
ECLI:CY:AD:2019:A247
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 208/2018)
1 Ιουλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΓΙΑΣΕΜΗ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
ΚΑΤ’ ΕΦΕΣΙΝ ΕΚ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟ 175/2017
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/64 ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (14/60) ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 10 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ 1970 (Ν. 97/70)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx SMIRNOV ΝΥΝ ΕΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ 97/70 (ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ) ΚΑΙ 95/70 (ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ – ΚΥΡΩΤΙΚΟΣ)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΟΥ ΜΕ ΑΡ. 1/17, ΗΜΕΡ. 11.12.2017 ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΑΝΩ xxx SMIRNOV
Θ. Καπάταης, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Κλεάνθους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα, για τον Εφεσίβλητο.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι αρχές της ρωσικής ομοσπονδίας ζήτησαν την έκδοση του εφεσείοντα, με στόχο να εκτίσει ποινή φυλάκισης τριών ετών που του επιβλήθηκε στην απουσία του στη Ρωσία, την 1η Ιουλίου 2014, για το αδίκημα της ένοπλης ληστείας, το οποίο όπως κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε, διέπραξε στις 19 Οκτωβρίου 2013.
Ο εφεσείων αφίχθηκε στην Κύπρο προερχόμενος από την Αγγλία στις 14 Ιανουαρίου 2017. Συνελήφθηκε δυνάμει προσωρινού εντάλματος σύλληψης για σκοπούς έκδοσης.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, ενώπιον του οποίου είχε αχθεί η υπόθεση, έκρινε ότι πληρούντο οι προϋποθέσεις που τίθενται από τον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο του 1970 (Ν. 97/70), όπως τροποποιήθηκε, και ενέκρινε την αίτηση διατάσσοντας περαιτέρω την κράτηση του εφεσείοντα μέχρι την έκδοσή του.
Ο εφεσείων έχοντας πληροφορηθεί, από το πρωτόδικο δικαστήριο, περί δικαιώματος υποβολής αίτησης για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, ως προς τη νομιμότητα της κράτησης του, το ήσκησε καταχωρώντας την Πολ. Αίτηση 175/2017. Η εν λόγω αίτηση εκδικάστηκε και απορρίφθηκε στις 20 Ιουνίου 2018 και ακολούθησε η παρούσα έφεση.
Με τους τρεις, από τους πέντε συνολικά λόγους έφεσης, ο εφεσείων αμφισβητεί τα συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, ως προς τα πραγματικά γεγονότα που περιβάλλουν το αδίκημα, και το σκοπό της άφιξης του εφεσείοντα στην Κύπρο.
Οι τέταρτος και πέμπτος λόγοι έφεσης πραγματεύονται τον παράγοντα χρόνο, που κατά τον εφεσείοντα το διαρρεύσαν διάστημα μεταξύ της κατ’ ισχυρισμό τέλεσης των αδικημάτων και της παρούσας διαδικασίας είναι «μακρός» και κακώς κατέληξε το δικαστήριο ότι η προκληθείσα καθυστέρηση οφείλεται στον ίδιο.
Αναπτύσσοντας τους λόγους έφεσης 1, 2 και 3 μαζί, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα υποστήριξε ότι τα γεγονότα που προβλήθηκαν στην πρωτόδικη διαδικασία είχαν ως βάση την οικογενειακή κατάσταση του εφεσείοντα, τις υφιστάμενες υποχρεώσεις του για συντήρηση των ανήλικων τέκνων του, η σύνδεση του με την Κύπρο και ο λόγος άφιξης του στη Δημοκρατία, δεν λήφθηκαν υπόψη.
Σε συνάρτηση με τους λόγους 4 και 5 ο συνήγορος επανέλαβε, ουσιαστικώς, ό,τι λέχθηκε και πρωτοδίκως. Εισηγήθηκε ότι δεν υπήρξε νομότυπη επίδοση κατηγορητηρίου στον εφεσείοντα, ούτε ο ίδιος ενημερώθηκε για την ύπαρξη της ποινικής υπόθεσης εναντίον του.
Όπως έχει κατ’ επανάληψη τονισθεί από τη νομολογία, η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου αποτελεί μεν πολιτική διαδικασία, δεν επιλύει όμως ουσιαστικά δικαιώματα των διαδίκων. Πρόκειται για μια ειδική δικαιοδοσία η οποία διέπεται από τον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο του 1970 (Ν. 97/70). Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Natalias Konovalova, Πολ. Έφ. αρ. 436/2011, ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2015, ECLI:CY:AD:2015:D639, η διαδικασία είναι προσαρμοσμένη στη φύση του αντικειμένου της αίτησης για έκδοση φυγοδίκου, με κύριο σκοπό τη διαπίστωση της ύπαρξης των προϋποθέσεων για την έκδοσή του. Σχετικό είναι το άρθρο 9(3) του Νόμου και στόχο έχει τη διαπίστωση της ύπαρξης των υπό αναφορά προϋποθέσεων, θέμα για το οποίο το δικαστήριο δεν δεσμεύεται αυστηρά στην τήρηση των κανόνων του δικαίου της απόδειξης, που ισχύουν στο πλαίσιο εκδίκασης των ποινικών υποθέσεων.
Όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 του Νόμου 97/70, πρόσωπο για το οποίο είχε διαταχθεί η κράτηση με σκοπό την έκδοση, δικαιούται να υποβάλει αίτηση για Habeas Corpus. Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας της κράτησης ενός προσώπου από δικαστική ή άλλη αρχή. Όπως έχει παγίως νομολογηθεί, το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την ενάσκηση αυτής της προνομιακής εξουσίας δεν επενεργεί ως Εφετείο. Συνεπώς, δεν δύναται να αναθεωρήσει τα ευρήματα του δικαστηρίου που αποφάσισε την έκδοση, ούτε να ελέγξει την ορθότητα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, εφόσον αυτή είχε κινηθεί στα νόμιμα όρια της. Περιορίζεται, ουσιαστικώς, να εξετάσει αν το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ενώπιον του ικανοποιητική μαρτυρία που να δικαιολογεί την έκδοση και κατά πόσο όλη η υπόθεση εξετάστηκε εντός του δικαιοδοτικού πλαισίου. Η διαπίστωση ύπαρξης επαρκούς μαρτυρίας είναι αρμοδιότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. (Βλ. Διευθυντής Κεντρικών Φυλακών ν. Golov (2001) 1 A.A.Δ. 1109 και Mohamed Emam v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. αρ. 379/2016, ημερ. 31 Μαΐου 2017, ECLI:CY:AD:2017:A204).
Όπως διατυπώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο και επαναλήφθηκε και στην εκκαλούμενη απόφαση, δεν έχει καταδειχθεί ότι η συμπεριφορά και όσα αναφέρθησαν από τον εφεσείοντα, δεν λήφθησαν υπόψη από το Επαρχιακό Δικαστήριο όταν αποφάσιζε να εγκρίνει την αίτηση για έκδοση φυγοδίκου. Από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου και την απόφαση του ρωσικού δικαστηρίου, ο εφεσείων ανακρινόμενος, στις 27 Οκτωβρίου 2013, ομολόγησε τη διάπραξη των αναφερόμενων αδικημάτων, αφέθηκε μετά υπό όρους, περιλαμβανομένου του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού και της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Παρά ταύτα, 15 ημέρες μετά το περιστατικό, έφυγε από τη Ρωσία. Το Επαρχιακό Δικαστήριο κατέγραψε τον ισχυρισμό του εφεσείοντα για το επεισόδιο και τις δικές του εξηγήσεις, ότι, δηλαδή, κτύπησε τον παραπονούμενο αλλά αυτό ήταν αποτέλεσμα εκφοβισμού και βίας. Το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέτασε αυτά τα γεγονότα υπό το φως της νομολογιακής αρχής, ότι σε τέτοιες περιπτώσεις το ζητούμενο δεν είναι η αξιολόγηση σε βάθος της υπόθεσης και η διατύπωση οριστικών ευρημάτων. Αρκεί η τεκμηρίωση πιθανής υπόθεσης ενοχής, με βάση το άρθρο 94 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, που να στοιχειοθετεί παραπομπή σε δίκη. (Βλ. Dmitri Kotlyarenko (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 505). Έχουμε επίσης εξετάσει το προβληθέν παράπονο αναφορικά με τη μη αξιολόγηση των θεμάτων που άπτοντο της μεταβολής της οικογενειακής κατάστασης του εφεσείοντα από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η εισήγηση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Τόσο το Επαρχιακό Δικαστήριο, όσο και το πρωτόδικο δικαστήριο που επελήφθη της αδείας για παραχώρηση δικαιώματος καταχώρισης Certiorari, ασχολήθηκαν και αξιολόγησαν τη μαρτυρία που τέθηκε χωρίς αυτή να γίνει αποδεκτή. Ως εκ τούτου, η εισήγηση δεν έχει έρεισμα.
Στη βάση των πιο πάνω θεωρούμε ότι οι λόγοι 1, 2 και 3 δεν έχουν έρεισμα και ως εκ τούτου, κρίνονται απορριπτέοι.
Παρόλο που υπάρχει νομολογία, η οποία υποστηρίζει ότι η πάροδος μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη ενός αδικήματος μέχρι τη δίκη, καθιστά την ενδεχόμενη δίκη μη δίκαιη, ο παράγοντας χρόνος εξετάζεται και υπό το πρίσμα της συμπεριφοράς που υπέδειξε ο εκζητούμενος και κατά πόσο αυτή συνέδραμε προς την κατεύθυνση αυτή. Παραπέμπουμε επί του προκειμένου στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. MRUKWA, Πολ. Έφ. 41/2014, ημερ. 5 Μαρτίου 2014, όπου έγινε επίσης αναφορά στην υπόθεση Κυριάκου ν. Γενικού Εισαγγελέα, Πολ. Έφ. 196/2013, ημερ. 17 Ιουλίου 2013 και Μιχαηλίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα, Πολ. Έφ. 221/2013, ημερ. 2 Σεπτεμβρίου 2013. Τα κριτήρια δε που τέθηκαν, όπως αναφέρονται στην υπόθεση MRUKWA που στόχο έχει τη διασφάλιση της δίκαιης δίκης, είναι:
″(β) ένας εκζητούμενος εμποδίζεται να επικαλείται καθυστέρηση στην υποβολή αιτήματος για παράδοση του, όταν ενώ γνωρίζει πως του επιβλήθηκε ποινή την οποία θα καλείτο να εκτίσει, ή ενώ γνώριζε πως υπάρχει εναντίον του ποινική δίωξη, τρέπεται σε φυγή από τη δικαιοδοσία της αιτήτριας χώρας,
(γ) η καθυστέρηση και η εξ’ αυτής μεταβολή των προσωπικών συνθηκών ενός εκζητούμενου αφ’ εαυτών, δεν είναι αρκετό να δικαιολογήσουν άδικη και καταπιεστική μεταχείριση.″
Όπως τονίζεται στην εκκαλούμενη απόφαση, η καταδικαστική απόφαση εναντίον του εφεσείοντα εκδόθηκε την 1η Ιουλίου 2014. Το αδίκημα διαπράχθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2013 και ο εφεσείων, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, εγκατέλειψε τη Ρωσία 15 ημέρες μετά το περιστατικό. Μετέβη, αρχικώς, στη Μολδαβία, Ρουμανία, εν συνεχεία στην Αγγλία και κατέληξε στην Κύπρο στις 14 Ιανουαρίου 2017, όπου και συνελήφθη.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε και επιβεβαιώθηκε στην εκκαλούμενη απόφαση, ότι ο παράγοντας χρόνος ο οποίος έχει παρέλθει, δεν είναι υπερβολικός και ούτε καθοριστικής σημασίας έτσι ώστε να επηρεάσει τη διαδικασία έκδοσης δυνάμει του άρθρου 10(3)(β) του Νόμου. Με την εισήγηση αυτή συμφωνούμε απολύτως. Η πάροδος τριών περίπου χρόνων από τη διάπραξη ενός αδικήματος, δεν μπορεί να απομονωθεί από τα άλλα περιστατικά της υπόθεσης. Ο εφεσείων είχε φυγοδικήσει από το 2013 και εντοπίστηκε στην Κύπρο το 2017. Αυτός ο χρόνος δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει την κρίση του δικαστηρίου, ιδιαιτέρως όταν, όπως ορθώς κρίθηκε πρωτοδίκως, είναι ο ίδιος που αποχώρησε από τη Ρωσία ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία και είχε προς τούτο δεσμευθεί υπό όρους.
Υπό αυτό δε το πρίσμα, κρίνουμε ότι η πρωτόδικη προσέγγιση είναι ορθή και ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι και οι λόγοι έφεσης 4 και 5 δεν έχουν έρεισμα και κρίνονται απορριπτέοι.
Η έφεση απορρίπτεται. Η κράτηση του εφεσείοντα κρίνεται νόμιμη και ενόψει της φύσεως της διαδικασίας, δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για έξοδα.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/ΔΓ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο