ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ
(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 7/2022)
30 Οκτωβρίου, 2025
[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Π., ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΑΡΙΑ ΙΣΑΑΚ ΚΟΥΣΚΟΥΝΟΥ
Εφεσείουσα,
v.
ΔΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ
Εφεσίβλητου.
----------------------
Χ. Σούρπη (κα), δικηγόρος για ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ,, δικηγόροι για την Εφεσείουσα.
Χ. Μουαϊμης και Χ. Κίττου (κα), για ΜΟΥΑΪΜΗΣ & ΜΟΥΑΪΜΗΣ ΔΕΠΕ, δικηγόροι για τον Εφεσίβλητο.
----------------------
ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Σεραφείμ, Δ.:
-----------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ: Η ως άνω Εφεσείουσα άσκησε την Προσφυγή Αρ. 1485/2017 (εφεξής η «Προσφυγή») επιδιώκοντας την απόδοση των ακόλουθων, μεταξύ άλλων, θεραπειών:
«Α. Απόφαση και/ή Δήλωση και/ή Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η συνεχιζόμενη παράλειψη και/ή άρνηση των καθ' ων η αίτηση να προσφέρουν και/ή να επιστρέφουν στην αιτήτρια και/ή στους νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντος Αναστάση Ισαάκ τέως από το Παραλίμνι το αχρησιμοποίητο και/ή ανεκμετάλλευτο μέρος των απαλλοτριωθέντων ακινήτων με αριθμό τεμαχίου [.] Φ/Σχεδ.33/64 Ε2 και με αριθμό τεμαχίου [.] Φ/Σχεδ. 33/64 με αριθμό εγγραφής [.] (ως ήταν τότε) τα οποία απαλλοτριώθηκαν δυνάμει γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης υπ' αριθμό 343 είναι άκυρη και/ή παράνομη.
Β. Απόφαση και/ή Δήλωση και/ή Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι οι καθ' ων η αίτηση έπρεπε και/ή όφειλαν να προσφέρουν στην αιτήτρια και/ή στους νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντος [.] Ισαάκ τέως από το Παραλίμνι το αχρησιμοποίητο και/ή ανεκμετάλλευτο μέρος των απαλλοτριωθέντων ακινήτων με αριθμό τεμαχίου [.] Φ/Σχεδ.33/64 Ε2 και με αριθμό τεμαχίου [.] Φ/Σχεδ. 33/64 με αριθμό εγγραφής [.] (ως ήταν τότε) τα οποία απαλλοτριώθηκαν δυνάμει γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης υπ' αριθμό 343 δια σκοπούς δημόσιας ωφελείας.»
Γ. [.]
Δ. [.]»
Η ως άνω Εφεσίβλητη, καθ’ ης η αίτηση πρωτόδικα, πρόβαλε αριθμό προδικαστικών ενστάσεων, εκ των οποίων το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε και απέρριψε την πρώτη, συγκεκριμένα ότι η Προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη.
Ακολούθως, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προχώρησε στην εξέταση των υπόλοιπων προδικαστικών ενστάσεων, αλλά εξέτασε αυτεπάγγελτα ζήτημα εννόμου συμφέροντος της Εφεσείουσας, η απάντηση επί του οποίου απεδείχθη καταλυτική για την τύχη της Προσφυγής, άνευ ανάγκης οποιασδήποτε περαιτέρω ενασχόλησης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με άλλα ζητήματα. Ανέφερε, σχετικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο τα ακόλουθα (οι υπογραμμίσεις είναι του κειμένου:
«Προχωρώ να εξετάσω ένα ζήτημα το οποίο τέθηκε αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, κατά πόσο δηλαδή η αιτήτρια έχει έννομο συμφέρον να καταχωρίσει την προσφυγή από μόνη της, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως μία εκ των κληρονόμων του ενός από τους δύο αποβιώσαντες ιδιοκτήτες.
Σημειώνεται ότι η αιτήτρια είναι θυγατέρα του ΧΧΧΧΧ Ισαάκ ο οποίος ήταν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου XXXXX, αλλά και συνιδιοκτήτης του ακινήτου 336 μαζί με τον αδελφό του ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Ισαάκ. Και οι δύο πρώην ιδιοκτήτες απεβίωσαν και άφησαν αρκετούς κληρονόμους. Σε ότι αφορά ειδικότερα την αιτήτρια, ο πατέρας της είχε όπως φαίνεται σε πιστοποιητικό θανάτου κληρονόμους εφτά παιδιά. Έχοντας υπόψη τις αιτούμενες θεραπείες στην προσφυγή, όπου η αιτήτρια ζητά να εκδοθεί διάταγμα του δικαστηρίου ότι οι καθ' ων η αίτηση υποχρεούνται να επιστρέψουν το μέρος του ακινήτου που δεν χρησιμοποιήθηκε στους κληρονόμους των πρώην ιδιοκτητών υπάρχει σοβαρό ζήτημα κατά πόσο νομιμοποιείται η αιτήτρια από μόνη της να καταχωρίσει προσφυγή για τέτοια παράλειψη, χωρίς την συμμετοχή των υπόλοιπων κληρονόμων και/ή κατά πόσο αυτή μπορεί να τους αντιπροσωπεύει, χωρίς μάλιστα οποιαδήποτε εξουσιοδότηση.
Η δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι όπως στην περίπτωση διατάγματος απαλλοτρίωσης όπου νομιμοποιείται ο ένας εκ των συνιδιοκτητών να καταχωρίσει προσφυγή αν επιθυμεί να αμφισβητήσει τη νομιμότητα του (Κισσοπόδα κ. άλλοι ν. Δημοκρατίας (1994) 4 ΑΑΔ, 2053) έτσι και στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια νομιμοποιείται να καταχωρίσει την προσφυγή, χωρίς εν πάση περιπτώσει να προκαλεί οποιαδήποτε βλάβη στους υπόλοιπους κληρονόμους, καθ' ότι αυτό που ζητά είναι η διαταγή για επιστροφή του απαλλοτριωθέντος στους κληρονόμους των αποβιώσαντων και όχι μόνο σε αυτήν. Ρωτήθηκε βέβαια η αιτήτρια ως προς αν αντιπροσωπεύει τους υπόλοιπους κληρονόμους με σχετική εξουσιοδότηση, αλλά δεν δόθηκε σαφής απάντηση, ούτε προσκομίστηκε οτιδήποτε. Επιβεβαίωσε όμως στο δικαστήριο η αιτήτρια, ότι όλοι οι κληρονόμοι ενδιαφέρονται να τους επιστραφεί το ακίνητο. Διατύπωσε δε την άποψη, ότι αν ακυρωθεί η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση, αυτή η ακύρωση θα ισχύει erga omnes και άρα δεν θα υπάρχει κάποιος από τους κληρονόμους που να μην μπορεί να επωφεληθεί από αυτό, συμπληρώνοντας όμως παράλληλα, πως αντίθετα, βάσει της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου μια απορριπτική απόφαση ισχύει μόνο μεταξύ των διαδίκων (inter partes).
Το άρθρο 15(α) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου προβλέπει πως η απαλλοτριούσα αρχή προσφέρει την ιδιοκτησίαν εις το πρόσωπο εις ο αυτή ανήκε «ή εάν τούτο απέθανεν, εις τους προσωπικούς αντιπροσώπους ή τους κληρονόμους αυτού».
Η αιτήτρια θα νομιμοποιείτο μόνη της να καταχωρίσει προσφυγή, εάν εξασφάλιζε άδεια του δικαστηρίου για προσκόμιση μαρτυρίας με επιβεβαίωση από τους άλλους όλους κληρονόμους, ότι δεν ενδιαφέρονται να διεκδικήσουν επιστροφή των απαλλοτριωθέντων. Από την στιγμή που αφήνεται να νοηθεί από την αιτήτρια, ότι και οι άλλοι κληρονόμοι ενδιαφέρονται, τους οποίους βεβαίως δεν μπορεί να εκπροσωπεί χωρίς ρητή και δέουσα εξουσιοδότηση, αφήνοντας μετέωρη αυτή την πληροφορία, η ίδια δεν νομιμοποιείται στην καταχώριση της παρούσας προσφυγής αυτοτελώς καθ' ότι είναι άγνωστη η βούληση των άλλων κληρονόμων (κατά πόσο όντως ενδιαφέρονται ή όχι στην επιστροφή του απαλλοτριωθέντος με την καταβολή τους τιμήματος). Συνηγορεί στην κατάληξή μου αυτή και η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, που διασφαλίζεται με την θέση στο Σύνταγμα ανατρεπτικής προθεσμίας για την καταχώριση προσφυγής (John Moran v. Republic 1 RSCC, 10). Ενώ στην περίπτωση προσφυγής σε προσβολή πράξης της διοίκησης η προθεσμία για την καταχώριση είναι 75 ημέρες, με αποτέλεσμα ο νομιμοποιούμενος στην καταχώριση προσφυγής να θεωρείται κατά τεκμήριο ότι δεν ενδιαφέρεται στην προσβολή της νομιμότητας της διοικητικής πράξης, με την παρέλευση της προθεσμίας, στην περίπτωση της παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας, η οποία συνεχίζεται, δεν υπάρχει ζήτημα προθεσμίας στην καταχώριση προσφυγής. (Hassan Mustafa v. Republic, 1 RSCC, 44).
Λαμβάνοντας επομένως υπόψη, ότι η ίδια η αιτήτρια γνωρίζει και επικαλείται την αρχή του δεδικασμένου, σύμφωνα με την οποία η τυχόν απόρριψη της προσφυγής θα ίσχυε μόνο μεταξύ των διαδίκων, υπάρχει κίνδυνος κατάχρησης των διαδικασιών ενώπιον του Δικαστηρίου, όπου ο κάθε ένας από τους κληρονόμους (ως εισηγείται η αιτήτρια) θα μπορεί να επικαλείται δικό του προσωπικό έννομο συμφέρον για καταχώριση τέτοιας προσφυγής, ζητώντας την επιστροφή του ακινήτου, ανεξάρτητα αν μια αντίστοιχη προσφυγή, ως η παρούσα, ήθελε τυχόν απορριφθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο.
Καταλήγω έχοντας υπόψη και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας σύμφωνα με τις οποίες για την καταχώριση προσφυγής κατά παράλειψης επιστροφής απαλλοτριωθέντος νομιμοποιούνται οι μόνοι κληρονόμοι του πρώην ιδιοκτήτη αν αυτός έχει αποβιώσει (βλ. ΣτΕ 4021/2010, ΣτΕ 3191/2006, ΣτΕ 3079/1999, ΣτΕ 955/1985), ότι υπό τις περιστάσεις που αναλύθηκαν, η προσβολή της παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας θα πρέπει να καταχωρείται από όλους τους κληρονόμους των πρώην αποβιώσαντων ιδιοκτητών ή και από όλους εκείνους που ενδιαφέρονται για επιστροφή του απαλλοτριωθέντος νοουμένου ότι υπάρχει σαφής μαρτυρία σε τέτοια περίπτωση, αποδεκτή από το Δικαστήριο, για αποποίηση τέτοιου δικαιώματος και/ή επιθυμίας εκ μέρους των λοιπών. Στην προκειμένη περίπτωση δεν έγινε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Καταλήγω ότι η αιτήτρια στερείται προσωπικού εννόμου συμφέροντος να καταχωρίσει την παρούσα προσφυγή μόνη της, ως μία μόνο εκ των κληρονόμων του ενός μάλιστα εκ των δύο πρώην ιδιοκτητών, με τα δεδομένα ενώπιον του Δικαστηρίου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται, με €1400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.»
Με την παρούσα Έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης κρίσης με τους εξής λόγους Έφεσης, οι οποίοι παρατίθενται αυτούσιοι (άνευ επεμβάσεως στο συντακτικό και ορθογραφία τους):
«ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Το Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι η εφεσείουσα δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει το αίτημα της από μόνη της.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΕΦΕΣΗΣ
Το έννομο συμφέρον είναι προσωπικό, άμεσο και ενεστώς και η εισαγωγή διαδικαστικών ή άλλων εξωγενών προυποθέσεων ύπαρξης ή δημιουργίας του, ήτοι η εξασφάλιση άδεια του Δικαστηρίου για προσκόμιση μαρτυρίας, η υποχρέωση γνώσης ή προσκόμισης της βούλησης των εχόντων το ίδιο ή κοινό συμφέρον, η πιθανότητα καταχώρησης παράλληλων διαδικασιών ή άλλως, πώς, αποτελεί σφάλμα του Δικαστηρίου.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Το Δικαστήριο λανθασμένα αντέστρεψε το βάρος και/ή αξιολόγησε αντίστροφα την υποχρέωση της διοίκησης να προσφέρει την απαλλοτριωθείσα ιδιοκτησία στους κληρονόμους.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΛΟΓΟΥ ΕΦΕΣΗΣ
Δυνάμει του άρθρου 15 παρ. 1, σημείο 2 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 (15/1962) η διοίκηση, εάν δεν επετεύχθη ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ή ο σκοπός εγκαταλείφθη, ή το μέρος της ιδιοκτησίας απεδείχθηκε ότι υπερβαίνει τις πραγματικές ανάγκες, θα προσφέρει την ιδιοκτησία στον ιδιοκτήτη της, ως ήταν τότε πριν την απαλλοτρίωση κι εάν απεβίωσε, στους προσωπικούς αντιπροσώπους ή τους κληρονόμους του.
Συναφώς, ενώ η υποχρέωση επιστροφής του ακινήτου είναι στη διοίκηση το Δικαστήριο αντέστρεψε την υποχρέωση στους κληρονόμους, των οποίων το έννομο συμφέρον προστατεύεται και καθορίζεται από το Νόμο, για να υποβάλλουν ομαδικές προσφυγές.
ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Το Δικαστήριο παραβίασε το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και/ή το δικαίωμα δίκαιης δίκης της εφεσείουσας και/ή το δικαίωμα της εφεσείουσας σε πρόσβαση στη δικαιοσύνη και/ή υπερέβηκε τις εξουσίες του.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΕΦΕΣΗΣ
Το Δικαστήριο καθόρισε από μόνο του συγκεκριμένη διαδικασία πρόσβασης στη δικαιοσύνη και συγκεκριμένα κατέληξε πως η προσφυγή οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας θα πρέπει να καταχωρείται από όλους τους κληρονόμους των πρώην αποβιωσάντων ιδιοκτητών ή κι από όλους εκείνους που ενδιαφέρονται για επιστροφή του απαλλοτριωθέντος νοουμένου ότι υπάρχει σαφής μαρτυρία σε τέτοια περίπτωση, αποδεκτή από το Δικαστήριο, για αποποίηση τέτοιους δικαιώματος και/ή επιθυμίας εκ μέρους των λοιπών. Με αυτόν τον τρόπο το Δικαστήριο απέκλεισε το ατομικό δικαίωμα στη δικαιοσύνη και/ή παραβίασε το δικαίωμα της εφεσείουσας σε δίκαιη δίκη και/ή υπερέβηκε τις εξουσίες του.
ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Παράβαση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και/ή του άρθρου 23 του Συντάγματος και/ή του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και/ή του άρθρου 17 της Οικουμενικής διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΤΟΥ (sic) ΛΟΓΟΥ ΕΦΕΣΗΣ
Η απόφαση ότι η Εφεσείουσα για να μπορεί να ζητήσει την συμμόρφωση των εφεσίβλητων με το Νόμο θα πρέπει η ίδια πρώτα να προβεί σε ενέργειες ή πράξεις εκτός πλαισίων του Νόμου και της νομολογίας και/ή άλλως πώς παραβιάζει το δικαίωμα στην ιδιοκτησίας της.»
Μελετήσαμε το περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης και, γενικά, το ενώπιον μας υλικό και τα επιχειρήματα εκατέρωθεν.
Οι λόγοι Εφέσεως 1, 2 και 3 κρίνονται αλληλένδετοι και/ή αλληλοσυμπληρούμενοι και, ενόψει της συνάφειας τους, θα εξεταστούν μαζί (βλ. Κανονισμό 41.16(8)(α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας).
Καταρχάς, ως διαπιστώθηκε και με σχετική ερώτηση στους εκπροσώπους των διαδίκων ενώπιον μας, αποτελεί κοινό έδαφος, αλλά εν μέρει και αδιαφιλονίκητο εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα είναι νόμιμη κληρονόμος ενός εκ των αποβιωσάντων συνιδιοκτητών της ακίνητης περιουσίας, της οποίας επιζητείται η επιστροφή και για την οποία ασκήθηκε η Προσφυγή, όχι όμως η μοναδική κληρονόμος. Κοινό έδαφος προκύπτει από τα ενώπιον μας στοιχεία και για το ότι η Εφεσείουσα δεν εκπροσωπεί τους υπόλοιπους κληρονόμους, ούτε έχει ασκήσει και εκ μέρους τους την Προσφυγή ή οποιαδήποτε άλλη επί του ιδίου ζητήματος. Αυτό, έστω και αν αφέθηκε να νοηθεί από την Εφεσείουσα ότι και οι άλλοι κληρονόμοι ή κάποιοι εξ αυτών ενδιαφέρονται, ως σημείωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Το νομικό πλαίσιο που διέπει το ζήτημα είναι ως εξής (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας):
Οι παράγραφοι 5 και 11 του Άρθρου 23 του Συντάγματος έχουν ως ακολούθως:
«5. Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι’ ον απηλλοτριώθη σκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, η απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ’ ου απηλλοτρίωσεν αυτήν. Το πρόσωπον τούτο δικαιούται εντός τριών μηνών από της λήψεως της προσφοράς να γνωστοποιήση την αποδοχήν ή μη ταύτης. Εφ’ όσον δε γνωστοποιήση ότι αποδέχεται την προσφοράν, η ιδιοκτησία επιστρέφεται ευθύς άμα αποδοθή παρά του προσώπου το τίμημα εντός περαιτέρω προθεσμίας τριών μηνών από της τοιαύτης αποδοχής.
11. Πας ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα προσφυγής εις το δικαστήριον εν σχέσει προς οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή κατ’ εφαρμογήν αυτών,[.]»
Το Άρθρο 15(1)(α), (β) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, Ν. 15/1962 ορίζει τα ακόλουθα:
«15.-(1) Οσάκις ακίvητoς ιδιoκτησία απηλλoτριώθη μετά τηv έvαρξιv της ισχύoς τoυ Συvτάγματoς, και εvτός τριώv ετώv, από της ημερoμηvίας καθ' ηv η ιδιoκτησία περιήλθεv εις τηv απαλλoτριoύσαv αρχήv, δεv επετεύχθη o σκoπός δι' ov εγέvετo η απαλλoτρίωσις ή η επίτευξις τoυ τoιoύτoυ σκoπoύ εγκατελείφθη υπό της απαλλoτριoύσης αρχής, ή τo όλov ή μέρoς της τoιαύτης ιδιoκτησίας απεδείχθη ότι υπερβαίvει τας πραγματικάς αvάγκας της απαλλoτριoύσης αρχής, θα εφαρμόζωvται αι ακόλoυθoι διατάξεις, ήτoι-
(α) η απαλλoτριoύσα αρχή δι' εγγράφoυ αυτής γvωστoπoιήσεως πρoσφέρει τηv ιδιoκτησίαv εις ηv τιμήv απέκτησεv ταύτηv, εις τo πρόσωπov εις o αύτη αvήκε πρo της απαλλoτριώσεως ή, εάv τoύτo απέθαvεv, εις τoυς πρoσωπικoύς αvτιπρoσώπoυς ή τoυς κληρovόμoυς αυτoύ, oίτιvες υπoχρεoύvται όπως εvτός τριώv μηvώv από της τoιαύτης γvωστoπoιήσεως απoστείλωσιv εις τηv απαλλoτριoύσαv αρχήv έγγραφov απoδoχής ή μη απoδoχής της γεvoμέvης πρoσφoράς˙ εάv εvτός της πρoμvησθείσης περιόδoυ δεv δoθή απάvτησις εις τηv γεvoμέvηv πρoσφoράv αύτη λoγίζεται ως μη γεvoμέvη απoδεκτή:
Νoείται ότι εάv διαρκoύσης της κατoχής ακιvήτoυ ιδιoκτησίας διά τov σκoπόv δι' ov εγέvετo η απαλλoτρίωσις δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ, εγέvετo επί ταύτης oιαδήπoτε πρoσθήκη, αφαίρεσις ή ετέρα τρoπoπoίησις, ή εάv μέρoς μόvov της απαλλoτριωθείσης, δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ ακιvήτoυ ιδιoκτησίας πρoσφέρεται υπό της απαλλoτριoύσης αρχής δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ, η απαλλoτριoύσα αρχή καθoρίζει εύλoγov τιvα τιμήv ηv αvαγράφει εv τη αvωτέρω αvαφερθείση γvωστoπoιήσει˙ και τo πρόσωπov εις o εδόθη η τoιαύτη γvωστoπoίησις δύvαται εv τω εγγράφω της απoδoχής της γεvoμέvης πρoσφoράς της ιδιoκτησίας v' αμφισβητήση τηv ως αvωτέρω καθoρισθείσαv και δηλωθείσαv τιμήν˙ εάv δεv επιτευχθή συμφωvία, η τιμή καθoρίζεται υπό τoυ δικαστηρίoυ˙
(β) εάv τo πρόσωπov εις o εγέvετo η γvωστoπoίησις δυvάμει της παραγράφoυ (α) απεδέχθη ως εv τoις αvωτέρω τηv διά ταύτης γεvoμέvηv πρoσφoράv, τoύτo υπoχρεoύται όπως, εvτός τριώv περαιτέρω μηvώv από της τoιαύτης απoδoχής, ή, υπό τας περιστάσεις τας πρoβλεπoμέvας εις τηv εv παραγράφω (α) διαλαμβαvoμέvηv επιφύλαξιv, εvτός τριώv μηvώv αφ' ης η τιμή, εις ηv η ιδιoκτησία απoδίδεται εις τoύτo, συvεφωvήθη ή αvαλόγως της περιπτώσεως επεδικάσθη υπό τoυ Δικαστηρίoυ, καταβάλη εις τηv απαλλoτριoύσαv αρχήv της ως αvωτέρω oφειλoμέvηv τιμήv διά τηv απόδoσιv της ιδιoκτησίας˙ επί τoύτω η απαλλoτριoύσα αρχή μεταβιβάζει πάραυτα εις αυτόv τηv κυριότητα της ιδιoκτησίας.»
Καταρχάς, ήδη με την απόφαση (μονομέλειας) του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 4.9.2014 στην Προσφυγή Αρ. 1188/2009 ΕΛΛΗ Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, διαχειρίστρια της περιουσίας του Γεώργιου Μ. Νικολαϊδη κ.ά. ν. ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ κ.ά. κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι το έννομο συμφέρον για επιστροφή ακινήτου που απαλλοτριώθηκε, λόγω μη επίτευξης εντός τριών χρόνων του σκοπού της απαλλοτρίωσης του, εδράζεται (ευθέως) στην ιδιότητα των εκεί Αιτητών 2 και 3 ως κληρονόμων του αποβιώσαντος και όχι ως αντιπροσώπων αυτού, η οποία είναι η άλλη διαζευκτικά τιθέμενη δυνατότητα που ορίζεται στο 15(1)(α) του Ν. 15/1962 (η εν λόγω απόφαση επικυρώθηκε κατ’ έφεση με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 10.5.2021 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 131/2014 με τον ίδιο τίτλο ως η πρωτόδικη- αφού επί της ουσίας η πρωτόδικη απόφαση ήταν απορριπτική- χωρίς, να έχει αμφισβητηθεί και να εξετασθεί κατ’ έφεση το πρωτόδικο εύρημα ύπαρξης εννόμου συμφέροντος των προαναφερομένων προσώπων).
Αναφέρθηκαν, σχετικώς, στην πρωτόδικη απόφαση τα ακόλουθα:
«Από πλευράς καθ΄ ων η αίτηση 1 προβλήθηκε αρχικώς προδικαστική ένσταση αναφορικά με την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος από τους αιτητές 2 και 3. Δεν αμφισβητείται ότι είναι κληρονόμοι του αποβιώσαντος, πλην όμως, όπως υποστήριξε η κα.Κουντουρή από τη στιγμή που υπάρχει διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος και αυτή είναι η αιτήτρια αρ.1, οι υπόλοιποι δεν έχουν έννομο συμφέρον προώθησης της παρούσας προσφυγής.
Αναφορικά με την ουσία του θέματος η ευπαίδευτη συνήγορος αναφέρθηκε σε αποφάσεις σύμφωνα με τις οποίες λιμενική περιοχή έχει αποφασιστεί ότι καλύπτει όχι μόνο τη Μαρίνα αλλά και τον περιφραγμένο χώρο. Δεν υπήρξε απραξία αναφορικά με τη χρήση του εν λόγω ακινήτου και ευρίσκεται όπως είπε στον ευρύτερο χώρο του λιμανιού και χρησιμοποιείται όχι για αλλότριους σκοπούς αλλά για εξυπηρέτηση των αναγκών του λιμανιού.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας υιοθέτησε τη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση 1, διευκρινίζοντας ότι οι καθ΄ων η αίτηση 2 δεν προβάλλουν και δεν υιοθετούν το περιεχόμενο της προδικαστικής ενστάσεως που έχει εγερθεί από τους καθ΄ων η αίτηση 1.
Θα επιληφθώ κατ’ αρχήν του θέματος της προδικαστικής ενστάσεως. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.2 του Συντάγματος η προσφυγή ασκείται υπό προσώπου του οποίου το «ίδιον» «ενεστώς έννομο συμφέρον» έχει προσβληθεί ως αποτέλεσμα μιας πράξης ή παράλειψης της διοίκησης.
Η έννοια του εννόμου συμφέροντος αναλύεται στο σύγγραμμα του Ε. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου» 12η έκδοση, παραγ.456:
«Η έννοια του εννόμου συμφέροντος, στην περίπτωση της άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως, είναι ευρύτερη από την έννοια του δικαιώματος, το οποίο αναγνωρίζεται από τους κανόνες του διοικητικού δικαίου και παρέχει αξίωση για μια παροχή ή παράλειψη από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο. Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική εξουσία που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί οφέλεια η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν".
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί Το έννομο συμφέρον των αιτητών εδράζεται στην ιδιότητα τους ως κληρονόμων του αποβιώσαντος και όχι ως αντιπροσώπων αυτού. ΄Εχουν, συναφώς, δικαίωμα στην απαλλοτριωθείσα περιουσία και πλήττεται άμεσα το έννομο τους συμφέρον. Βλ. Υπόθ. Αρ. 154/2009 Παντελίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 14 Μαρτίου 2011. Περαιτέρω, στο Σύγγραμμα της Γλ. Σιούττη «Το ΄Εννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως σελ.135 αναφέρεται:
"Με έννομο συμφέρον ασκούν αίτηση ακύρωσης κατά αποφάσεων περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων, η κληρονόμος ιδιοκτήτη ακινήτων που περιέχονται στην έκταση που απαλλοτριώνεται καθώς και ο ειδικός διάδοχος του.»
Στην υπόθεση Κισσοπόδα κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 2053 εξετάστηκε ανάλογο θέμα και αναφέρεται στις σελίδες 2058 και 2059:
Το θέμα της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος μπορεί να εγερθεί και να εξεταστεί ακόμα και αυτεπαγγέλτως σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Η αναφερθείσα προσφορά αποζημίωσης απ' ευθείας προς τους κληρονόμους δεν θα ήταν δυνατό να χαλαρώσει τις συνταγματικές προϋποθέσεις. Συμφωνώ όμως πως το θέμα πρέπει να προσεγγισθεί με γνώμονα τις διατάξεις του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος ως προς τη δυνατότητα προσφυγής "υπό παντός προσώπου του οποίου προσεβλήθη ευθέως διά της αποφάσεως ... ίδιον ενεστώς έννομον συμφέρον...". Οι υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψαν οι καθ' ων η αίτηση 2 αφορούσαν, ιδιαίτερα η πρώτη, (η δεύτερη είναι διαδικαστικής περισσότερο σημασίας) σε προσπάθεια άσκησης των καθηκόντων του διαχειριστή αντίθετα προς το άρθρο 34(7) σύμφωνα με το οποίο κανένα πρόσωπο άλλο από τον "προσωπικό αντιπρόσωπο" δεν αντιπροσωπεύει την περιουσία του αποβιώσαντος. Είναι αξιοσημείωτη εδώ η λεπτομέρεια πως το άρθρο 34 αναφέρεται σε αιτίες αγωγής και πως το άρθρο 34(7) σε νομικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου αυτού.
Οι αιτητές δεν επιδιώκουν αντιπροσώπευση της περιουσίας του αποβιώσαντος. Τα αδιαμφισβήτητα κληρονομικά τους δικαιώματα αναμφίβολα επηρεάζονται με την έκδοση του Διατάγματος και δέχομαι ότι ο κάθε ένας από τους κληρονόμους έχει δικό του άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον για προσβολή του κύρους του. Το ακόλουθο απόσπασμα από το Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου 436 στη σελ. 437, είναι σχετικό:
"Η έννοια του εννόμου συμφέροντος, στην περίπτωση της άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως, είναι ευρύτερη από την έννοια του δικαιώματος, το οποίο αναγνωρίζεται από τους κανόνες του διοικητικού δικαίου και παρέχει αξίωση για μια παροχή ή παράλειψη από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο. Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική εξουσία που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί οφέλεια η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν".»
Στο δε σύγγραμμα του Δ. Π. Πυργάκη «ΤΟ ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ», σελ. 238-239, αναφέρονται και τα εξής, πάλιν με δικές μας υπογραμμίσεις:
«6.3.1.4. Κληρονόμοι-σύζυγοι ή τέκνα θανόντων
Έχει γίνει δεκτό επί αιτήσεως ακυρώσεως κατά παράλειψης της διοίκησης, να άρει συντελεσμένη απαλλοτρίωση, ότι οι αιτούντες, φερόμενοι ως κληρονόμοι των αρχικών δικαιούχων της κατατεθείσης αποζημίωσης για την εν λόγω απαλλοτρίωση, επί τη βάσει των προσκομισθέντων στο Δικαστήριο νομιμοποιητικών στοιχείων, έχουν έννομο συμφέρον για την άσκηση της αιτήσεως [ΣτΕ 4031/2010, 3191/2006]. Επίσης, επί αιτήσεως κατά απόφασης, με την οποία καθορίστηκε η επιστρεπτέα αποζημίωση λόγω ανάκλησης συντελεσμένης απαλλοτριώσεως ακινήτου, οι αιτούντες, φερόμενοι ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της τέως ιδιοκτήτριας του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, έχουν έννομο συμφέρον προς άσκηση της αιτήσεως [ΣτΕ 3256/2009]. Ομοίως οι αιτούντες, εξ αδιαίρετου κληρονόμοι ιδιοκτήτη απαλλοτριωθέντος ακινήτου, με έννομο συμφέρον ασκούν αίτηση ακυρώσεως κατά πράξης, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα περί ανάκλησης αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτου [ΣτΕ 3106/2001]. Περαιτέρω, νομιμοποιείται για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αποφάσεων περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων, η κληρονόμος ιδιοκτήτη ακινήτων που περιέχονται στην έκταση που απαλλοτριώνεται[ΣτΕ 3468/1986] [.]»
Επίσης στο σύγγραμμα της Γλ. Σιούττη «Το ΄Εννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως, σελ. 135» όντως αναφέρεται, ότι :
«119. Κληρονόμοι
[.]
Με έννομο συμφέρον ασκούν αίτηση ακύρωσης κατά αποφάσεων περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων, η κληρονόμος ιδιοκτήτη ακινήτων που περιέχονται στην έκταση που απαλλοτριώνεται208 καθώς και ο ειδικός διάδοχος του.209»
____________
208. ΣτΕ 3468/86»
Η νομολογία έχει επίσης αναγνωρίσει ότι συνιδιοκτήτρια τεμαχίου, για το οποίο έχει εκδοθεί απόφαση ως η επίδικη (ήτοι ληφθείσα στο πλαίσιο του Άρθρου 23 του Συντάγματος, εδώ παράγραφος 5), έχει (προσωπικό) έννομο συμφέρον να προσβάλλει αυτή με προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου (και) από μόνη της, άνευ παρεμβολής του συμφέροντος οποιουδήποτε άλλου συνιδιοκτήτη.
Συναφώς, ήδη στην απόφαση (μονομέλειας) ημερομηνίας 14.7.2014 στην Προσφυγή Αρ. 1469/2007 ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΛΙΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ λέχθηκε ότι:
«Ο αιτητής ως συνιδιοκτήτης κατά το 1/6 μερίδιο σαφώς και έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει οποιαδήποτε διοικητική πράξη αφορά το τεμάχιο και η οποία βέβαια τον επηρεάζει. Το συμφέρον του παραμένει «ίδιον, άμεσο και προσωπικό», κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος..»
Στην απόφαση του (τότε) Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 2.4.2014 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 29/2010 ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΗΜΟΥ ΠΑΦΟΥ ΚΑΙ ΟΛΓΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΚΟΡΑΚΙΔΟΥ, έχοντας υπό δικαστική εξέταση απόφαση απαλλοτρίωσης επί συνιδιόκτητου ακινήτου, αναφέρθηκαν, σχετικά, τα ακόλουθα, με δικές μας υπογραμμίσεις και τονισμό:
«.Η πιο πάνω θέση των εφεσειόντων δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η εφεσίβλητη, ούσα συνιδιοκτήτρια, έστω και μικρού μεριδίου του επηρεαζόμενου ακινήτου, δικαιούται υπό την εν λόγω ιδιότητα της να απολαμβάνει πλήρως, του συνόλου των δικαιωμάτων που το Άρθρο 23 του Συντάγματος, το οποίο υπενθυμίζουμε, προστατεύει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, παρέχει στον ιδιοκτήτη ακινήτου που απαλλοτριώθηκε, περιλαμβανομένου του δικαιώματος να προσβάλει τη διοικητική πράξη της απαλλοτρίωσης. Το συγκεκριμένο δικαίωμα της η εφεσίβλητη όχι μόνο μπορεί να το ασκήσει από κοινού και/ή συλλογικά με τους άλλους τρεις συνιδιοκτήτες, αλλά και από μόνη της ως ιδιοκτήτρια, έστω και μικρού σε σύγκριση με των άλλων συνιδιοκτητών τα μερίδια, μεριδίου. Ορθά κατά τη γνώμη μας ο αδελφός μας Δικαστής επισημαίνει στην απόφαση του, «δεν μπορεί κανόνας δικαίου να στερεί τον ένα εκ των συνιδιοκτητών από το δικαίωμα του να προσβάλει διοικητική πράξη απαλλοτρίωσης, με το σκεπτικό ότι οι άλλοι συνιδιοκτήτες αποδέχτηκαν τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης ή ακόμα και την αποζημίωση που τους προσφέρθηκε ... Το δικό τους συμφέρον δεν παρεμβάλλεται, όπως λανθασμένα εισηγείται ο συνήγορος, προς αποκλεισμό του συμφέροντος του συνιδιοκτήτη, εδώ της αιτήτριας, το οποίο παραμένει ίδιο, άμεσο και προσωπικό».
Και στην απόφαση (μονομέλειας) του τότε Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 14.10.2014 στην Προσφυγή Αρ. 1123/2011 ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΥ ΠΑΦΟΥ ακολουθήθηκε η ίδια γραμμή, κατ’ επίκληση της απόφασης στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 29/2010 (supra):
«.Οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες στο συγκεκριμένο τεμάχιο έχουν κάθε δικαίωμα να προσβάλουν αποφάσεις της διοίκησης που επηρεάζουν το τεμάχιο τους και έχουν προς τούτο έννομο συμφέρον. Ακόμη και ένας μόνο εκ των συνιδιοκτητών έχει αυτό το έννομο συμφέρον όπως έχει αποφασισθεί στην απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοτικό Συμβούλιο Δήμου Πάφου ν. Όλγας Ελευθερίου Κορακίδη, Α.Ε. αρ. 29/2010, ημερ. 2.4.2014, η οποία επικύρωσε την πρωτόδικη κρίση ότι δεν υπάρχει κανόνας δικαίου που να στερεί σε συνιδιοκτήτη το δικαίωμα να προσβάλει απόφαση της διοίκησης, (εκεί πρόκειτο για απαλλοτρίωση), με το δικαιολογητικό ότι άλλοι συνιδιοκτήτες αποδέχθηκαν τη διοικητική πράξη ή και την προσφερθείσα αποζημίωση.»
Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η κατάληξη μας επί του πρώτου, δεύτερου και τρίτου λόγου έφεσης, είναι η ακόλουθη:
Σε αντίθεση με την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου (βλ. ανωτέρω νομολογία), η Εφεσείουσα δεν στερείται εννόμου συμφέροντος εκ του γεγονότος ότι, ούσα απλά και μόνο συνιδιοκτήτρια, ως είναι παραδεκτό (βλ. ανωτέρω) άσκησε μόνη της την παρούσα προσφυγή, κατ’ επίκληση του Άρθρου 23 του Συντάγματος.
Αντιθέτως, ως η νομολογία ορίζει (βλ. ανωτέρω) το συμφέρον των άλλων συνιδιοκτητών της επίμαχης ιδιοκτησίας δεν παρεμβάλλεται σε αυτό της Εφεσείουσας ούτε το αποκλείει, αλλά αυτό παραμένει ίδιο, άμεσο και προσωπικό (βλ. ανωτέρω νομολογία, αλλά και Άρθρο 23.11 του Συντάγματος και την αναφορά σε «πας ενδιαφερόμενος..», ανωτέρω). Σημειώνεται εκ του περισσού ότι, η χρήση πληθυντικού αριθμού («κληρονόμους») αντί του ενικού στο Άρθρο 15(1)(α) του Ν. 15/1962, ουδόλως συνιστά βάσιμο επιχείρημα περί υποχρεωτικής από κοινού από τους συνιδιοκτήτες άσκησης του δικαιώματος προσφυγής, βλ. περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ. 1, Άρθρο 2 «λέξεις στον ενικό περιλαμβάνουν τον πληθυντικό και λέξεις στον πληθυντικό περιλαμβάνουν τον ενικό.».
Συνεπώς, η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «η προσβολή της παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας θα πρέπει να καταχωρείται από όλους τους κληρονόμους των πρώην αποβιώσαντων ιδιοκτητών ή και από όλους εκείνους που ενδιαφέρονται για επιστροφή του απαλλοτριωθέντος νοουμένου ότι υπάρχει σαφής μαρτυρία σε τέτοια περίπτωση, αποδεκτή από το Δικαστήριο, για αποποίηση τέτοιου δικαιώματος και/ή επιθυμίας εκ μέρους των λοιπών η άσκηση των δικαιωμάτων της συνιδιοκτήτριας (εναντίον τέτοιας απόφασης ως η επίδικη) να προσφύγει από μόνη της δικαστικώς » δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Αυτό που όφειλε να αποδείξει η Εφεσείουσα ήταν την ιδιότητα της ως συγκληρονόμος του επίδικου ακινήτου, η οποία στην παρούσα περίπτωση δεν αμφισβητείται και όχι οποιαδήποτε ιδιότητα της ως εκπρόσωπος των υπολοίπων συνιδιοκτητών ή ότι αυτοί απεμπόλησαν το όποιο δικαίωμα τους ή ότι η Εφεσείουσα ήταν αντιπρόσωπος του αποθανόντος ιδιοκτήτη (βλ. ανωτέρω νομολογία). Τα δε δικαιώματα των συνιδιοκτητών της Εφεσείουσας ουδόλως επηρεάζονται προς το αρνητικό ως εκ της άσκησης προσφυγής (μόνο) από τη συνιδιοκτήτρια Εφεσείουσα, δεδομένου, μάλιστα, ότι διατηρούν ατόφιο το δικαίωμα να αποποιηθούν την επιστροφή της επίδικης ιδιοκτησίας αν τους ήθελε προσφερθεί, ως σαφώς ορίζεται στο Άρθρο 15(1)((β) του Ν. 15/1962.
Συνεπώς, η μη αναγνώριση του εννόμου συμφέροντος στην Εφεσείουσα να προσβάλει την επίδικη διοικητική πράξη, ως λανθασμένη, της στερεί και το δικαίωμα της να προσφύγει δικαστικώς εναντίον δυσμενούς απόφασης από την οποία ευθέως και προσωπικώς επηρεάζεται, κατά παράβαση του δικαιώματος της πρόσβασης σε δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος, καθώς και του Άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Των πιο πάνω λεχθέντων, σημειώνεται, ωστόσο, ότι η θεραπεία που δύναται να αποδοθεί στην Εφεσείουσα με την Προσφυγή της δεν δύναται να επεκτείνεται και στην προσφορά και/ή επιστροφή της επιδίκου ιδιοκτησίας στους άλλους κληρονόμους αλλά περιορίζεται μόνο στο τυχόν δικαίωμα της να τύχει τέτοιας προσφοράς και/ή επιστροφής (και) σ’ αυτή, αφού μόνο σε αυτήν την εμβέλεια διατηρεί προσωπικό έννομο συμφέρον.
Με βάση τα προαναφερθέντα, οι λόγοι έφεσης 1, 2 και 3 ευσταθούν. Παρέλκει η εξέταση του τέταρτου λόγου Έφεσης. Η πρωτόδικη απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων αυτής, παραμερίζεται.
Η υπόθεση παραπέμπεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ενώπιον άλλου Δικαστή, προς εξέταση των λοιπών προδικαστικών ενστάσεων που δεν έτυχαν εξέτασης και, αναλόγως της πρωτόδικης κρίσεως και της ουσίας της υπόθεσης.
Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3000 πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης.
Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Π.
Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.
Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο