ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Α. Μ. ΜΕ Α.Δ.Τ.[ ]], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ Ε-ΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS, Πολιτική Αίτηση Αρ. 80/2025, 7/5/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Α. Μ. ΜΕ Α.Δ.Τ.[ ]], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ Ε-ΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS, Πολιτική Αίτηση Αρ. 80/2025, 7/5/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 80/2025)

 

7 Μαΐου, 2025

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Α. Μ. ΜΕ Α.Δ.Τ.[ ]], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ ΡΕΥΣΤΟΠΟΙΗΣΙΜΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 05/03/2025, ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ.64/25 ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ Α/ΑΣΤ.4562 Π. ΠΗΛΑΚΟΥΤΑ, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΙΑΤΑΧΘΗΚΕ Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΠΟΙΗΣΙΜΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΤΩΝ €243.950 ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑΤΑ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΕΥΡΕΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΟΙΚΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΔΟΥ [ ].

Β. Ακάμας για Βίκτωρ Φ. Ακάμας Δ.Ε.Π.Ε. και για Marios Karaiskos LLC, για τον Αιτητή.

...................

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

  ΕΦΡΑΙΜ, Δ.Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με την απόφαση και ή το διάταγμα δέσμευσης ρευστοποιήσιμης περιουσίας το οποίο εκδόθηκε στις 5.3.2025 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην Αίτηση Αρ. 64/25, για το ποσό των €243.950 το οποίο ανευρέθηκε στην οικία στην οποία διαμένει με τους γονείς του.  

Σημειώνεται ότι το αιτητικό με το οποίο ζητείτο άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus διατάσσοντος την επιστροφή του ποσού των €9.000 στον Αιτητή απεσύρθη πριν την εξέταση της αίτησης καθότι, όπως δηλώθηκε από τον δικηγόρο του Αιτητή, αυτό επιστράφηκε στον τελευταίο.

        Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

(i)       Το κατώτερο Δικαστήριο παραβίασε τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης καθότι διέταξε τη δέσμευση του ποσού των €9.000, περιουσία του Αιτητή, χωρίς αυτός να ήταν διάδικο μέρος στη σχετική διαδικασία, ήτοι στην Αίτηση Αρ. 64/25.

 

(ii)      Η προσβαλλόμενη απόφαση και ή διάταγμα εκδόθηκε με δόλο και ή είναι προϊόν απόκρυψης και ή μη συμπερίληψης ουσιωδών στοιχείων από τον ενόρκως δηλούντα στο πλαίσιο της Αίτησης Αρ. 64/25.

 

(iii)     Ως εκ των όσων αναφέρονται στην παρ. (i) ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει καθότι επηρεάζει δραστικά και αρνητικά τα περιουσιακά συμφέροντα του Αιτητή.

 

(iv)    Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα του Αιτητή στην άσκηση εργασίας, κατοχής και απόλαυσης περιουσίας, ίσης μεταχείρισης και προστασίας έναντι του νόμου και προσφυγής σε αρμόδιο Δικαστήριο για προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του.

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των ενταλμάτων Certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Πρόκειται για δικαιοδοσία η οποία ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ, πάντοτε κατά προνόμιο, όταν από το ίδιο το πρακτικό του Δικαστηρίου διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, πλάνη περί το Νόμο, δόλος, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει συζητήσιμη υπόθεση. Ακόμα και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν χορηγείται άδεια όταν προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία, συνήθως, αυτό της έφεσης, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας. 

        Το άρθρο 14(1) του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007 έως 2025 (ο Νόμος), δίδει εξουσία στο Δικαστήριο να εκδίδει διάταγμα δέσμευσης περιουσίας και διορισμού παραλήπτη για την ανάληψη κατοχής, ελέγχου και διαχείρισης της εν λόγω περιουσίας. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 14(5), τέτοιο διάταγμα εκδίδεται κατόπιν μονομερούς αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα και περιλαμβάνει πρόνοια για την επίδοση ειδοποίησης προς όλα τα επηρεαζόμενα από το διάταγμα πρόσωπα. Με βάση το άρθρο 14(6)(α), το διάταγμα δύναται να ακυρωθεί ή τροποποιηθεί αναφορικά με την περιουσία που επηρεάζεται.

        Το προσβαλλόμενο διάταγμα δέσμευσης εκδόθηκε στις 5.3.2025 στο πλαίσιο της μονομερούς Αίτησης Αρ. 64/25 η οποία καταχωρίστηκε από τον Γενικό Εισαγγελέα εναντίον των Π. Μ., πατέρα του Αιτητή, και της εταιρείας Pag Motors Ltd. Ο Π. είναι ο διευθυντής και γραμματέας της εταιρείας στην οποία εργοδοτείται ο υιός του, Αιτητής.

        Στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την Αίτηση, ο Α/Αστ. 4562 ανέφερε πως λήφθηκε πληροφορία ότι ο Π. Μ. κατέχει αρκετά χρήματα σε μετρητά και πιστόλι, ότι τα χρήματα προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες, όπως τοκογλυφία και αγοραπωλησία κλοπιμαίων οχημάτων από την Αγγλία και ότι ο Π. δίδει μέρος αυτών στη σύζυγο και στον υιό του, τον Αιτητή, για να τα φυλάσσουν στο σπίτι. Έτσι εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας, μεταξύ άλλων, της οικίας του. Κατά την έρευνα, η οποία έγινε στην παρουσία του ιδίου, της συζύγου και του Αιτητή, εντοπίστηκε το ποσό των €243.950, για το οποίο τόσο ο Π. όσο και ο Αιτητής παρέδωσαν γραπτές δηλώσεις στις οποίες αναφέρουν πως το εν λόγω ποσό είναι ιδιοκτησία της εταιρείας Pag Motors Ltd εφόσον οι πελάτες της αγοράζουν οχήματα με μετρητά. Ο Π. παρέδωσε επίσης σχετικά αποδεικτικά για την πώληση οχημάτων και την είσπραξη μετρητών. Σύμφωνα πάντα με τον ενόρκως δηλούντα, οι ισχυρισμοί και τα έγγραφα έτυχαν διερεύνησης από την Αστυνομία και προέκυψαν ερωτήματα για την αλήθεια των ισχυρισμών του Π.. Ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι το ανακριτικό έργο βρίσκεται σε εξέλιξη και λόγω του ότι πρόκειται για μεγάλο ποσό μετρητών η προέλευση του οποίου διερευνάται, είναι αναγκαία η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος δέσμευσης, ενόψει και του ότι επίκειται η έναρξη ποινικής διαδικασίας εναντίον του Π. για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

        Σύμφωνα με το τεθέν υλικό ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, διαφαίνεται ότι το υπό δέσμευση ποσό των €243.950 εντοπίστηκε στην οικία όπου διαμένουν τόσο ο Π. όσο και ο Αιτητής, στο πλαίσιο έρευνας που διενεργήθηκε στις 21.1.2025, δυνάμει δικαστικού εντάλματος έρευνας ημερ. 20.1.2025. Το ένταλμα έρευνας εξεδόθη για την έρευνα στην οικία και υποστατικά του Π. αναφορικά με τα αδικήματα κατοχής πυροβόλου όπλου και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Το ποσό των €234.950 εντοπίστηκε στην κατοχή του Π. και το παρέδωσε ο ίδιος στην Αστυνομία έναντι έκδοσης ξεχωριστής απόδειξης παραλαβής προς τον ίδιο. Το υπόλοιπο ποσό των €9.000 εντοπίστηκε στο δωμάτιο του Αιτητή και το παρέδωσε ο ίδιος στην Αστυνομία έναντι έκδοσης ξεχωριστής απόδειξης παραλαβής προς τον ίδιο.

        Στις 23.1.2025, στο πλαίσιο της Αίτησης Αρ. 14/2025 η οποία καταχωρίστηκε εναντίον του Π., της συζύγου του και του Αιτητή, εκδόθηκε δικαστικό διάταγμα κατακράτησης των τεκμηρίων, συμπεριλαμβανομένου του ποσού των €9.000, για τρεις μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του με οδηγίες να επιδοθεί στους εκεί καθ’ ων, όπως και έγινε.

        Στις 27.1.2025 ο Αιτητής και ο Π. έδωσαν γραπτή κατάθεση στην Αστυνομία. Στη δική του κατάθεση ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι το ποσό των €9.000 το οποίο εντοπίστηκε στο δωμάτιο του αποτελεί δικές του οικονομίες, οι οποίες προέρχονται από τους μισθούς στην εργασία του στην εταιρεία, προμήθειες από την πώληση αυτοκινήτων στην εταιρεία όπου εργάζεται, χρήματα που του δίδουν κατά καιρούς οι γονείς και συγγενείς του και φιλοδωρήματα από πελάτες. Προσθέτει ότι επειδή διαμένει με τους γονείς του, δεν έχει σημαντικά έξοδα διαμονής και διαβίωσης και γι’  αυτό καταφέρνει να μαζεύει χρήματα τα οποία χρησιμοποιεί κατά καιρούς και σύμφωνα με τις προσωπικές του ανάγκες. Για τα υπόλοιπα χρήματα ο Αιτητής ανέφερε ότι ανήκουν στην εταιρεία. Ο Π., στη δική του γραπτή κατάθεση, επανέλαβε ότι το ποσό των €234.950 αποτελεί ιδιοκτησία της εταιρείας. Αναφορικά με το ποσό των €9.000, ανέφερε και αυτός ότι αυτό δεν είναι περιουσία της εταιρείας, αλλά χρήματα αποκλειστικά του Αιτητή τα οποία προέρχονται από τους μισθούς του από την εταιρεία, τις προμήθειες που λαμβάνει, φιλοδωρήματα από πελάτες και χρήματα που του δίνουν κατά καιρούς οι γονείς του.

        Στις 7.3.2025 το ένταλμα έρευνας της οικίας ακυρώθηκε με την απόφαση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Παναγιώτη Μιχαήλ, Πολ. Αίτηση Αρ. 36/2025, ημερ. 7.3.2025. Την ίδια μέρα ο Αιτητής και οι γονείς του αποτάθηκαν στην Αστυνομία ζητώντας την επιστροφή της περιουσίας που είχε κατασχεθεί από την Αστυνομία και ειδικότερα ο Αιτητής την επιστροφή των €9.000.

        Στις 11.3.2025 η Αστυνομία άφησε στα γραφεία της εταιρείας, που είναι στην ίδια διεύθυνση με την οικία του Αιτητή, αντίγραφα των διαταγμάτων δέσμευσης, καθώς και της Αίτησης Αρ. 64/25.

        Στις 26.3.2025 ο Αιτητής και ο Π. καταχώρισαν αίτηση για την ακύρωση του διατάγματος κατακράτησης τεκμηρίων και ο Π. και η εταιρεία καταχώρισαν ξεχωριστή αίτηση για την ακύρωση του διατάγματος δέσμευσης.

        Έχει ήδη λεχθεί ότι το ποσό των €9.000 έχει επιστραφεί στον Αιτητή στις 25.4.2025.

        Με βάση όσα αναφέρονται ανωτέρω, διαφαίνεται ότι η αίτηση για την έκδοση διατάγματος δέσμευσης περιουσίας αφορούσε το συνολικό ποσό των €243.950 το οποίο εντοπίστηκε και παραλήφθηκε από την οικία στο πλαίσιο της έρευνας, και για το οποίο ο Π. και ο Αιτητής προέβησαν σε γραπτές δηλώσεις στις οποίες προβάλλουν τις θέσεις τους για την προέλευση του εν λόγω ποσού. Η θέση και των δύο ότι το ποσό των €9.000 προέρχεται από μισθούς και φιλοδωρήματα προς όφελος του Αιτητή από την εταιρεία, υποδεικνύει ως αρχική πηγή των χρημάτων την εταιρεία. Υπό το φως αυτών των δεδομένων, δεν διαφαίνεται ότι ο ενόρκως δηλών προέβη σε ψευδείς και παραπλανητικές αναφορές, και μάλιστα με δόλο, ως προβάλλεται. Αντιθέτως, με βάση το σύνολο του περιεχόμενου του όρκου και, ειδικότερα, τις αναφορές του ενόρκως δηλούντος πως η πληροφορία έφερε τον Π. να δίδει χρήματα της εταιρείας και στον Αιτητή για να τα φυλάσσει στο σπίτι τους και πως γενικότερα από τις μέχρι τότε έρευνες της Αστυνομίας, προέκυπταν κενά και εύλογες αμφιβολίες ως προς την αλήθεια των ισχυρισμών του Π., διαφαίνεται ότι ο ενόρκως δηλών είχε θέσει τα γεγονότα και τις θέσεις της Αστυνομίας όπως αυτά έλαβαν χώρα και με βάση τις έρευνες και την μέχρι τότε πεποίθηση της Αστυνομίας. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Μιχαηλίδου, Πολ. Αίτηση Αρ. 103/2019 ημερ. 20.6.2019, ECLI:CY:AD:2019:D256, ο δόλος και η ψευδορκία θα πρέπει να τίθενται στο πλαίσιο της αίτησης certiorari ως αποδεδειγμένα ή αδιαμφισβήτητα γεγονότα και δεν μπορεί το Δικαστήριο σε αυτή τη διαδικασία να προβεί σε αξιολόγηση αντίθετων εκδοχών και σε ευρήματα για τον ένα ή τον άλλο ισχυρισμό. Στην υπό κρίση περίπτωση, δεν δύναται να αποδίδεται δόλος και απόκρυψη στη βάση του ότι ο ενόρκως δηλών παρουσίασε τα γεγονότα, δίδοντας όμως ταυτόχρονα την πεποίθηση της Αστυνομίας, όπως αυτή προέκυπτε μέσα από τις έρευνες της και η οποία, κατά την ίδια, έθετε εν αμφιβόλω τους ισχυρισμούς τόσο του Αιτητή όσο και του Π. για την προέλευση του ποσού των €9.000.

        Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, δεν διαφαίνεται πως στην Αίτηση 46/25 θα έπρεπε απαραιτήτως να είχε προστεθεί και ο Αιτητής ως διάδικος. Εν πάση όμως περιπτώσει, θα πρέπει να επισημανθεί πως η διαδικασία δέσμευσης περιουσίας ρυθμίζεται από τον Νόμο, ο οποίος παρέχει εξουσία επίδοσης του εκδοθέντος διατάγματος σε όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα, ανεξαρτήτως του κατά πόσο αυτά περιλαμβάνονταν ως διάδικα μέρη στην Αίτηση.

        Σύμφωνα με όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου, διαφαίνεται ότι ο Αιτητής έλαβε γνώση του εκδοθέντος διατάγματος με την παράδοση αυτού στη διεύθυνση της οικίας όπου διαμένει με τους γονείς του. Από τη στιγμή που θεωρούσε ότι μέρος της δεσμευθείσας  περιουσίας ήταν αποκλειστικά δική του και λανθασμένα αποτέλεσε και αυτή αντικείμενο του διατάγματος, τότε είχε τη δυνατότητα να αποταθεί στο αρμόδιο Δικαστήριο για ακύρωση του διατάγματος στον βαθμό που αφορούσε το ποσό των €9.000, όπως προνοεί το άρθρο 14(6) του Νόμου. Ως εκ τούτου, ενώ ο Αιτητής θεωρεί ότι δεν δύναται να ζητήσει ακύρωση ή τροποποίηση του διατάγματος δέσμευσης, εντούτοις παρέχεται σε αυτόν τέτοιο ένδικο διάβημα. 

        Επομένως, το γεγονός ότι ο Αιτητής δεν ήταν διάδικο μέρος στην αίτηση δεν οδηγεί, δίχως άλλο, σε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, καθότι παρέχεται η ευκαιρία σε αυτόν να ακουστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας με την καταχώριση αίτησης για ακύρωση και ή τροποποίηση του διατάγματος. Πρόκειται μάλιστα για ακριβώς το ίδιο ένδικο διάβημα που έχουν και οι υπόλοιποι τυχόν ενδιαφερόμενοι.

        Χρήσιμη καθοδήγηση προσφέρει η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Zirtovia Ltd κ.ά. (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3007, στην οποία εκδόθηκε διάταγμα δέσμευσης περιουσίας δυνάμει του άρθρου 14 του Νόμου το οποίο διατάχθηκε να επιδοθεί και στους αιτητές. Οι αιτητές καταχώρισαν αίτηση για άδεια για καταχώριση αίτησης για την έκδοση Certiorari, ισχυριζόμενοι, μεταξύ άλλων, ότι υπήρχε απόκρυψη στοιχείων και δόλος από τον εκπρόσωπο της ΜΟΚΑΣ που ορκίστηκε προς υποστήριξη της αίτησης για την έκδοση του διατάγματος και ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν ικανοποιήθηκε για την ύπαρξη εύλογης υπόνοιας ότι η περιουσία της οποίας ζητείτο η δέσμευση ήταν προϊόν παράνομων εσόδων. Το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό μονομελή σύνθεση, αποφάσισε ότι παρόλο που οι αιτητές δεν ήταν διάδικα μέρη στην αίτηση, εντούτοις με την επίδοση σε αυτούς του διατάγματος είχαν τη δυνατότητα να ενστούν σε αυτό και δεν το έπραξαν, κάτι το οποίο ήταν μοιραίο για τη διαπίστωση μη συζητήσιμης υπόθεσης. Το Δικαστήριο αποφάσισε επίσης πως, ακόμα και αν στοιχειοθετείτο συζητήσιμη υπόθεση, τότε η αίτηση θα προσέκρουε στη δυνατότητα επιτυχίας της στην ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου και στην ανυπαρξία εξαιρετικών περιστάσεων εκ μέρους των αιτητών.

        Παρόμοια προσέγγιση υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Λοΐζου κ.ά., Πολ. Αίτηση Αρ. 45/2020, ημερ. 18.5.2020, ECLI:CY:AD:2020:D153, η οποία προσομοιάζει με τα υπό κρίση δεδομένα. Και αυτή αφορούσε διάταγμα δέσμευσης και επιβάρυνσης περιουσίας με βάση τον Νόμο και οι αιτητές ισχυρίστηκαν ότι το διάταγμα δεν περιελάμβανε ρητή αναφορά για επίδοση σε όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα και ούτε ημερομηνία κατά την οποία ήταν επιστρεπτέο και έτσι οι αιτητές στερήθηκαν της δυνατότητας να υπερασπιστούν τα δικαιώματα τους κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Το Δικαστήριο, υπό μονομελή σύνθεση, επεσήμανε ότι παρόλο που το διάταγμα δεν επιδόθηκε στους αιτητές, εντούτοις είχαν λάβει γνώση αυτού και επομένως, μπορούσαν να το προσβάλουν σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 14(6) και 15(7) αντίστοιχα. Το Δικαστήριο κατέληξε πως «εάν υπάρχει οποιοσδήποτε καλός λόγος για ακύρωση του διατάγματος, προβλέπεται διαδικασία και παρέχεται τέτοια δυνατότητα ώστε να μην είναι αναγκαία η προσφυγή στο κατάλοιπο των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ούτε στοιχειοθετούνται εξαιρετικές περιστάσεις».

        Θεωρώ ότι τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα λέχθηκαν στην ανωτέρω υπόθεση, τα οποία και καθορίζουν την πορεία της Αίτησης, καθότι ο Αιτητής έχει ένδικο μέσο και δεν έχουν καταδειχθεί οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την άσκηση της προνομιακής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ειδικότερα εφόσον τα χρήματα έχουν πλέον επιστραφεί στον Αιτητή. Ο γενικός ισχυρισμός του Αιτητή περί επηρεασμού των συνταγματικών του δικαιωμάτων απορρέει από την έκδοση του διατάγματος και δεν αποτελεί αφ΄ εαυτού εξαιρετικές περιστάσεις.

        Σύμφωνα με όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι ο Αιτητής κατάφερε να καταδείξει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ώστε να δικαιολογείται η χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

        Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                            Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο