NJOMOU MADINIE v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 84/2024, 15/10/2025
print
Τίτλος:
NJOMOU MADINIE v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 84/2024, 15/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ

 

 (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Αρ. 84/2024)

 

15 Oκτωβρίου, 2025

 

     [ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ Π., ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

  NJOMOU MADINIE

 

                                                                                                                        Εφεσείων,

v.

 

  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

  

 

                                                                                                                   Εφεσίβλητης.

--------------------

Δ. Παυλίδης, για  Δ. ΠΑΥΛΙΔΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα.

Ρ. Χαραλάμπους (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη.

--------------------

 

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

       θα δοθεί από τον Δικαστή Δ. Λυσάνδρου.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.: O (εκ Καμερούν) Εφεσείων υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στη βάση ενδοϋπηρεσιακής έκθεσης. Συγκεκριμένα, η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ως αναξιόπιστο τον Εφεσείοντα σχετικά με την τοποθέτησή του ότι υπέχει φόβο δίωξης στο Καμερούν λόγω του ότι η φυλή του υπόκειται σε διωγμό από άλλη, διότι οι σχετικοί ισχυρισμοί του διέπονταν από έλλειψη  σαφήνειας και συνέπειας ως προς την από πλευράς του εξιστόρηση των κατ’ ισχυρισμόν γεγονότων.

 

Ενόψει τούτου, η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο Εφεσείων δεν χρήζει του καθεστώτος ασύλου στη βάση του κριτηρίου του Άρθρου 3 των περί Προσφύγων Νόμων.  Ομοίως, η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο Εφεσείων δεν χρήζει ούτε συμπληρωματικής προστασίας στη βάση των διαζευκτικών κριτηρίων του Άρθρου 19 των περί Προσφύγων Νόμων.

 

Ο Εφεσείων προσέβαλε την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου διά της Προσφυγής Αρ. 164/2024 την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε ομογνωμώντας με την Υπηρεσία Ασύλου, εξ ου και η ενώπιόν μας έφεση.

Πρώτος Λόγος Έφεσης:

Κατά τον πρώτο λόγο έφεσης, η εκ του πρωτόδικου Δικαστηρίου απόρριψη της Προσφυγής ήταν καταχρηστική.  Αυτό, διότι -ως εξηγεί η αιτιολογία του λόγου έφεσης- το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Αίτηση κρίνοντας ότι οι λόγοι ακύρωσης ήταν αλυσιτελείς, γενικοί και αόριστοι.

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται, για τους εξής λόγους:

 

Καταρχάς, ο πρώτος λόγος έφεσης είναι δικονομικά απαράδεκτος, διότι εξαντλείται στο να χαρακτηρίσει την εφεσιβαλλόμενη απόφαση ως καταχρηστική, χωρίς να παραθέτει στο σώμα του λόγου έφεσης το σφάλμα στο οποίο κατ’ ισχυρισμόν περιέπεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 33/2024 Okachukwu ν. Δημοκρατίας, απόφαση  Διοικητικού Εφετείου ημερ. 8.10.2025).

 

Κρίνουμε τον πρώτο λόγο έφεσης αβάσιμο  και για τους εξής πρόσθετους λόγους:

Εσφαλμένα ο Εφεσείων διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Προσφυγή, επειδή έκρινε τους παρατεθέντες λόγους ακύρωσης δικονομικά απαράδεκτους λόγω αοριστίας, ασάφειας, γενικότητας και έλλειψης δέουσας εξειδίκευσης.

 

Κατ’ ακρίβειαν, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαχώρισε συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης τους οποίους έκρινε δικονομικά παραδεκτούς, διευκρινίζοντας ότι οι λοιποί λόγοι ακύρωσης δεν θα εξεταστούν ως δικονομικά απαράδεκτοι.  Εν συνεχεία, εξέτασε και απέρριψε τους                     -δικονομικά παραδεκτούς- λόγους ακύρωσης ως αβάσιμους, στο πλαίσιο ελέγχου νομιμότητας τον οποίο διενήργησε ομού  με έλεγχο ουσίας, ως οι συναφείς δικαιοδοτικές του εξουσίες βάσει του Άρθρου 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων (ο Νόμος 73(Ι) του 2018 ως τροποποιήθηκε).

 

Η όλη συναφής επιχειρηματολογία του Εφεσείοντα είναι αλυσιτελής διότι βασίζεται σε κατ’ ισχυρισμόν νομικά σφάλματα της Υπηρεσίας Ασύλου (ελλειπή έρευνα και ανεπαρκή αιτιολογία) που όμως στερούνται νομικής σημασίας, ενόψει του ελέγχου ουσίας τον οποίον το πρωτόδικο Δικαστήριο διενήργησε ως δήλωσε ρητά (στις σελ. 2 και 5 της εφεσιβαλλόμενης απόφασης) (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 102/2023 S.A. ν. Δημοκρατίας, απόφαση Εφετείου ημερ. 17.7.2025).

 

Δεύτερος Λόγος Έφεσης:

Κατά τον δεύτερο λόγο έφεσης, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως η κατάσταση στο Καμερούν είναι ασφαλής, ώστε ο Εφεσείων να μην χρήζει συμπληρωματικής προστασίας στη βάση των κριτηρίων του Άρθρου 19 των περί Προσφύγων Νόμων.  Αυτό, διότι -κατά την αιτιολογία του δεύτερου λόγου έφεσης- ο Εφεσείων έχει βάσιμο λόγο να πιστεύει ότι με την επιστροφή του στο Καμερούν θα υποστεί σοβαρή και δικαιολογημένη βλάβη, όπως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται, για τους εξής λόγους:

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, συμφωνώντας με την Υπηρεσία Ασύλου, ότι ο Εφεσείων δεν χρήζει του καθεστώτος ασύλου ή συμπληρωματικής προστασίας μετά από έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας/ουσίας τον οποίο διενήργησε.

Καταρχάς, η αναφορά της αιτιολογίας του δεύτερου λόγου έφεσης σε κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης παραπέμπει στο κριτήριο του Άρθρου 19(2)(β) των περί Προσφύγων Νόμων.  Για να μας πείσει ότι πληροί αυτό το κριτήριο, ο Εφεσείων -διά του περιγράμματός του- επαναλαμβάνει την δική του εκδοχή γεγονότων για τα οποία κρίθηκε αναξιόπιστος χωρίς όμως να υποδεικνύει οτιδήποτε που να συνιστά πιθανολόγηση ουσιώδους πλάνης από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Απλά, ο Εφεσείων παραθέτει την εκδοχή του την οποία  η Υπηρεσία Ασύλου και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν υιοθέτησαν, ευελπιστώντας σε από την πλευρά μας διαφορετική κατάληξη.  Πλην όμως, το Διοικητικό Εφετείο, ως δικαστήριο ελέγχου νομιμότητας, δεν έχει την προς τούτο δικαιοδοσία.

 

Ως Δικαστήριο ελέγχου νομιμότητας και μόνο (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 71/2023 Aburi ν. Δημοκρατίας, απόφαση Διοικητικού Εφετείου ημερ. 25.9.2025), το Διοικητικό Εφετείο παρεμβαίνει στην πρωτόδικη κρίση ουσίας, αν ο Εφεσείων το πείσει (μεταξύ άλλων) ότι αυτή διαπνέεται από πιθανολόγηση ουσιώδους πλάνης.  Συναφώς, κρίνουμε ότι ο Εφεσείων ουδέν παραθέτει -και δη κατά τρόπο δικονομικά παραδεκτό- προς απόσειση του βάρους το οποίο υπέχει προς επιτυχή αμφισβήτηση των πρωτόδικων ευρημάτων (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 69/2023 Igiraneza ν. Δημοκρατίας, απόφαση Εφετείου ημερ. 10.7.2025· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 71/2023 Aburi ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

 

Τέλος, η αναφορά -στην αιτιολογία- σε απειλή προς τη ζωή του παραπέμπει στο κριτήριο του Άρθρου 19(2)(γ) των περί Προσφύγων Νόμων, το οποίο συνδέεται με την κατάσταση ασφάλειας στη χώρα καταγωγής. 

 

Συναφώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο διενήργησε -στο πλαίσιο ελέγχου ουσίας τον οποίο διεξήγαγε- δική του έρευνα ως προς την κατάσταση στο Καμερούν, λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα πολύ πρόσφατα σε σχέση με την ημερομηνία έκδοσης της εφεσιβαλλόμενης απόφασης (σελ. 5 της εφεσιβαλλόμενης απόφασης).

Στη βάση αυτής της έρευνας, το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν πληρούται στο πρόσωπο του Εφεσείοντα το κριτήριο του Άρθρου 19(2)(γ) των περί Προσφύγων Νόμων, εξηγώντας τη διαπίστωσή του ως εξής:

«Άλλωστε από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου από τη βάση δεδομένων ACLED σε σχέση με τα περιστατικά ασφαλείας τη χρονική περίοδο 30/07/23 – 30/07/24 στην πόλη Buea, τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ανατρέπονται και τα συμπεράσματα επί της κατάστασης ασφαλείας της εν λόγω περιοχής η οποία έχει ομαλοποιηθεί.  Προκύπτει ότι το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα καταγράφηκαν μόνο 25 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 13 ανθρώπινες απώλειες.  Τα αναθεωρημένα στοιχεία, στη βάση της έρευνας του Δικαστηρίου, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός των επεισοδίων αυτών είναι χαμηλός, συνεπώς ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στο έδαφος της περιοχής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης.».

 

 

Κρίνουμε ότι δεν προβάλλεται τίποτε από πλευράς Εφεσείοντα που να θέτει εν αμφιβόλω -και δη με δικονομικά παραδεκτό τρόπο- τα πρωτόδικα ευρήματα για την κατάσταση ασφάλειας στο Καμερούν, ώστε να δικαιολογείται η παρέμβασή μας.

 

Το μόνο συγκεκριμένο που αναφέρει ο Εφεσείων στο περίγραμμά του (σελ. 6) είναι ότι:

«15. Περαιτέρω, σχετικά με την κατάσταση στο Amambra State τα περιστατικά ασφαλείας που καταγράφηκαν σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) ήταν 131 τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 198 ατόμων.».

Αυτή η αναφορά είναι ανεπαρκής για να στοιχειοθετήσει πιθανολόγηση ουσιώδους πλάνης από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου η οποία να δικαιολογεί την παρέμβασή μας, διότι –

(α) στην απουσία παραπομπής σε συγκεκριμένη επίσημη πηγή πληροφοριών για το Καμερούν που να θέτει εν αμφιβόλω τα πρωτόδικα ευρήματα (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 51/2022 Abdi ν. Δημοκρατίας, απόφαση Εφετείου ημερ. 19.12.2024), αυτή η αναφορά συνιστά δικονομικά απαράδεκτη μαρτυρία μέσω αγόρευσης (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 65/2023 Ejikeme ν. Δημοκρατίας, απόφαση Εφετείου ημερ. 29.1.2024

 

(β) ουδεμία εξήγηση υπάρχει για το πως οι αριθμοί τους οποίους επικαλείται ο Εφεσείων και οι οποίοι αφορούν το ‘Anambra State’ καθιστούν πιθανώς πεπλανημένους τους αριθμούς επισφαλών επεισοδίων και ανθρωπίνων απωλειών τους οποίους επικαλέστηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο και οι οποίοι αφορούν συγκεκριμένα την πόλη συνήθους διαμονής του Εφεσείοντα.

 

 

 

 

Καταληκτική κρίση του Δικαστηρίου:

Η έφεση απορρίπτεται.

Επιδικάζεται το ποσό των 2000 ευρώ, ως  κατ’ έφεση έξοδα, υπέρ της Εφεσίβλητης  και κατά του Εφεσείοντα.

 

 

                                                           Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Π. 

                                                                                   

                                                           Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

                                                           Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο