
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 97/2025)
2 Ιουνίου, 2025
[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ Γ. Ι. ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ] ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 15, 17 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΤΗΣ ΕΣΔΑ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 7, 8, 11 ΚΑΙ 52 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 4, 6, 7, 8, 9, 10, 11 ΚΑΙ 13 ΤΟΥ Ν.183(Ι)/2007 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 21, 22 ΚΑΙ 23 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙNΩΝΙΑΣ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΣΥΝΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1996 ΚΑΙ 2015
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠ. ΑΡΙΘΜΟ 12/2025 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 19/02/2025, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΕΤΡΑΠΗ Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΙ/Η ΛΗΨΗ ΣΕ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 3437 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ
……………………
Αλ. Κληρίδης, για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Αιτήτρια
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση η Αιτήτρια ζητά άδεια για την καταχώριση δια κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το διάταγμα πρόσβασης και ή επιθεώρησης και ή λήψης σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας ημερ. 19.2.2025. Το διάταγμα περιορίζεται σε επικοινωνία αναφορικά με τα αδικήματα της παράνομης κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο και της παράνομης προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι οι ακόλουθοι:
(i) Το υπό κρίση διάταγμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας επειδή στην ένορκη δήλωση της αίτησης για την έκδοση του διατάγματος δεν υπήρχε οποιοδήποτε στοιχείο που να καταδείκνυε εύλογη υποψία ότι συγκεκριμένη επικοινωνία βρισκόταν στη συσκευή της Αιτήτριας η οποία συνδέεται ή είναι συναφής με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
(ii) Ενόψει των όσων αναφέρονται ανωτέρω, η έκδοση του υπό κρίση διατάγματος δεν ήταν αναγκαία ούτε και αναλογική.
Η Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της ΕΧ, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο το οποίο εκπροσωπεί την Αιτήτρια. Σε αυτή η ενόρκως δηλούσα αναφέρεται στην έκδοση του υπό κρίση διατάγματος και επαναλαμβάνει και αναλύει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των ενταλμάτων certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ’ εξαίρεση και όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Το άρθρο 23(1) του περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων και Πρόσβαση σε Καταγεγραμμένο Περιεχόμενο Ιδιωτικής Επικοινωνίας) Νόμων του 1996 έως 2020, στο οποίο στηρίζετο η αίτηση και το υπό κρίση διάταγμα, προνοεί τα ακόλουθα:
«23.(1) Ο Δικαστής δύναται να εκδώσει το αναφερόμενο στα άρθρα 21 και 22 δικαστικό ένταλμα, όπως αυτό ζητήθηκε µε την αίτηση ή με τέτοιες τροποποιήσεις ή με τέτοιους όρους που ο ίδιος κρίνει αναγκαίους, εάν ικανοποιηθεί ότι, µε βάση τα γεγονότα τα οποία υποβλήθηκαν από τον αιτητή -
(α) υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι πρόσωπο διέπραξε, διαπράττει ή αναμένεται να διαπράξει αδίκημα ή υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα να κινδυνεύει η ασφάλεια της Δημοκρατίας·
(β) υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής µε το αδίκημα ή µε τον κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας·
(γ) η έκδοση του δικαστικού εντάλματος είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.»
Σύμφωνα με τον όρκο που συνόδευε την αίτηση για την έκδοση του υπό κρίση διατάγματος, τα γεγονότα έχουν, συνοπτικά, ως εξής:
(i) Στις 21.8.2024, κατόπιν πληροφορίας, μέλη της Υ.ΚΑ.Ν Λεμεσού εντόπισαν ένα όχημα σταθμευμένο σε ανοικτό οικόπεδο σε περιοχή της Λεμεσού, εντός του οποίου φαινόταν να υπήρχαν νάιλον διαφανείς συσκευασίες με ξηρή φυτική ύλη που έμοιαζε με κάνναβη και αναδυόταν και μυρωδιά κάνναβης από αυτό. Το όχημα τέθηκε υπό φρούρηση.
(ii) Στις 22.8.2024 εντοπίστηκε και συνελήφθη ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του οχήματος, 1ος κατηγορούμενος, ο οποίος, ανακρινόμενος γραπτώς, ισχυρίστηκε ότι, μέσω του αδελφού του, είχε ενοικιάσει το όχημα του σε τρίτο πρόσωπο, τον κατηγορούμενο 2.
(iii) Κατόπιν έρευνας εντός του οχήματος, ανευρέθηκε μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών τάξεως Α και Β.
(iv) Στις 23.8.2024 εκδόθηκε διάταγμα προσωποκράτησης των κατηγορουμένων 1 και 2.
(v) Σε κατάθεση του ημερ. 28.8.2024, ο 2ος κατηγορούμενος παραδέχθηκε την κατοχή των ανευρεθέντων ναρκωτικών στο όχημα και ανέφερε πως, κατ’ εντολή του 3ου κατηγορούμενου, τα κατείχε, φύλαττε και προμήθευε σε πρόσωπα που ο τελευταίος του υπεδείκνυε έναντι αμοιβής. Κατονόμασε τον 4ο κατηγορούμενο ως ένα εκ των προσώπων στο οποίο προμήθευσε ναρκωτικά. Μάλιστα ο 2ος κατηγορούμενος παρέδωσε το κινητό του τηλέφωνο στα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν και υπέδειξε τα μηνύματα που είχε ανταλλάξει με τους κατηγορούμενους 3 και 4.
(vi) Στις 6.9.2024 οι τέσσερις κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού, και έκτοτε οι κατηγορούμενοι 2-4 βρίσκονται υπό κράτηση ως υπόδικοι ενώ ο 1ος κατηγορούμενος αφέθη ελεύθερος με όρους.
(vii) Στις 18.9.2024 παραλήφθηκαν οι επιστημονικές εξετάσεις αναφορικά με το περιεχόμενο των τηλεφωνικών συσκευών των τεσσάρων κατηγορουμένων. Σε αυτές περιέχονται συνομιλίες μεταξύ των κατηγορουμένων 2 και 3 και άγνωστων προσώπων, ως επίσης και με τον 7ο κατηγορούμενο αναφορικά με ναρκωτικά.
(viii) Στις 12.11.2024 παραλήφθηκε η έκθεση του Ινστιτούτου Νευρολογίας & Γενετικής Κύπρου, σύμφωνα με την οποία εντοπίστηκε το γενετικό υλικό των κατηγορουμένων 2-4 σε τεκμήρια της υπόθεσης, ως επίσης και το γενετικό υλικό της Αιτήτριας (κατηγορούμενης 5), του κατηγορούμενου 6 και άλλων άγνωστων προσώπων. Το γενετικό υλικό της Αιτήτριας εντοπίστηκε σε τρία τεκμήρια τα οποία βρίσκονταν στο όχημα και περιείχαν μπισκότα με την παράνομη ουσία HHC, συνολικού βάρους 19,91 κιλών.
(ix) Στις 8.1.2025 παραλήφθηκε η έκθεση του Εργαστηρίου Δακτυλοσκοπίας, σύμφωνα με την οποία εντοπίστηκαν τα δακτυλικά αποτυπώματα των κατηγορουμένων 2-4 και 7, καθώς επίσης της Αιτήτριας. Τα αποτυπώματα της εντοπίστηκαν σε δύο συσκευασίες, η μια με ζελεδάκια και η άλλη με μπισκότα που περιείχαν την παράνομη ουσία HHC. Η συσκευασία με τα μπισκότα ήταν μέρος της συνολικής ποσότητας των 19,91 κιλών.
(x) Νέες εκθέσεις του Ινστιτούτου και του Εργαστηρίου Δακτυλοσκοπίας κατέδειξαν τον εντοπισμό γενετικού υλικού και αποτυπωμάτων του 8ου κατηγορούμενου σε τεκμήρια τα οποία βρίσκονταν στο όχημα.
(xi) Στις 16.1.2025 συνελήφθησαν οι κατηγορούμενοι 7 και 8. Κατά την έρευνα που διενεργήθηκε στις οικίες τους, εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν ως τεκμήρια κινητά τηλέφωνα.
(xii) Την ίδια μέρα προσήλθε στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού η Αιτήτρια η οποία συνελήφθη με δικαστικό ένταλμα και παρελήφθη ως τεκμήριο ένα κινητό τηλέφωνο.
(xiii) Στις 21.1.2025 η Αιτήτρια και οι κατηγορούμενοι 7 και 8 παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού και έκτοτε τελούν υπό κράτηση.
(xiv) Ο 6ος κατηγορούμενος συνελήφθη στις 23.1.2025 κατά την άφιξη του από την Ολλανδία.
(xv) Τα κινητά τηλέφωνα της Αιτήτριας και των κατηγορούμενων 6-8 στάληκαν στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων για τυχόν επιστημονικές εξετάσεις σε περίπτωση έκδοσης σχετικού διατάγματος.
(xvi) Ανακρινόμενη, η Αιτήτρια αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν.
Σύμφωνα πάντα με τον όρκο, υπάρχει εύλογη υποψία ότι όλοι οι κατηγορούμενοι εμπλέκονται στη διάπραξη των υπό αναφορά αδικημάτων, ότι στις συσκευές τους υπάρχει καταγεγραμμένη ιδιωτική επικοινωνία που συνδέεται με τα εν λόγω αδικήματα και ότι από την πρόσβαση και λήψη του περιεχόμενου κάποιων εκ των τηλεφώνων, διαπιστώθηκε η χρήση τους από τους κατηγορούμενους 1-4.
Στον όρκο αναφέρεται ότι μετά από τον εντοπισμό του γενετικού υλικού και των δακτυλικών αποτυπωμάτων όλων των κατηγορουμένων στα τεκμήρια της υπόθεσης, καθώς και από τα μέχρι στιγμής ευρήματα επί των τηλεφώνων, «φαίνεται ότι μεταξύ τους ανάλογα οι κατηγορούμενοι γνωρίζονται και εύλογα πιστεύεται ότι θα εντοπιστεί περαιτέρω μεταξύ τους συνομιλία που θα ενισχύσει και άλλο τη μαρτυρία της παρούσας υπόθεσης». Τέλος αναφέρονται τα εξής:
«Η έκδοση του αιτούμενου εντάλματος …. είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης. Από το καταγεγραμμένο περιεχόμενο, που ενδεχομένως θα εντοπιστεί στις συγκεκριμένες συσκευές τηλεφώνων και στις κάρτες SIM, πιθανόν να διαπιστωθεί επικοινωνία μεταξύ όλων των κατηγορουμένων μεταξύ τους, καθώς και με το/τα πρόσωπο/α το/τα προμήθευσε/αν τα ανευρεθέντα ναρκωτικά στους κατηγορούμενους ή και άλλων εμπλεκόμενων προσώπων, η οποία να συνιστά μαρτυρία εναντίον των κατηγορουμένων για την διάπραξη των αδικημάτων.»
Στο εκδοθέν διάταγμα το Δικαστήριο αναφέρει πως ικανοποιήθηκε ότι συντρέχουν οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 23(1), ότι ο όρκος περιέχει στοιχεία από τα οποία θα μπορούσε αντικειμενικά να προκύψει εύλογη υποψία ή πιθανότητα η συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία να συνδέεται ή να είναι συναφής με τα υπό διερεύνηση αδικήματα και ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.
Με βάση το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτηση, φαίνεται ότι το μοναδικό στοιχείο το οποίο υπήρχε που να συνέδεε την Αιτήτρια με τις προαναφερόμενες συσκευασίες που βρέθηκαν στο όχημα και περιείχαν ναρκωτικά είναι ο εντοπισμός του γενετικού της υλικού και των δακτυλικών της αποτυπωμάτων σε μικρό αριθμό αυτών.
Από το σύνολο της υπόλοιπης μαρτυρίας και ειδικότερα τα αποτελέσματα των επιστημονικών εξετάσεων των τηλεφώνων των κατηγορουμένων 1-4, δεν έχει διαφανεί η όποια σύνδεση, σχέση ή επικοινωνία της Αιτήτριας με τους κατηγορούμενους 1-4 ή και τους κατηγορούμενους 6-8, οι οποίοι επίσης φέρονται να εμπλέκονται στα υπό διερεύνηση αδικήματα. Ούτε και τέθηκε μαρτυρία που να συνδέει τη συγκεκριμένη συσκευή τηλεφώνου που η Αιτήτρια είχε στην κατοχή της κατά τη μετάβαση της στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν Λεμεσού με τον ουσιώδη χρόνο της φερόμενης διάπραξης των αδικημάτων και του εντοπισμού του οχήματος. Σε αυτό το πλαίσιο, συνεκτιμάται ο χρόνος της ανεύρεσης των ναρκωτικών με τον χρόνο διασύνδεσης της Αιτήτριας με αυτά και συνακόλουθα την ημερομηνία σύλληψης της. Πρόκειται για ένα συνολικό χρονικό διάστημα πέντε μηνών.
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, διαφαίνεται ότι η τοποθέτηση του ενόρκως δηλούντος πως οι κατηγορούμενοι γνωρίζονται μεταξύ τους και η πεποίθηση του πως θα εντοπιστεί μεταξύ τους συνομιλία σε σχέση με τα υπό διερεύνηση αδικήματα πιθανώς να μην αποτελεί το εύλογο απότοκο της μαρτυρίας αλλά μια απλή εικασία και υπόθεση. Εξ ου και, όπως αναφέρεται ρητώς στον όρκο, το διάταγμα ζητείται γιατί «πιθανόν» να διαπιστωθεί επικοινωνία μεταξύ όλων των κατηγορουμένων, θέση η οποία τείνει να καταδείξει ότι πρόκειται για μια απλή υπόθεση και ελπίδα για αναζήτηση αυτής.
Με αυτά τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου το οποίο όφειλε να ικανοποιείτο το ίδιο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Νόμου για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, προκύπτει ζήτημα, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, κατά πόσο η εν λόγω μαρτυρία ήταν τέτοια που να ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 23(1) και ειδικότερα, που να δημιουργούσε εύλογη υποψία ότι, σε σχέση πάντοτε με την Αιτήτρια, «συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής» με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
Χρήσιμη αναφορά γίνεται στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μ.Ρ., Πολ. Έφεση Αρ. 1/2024, ημερ.6.2.2025, στην οποία περιέχεται ανάλυση των αρχών που διέπουν την έκδοση διαταγμάτων πρόσβασης σε ιδιωτική επικοινωνία και ειδικότερα πότε θωρείται ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με το αδίκημα. Βεβαίως, η εν λόγω υπόθεση κρίθηκε στη βάση των δικών της δεδομένων, όπως κρίνεται και η παρούσα.
Με τα ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου δεδομένα, θεωρώ ότι εγείρεται συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά με το εκδοθέν διάταγμα, που να δικαιολογεί τη χορήγηση άδειας.
Ως εκ τούτου παρέχεται άδεια στην Αιτήτρια να καταχωρίσει δια κλήσεως αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari. Η αίτηση να καταχωριστεί σε πέντε μέρες και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα τουλάχιστον τρεις μέρες πριν τη δικάσιμο. Εφόσον καταχωριστεί, η Πρωτοκολλητής να την ορίσει στις 16.6.2025 και ώρα 09:00 για οδηγίες.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο