ECLI:CY:EDLEF:2012:B64
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Α. Πανταζή – Λάμπρου, Προσ. Ε. Δ.
Υπόθεση. Αρ.8059/12
Αστυνομικός Διευθυντής Λευκωσίας
ν
Χάρης ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Κατηγορούμενος
Ημερομηνία: 23 Μαΐου, 2012
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Χαραλάμπους
Για τον Κατηγορούμενο: κ. Γ. Παπαϊωάννου
Κατηγορούμενος παρών.
ΠΟΙΝΗ
Ο Κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τις ακόλουθες κατηγορίες:
1η κατηγορία׃ Απείθεια κατά νόμιμων διαταγών κατά παράβαση των άρθρων 137 και 29 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 86/83 και 15(Ι)/99 και την ΚΔΠ 312/07.
2η κατηγορία: Χρήση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3 και 40 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Νόμου, 96(Ι)/2000 και ΚΔΠ 312/07.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ως η κατηγορία αρ. 1 επί του κατηγορητηρίου, ο Κατηγορούμενος την 30.9.2011, στη Λεωφόρο 28ης Οκτωβρίου, στη Λ/σια της Επαρχίας Λ∕σιας οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αριθμούς εγγραφής KZR456 κατά παράβαση διατάγματος που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λ/σιας στην υπόθεση με αριθμό 31520/2011, το οποίο του στερούσε το δικαίωμα της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος για περίοδο 75 ημερών από 26/9/2011 – 9/12/2011.
Κατά τον τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην 2η κατηγορία, ο Κατηγορούμενος οδηγούσε το ίδιο μηχανοκίνητο όχημα χωρίς να ευρίσκεται σε ισχύ πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης που αφορά την ευθύνη του οδηγού του αναφερόμενου οχήματος έναντι τρίτου (κατηγορία αρ. 2).
Η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής δήλωσε ότι τα γεγονότα είναι ως το κατηγορητήριο. Ώρα καταγγελίας 0940. Ο ΜΚ1 ανέκοψε για έλεγχο την εν λόγω μοτοσικλέτα. Οδηγούσε ο Κατηγορούμενος. Κατά τον έλεγχο διαπίστωσε τα αδικήματα που φαίνονταν στο Κατηγορητήριο. Επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο και απάντησε «Νόμιζα ότι ξεκινούσε τη Δευτέρα». Η στέρηση της άδειας ξεκινούσε από 26.9.2011 και ο Κατηγορούμενος παραβίασε το διάταγμα στέρησης στις 30.9.2011. Το διάταγμα εκδόθηκε στις 26.9.2011 στο πλαίσιο της υπόθεσης 31520/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λ/σιας η οποία υπόθεση αφορούσε σε αδίκημα ημερομηνίας 8.11.2010 (υπερβολική ταχύτητα). Λόγω συσσώρευσης βαθμών ποινής επιβλήθηκε η στέρηση της άδειας του για περίοδο 75 ημερών.
Σήμερα η άδεια οδηγού του Κατηγορουμένου βαρύνεται με 9 βαθμούς ποινής.
Υπάρχει ακόμη μία υπόθεση η Στροβόλου Τ-714/11 η οποία αφορά ακριβώς τα ίδια αδικήματα (στερημένη άδεια, οδήγηση χωρίς ασφάλεια) ημερομηνίας 1.12.2011. Η Κατηγορούσα Αρχή συμφωνεί όπως ληφθεί υπόψη η εν λόγω υπόθεση κατά την επιβολή ποινής στην παρούσα υπόθεση.
Δεδομένης της σοβαρότητας των αδικημάτων στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο ζήτησε και έλαβε έκθεση του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας αναφορικά με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες του Κατηγορουμένου. Η έκθεση τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου στις 21.5.2012 και αφού ακούστηκαν τα γεγονότα το Δικαστήριο διέταξε όπως ο Κατηγορούμενος παραμείνει υπό κράτηση μέχρι 23.5.2012 που θα δίδετο η επιφυλαχθείσα απόφαση.
Στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας αναφέρονται, συνοπτικά, τα εξής. Ο Κατηγορούμενος είναι σήμερα 24 ετών, άγαμος, υπάλληλος σε περίπτερο. Διαμένει στο Στρόβολο μαζί με τους γονείς του. Η μητέρα του, 48 ετών, είναι οικοκυρά. Ο πατέρας του 48 ετών είναι ιδιωτικός υπάλληλος. Έχει 2 αδέρφια ηλικίας, 21 ετών και 14 ετών. Ο ένας εργάζεται μαζί του στο περίπτερο και ο άλλος είναι μαθητής. Ο Κατηγορούμενος δήλωσε ότι δεν του απομένει μισθός στο τέλος κάθε μήνα διότι τα έξοδα από τη λειτουργία του περιπτέρου υπερβαίνουν τα κέρδη. Μετά την αποφοίτηση του Κατηγορουμένου από το Λύκειο, αυτός κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά, όπου υπηρέτησε για περίοδο 22 μηνών. Αντιμετώπισε διάφορα προβλήματα προσαρμογής κατά τη θητεία του με αποτέλεσμα ο χρόνος της θητείας του να αυξηθεί λόγω φυλακής. Αποτέλεσμα ήταν να αντιμετωπίζει ο ίδιος διάφορα ψυχοσυναισθηματικά προβλήματα. Για περίοδο ενός έτους υπήρξε χρήστης εξαρτησιογόνων ουσιών (κάνναβης). Μετέβηκε στην Αγγλία για να σπουδάσει, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του επειδή δεν του άρεσε η περιοχή όπου βρισκόταν το Πανεπιστήμιο του. Επιστρέφοντας στην Κύπρο, εγγράφηκε στο Intercollege όπου σπούδασε Γραφικές Τέχνες για περίοδο 3 ετών. Τον Αύγουστο του 2011 ο πατέρας του συνήψε δάνειο για να λειτουργήσει περίπτερο το οποίο να διαχειρίζονται οι δύο υιοι του, όπως προαναναφέρθηκε.
Ο συνήγορος Υπεράσπισης υιοθέτησε το περιεχόμενο της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, με εξαίρεση ορισμένες μικρές «ανακρίβειες» κατά την έκφραση του, τις οποίες επεσήμανε στο Δικαστήριο και ακολούθως κατέθεσε στο Δικαστήριο γραπτό κείμενο αγόρευσης. Η έμφαση του συνηγόρου Υπεράσπισης ενόσω αγόρευε ενώπιον του Δικαστηρίου προφορικά ήταν ότι τα αδικήματα παρακοής διατάγματος διαπράχθηκαν για το μόνο λόγο ότι ο Κατηγορούμενος, αλλά πρωτίστως η οικογένεια του, δεν αντιλήφθηκαν τη σοβαρότητα της υπόθεσης. Καταλογίζει φταίξιμο και στους γονείς του Κατηγορουμένου, οι οποίοι δεν τον συνέτησαν ή διευκόλυναν στη διακίνησή του. Αν επιβληθεί άμεση ποινή φυλάκισης στον Κατηγορούμενο, ο συνήγορος Υπεράσπισης δηλώνει ότι αυτό θα συνεπάγεται την πλήρη καταστροφή του. Δεν έχει ακόμη εγκαταλείψει το Πανεπιστήμιο. Υπολείπονται ορισμένα μαθήματα για να εξασφαλίσει τον τίτλο.
Ποινή
Η επιβολή ποινής, υπό το φως των καθιερωμένων από τη νομολογία αρχών, καθώς και στο πλαίσιο εφαρμογής των σχετικών νομοθετικών διατάξεων, αποτελεί ένα πολύ λεπτό έργο του Δικαστηρίου αφού απαιτείται από τη μια εξισορρόπηση του γενικού συμφέροντος της δικαιοσύνης και από την άλλη εξατομίκευση της ποινής στο πλαίσιο του συγκεκριμένου παραβάτη. Με γνώμονα την ανάγκη διατήρησης του υπό αναφορά ισοζυγίου, επεξηγώ ακολούθως την αιτιολογία βάσει της οποίας καταλήγω στην επιβολή της συγκεκριμένης ποινής για έκαστο αδίκημα.
Ποινή για το πρώτο αδίκημα
Η πρώτη κατηγορία που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος είναι πάρα πολύ σοβαρή. Η σοβαρότητά της αναδεικνύεται μέσα από τις ποινές που έχει προδιαγράψει ο νομοθέτης, καθώς και από τα όσα σχετικά αναφέρονται στη νομολογία.
Το άρθρο 137 του Ποινικού Κώδικα καθορίζει ότι:
«Όποιος ανυπακούει σε διάταγμα, ένταλμα ή διαταγή που εκδόθηκε από Δικαστήριο, λειτουργό ή πρόσωπο που ενεργεί με οποιαδήποτε επίσημη ιδιότητα και κανονικά εξουσιοδοτημένο για αυτό, είναι ένοχος πλημμελήματος και υπόκειται σε φυλάκιση δύο χρόνων, εκτός όταν καθορίζεται ρητά κάποια άλλη ποινή ή διαδικασία σε συνάφεια με τέτοια ανυπακοή».
Στην υπόθεση Διευθυντή Τμήματος Υπηρεσίας Κοινωνικής Ευημερίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 133, αναφέρθηκε ότι πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί Δικαστικό διάταγμα οφείλει να συμμορφώνεται με τις πρόνοιες του διατάγματος αυτού. Το αδίκημα της ανυπακοής είναι ιδιαίτερα σοβαρό, αφού πλήττει το θεμέλιο της έννομης τάξης και η συμμόρφωση σε Δικαστικά διατάγματα είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη του κράτους δικαίου. Τούτων δεδομένων, η ποινή που θα επιβληθεί πρέπει να είναι ανάλογη της σοβαρότητας της ανυπακοής.
Επίσης, στην υπόθεση Λοΐζου ν Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 227, λέχθηκε ότι:
«Παρακοή σε διάταγμα του Δικαστηρίου πλήττει το θεμέλιο της έννομης τάξης. Η συνέχιση της (παρακοής) τείνει να το ανατρέψει. Ανάλογη με τη σοβαρότητα της ανυπακοής είναι και η τιμωρία, η οποία επιβάλλεται. Η τιμωρία για τη συνεχιζόμενη παρακοή σε διαταγή του δικαστηρίου είναι κατά κανόνα η φυλάκιση. Όταν επέλθει συμμόρφωση παρέχεται η δυνατότητα για επιεικέστερη αντιμετώπιση του παραβάτη, χωρίς όμως να διαγράφεται η σοβαρότητα του αδικήματος.».
Η έκδοση διατάγματος στέρησης της άδειας οδηγήσεως αποτελεί μία ύστατη προσπάθεια του Δικαστηρίου να αλλάξει την οδική συμπεριφορά του Κατηγορουμένου και τα Δικαστήρια οφείλουν να δίδουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι ανυπακοή σε διατάγματα θα αντιμετωπίζεται σοβαρά.
Στην παρούσα υπόθεση, η παρακοή στο διάταγμα συνέβηκε στις 30.9.2011.
Ο Κατηγορούμενος δήλωσε άμεσα παραδοχή στο αδίκημα αυτό από την 1η εμφάνιση του στο Δικαστήριο. Λαμβάνω υπόψη, ως μετριαστικούς παράγοντες, αφενός, την άμεση παραδοχή του Κατηγορουμένου, η οποία εκφράζει έμπρακτα τη μεταμέλειά του για το αδίκημα και εξοικονομεί πολύτιμο χρόνο του Δικαστηρίου.
Οφείλω να σημειώσω, όμως, ότι η συχνότητα με την οποία άγονται ενώπιον του Δικαστηρίου υποθέσεις παρακοής διατάγματος είναι δυστυχώς αρκετά μεγάλη, στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωριστεί από το Δικαστηρίο κατά την επιλογή της ποινής που θα επιβληθεί. Η επικρατούσα κατάσταση και συνακόλουθα η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικής ποινής είναι πάντοτε στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη από τα Δικαστήρια.
Ο συγκεκριμένος Κατηγορούμενος προχώρησε σε επαναναλαμβανόμενη παρακοή στο διάταγμα ως προκύπτει από την ύπαρξη και δεύτερης υπόθεσης η οποία θα ληφθεί υπόψη κατά την επιβολή της ποινής στην παρούσα διαδικασία.
Καταλήγω ότι είναι κατάλληλο όπως επιβάλω ποινή φυλάκισης 30 ημερών. Καθορίζοντας το χρόνο αυτό λαμβάνω υπόψη ότι ο Κατηγορούμενος παρέμεινε υπό κράτηση από τις 21.5.2012 μέχρι σήμερα.
Θα εξετάσω στο σημείο αυτό κατά πόσον συντρέχουν λόγοι για αναστολή της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί στον Κατηγορούμενο. Εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου 95/72, όπως έκτοτε τροποποιήθηκε με το Ν.186(Ι)/2003. Το εδάφιο (1) αυτού καθορίζει ότι, οποτεδήποτε το Δικαστήριο επιβάλλει ποινή φυλακίσεως, η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, δύναται να διατάξει όπως η ποινή μη εκτελεστεί, εκτός αν, διαρκούσης της περιόδου εφαρμογής του διατάγματος, ο καταδικασθής διαπράξει άλλο αδίκημα το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση, και, μετά από τη διάπραξη αυτή, το Δικαστήριο διατάξει όπως η αρχική ποινή εκτελεστεί. Το εδάφιο (2) του ιδίου άρθρου καθορίζει ότι «το Δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης αν αυτό δικαιολογείται από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορουμένου».
Η ποινή φυλάκισης με αναστολή δεν επιβάλλεται από Δικαστήριο ως μέτρο επιείκιας, αλλά το Δικαστήριο αποφασίζει το ύψος της ποινής και μετά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την αναστολή της (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Στέφανου Περατικού (1997) 2 Α.Α.Δ. 373).
Οι αρχές για αναστολή ποινής φυλάκισης έχουν αναλυθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως έχει αναφερθεί, μεταξύ άλλων, στη Γενικός Εισαγγελέας ν Λουκάς Φανιέρος (1996) 2 Α.Α.Δ. 303, οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψιν στην απόφαση του κατά πόσο θα ανασταλεί η ποινή φυλακίσεως είναι οι ακόλουθοι:
«(α) Η σοβαρότητα των περιστατικών και το κίνητρο για τη διάπραξη του εγκλήματος.
(β) Το μητρώο του Κατηγορουμένου ως δείκτη για την ανάγκη αποτροπής.
(γ) Η διαγωγή του Κατηγορουμένου μετά τη διάπραξη του αδικήματος, ιδιαίτερα η παρουσία ή απουσία στοιχείων μεταμέλειας.».
Λαμβάνω υπόψη το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος είναι νεαρό πρόσωπο και δεν έχει προηγούμενες καταδίκες, πέραν της καταδίκης στην υπόθεση 31520/2011.
Υπό το φως τούτων, κρίνω σκόπιμο να δώσω μία νέα ευκαιρία στον Κατηγορούμενο για αναμόρφωση της οδικής του συμπεριφοράς. Αναστέλλω, λοιπόν, την ποινή φυλάκισης που επέβαλα στον Κατηγορούμενο σε σχέση με το 1ο αδίκημα για περίοδο 3 ετών από σήμερα.
[Το Δικαστήριο εξηγεί στον Κατηγορούμενο τη σημασία της αναστολής.]
Ποινή για το αδίκημα ως η κατηγορία αρ. 2
Σχετικά με την ποινή για το δεύτερο αδίκημα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος, το άρθρο 3 του Νόμου 96(Ι)/2000 είναι σχετικό.
Όπως αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση Ηλίας Σ. Πουλλής ν Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 57, οι σοβαρές επιπτώσεις για τα θύματα δυστυχημάτων από ανασφάλιστη χρήση οχήματος καθιστούν το αδίκημα σοβαρό.
Στο πλαίσιο της εξατομίκευσης της ποινής και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η τέλεση του αδικήματος αυτήν τη φορά αποτελεί απόρροια του πρώτου αδικήματος, υπό την έννοια ότι, ενόσω δεν υπάρχει άδεια οδήγησης σε ισχύ, δεν μπορεί να υπάρχει ούτε πιστοποιητικό ασφάλισης σε ισχύ, κρίνω ότι είναι ορθό και δίκαιο όπως μην επιβάλω χρηματική ποινή αλλά επιβάλω στέρηση της άδειας οδήγησης για περίοδο 2 μηνών αρχίζοντας από σήμερα
Λήφθηκε υπόψη η υπόθεση αρ. Τ – 714/2011.
(Υπ.) …………………………………...…..
Α. Πανταζή – Λάμπρου, Προσ. Ε. Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ