
(2002) 3 ΑΑΔ 815
28 Νοεμβρίου, 2002
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΔΩΝΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3067)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί απορρίπτονται.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Αναγνώριση προϋπηρεσίας ― Προσφυγή κατά της τοποθέτησης στην τελευταία βαθμίδα της κλίμακας Α10 αντί στην κλίμακα Α11, απορρίφθηκε ― Ορθή η τοποθέτηση με βάση την προϋπηρεσία που αναγνωρίστηκε.
Ο εφεσείων αμφισβήτησε τη νομιμότητα της απόφασης τοποθέτησής του στην τελευταία βαθμίδα της κλίμακας Α10 αντί στην κλίμακα Α11, μετά από αναγνώριση προϋπηρεσίας του. Καταχώρισε έφεση μετά την απόρριψη της προσφυγής του.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε τον ισχυρισμό για δυσμενή μεταχείριση, συνοπτικά. Δικαιολογημένα, γιατί τίποτε απολύτως δεν τέθηκε υπόψη του, που θα επέτρεπε την εξέταση του ισχυρισμού και κατά μεγαλύτερο λόγο την υιοθέτηση του. Ελλείπει και η πιο στοιχειώδης τεκμηρίωση. Έχει εγερθεί με μία στείρα γενικότητα και παρέμεινε στο επίπεδο ισχυρισμού που, ασφαλώς, δεν επιδέχεται δικανική εκτίμηση. Γιαυτό και δεν συντρέχει παράβαση της αρχής της ισότητας.
2. Ο πρωτόδικος δικαστής κατέληξε ότι όλες οι σχετικές νομοθετικές ή ρυθμιστικές πρόνοιες έτυχαν πιστής εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση. Συγκεκριμένα αναφέρει στην απόφασή του:
“Η ΕΕΥ αναγνώρισε στον αιτητή προϋπηρεσία 16 χρόνια, 7 μήνες και 13 ημέρες. Με βάση τον πιο πάνω κανονισμό παραχωρήθηκαν προσαυξήσεις με ισχύ από την πρώτη μέρα του μήνα (1.2.98) που ακολουθεί το μήνα μέσα στον οποίο υποβλήθηκαν (21.1.98) πλήρη και επαρκή έγγραφα που υποστηρίζουν την αναγνώριση και συνακόλουθα τοποθέτησε μισθολογικά τον αιτητή στην τελευταία βαθμίδα της κλίμακας Α10.
Η προϋπηρεσία που αναγνωρίστηκε στον αιτητή μαζί με τα έτη υπηρεσίας του από το 1992 μέχρι την 1.2.98 (συνολικά 22) δεν δικαιολογεί αναπροσαρμογή του μισθού του με βάση την κλίμακα Α11.”
Το Δικαστήριο συμφωνεί με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστή, που επίσης σημειώνει ότι οι διατάξεις του Ν. 73(1)/94 δεν βοηθούν τον εφεσείοντα ούτε μπορεί να τις επικαλείται, αφού στις 28 Φεβρουαρίου 1994 δεν βρισκόταν στην πιο ψηλή βαθμίδα της Α10, αλλά εντάχθηκε σ’ αυτήν από 1/2/98.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ροδοθέου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 3 Α.Α.Δ. 338,
Μεγάλεμου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 667.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 1118/98), ημερομηνίας 22/6/2000, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 23/9/98, με την οποία αναγνωρίστηκε η προϋπηρεσία του ως ερευνητή στο Iνστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Eρευνών του Yπουργείου Eργασίας και Φυσικών Πόρων της Eλλάδας, η μισθολογική όμως αναπροσαρμογή και τοποθέτησή του έγινε στην τελευταία βαθμίδα της κλίμακας A10, για 18 χρόνια υπηρεσίας, αντίθετα με το αίτημά του, για ένταξή του στην αντίστοιχη βαθμίδα της κλίμακας A11, για υπηρεσία του πάνω από 22 χρόνια, σύμφωνα με τους περί Eκπαιδευτικών Λειτουργών (Kαθορισμός Aναγνωρισμένης Yπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Kανονισμών του 1990 έως 1995.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Προέχει, για να κατανοηθεί το αντικείμενο της έφεσης, η παράθεση κάποιων στοιχείων, που αφορούν τη σταδιοδρομία του εφεσείοντα πριν και μετά από την μόνιμη ένταξη του στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία. Υπηρέτησε πρώτα στην Ελλάδα, προφανώς ως ερευνητής, στο Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών του Υπουργείου Εργασίας και Φυσικών Πόρων. Η υπηρεσία του εκείνη που άρχισε την 1/3/77, φαίνεται πως τερματίστηκε στις 16/11/93. Στη συνέχεια προσελήφθη ως καθηγητής στην κυπριακή μέση εκπαίδευση πάνω σε έκτακτη βάση από την 1/9/92 μέχρι 31/8/93. Από 1/9/94 μονιμοποιήθηκε στη θέση καθηγητή της γεωλογίας.
Η πρώτη προσπάθεια του εφεσείοντα (αίτηση του ημερ. 27/1/96) να πετύχει αναγνώριση, για προαγωγικούς και μισθολογικούς σκοπούς, της θητείας του στο παραπάνω Ινστιτούτο απέτυχε. Ας σημειωθεί ότι το αίτημα του εξετάστηκε στο πλαίσιο των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1990 έως 1995. Ο εφεσείων επανήλθε με το ίδιο αίτημα (επιστολές του ημερ. 21/1/98, 27/3/98 και 7/6/98), προτάσσοντας αυτή τη φορά ως βάση της αξίωσης του τον καν. 3(1)(ε) των ιδίων Κανονισμών, όπως τροποποιήθηκαν με την Κ.Δ.Π. 382/97.
Η Επιτροπή δέχθηκε το αίτημα με απόφαση της, που πήρε στις 23/9/98. Συγκεκριμένα αναγνώρισε την απασχόληση του εφεσείοντα στην Ελλάδα, την οποία καθόρισε σε 16 χρόνια, 7 μήνες και 13 ημέρες. Με την ίδια απόφαση ο μισθός του αναπροσαρμόστηκε σε Λ.Κ. 4.396 το χρόνο από 1/2/98, που ήταν η πρώτη του μήνα που ακολούθησε την επιστολή του εφεσείοντα ημερ. 21/1/98 με την οποία και τεκμηρίωσε το αίτημα της προϋπηρεσίας, προσκομίζοντας και τις σχετικές βεβαιώσεις των εργοδοτών του. Ο χρόνος αυτός, για την έναρξη παροχής των προσαυξήσεων, ορίζεται ρητά από τον Καν. 6(3) της Κ.Δ.Π. 382/97. Η προσφυγή του αιτητή στράφηκε κατά της απόφασης αυτής (που αφορά μόνο τη μισθολογική αναπροσαρμογή), που κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 25/9/98.
Η νέα αντίκριση της Επιτροπής δεν ικανοποίησε πλήρως τον εφεσείοντα, που ζήτησε να μάθει (επιστολή του ημερ. 25/11/98) πάνω σε ποιά βάση έγινε η μισθολογική αναπροσαρμογή και τοποθέτηση του στην τελευταία βαθμίδα στην κλίμακα Α10 (για 18 χρόνια υπηρεσία), ενώ, κατά τις εκτιμήσεις του, θα έπρεπε να ενταχθεί στην αντίστοιχη βαθμίδα της κλίμακας Α11, αφού η υπηρεσία του ανερχόταν σε πάνω από 22 χρόνια. Η λογική αυτή διεισδύει στα επιχειρήματα που ανέπτυξε ο εφεσείων και αποτελούν μέρος της βάσης της επιχειρηματολογίας του.
Η Επιτροπή (απαντητική επιστολή της 1/2/99) απέκλεισε το ενδεχόμενο λανθασμένου υπολογισμού. Επικαλούμενη και τον καν. 6(3) της Κ.Δ.Π. 382/97, απάντησε ως εξής:
“..................... ο υπολογισμός του μισθού σας έγινε ως εξής:
1 χρόνο 10 μήνες (από 1.3.77-31.12.78) στην κλίμακα Β10
11 χρόνια (από 1.1.78-31.01.98) στην κλίμακα Α8
9 χρόνια 2 μήνες (από 1.1.78-31.01.98) στην κλίμακα Α10”
Με την ίδια ευκαιρία, η Επιτροπή εξήγησε στον εφεσείοντα ότι θα εντασσόταν στις κλίμακες Α8, Α10 και Α11 πάνω σε προσωπική βάση, δηλαδή, ο μισθός θα ήταν £4519 από 1/7/99 και £4.671 από 1/7/2000.
Η σχετική σημείωση του Προϋπολογισμού (Δελτίο Δαπανών 1998) που ευεργέτησε και τον εφεσείοντα όρισε ότι:
“Της ίδιας μεταχείρισης θα τυγχάνουν από 1ης Σεπτεμβρίου κάθε επόμενου έτους (μέχρι το 1998) και όσοι από τους μόνιμους Καθηγητές/Εκπαιδευτές που την 31η Αυγούστου του ίδιου έτους βρίσκονται στην κορυφή της Κλίμακας Α10. Οι εν λόγω Καθηγητές/Εκπαιδευτές, με ισχύ από 1ης Σεπτεμβρίου 1994, προαγόμενοι στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (Κλίμακα Α11) τοποθετούνται στην Κλίμακα Α11 επεικτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις πάνω σε προσωπική βάση.”
Παρατηρούμε ότι το δικαίωμα του εφεσείοντα να ενταχθεί στην Α11 από 1/9/98 ήταν απόρροια του γεγονότος ότι είχε τοποθετηθεί στην κορυφή της Α10 από 1/2/98.
Ο εφεσείων είχε δύο επιχειρήματα που επέβαλλαν, κατά την άποψη του, ακύρωση της διοικητικής απόφασης. Πρώτο, ότι, με βάση τα 22 χρόνια της υπηρεσίας του, κέρδισε το δικαίωμα ένταξης του σε ανάλογη βαθμίδα της Α11 και όχι, όπως αποφάσισε η Επιτροπή, στην κορυφή της Α10, που αντιστοιχούσε μόνο σε υπηρεσία 18 χρόνων. Το δικαίωμα του, συμπλήρωσε, είναι δημόσιας φύσεως και δεν μπορούσε να εξαρτηθεί από το χρόνο υποβολής του αιτήματος, αλλά, όπως το έθεσε “από τί κατ’ ίση μεταχείριση δικαιούται νόμιμα.” Ο δικηγόρος του μας ανέφερε δύο υποθέσεις σε σχέση με το επιχείρημα του αυτό: Σωτήρης Ροδοθέου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 3 Α.Α.Δ. 338 και Ιωάννης Μεγάλεμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 667. Θα τις εξετάσουμε για να διαπιστώσουμε αν σχετίζονται με το θέμα μας.
Το δεύτερο είναι ότι ο εφεσείων έτυχε άνισης μεταχείρισης σε σχέση με άλλους συναδέλφους του. Ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε και τα δύο. Αυτό το δεύτερο, για δυσμενή μεταχείριση, συνοπτικά. Δικαιολογημένα θα λέγαμε γιατί τίποτε απολύτως δεν τέθηκε υπόψη του, που θα επέτρεπε την εξέταση το ισχυρισμού και κατά μεγαλύτερο λόγο την υιοθέτηση του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ελλείπει και η πιο στοιχειώδης τεκμηρίωση. Έχει εγερθεί με μία στείρα γενικότητα και παρέμεινε στο επίπεδο ισχυρισμού που, ασφαλώς, δεν επιδέχεται δικανική εκτίμηση. Γιαυτό και δεν συντρέχει παράβαση της αρχής της ισότητας.
Το νομικό πλαίσιο εξέτασης της διαφοράς συμπληρώνεται - όπως επισήμανε και ο συνάδελφος μας - από τα άρθρ. 2 και 3 του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αναδιάρθρωση Ορισμένων Θέσεων και Ρύθμιση Άλλων Επιμέρους Συναφών Θεμάτων) Νόμου του 1994 (αρ. 73(1)/94). Σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του αρθρ. 2:
“Εκπαιδευτικός λειτουργός” σημαίνει τον καθηγητή ή εκπαιδευτή που κατέχει μόνιμη θέση στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία στις συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α8 και Α10 και ο οποίος την 28ην Φεβρουαρίου 1994 βρισκόταν στην κορυφή της κλίμακας Α10.”
Και σύμφωνα με το άρθρ. 3 του νομου αυτού:
“Εκπαιδευτικός λειτουργός εντάσσεται από την 1η Σεπτεμβρίου 1994 στις συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α8, Α10 και Α11 πάνω σε προσωπική βάση.”
Ο πρωτόδικος δικαστής κατέληξε ότι όλες οι σχετικές νομοθετικές ή ρυθμιστικές πρόνοιες έτυχαν πιστής εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση. Συγκεκριμένα αναφέρει στην απόφασή του:
“Η ΕΕΥ αναγνώρισε στον αιτητή προϋπηρεσία 16 χρόνια, 7 μήνες και 13 ημέρες. Με βάση τον πιο πάνω κανονισμό παραχωρήθηκαν προσαυξήσεις με ισχύ από την πρώτη μέρα του μήνα (1.2.98) που ακολουθεί το μήνα μέσα στον οποίο υποβλήθηκαν (21.1.98) πλήρη και επαρκή έγγραφα που υποστηρίζουν την αναγνώριση και συνακόλουθα τοποθέτησε μισθολογικά τον αιτητή στην τελευταία βαθμίδα της κλίμακας Α10.
Η προϋπηρεσία που αναγνωρίστηκε στον αιτητή μαζί με τα έτη υπηρεσίας του από το 1992 μέχρι την 1.2.98 (συνολικά 22) δεν δικαιολογεί αναπροσαρμογή του μισθού του με βάση την κλίμακα Α11.”
Συμφωνούμε με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστή, που επίσης σημειώνει ότι οι διατάξεις του Ν. 73(1)/94 δεν βοηθούν τον εφεσείοντα ούτε μπορεί να τις επικαλείται αφού στις 28 Φεβρουαρίου 1994 δεν βρισκόταν στην πιο ψηλή βαθμίδα της Α10, αλλά εντάχθηκε σ’ αυτήν από 1/2/98. Η παράθεση των παραπάνω υποθέσεων από το δικηγόρο του εφεσείοντα δεν υποστηρίζουν τη θέση του. Τα θέματα στις υποθέσεις εκείνες ήταν άλλα. Για παράδειγμα στην Ιωάννη Μεγάλεμου, το θέμα ήταν η εγκυρότητα του καν. 5Α των Κανονισμών 1990-1995 (Κ.Δ.Π. 143/90, όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 185/92 και 306/95). Ο καν. 5Α έθετε χρονικό όριο για την υποβολή του αιτήματος προς αναγνώριση υπηρεσίας σε σχολεία άλλα από τα δημόσια. Κρίθηκε ότι ο κανονισμός εκδόθηκε “εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του νόμου και ως εκ τούτου ο χρονικός περιορισμός ο οποίος τίθεται υπό μορφή παραγραφής του δικαιώματος διεκδίκησης προϋπηρεσίας, είναι άκυρος”. Η διαφορά με την κρινόμενη κατάσταση πραγμάτων είναι εμφανής.
Η έφεση απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο