
(2007) 1 ΑΑΔ 546
17 Μαΐου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΠΑΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΜΑΡΚΟΥ,
Εφεσείων - Εναγόμενος,
ν.
Τ. Κ. ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΗΣ Α. Κ. ΑΣΚΟΥΝΤΟΣ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΗΣ,
Εφεσίβλητης - Ενάγουσας,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσιβλήτου - Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 363/2005)
και φροντίδας αποβιώσασας μητέρας προς εξαρτώμενο τέκνο ? Χρήση υπηρεσιών οικιακής βοηθού ? Καθορισμός αποζημιώσεων με τη χρήση του πολλαπλασιαστή 9, ενόψει της απουσίας συγκεκριμένης μαρτυρίας ως προς τα εισοδήματ? της μητέρας ? Αφαίρεση ποσοστού 25% από το επιδικασθέν ποσό για τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας ― Μη αφαίρεση οποιουδήποτε ποσού που, υποθετικά, θα αναλογούσε και στην εξυπηρέτηση του πατέρα ? Τρόπος υπολογισμού αποζημιώσεων όπως καθορίστηκε πρωτόδικα, επικυρώθηκε κατ’ έφεση.
Ευρήματα Δικαστηρίου — Αξιολόγηση μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο σε υπόθεση διεκδίκησης αποζημιώσεων για ψυχικά τραύματα που είχε υποστεί ανήλικη από την εμπλοκή της σε θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα — Ήταν ορθή και δεν παρεχόταν οποιοδήποτε έρεισμα για επέμβαση του Εφετείου.
Στις 7/5/2000 το αυτοκίνητο του τριτοδιάδικου-εφεσίβλητου ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα με το αυτοκίνητο του εναγομένου-εφεσείοντος. Η ενάγουσα-εφεσίβλητη ηλικίας τότε 5 ετών, είναι κόρη του τριτοδιάδικου-εφεσίβλητου και ήταν συνεπιβάτης στο αυτοκίνητ? του μαζί με τη μητέρα της και τη μικρότερη αδελφή της. Η μικρότερη αδελφή της, ηλικίας τότε επτά μηνών και η μητέρα της απώλεσαν τη ζωή τους. Η ενάγουσα-εφεσίβλητη υπέστη διάφορες σωματικές βλάβες αλλά διατήρησε τις αισθήσεις της. Η εμπειρία που έζησε μέχρι να εντοπισθεί η οικογένεια από διερχόμενους, δηλαδή να βρεθεί μόνη της με τη μητέρα και την αδελφή της νεκρές και τον πατέρα της χωρίς αισθήσεις, της δημιούργησαν πανικό και ψυχικά τραύματα τέτοιας φύσης ώστε να χρειάζεται συστηματική και μακρόχρονη ψυχοθεραπευτική βοήθεια. Η ενάγουσα-εφεσίβλητη παρουσίασε συμπτώματα οξέως μετατραυματικού συνδρόμου, δεν μπορούσε να αποχωριστεί από τον πατέρα της στις καθημερινές της δραστηριότητες, διακατείχετο από φόβο πιθανής εγκατάλειψης από τον πατέρα της και παρουσίαζε δυσκολίες στον ύπνο και αλλαγές στη συμπεριφορά. Επίσης προσκολλήθηκε σε μεγάλο βαθμό και στην εκ πατρός γιαγιά της. Οι εκ μητρός παππούδες της ενάγουσας-εφεσίβλητης αποξενώθηκαν από αυτή, κυρίως διότι αισθάνονταν ότι ο πατέρας της ευθυνόταν εν μέρει για το δυστύχημα το οποίο οδήγησε στο θάνατο της κόρης τους και μητέρα της ανήλικης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε ουσιαστικά αναγνωριστική απόφαση δυνάμει της οποίας η εφεσίβλητη-ενάγουσα αναγνωρίζετο ότι υπέστη βλάβες, απώλειες και ζημιές, συνεπεία του δυστυχήματος ως ακολούθως:
(α) Αποτιμούμενες στο ποσό των £18.000.- για ψυχικό τραυματισμό με τόκο 8% από 22/4/2002 μέχρι την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο.
(β) Σωματικές βλάβες αποτιμούμενες σε ποσό £3.000.- επίσης με τον ίδιο τόκο.
(γ) Έξοδα μελλοντικής εγχείρησης αποτιμούμενα σε £1.000.- με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης.
(δ) Ειδικές ζημιές £20.- με τόκο 8% από 22/4/2002 μέχρι την ημερομηνία της απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο.
(ε) Τρία ποσά για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας προς την κόρη για τις περιόδους 7/5/2000 – 7/5/2004, 8/5/2004 μέχρι την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης και για την περίοδο από την πρωτόδικη απόφαση μέχρι 4/5/2009 πλέον ποσό £4.497,50.- για απώλεια φροντίδας της μητέρας προς την κόρη, το σύνολο των οποίων ανέρχεται στις £20.000.- με τόκο 4% από 22/4/2002 μέχρι την ημέρα της πρωτόδικης απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο (εκτός από το τρίτο ποσό που αφορά στην απώλεια υπηρεσιών για την περίοδο από την πρωτόδικη απόφαση μέχρι 4/5/2009, οπότε δόθηκε μόνο νόμιμος τόκος από την ημερομηνία της απόφασης).
Με τους λόγους έφεσης υποστηρίζεται ότι:
1. Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων δηλαδή το ποσό των £18.000 είναι υψηλό.
2. Τα ψυχικά τραύματα που προκάλεσε στην ενάγουσα-εφεσίβλητη η συμπεριφορά των εκ μητρός παππούδων και ιδιαίτερα της γιαγιάς και η ρήξη που προέκυψε, μετά το δυστύχημα, μεταξύ των εκ πατρός και εκ μητρός παππούδων δεν αποτελούσαν στοιχεία επιβαρύνοντα τη συμπεριφορά του εναγόμενου-εφεσείοντος και έπρεπε να αποτιμηθούν και να αφαιρεθούν από τις αποζημιώσεις που επιδικάστηκαν εις βάρος του.
3. Το Δικαστήριο εσφαλμένα απέδωσε μεγάλη σημασία στη μαρτυρία της Παιδοψυχιάτρου εν όψει της διάστασής της με τη μαρτυρία της εκ πατρός γιαγιάς της ενάγουσας-εφεσίβλητης.
4. Τα ποσά για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας καθορίστηκαν χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένης μαρτυρίας για τα εισοδήματά της και χωρίς τη λήψη υπ’ όψιν πως οι υπηρεσίες της οικιακής βοηθού κατά κύριο λόγο θα εξυπηρετούσαν τον πατέρα της εφεσίβλητης και τις οικιακές εργασίες γενικότερα και όχι αποκλειστικά την εφεσίβλητη-ενάγουσα.
Με την αντέφεση προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να αφαιρέσει ποσοστό ενός τετάρτου, από το ποσό που επεδίκασε στην εφεσίβλητη-ενάγουσα για απώλεια των υπηρεσιών και της φροντίδας της μητέρας της, για τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας.
Αποφασίστηκε ότι:
Α) Έφεση
1. Το ποσό των £18.000, που έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως δίκαιη αποζημίωση για τα ψυχικά τραύματα της εφεσίβλητης-ενάγουσας, υπό τις περιστάσεις, είναι ορθό και δίκαιο.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε και αξιολόγησε την κατάσταση της ενάγουσας για σκοπούς αποζημιώσεων χωρίς να λάβει υπ’ όψιν το ζήτημα που σχετίζεται με την συμπεριφορά των εκ μητρός παππούδων. Το Δικαστήριο προσέγγισε ορθά το θέμα αυτό. Η συμπεριφορά των εκ μητρός παππούδων ήταν αιτιωδώς συνυφασμένη με το δυστύχημα και το θάνατο της μητέρας της ανήλικης ενάγουσας και κόρης των εκ μητρός παππούδων και δεν συνιστά novus actus interveniens. Εν πάση περιπτώσει το ποσό των £18.000 που έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο ότι αποτελεί δίκαιη αποζημίωση για τα ψυχικά τραύματα που υπέστη η εφεσίβλητη-ενάγουσα, μόνο από τις πράξεις και ενέργειες του εφεσείοντα-εναγόμενου, είναι ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις.
3. Ο λόγος έφεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 3. ανωτέρω είναι αβάσιμος και απορρίπτεται.
4. Ο πολλαπλασιαστής 9, που χρησιμοποίησε το πρωτόδικο Δικαστήριο για καθορισμό των ποσών για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας, ήταν ορθός, στην απουσία συγκεκριμένης μαρτυρίας ως προς τα εισοδήματά της. Το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν αφαίρεσε κάποιο ποσό που, υποθετικά, θα αναλογούσε και στην εξυπηρέτηση του πατέρα, δεν αποτελεί εσφαλμένη προσέγγιση.
Β) Αντέφεση
Το Δικαστήριο στον υπολογισμό του έλαβε υπ’ όψιν και τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας και στην απουσία σχετικής μαρτυρίας, ορθά αφαίρεσε από το συνολικό ποσό που επεδίκασε το 25%, ακολουθώντας, κατ’ αναλογία, τις αποφάσεις Νικολάου ν. Μιχαήλ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1866 και Καζάκου ν. Αβρααμίδου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1626.
Η έφεση και η αντέφεση απορρίφθηκαν με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Νικολάου ν. Μιχαήλ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1866,
Καζάκου ν. Αβρααμίδου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1626,
Δημητρίου ν. Ιωάννου (2003) 1 Α.Α.Δ. 274.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθ. Αρ. 1498/02), ημερ. 4.11.05.
Αντ. Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα-Εναγόμενο.
Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσίβλητη-Ενάγουσα.
Γ. Γεωργίου, για τον Εφεσίβλητο-Τριτοδιάδικο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Στην παρούσα υπόθεση, η οποία αφορούσε σε τροχαίο ατύχημα, οι διάδικοι συμφώνησαν ότι δεσμεύονται από την απόφαση στην συναφή αγωγή 1499/02, όσον αφορά την ευθύνη. Το πρωτόδικο δικαστήριο όμως εξέτασε, στην αγωγή που είχε ενώπιόν του, δηλαδή τη 1498/02, τις αξιώσεις της ενάγουσας-εφεσίβλητης για αποζημιώσεις. Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση του πρωτοδίκου δικαστηρίου ήταν αναγνωριστικής μορφής ως προς τις βλάβες, τις απώλειες και τις ζημιές της ενάγουσας-εφεσίβλητης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρωτόδικη απόφαση στην 1499/02 είναι υπό έφεση.
Σύμφωνα με κοινώς αποδεκτά γεγονότα, στις 7.5.2000 η οικογένεια του Ανδρέα Κωνσταντίνου, πατέρα της ενάγουσας-εφεσίβλητης και τριτοδιάδικου-εφεσίβλητου, ενεπλάκη σε τροχαίο δυστύχημα. Ο πατέρας-τριτοδιάδικος οδηγούσε το ένα ενεχόμενο αυτοκίνητο με επιβάτες την οικογένεια του και ο εναγόμενος-εφεσείων οδηγούσε το άλλο ενεχόμενο αυτοκίνητο. Η μητέρα και η μικρότερη αδελφή της ενάγουσας σκοτώθηκαν ενώ ο πατέρας έχασε τις αισθήσεις του. Η ενάγουσα, ηλικίας τότε 5 ετών, υπέστη διάφορες σωματικές βλάβες αλλά διατήρησε τις αισθήσεις της και επειδή το δυστύχημα συνέβη τις βραδινές ώρες, μέχρι να εντοπιστεί η οικογένεια από διερχόμενους, η ενάγουσα βρέθηκε μόνη με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της, δηλαδή με τη μητέρα και την αδελφή της νεκρές και τον πατέρα χωρίς αισθήσεις. Τα προαναφερόμενα συμβάντα δημιούργησαν στην ενάγουσα πανικό και ψυχικά τραύματα τέτοιας φύσης ώστε να χρειάζεται συστηματική και μακρόχρονη ψυχοθεραπευτική βοήθεια.
Στην προσεκτική και εμπεριστατωμένη απόφαση του ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αναφέρεται σε έκταση στην ψυχική κατάσταση της ενάγουσας-εφεσίβλητης. Συγκεκριμένα κάνει αναφορά στην παιδοψυχιατρική έκθεση της Δρος Α. Παραδεισιώτη, Παιδοψυχιάτρου, που κατατέθηκε ως τεκμήριο 2 και που δεν αμφισβητήθηκε. Σύμφωνα με τη μαρτυρία εκείνη η εμπειρία της ενάγουσας να βρεθεί μόνη της, μέσα στη νύκτα, από τη στιγμή που συνέβηκε το δυστύχημα μέχρι τον εντοπισμό της οικογένειας από διερχόμενους ταξιδιώτες, έχοντας πλήρη συνείδηση των γεγονότων η ίδια, αλλά αβοήθητη και αντικρύζοντας τους δύο γονείς χωρίς αισθήσεις και την επτάμηνη αδελφή της κτυπημένη θανάσιμα, δικαιολογημένα της προκάλεσαν πανικό διότι η εμπειρία που εβίωσε ήταν ιδιαίτερα τραυματική ψυχικά. Οι ψυχικές ικανότητες της, λαμβάνοντας υπόψη και την πρώϊμη ηλικία της, ήταν αδύναμες να αντισταθμίσουν και να μεταβολίσουν τα κατακλυσμιαία έντονα συναισθήματα φόβου, θλίψης, θυμού και πανικού που άμεσα πυροδοτήθηκαν. Η ενάγουσα-εφεσίβλητη παρουσίασε συμπτώματα οξέως μετατραυματικού συνδρόμου, δεν μπορούσε να αποχωριστεί τον πατέρα της στις καθημερινές της δραστηριότητες, διακατείχετο από φόβο πιθανής εγκατάλειψης από τον πατέρα της και παρουσίαζε δυσκολίες στον ύπνο και αλλαγές στη συμπεριφορά.
Τα προαναφερόμενα ευρήματα υποστηρίχθηκαν και από την Παιδοψυχίατρο, Δρα Ελένη Δημοσθένους, η οποία επίσης αναφέρθηκε στο άγχος της ανήλικης ενάγουσας αναφορικά με αποχωρισμό της από τον πατέρα της και στο άγχος του θανάτου που βιώνει λόγω του τραγικού συμβάντος.
Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι το δυστύχημα όχι απλώς άλλαξε τη ζωή της ενάγουσας αλλά ότι έχει κλονίσει εκ θεμελίων τη ζωή της και ότι έχει προκαλέσει ανάγκη μακρόχρονης ψυχοθεραπευτικής βοήθειας με σοβαρές ανησυχίες ως προς το αν θα συνεχίσει η ομαλή, όπως ήταν πριν το δυστύχημα, ψυχοσυναισθηματική της εξέλιξη.
Σχετικά με την οικογενειακή κατάσταση της ανήλικης ενάγουσας το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε πως, εκτός από την προσκόλληση της ανήλικης στον πατέρα της, αυτή προσκολλήθηκε σε μεγάλο βαθμό και στην εκ πατρός γιαγιά της, στην οποία επίσης στηριζόταν. Δυστυχώς όμως οι εκ μητρός παππούδες της ανήλικης αποξενώθηκαν απ’ αυτήν, κυρίως διότι αισθάνονταν ότι ο πατέρας της ενάγουσας ευθυνόταν εν μέρει, για το δυστύχημα και ότι ο θάνατος της μητέρας της ανήλικης οφειλόταν, τουλάχιστον εν μέρει, στη δική του συμπεριφορά. Η εκ μητρός γιαγιά της ενάγουσας μάλιστα εξέφρασε την απειλή, στην παρουσία της ενάγουσας, ότι θα έβαζε τον πατέρα της ενάγουσας φυλακή, με αποτέλεσμα να πανικοβληθεί η ανήλικη ενάγουσα και να μη θέλει στη συνέχεια να έχει σχέσεις με την εκ μητρός γιαγιά και παππού της.
Ως προς τις αξιώσεις της ενάγουσας-εφεσίβλητης για την απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της ως οικοκυράς, αφενός και την απώλεια της μητρικής φροντίδας, αφετέρου, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αναφέρθηκε σε Αγγλική νομολογία και είπε ότι η αποτίμηση συνήθως γίνεται στη βάση της δαπάνης που απαιτείται για την εργοδότηση οικιακής βοηθού ή τροφού. Με βάση το ότι οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο η μηνιαία δαπάνη για εργοδότηση μιας οικιακής βοηθού ήταν £215.-, ότι το δυστύχημα συνέβηκε όταν η ενάγουσα ήταν σχεδόν 5 χρονών και πήγαινε στο νηπιαγωγείο, και αφού υπολόγισε ως χρόνο εξάρτησης τα 9 χρόνια, κατέληξε πως η ενάγουσα δικαιούτο σε συνολικό ποσό £20.670.- το οποίο όμως μείωσε κατά το ένα τέταρτο και βρήκε υπόλοιπο £15.502,50 σεντ. Αφού παρατήρησε πως η απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας ως οικοκυράς αφορούσε και τον πατέρα, και ότι εφόσον η αγωγή της ανήλικης ενάγουσας κινήθηκε δια του πατρός της προκύπτει ότι ο πατέρας έχει παραιτηθεί από το δικό του μερίδιο προς όφελος της θυγατέρας του, αύξησε το ποσό των £15.502,50.- κατά £4.497,50.- σε £20.000.- ώστε στο συνολικό ποσό, εκτός από την απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας ως οικοκυράς να αντανακλάται και η απώλεια, από την ενάγουσα, της μητρικής φροντίδας, υπό την ευρύτερη έννοια.
Η αφαίρεση του ενός τετάρτου από το συνολικό ποσό των £20.670.- έγινε αφού το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη και τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας, παρόλο που δεν είχε δοθεί μαρτυρία γι’ αυτό το ζήτημα. Το πρωτόδικο δικαστήριο, σύμφωνα με την «κλασσική ποσοστιαία προσέγγιση», όπως είπε, εφόσον επέζησαν της αποβιωσάσης μητέρας ο σύζυγος και το παιδί, έκρινε πως το ποσό της εξάρτησης θα ήταν το 75% και επομένως αφαίρεσε από το συνολικό ποσό το 25%. Αναφέρθηκε σχετικά στις αποφάσεις Νικολάου ν. Μιχαήλ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1866 και Καζάκου ν. Αβρααμίδου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1626.
Η κατάληξη του πρωτοδίκου δικαστηρίου ήταν να εκδώσει, ουσιαστικά αναγνωριστική, απόφαση δυνάμει της οποίας η εφεσίβλητη-ενάγουσα αναγνωρίζετο ότι υπέστη βλάβες, απώλειες και ζημιές, συνεπεία του προαναφερομένου δυστυχήματος, ως ακολούθως:
(α) Αποτιμούμενες στο ποσό των £18.000.- για ψυχικό τραυματισμό με τόκο 8% από 22.4.2002 μέχρι την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο.
(β) Σωματικές βλάβες αποτιμούμενες σε ποσό £3.000.- επίσης με τον ίδιο τόκο.
(γ) Έξοδα μελλοντικής εγχείρησης αποτιμούμενα σε £1.000.- με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης.
(δ) Ειδικές ζημιές £20.- με τόκο 8% από 22.4.2002 μέχρι την ημερομηνία της απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο.
(ε) Τρία ποσά για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας προς την κόρη για τις περιόδους 7.5.2000-7.5.2004, 8.5.2004 μέχρι την ημερομηνία της πρωτόδικης απόφασης και για την περίοδο από την πρωτόδικη απόφαση μέχρι 4.5.2009 πλέον ποσό £4.497,50.- για απώλεια φροντίδας της μητέρας προς την κόρη, το σύνολο των οποίων ανέρχεται στις £20.000.- με τόκο 4% από 22.4.2002 μέχρι την ημέρα της πρωτόδικης απόφασης και στη συνέχεια με νόμιμο τόκο (εκτός από το τρίτο ποσό που αφορά στην απώλεια υπηρεσιών για την περίοδο από την πρωτόδικη απόφαση μέχρι 4.5.2009, οπότε δόθηκε μόνο νόμιμος τόκος από την ημερομηνία της απόφασης).
Με την έφεση (λόγοι 1 και 6) προσβάλλεται ο καθορισμός και το ύψος των γενικών αποζημιώσεων, δηλαδή το ποσό των £18.000.- για τα ψυχικά τραύματα που υπέστη η ενάγουσα, το οποίο θεωρείται από τον εφεσείοντα ως εντελώς εκτός των κυπριακών οικονομικών μεγεθών και δεδομένων και εκτός των ορίων που καθόρισε η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Με το δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο λόγους εφέσεως προσβάλλεται ουσιαστικά η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε σχέση με τα ψυχικά προβλήματα που προκάλεσε στην ενάγουσα-εφεσίβλητη η συμπεριφορά των εκ μητρός παππούδων και ιδιαίτερα της γιαγιάς και η ρήξη που προέκυψε, μετά το δυστύχημα, μεταξύ των εκ πατρός και εκ μητρός παππούδων. Ουσιαστικά υποβάλλεται πως η ρήξη μεταξύ των προαναφερομένων παππούδων, η τραυματική συμπεριφορά της εκ μητρός γιαγιάς προς την ανήλικη και ο παράλογος θυμός των εκ μητρός παππούδων, συνιστούσαν γεγονότα επιβαρυντικά για τη ψυχική υγεία της ανήλικης ενάγουσας, τα οποία δεν ήταν προβλεπτά από τον εναγόμενο-εφεσείοντα και επομένως ότι θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο ως έχοντα αιτιώδη συνάφεια με το δυστύχημα αλλά ως μη επιβαρύνοντα τη συμπεριφορά του εναγόμενου-εφεσείοντα και επομένως ότι έπρεπε να αποτιμηθούν και να αφαιρεθούν από τις αποζημιώσεις που επιδικάστηκαν εις βάρος του εναγόμενου-εφεσείοντα. Ουσιαστικά η εισήγηση είναι πως η επιβάρυνση στη ψυχική υγεία της ενάγουσας από τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των προαναφερομένων παππούδων και από την τραυματική συμπεριφορά της εκ μητρός γιαγιάς, συνιστούσαν ένα είδος novus actus interveniens.
Ο έβδομος λόγος έφεσης αφορά σε κατ’ ισχυρισμό διάσταση στη μαρτυρία της Παιδοψυχιάτρου Δρος Ελένης Δημοσθένους και της εκ πατρός γιαγιάς της ενάγουσας-εφεσίβλητης ως προς το κατά πόσο η ενάγουσα-εφεσίβλητη, μετά το θάνατο της μητέρας της, προσκολλήθηκε στον πατέρα της, όπως είπε η Δρ. Δημοσθένους, ή στην εκ πατρός γιαγιά της, όπως είπε η γιαγιά. Σαν αποτέλεσμα αυτής της διάστασης υποβάλλεται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα έδωσε μεγάλη σημασία στη μαρτυρία της Δρος Δημοσθένους.
Με τον όγδοο λόγο έφεσης προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης να προχωρήσει να καθορίσει ποσά για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας χωρίς να έχει συγκεκριμένη μαρτυρία για τα εισοδήματα της μητέρας και χωρίς να λάβει υπόψη πως οι υπηρεσίες οικιακής βοηθού κατά κύριο λόγο θα εξυπηρετούσαν τον πατέρα της εφεσίβλητης και τις εργασίες στο σπίτι γενικότερα και όχι αποκλειστικά την ενάγουσα-εφεσίβλητη.
Με την αντέφεση προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης του πρωτοδίκου δικαστηρίου να αφαιρέσει ποσοστό ενός τετάρτου, από το ποσό που επεδίκασε στην εφεσίβλητη-ενάγουσα για απώλεια των υπηρεσιών και της φροντίδας της μητέρας της, για τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας. Κατά την ενάγουσα η περίπτωση που αφαιρείται ποσοστό για τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας αποβιώσασας είναι όταν υπολογίζεται η απώλεια της οικονομικής συνεισφοράς της μητέρας, δηλαδή όταν υπολογίζεται η μελλοντική απώλεια των απολαβών της μητέρας, που δεν είναι η προκείμενη περίπτωση.
Σε σχέση με τον πρώτο και έκτο λόγο εφέσεως θεωρούμε πως το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε μέσα σε ορθά και δίκαια πλαίσια, αποφασίζοντας πως το ποσό των £18.000.- συνιστούσε δίκαιη αποζημίωση για τα ψυχικά τραύματα που υπέστη η εφεσίβλητη-ενάγουσα. Όπως ήδη παρατηρήσαμε, στην προκείμενη περίπτωση, η ζωή της ενάγουσας ουσιαστικά κλονίστηκε εκ θεμελίων με την απώλεια της μητέρας της κατά κύριο λόγο και της μικρής της αδελφής κατά δεύτερο λόγο με αποτέλεσμα αυτή να χρειάζεται μακρόχρονη ψυχοθεραπευτική βοήθεια και η ψυχοσυναισθηματική της εξέλιξη να είναι αμφίβολο αν θα συνεχιστεί ομαλά. Η παρούσα υπόθεση δεν έχει ουσιαστική σχέση με την υπόθεση Δημητρίου ν. Ιωάννου (2003) 1 Α.Α.Δ. 274 στην οποία έγινε αναφορά. Στην υπόθεση Δημητρίου ο ενάγοντας ήταν 60 ετών και ήταν παρών, ως οδηγός του ενός ενεχομένου αυτοκινήτου, στη σκηνή του δυστυχήματος, εξαιτίας του οποίου προκλήθηκε θάνατος και τραυματισμοί στα πρόσωπα που επέβαιναν του άλλου αυτοκινήτου. Ο ενάγων, στην υπόθεση εκείνη, υπέστη ψυχοτραυματικό σύνδρομο με περαιτέρω συνέπεια την πρόκληση αντιδραστικής κατάθλιψης. Σ’ εκείνη την περίπτωση η αποζημίωση που επιδικάστηκε ανερχόταν στις £4.000.- Στην προκείμενη περίπτωση η ενάγουσα ήταν 5 ετών, και ήταν παρούσα στο δυστύχημα στο οποίο έχασε τη ζωή της η μητέρα της και η μικρή της αδελφή ενώ ο πατέρας της τραυματίστηκε και είχε χάσει τις αισθήσεις του. Λόγω της μικρής της ηλικίας είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει ποτέ να μεταβολίσει το κατακλυσμιαίο αυτό τραυματικό γεγονός το οποίο την τραυμάτισε, πολύ, ψυχικά.
Οι λόγοι εφέσεως 2 μέχρι 5 σχετίζονται με την συμπεριφορά της εκ μητρός γιαγιάς της ενάγουσας, κατά κύριο λόγο, και τη ρήξη που προέκυψε, μετά το δυστύχημα, μεταξύ των εκ πατρός και εκ μητρός παππούδων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συμπεριφορά της εκ μητρός γιαγιάς προς την ανήλικη ενάγουσα και ιδιαίτερα η απειλή πως θα έκλειε στη φυλακή τον πατέρα της προς τον οποίο η ανήλικη είναι απόλυτα προσκολλημένη, είχαν δυσμενή επίδραση στην ψυχική υγεία της ενάγουσας. Ο «τεράστιος θυμός» των εκ μητρός παππούδων για το δυστύχημα και τις τραγικές συνέπειες του επίσης είχε αρνητική επίδραση στην ενάγουσα. Η κατάληξη του ευπαιδεύτου πρωτοδίκου Δικαστή ήταν πως η δυσμενής επίδραση των προαναφερομένων περιστάσεων πάνω στην ενάγουσα δεν θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη, υπό την έννοια όμως που έδωσε ο Δικαστής, πως ο εναγόμενος-εφεσείων δεν θα έπρεπε βέβαια να κληθεί να αποζημιώσει πέραν της δικής του ευθύνης, αλλά και αντίθετα πως δεν θα έπρεπε να επωφεληθεί από την επιβάρυνση που υπέστη η ενάγουσα από μια κατάσταση αιτιωδώς συνυφασμένη με το δυστύχημα. Με αυτά υπόψη το πρωτόδικο δικαστήριο προχώρησε και αξιολόγησε την κατάσταση της ενάγουσας, για σκοπούς αποζημιώσεων, χωρίς να λάβει υπόψη το ζήτημα που σχετίζεται με τη συμπεριφορά των εκ μητρός παππούδων. Δεν θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε το ζήτημα αυτό λανθασμένα. Η συμπεριφορά των εν μητρός παππούδων ήταν αιτιωδώς συνυφασμένη με το δυστύχημα και το θάνατο της μητέρας της ανήλικης ενάγουσας και κόρης των εκ μητρός παππούδων και δεν συνιστά novus actus interveniens. Εν πάση περιπτώσει το ποσό των £18.000, που έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο ότι αποτελεί δίκαιη αποζημίωση για τα ψυχικά τραύματα που υπέστη η εφεσίβλητη-ενάγουσα, μόνο από τις πράξεις και ενέργειες του εφεσείοντα-εναγόμενου, το θεωρούμε ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις.
Όσον αφορά τον έβδομο λόγο έφεσης και την κατ’ ισχυρισμό διάσταση μεταξύ της μαρτυρίας της Παιδοψυχιάτρου Δρος Δημοσθένους, από τη μια, και της εκ πατρός γιαγιάς, από την άλλη, θεωρούμε πως αυτός ο λόγος είναι εντελώς αβάσιμος. Δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό στην αξιολόγηση της μαρτυρίας στην οποία προέβη το πρωτόδικο δικαστήριο ή στα ευρήματα του. Είναι απόλυτα φυσιολογικό η ανήλικη ενάγουσα, μετά την τραγική απώλεια της μητέρας της, να προσκολληθεί κατά πρώτον στον πατέρα της αλλά ταυτόχρονα και στην εκ πατρός γιαγιά της, η οποία της παρέχει βοήθεια στην καθημερινή της ζωή.
Ο όγδοος λόγος έφεσης αφορά στον καθορισμό, από το πρωτόδικο δικαστήριο, ποσών για απώλεια υπηρεσιών της μητέρας, χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη μαρτυρία για τα εισοδήματα της μητέρας και κατ’ ισχυρισμό χωρίς να λάβει υπόψη πως οι υπηρεσίες οικιακής βοηθού θα εξυπηρετούσαν κατά κύριο λόγο τον πατέρα της εφεσίβλητης-ενάγουσας. Η προσέγγιση του πρωτοδίκου δικαστηρίου και στο θέμα αυτό ήταν προσεκτική και η καθοδήγηση του από σχετική νομολογία ήταν ορθή. Η μητέρα εργαζόταν κατ΄ οίκον διατηρώντας ινστιτούτο αισθητικής. Εκείνη έπαιρνε το παιδί από το σχολείο και εκείνη το πρόσεχε. Πράγματι δεν υπήρχε ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου μαρτυρία ως προς τα εισοδήματα της αλλά το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη στους υπολογισμούς του με βάση το τί εύλογα θα καταβαλλόταν για μια οικιακή βοηθό-τροφό η οποία θα εξυπηρετούσε την ενάγουσα. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε πολλαπλασιαστή 9 χρόνων και έκαμε τους σχετικούς υπολογισμούς. Δεν θεωρούμε λανθασμένο το ότι (το πρωτόδικο δικαστήριο) δεν αφαίρεσε κάποιο ποσό που, υποθετικά, θα αναλογούσε και στην εξυπηρέτηση του πατέρα. Η μέθοδος υπολογισμού του εφάπαξ ποσού στο οποίο δικαιούται η ενάγουσα για την απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της και για την απώλεια της μητρικής φροντίδας, ήταν ορθή. Σημειώνουμε συναφώς πως το πρωτόδικο δικαστήριο στον υπολογισμό του έλαβε υπόψη και τις προσωπικές δαπάνες της μητέρας αλλά επειδή δεν είχε συγκεκριμένη μαρτυρία ενώπιον του χρησιμοποίησε την «κλασσική ποσοστιαία προσέγγιση» όπως είπε και αφαίρεσε από το συνολικό ποσό που επεδίκασε το 25%, ακολουθώντας, κατ’ αναλογία, τις αποφάσεις Νικολάου ν. Μιχαήλ και Καζάκου ν. Αβρααμίδου (ανωτέρω). Και ως προς αυτό το θέμα κρίνουμε την απόφαση του πρωτοδίκου δικαστηρίου ως ορθή. Ως εκ τούτου θεωρούμε και την αντέφεση ως αβάσιμη.
Για τους προαναφερόμενους λόγους τόσο η έφεση όσο και η αντέφεση απορρίπτονται ως αβάσιμες, με έξοδα.
Η έφεση και η αντέφεση απορρίπτονται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο