ΗΛΙΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 96/2025, 15/4/2025
print
Τίτλος:
ΗΛΙΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 96/2025, 15/4/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 96/2025)

 

15 Απριλίου 2025


[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

ΗΛΙΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ

Εφεσείων

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

‑‑‑‑‑‑‑-------------‑‑‑‑---‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑-----

Α. Σαουρής, για τον Εφεσείοντα

Ε. Κωνσταντίνου (κα), για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Παπαδοπούλου, Δ.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

        ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετωπίζει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας τέσσερεις κατηγορίες Συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154 (εφεξής «Π.Κ.») (Κατηγορίες 1, 7, 12 και 15), δύο κατηγορίες Νυχτερινής Διάρρηξης Κατοικίας κατά παράβαση του Άρθρου 292 του Π.Κ. (Κατηγορίες 2 και 8), δύο κατηγορίες Κλοπής από κατοικία κατά παράβαση του Άρθρου 266(β) του Π.Κ. (Κατηγορίες 3 και 9), μία κατηγορία Κατοχής διαρρηκτικού οργάνου κατά τη διάρκεια της νύχτας κατά παράβαση του Άρθρου 296(γ) του Π.Κ. (Κατηγορία 4), δύο κατηγορίες Παράνομης Κατοχής Περιουσίας κατά παράβαση του Άρθρου 309 του Π.Κ. (Κατηγορίες 5 και 6), τρεις κατηγορίες Κακόβουλης ζημιάς κατά παράβαση του Άρθρου 324 του Π.Κ. (Κατηγορίες 10, 14 και 17), δύο κατηγορίες Κλοπής κατά παράβαση των Άρθρων 255 και 262 του Π.Κ. (Κατηγορίες 11 και 16) και μία κατηγορία Διάρρηξης κτιρίου και κλοπής κατά παράβαση του Άρθρου 294 του Π.Κ. (Κατηγορία 13). Αφού η υπόθεση ορίστηκε για απάντηση επί των Κατηγοριών η Εφεσίβλητη ζήτησε όπως ο Εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τη δίκη. Το αίτημα στηρίχθηκε τόσο στον κίνδυνο φυγοδικίας όσο και στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων, αμφότεροι οι οποίοι κρίθηκαν ότι υφίσταντο.

 

        Με την υπό κρίση Έφεση προσβάλλεται η κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου και επί των δύο σημείων, με την εισήγηση αφενός ότι αυτό δεν αξιολόγησε σφαιρικά και ενδεδειγμένα τα υποκειμενικά στοιχεία του Εφεσείοντος και, αφετέρου, ότι δεν εξέτασε τους ισχυρισμούς του περί σκιών στη στάση των διωκτικών αρχών ως προς τον τρόπο καταχώρισης των υποθέσεων, το γεγονός της ύπαρξης λευκού ποινικού μητρώου και το ότι ο αριθμός των εκκρεμουσών υποθέσεων δεν έδειχνε τάση προς τη διάπραξη νέων αδικημάτων.

 

          Κρίνουμε χρήσιμη την ενασχόληση μας με το μέρος του Λόγου Έφεσης που άπτεται του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων πρώτα. Αυτό επειδή, όπως λέχθηκε στην Παναγή ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 214/24, ημερ. 22.10.2024:

 

          «Κατά ορθολογιστική σειρά ακολουθεί εξέταση του 6ου λόγου έφεσης που αφορά στον κίνδυνο διάπραξης νέων αδικημάτων. Τυχόν επικύρωση της εκκαλούμενης απόφασης επί του προκειμένου καθιστά ακαδημαϊκό εγχείρημα την εξέταση όλων των υπολοίπων λόγων έφεσης που άπτονται του κινδύνου φυγοδικίας, καθότι η απόλυση του Εφεσείοντος δεν θα μπορούσε να διαταχθεί με κατάλληλους όρους εγγύησης. Τούτο προκύπτει σαφώς από την υπόθεση Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, όπου λέχθηκε ότι:

 

              «.. από τη στιγμή που διαπιστώνεται η πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων και η πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων δεν παρέχεται πεδίο εξέτασης της εξασφάλισης της παρουσίας του κατηγορουμένου με εγγυήσεις. Η διασφάλιση της απρόσκοπτης πορείας της δικαιοσύνης και η αποτροπή διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελούν ζητήματα υψίστου δημοσίου συμφέροντος έναντι των οποίων πρέπει να υποχωρούν τα συμφέροντα των κατηγορουμένων περιλαμβανομένου και εκείνου της ατομικής ελευθερίας»».

 

        Οι βασικές αρχές που προκύπτουν από τη Νομολογία όσον αφορά στην εξέταση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων τίθενται στο πιο κάτω απόσπασμα από την Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 47/24, ημερ. 11.3.2024:

 

        «(1)  Για την κατάληξη σε συμπέρασμα περί ύπαρξης πιθανότητας διάπραξης άλλου αδικήματος δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία. Αρκεί αν με βάση όλα τα στοιχεία τα οποία τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα.

        (2)   Η πιθανολόγηση αναφέρεται σε ροπή προς το έγκλημα ή τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του κατηγορούμενου στο μέλλον, για την οποία το Δικαστήριο δύναται να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα, βασιζόμενο, μεταξύ άλλων, είτε στο ιστορικό του είτε στον χαρακτήρα του είτε στα περιστατικά της υπόθεσης ή σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της ή και σε διάφορες άλλες περιστάσεις.

        (3)   Τέτοια πιθανολόγηση δύναται μεταξύ άλλων να στοιχειοθετηθεί: (α) Από το ποινικό μητρώο του κατηγορούμενου ή από εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις ή ποινικές υποθέσεις των οποίων αναμένεται η καταχώριση, νοουμένου ότι αφορούν αδικήματα ίδιας ή παρόμοιας φύσης ή ανάλογης σοβαρότητας, (β) Από το μαρτυρικό υλικό και από τα περιστατικά της υπό εκδίκαση υπόθεσης, κρινόμενα στην όψη τους (όπως έγινε στην υπόθεση Matznetter v. Austria, Appl. 2178/64, ημερ. 10.11.69 και στις υποθέσεις Κωνσταντινίδη και Χριστούδια, ανωτέρω)».

 

        Στο Κατηγορητήριο που βρίσκεται ενώπιον μας ο Εφεσείων αντιμετωπίζει κατηγορίες που αφορούν σε έξι διαφορετικά περιστατικά διάρρηξης, κλοπής και παράνομης κατοχής περιουσίας που προκύπτουν από τέσσερεις διαφορετικούς ανακριτικούς φακέλους. Το ένα περιστατικό φέρεται να διαπράχθηκε τον Νοέμβριο 2023 ενώ τα υπόλοιπα σε διάφορες ημερομηνίες του Μαρτίου 2025. Η ευπαίδευτη συνήγορος για την Εφεσίβλητη ανέφερε ότι εναντίον του Εφεσείοντα καταχωρίστηκαν επιπλέον οι πιο κάτω υποθέσεις:

 

-           Υπόθεση αρ. 1241/25 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας για αδικήματα κατοχής διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός και παράνομης κατοχής περιουσίας που φέρονται να διαπράχθηκαν στις 20.5.2024.

-           Υπόθεση αρ. 14127/24 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού για αδικήματα συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατοχής διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός, παράνομης κατοχής περιουσίας και κλοπής, καθώς και αριθμό αδικημάτων που αφορούν σε τροχαία αδικήματα. Όλα τα αδικήματα φέρονται να διαπράχθηκαν στις 2.9.2024 και αφορούν σε τρεις διαφορετικούς ανακριτικούς φακέλους.

-           Υπόθεση αρ. 6981/21 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για αδικήματα συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, απόπειρας κλοπής, κακόβουλης ζημιάς και κατοχής διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός που φέρονται να διαπράχθηκαν στις 27.12.2020. Η υπόθεση διακόπηκε στις 23.9.2022 λόγω μη επίδοσης και εκκρεμεί η επανακαταχώριση της.

 

        Διερευνάται επιπλέον από τις ανακριτικές αρχές η υπόθεση με ΑΜΕ 14/24 (RCI) της Λεμεσού που αφορά σε αδικήματα διάρρηξης αποθηκών και κλοπής, της οποίας  επίσης  επίκειται η καταχώριση.

 

        Θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα ήταν πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο, παρότι κατέγραψε τις αρχές που διέπουν το ζήτημα, εντούτοις δεν προέβη στην αναγκαία διεργασία και δεν κατέληξε ότι υπάρχει τάση ή ροπή του Εφεσείοντα για διάπραξη αδικημάτων.

 

        Η εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους, εδράζεται δε επί αποσπασματικής ανάγνωσης της Πρωτόδικης Απόφασης. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε με λεπτομέρεια τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Εφεσείων, παραπέμποντας στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Παταΐσια, Ποιν. Έφ. 157/2024, ημερ. 30.9.2024 για το ότι η συμπερίληψη κατηγοριών από διάφορα περιστατικά σε ένα Κατηγορητήριο δεν αποστερεί από τον Γενικό Εισαγγελέα το δικαίωμα να επικαλεστεί πως υφίσταται κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων από τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο. Επεσήμανε και το ότι ο Εφεσείων αντιμετωπίζει τις άλλες υποθέσεις που αναγράφονται ανωτέρω και αφορούν σε παρόμοιας φύσης αδικήματα. Υπό τις περιστάσεις της παρούσας κρίνεται πως δεν ήταν απαραίτητη η εξειδικευμένη αναφορά περί ροπής του Εφεσείοντα, όπως εισηγείται ο συνήγορος. Αυτό επειδή προκύπτει ξεκάθαρα από το όλο κείμενο, δεδομένου ότι στην ίδια παράγραφο αμέσως πριν την κατάληξη παρατίθεται ανάλυση του πώς το Δικαστήριο εξάγει συμπεράσματα «…για την τάση ή τη ροπή ενός κατηγορούμενου…».

 

        Σημειώνουμε πως ό,τι εξετάζεται είναι το κατά πόσον από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία δημιουργείται ισχυρή εντύπωση περί ύπαρξης τέτοιου κινδύνου (βλ. Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας, (ανωτέρω), Παναγή ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 152/24 ημερ. 25.6.2024 και Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130).

 

        Από τα στοιχεία που είχε ενώπιον του το Πρωτόδικο Δικαστήριο και τον αριθμό υποθέσεων που εκκρεμούν εναντίον του Εφεσείοντα για παρόμοιας φύσης αδικήματα, όχι μόνο δεν διαπιστώνουμε σφάλμα, αλλά θα λέγαμε ότι η κατάληξη περί ύπαρξης κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων ήταν αναπόφευκτη.

 

        Η κατάληξη μας αυτή καθιστά αχρείαστη την εξέταση της παραμέτρου του κινδύνου φυγοδικίας.

 

        Κατ΄ επέκταση η Έφεση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.

 

 

                                                                            Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

                                                                            Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                            Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο