Φράγκου Γιαννάκης ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Πέτρου Ιωάννου Τσίρου και Άλλη ν. Κυριάκου Νικόλα Στυλιανίδη ως διαχειριστή της περιουσίας του Νικόλα Στυλιανού Βασίλη (2007) 1 ΑΑΔ 73
print
Τίτλος:
Φράγκου Γιαννάκης ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Πέτρου Ιωάννου Τσίρου και Άλλη ν. Κυριάκου Νικόλα Στυλιανίδη ως διαχειριστή της περιουσίας του Νικόλα Στυλιανού Βασίλη (2007) 1 ΑΑΔ 73

(2007) 1 ΑΑΔ 73

26 Iανουαρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]

1.  ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ

     ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΠΕΤΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΣΙΡΟΥ ΒΑΣΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΥΠ’ΑΡΙΘΜΟΝ 188/84 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 23.6.2003,

2.  ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείοντες - Ενάγοντες,

ν.

ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗ

ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ

ΝΙΚΟΛΑ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΒΑΣΙΛΗ,

Εφεσιβλήτου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 12038)

 

Αγωγή ― Αναιτιολόγητη και μεγάλη καθυστέρηση μεταξύ της γένεσης ισχυριζόμενου αγώγιμου δικαιώματος και της καταχώρησης της αγωγής ― Αποτελεί λόγο απόρριψης της αγωγής.

Τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής αφορούν παράβαση έγγραφης συμφωνίας, ημερ. 22/2/1974, μεταξύ του Πέτρου Ι. Τσίρου και του Νικόλα Στ. Βασίλη στην οποία προβλεπόταν πως ο Νικόλας Βασίλη πωλούσε το μερίδιό του σε ακίνητη ιδιοκτησία στο χωριό Πισσούρι της επαρχίας Λεμεσού, στον Πέτρο Τσίρο για ποσό £42.500 μίλς. Ο τρόπος πληρωμής ήταν £2.500 μίλς προκαταβολή, £25 πληρωτέες στις 17/3//74 και το υπόλοιπο κατά τη μεταβίβαση και εγγραφή του κτήματος επ’ ονόματι του αγοραστή. Τα πιο πάνω πρόσωπα απεβίωσαν ο μεν Πέτρος Τσίρος στις 30/4/84, ο δε Νικόλας Βασίλη στις 10/3/91. Διορίστηκαν διαχειριστές της περιουσίας τους οι οποίοι είναι διάδικοι στην αγωγή. Μαζί με τον εφεσείοντα, διαχειριστή της περιουσίας του Πέτρου Τσίρου, εφεσείουσα είναι και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, η οποία κατέστη ιδιοκτήτρια όλης της περιουσίας του Πέτρου Τσίρου, ο οποίος τη μεταβίβασε σ’ αυτή μεταξύ των ετών 1977 – 1978. Για την εξόφληση του τιμήματος πώλησης παρέμεινε υπόλοιπο £10. Σύμφωνα με εμπειρογνώμονα εκτιμητή των εφεσειόντων, η σημερινή αξία των επίδικων μεριδίων που άνηκαν στον Νικόλα Βασίλη είναι £16.667.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε αντίγραφο του συμβολαίου που είχε στην κατοχή του ο μάρτυρας των εφεσειόντων, αφού δεν ήταν το πρωτότυπο έγγραφο που κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο. Επειδή δε μόνο αυτό το έγγραφο θα αποδείκνυε την ύπαρξη της συμφωνίας, ο δικαστής έκρινε πως είχε εκθεμελιωθεί η βάση της αγωγής, την οποία και απέρριψε.

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Εισηγούνται πως παρουσιάστηκε επαρκής μαρτυρία για την απόδειξη της ύπαρξης της σύμβασης, και της κατάθεσής της στο Κτηματολόγιο για σκοπούς ειδικής εκτέλεσης. Τα διάφορα έγγραφα, μεταξύ αυτών και το πιο πάνω σημαντικό τεκμήριο, είχαν κατατεθεί χωρίς ένσταση από το δικηγόρο του εφεσίβλητου.

Ο εφεσεσίβλητος ήγειρε ως λόγο απόρριψης της αγωγής πρωτοδίκως και κατ’ έφεση την καθυστέρηση που σημειώθηκε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ορθή την πρωτόδικη απόφαση όχι μόνο για το λόγο που αναφέρεται ανωτέρω, αλλά και λόγω της καθυστέρησης που επέδειξαν οι εφεσείοντες στην αξίωση των δικαιωμάτων τους, ενώπιον του Δικαστηρίου που προέκυπταν από τη σύμβαση, τονίζοντας ότι το διάστημα που μεσολάβησε λειτούργησε ώστε και οποιαδήποτε έγγραφα, δυνατό να υπήρχαν, να μην μπορούν, υπό τις περιστάσεις, να ανευρεθούν για να παρουσιαστούν στο Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίφθηκε με £1.000 έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Ιερείδης (υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Μιχαήλ Καλακουτά) κ.ά. ν. Γεωργίας Παναγιώτου (2006) 1 Α.Α.Δ. 498.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθ. Αρ. 8160/00), ημερ. 26.4.04.

Φ. Αποστολίδης, για τους Εφεσείοντες.

Κ. Σ. Δράκος με τον κ. Μ. Πιερίδη, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.:  Η βάση της αγωγής, που καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 8.10.2003, δημιουργήθηκε, όπως ισχυρίζονται οι εφεσείοντες/ενάγοντες, από την παράβαση έγγραφης συμφωνίας, ημερ.22.2.1974, που υπεγράφη μεταξύ των Πέτρου Ιωάννου Τσίρου και Νικόλας Στυλιανού Βασίλη.  Ο πρώτος ήταν ιδιοκτήτης κατά 432/1440 μερίδια στο κτήμα υπ΄αριθμ. εγγραφής 24712 Φ/Σχ.LVΙΙ/14 Τεμ.98 στο χωριό Πισσούρι της επαρχίας Λεμεσού, ενώ ο δεύτερος ιδιοκτήτης 30/1440 μεριδίων στο ίδιο κτήμα.  Στη συμφωνία προβλεπόταν πως ο Νικόλας Βασίλη πωλούσε το μερίδιο του στον Πέτρο Τσίρου για ποσό £42.500 μιλς.  Ο τρόπος πληρωμής ήταν: £2,500 μιλς προκαταβολή, £25 πληρωτέες στις 17.3.74 και το υπόλοιπο κατά την ημέρα μεταβίβασης και εγγραφής του κτήματος επ΄ονόματι του αγοραστή.  Τα δύο πιο πάνω πρόσωπα απεβίωσαν, ο μεν Πέτρος Τσίρος στις 30.4.1984 και ο Νικόλας Βασίλη στις 10.3.91.  Διορίστηκαν διαχειριστές της περιουσίας τους οι οποίοι είναι και οι διάδικοι στην αγωγή.  Μαζί με τον εφεσείοντα, διαχειριστή του Πέτρου Τσίρου, εφεσείουσα είναι και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, η οποία κατέστη ιδιοκτήτρια όλης της περιουσίας του Πέτρου Τσίρου, ο οποίος τη μεταβίβασε σ΄αυτή μεταξύ των ετών 1977-1978.  Όπως αναφέραμε πιο πάνω παρέμεινε υπόλοιπο £10 για την εξόφληση του τιμήματος πώλησης, δυνάμει της συμφωνίας που έγινε στις 17.3.74. Γι΄αυτό στις 22.9.2000 ο δικηγόρος των εφεσειόντων, καθώς οι ίδιοι ισχυρίστηκαν, με επιστολή του καλούσε τον εφεσίβλητο να παρουσιαστεί στο κτηματολόγιο Λεμεσού στις 5.10.2000 η ώρα 8.30 το πρωί για να μεταβιβάσει τα επίδικα μερίδια, που ανήκαν στο Νικόλα Βασίλη, και να εισπράξει το ποσό των £10.  Η σημερινή αξία των μεριδίων αυτών, σύμφωνα με εμπειρογνώμονα εκτιμητή των εφεσειόντων είναι £16.667.

Το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την ημερομηνία καταρτισμού της συμφωνίας, αντικείμενο της αγωγής, μέχρι την καταχώριση της είχε βέβαια τις αναμενόμενες συνέπειες.  Τα πρόσωπα που έκαναν τη συμφωνία είχαν από πολλού αποβιώσει, οι δε διαχειριστές τους δεν έχουν ιδία γνώση της συναλλαγής.  Βασικός μάρτυρας των εφεσειόντων ήταν λειτουργός του κτηματολογίου Λεμεσού, υπεύθυνος στις καταχωρίσεις συμφωνιών για σκοπούς ειδικής εκτέλεσης. Οι εφεσείοντες ισχυρίζονταν πως το συμβόλαιο είχε κατατεθεί στο κτηματολόγιο γι’ αυτό το σκοπό.  Δεν ανευρέθη το αντίγραφο του συμβολαίου, πιστοποιημένο από το κτηματολόγιο, που κατατέθηκε στα αρχεία του κτηματολογίου.  Ο μάρτυρας παρουσίασε όμως στο Δικαστήριο ένα αντίγραφο του συμβολαίου που, καθώς είπε, είχε στην κατοχή του.  Το έγγραφο αυτό παρουσιάστηκε χωρίς ένσταση από το δικηγόρο του εφεσίβλητου.  Το Δικαστήριο όμως το απέρριψε, ως μη δεκτή μαρτυρία, ενόψει του γεγονότος ότι δεν ήταν το πρωτότυπο έγγραφο που κατατέθηκε στα αρχεία του κτηματολογίου.  Επειδή δε μόνο αυτό το έγγραφο θα αποδείκνυε την ύπαρξη της συμφωνίας, ο δικαστής έκρινε πως είχε εκθεμελιωθεί η βάση της αγωγής, την οποία και απέρριψε.

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Εισηγούνται πως παρουσιάστηκε επαρκής μαρτυρία για την απόδειξη της ύπαρξης της σύμβασης, και της κατάθεσης της στο κτηματολόγιο για σκοπούς ειδικής εκτέλεσης.  Τα διάφορα έγγραφα, μεταξύ αυτών και το πιο πάνω σημαντικό τεκμήριο, είχαν κατατεθεί χωρίς ένσταση από το δικηγόρο του εφεσίβλητου. 

Κρίνουμε πως η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή, όχι μόνο για το λόγο που αναφέρεται σ΄αυτή, και που παραθέσαμε πιο πάνω, αλλά και λόγω της καθυστέρησης που επέδειξαν οι εφεσείοντες στην αξίωση δικαιωμάτων τους, ενώπιον του Δικαστηρίου που προέκυπταν από τη σύμβαση.  Η καθυστέρηση είχε ως αποτέλεσμα ο εφεσίβλητος, διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Νικόλα Βασίλης, να βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να αντιμετωπίσει την υπόθεση των εφεσειόντων, εφόσον αγνοούσε πλήρως τα γεγονότα στα οποία αυτή στηριζόταν.  Το διάστημα δε που μεσολάβησε λειτούργησε ώστε και οποιαδήποτε έγγραφα, δυνατό να υπήρχαν, δεν μπορούσαν, υπό τις περιστάσεις, να ανευρεθούν για να παρουσιαστούν στο Δικαστήριο. 

Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις επιπτώσεις παρόμοιας καθυστέρησης στην Χαράλαμπος Ιερείδης υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Μιχαήλ Καλακουτά και Άλλη ν. Γεωργίας Παναγιώτου (2006) 1 Α.Α.Δ. 498 όπου η πλειοψηφία του εφετείου (Αρτεμίδης, Π. και Χατζηχαμπής) είπε τα πιο κάτω, στην απόφαση που εξέδωσε ο δικαστής Χατζηχαμπής.  (Ο Νικολάου, Δ. διαφώνησε με το αποτέλεσμα της έφεσης, η οποία, σύμφωνα με την απόφαση της πλειοψηφίας, είχε επιτύχει). 

«Η αγωγή όμως ήταν απορριπτέα  και για ένα άλλο ανεξάρτητο λόγο.  Η πρωτοφανής και αναιτιολόγητη καθυστέρηση στην έγερση της αγωγής από τη γένεση του αγώγιμου δικαιώματος θα έπρεπε να οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην άρνηση να της επιληφθεί.  Ξεκινώντας από τη μαρτυρία της ίδιας της Εφεσίβλητης, και από την πιο ευνοϊκή γι΄αυτή ημερομηνία, παρατηρούμε πως η ίδια είπε ότι οι γονείς της τη διαβεβαίωναν πως θα της μεταβίβαζαν το σπίτι με το γάμο της.  Ο γάμος έγινε το 1971, ενώ η αγωγή καταχωρίστηκε στις 17.1.1996, 25 χρόνια δηλαδή μετά.

Η καθυστέρηση δεν ηγέρθη ως λόγος απόρριψης της αγωγής στην υπεράσπιση.  Διατυπώθηκε όμως ως λόγος έφεσης. Έχουμε τη γνώμη πως το πιο πάνω χρονικό διάστημα που διέρρευσε, για τη διεκδίκηση του ισχυριζόμενου δικαιώματος, πλήττει άμεσα το δημόσιο συμφέρον σε ό,τι αφορά την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.  Με την πάροδο αναιτιολόγητου, και αντικειμενικά μεγάλου χρονικού διαστήματος, στη δικαστική διεκδίκηση δικαιώματος ενδέχεται να παρεμβληθούν μεταβολές πραγματικών καταστάσεων, ακόμη και η βιολογική ύπαρξη ενδιαφερομένων μερών, εδώ του πατέρα της εφεσίβλητης, που καθιστούν δύσκολη και εν πολλοίς αδύνατη, τη δίκαιη δίκη»

Στην υπόθεση που εξετάζουμε η καθυστέρηση ηγέρθη από τον εφεσίβλητο ως λόγος απόρριψης της αγωγής πρωτοδίκως και ενώπιον μας.

Η έφεση απορρίπτεται με £1.000 έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με £1.000 έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο