
(2001) 3 ΑΑΔ 598
21 Ιουνίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΡΑΦΤΗΣ ΕΣΤΕΙΤΣ ΛΤΔ.,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΣ ΛΥΣΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Καθ’ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2798)
Οδοί και Οικοδομές ― Αίτηση για ανανέωση άδειας οικοδομής ― Το Άρθρο 18(2) του περί Ρύθμισης Οδών και Οικοδομών Νόμου, (Κεφ. 96) δεν προβλέπει την δυνατότητα καταχώρισης ιεραρχικής προσφυγής σε απορριπτική απόφαση για ανανέωση της άδειας.
Διοικητική Πράξη ― Βεβαιωτική ― Χαρακτηριστικά ― Ορθή η απόφαση πως επρόκειτο περί βεβαιωτικής πράξης, υπό τις περιστάσεις.
Η εφεσείουσα επεδίωξε ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία η προσφυγή της κατά της απόφασης απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής της που στρεφόταν κατά της απόρριψης αίτησης για ανανέωση άδειας οικοδομής, απορρίφθηκε.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Λανθασμένα ο Υπουργός Εσωτερικών αποδέχθηκε την πιο πάνω αίτηση της εφεσείουσας σαν ιεραρχική προσφυγή και λανθασμένα η αίτηση έγινε αποδεκτή σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 18(2) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου. Και τούτο γιατί η εγκυρότητα απόφασης Δημοτικού Συμβουλίου για αίτηση για ανανέωση άδειας οικοδομής δεν μπορεί να προσβληθεί με ιεραρχική προσφυγή, αφού το Άρθρο 18(1) που καθορίζει τα είδη των αποφάσεων, διαταγμάτων και σχεδίων που μπορεί να προσβληθούν με ιεραρχική προσφυγή, δεν συμπεριλαμβάνει και αιτήσεις για ανανέωση αδειών οικοδομής. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η σχετική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών της 11/12/97 ήταν εξ υπαρχής άκυρη χωρίς οποιαδήποτε νομικά αποτελέσματα. Η μη έγκαιρη προσβολή της απόφασης του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 5/11/97 μέσα στα χρονικά πλαίσια των 75 ημερών που καθορίζει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος καθιστούσε την προσφυγή απαράδεκτη. Η πρωτόδικη απόφαση πάνω στο θέμα ήταν ορθή.
Το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να διευρύνει τις περιπτώσεις που επιτρέπεται η καταχώριση μιας ιεραρχικής προσφυγής σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 18(1) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, σε βαθμό που να συμπεριλαμβάνει και αιτήσεις για ανανεώσεις αδειών οικοδομής.
2. Η εφεσείουσα αμφισβητεί επίσης το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 24/12/97 ήταν επιβεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης της 5/11/97. Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και τούτο γιατί υπήρχε ταύτιση του διοικητικού οργάνου (Συμβούλιο Βελτιώσεως Λυσού), ταύτιση των ενδιαφερόμενων μερών (το ίδιο Συμβούλιο και η ίδια εταιρεία), ταύτιση της διαδικασίας (αίτηση για ανανέωση άδειας οικοδομής), ταύτιση νομικού πλαισίου (ο Περί Οδών και Οικοδομών Νόμος) και ταύτιση αιτιολογίας (δυσμενής επηρεασμός τουριστικής ανάπτυξης και πρόκληση οχληρίας). Επιπρόσθετα πρέπει να τονιστεί ότι δεν είχαν παρουσιαστεί νέα στοιχεία ή νέα γεγονότα που θα δικαιολογούσαν την επανεξέταση της αίτησης. Από τα σχετικά έγγραφα φαίνεται ότι το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν προέβηκε σε καμιά νέα έρευνα αλλά αντίθετα αφού βασίστηκε στα ίδια γεγονότα απέρριψε την αίτηση ανανέωσης στις 24/12/97 ακριβώς με την ίδια αιτιολογία που την είχε απορρίψει στις 5/11/97. Με βάση τα πιο πάνω κρίνεται ότι η πρωτόδικη απόφαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 24/12/97 είχε όλα τα στοιχεία της βεβαιωτικής πράξης, είναι ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 302/98) ημερομηνίας 17/2/99 με την οποία απέρριψε την προσφυγή τους κατά της απόρριψης της αίτησής τους, κατόπιν επανεξέτασης, για ανανέωση για άλλα δύο χρόνια της άδειας οικοδομής χοιροστασίου στο χωριό Λυσός.
Χρ. Χριστοφίδης, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Σεραφείμ για Τ. Παπαδόπουλο, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση εξετάζει το αποδεκτό και το χαρακτήρα προσφυγής με την οποία αμφισβητείται η ορθότητα απορριπτικής απόφασης του Συμβουλίου Βελτιώσεως Λυσού για την ανανέωση άδειας οικοδομής.
(α) Τα γεγονότα
Στις 29/7/92 η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση για την έκδοση πολεοδομικής άδειας για την ανέγερση ενός χοιροστασίου στο χωριό Λυσός της Πάφου. Στις 30/10/92 η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε το αίτημα για την έκδοση πολεοδομικής άδειας. Ως αποτέλεσμα ιεραρχικής προσφυγής (που λανθασμένα καταχωρήθηκε στις 16/11/92 και λανθασμένα έγινε αποδεκτή και εξετάστηκε), η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή εξέδωσε την πολεοδομική άδεια στις 2/9/94 υπό όρους. Η σχετική πολεοδομική άδεια εκδόθηκε στις 10/10/94. Παρά την αντίδραση του Συνδέσμου Αποδήμων Λυσού, της Εκκλησιαστικής Επιτροπής, του Κυνηγετικού Συλλόγου και κατοίκων του χωριού, το Συμβούλιο Βελτιώσεως Λυσού (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως το “εφεσίβλητο Συμβούλιο”) εξέδωσε στις 5/4/96 άδεια οικοδομής που συμπεριελάμβανε την ανέγερση ενός χοιροστασίου, μιας κατοικίας, αποθήκης και γραφείων. Στις 23/10/97 η εφεσείουσα ζήτησε την ανανέωση της άδειας οικοδομής που έληγε την 1/11/97 για άλλα δύο χρόνια για να συνάδει με τη διετή παράταση έναρξης των εργασιών που είχε δοθεί στην εφεσείουσα. Το εφεσίβλητο Συμβούλιο απέρριψε την αίτηση στις 5/11/97 γιατί η προτεινόμενη ανάπτυξη θα επηρέαζε αρνητικά την κοινότητα και θα προκαλούσε οχληρία. Η εφεσείουσα καταχώρησε εναντίον της πιο πάνω απόφασης στις 18/11/97 ιεραρχική προσφυγή που έγινε αποδεκτή στις 11/12/97. Το εφεσίβλητο Συμβούλιο μετά την αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής επανεξέτασε στις 24/12/97 την αίτηση για την ανανέωση της άδειας οικοδομής, την οποία απέρριψε με πλειοψηφία 3 προς 2. Και τούτο γιατί (α) η ανέγερση του χοιροστασίου θα επηρέαζε αρνητικά την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής και (β) θα επροκαλείτο οχληρία και δυσοσμία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή που καταχωρήθηκε από την εφεσείουσα με την οποία αμφισβήτησε την ορθότητα της απόφασης του εφεσίβλητου Συμβουλίου, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη. Επιπρόσθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 24/12/97 ήταν βεβαιωτική εκείνης της 5/1/97.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης γιατί σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι
(α) Η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη και
(β) Η επίδικη απόφαση ήταν βεβαιωτικού χαρακτήρα.
(β) Το εκπρόθεσμο της προσφυγής
Μετά την απορριπτική απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 5/11/97 η εφεσείουσα ζήτησε την επέμβαση του Υπουργού Εσωτερικών αναφέροντας μεταξύ άλλων σε έγγραφη επιστολή της τα ακόλουθα:
“Κύριε Υπουργέ,
Απευθύνομαι σε σας για θεραπεία, βάσει των εξουσιών, που σας παρέχει η νομοθεσία.”
Λανθασμένα ο Υπουργός Εσωτερικών αποδέχθηκε την πιο πάνω αίτηση της εφεσείουσας σαν ιεραρχική προσφυγή και λανθασμένα η αίτηση έγινε αποδεκτή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18(2) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου. Και τούτο γιατί η εγκυρότητα απόφασης Δημοτικού Συμβουλίου για αίτηση για ανανέωση άδειας οικοδομής δεν μπορεί να προσβληθεί με ιεραρχική προσφυγή, αφού το άρθρο 18(1) που καθορίζει τα είδη των αποφάσεων, διαταγμάτων και σχεδίων που μπορεί να προσβληθούν με ιεραρχική προσφυγή, δεν συμπεριλαμβάνει και αιτήσεις για ανανέωση αδειών οικοδομής. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η σχετική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών της 11/12/97 ήταν εξ υπαρχής άκυρη χωρίς οποιαδήποτε νομικά αποτελέσματα. Η μη έγκαιρη προσβολή της απόφασης του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 5/11/97 μέσα στα χρονικά πλαίσια των 75 ημερών που καθορίζει το άρθρο 146.3 του Συντάγματος καθιστούσε την προσφυγή απαράδεκτη. Η πρωτόδικη απόφαση πάνω στο θέμα ήταν ορθή.
Η εφεσείουσα υπέβαλε επίσης ότι η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών της 11/12/97 ενσωμάτωσε την απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 5/11/97. Η παλιά απόφαση της 5/11/97 έπαψε να υφίσταται αφού συγχωνεύθηκε με εκείνη του Υπουργού Εσωτερικών της 11/12/97, έτσι που η απόφαση της 11/12/97 να αποτελεί νέα εκτελεστή διοικητική πράξη. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 5/11/97 δεν μπορούσε να συγχωνευθεί με την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών της 11/12/97 είναι ορθή. Και τούτο γιατί το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να διευρύνει τις περιπτώσεις που επιτρέπεται η καταχώριση μιας ιεραρχικής προσφυγής σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18(1) του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, σε βαθμό που να συμπεριλαμβάνει και αιτήσεις για ανανεώσεις αδειών οικοδομής.
(γ) Ο ισχυρισμός ότι η επίδικη απόφαση ήταν βεβαιωτική προηγούμενης παρόμοιας απόφασης
Η εφεσείουσα αμφισβητεί επίσης το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 24/12/97 ήταν επιβεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης της 5/11/97. Η εισήγηση αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και τούτο γιατί υπήρχε ταύτιση του διοικητικού οργάνου (Συμβούλιο Βελτιώσεως Λυσού), ταύτιση των ενδιαφερόμενων μερών (το ίδιο Συμβούλιο και η ίδια εταιρεία), ταύτιση της διαδικασίας (αίτηση για ανανέωση άδειας οικοδομής), ταύτιση νομικού πλαισίου (ο Περί Οδών και Οικοδομών Νόμος) και ταύτιση αιτιολογίας (δυσμενής επηρεασμός τουριστικής ανάπτυξης και πρόκληση οχληρίας). Επιπρόσθετα πρέπει να τονιστεί ότι δεν είχαν παρουσιαστεί νέα στοιχεία ή νέα γεγονότα που θα δικαιολογούσαν την επανεξέταση της αίτησης. Από τα σχετικά έγγραφα φαίνεται ότι το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν προέβηκε σε καμιά νέα έρευνα αλλά αντίθετα αφού βασίστηκε στα ίδια γεγονότα απέρριψε την αίτηση ανανέωσης στις 24/12/97 ακριβώς με την ίδια αιτιολογία που την είχε απορρίψει στις 5/11/97. Με βάση τα πιο πάνω κρίνουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου της 24/12/97 είχε όλα τα στοιχεία της βεβαιωτικής πράξης, είναι ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με £500 έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο