Σαμουήλ Ανδρέας ν. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου και Άλλης (2004) 4 ΑΑΔ 172
print
Τίτλος:
Σαμουήλ Ανδρέας ν. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου και Άλλης (2004) 4 ΑΑΔ 172

(2004) 4 ΑΑΔ 172

23 Μαρτίου, 2004

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΑΜΟΥΗΛ,

Αιτητής,

ν.

1.  ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ

     ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

2.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

     ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 165/2002)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Καθορισμός του καθ’ ου η αίτηση στον τίτλο της προσφυγής ― Κατά πόσο οφείλει να συνενώνεται στον τίτλο και το εγκρίνον διοικητικό όργανο σε περίπτωση ύπαρξης έγκρισης της επίδικης απόφασης από αυτό.

Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Η αιτιολογία της απόδοσης των υποψηφίων σε αυτές κρίθηκε ανεπαρκής ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στην πρώτου διορισμού και προαγωγής θέση Γενικού Διευθυντή της καθ’ ης η αίτηση Αρχής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Η απόφαση που μπορούσε να προσβληθεί ως εκτελεστή, κατόπιν της έγκρισής της από το Υπουργικό Συμβούλιο, ήταν η απόφαση της καθ’ ης η αίτηση Αρχής αφού στην Αρχή ανήκε η αρμοδιότητα διορισμού.  Η παρούσα προσφυγή προσβάλλει την εν λόγω απόφαση.  Στο πλαίσιο δε της προσφυγής παρέχεται η δυνατότητα συμπερίληψης και εξέτασης ζητήματος ως προς την έγκριση, από άποψης συναρτημένης με τη φύση της αλλά πάντως, σε περίπτωση όπως η παρούσα, όχι με αναφορά στην κρίση για το ποιός από τους υποψηφίους ήταν ο καταλληλότερος για τη θέση.  Απομένει το ζήτημα διαδίκου.  Από τη νομολογία, με εξαίρεση την απόφαση στη Δημοκρατία ν. Χανιάν (1998) 3 Α.Α.Δ. 690, στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος του αιτητή, δεν φαίνεται να χρειάζεται η συμπερίληψη του εγκρίνοντος οργάνου ως διαδίκου.  Η εν λόγω δικαστική απόφαση βρίσκεται έξω από τον κύριο κορμό της νομολογίας τόσο προγενέστερης όσο και μεταγενέστερης.  Δεν θεωρείται λοιπόν παραδεκτή η συνένωση της Δημοκρατίας ως διαδίκου.

2.  Κρίσιμο, στην επιλογή μεταξύ των δύο υποψηφίων, απέβη το αποτέλεσμα προφορικής εξέτασης την οποία διεξήγαγε η ίδια η Αρχή.  Η προφορική εξέταση δεν προβλεπόταν στο Νόμο ή τους Κανονισμούς της Αρχής. Αποφασίστηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2001 όταν προσδιορίστηκε η ακολουθητέα διαδικασία.

     Ως στόχος της προφορικής εξέτασης εξειδικεύθηκε η «διαπίστωση κατοχής των γνώσεων και ιδιοτήτων που ζητούνται από το σχέδιο υπηρεσίας.».

     Η πλειοψηφία (πρόεδρος και επτά μέλη) αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή ως πολύ καλή και του ενδιαφερόμενου προσώπου ως εξαιρετική.  Ενώ η μειοψηφία (5 μέλη) αξιολόγησε την απόδοση και των δύο ως πάρα πολύ καλή.

     Διαπιστώνεται ανεπάρκεια στην αιτιολογία της πλειοψηφίας του Συμβουλίου για την απόδοση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην προφορική εξέταση.  Αυτή η ανεπάρκεια αφορούσε τόσο στο περιεχόμενο της εξέτασης, σε τομέα τον οποίο το Συμβούλιο εξειδίκευσε ως σημαντικό, χωρίς όμως να τον διευκρινίσει, όσο και στην κατάληξη αφού αυτή εμφανίζει διάσταση με τη βαθμολογημένη αξία.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Χανιάν (1998) Α.Α.Δ. 690,

Τσιάκκα κ.ά. ν. Α.Η.Κ. κ.ά., Υπόθ. Αρ. 495/2000, ημερ. 18.9.2002.

 

Προσφυγή.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.

Μ. Σπανού, για την Καθ’ ης η αίτηση 1.

Ε. Αντωνίου, για την Καθ’ ης η αίτηση 2.

Κ. Βελάρης, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Στις 5 Νοεμβρίου 2001 το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου Μ. Φυσεντζίδη στη θέση Γενικού Διευθυντή. Επρόκειτο για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Χρειαζόταν, σύμφωνα με το Άρθρο 13(1) του περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμου του 1999 (Ν. 125(Ι)/99), η έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.  Η απόφαση εγκρίθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2001.  Η πράξη κατ’ ακολουθίαν δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 3561 ημερ. 21 Δεκεμβρίου 2001, Παράρτημα Τέταρτο, Μέρος Ι με αρ. 165.

Με την προσφυγή, η οποία στρέφεται τόσο κατά της Αρχής όσο και της Δημοκρατίας, ο αιτητής προσβάλλει την «.... πράξη ή/και απόφαση των καθ’ ων η Αίτηση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, αρ. 3561, ημερ. 21/12/2001, Παράρτημα Τέταρτο Μέρος Ι, αρ. 165, με την οποία διόρισαν ή προήγαγαν το Ενδιαφερόμενο Μέρος κ. Μιχαήλ Φυσεντζίδη στη μόνιμη θέση Γενικού Διευθυντή της Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου, από 27/12/2001...».

Η Δημοκρατία προέβαλε ένσταση ότι δεν θα έπρεπε να ήταν  η ίδια διάδικος αφού η αρμοδιότητα για τη λήψη της απόφασης ανήκε αποκλειστικά στην Αρχή.  Η δε συνήγορος της Αρχής υπέβαλε, με τη γραπτή αγόρευση της, ότι εν προκειμένω ο αιτητής δεν προσβάλλει την απόφαση της Αρχής που είναι η μόνη εκτελεστή, αλλά την έγκριση της από το Υπουργικό Συμβούλιο, που δεν είναι εκτελεστή.  Ο συνήγορος του αιτητή αντέτεινε ότι η συμπερίληψη της Δημοκρατίας καθίστατο αναγκαία διότι η προσφυγή στρέφεται όχι μόνο κατά της απόφασης της Αρχής αλλά και κατά της έγκρισης της από το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο εμφανίζεται να επισφράγισε την απόφαση χωρίς να είχε ασκήσει  κρίση αναφορικά με το ποιός από τους υποψηφίους ήταν ο καταλληλότερος.

Δεν επιδέχεται συζήτησης το ότι η απόφαση που μπορoύσε να προσβληθεί ως εκτελεστή, κατόπιν της έγκρισης της από το Υπουργικό Συμβούλιο, ήταν η απόφαση της Αρχής αφού στην Αρχή ανήκε η αρμοδιότητα διορισμού. Διαπιστώνω όμως, αντίθετα προς ό,τι υπέβαλε η συνήγορος της Αρχής, πως η παρούσα προσφυγή προσβάλλει την εν λόγω απόφαση.  Στο πλαίσιο δε της προσφυγής παρέχεται η δυνατότητα συμπερίληψης και εξέτασης ζητήματος ως προς την έγκριση, από άποψης συναρτημένης με τη φύση της αλλά πάντως, σε περίπτωση όπως η παρούσα, όχι με αναφορά στην κρίση για το ποιός από τους υποψηφίους ήταν ο καταλληλότερος για τη θέση.  Ωστόσο, σε σχέση με αυτή την πτυχή δεν χρειάζεται να επεκταθώ.  Απομένει το ζήτημα διαδίκου.  Από τη νομολογία, με εξαίρεση την απόφαση στη Δημοκρατία ν. Χανιάν (1998) 3 Α.Α.Δ. 690, στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος του αιτητή, δεν φαίνεται να χρειάζεται η συμπερίληψη του εγκρίνοντος οργάνου ως διαδίκου.  Η Χανιάν αφορούσε την απόφαση ιδιωτικής σχολής για την αποβολή μαθητή.  Για πραγμάτωση της απόφασης ο νόμος απαιτούσε έγκριση από δημόσιο διοικητικό όργανο, ήτοι τον Υπουργό Παιδείας.  Η απόφαση εγκρίθηκε.  Καταχωρίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο προσφυγή η οποία στρεφόταν μόνο κατά του εγκρίνοντος οργάνου.  Η προσφυγή κρίθηκε παραδεκτή, το δε αποτέλεσμα επικυρώθηκε με την έφεση.  Μου φαίνεται, με κάθε σεβασμό, ότι η εν λόγω δικαστική απόφαση βρίσκεται έξω από τον κύριο κορμό της νομολογίας τόσο προγενέστερης όσο και μεταγενέστερης, αφού καθώς την αντιλαμβάνομαι, προσέδωσε εκτελεστότητα στην έγκριση όταν η ίδια η απόφαση, ως απόφαση ιδιωτικής σχολής δεν ανήκε στη σφαίρα δημοσίου δικαίου και επομένως δεν ήταν εκτελεστή.  Δεν μπορώ να την ακολουθήσω. Δεν θεωρώ λοιπόν παραδεκτή τη συνένωση της Δημοκρατίας ως διαδίκου: βλ. Τσιάκκα κ.ά. ν. Α.Η.Κ. κ.ά. Υπόθ. Αρ. 495/00, ημερ. 18 Σεπτεμβρίου, 2002. 

Την επίδικη θέση ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο τη διεκδικούσαν ως θέση προαγωγής.  Κατείχαν και οι δύο θέση αμέσως κατώτερη της υπό πλήρωση.  Ο αιτητής προΐστατο της Διεύθυνσης Διοίκησης και Προσωπικού.  Ήταν ένας από τους πρώτους υπαλλήλους της Αρχής. Ανέλαβε ως Γραμματέας κατά το 1977 κατόπιν απόσπασης του από το Υπουργείο Εργασίας όπου υπηρετούσε ως διοικητικός λειτουργός 3ης τάξης.  Η θέση Γραμματέα, ήταν αρχικά στην κλίμακα Α10 αλλά το 1980 αναβαθμίστηκε σε κλίμακα Α12.  Το 1987 έγινε μια ιδιότυπη διευθέτηση η νομιμότητα της οποίας δεν τίθεται εδώ για έλεγχο.  Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου θεωρήθηκε ότι ο αιτητής αφυπηρέτησε από τη Δημόσια Υπηρεσία, αναδρομικά από το 1980, ώστε να διοριστεί από τότε στην οργανική θέση Γραμματέα της Αρχής.  Έπειτα, το 1994, η θέση Γραμματέα μετονομάστηκε σε θέση Προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού, μια από τέσσερεις διευθυντικές θέσεις κάτω από τη θέση Γενικού Διευθυντή.  Επιπλέον, κατά το ίδιο έτος η κλίμακα αυξήθηκε σε Α13 στο πλαίσιο γενικής αναθεώρησης κλιμάκων.  Αργότερα, κατά το 1996 και το 1998 ακολούθησαν και άλλες αυξήσεις.  Ως προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, αναφέρω τα εξής. Διορίστηκε το 1986 στη θέση Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής και τοποθετήθηκε στις συνδυασμένες  κλίμακες Α11-Α12.  Αναβαθμίστηκε και αυτός κατά το 1994 με την αναθεώρηση κλιμάκων. Τοποθετήθηκε όπως και ο αιτητής στην κλίμακα Α13 αλλά σε χαμηλότερο σημείο  και, συγκριτικά με τον αιτητή, παρέμεινε έτσι στις μεταγενέστερες αλλαγές κλίμακας.  Ο αιτητής είχε λοιπόν, όπως σημείωσε και η Αρχή, προβάδισμα σε αρχαιότητα.  Η Αρχή επίσης σημείωσε ότι ο αιτητής  είχε πείρα μεγαλύτερης χρονικής  διάρκειας από ό,τι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αλλά δεν απέδωσε σημασία σ’ αυτή  τη διαφορά, λέγοντας ότι θεωρούνταν «ισάξιοι από πλευράς του περιεχομένου της πείρας τους».  Η εξήγηση που δόθηκε για την εν λόγω άποψη περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα από τα πρακτικά της συνεδρίας ημερ. 5 Νοεμβρίου 2001:

«Αναφορικά με την πείρα, έχουν και οι δύο μακράς διάρκειας πείρα σε υπεύθυνη θέση, περιλαμβανομένης και διοικητικής και εποπτικής πείρας σε ανώτερη θέση, δηλαδή 24,5 περίπου χρόνια σε υπεύθυνη και 15 περίπου σε ανώτερη θέση ο υποψήφιος Φυσεντζίδης, και 31,5 και 23 περίπου, κατά κατηγορία, αντίστοιχα, ο υποψήφιος Σαμουήλ. Ο Σαμουήλ είναι επίσης αρχαιότερος του Φυσεντζίδη. Οι δύο υποψήφιοι κρίθηκαν ως ισάξιοι από πλευράς του περιεχομένου της πείρας τους λαμβάνοντας υπόψη κυρίως τη μακρά τους υπηρεσία στην Αρχή σε θέσεις διευθυντικές/προϊσταμένων, που βρίσκονται στο αμέσως κατώτερο ιεραρχικά επίπεδο από αυτή του Γενικού Διευθυντή.  Οι θέσεις αυτές, που σήμερα ονομάζονται θέσεις «Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών» και «Διευθυντή Διοίκησης και Προσωπικού», αντίστοιχα, έχουν μεταξύ άλλων την ευθύνη για βοήθεια του Γενικού Διευθυντή στην οργάνωση, διοίκηση και εύρυθμη λειτουργία της Αρχής, και για οργάνωση, διοίκηση, προγραμματισμό, συντονισμό και έλεγχο της εργασίας της Διεύθυνσης της οποίας προΐστανται.  Τα καθήκοντα αυτά κρίθηκαν ως ιδιαίτερα βοηθητικά για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης του Γενικού Διευθυντή της Αρχής.  Κατά την αξιολόγηση της πείρας των δύο αυτών υποψηφίων λήφθηκε υπόψη και η πείρα που αυτοί κατέχουν σε θέματα ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού, η οποία συνιστά πλεονέκτημα.

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου έκρινε ότι η μεγαλύτερη κατά 7 περίπου χρόνια πείρα και η αρχαιότητα του Σαμουήλ, δεν έχουν πολύ μεγάλη σημασία μέσα στη μακρά διάρκεια της πείρας, και των δύο υποψηφίων, και την μακρά υπηρεσία τους στην Αρχή, υπερσκελίζεται δε από την ψηλότερη απόδοση του υποψήφιου Φυσεντζίδη στην προφορική εξέταση.»

Σε βαθμολογημένη αξία οι δύο υποψήφιοι ήταν ισοδύναμοι. Το Συμβούλιο της Αρχής θεώρησε πως το ίδιο ισοδύναμοι ήταν και σε προσόντα.  Ανέφερε τα εξής:

«Οι δύο υποψήφιοι είναι ίσοι σε προσόντα.  Διαθέτουν και οι δύο πρώτο Πανεπιστημιακό τίτλο σε θέματα που ορίζει το σχέδιο υπηρεσίας και μεταπτυχιακό που αποτελεί πλεονέκτημα.  Διαθέτουν επίσης και άλλα προσόντα τα οποία όμως είναι χαμηλότερου επιπέδου και δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας ούτε αποτελούν πλεονέκτημα.  Τα προσόντα αυτά κρίνονται ως περιορισμένης σημασίας, παρ’ όλο ότι αρκετά από αυτά είναι στον τομέα της διοίκησης ή άλλους τομείς σχετικούς με τα καθήκοντα της θέσης, και δεν δίδουν προβάδισμα σε οποιοδήποτε από τους υποψηφίους.»

Ο αιτητής διατύπωσε επικρίσεις αναφορικά με την προσέγγιση της Αρχής στα προσόντα.  Ωστόσο θεωρώ αυτή την κατάληξη δικαιολογημένη.  Όπως δε επισημαίνεται στα αποσπάσματα που παρέθεσα διέθεταν και οι δύο το πλεονέκτημα μεταπτυχιακού προσόντος όπως και της πείρας σε θέματα ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού.

Κρίσιμο, στην επιλογή μεταξύ των δύο υποψηφίων, απέβη το αποτέλεσμα προφορικής εξέτασης την οποία διεξήγαγε η ίδια η Αρχή.  Η προφορική εξέταση δεν  προβλεπόταν στο Νόμο ή τους Κανονισμούς της Αρχής. Αποφασίστηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2001 όταν προσδιορίστηκε η ακολουθητέα διαδικασία. Παραθέτω το σχετικό μέρος των πρακτικών:

«Αξιολόγηση υποψηφίων

11.  Αποφασίστηκε όπως, σύμφωνα και με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, η αξιολόγηση των υποψηφίων γίνει με βάση τους ακόλουθους παράγοντες:

(α)  Τα ακαδημαϊκά και άλλα προσόντα, την πείρα και τα άλλα στοιχεία από τις αιτήσεις των υποψηφίων.

(β)  Την απόδοση στη συνέντευξη που θα έχει τη μορφή και θα αποτελεί προφορική εξέταση και θα αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη διαπίστωση κατοχής των γνώσεων και ιδιοτήτων που ζητούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

(γ) Την κατοχή του πλεονεκτήματος που προνοεί το σχέδιο υπηρεσίας.

(δ)  Τα στοιχεία από τους προσωπικούς φακέλους και φακέλους υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων που είναι υπάλληλοι της Αρχής.

(ε)  Όλα γενικά τα ουσιώδη στοιχεία που αφορούν την αξία, τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων, καθώς και την αρχαιότητα μεταξύ των υποψηφίων που είναι υπάλληλοι της Αρχής.»

Βλέπουμε λοιπόν να εξειδικεύεται ως στόχος της προφορικής εξέτασης η «διαπίστωση κατοχής των γνώσεων και ιδιοτήτων που ζητούνται από το σχέδιο υπηρεσίας.».

Η πλειοψηφία (πρόεδρος και επτά μέλη) αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή ως πολύ καλή και του ενδιαφερόμενου προσώπου ως εξαιρετική.  Ενώ η μειοψηφία (5 μέλη) αξιολόγησε την απόδοση και των δύο ως πάρα πολύ καλή.  Καταγράφηκαν στα πρακτικά οι ακόλουθες εξηγήσεις:

«Σαμουήλ Ανδρέας: ..........................................................................

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου αξιολόγησε την απόδοση του υποψηφίου ως Πολύ Καλή.  Απάντησε πολύ ικανοποιητικά στις ερωτήσεις γνώσεων. Έδειξε αρκετά ψηλό βαθμό γνώσεων στους τομείς που σχετίζονται με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης.  Στις ερωτήσεις κρίσεως, π.χ. στην ερώτηση αναφορικά με το μελλοντικό στρατηγικό προγραμματισμό της Αρχής και μέτρα για αντιμετώπιση των επιπτώσεων που θα έχουν στην Κυπριακή οικονομία οι τρομοκρατικές ενέργειες στις Η.Π.Α. και οι δραστηριότητες για αντιμετώπισή τους, οι απαντήσεις του δεν ήταν πλήρεις και ολοκληρωμένες.  Ασχολήθηκε περισσότερο με λεπτομέρειες και όχι με τα κύρια σημεία του εξεταζόμενου θέματος.  Εκφράζεται με άνεση και διαθέτει πολύ καλή προσωπικότητα. 

Η μειοψηφία του Συμβουλίου διαφώνησε με την πιο πάνω αξιολόγηση και αξιολόγησε τον υποψήφιο Σαμουήλ ως πάρα πολύ καλό.

Φυσεντζίδης Μιχαήλ:  Εξαιρετική ...............................................

Η πλειοψηφία του Συμβουλίου αξιολόγησε την απόδοση του υποψήφιου στη συνέντευξη ως εξαιρετική γιατί απάντησε άψογα και ολοκληρωμένα στις ερωτήσεις γνώσεων και κρίσης, ήταν σαφής, συγκροτημένος και ακριβής στις απαντήσεις του και έδειξε εξαιρετικά ψηλό βαθμό γνώσεων σε όλους τους τομείς τους σχετικούς με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης.  Διαθέτει εξαιρετική προσωπικότητα και παρουσίασε ευχέρεια και άνεση στις απαντήσεις του.

Η μειοψηφία του Συμβουλίου διαφώνησε και έκρινε τον υποψήφιο Φυσεντζίδη ως πάρα πολύ καλό.»

Επειδή, όπως καθόρισε το Συμβούλιο, η προφορική εξέταση απέβλεπε μεταξύ άλλων «στη διαπίστωση κατοχής των γνώσεων και ιδιοτήτων που ζητούνται από το σχέδιο υπηρεσίας» και  επειδή η πλειοψηφία του Συμβουλίου προέβη σε διαφοροποίηση μεταξύ ενδιαφερόμενου προσώπου και αιτητή αναφορικά με τις αντίστοιχες γνώσεις που αυτοί είχαν «στους τομείς τους σχετικούς με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης» πρέπει  να δούμε τι προέβλεπε, ως προς την εν λόγω πτυχή, το σχέδιο υπηρεσίας.  Παραθέτω το σχετικό μέρος:

«Α. Καθήκοντα και ευθύνες:

(1)   Υπεύθυνος για –

(α)          Την άρτια και αποτελεσματική οργάνωση, διεύθυνση και εποπτεία των δραστηριοτήτων της Αρχής·

(β)          τη διεκπεραίωση της εργασίας της Αρχής καθώς και  την υλοποίηση και εφαρμογή  της πολιτικής της όπως καθορίζεται εκάστοτε από το Διοικητικό Συμβούλιο·

(γ)          το σχεδιασμό και διεύθυνση της αναπτυξιακής πορείας της Αρχής, και

(δ)          τη δημιουργία και ανάπτυξη της απαραίτητης συνεργασίας με αρμόδιες υπηρεσίες, ιδρύματα και οργανισμούς της Κύπρου και του εξωτερικού στον τομέα της ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού καθώς και με τους κοινωνικούς εταίρους.

(2)   Συμβουλεύει το Διοικητικό Συμβούλιο σε θέματα πολιτικής της Αρχής στα πλαίσια της αποστολής της, σύμφωνα με το σχετικό Νόμο.

(3)         Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα που θα του ανατεθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο.»

Η ανωτέρω περιγραφή των καθηκόντων και ευθυνών αντιλαμβάνομαι να αναφέρεται σε ικανότητες και ιδιότητες.  Δεν διακρίνω αναφορά σε συγκεκριμένες γνώσεις, με μόνη εξαίρεση το περιεχόμενο του Νόμου – στην παράγραφο Α2 του σχεδίου υπηρεσίας – βάσει του οποίου ο Γενικός Διευθυντής συμβουλεύει την Αρχή.  Βέβαια, η οποιαδήποτε ικανότητα λειτουργεί στη βάση υποστρώματος γνώσης είτε ευρύτερης είτε εξειδικευμένης.  Δεν φαίνεται ωστόσο τι πεδίο, από άποψης γνώσεων,  κάλυψε  εν προκειμένω η προφορική εξέταση αφού αυτές δεν εξειδικεύονται στο σχέδιο υπηρεσίας.  Σε σχέση με το  υπό συζήτηση θέμα αποκτά σημασία και η βαθμολογημένη αξία των υποψηφίων.  Σε επαγγελματική κατάρτιση αξιολογούντο για πολλά χρόνια και οι δύο ακριβώς το ίδιο, ήτοι με πολύ ικανοποιητικά.  Με τον όρο «κατάρτιση» εννοείται η γνώση.  Σε ό,τι δε αφορά την ευρύτερη διάσταση του θέματος, παρατηρώ ότι σε διευθυντική/διοικητική ικανότητα – που σύμφωνα με το σχετικό Κανονισμό αφορά στον  αποτελεσματικό προγραμματισμό, οργάνωση, διεύθυνση, συντονισμό, εποπτεία και έλεγχο της εργασίας και του προσωπικού – και οι δύο αξιολογούντο με εξαίρετα κατά τα τελευταία πέντε χρόνια αλλά ο αιτητής  αξιολογείτο με εξαίρετα από τέσσερα χρόνια προηγουμένως, ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο με πολύ ικανοποιητικά. Αυτό σχετίζεται με την παράγραφο Α1(α) του σχεδίου υπηρεσίας.  Παρατηρώ, από την άλλη μεριά, ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αξιολογείτο σταθερά ψηλότερα – με εξαίρετα έναντι του πολύ ικανοποιητικά του αιτητή σε συνεργασία/σχέσεις: βλ. ως προς τη σημασία αυτού του στοιχείου την παράγραφο Α1(δ).  Αλλά το Συμβούλιο δεν στηρίχθηκε σ’ αυτή την τελευταία διαφορά.

Διαπιστώνω λοιπόν ανεπάρκεια στην αιτιολογία της πλειοψηφίας  του Συμβουλίου για την απόδοση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην προφορική εξέταση. Αυτή η ανεπάρκεια αφορούσε τόσο στο περιεχόμενο της εξέτασης, σε τομέα τον οποίο το Συμβούλιο εξειδίκευσε ως σημαντικό χωρίς όμως να τον διευκρινίσει, όσο και στην κατάληξη αφού αυτή εμφανίζει διάσταση με τη βαθμολογημένη αξία. Η εν λόγω πλημμέλεια καθιστά ακυρωτέα την προσβαλλόμενη απόφαση και δεν αφήνει εδώ χώρο για συζήτηση του γενικότερου ζητήματος της σύγκρισης μεταξύ των δύο υποψηφίων.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα εναντίον της Αρχής.  Σε σχέση με τη Δημοκρατία, έχοντας υπόψη την επίδραση της Χανιάν (ανωτέρω), δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο