπα έγγραφα που αναφέρει στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων που καταχωρίστηκε εκ μέρους της την 25.02.2020. Η ασφαλιστική εταιρεία, όπως αναφέρει, θα πλήρωσε την Ενάγουσα, και επειδή θεωρούσε ότι η Ενάγουσα υπερτιμολόγησε, θα έκανε σχετικές διευθετήσεις μαζί της. Η ίδια η Εναγόμενη ούτε συμφωνία είχε με την Ενάγουσα αλλά ούτε και παρέλαβε οποτεδήποτε κάποιο τιμολόγιο της Ενάγουσας και η εναντίον της αγωγή κινήθηκε επειδή τέθηκε σε εκκαθάριση η Olympic. Τονίζει, η Εναγόμενη, πως την ημέρα που παρέλαβε το όχημά τους ούτε τιμολόγιο έλαβε ή υπέγραψε, αλλά υπέγραψε έντυπο απαλλαγής και πλήρωσε το αφαιρετέο ποσό με βάση την ασφαλιστική σύμβαση στο γκαράζ, και ήταν δεδομένο πως η Ενάγουσα θα πληρώνονταν από την ασφαλιστική εταιρεία και ότι η ίδια δεν θα πλήρωνε οποιοδήποτε ποσό.

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν από τη δικογραφία[1]. Σκοπεί στην εύρεση των πραγματικών γεγονότων επί των οποίων το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί. Αξιολογείται το περιεχόμενο της μαρτυρίας[2], από το οποίο δυνατόν να προκύπτουν και κρίσεις αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων. Λόγω και του τρόπου παρουσίασης της μαρτυρίας στις υποθέσεις ταχείας εκδίκασης, το πλέγμα των κλασικών νομολογιακών αρχών σε σχέση με την απαλλαγμένες από εξωτερικές εντυπώσεις εκ της άμεσης συμπεριφοράς ή των αντιδράσεων στο εδώλιο του μάρτυρα[3] ή αντίστοιχα που να παρεμβάλλουν εκ του ύφους, της έκτασης ή των εξωτερικών γνωρισμάτων της γραφής ή της αφηγηματικής ικανότητας του συγγράψαντος την κάθε κείμενη εκδοχή. Η πληρότητα και η σαφήνεια ή η ελλειμματικότητα και η αοριστία επί των αμφισβητούμενων γεγονότων, η αμεσότητα ή η υπεκφυγή, οι συμπτώσεις και η λογική ή η ύπαρξη ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών[4], εν τέλει η πειστικότητα ή όχι της εκδοχής, είναι κριτήρια περιεχομένου που μπορούν να εξετάζονται και να λαμβάνονται υπόψη, συναρτώμενα με το σύνολο της μαρτυρίας, ασχέτως του έγγραφου ή έμμεσου τρόπου του λόγου των μαρτύρων, την απουσία πλήρους ζωντανής ατμόσφαιρας και την απόσταση του Δικαστηρίου από τον μάρτυρα και τους τρόπους συμπεριφοράς του (demeanour) ή τα έκδηλα στοιχεία της προσωπικότητάς του.

 

Ο ΜΕ1 προσπάθησε να πείσει το Δικαστήριο ότι υπήρχε συμβατική σχέση μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης, ασχέτως εάν το όχημα της Ενάγουσας ήταν ασφαλισμένο με περιεκτική ασφάλιση στην Olympic, και παρά το ότι στο Τεκμήριο 1, που προσκόμισε, αναγράφεται και η Olympic. Ο ΜΕ1 αποφεύγει να αναφέρει, παρά το ότι συνιστά δικογραφημένη θέση της Εναγόμενης, κατά πόσον η Ενάγουσα ήταν εγκεκριμένος επισκευαστής της Olympic, αλλά και τα γεγονότα, ως προς τον τρόπο που συνάφθηκε η υποτιθέμενη συμφωνία με την Εναγόμενη. Εάν η Εναγόμενη αποτείνονταν στην Ενάγουσα κατόπιν δική της επιλογής και της ανέθετε την επισκευή του οχήματός της, δεν θα υπήρχε λόγος να αναγραφεί στο τιμολόγιο που εξέδωσε η Ενάγουσα το όνομα της ασφαλιστικής εταιρείας, θα ήταν μάλλον αδιάφορο. Εξάλλου, δεν εξηγείται διαφορετικά και η αναγραφή στο Τεκμήριο 1 της φράσης «μείον X/S 200.00» που φαίνεται στο Δικαστήριο πως αποδίδει με γράμματα την λέξη “excess” (X/S) και ότι αφορά στο “excess fee” (XS fee) που ανέφερε η Εναγόμενη ότι πλήρωσε στο γκαράζ της Ενάγουσας σύμφωνα με το ασφαλιστήριο της. Μάλιστα, το «X/S 200» που αναφέρεται ως «μείον» δεν δίδει έκπτωση ποσού €200,00 που να αφαιρείται από το τιμολογημένο κόστος επισκευής. Η εκδοχή του ΜΕ1 ότι υπήρξε συμβατική υποχρέωση της Εναγόμενης να πληρώσει το κόστος επισκευής του οχήματος δεν συνάδει επίσης με το αδιαμφισβήτητο γεγονός πως η Ενάγουσα παρέδωσε το όχημα στην Εναγόμενη επισκευασμένο, χωρίς πρώτα να απαιτήσει να πληρωθεί από αυτήν το κόστος των υπηρεσιών της (εάν εκείνο συνιστούσε συμβατικό αντάλλαγμα), και χωρίς μάλιστα να της ζητήσει και υπογραφή του Τεκμηρίου 1. Στην συνέχεια, χωρίς να απαιτήσει την πληρωμή του τιμολογίου με οποιονδήποτε τρόπο από την Εναγόμενη, εφόσον δεν υπάρχει οποιοσδήποτε σχετικός ισχυρισμός του ΜΕ1 για τηλεφωνική επικοινωνία με την Εναγόμενη ή για αποστολή κάποιας επιστολής σε αυτήν.

 

Σε αντίθεση με την εκδοχή του ΜΕ1, που μαρτυρά υπό την ιδιότητά του ως διευθυντής της Ενάγουσας, η εκδοχή της Εναγόμενης ως προς τον τρόπο που έγινε η επισκευή του οχήματός της από το συνεργείο της Ενάγουσας, από την στιγμή που έγινε το τροχαίο ατύχημα, την επικοινωνία της με την ασφαλιστική εταιρεία, την προσέλευση πλατφόρμας απεσταλμένης από την ασφαλιστική εταιρεία για την μεταφορά του οχήματός της σε συνεργείο άγνωστο στην Εναγόμενη, επιλογής της ασφαλιστικής εταιρείας, απορρέει από την προσωπική της γνώση, συνάδει και με το Τεκμήριο 1, αλλά ενέχει και λεπτομέρεια και λογική συνοχή και συνέχεια, σε συνάρτηση και με την αντικειμενική όψη των πραγμάτων, που, σε αντίθεση με την εκδοχή της Ενάγουσας, την καθιστούν αξιόπιστη, για να μπορεί να βασιστεί σε αυτήν το Δικαστήριο για να διαγνώσει το επίδικο θέμα. Η Εναγόμενη μετέφερε στο Δικαστήριο με έναν πειστικό τρόπο ότι η Ενάγουσα ενήργησε, ως προς την επισκευή του οχήματός της, ως αντιπρόσωπος της ασφαλιστικής εταιρείας. Όσον αφορά τον ισχυρισμό της Εναγόμενης ότι υπήρξε υπερτιμολόγηση από την Ενάγουσα σε σχέση με το κόστος επισκευής του οχήματος, αυτός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, χωρίς αντίθετη μαρτυρία σε σχέση με το κόστος επισκευής. Όσα ανέφερε επίσης η Εναγόμενη σε σχέση με την ενημέρωση που έλαβε από την ασφαλιστική εταιρεία, στην παράγραφο 6 της γραπτής της δήλωσης, είναι εξ ακοής μαρτυρία στην οποία, έχοντας υπόψη και τα κριτήρια αξιολόγησή της με βάση το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ.9, δεν μπορεί να δοθεί μεγάλη βαρύτητα, εφόσον δεν αναφέρεται το όνομα του ατόμου της ασφαλιστικής εταιρείας με το οποίο υπήρξε επικοινωνία ή και ο λόγος για τον οποίον δεν προσκομίζεται μαρτυρία από το άτομο αυτό.

 

Το όλο πραγματικό πλαίσιο που προκύπτει μέσα από τα παραδεκτά γεγονότα, την κοινά αποδεκτή μαρτυρία και την αξιολόγηση της μαρτυρίας ως προς τα αμφισβητούμενα θέματα, είναι το εξής: Η Εναγόμενη, οδηγός του οχήματος XXXX που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ασφαλισμένο με περιεκτική ασφάλιση στην Olympic, την 17.01.2018, υπέστη τροχαίο ατύχημα, την ευθύνη για το οποίο είχε η Εναγόμενη. Η Εναγόμενη επικοινώνησε με την ασφαλιστική εταιρεία της, η οποία έστειλε πλατφόρμα οδικής βοήθειας στον χώρο του ατυχήματος που οδήγησε το όχημά της για επισκευή στην Ενάγουσα, εταιρεία που ασχολείται με ισιώματα και μπογιατίσματα, που ήταν επισκευαστής επιλογής (approved repairer) της Olympic, που ενεργούσε εκ μέρους της. Η Ενάγουσα επισκεύασε το όχημα της Εναγόμενης και την 30.01.2018 εξέδωσε το Τεκμήριο 1 για το ποσό των €1.843,31. Το ποσό αυτό συνιστά το κόστος επισκευής του οχήματος της Εναγόμενης και περιλαμβάνει τα εξαρτήματα που αγόρασε η Ενάγουσα (Τεκμήριο 2). Κατά την παράδοση του οχήματος της Εναγόμενης σε αυτήν, δεν απαιτήθηκε από την Ενάγουσα πληρωμή ή υπογραφή του τιμολογίου, και εισπράχθηκε από την Ενάγουσα εκ μέρους την Olympic το ποσό των €200,00 που συνιστά το αφαιρετέο ποσό (excess fee) με βάση το ασφαλιστικό συμβόλαιο για την υποβολή της απαίτησης πληρωμής, που αναγράφθηκε στο Τεκμήριο 1 («μείον X/S 200.00»). Στην συνέχεια, η Ενάγουσα ουδέποτε ειδοποίησε την Εναγόμενη ότι θα πρέπει να πληρώσει οποιοδήποτε ποσό. Η Olympic τέθηκε υπό εκκαθάριση.

 

Ο επισκευαστής που είναι συμβεβλημένος με ασφαλιστική εταιρεία για να επισκευάζει τα οχήματα ασφαλισμένων οδηγών σε περίπτωση ατυχήματος -  μία συνήθης πρακτική των ασφαλιστικών εταιρειών - ενεργεί έναντι των τελευταίων, όπως ενήργησε και υπό τις περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, ως φανερός αντιπρόσωπος της ασφαλιστικής εταιρείας (agent), κατά την έννοια του άρθρου 142 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ.149[5]. Ο ασφαλισμένος που προτιμά να αποταθεί στον εγκεκριμένο επισκευαστή (approved repairer), αντί σε έναν επισκευαστή της δικής του επιλογής, δεν συμβάλλεται μαζί του όπως θα συμβάλλονταν με τον επισκευαστή της επιλογής του (που θα τον πλήρωνε και θα αξίωνε στην συνέχεια τυχόν ασφαλιστική κάλυψη). Η από μέρους του ασφαλισμένου χρήση των υπηρεσιών του εγκεκριμένου επισκευαστή έχει μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα, που δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν, αλλά ένα από τα πλεονεκτήματα για τον ασφαλισμένο είναι ακριβώς αυτό που ανέφερε και η Εναγόμενη, η μη ενασχόλησή της με την διαδικασία της επισκευής (κάτι που μπορεί να έχει και αρνητική χροιά, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο και τον τρόπο επισκευής). Μέσω του εγκεκριμένου επισκευαστή και των υπηρεσιών του, η ασφαλιστική εταιρεία εκπληρώνει δική της συμβατική παροχή έναντι στον ασφαλισμένο της, στο πλαίσιο του ασφαλιστικού συμβολαίου, την δική της συμβατική υποχρέωση, αντί να καλύψει το κόστος επισκευής που θα αποδείξει ο ασφαλισμένος και θα αποδεχθεί ως εύλογο, να επισκευάσει η ίδια το ασφαλισμένο όχημα σε επισκευαστή της επιλογής της και να ελέγξει εξ αρχής το κόστος. Εάν αποτύχει να επισκευάσει το όχημα ή και να το επισκευάσει δεόντως, ο ασφαλισμένος μπορεί να αξιώσει και εναντίον της ασφαλιστικής εταιρείας. Η ασφαλιστική εταιρεία επωφελείται από την διατήρηση συμφωνιών με εγκεκριμένους επισκευαστές με διάφορους τρόπους, όπως αντίστοιχα επωφελούνται οι επισκευαστές από το να βρίσκονται σε δίκτυο εγκεκριμένων επισκευαστών ασφαλιστικών εταιρειών. Ο αμοιβαία ωφέλιμος μηχανισμός συνεργασίας συνεργείων αυτοκινήτων (με πλατφόρμες οδικής βοήθειας) και ασφαλιστικών εταιρειών μπορεί να διαταραχθεί με διάφορους τρόπους, ένας εκ των οποίων είναι η πτώχευση ή θέση σε εκκαθάριση του ενός μέρους.

 

Σε περίπτωση μη πληρωμής του εγκεκριμένου επισκευαστή από την ασφαλιστική εταιρεία, ο επισκευαστής αυτός δεν έχει δικαίωμα να αμειφθεί από τον ασφαλισμένο όπως θα αμείβονταν από την ασφαλιστική εταιρεία, κατ’ επέκταση να εκτελέσει την υποχρέωση της ασφαλιστικής εταιρείας να τον πληρώσει απευθείας έναντι του τρίτου, ως ο τρίτος να ήταν ο αντισυμβαλλόμενός του. Πέραν του ότι η θέση της ασφαλιστικής εταιρείας, του αντιπροσωπευόμενου, σε εκκαθάριση δεν εμποδίζει τον εγκεκριμένο επισκευαστή από του να συμμετάσχει στη διαδικασία της εκκαθάρισης ως πιστωτής ή και ακόμα να την ενάγει δια του εκκαθαριστή της, ο ασφαλισμένος ούτε συμβατική σχέση έχει με τον εγκεκριμένο επισκευαστή, αλλά ούτε και όφελος έχει λάβει ως προς την αξία των υπηρεσιών επισκευής του οχήματος· γιατί ο εγκεκριμένος επισκευαστής εκπλήρωσε το εκ μέρους της ασφαλιστικής εταιρείας συμβατικό αντάλλαγμα έναντι των ασφαλίστρων που καταβλήθηκαν από τον ασφαλισμένο για την δεδομένη περίοδο κάλυψης.

 

Η έκδοση του Τεκμηρίου 1 στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδεικνύει από μόνη της συμβατική σχέση μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης. Με δεδομένη την έντονη αμφισβήτηση του θέματος αυτού, και όλα όσα προαναφέρθηκαν, η Ενάγουσα δεν παρείχε αποδεκτή και επαρκή μαρτυρία με τον τρόπο που μαρτύρησε ο ΜΕ1, έναντι στην συγκεκριμένη μαρτυρία της Εναγόμενης πως ό,τι έλαβε μέσω της Ενάγουσας και για το οποίο εκδόθηκε το Τεκμήριο 1 ήταν αυτό που είχε αναλάβει η ασφαλιστική εταιρεία να της παρέχει στο πλαίσιο της περιεκτικής ασφάλισης του οχήματός της, που συνάδει και με τις αναγραφές στο Τεκμήριο 1 αλλά και με το γεγονός πως παραδόθηκε το επισκευασμένο όχημα στην Εναγόμενη χωρίς η Ενάγουσα να απαιτήσει πληρωμή.

 

Η διατήρηση προσωπικού συμφέροντος του αντιπρόσωπου (επισκευαστή) στην παροχή προς τον τρίτο (εξασφάλιση αμοιβής για την επισκευή του οχήματος), ή το γεγονός ότι ο επισκευαστής θα πρέπει – θα ήταν ευρύτερα δίκαιο- να πληρωθεί από κάπου για τις υπηρεσίες του, δεν του δίνουν από μόνα τους δικαίωμα εκτέλεσης εναντίον του ασφαλισμένου που είναι τρίτος σε αυτή την περίπτωση, και δεν έχει αποδειχθεί από την Ενάγουσα μια τέτοια συμβατική δυνατότητα. Έτσι, και χωρίς τέτοιο πραγματικό υπόβαθρο, η αναγνώριση της δυνατότητας του εγκεκριμένου επισκευαστή, που επωφελείται διαχρονικά από την συνεργασία και εμπορική συναλλαγή του με την ασφαλιστική εταιρεία και την επιδιώκει, τελικά να μετακυλά το κόστος επισκευής και κατ’ επέκταση την συμβατική σχέση και διαφορά στον εκάστοτε ασφαλισμένο, όποτε, για οποιονδήποτε λόγο, δεν ικανοποιείται από τον ασφαλιστή (είτε γιατί τίθεται υπό εκκαθάριση, είτε γιατί υπάρχει διαφωνία μεταξύ τους ως προς το ύψος του ποσού που αξιώνει, είτε άλλως πώς), προτάσσοντας το τιμολόγιο του, και τότε ο ασφαλισμένος να καλείται να υποκατασταθεί στην απαίτηση του επισκευαστή έναντι στην ασφαλιστική εταιρεία για την πληρωμή του τιμολογίου (ως αυτή να ήταν εξ αρχής απαίτηση για κάλυψη ασφαλισμένων εξόδων επισκευής που πληρώθηκαν από τον ασφαλισμένο), θα έθετε και εν αμφιβόλω την προστασία του ασφαλισμένου (καταναλωτή) στο δίκαιο. Γιατί εάν ήξερε ότι μπορεί να κληθεί ανά πάσα στιγμή να πληρώσει ο ίδιος τα έξοδα επισκευής του ασφαλισμένου οχήματός του μετά που αυτό του παραδίδεται επισκευασμένο, μετά που ήδη λαμβάνει την ασφαλιστική παροχή και εκτελείται η δική του συμφωνία, ή άλλως πώς να αναβιώσει και να τοποθετηθεί στους ώμους του ετεροχρονισμένα το κόστος του ασφαλιστικού κινδύνου, ενδεχομένως να ασκούσε διαφορετικά τις επιλογές ή τα δικαιώματά του.

 

Επειδή, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων πάνω στο οποίο κινείται το Δικαστήριο σε μια τέτοια διαδικασία, η Ενάγουσα δεν κατάφερε να αποδείξει την ύπαρξη συμβατικής σχέση με την Εναγόμενη, η αγωγή δεν μπορεί να επιτύχει, και απορρίπτεται. Τα έξοδα, ακολουθώντας τον κανόνα, επιδικάζονται προς όφελος της Εναγόμενης και εναντίον της Ενάγουσας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.) …………………………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 



[1] Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, Λεμονάρης ν. Πολεμίτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 530.

[2] Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1 Α.Α.Δ. 339.

[3] Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239, Joyce v. Yeomans [1981] 2 All E.R. 21.

[4] Αυξεντίου ν. Δίγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367.

 

[5] Βλ. και McGee, Α. (2018). The Modern Law of Insurance, 4th Edition, Part H: Particular types of policy, Chapter 37: Motor policies, para 37.40: Approved repairers. LexisNexis, UK.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο