
ECLI:CY:AD:2022:D201
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 71/2022
iJustice)
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ]
23 Mαϊου, 2022
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/64), ΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx xxx EARLE ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ/RULING/ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΗΜΕΡ. 08/04/2022, Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΝΙΚΑΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ Αρ.12/21 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΜΕ ΑΙΤΗΤΡΙΑ ΤΗ ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ xxx xxx xxx FELD.
--------------------------
Ελ. Αντωνιάδου-Φράγκου, (κα), για τον Αιτητή
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
----------------------
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής επιδιώκει να του δοθεί:
«1. ΄Αδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως, για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για την ακύρωση του διατάγματος/ruling του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 08.04.2022 το οποίον εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Ανικάνου Προσώπου 12/2021, με το οποίον δόθηκαν οδηγίες στους Αιτητές (δηλ. στους συνηγόρους της Αιτήτριας στην Αίτηση Ανικάνου Προσώπου 12/2021 xxx xxx xxx Feld, Καθ’ ής η Αίτηση στην παρούσα Αίτηση, στο εξής η «Καθ’ ης η Αίτηση»), να κλητεύσουν το κατ’ ισχυρισμόν ανίκανο πρόσωπο (Αιτητή στην παρούσα) ώστε να είναι παρόν στο Δικαστήριο για να απαντήσει σε ερωτήσεις που θα του τεθούν από το Δικαστήριο. Έδωσε δε δια τούτου την ευκαιρία και στους συνηγόρους να θέσουν ερωτήσεις, αν το επιθυμούν. Περαιτέρω, κάλεσε δια αυτού τους συνηγόρους να συνεργαστούν ώστε να είναι έτοιμοι να δηλώσουν προς το Δικαστήριο, ποιο πρόσωπο συμφωνούν όπως διοριστεί ως Ερευνητής για προκαταρκτική έρευνα σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτό είναι αναγκαίο (έρευνα η οποία επιζητείται με εκκρεμούσα ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 09.11.21).
2. Άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για μεταφορά του φακέλου της
Αίτησης Ανικάνου Προσώπου 12/2021 του Επαρχιακού) Δικαστηρίου Λάρνακας, στο Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου με σκοπό την ακύρωση του προαναφερθέντος διατάγματος/ruling του εν λόγω Δικαστηρίου ημερ. 08.04.2022.
3. Διάταγμα αναστολής της ισχύος του διατάγματος/ruling ημερομηνίας 08.04.2022 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, το οποίον εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Ανικάνου Προσώπου 12/2021 και κάθε διαδικασίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας που απορρέει από το εκδοθέν την 08.04.2022, ECLI:CY:DOD:2022:1 διάταγμα/ruling, εκκρεμούσης της παρούσας αίτησης και/ή μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας διαδικασίας στο Ανώτατο Δικαστήριο και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».
Στις 18.6.2021 η κόρη του αιτητή (καθ΄ης η αίτηση στην παρούσα) ενεργώντας για την ίδια αλλά και για τη σύζυγο και τα άλλα παιδιά του αιτητή, καταχώρησε αίτηση με σκοπό να εκδοθεί διάταγμα με το οποίο να κηρύσσεται ο αιτητής ανίκανο πρόσωπο και να διορίζεται συγκεκριμένο άτομο διαχειριστής της περιουσίας του με νομική βάση τα ΄Αρθρα 1-19 του περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανικάνων Προσώπων Νόμου (Ν.23(Ι)/96), εν τοις εφεξής ο Νόμος. Στη διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ακολούθησαν διάφορες ενδιάμεσες αιτήσεις κυρίως από την πλευρά της καθ΄ης η αίτηση, στις οποίες ο αιτητής προέβαλε ένσταση με κύρια τη θέση για αλλότρια κίνητρα της οικογένειας του, τα οποία συγκεκριμενοποίησε στην αποκομιδή οικονομικού οφέλους εκ της κήρυξης του ως ανικάνου. Στο σκηνικό των γεγονότων τίθεται έντονα η αίτηση διαζυγίου που καταχώρησε ο αιτητής εναντίον της συζύγου του, μητέρας της καθ΄ης η αίτηση. Είναι η θέση της οικογένειας πως ο αιτητής και η σύζυγος του, 78 και 74 ετών αντίστοιχα, ήσαν ένα ευτυχισμένο ζευγάρι και απέδωσαν το λόγο καταχώρησης της αίτησης διαζυγίου στην ευάλωτη ιατρική εικόνα του αιτητή και στην επίδραση συγκεκριμένης γυναίκας, η οποία παρουσιάζεται από τον αιτητή ως η σύντροφος του, ενώ από την αντίθετη πλευρά, ως το άτομο που προσπαθεί να τον εκμεταλλευτεί ψυχολογικά και οικονομικά. Η ιατρική εικόνα του αιτητή παρουσιάζεται ενόρκως στη στηρικτική δήλωση της θυγατέρας του και προσδιορίζεται σε διάφορα προβλήματα όπως καρκίνο και άλλα, προβλήματα που τον καθιστούν έρμαιο της γυναίκας που συζεί μαζί του, η οποία συστηματικά εμποδίζει την οικογένεια του, να επικοινωνήσει με τον ίδιο. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής αρνείται όλα τα επιμέρους γεγονότα με βασική θέση ότι είναι καθόλα ικανός να διαχειριστεί την περιουσία του αποδίδοντας την καταχώρηση της αίτησης σε αλλότρια κίνητρα τα οποία εξηγεί εκτενώς.
Παρά το βεβαρημένο ιστορικό της διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, θα επικεντρωθώ στα σημεία που αφορούν τα εγειρόμενα δια της επιδιωκόμενης θεραπείας, η οποία και συγκεκριμενοποιείται στις οδηγίες και ή στην ενδιάμεση διαταγή που δόθηκε από το Δικαστήριο στα πλαίσια της ως άνω αίτησης στις 8.4.2022.
Να τονίσω πως, ενώπιον του Δικαστηρίου στις 8.4.2022, ήσαν εκκρεμείς οι εξής αιτήσεις:
(α) Η κυρίως αίτηση ημερ. 18.6.2021 με καταχωρηθείσα ένσταση στις 13.9.2021 (τεκμήρια 1 και 2).
(β) Η αίτηση ημερ. 9.11.2021 εκ μέρους της οικογένειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης με καταχωρηθείσα ένσταση στις 6.12.2021 (τεκμήρια 3 και 5).
(γ) Η αίτηση ημερ. 9.11.2021 εκ μέρους της οικογένειας για ιατρική εξέταση του αιτητή από ψυχίατρο με καταχωρηθείσα ένσταση επ΄αυτής (τεκμήρια 4 και 6).
(δ) Η αίτηση του αιτητή ημερ. 31.1.2022 για αντεξέταση της ενόρκως δηλούσας στην αίτηση για ιατρική εξέταση (τεκμήριο 9).
(ε) Αίτηση ημερ. 17.2.2022 της καθ΄ης η αίτηση για αντεξέταση της ενόρκως δηλούσας επί της ένστασης (τεκμήριο 10).
Είναι η θέση του αιτητή πως στις 8.4.2022 η Επαρχιακή Δικαστής, επιλαμβανόμενη όλων των πιο πάνω αιτήσεων και χωρίς να δώσει λόγο στους συνηγόρους για να τοποθετηθούν εξέδωσε τις ακόλουθες οδηγίες ή ενδιάμεση διαταγή.
«Δίδονται οδηγίες στους Αιτητές (δηλ. στους συνηγόρους της Καθ’ ης η Αίτηση στην παρούσα Αίτηση), να κλητεύσουν το κατ’ ισχυρισμόν ανίκανο πρόσωπο (Αιτητή) και αυτό να είναι παρών στο Δικαστήριο για να απαντήσει σε ερωτήσεις που θα του τεθούν από το Δικαστήριο, θα δοθεί ευκαιρία και στους συνηγόρους να θέσουν ερωτήσεις, αν το επιθυμούν. Καλώ τους συνηγόρους να συνεργαστούν ώστε να είναι έτοιμοι να δηλώσουν προς το Δικαστήριο, ποιο πρόσωπο συμφωνούν όπως διοριστεί ως Ερευνητής για προκαταρκτική έρευνα σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτό είναι αναγκαίο (έρευνα η οποία επιζητείται με εκκρεμούσα ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 09.11.21).
Η Γενική Αίτηση ορίζεται για το σκοπό αυτό στις 25.05.22 η ώρα 10:00π.μ.
Την ίδια ημερομηνία ορίζονται για οδηγίες όλες οι ενδιάμεσες αιτήσεις ώστε οι συνήγοροι να τοποθετηθούν σχετικά με την πορεία τους αναλόγως της εξέλιξης της υπόθεσης.»
Ακολούθησε κλήση του αιτητή «για να δώσει μαρτυρία, ως οι ως άνω οδηγίες του Δικαστηρίου». Σημειώνεται επίσης πως στις 2.5.2022 ο αιτητής καταχώρησε αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο με παρόμοιο ή όμοιο παρακλητικό με την παρούσα, την οποία όμως απέσυρε, άνευ βλάβης, λόγω λάθους καταχώρησης στον τύπο της αίτησης.
Οι λόγοι που ο αιτητής θεωρεί ότι πρέπει να του αποδοθούν οι αιτούμενες θεραπείες συνοπτικά έχουν ως εξής: το προσβαλλόμενο διάταγμα εκδόθηκε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, αφού στερήθηκε το δικαίωμα να ακουστεί. Εκδόθηκε δε, καθ΄υπέρβαση δικαιοδοσίας ή καταφανούς πλάνης αφού η νομική βάση που επικαλείται το Δικαστήριο δηλαδή το ΄Αρθρο 13 του Νόμου, δεν του παρέχει τέτοιαν εξουσία. Περαιτέρω, με το προσβαλλόμενο διάταγμα το Δικαστήριο έχει αποδώσει ουσιαστικά μέρος της θεραπείας που η καθ΄ης η αίτηση επιδιώκει με την τρίτην αίτηση, χωρίς να ακούσει προηγουμένως, την πλευρά του αιτητή. Με τη διαταγή δε για κλήτευση του αιτητή έχει παραβιαστεί η Δ.39 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας αφού ο αιτητής δεν είχε προβεί σε οποιαδήποτε ένορκη δήλωση στην αίτηση για ιατρική εξέταση του. Καλείται να παραστεί και να ερωτηθεί χωρίς να γνωρίζει το πλαίσιο και χωρίς να υπάρχει νομική βάση που να στηρίζει τέτοια κλήτευση.
Είναι γνωστές οι αρχές με τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να αποδώσει την αιτούμενη θεραπεία δηλαδή να παράσχει άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως με σκοπό την ακύρωση δικαστικής διαταγής ως η παρούσα.
Θα πρέπει να καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση όπως η έννοια έχει ερμηνευθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το ΄Ενταλμα certiorari παρέχει τη δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο Δικαστήριο με προοπτική την επέμβαση, όταν το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εκτός δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη, είτε όταν προκύπτει στην όψη του πρακτικού προφανές νομικό λάθος (βλ. Γενικός Εισαγγελέας (1998) 1Γ Α.Α.Δ. 1718).
Στο στάδιο για άδεια ο αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση για τα πιο πάνω. Θυμίζουμε τα νομολογηθέντα ότι όπου εκ πρώτης όψεως φαίνεται πως υπάρχει δικαιοδοσία και η διαδικασία εξελίχθηκε κανονικά, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προχωρεί στην έκδοση προνομιακού εντάλματος, ακόμη και αν το Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο. (Βλ. Χρίστου (1996)1Α Α.Α.Δ. 398).
Ερχόμενη στα γεγονότα της παρούσης και εξετάζοντας την αίτηση υπό το πρίσμα της σχετικής νομολογίας, θεωρώ ότι δεν έχει καταδειχθεί τέτοια συζητήσιμη υπόθεση. Πρωτίστως, θα πρέπει να αναφέρω ότι είναι λανθασμένη η αντίληψη της πλευράς του αιτητή πως το Δικαστήριο παρέλειψε να ακούσει τους διαδίκους πριν την έκδοση των σχετικών οδηγιών. Προκύπτει σαφώς από το σχετικό πρακτικό, τεκμ.11, πως οι συνήγοροι είχαν εκφράσει θέσεις. Το δε Δικαστήριο στη συνέχεια έδωσε ένδειξη περί των σκοπούμενων σχετικών οδηγιών και δεν υπήρξε εκ μέρους των δικηγόρων διατύπωση αντίθετης θεώρησης. Σε αυτό το συναινετικό κατ΄αρχήν πλαίσιο, όπως φαίνεται από το εν λόγω πρακτικό, το Δικαστήριο προχώρησε στο να δώσει τις οδηγίες.
Το επόμενο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι, αν ανεξαρτήτως των πιο πάνω, παρήχετο εξουσία στην Επαρχιακή Δικαστή, να δώσει τις οδηγίες που εν τέλει έδωσε. Η απάντηση βρίσκεται στον ίδιο το Νόμο, ο οποίος παρέχει ως εκ του εξεταστικού χαρακτήρα του, ευρείες εξουσίες στο Δικαστήριο, τόσο για την έρευνα του Δικαστηρίου στη διαδικασία κήρυξης ενός προσώπου ως ανικάνου, όσο και στην άσκηση ελέγχου γενικότερα. Με βάση το ΄Αρθρο 13 υπάρχει εξουσία διορισμού ερευνητή με συγκεκριμένο πλαίσιο. Παρατίθεται το σχετικό ΄Αρθρο:
«13.—(1) Το αρµόδιο δικαστήριο, πριν από την έκδοση οποιουδήποτε διατάγµατος δυνάµει του παρόντος Νόµου, έχει εξουσία να διορίσει ερευνητή µε εντολή να εξετάσει τα περιστατικά της υπόθεσης και να υποβάλει προς το δικαστήριο µέσα σε τακτή χρονική προθεσµία σχετική έκθεση.
(2) Το αρµόδιο δικαστήριο καταρτίζει κατάλογο προσώπων πού προτείνονται από τον Υπουργό Υγείας, το Γενικό Εισαγγελέα της ∆ηµοκρατίας, το Γενικό Λογιστή της ∆ηµοκρατίας για σκοπούς διορισµού ερευνητή:
Νοείται ότι µέχρις ότου καταρτιστεί ο κατάλογος, το αρµόδιο δικαστήριο έχει εξουσία να διορίσει ως ερευνητή οποιοδήποτε λειτουργό του αρµόδιου δικαστηρίου ή λειτουργό Υπουργείου, κατόπιν έγκρισης του προϊστάµενου του εν λόγω λειτουργού.
(3) Ο προβλεπόµενος στο εδάφιο (2) κατάλογος αποτελείται από τρία µέρη στο πρώτο µέρος περιλαµβάνονται µέχρι πέντε ψυχίατροι µε πενταετή τουλάχιστο πείρα, στο δεύτερο µέρος µέχρι πέντε νοµικοί µε δεκαετή τουλάχιστο πείρα στην άσκηση του δικηγορικού επαγγέλµατος και στο τρίτο µέρος µέχρι πέντε λογιστές µε δεκαετή τουλάχιστο πείρα. Οι ψυχίατροι, οι νοµικοί και οι λογιστές υποδεικνύονται από τον Υπουργό Υγείας, το Γενικό Εισαγγελέα και το Γενικό Λογιστή, αντίστοιχα, σε συνεννόηση µε τους αντίστοιχους επαγγελµατικούς συλλόγους.
(4) Το αρµόδιο δικαστήριο, ασκώντας τις εξουσίες του δυνάµει του εδαφίου (1), διορίζει ανάλογα µε τη φύση της έρευνας και του αιτούµενου διατάγµατος ερευνητή, από το µέρος εκείνο του καταλόγου πού κρίνεται καταλληλότερο για σκοπούς διεξαγωγής της έρευνας.
(5) Η έρευνα δυνατόν να διεξάγεται επ’ αµοιβή και σύµφωνα πάντοτε µε οδηγίες του αρμόδιου δικαστηρίου».
Πέραν αυτού, ο αιτητής μέμφεται το Δικαστήριο ως προς την κλήτευση του ιδίου ως μάρτυρα. Θα πρέπει να υπομνησθεί εδώ, πέραν της ευρείας εξουσίας που παρέχει ο Νόμος στο Δικαστήριο, το ίδιο το περιεχόμενο του ΄Αρθρου 48 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, το οποίο έχει ως εξής:
«48. Εις πάσαν ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου πολιτικήν διαδικασίαν και καθ’ οιονδήποτε στάδιον αυτής το δικαστήριον, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε διαδίκου, δύναται να καλέση οιονδήποτε πρόσωπον εντός της ∆ηµοκρατίας ή των Κυριάρχων Περιοχών των Βάσεων να προσέλθη διά να δώση µαρτυρίαν ή να παρουσιάση οιονδήποτε υπό την κατοχήν αυτού έγγραφον, δύναται δε να εξετάση το τοιούτον πρόσωπον ως µάρτυρα ή ως εµπειρογνώµονα και να ζητήση παρ’ αυτού να παρουσιάση οιονδήποτε υπό την κατοχήν ή την εξουσίαν αυτού έγγραφον, επιφυλασσοµένων πασών των ευλόγων εξαιρέσεων.»
Ως εκ του περιεχομένου του ΄Αρθρου διαφαίνεται η εξουσία του Δικαστηρίου για αυτεπάγγελτη κλήτευση μάρτυρα. O αιτητής ήταν ο ενόρκως δηλών επί της ένστασης στην κυρίως αίτηση. Παρά τον τρόπο με τον οποίο εδόθη οδηγία για κλήτευση του από την καθ΄ης η αίτηση, προκύπτει πως ο μάρτυρας καλείται με βάση το ΄Αρθρο 48. Είναι βεβαίως εξουσία που ασκείται με περισσή φειδώ. Πλην όμως, εν προκειμένω, το ίδιο το θέμα, εντασσόμενο στο συγκεκριμένο Νόμο, ο οποίος είναι εξεταστικού χαρακτήρα, ενδυνάμωνε την προσπάθεια του Δικαστηρίου να εξεύρει το τι δέον γενέσθαι.
Για το λόγο αυτό δεν θεωρώ πως υπάρχει τέτοιος δυσμενής επηρεασμός, ως εισηγείται η πλευρά του αιτητή, με την απόδοση μέρους θεραπείας, για την οποία ο ίδιος ενίσταται. ΄Αλλωστε, θα ήταν πρόωρο οποιοδήποτε τέτοιο παράπονο αφού ακριβώς το θέμα του διορισμού ερευνητή δεν αποφασίστηκε ακόμη από το Δικαστήριο.
Ο εξεταστικός χαρακτήρας του Νόμου και οι ευρύτερες εξουσίες που παρέχει στο Δικαστήριο έχουν τονισθεί στην απόφαση Θεμιστοκλέους ν. Λεωνίδου (2005) 1Α Α.Α.Δ. 417.
Όλα τα πιο πάνω συνηγορούν στο ότι ο αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος να καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση. Τα όσα καταλογίζει στο Δικαστήριο, αφαιρουμένων των θεμάτων που αφορούν τη δικαιοδοσία και την παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης, στην ουσία εμπίπτουν στον έλεγχο ορθότητας της απόφασης που δεν είναι σκοπός της παρούσας διαδικασίας. Περαιτέρω, η υπόθεση ως φαίνεται από το πρακτικό, τεκμ.11, είναι ορισμένη στο Επαρχιακό Δικαστήριο στις 25.5.2022, ημερομηνία κατά την οποία οι διάδικοι θα μπορούσαν ενδεχομένως να θέσουν επιμέρους επιφυλάξεις ή θέσεις. Όπως επίσης θα μπορούσαν να ζητήσουν ευθύς εξ αρχής να καθοριστεί αυστηρά το πλαίσιο των ερωτήσεων που δύνανται να τεθούν ή να ζητήσουν από το Δικαστήριο οποιεσδήποτε διευκρινίσεις.
Παρά την πιο πάνω θεώρηση που οδηγεί στην απόρριψη της αίτησης, θεωρώ επιβεβλημένο να τονίσω πως ο όλος χειρισμός της διαδικασίας, πριν τις 8.4.2022, που είναι η προσβαλλόμενη Διαταγή, εμπόδισε το Δικαστήριο στο να εκδικάσει την αίτηση έγκαιρα. Αυτό έγινε λόγω της καταχώρησης συνεχών και πολλαπλών ενδιαμέσων αιτήσεων οι οποίες δεν μπόρεσαν να τύχουν συνολικής αντιμετώπισης με σκοπό τη σύντομη εκδίκαση της αίτησης. Αυτό οδήγησε στη χρονική επιβάρυνση της διαδικασίας, η οποία ακριβώς, όπως ελέχθη πιο πάνω, έχει εξεταστικό χαρακτήρα.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο