
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αίτηση Αρ. 138/99
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 155(4) του Συντάγματος και τα
άρθρα 3 και 9 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης
(Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964
και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με την Αίτηση της εταιρείας INTELBANK LTD,
εκ Western Samoa, για άδεια να καταχωρήσει αίτηση για
έκδοση εντάλματος της φύσης CERTIORARI
και
Αναφορικά με το διάταγμα ημερομηνίας 11/11/99 του
Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, και της Έντιμου
Δικαστού κας Ε. Παπαδοπούλου στην αγωγή με αριθμό
13799/99, μεταξύ:
ALGET TRADING LTD, εκ Λευκωσίας
Εν αγόντων
και
INTELBANK LTD, εκ Western Samoa
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 23.11.1999Για την αιτήτρια εταιρεία: κ. Αμερικάνος.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari που να ακυρώνει προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε από την Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Αγωγή αρ. 13799/99 και με το οποίο της απαγορεύθηκε, δυνάμει του άρθρου 9 (όπως αναριθμήθηκε σε άρθρο 8) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, (όπως τροποποιήθηκε), του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 και της Δ.48 θ.1, 2 και 3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, να αποσύρει ή παραλάβει ή μεταβιβάσει ή καθ΄ οιονδήποτε τρόπο αποξενώσει ή μεταφέρει εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου το ποσό των 1.165.384,24 δολαρίων Αμερικής ή οποιοδήποτε άλλο μικρότερο ποσό το οποίο διατηρεί σε λογαριασμούς στη Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, σε κατάστημά της στη Λευκωσία, ή και στην Τράπεζα Κύπρου Λτδ, επίσης σε κατάστημά της στη Λευκωσία. Παράλληλα, η αιτήτρια ζητά να ανασταλεί η ισχύς του προσωρινού διατάγματος και κάθε άλλη διαδικασία μέχρι να εκδικαστεί η αίτηση ή μέχρι νεότερης διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η αγωγή έχει ως βάση ισχυρισμό της ενάγουσας, ότι η εναγόμενη παρέβη συμφωνία αγοράς από την ενάγουσα των μετοχών εταιρείας στο Λουξεμβούργο με τη μη εξόφληση του υπόλοιπου του τιμήματος, που ανέρχεται στο ποσό των 1.165.384,24 δολαρίων Αμερικής.
Η αγωγή καταχωρήθηκε στις 10.11.1999. Την ίδια μέρα η ενάγουσα καταχώρησε αίτηση για υποκατάστατη επίδοσή της, όπως και οποιουδήποτε άλλου διατάγματος του Δικαστηρίου, στο Διευθυντή της εναγόμενης, στη Λευκωσία. Ταυτόχρονα, η ενάγουσα καταχώρησε και μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσε την έκδοση προσωρινού διατάγματος (το διάταγμα). Στις 11.11.1999 το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε το προσωρινό διάταγμα το οποίο και όρισε επιστρεπτέο στις 19.11.1999. Η αίτηση για υποκατάστατη επίδοση ορίστηκε στις 19.11.1999 για οδηγίες. Όπως με πληροφόρησε ο δικηγόρος της αιτήτριας, στις 19.11.1999 καταχώρησε ένσταση στο διάταγμα, το δε Επαρχιακό Δικαστήριο όρισε την ακρόαση στις 25.11.1999. Το διάταγμα παρέμεινε σε ισχύ.
Οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ακύρωση του διατάγματος έχουν ως εξής:
- Το Δικαστήριο καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας και κατά παράβαση του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 εξέδωσε το εκαλούμενο προσωρινό διάταγμα στα πλαίσια ανύπαρκτης αγωγής αφού δεν ζητήθηκε προηγουμένως το αναγκαίο διάταγμα για σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος ούτε και ζητήθηκε η σχετική άδεια επίδοσης ειδοποίησης του στην αλλοδαπή εναγόμενη εταιρεία ως θα έπρεπε σύμφωνα με τους σχετικούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, Δ.6 θ.6.
- Το Δικαστήριο λανθασμένα και/ή καθ΄ υπέρβαση της εξουσίας του και/ή ενεργώντας ελλείψει δικαιοδοσίας εξέδωσε το εν λόγω διάταγμα στην απουσία οιασδήποτε αποδεκτής μαρτυρίας για το κατ΄ επείγον της αιτήσεως για την παροχή αυτής της θεραπείας κατά παράβαση του άρθρου 9(1) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, και του άρθρου 32(1) του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60.
- Το Δικαστήριο λανθασμένα και/ή καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και/ή συνεπεία δόλου και/ή ψευδορκίας και κατά παράβαση των άρθρων 1 και 21(1)(α) του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 εξέδωσε το ως άνω διάταγμα αφού στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει αγωγή η οποία έχει ως αιτία συμφωνία η οποία συνάφθηκε και παραβιάστηκε, κατ΄ ισχυρισμό, στο εξωτερικό, αφορά αγορά μετοχών αλλοδαπής εταιρείας και η εναγομένη εταιρεία είναι εταιρεία αλλοδαπή με έδρα εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
- Το Δικαστήριο ενήργησε ελλείψει δικαιοδοσίας, και/ή καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας αφού εξέδωσε το προσβαλλόμενο διάταγμα χωρίς να υφίσταται η δικαιοδοτική προϋπόθεση του «καλού αγώγιμου δικαιώματος», σύμφωνα με το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου, 1960 (Ν14/60), επειδή:
- Το Δικαστήριο λανθασμένα και καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή κατά παράβαση των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας απεδέχθη ανυπόγραφη εγγύηση της ενάγουσας εταιρείας η οποία δεν έχει κανένα νομικό αποτέλεσμα κατά παράβαση του άρθρου 9(2) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 9.
- Το Δικαστήριο λανθασμένα και/ή καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας απεδέχθη εγγύηση από υπεράκτια εταιρεία χωρίς οιεσδήποτε περαιτέρω εξασφαλίσεις ενώ κατά παραδοχή της ενάγουσας εταιρείας αυτή δεν διαθέτει οιαδήποτε περιουσία στην Κύπρο.
- Το Δικαστήριο καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας παρέλειψε να λάβει υπόψιν του το άρθρο 9(3) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 ορίζοντας το εκδοθέν την 11/11/99 προσωρινό διάταγμα επιστρεπτέο και/ή για επίδοση 9 (εννέα) ημέρες μετά την έκδοσή του, ήτοι την 19.11.99.
- Το διάταγμα που εξέδωσε το Δικαστήριο είναι γενικό, αόριστο και καταπιεστικό κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και/ή καθ΄ υπέρβαση εξουσίας αφού συνιστά παράβαση του άρθρου 5(3) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6.»
(α) η ενάγουσα εταιρεία ουδέποτε εξουσιοδότησε την καταχώρηση της αγωγής 13799/99 και συνακόλουθα της μονομερούς αιτήσεως βάση της οποίας εξεδώθη το προσβαλλόμενο διάταγμα,
(β) η ενάγουσα εταιρεία ουδέποτε εξουσιοδότησε τον ενόρκως δηλούντα την αίτηση ημερ. 11/11/99 να προβεί στην ρηθείσα ένορκη δήλωση και να αιτηθεί το προσβαλλόμενο διάταγμα.
Η αιτήτρια εισηγείται πως εγείρεται συζητήσιμο ζήτημα, ενώ, ταυτόχρονα, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έκδοση του ζητούμενου προνομιακού διατάγματος, παρά την ύπαρξη άλλων ένδικων μέσων.
Προς υποστήριξη των λόγων 1 έως 4 ο δικηγόρος της αιτήτριας έκαμε αναφορά σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ιδιαίτερα στην Resola Cyprus Ltd v. Χρίστου, Πολιτική Έφεση Αρ. 9610, απόφαση 31.3.1998, όπου κρίθηκε ότι το επείγον για την παροχή θεραπείας αποτελεί δικαιοδοτικό όρο κάτω από το άρθρο 9 του Κεφ. 6 και μόνο εφόσον αποδεικνύεται ικανοποιητικά το επείγον του αιτήματος δικαιολογείται, όλως εξαιρετικά, η χορήγηση διατάγματος στην απουσία του εναγόμενου. Παρέπεμψε σχετικά στις παρ. 9 και 10 της ένορκης δήλωσης που καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο προς υποστήριξη της μονομερούς αίτησης για το επίδικο διάταγμα όπου, κατά την εισήγησή του, οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί είναι γενικοί και αόριστοι, ενώ, παράλληλα, δεν αποκαλύπτονται οι πηγές των πληροφοριών της ενάγουσας αναφορικά με τις προθέσεις της εναγόμενης. Εισηγήθηκε, επίσης, ότι η ύπαρξη «καλού αγώγιμου δικαιώματος» αποτελεί δικαιοδοτική προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, και ότι τέτοιο καλό δικαίωμα, για τους λόγους που εξήγησε, δεν είχε αποδειχθεί από πλευράς της ενάγουσας.
Προς υποστήριξη του πέμπτου λόγου ο δικηγόρος της αιτήτριας δήλωσε ότι, από προσωπικό έλεγχο του φακέλου της Αγωγής αρ. 13799/99, διαπίστωσε ότι η εγγύηση των £50.000 που κατατέθηκε από την ενάγουσα εταιρεία είναι ανυπόγραφη.
Όσον αφορά το λόγο 7 αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση In re BP Cyprus Ltd, Αίτηση Αρ. 143/96, απόφαση 1.8.1996, όπου κρίθηκε ότι, εφόσον το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την ημέρα έκδοσης του προσωρινού διατάγματος μέχρι την ημέρα που ορίζεται ως επιστρεπτέο είναι μεγάλο, εγείρεται θέμα υπέρβασης δικαιοδοσίας.
Ο λόγος 8 δεν προωθήθηκε από το δικηγόρο της αιτήτριας.
Αφού εξέτασα τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση, σε συνάρτηση με τους νομικούς λόγους που υποστηρίζουν την αίτηση και τη σχετική νομολογία, έχω την άποψη ότι εγείρεται συζητήσιμο ζήτημα, ενώ, ταυτόχρονα, υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έγκριση της αίτησης παρά την ύπαρξη άλλων ένδικων μέσων, ιδιαίτερα δικαιώματος έφεσης, ύστερα από διαδικασία με βάση το εδάφιο 3 του άρθρου 9 του Κεφ. 6, δυνάμει του άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου. Οι εξαιρετικές περιστάσεις συνίστανται στα σοβαρά δικαιοδοτικά θέματα που εγείρονται σε συνδυασμό με τις δραστικές επιπτώσεις που φαίνεται να επιφέρει το επίδικο διάταγμα στις δραστηριότητες της αιτήτριας Τράπεζας.
Η αίτηση εγκρίνεται. Παρέχεται άδεια για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση διατάγματος certiorari. Η αίτηση να καταχωριστεί μέσα σε οκτώ μέρες και να οριστεί από το Πρωτοκολλητείο στις 15.12.1999, στις 12 το μεσημέρι. Ένσταση στην αίτηση θα μπορεί να καταχωριστεί μέσα σε οκτώ μέρες από την επίδοσή της.
Η ισχύς του επίδικου διατάγματος αναστέλλεται μέχρι την καταχώρηση της αίτησης και εφόσον αυτή καταχωριστεί μέσα στο χρόνο που προσδιορίστηκε μέχρι την αποπεράτωσή της.
Η διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο σε σχέση με το ίδιο διάταγμα αναστέλλεται για την ίδια περίοδο.
FONT>Ρ. Γαβριηλίδης
9;Δ.
/ΧΤΘ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο