
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 5905/2013)
6 Δεκεμβρίου, 2013
[K. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA (α) 146, 7, 11, 15, 28, 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
LASANTHA LAKSMINDRA S. SENADHIPA THI MUDIYANSELAGE,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ων η Aίτηση.
- - - - - -
Γ. Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.
Ν. Γρηγορίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ζητούνται οι ακόλουθες θεραπείες:
«1.Απόφαση και/ή Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση να κηρύξουν τον αιτητή ως παράνομο μετανάστη και να εκδώσουν ένταλμα σύλληψης, και κράτησης και απέλασης του Αιτητή και να συλλάβουν τον Αιτητή την 28.7.13 να μεταφέρουν και/ή κρατούν τον Αιτητή στα Κρατητήρια της Αστυνομίας (block 10) στη Λευκωσία είναι άκυρη και παράνομη.
2. Απόφαση και/ή Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση να συλλάβουν τον αιτητή, και να του περιορίσουν την ελευθερίαν του, με σκοπό να διώξουν τον αιτητή, παραβιάζουν τα δικαιώματα τόσον του αιτητή όσον και του ανήλικου τέκνου του που γεννήθηκε στην Κύπρο την 9.1.2010 και της συζύγου του η οποία εργάζεται νόμιμα στην Κύπρο.
3. Διάταγμα και/ή απόφαση που να αναστέλλει την απέλαση του αιτητή μέχρι την αποπεράτωση της παρούσης προσφυγής ή νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
4. Διάταγμα και/ή απόφαση του δικαστηρίου που να διατάττει την αποφυλάκιση και/ή απόλυση του από την κράτηση μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας προσφυγής ή νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»
Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:
Ο αιτητής είναι υπήκοος της Σρι Λάνκα και στις 7.9.2006 αποτάθηκε για πρώτη φορά για είσοδο στην Κυπριακή Δημοκρατία ως φοιτητής, ωστόσο η αίτησή του απορρίφθηκε λόγω ανεπαρκών πόρων. Στις 10.11.2008 υποβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή αίτηση από την εταιρεία Ελαιοτριβεία Καραγιώργη Λτδ για άδεια εισόδου για σκοπούς απασχόλησης ως εργάτης, η οποία εγκρίθηκε. Αφίχθηκε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 2.1.2009 και στις 5.2.2009 αποτάθηκε για να του παραχωρηθεί άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως εργάτη. Στις 8.4.2009 του παραχωρήθηκε η εν λόγω άδεια με ισχύ μέχρι 8.11.2009.
Στις 25.9.2009 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία, αλλά επειδή παρέλειψε να παρουσιαστεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος για εγγραφή ως αιτητής πολιτικού ασύλου, τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων, αφού στο μεταξύ είχε λήξει η άδεια προσωρινής παραμονής του στις 2.11.2009. Στις 22.4.2010 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημά του, καταχώρησε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων η οποία στις 12.10.2011 απέρριψε το αίτημά του και σε δευτεροβάθμιο επίπεδο. Στο μεταξύ ο αιτητής την 9.1.2010 απέκτησε θυγατέρα με την αλλοδαπή Menaka Madhumathi Senadhibathi Mudiyanselage. Κατόπιν σχετικής αίτησης του δικηγόρου του αιτητή, ημερομηνίας 7.10.2011, το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολή του ημερομηνίας 20.12.2011 ενέκρινε την αίτηση και παραχώρησε σε αυτόν άδεια απασχόλησης ως οικιακός βοηθός μέχρι την 30.4.2012. Κατόπιν σχετικής αίτησης παραχωρήθηκε στον αιτητή στις 30.3.2012 άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως οικιακός βοηθός με εργοδότη τον κ. Κώστα Μαυρουδή, με ισχύ μέχρι 30.4.2012 και ένδειξη «Τελική / Μη ανανεώσιμη». Στις 20.4.2012 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας. Το αίτημα του εργοδότη για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας δεν εγκρίθηκε και ο εργοδότης κλήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 20.6.2012 να ενημερώσει τον αιτητή να αναχωρήσει άμεσα από την Κυπριακή Δημοκρατία. Όπως προκύπτει από επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας, η σύζυγος του αιτητή παρέμεινε για οκτώ χρόνια στην Κύπρο. Επίσης, αναφέρεται ότι σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, ο αιτητής είχε έρθει και παλαιότερα με άλλο όνομα. Ως εκ τούτου, το αίτημα του εργοδότη του για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας του δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και ο εργοδότης κλήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 20.6.2012 να ενημερώσει τον αιτητή να αναχωρήσει άμεσα από την Κυπριακή Δημοκρατία. Ο εργοδότης υπέβαλε εκ νέου αίτημα για άδεια παραμονής του αιτητή. Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέστειλε νέα επιστολή ημερομηνίας 17.10.2012 με την οποία πληροφορούσε τον εργοδότη του αιτητή ότι η αίτηση για άδεια παραμονής είχε ήδη απορριφθεί με την επιστολή ημερομηνίας 20.6.2012. Στις 6.11.2012 το Υπουργείο Εσωτερικών απέστειλε επιστολή προς το δικηγόρο του εργοδότη του αλλοδαπού με την οποία υιοθετούσε το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων επιστολών και καλούσε το δικηγόρο όπως συμβουλεύσει τον αιτητή να αναχωρήσει για τη χώρα του.
Στις 22.4.2013 εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή τα διατάγματα κράτησης και απέλασης.
Νέο αίτημα του εργοδότη το οποίο είχε διαβιβασθεί με επιστολή δικηγόρου ημερομηνίας 30.5.2013 απορρίφθηκε με επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών στις 14.8.2013. Στις 28.7.2013 ο αιτητής εντοπίστηκε και συνελήφθη και του δόθηκε επιστολή ημερομηνίας 22.4.2013 με την οποία του γνωστοποιήθηκε η έκδοση του διατάγματος κράτησης και απέλασης, αλλά αρνήθηκε να την παραλάβει και να την υπογράψει. Στις 26.8.2013 ανεστάλη η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης μέχρι την εκδίκαση της μονομερούς αίτησης στην παρούσα προσφυγή.
Τα διατάγματα εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105 αφού ο αιτητής, η άδεια παραμονής του οποίου έληξε, ήταν απαγορευμένος μετανάστης. Ενώ αυτό ουσιαστικά δεν τελεί υπό αμφισβήτηση, ο αιτητής προτείνει ως λόγο ακυρότητας το ότι οι Αρχές θεώρησαν ότι είχε έρθει στην Κύπρο και παλαιότερα με άλλο όνομα, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, πράγμα που ο ίδιος απορρίπτει ως αναληθές και για το οποίο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ουδεμία έρευνα έγινε για να εξακριβωθεί η αλήθεια των πληροφοριών. Συνεπώς, με βάση τους ισχυρισμούς του αιτητή, οι καθ΄ων η αίτηση δεν προέβησαν στη δέουσα έρευνα και πλανήθηκαν περί των πραγματικών γεγονότων. Περαιτέρω, η πλευρά του αιτητή θεωρεί ότι η απόφαση της 20.6.2012 είναι πληροφοριακού χαρακτήρα και όχι εκτελεστέα ως διοικητική πράξη. Αυτός είναι και ο λόγος που κατά την εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή στην επιστολή δεν αναφέρεται ρητά το δικαίωμα του αιτητή να καταχωρήσει προσφυγή εντός 75 ημερών στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Η θέση αυτή δεν θεωρώ ότι είναι ορθή. Η απόρριψη του αιτήματος για ανανέωση της άδειας παραμονής αποτελεί αυτοτελή πράξη της διοίκησης που επηρεάζει τον αιτητή και συνεπώς δύναται να προσβληθεί με προσφυγή. Το γεγονός ότι η επιστολή με την οποία απορρίπτετο το αίτημα δεν απευθύνετο στον ίδιο τον αιτητή και δεν περιελάμβανε αναφορά στο δικαίωμα του για καταχώρηση προσφυγής δεν αλλοιώνει τη φύση της πράξης. Η επιστολή απευθυνόταν στον εργοδότη του αιτητή και ανέφερε «… παρακαλείστε όπως συμβουλεύσετε τον αλλοδαπό όπως αναχωρήσει άμεσα από την Κύπρο, διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνσή του.». Το γεγονός δε ότι ο αιτητής έλαβε γνώση αυτής προκύπτει, μεταξύ άλλων, από την ενέργεια του ιδίου να αποταθεί στον Υπουργό και να ζητήσει επανεξέταση του αιτήματος, κάνοντας αναφορά στην απόρριψη του αιτήματός του στις 20.6.2012.
Στην εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 20.6.2012 αναφέρεται επίσης ότι το αίτημα για άδεια παραμονής και εργασίας του αιτητή «εξετάστηκε πολύ προσεκτικά, αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί, καθότι ο αλλοδαπός άλλαξε τα στοιχεία του με σκοπό να ξεγελάσει τις Αρχές». Σημειώνεται ότι επρόκειτο για απόρριψη αιτήματος για ανανέωση της άδειας παραμονής του όπου στην τελευταία ανανέωση είχε αναγραφεί η φράση «final – not renewable».
Η εν λόγω απόφαση της διοίκησης δεν προσβλήθηκε και δε θεωρώ ότι ο αιτητής μπορεί να επιδιώξει την ακύρωσή της προσβάλλοντας τα διατάγματα κράτησης και απέλασης. Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Dejic (2008) 3 AΑΔ 358 αναφέρονται τα εξής σχετικά:
«Όπως υποδεικνύει η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Khatateav v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 19, δεν μπορεί ο εφεσίβλητος προσβάλλοντας αυτοτελώς τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του, τα οποία αφ' εαυτών δεν πάσχουν, να επιδιώξει την ακύρωση των προηγούμενων αποφάσεων των καθ' ων, που απετέλεσαν και το υπόβαθρο για την έκδοση τους και οι οποίες δεν προσεβλήθησαν. Η Kedoum v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505, σελ. 510, έθεσε τον ίδιο κανόνα ότι, δηλαδή, η προσβολή του διατάγματος απέλασης ήταν χωρίς υπόβαθρο και έρεισμα εφόσον αυτό ήταν το αποτέλεσμα της συνέχισης της παράνομης διαμονής του εκεί εφεσείοντα στην Κύπρο. Η απόρριψη του προηγουμένου αιτήματος του για παράταση της άδειας παραμονής και εργασίας δεν είχε προσβληθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Στην υπόθεση Kedoum v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 505 αναφέρθηκαν τα εξής:
«Με την προσφυγή του ο εφεσείων προσέβαλε μόνο το διάταγμα απέλασης που εκδόθηκε εναντίον του από το Λειτουργό Μετανάστευσης στις 5.4.2002. Δεν προσέβαλε όμως με οποιοδήποτε τρόπο την προηγούμενη απόφαση του Λειτουργού Μετανάστευσης να απορρίψει το αίτημα του για παράταση της άδειας παραμονής και εργασίας του στην Κύπρο. Εφόσον η απόφαση για απόρριψη του αιτήματος για παράταση της άδειας παραμονής και εργασίας του δεν προσβλήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο και σαν αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ο εφεσείων κατέστη πρόσωπο που διαμένει παράνομα στην Κύπρο, κρίνουμε πως η προσβολή του διατάγματος απέλασης του ήταν χωρίς υπόβαθρο και έρεισμα εφόσον το διάταγμα αυτό είναι αποτέλεσμα της συνέχισης της παράνομης παραμονής του στην Κύπρο. Ο εφεσείων είχε υποχρέωση να σεβαστεί τους νόμους της χώρας μας και αν επιθυμούσε την περαιτέρω νόμιμη παραμονή του στην Κύπρο θα έπρεπε απαραίτητα να είχε αμφισβητήσει την απόφαση του Λειτουργού Μετανάστευσης να απορρίψει το αίτημα του για περαιτέρω παράταση της αδείας παραμονής και εργασίας του.»
Αυτό που παραμένει να εξεταστεί είναι κατά πόσο τα διατάγματα κράτησης και απέλασης που εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή είχαν εκδοθεί ορθά, έχοντας υπόψη ότι η άδεια παραμονής του αιτητή δεν ανανεώθηκε.
Το άρθρο 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, στη βάση του οποίου ο αιτητής κρίθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, προνοεί ως ακολούθως:
«6.-(1) Τα ακόλουθα πρόσωπα θα είναι απαγορευμένοι μετανάστες και, τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού ή των διατάξεων που δυνατό να περιέχονται σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού ή σε οποιοδήποτε Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν θα επιτρέπεται η είσοδος στη Δημοκρατία σε:
(κ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εισέρχεται ή διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισμού ή επιφύλαξης που περιλαμβάνεται στο Νόμο αυτό ή σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν βάσει του Νόμου αυτού ή σε οποιαδήποτε άδεια που παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών αυτών·»
Το άρθρο 14 του ιδίου Νόμου αναφέρει τα εξής:
«14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού και των όρων οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης που χορηγήθηκε βάσει του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδόθηκαν βάσει αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, ο Ανώτερος Διευθυντής δύναται να διατάξει οποιοδήποτε αλλοδαπό ο οποίος είναι απαγορευμένος μετανάστης ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, αφού εισήλθε στη Δημοκρατία με άδεια να παραμείνει σε αυτή για περιορισμένη περίοδο, παραμένει στη Δημοκρατία μετά την παρέλευση της περιόδου αυτής ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο περιλαμβάνεται εντός της κατηγορίας που απαριθμείται στην παράγραφο (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 να απελαθεί από τη Δημοκρατία και, εν τω μεταξύ, να τεθεί υπό κράτηση.»
Όπως αναφέρεται πιο πάνω στα γεγονότα της υπόθεσης, η άδεια παραμονής του αιτητή είχε λήξει στις 30.4.2012 και το αίτημα του για ανανέωση απορρίφθηκε. Συνακόλουθα, ο αιτητής παρέμεινε έκτοτε στη Δημοκρατία, χωρίς να έχει άδεια παραμονής σε ισχύ.
Η αιτιολογία που δίδεται στην επιστολή ημερομηνίας 22.4.2013, που επιδόθηκε στον αιτητή στις 28.7.2013, είναι σαφής. Κηρύχθηκε παράνομος μετανάστης, δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Νόμου, λόγω της παράνομης παραμονής του. Δεν θεωρώ ότι χρειαζόταν οποιαδήποτε άλλη αιτιολογία.
Το γεγονός ότι ο αιτητής απέκτησε παιδί στην Κύπρο δεν θεωρώ ότι αποτελεί λόγο ακύρωσης της επίδικης διοικητικής πράξης λόγω επηρεασμού των δικαιωμάτων τόσο του αιτητή όσο και του ανήλικου τέκνου του που γεννήθηκε στην Κύπρο στις 9.1.2010 και της συζύγου του η οποία εργάζεται νόμιμα στην Κύπρο.
Στην υπόθεση Kedoum (πιο πάνω) εξετάστηκε το θέμα και κρίθηκε ότι στην περίπτωση εκείνη που η σύζυγος και τα παιδιά του εφεσείοντα δεν είχαν οποιοδήποτε αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στην Κύπρο δεν υπήρξε παράβαση του δικαιώματος του αιτητή. Στην υπό κρίση υπόθεση το παιδί του αιτητή δεν έχει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία αλλά μόνο σε συνάρτηση με το δικαίωμα παραμονής των γονιών του.
Τα διατάγματα που ζητούνται με τις παραγράφους 3 και 4 της αίτησης αποτελούν ενδιάμεσα διατάγματα όπως προκύπτει από το κείμενό τους και συνεπώς δεν αποτελούν αντικείμενο εξέτασης στα πλαίσια της προσφυγής.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα €500 εναντίον του αιτητή.
K. Σταματίου,
/ΧΤΘ Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο