
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 36/2024)
10 Φεβρουαρίου 2025
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]
ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 170/2024
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155,4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ G.D.L. TRADING LTD ΕΚ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ G.D.L TRADING LTD KAI CONSTANTINOS G. LORDOS’ SONS & CO LTD ΕΚ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΗΜΕΡ. 13/09/2024 ΣΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 112/23 (I-JUSTICE)
Β. Χριστοδουλίδου (κα), για Μαυρομμάτης & Χριστοδουλίδου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
.........................
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και
θα δοθεί από τον Δαυίδ, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΑΥΙΔ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης αποτελεί η απόφαση που εκδόθηκε στο από το Ανώτατο Δικαστήριο στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας Δικαιοδοσίας του (πρωτόδικο Δικαστήριο), στις 13.11.2024, στην Πολιτική Αίτηση Αρ.170/2024. Με την ως άνω απόφαση του, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την μονομερή αίτηση που οι εφεσείουσες καταχώρησαν για την εξασφάλιση άδειας καταχώρησης αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (κατώτερο Δικαστήριο), ημερ. 13.09.2024, με την οποία δόθηκαν οδηγίες για δημοσιεύσεις της Γενικής Εταιρικής Αίτησης υπ’ αρ.112/2023 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σε μία εφημερίδα καθημερινής κυκλοφορίας.
Για σκοπούς πληρέστερης κατανόησης των ζητημάτων που απασχολούν στην παρούσα, ως έχουν οριοθετηθεί από τις Εφεσείουσες, κρίνεται επιβεβλημένη η παράθεση, αδρομερώς και στον βαθμό που ενδιαφέρουν για σκοπούς της παρούσας, των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό συζήτηση υπόθεση, ως αυτά τέθηκαν υπόψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η ως άνω Γενική Εταιρική Αίτηση 112/2023, καταχωρίστηκε από την εταιρεία D.C.G. Holdings Ltd (DCG) εναντίων των εταιρειών GDL και CLS. Η DCG είναι μέτοχος μειοψηφίας της GDL, της οποίας μέτοχος πλειοψηφίας είναι η CLS. Στην ως άνω Αίτηση αξιώνονται θεραπείες για εξαγορά των μετοχών της μετόχου μειοψηφίας από την μέτοχο πλειοψηφίας ή διαζευκτικά, για την εκκαθάριση της GDL. Στις 11.06.2024, ενώ στο μεταξύ η καθ’ ων η αίτηση εταιρείες καταχώρησαν ένσταση, το κατώτερο Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της Εταιρικής Αίτησης χωρίς τη φυσική παρουσία των Δικηγόρων των δύο πλευρών, όρισε την τελευταία για ακρόαση, δίδοντας παράλληλα οδηγίες για δημοσίευση της γνωστοποίησης της αίτησης και της ημερομηνίας ακρόασης της. Στις 13.06.2024, οι Δικηγόροι των δύο πλευρών, μέσω ηλεκτρονικής επικοινωνίας, δήλωσαν στο κατώτερο Δικαστήριο ότι δεν θεωρούσαν αναγκαία τη δημοσίευση της Αίτησης λόγω της φύσης της υπόθεσης και ζήτησαν αναθεώρηση των οδηγιών του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο όρισε την Εταιρική Αίτηση για οδηγίες, στις 13.09.2024, όπου και άκουσε τις δύο πλευρές επί του ζητήματος. Την ίδια ημέρα εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφήνοντας τις ίδιες οδηγίες όσον αφορά τη δημοσίευση της Αίτησης και επαναπρογραμματίζοντας την ημερομηνία ακρόασης της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στην εξέλιξη των γεγονότων που περιβάλλουν την περίπτωση, ως επίσης στα αιτητικά της Γενικής Εταιρικής Αίτησης υπ’ αρ.112/2023, υποδεικνύοντας ότι το αίτημα για έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης της εταιρείας GDL δεν εγκαταλείφθηκε από την αιτήτρια, παρέπεμψε στο γεγονός ότι η έκδοση οδηγιών από το κατώτερο Δικαστήριο για δημοσίευση της πιο πάνω Εταιρικής Αίτησης ήταν αποτέλεσμα άσκησης διακριτικής εξουσίας και ευχέρειας, πραγματικότητα που αποκλείει τον έλεγχο μέσω προνομιακού εντάλματος. Ως εκ τούτου απέρριψε την Αίτηση.
Η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου προσβάλλεται με τέσσερις λόγους Έφεσης. Με το 1ο λόγο Έφεσης, προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει εάν στα πλαίσια της Γενικής Εταιρικής Αίτησης θα μπορούσε να χορηγηθεί διάταγμα εκκαθάρισης της GDL και κατ’ επέκταση, κατά πόσον δικαιολογούνταν οι οδηγίες του κατώτερου Δικαστηρίου για δημοσίευση της. Με τον 2ο λόγο Έφεσης, οι εφεσείουσες υποστηρίζουν ότι εσφαλμένα κρίθηκε πως το ζήτημα των οδηγιών για δημοσίευση της Εταιρικής Αίτησης εμπίπτει στην διακριτική ευχέρεια του κατώτερου Δικαστηρίου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να εκδοθεί ένταλμα της φύσης Certiorari προς ακύρωση των οδηγιών του τελευταίου. Με τον 3ο λόγο Έφεσης, προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του ότι η διαζευκτική αξίωση για διάταγμα εκκαθάρισης της GLD, δεν εγκαταλείφθηκε από την αιτήτρια στην Εταιρική Αίτηση, ενώ με τον 4ο λόγο Έφεσης, υποδεικνύεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη, αφενός ότι η αιτήτρια και η καθ’ ων η αίτηση στην Εταιρική Αίτηση συμφώνησαν ότι δεν είναι αναγκαίο αυτή να δημοσιευτεί και αφετέρου, παρέλειψε να εξετάσει τη ζημιά που θα προκληθεί στις αιτήτριες στην παρούσα και κατ’ επέκταση σε όλους τους μετόχους από τη δημοσίευση.
Η διαχρονική και καλά εδραιωμένη νομολογία, καταδεικνύει ότι τα Προνομιακά Εντάλματα, ως κατάλοιπο της εξουσίας του Ανώτατου Δικαστηρίου για έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, χορηγούνται κατ’ εξαίρεση. Πρόκειται για δικαιοδοσία που ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ. Παρέχεται κατά προνόμιο, όπου από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου διαφαίνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη ή μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Σύγγραμμα Π. Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις», σελ. 109 κ.ε., Αναφορικά με την Αίτηση του Α. Κωνσταντινίδη (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1298).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσία του, εξετάζοντας κατά πόσο θα παράσχει ή όχι άδεια καταχώρησης αίτησης δια κλήσεως για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, ασκεί διακριτική ευχέρεια. Για την παραχώρηση δε σχετικής άδειας, πρέπει να καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση, με την έννοια της ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης αναφορικά με το θέμα που εγείρεται. (Ιn Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250 και Αναφορικά με την Αίτηση των Aristo Developers Ltd, Αλκιβιάδη Γαβριηλίδου και της Λυδίας Μελίσσα Γαβριηλίδου, Πολιτική Έφεση αρ. 10/2022, ημερ. 6.7.2023).
Στην Στυλιανού (2015) 1(Β) Α.Α.Δ 1382, με παραπομπή σε παλαιότερες επί του ζητήματος αποφάσεις, έγινε ειδικότερη αναφορά στις περιπτώσεις που δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου, σε εφέσεις για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων. Παρέχεται αυτή η δυνατότητα, στις περιπτώσεις:
«(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd ν. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892). »
Με δεδομένο ότι ο 1ος και 3ος λόγοι Έφεσης αφορούν το ζήτημα της εκκαθάρισης της εταιρείας GDL, ως τούτο περιλαμβάνεται στο αιτητικό της Γενικής Εταιρικής Αίτησης, κατά πόσο δηλαδή θα έπρεπε να εξεταστεί από το κατώτερο Δικαστήριο αν θα μπορούσε να χορηγηθεί ως θεραπεία και κατ’ επέκταση αν δικαιολογούνταν οι οδηγίες για δημοσίευση της αίτησης (1ος λόγος Έφεσης), και κατά πόσο εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του ότι η διαζευκτική αξίωση για διάταγμα εκκαθάρισης της GDL δεν εγκαταλείφθηκε από την αιτήτρια στην Γενική Εταιρική Αίτηση (3ος λόγος Έφεσης), ως συναρτώμενοι μεταξύ τους, κρίνεται πρόσφορο να εξεταστούν από κοινού.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η αξίωση για εκκαθάριση της εταιρείας GDL, αποτελεί ένα από τα αιτητικά της Γενικής Εταιρικής Αίτησης 112/2023. Αίτημα, μάλιστα, που η πλευρά της αιτήτριας στην Εταιρική Αίτηση 112/2023, όχι μόνο δεν εγκατέλειψε, αλλά μέσω του δικηγόρου της δήλωσε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου πως προωθείται στη βάση του άρθρου 202 του Κεφ. 113 και οποιωνδήποτε προνοιών σχετίζονται με αυτό, διευκρινίζοντας παράλληλα ότι η μη συμπερίληψη στην νομική βάση της αίτησης του άρθρου 211 (στ), του Κεφ. 113, θα πρέπει να οφείλεται σε λάθος κατά τη σύνταξη της αίτησης.
Με δεδομένη τη θέση της αιτήτριας στη Εταιρική Αίτηση, ότι δεν εγκαταλείπει το αίτημα για εκκαθάριση της GDL, τυχόν ουσιαστική ενασχόληση και κατ’ επέκταση Δικαστική κρίση για το βάσιμο ή μη του συγκεκριμένου αιτήματος, στο πρώιμο εκείνο στάδιο, χωρίς καν την προώθηση συγκεκριμένου αιτήματος για διαγραφή ή απόρριψη του συγκεκριμένου αιτητικού, κατά τρόπο που η πλευρά της αιτήτριας στην Εταιρική Αίτηση 112/2023, θα είχε την δικονομική δυνατότητα ανάλογα να τοποθετηθεί, θα αποτελούσε σφάλμα. Το ζήτημα, ως και τα υπόλοιπα που προωθούνται μέσω της ως άνω Εταιρικής Αίτησης, θα αποτελέσει ασφαλώς αντικείμενο εξέτασης και Δικαστικής κρίσης κατά την ακρόαση της Εταιρικής Αίτησης, στην απαιτούμενη έκταση και βάθος, όπου οι πλευρές θα έχουν την ευκαιρία να προβάλουν τις θέσεις τους τόσο σε ουσιαστικό όσο και σε δικονομικό επίπεδο. Η «απαίτηση» της πλευράς των αιτητών, όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο προχωρήσει στην εξέταση της βασιμότητας, σε ουσιαστικό επίπεδο, αιτητικού που αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης και συζήτησης στην προγραμματισμένη ακρόαση της Γενικής Εταιρικής Αίτησης, θα αποτελούσε εξέλιξη έξω από τα δικαιοδοτικά πλαίσια στα οποία είναι οριοθετημένη και θα πρέπει να ασκείται η εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου, μέσω της προνομιακής του δικαιοδοσίας.
Ούτε το γεγονός της λήψης υπόψη από το κατώτερο Δικαστήριο των θέσεων της πλευράς της αιτήτριας στην Εταιρική Αίτηση 112/2023, όσον αφορά την μη εγκατάλειψη του αιτητικού για εκκαθάριση της GDL, δικαιολογούν την αιτούμενη παρέμβαση. Αντίθετα, αποτελεί στοιχείο που λήφθηκε υπόψη στο πλαίσιο των εξουσιών του κατώτερου Δικαστηρίου, έχοντας προφανώς τη δική τους σημασία για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του τελευταίου όσον αφορά την έκδοση των σχετικών οδηγιών δημοσίευσης της Εταιρικής Αίτησης.
Συνακόλουθα ο 1ος και ο 3ος λόγοι Έφεσης, απορρίπτονται.
Όσον αφορά τον 2ο και 4ο λόγους Έφεσης, δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Το ζήτημα της έκδοσης οδηγιών για δημοσίευση της αίτησης για διάλυση εταιρείας, πριν από την ακρόαση, συνιστά θέμα που ανάγεται αποκλειστικά στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Τέτοια δημοσίευση, ως υποδεικνύεται από τη νομολογία, αποτελεί ορθή πρακτική, που στοχεύει στη γνωστοποίηση της αίτησης σε κάθε τυχόν ενδιαφερόμενο (K.M.C. Motors v. Jorephanico Trading (1984) 1 C.L.R. 390 και Urals Energy Public Company Ltd (Αρ.2) (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1772). Στην υπό συζήτηση περίπτωση, το Δικαστήριο έκρινε, αντίθετα με την σχετική εισήγηση των δικηγόρων ότι θα έπρεπε να γίνουν οι δημοσιεύσεις. Απόφαση στην οποία δεν φαίνεται να εμφιλοχώρησε οποιοδήποτε νομικό σφάλμα. Είναι καλά εδραιωμένο, νομολογιακά, ότι η ορθότητα απόφασης που το Δικαστήριο λαμβάνει κατ’ ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας, δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα (Αναφορικά με τον Gennaro Perella (1995) 1(A) Α.Α.Δ. 356). Συνακόλουθα, τυχόν απόπειρα του Δικαστηρίου να συζητήσει περεταίρω τα ζητήματα που προβάλλονται στον 2ο και 4ο λόγους Έφεσης, καθίσταται άνευ αντικειμένου.
Ως εκ τούτου ο 2ος και 4ος λόγοι Έφεσης απορρίπτονται.
Στη βάση όλων όσων πιο πάνω έχουν αναφερθεί, καθίσταται σαφές ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση, δεν δικαιολογείται η αιτούμενη παρέμβαση μας προς ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Η έφεση απορρίπτεται.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
/ΧΧ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο