
ECLI:CY:AD:2017:D22
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 2/2017)
26 Ιανουαρίου, 2017
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ KAI
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ TOY 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11.2, 11.3 ΚΑΙ 30.2 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 18(1) ΚΑΙ 19(1)
ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ
ΚΕΦ. 155 ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ
ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ Ν. 133(Ι)/2004
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ
ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΤΟΥ
ΠΕΡΙΚΛΗ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΞΕΔΩΣΕ
ΤΗΝ 11/2/2016 ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΤΟΥ
ΠΕΡΙΚΛΗ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΞΕΔΩΘΗΚΕ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡ. 11/2/16 ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗ ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΜΗΛΙΩΤΟΥ ΤΗΝ 23/3/16
----------------------------------------
Σ. Αργυρού, για τον Αιτητή.
--------------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται η χορήγηση αδείας για την καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari, που στόχο έχει την ακύρωση ενός εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του αιτητή, ημερ. 11 Φεβρουαρίου 2016, και περαιτέρω, την ακύρωση ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, που επίσης εκδόθηκε εναντίον του αιτητή, ημερ. 23 Μαρτίου 2016.
Όπως περιγράφεται στην έκθεση γεγονότων, ο αιτητής, μαζί με άλλα πρόσωπα, είναι κατηγορούμενος στην ποινική υπόθεση 15549/2016 που εκδικάζεται αυτή την περίοδο στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας. Στις 16 Δεκεμβρίου 2016 και ενώ κατέθετε ο αστυφύλακας 1686, Γ. Χειμωνής (Μ.Κ. 7), είχε καταστεί εφικτό να παρουσιαστεί στο δικαστήριο ο όρκος, δυνάμει του οποίου εκδόθησαν τα δύο αναφερόμενα εντάλματα σύλληψης.
Το παράπονο του αιτητή, όπως εξάγεται από την έκθεση γεγονότων και την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, εστιάζεται στο γεγονός ότι ο συγκεκριμένος όρκος, δυνάμει του οποίου εκδόθηκαν τα εντάλματα, δεν προσδιορίζει τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζει ενώπιον του δικαστηρίου, στη βάση της πιο πάνω ποινικής υπόθεσης. Δεν υπάρχει αναφορά στο είδος του αδικήματος, στην ημερομηνία ή και την ποσότητα των ναρκωτικών για τα οποία κατηγορείται ότι είχε εισάξει στην Κύπρο. Η ανυπαρξία αυτών των στοιχείων καθιστά τα εκδοθέντα εντάλματα άκυρα λόγω πλάνης, όπως υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή.
Γίνεται ευρεία αναφορά στα γεγονότα και στην ένορκη δήλωση σε αλληλογραφία μεταξύ του συνηγόρου υπεράσπισης και των διωκτικών αρχών, όπου ο κ. Αργυρού από τις 6 Μαΐου 2016 μέχρι τις 2 Νοεμβρίου 2016 ζητούσε, κατ’ επανάληψη, να προμηθευθεί με όλα τα στοιχεία και όλα τα έγγραφα και μαρτυρία που υπήρχε, έτσι ώστε να μπορέσει να ετοιμαστεί για την υπεράσπιση του αιτητή. Στην τελευταία επιστολή γίνεται αναφορά και στην ένορκη δήλωση, δυνάμει της οποίας εκδόθηκαν διατάγματα αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων. Η κατάθεση της ενόρκου δηλώσεως έγινε, όπως αναφέρεται από τον αιτητή, στις 16 Δεκεμβρίου 2016 και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο δεν είχε καταχωρηθεί προγενέστερα η παρούσα αίτηση γιατί το περιεχόμενο τους τώρα έχει γνωστοποιηθεί.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος υποστήριξε ότι ο κατατεθείς όρκος του αστυφύλακα προς υποστήριξη, αρχικώς, του εντάλματος σύλληψης και στη συνέχεια του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν συνάδει, ο μεν πρώτος με τις πρόνοιες των άρθρων 8 και 19 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και τις πρόνοιες του Νόμου περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, Νόμος 133(Ι)/2004. Ιδιαιτέρως, σε σχέση με το δεύτερο σκέλος της επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε, ο κ. Αργυρού έδωσε έμφαση στο θέμα της αρχής της ειδικότητος, η οποία πρέπει να ενυπάρχει στη βάση του δικαίου της έκδοσης.
Προτού ασχοληθώ με το ιδιαίτερο περιεχόμενο του όρκου, όπως αυτό είναι κατατεθημένο ως τεκμήριο ενώπιον μου, θα πρέπει να προσδιοριστεί ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει το παρόν Δικαστήριο, ασκώντας τη συνταγματικά προσδιορισθείσα εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος, να επιλαμβάνεται προνομιακών ενταλμάτων τα οποία από τη φύση τους εδράζονται στο κατάλοιπο εξουσίας.
Η νομολογία επιτάσσει ότι, η διαδικασία για παραχώρηση αδείας για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο ο αιτητής έχει, εκ πρώτης όψεως, τεκμηριώσει και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696). Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ’ εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. επίσης Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464). Σημειώνεται περαιτέρω ότι, όπως τονίστηκε στην υπόθεση Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965, και, αν ακόμα, στοιχειοθετηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση, η άδεια δεν χορηγείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός όπου καταδεικνύεται με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να σημειώσω ότι η καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί δεν αιτιολογείται επαρκώς. Αμέσως μετά την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα έπρεπε ο αιτητής να καταχωρίσει, αν επιθυμούσε, διαδικασία αμφισβήτησής του. Η ένορκη δήλωση είναι κατατεθημένη και θα μπορούσε, με τα κατάλληλα διαβήματα, να εξασφαλισθεί. Κάτι που δεν έγινε, παρά μόνο μετά την έναρξη της εκδίκασης της υπόθεσης.
Στη βάση αυτού θα απέρριπτα την αίτηση, αλλά θα εξετάσω και τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονται.
Στη βάση των προνοιών του άρθρου 18 του Κεφ. 155, για να τεκμηριωθεί η έκδοση εντάλματος σύλληψης, ο Δικαστής θα πρέπει να ικανοποιηθεί με ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι πρόσωπο διέπραξε αδίκημα και η κράτηση του είναι ευλόγως αναγκαία. Κάθε τέτοιο ένταλμα, πέραν από τα τυπικά στοιχεία της υπογραφής και ημερομηνίας, πρέπει να προσδιορίζει κατά πόσο ο Δικαστής έχει λογικά ικανοποιηθεί για την αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος στο οποίο προσδιορίζεται σε συντομία το ποινικό αδίκημα για το οποίο εκδίδεται και το πρόσωπο του οποίου διατάσσεται η σύλληψη.
Στη βάση του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων μεταξύ Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου του 2004 (Ν. 133(Ι)/2004) και ιδιαιτέρως στο άρθρο 4(1) προσδιορίζεται το περιεχόμενο και ο τύπος του εντάλματος σύλληψης.
Στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε για την έκδοση των δύο ενταλμάτων προσδιορίζεται το αδίκημα το οποίο, τότε εξεταζόταν εναντίον του αιτητή και άλλων προσώπων, που είχαν σχέση με συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, εισαγωγής ναρκωτικών, προμήθειας ναρκωτικών σε άλλο πρόσωπο και παράνομη κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα. Αναφέρονται οι ημερομηνίες που, κατ’ ισχυρισμό, έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα και επίσης προσδιορίζεται και το όνομα του αιτητή. Στο εκδοθέν ένταλμα σύλληψης υπάρχει αναφορά στα ίδια αδικήματα και σε 16 κιλά κάνναβης τα οποία, κατ’ ισχυρισμό, εισήχθησαν παρανόμως και είχε στην κατοχή του ο αιτητής. Η απλή διαφοροποίηση του, χωρίς άλλη επεξήγηση που θα τεκμηριώνει διαφοροποίηση στις κατηγορίες που τελικώς έχουν προσαχθεί, δεν αποκτά υπόσταση.
Ενυπάρχει υποχρέωση για σκοπούς συμμόρφωσης προς τους κανόνες που διέπουν την καταχώριση αιτήσεων αυτής της μορφής, η συμπερίληψη όλων των απαραίτητων στοιχείων και εγγράφων, έλλειψη των οποίων καθιστά τη διαδικασία μεμπτή σε σημείο που είναι μοιραίο για την εγκυρότητα μιας αίτησης. (Βλ. In re Charalambos Aeroporos (1988) 1 C.L.R. 302 και Χαράλαμπος Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265).
Εν προκειμένω δεν έχει συμπεριληφθεί στα έγγραφα που κατατέθηκαν ενώπιον μου αντίγραφο του κατηγορητηρίου το οποίο αντιμετωπίζει ο αιτητής στο Κακουργιοδικείο, έτσι ώστε να τεκμηριώνεται το παράπονο ότι για άλλα αδικήματα συνελήφθη και για άλλα αδικήματα εκδικάζεται. Η απουσία αυτού του εγγράφου καθιστά το όλο υπόβαθρο ελλιπές. Ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί το παράπονο όπως έχει υποβληθεί και εκθεμελιώνει τη βάση της όλης αιτήσεως.
Εν πάση περιπτώσει, δεν διαπιστώνω να υπάρχει οποιοδήποτε πρόβλημα με το περιεχόμενο του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθότι στα έγγραφα που κατέθεσε ο συνήγορος ενυπάρχουν τα στοιχεία τα οποία επιζητεί το άρθρο 4(1) του Νόμου 133(Ι)/2004. Ως προς τον ισχυρισμό για έκδηλη πλάνη, στην οποία περιέπεσε το δικαστήριο, δεν έχει έρεισμα καθότι η ερμηνεία αυτού του στοιχείου, δηλαδή του εύρους της διάστασης με αναφορά σε λεπτομέρειες ως προς τα αδικήματα, εμπεριέχει πολύπλοκο νομικό θέμα το οποίο θα πρέπει να τύχει εξέτασης αφενός μεν πρωτοδίκως, δηλαδή στο στάδιο της εκδίκασης σε πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, κάτι που γίνεται τώρα, και στη συνέχεια, να εξεταστεί και αποφασιστεί κατ’ έφεση, αν υπάρξει τέτοια.
Στη βάση των πιο πάνω η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο