ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 51/2025, 17/11/2025
print
Τίτλος:
ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ.: 51/2025, 17/11/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 51/2025)

 

17 Νοεμβρίου 2025

 

[Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ‑ΜΕΣΣΙΟΥ, Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

______________________________

 

Α. Χρ. Αλεξάνδρου, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Αργυρού για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

 

ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.:  Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ασκώντας τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχεται από το Άρθρο 89 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, αποφάσισε να προχωρήσει στην ακρόαση της υπόθεσης εναντίον του εφεσείοντα και να αποφασίσει στην απουσία του. Τον έκρινε ένοχο για το αδίκημα της εξασφάλισης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση του Άρθρου 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154. Την ίδια ημέρα, στην απουσία του, του επέβαλε ποινή φυλάκισης 2 ετών αρχομένης από την ημερομηνία σύλληψής του από την Αστυνομία.

 

Με δέκα λόγους έφεσης προσβάλλεται η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προχωρήσει στην ακρόαση της υπόθεσης εναντίον του εφεσείοντα στην απουσία του, καθώς και η καταδίκη του και η ποινή η οποία του επιβλήθηκε.

 

Θα εξετάσουμε πρώτα τον δεύτερο λόγο έφεσης με τον οποίο προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε λανθασμένα και κατά παράβαση των αρχών της νομολογίας τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχει το Άρθρο 89 του Κεφ. 155. Προσεγγίζουμε τον πιο πάνω λόγο έφεσης, υπό το φως των πιο κάτω λεχθέντων στην υπόθεση ΑΝΔΡΕΑΣ Γ. ΖΟΡΠΑΣ, ΔΙΕΞΑΓΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΘΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΩΝΥΜΙΑ AG ZORPAS TRAVEL v. ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. E187/2022, ημερομηνίας 8.9.2025:

 

«Στην εξέταση των υπό κρίση λόγων έφεσης, έχουμε κατά νου ότι το τι εξετάζουμε είναι τον τρόπο που το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του εξουσία. Όπως έχει νομολογηθεί, το Εφετείο δεν εξετάζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης στη βάση υποκειμενικής κρίσης. Ως εξηγείται στην ΛΥΣΙΩΤΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, (2000) 1 ΑΑΔ 364:

«Πρόκειται για απόφαση που απορρέει από την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται,

(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.

(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 Α.Α.Δ. 710).

(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892).»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε πρώτα στο ιστορικό της υπόθεσης, παρέθεσε αποσπάσματα από νομολογία στην οποία εφαρμόστηκε ή αναφέρθηκε το Άρθρο 89 του Κεφ. 155, ήτοι τις υποθέσεις ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ ΜΑΡΙΟΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ  ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ (2007) 2 ΑΑΔ 193, ΠΟΤΑΜΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ν. ΑLPHA BANK CYPRUS LTD, ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ ΩΣ ALPHA BANK LTD (2012) 2 ΑΑΔ 167, ΛΟΥΚΑΪΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ (2014) 2 ΑΑΔ 884, SUREFOOD LTD ν. ΜΙΧΑΗΛ, Ποινική Έφεση Αρ. 46/2015, ημερομηνίας 7/11/2018 και UNIFRAME LTD v. ΦΥΛΑΚΤΟΥ, Ποινική Έφεση Αρ. 79/2021, ημερομηνίας 23.3.2022, ECLI:CY:AD:2022:B135. Κατέληξε δε ότι:

 

«Έχοντας υπόψιν όλα τα ανωτέρω θα συμφωνήσω με τον κύριο Αργυρού ότι δεν είναι απλά δικαίωμα αλλά και υποχρέωση του κατηγορουμένου να είναι παρών στο Δικαστήριο (βλ. Γ.Μ. Πική, «ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ», 2η αναθεωρημένη έκδοση, σελ.139). Θεωρώ ότι στην παρούσα υπόθεση πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 89(1) του Κεφ.155 και είναι προς το συμφέρον της Δικαιοσύνης να προχωρήσει η παρούσα υπόθεση στην απουσία του Κατηγορουμένου. Ως εκ τούτου ορίζεται για απόδειξη στις 02/08/2024 η ώρα 9:30

 

 Σημειώνουμε ότι στη σελίδα από το εν λόγω σύγγραμμα, στην οποία βάσισε το σκεπτικό του το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφέρεται, με παραπομπή στην υπόθεση THE REPUBLIC ν. NICOS DEMETRIADES AND ANOTHER (1973) 2 CLR 289, ότι κατ’ εξαίρεσιν, το Δικαστήριο μπορεί, κατά την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, να προχωρήσει στην εκδίκαση σοβαρής ποινικής υπόθεσης στην απουσία του κατηγορουμένου. Με παραπομπή δε στην αγγλική απόφαση R. v. JONES (R.E.W.) (No. 2) (1972) 2 All E.R. 731, αναφέρεται ότι «λόγοι σχετιζόμενοι με την πρέπουσα λειτουργία της δικαιοσύνης, μπορεί να επιβάλουν αυτήν την επιλογή, κυρίως όπου η απουσία του κατηγορουμένου είναι προϊόν ηθελημένης πράξης, σκοπούσας να υπονομεύσει το θεμέλιο της δικαιοσύνης».  

 

Επισημαίνουμε ότι η πιο πάνω αναφερόμενη στο εν λόγω απόσπασμα υπόθεση DEMETRIADES, δεν αφορούσε ερμηνεία του Άρθρου 89 του Κεφ.155. Αφορούσε υπόθεση ενώπιον Κακουργοδικείου και το εκεί επίδικο ζήτημα ήταν κατά πόσον η εν λόγω διαδικασία μπορούσε να προχωρήσει, εν όψει της άρνησης του κατηγορουμένου, ο οποίος τελούσε υπό κράτηση, να παραστεί στη δίκη του. Το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρθηκε στην αγγλική απόφαση R. v. JONES (R.E.W.) (No. 2), (1972) 2 All E.R. 731 και την εκεί υιοθέτηση της παλαιότερης R. v. ABRAHAMS [1895] 21 V.L.R. 343, στις οποίες εξετάστηκε η εγγενής εξουσία του Δικαστηρίου να ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια, ώστε να προχωρεί στην εκδίκαση ποινικής υπόθεσης στην απουσία κατηγορουμένου, ο οποίος αποποιείται («waives») το δικαίωμα παράστασής του.

 

Επισημαίνουμε περαιτέρω, ότι αναφορά στην πιο πάνω αγγλική R. v. JONES (R.E.W.) (No. 2) (ανωτέρω), έγινε και στο πλαίσιο ερμηνείας του εδώ εφαρμοζόμενου Άρθρου 89 του Κεφ. 155  στην ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΝΙΚΟΣ ν. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ (2016) 2 Α.Α.Δ. 816. Λέχθηκαν τα εξής:

 

«Είναι γεγονός ότι η παρουσία ενός κατηγορουμένου σε μια δίκη μπορεί ταυτόχρονα να νοηθεί και σαν δικαίωμα και σαν υποχρέωση. Η διφυής αυτή φύση διέπεται από τις αρχές που αφορούν την προστασία της έννομης τάξης η οποία καθορίζεται από την ανάγκη σεβασμού της δικαστικής διαδικασίας ως προαπαιτούμενο για την ύπαρξη της. Επίσης διέπεται από τις αρχές προστασίας του ατομικού δικαιώματος της παρουσίας ενός ατόμου σε διαδικασία που τον αφορά, ποινικής υφής, με τις συνέπειες που μπορεί αυτή να έχει.

Σύμφωνα με την υπάρχουσα νομολογία, αλλά και το κείμενο του πιο πάνω άρθρου, το θέμα ανάγεται - και σωστά - σαν θέμα που αφορά άσκηση διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, ως του μόνου κριτή εξισορρόπησης της διφυούς φύσεως της παρουσίας του κατηγορούμενου, ανάλογα ως δικαιώματος και ως υποχρεώσεως. 

Η συμπεριφορά του ίδιου του κατηγορούμενου σε συνάρτηση με τη φύση της υπόθεσης και την ποινή που δύναται να επιβληθεί είναι δύο βασικοί παράμετροι που το Δικαστήριο πρέπει να έχει κατά νου ασκώντας τη σχετική διακριτική του εξουσία. Ωστόσο και σε σοβαρές υποθέσεις το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει στην εκδίκαση στην απουσία του κατηγορουμένου, αν η απουσία του είναι αποτέλεσμα οικειοθελούς πράξης με σκοπό την παρεμπόδιση της πορείας της δικαιοσύνης.

Στην υπόθεση R. v. Jones (RE W)(No 2) [1972] 2 All E.R. σελ. 731 τονίστηκε πως παρόλο ότι ως γενικός κανόνας ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα να είναι παρών στη δίκη του, εάν οικειοθελώς απεκδύεται του δικαιώματος του, το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να συνεχίσει την διαδικασία στην απουσία του.  Το Αγγλικό Εφετείο έκρινε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε την διακριτική του εξουσία να συνεχίσει στην απουσία του κατηγορούμενου αφού ενώ γνώριζε την ημέρα συνέχισης της δίκης, παρέλειψε να εμφανισθεί

 

Είναι, θεωρούμε, ουσιώδες ότι στην υπόθεση ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τις περιστάσεις που αφορούσαν την συμπεριφορά του εφεσείοντα στην ενώπιόν του υπόθεση, κατέληξε ως εξής:

 

«Ως εκ των πιο πάνω είναι φανερό ότι είναι ο ίδιος ο εφεσείων ο οποίος απεκδύθηκε του δικαιώματος του να είναι παρών στη δίκη του, δείχνοντας αδιαφορία για την εξέλιξη και το αποτέλεσμα της. Παρόμοια ήσαν τα περιστατικά στην υπόθεση R. v. Jones (ανωτέρω)

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές, καθίσταται προφανές ότι στην υπό κρίση υπόθεση, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εκτίμησε και δεν συνυπολόγισε το κατά πόσον η συμπεριφορά του εφεσείοντα, δείκνυε ότι είχε αποποιηθεί του δικαιώματός του να παραστεί στη δίκη του.

 

Περαιτέρω, τονίζουμε ότι στην ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (ανωτέρω), υιοθετήθηκε και το πιο κάτω απόσπασμα από την ΠΟΤΑΜΟΣ ν. ALPHA BANK CYPRUS (LTD) (2012) 2 A.A.Δ. 167:

 

«Είναι καλά νομολογημένη αρχή ότι κατηγορούμενος σε ποινική υπόθεση έχει δικαίωμα να είναι παρών κατά τη δίκη του και να ακούεται, γι' αυτό, άλλωστε, κλητεύεται. Σε περιπτώσεις συνοπτικής δίκης, το ζήτημα της παρουσίας ή μη κατηγορουμένου διέπεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 89(1) του Νόμου. Κατά πόσο το πρωτόδικο δικαστήριο θα προχωρήσει στην απουσία κατηγορουμένου να ακούσει την υπόθεση και να επιβάλει ποινή ή να εκδώσει ένταλμα σύλληψης για να είναι αυτός παρών, επαφίεται στη διακριτική του εξουσία, η οποία ασκείται δικαστικά. Κατά την άσκησή της, λαμβάνονται υπόψη διάφοροι παράγοντες, όπως η φύση και η σοβαρότητα των κατηγοριών, κατά πόσο αυτές ενέχουν το στίγμα της ανεντιμότητας, το είδος και το ύψος της ποινής που επιβάλλεται για τέτοιου είδους κατηγορίες, εάν ο κατηγορούμενος βαρύνεται ή όχι με προηγούμενες καταδίκες - (βλ. Niazi v. Police 19 C.L.R. 127· Michael a.o. v. Police (1987) 2 C.L.R. 78 και Αριστοδήμου v. Κ.Ο.Τ. (2007) 2 Α.Α.Δ. 193) - κατά πόσο αυτός έχει παραιτηθεί οικειοθελώς του δικαιώματος να είναι παρών, ή, καίτοι απών, εκπροσωπείται από συνήγορο και δηλώνει ότι επιθυμεί να είναι παρών.»

 

Προκύπτει, από το πιο πάνω λακωνικό σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι, στην υπό κρίση υπόθεση, δεν έλαβε υπόψη, ούτε τη φύση των κατηγοριών, ούτε το ύψος της ποινής που επιβάλλεται από τον σχετικό νόμο. Δεν παραγνωρίζουμε, ότι ορθά έλαβε υπόψη την υπόθεση SUPERFOOD (ανωτέρω). Θεωρούμε σχετικό παράγοντα, που δύναται να ληφθεί υπόψη, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, τα όσα λέχθηκαν στην SUPERFOOD (ανωτέρω) περί της ανάγκης της διασφάλισης του κύρους της διαδικασίας και την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος με το να περατώνονται οι δίκες σε εύλογο χρόνο. Εντούτοις, τονίζουμε ότι, όπως και στην ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (ανωτέρω), στην υπόθεση ΔΟΞΑΚΗ v. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 68/2021, ημερομηνίας 13.12.2021, ECLI:CY:AD:2021:B566, εξετάστηκαν οι διάφοροι παράγοντες που δέον να λαμβάνονται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου στο πλαίσιο του Άρθρου 89 του Κεφ.155  και λέχθηκαν τα εξής, τα οποία είναι καίρια στην υπό κρίση υπόθεση:

 

«Η συμπεριφορά του ίδιου του κατηγορούμενου σε συνάρτηση με τη φύση της υπόθεσης και την ποινή που δύναται να επιβληθεί ξεχωρίζουν ως οι πλέον δύο βασικοί παράμετροι που το Δικαστήριο πρέπει να έχει κατά νου ασκώντας τη σχετική διακριτική του εξουσία 

 

Επομένως, για να αποφασίσει το Δικαστήριο κατά πόσο θα προχωρήσει στην απουσία του κατηγορουμένου, δυνάμει του Άρθρου 89 του Νόμου, θα πρέπει να προβεί στη δέουσα διεργασία, εξετάζοντας όλα τα ως άνω στοιχεία, ως καταγράφονται στα αποσπάσματα ανωτέρω, ώστε να καταλήξει, αιτιολογημένα, για το πως κρίνει ότι θα πρέπει να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπό τα δεδομένα της υπόθεσης ενώπιόν του. Στην προκειμένη περίπτωση, ελλείπει αυτή η διεργασία και είναι εδώ που έγκειται το σφάλμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε, εφόσον κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, εφάρμοσε πλημμελώς τις αρχές δικαίου που αφορούν στην ερμηνεία του Άρθρου 89 του Κεφ.155, εφόσον δεν συνυπολόγισε όλους τους σχετικούς παράγοντες όπως αναλύονται στην πιο πάνω νομολογία. Ο δεύτερος λόγος έφεσης είναι βάσιμος και επιτυγχάνει. Η επιτυχία του, καθιστά την εξέταση των λοιπών λόγων έφεσης αχρείαστη.

 

Τίθεται, όμως, το ερώτημα κατά πόσο θα πρέπει να διαταχθεί επανεκδίκαση. Γνώμονας για την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου κατά πόσο δικαιολογείται ή μη επανεκδίκαση μίας υπόθεσης είναι πάντοτε το συμφέρον της δικαιοσύνης. (ASSADOURIAN v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, (1995) 2 Α.Α.Δ. 279, ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ v. ΧΑΛΗΛ, (2010) 2 Α.Α.Δ. 87, ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ v. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, (1990) 2 Α.Α.Δ. 133, ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ v. HASSAN FARHAT, Ποινική Έφεση Αρ. 107/2025, ημερομηνίας 15.10.2025).

 

Στην παρούσα υπόθεση, ο χρόνος διάπραξης των κατ’ ισχυρισμόν αδικημάτων ανάγεται στο έτος 2015. Η δε επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των 2 ετών, ενεργοποιήθηκε τη 15.12.2024 κατά τη σύλληψη του εφεσείοντα και ως εκ τούτου, ο εφεσείων έχει εκτίσει περίπου το ήμισυ της. Παρά τη στάση που ο εφεσείων φέρεται να τήρησε, ως προς την παρουσία του στη δίκη του, τα ως άνω δεδομένα μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι διαταγή για επανεκδίκαση δεν θα εξυπηρετούσε το συμφέρον της δικαιοσύνης. 

 

Επομένως, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την εφαρμογή του Άρθρου 89 του Κεφ.155 παραμερίζεται συμπαρασύροντας την καταδίκη του εφεσείοντα και την επιβολή ποινής, οι οποίες επίσης παραμερίζονται.

 

Ο εφεσείοντας να αφεθεί ελεύθερος.

 

 

 

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.

 

 

Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο