
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 107/2025)
2 Ιουνίου, 2025
[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33 ΤΟΥ 1964, ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Κ. ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΝΑ ΕΚΔΩΣΕΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΙΣ 16.5.2025 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 2/2025 ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΣΥΖΥΓΟ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΙΚΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 23/90 ΑΡΘΡΑ 11, 12, 16 ΚΑΙ 17(1), ΣΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ 2023, ΜΕΡΟΣ 8.8, 23, 23.2, 32, 32.6 ΚΑΙ 32.10, ΣΤΟ ΑΡΘΟ 32 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 6
Στ. Παπαθεοδώρου, για Σ. Παπαθεοδώρου & Σία ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση δια κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για την παραχώρηση στη σύζυγο του Αιτητή της αποκλειστικής χρήσης της συζυγικής κατοικίας των διαδίκων, ο οποίος και διετάχθη να την εγκαταλείψει εντός 72 ωρών από την επίδοση του εν λόγω διατάγματος.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του Αιτητή που συνοδεύει την Αίτηση, τα γεγονότα έχουν ως ακολούθως:
1. Στις 5.5.2025 η σύζυγος του Αιτητή καταχώρισε μονομερή αίτηση ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία ζητούσε την έκδοση προσωρινού διατάγματος για την παραχώρηση της αποκλειστικής χρήσης της συζυγικής κατοικίας και την εγκατάλειψη αυτής από τον Αιτητή.
2. Η αίτηση ορίστηκε για επίδοση στις 16.5.2025.
3. Η αίτηση επιδόθηκε στον Αιτητή στις 8.5.2025.
4. Στις 16.5.2025, το κατώτερο Δικαστήριο επιλήφθηκε της αίτησης στις 9:25 π.μ. Δεν υπήρξε εμφάνιση εκ μέρους του εδώ Αιτητή, παρά μόνο εμφανίστηκε η δικηγόρος της συζύγου. Το κατώτερο Δικαστήριο σημείωσε ότι η επίδοση βρισκόταν στον ηλεκτρονικό φάκελο του Δικαστηρίου και ότι ο Αιτητής κλήθηκε και ήταν απών. Ενόψει της απουσίας του, το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε το υπό κρίση διάταγμα το οποίο θα ισχύει μέχρι περατώσεως της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Οι λόγοι στους οποίους αυτή στηρίζεται η Αίτηση είναι οι εξής:
(i) Το προσβαλλόμενο διάταγμα εκδόθηκε λόγω προφανούς σφάλματος του κατώτερου Δικαστηρίου, καθότι η επίδοση της ενδιάμεσης αίτηση έγινε μόνο οκτώ αντί δέκα μέρες πριν την ΑΔΟ, όπως προβλέπει ο Κανονισμός 23.5 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.
(ii) Το κατώτερο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει κατά πόσο η επίδοση έγινε έγκαιρα στον Αιτητή, πριν επιληφθεί της ΑΔΟ και προχωρήσει στην έκδοση του διατάγματος.
(iii) Με δεδομένη την απουσία του Αιτητή κατά την ημερομηνία ορισμού της αίτησης, το κατώτερο Δικαστήριο όφειλε να μην επιτρέψει τη συντομότερη επίδοση της αίτησης, ενόψει της δραστικότητας του υπό κρίση διατάγματος.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Πρόκειται για δικαιοδοσία η οποία ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ, πάντοτε κατά προνόμιο, όταν από το ίδιο το πρακτικό του Δικαστηρίου διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, πλάνη περί το Νόμο, δόλος, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Όπως αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018, αυτή η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο αιτητής φέρει το βάρος να τεκμηριώσει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και αιτιολογήσει τη χορήγηση άδειας. Ακόμα και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, δεν χορηγείται άδεια όταν προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία, συνήθως, αυτό της έφεσης, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση άδειας.
Η αίτηση για την έκδοση του υπό κρίση διατάγματος στηριζόταν, μεταξύ άλλων, στον Κανονισμό 23 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών του 2023. Ο Κανονισμός 23.5 προνοεί ότι αντίγραφο της κάθε αίτησης επιδίδεται το συντομότερο δυνατόν, μετά την καταχώριση της και, σε κάθε περίπτωση επιδίδεται τουλάχιστον δέκα μέρες πριν από την ΑΔΟ, εκτός όπου καθορίζεται άλλη προθεσμία τους παρόντες κανονισμούς ή σε οδηγίες του Δικαστηρίου.
Από τη στιγμή που ο ίδιος ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι η αίτηση ορίστηκε για επίδοση στις 16.5.2025, προφανώς το κατώτερο Δικαστήριο επιλήφθηκε της αίτησης ενωρίτερα και έδωσε οδηγίες για την επίδοση της χωρίς να εκδώσει μονομερώς διάταγμα. Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι το Δικαστήριο επιλήφθηκε της αίτησης από την ίδια μέρα καταχώρισης της, δίδοντας την εν λόγω ημερομηνία επίδοσης, δηλαδή σε 11 μέρες, ήταν προφανές προς το Δικαστήριο ότι η επίδοση πιθανότατα να γινόταν σε χρόνο λιγότερο των δέκα ημερών από τις 16.5.2025, ημερομηνία της ΑΔΟ. Σε διαφορετική περίπτωση, οποτεδήποτε μετά τις 6.5.2025 και να επιλήφθηκε το Δικαστήριο της αίτησης, οι οδηγίες του ήταν όπως η επίδοση γίνει σε λιγότερο των δέκα ημερών.
Η εξουσία του κατώτερου Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου είχε τεθεί η αίτηση για την έκδοση του υπό κρίση διατάγματος, να ορίσει την αίτηση για επίδοση σε χρόνο λιγότερο των δέκα ημερών πριν από την ΑΔΟ, αναγνωρίζεται ρητώς στον εν λόγω Κανονισμό. Άλλωστε, ενώ αρχικώς ο Αιτητής παραπονείται ότι στην προκειμένη περίπτωση, το κατώτερο Δικαστήριο υπέπεσε σε οφθαλμοφανές σφάλμα με το να διατάξει την επίδοση σε λιγότερο των δέκα ημερών πριν από την ΑΔΟ, τελικώς δέχεται και αναγνωρίζει ότι το κατώτερο Δικαστήριο είχε την εξουσία και ευχέρεια να πράξει κάτι τέτοιο.
Επομένως, το ζήτημα της ημερομηνίας επίδοσης της αίτησης επαφίετο στη διακριτική ευχέρεια του κατώτερου Δικαστηρίου, η οποία πηγάζει από τον σχετικό Κανονισμό.
Ο Αιτητής παραδέχεται ότι η επίδοση σε αυτόν της αίτησης έγινε στις 8.5.2025 και ότι η παράλειψη εμφάνισης του αποδίδεται αποκλειστικά σε δικό του λάθος.
Κατά την ημερομηνία και ώρα ορισμού της αίτησης, το Δικαστήριο επιλήφθηκε αυτής. Αφού ικανοποιήθηκε ότι η επίδοση της αίτησης έγινε κανονικά και ο Αιτητής δεν εμφανίστηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, τότε έκρινε ότι, ενόψει της απουσίας του, δικαιολογείτο η έγκριση της αίτησης και η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, εξ ου και προέβη στην έκδοση τους.
Επομένως, το κατώτερο Δικαστήριο εξέτασε το νομότυπο και την ορθότητα της επίδοσης, ως οι οδηγίες του, και ικανοποιήθηκε ότι παρά το ότι έγινε η επίδοση, ο Αιτητής δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία. Αυτές οι διαπιστώσεις του καταδεικνύουν ότι ασχολήθηκε ειδικά με την επίδοση. Από τη στιγμή που είχε ήδη δώσει την ημερομηνία επίδοσης, δεν υπήρχε υποχρέωση στις 16.5.2025, κατά την ημερομηνία που η αίτηση ήταν ορισμένη ενώπιον του για επίδοση, να αιτιολογήσει εκ των υστέρων προηγούμενη απόφαση του, δηλαδή γιατί είχε αποφασίσει την επίδοση σε χρόνο λιγότερο των δέκα ημερών από την ΑΔΟ, αν όντως αυτό συνέβη στην υπό κρίση περίπτωση. Αυτή η εισήγηση του Αιτητή κρίνεται αβάσιμη.
Επίσης το κατώτερο Δικαστήριο δεν φαίνεται να παραγνώρισε τη δραστικότητα του διατάγματος, όπως εισηγείται ο Αιτητής. Το Δικαστήριο σαφώς γνώριζε τη φύση της αίτησης και, παρά ταύτα, προχώρησε στην έγκριση αυτής, λόγω της απουσίας του Αιτητή. Ο Κανονισμός 23.13(3) παρέχει την εξουσία στο Δικαστήριο να προχωρήσει στην ακρόαση της αίτησης, όταν ο καθ’ ου η αίτηση παραλείπει να παραστεί στην ακρόαση της. Με αυτά τα δεδομένα, δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε σφάλμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στον χειρισμό της αίτησης.
Άλλωστε, ο ίδιος ο Αιτητής αναγνωρίζει ότι έγινε η επίδοση και η παράλειψη του να εμφανιστεί στις 16.5.2025 οφείλεται αποκλειστικά στον ίδιο. Επομένως, με βάση τις οδηγίες του Δικαστηρίου, ο Αιτητής είχε λάβει έγκαιρα γνώση της αίτησης και μπορούσε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου στο πλαίσιο αυτής, για να προστατεύσει τα δικαιώματα του. Το γεγονός ότι εκ παραδρομής δικής του δεν εμφανίστηκε, δεν μπορεί να μετατεθεί στο Δικαστήριο υπό τη μορφή υπέρβασης δικαιοδοσίας ή προφανούς σφάλματος.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχω ικανοποιηθεί πως ο Αιτητής κατάφερε να καταδείξει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ώστε να δικαιολογείται η χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο