YIANNAKOU BROS LIMITED v. MEDIAMS CONSTRUCTION AND DEVELOPMENT COMPANY LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 173/2017, 17/7/2025
print
Τίτλος:
YIANNAKOU BROS LIMITED v. MEDIAMS CONSTRUCTION AND DEVELOPMENT COMPANY LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 173/2017, 17/7/2025

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                (Πολιτική Έφεση Αρ. 173/2017)

 17 Ιουλίου, 2025

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

YIANNAKOU BROS LIMITED

Εφεσείουσα,

                                                   v.

MEDIAMS CONSTRUCTION AND DEVELOPMENT COMPANY LTD

Εφεσίβλητης.

...................

Στ. Σάββα, για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.

         Ουδεμία εμφάνιση για την Εφεσίβλητη.

 

.............

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη

και θα δοθεί από την Εφραίμ, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Η Εφεσείουσα ήγειρε αγωγή εναντίον της Εφεσίβλητης αξιώνοντας το ποσό των €17.730,70 πλέον Φ.Π.Α., ως το οφειλόμενο υπόλοιπο εκ €39.002 πλέον Φ.Π.Α., για κατ’ ισχυρισμό εκτελεσθείσες συμφωνηθείσες ηλεκτρολογικές εργασίες προς όφελος της Εφεσίβλητης. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κατέληξε πως η Εφεσείουσα απέδειξε μέρος της αξίωσης της και εξέδωσε απόφαση υπέρ της και εναντίον της Εφεσίβλητης για το ποσό των €7.537 πλέον Φ.Π.Α.. Η Εφεσείουσα δεν έμεινε ικανοποιημένη από την απόρριψη της αξίωσης της για το υπόλοιπο αξιούμενο ποσό εκ €10.730,70 πλέον Φ.Π.Α. και καταχώρισε την παρούσα Έφεση. Σημειώνεται ότι και η ανταπαίτηση της Εφεσίβλητης απερρίφθη, όμως αυτό το σκέλος της απόφασης δεν αποτελεί αντικείμενο έφεσης.

Κατά την ακρόαση της Έφεσης, δεν υπήρξε εμφάνιση εκ μέρους της Εφεσίβλητης. Παρά ταύτα, αυτή είχε καταχωρίσει περίγραμμα αγόρευσης μέσω δικηγόρου, ως οι οδηγίες του Δικαστηρίου, το οποίο και θα ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο εξέτασης της Έφεσης.

Η Εφεσείουσα είναι εταιρεία που εκτελεί ηλεκτρολογικές εργασίες και παρέχει ηλεκτρολογικές υπηρεσίες και η Εφεσίβλητη είναι εργοληπτική εταιρεία. Ήταν κοινό έδαφος πως βάσει προσφοράς ημερ. 2.10.2008 της Εφεσείουσας, η οποία έγινε αποδεκτή από την Εφεσίβλητη, η Εφεσείουσα ανέλαβε την εκτέλεση των ηλεκτρολογικών υπηρεσιών και εργασιών σε ανεγειρόμενη από την Εφεσίβλητη πολυκατοικία, έναντι του συμφωνηθέντος ποσού των €25.960 πλέον Φ.Π.Α..

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε αξιόπιστη τη μαρτυρία του διευθυντή και γραμματέα της Εφεσείουσας, Μ.Ε.1 και απέρριψε τη μαρτυρία του διευθυντή της Εφεσίβλητης, Μ.Υ.1, οι οποίοι ήταν και οι μοναδικοί μάρτυρες. Στη βάση της μαρτυρίας του Μ.Ε.1, αποτέλεσε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα εκτέλεσε επιπρόσθετες εργασίες, κατόπιν προφορικής συμφωνίας μεταξύ των μερών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ήταν σιωπηρός όρος της μεταξύ των μερών συμφωνίας πως η Εφεσείουσα θα πληρωνόταν ανάλογα με την πρόοδο του έργου και αφού πρώτα πιστοποιούσε τις πληρωμές κάποιος Βακανάς, υπάλληλος της Εφεσίβλητης και υπεύθυνος επίβλεψης του έργου. Ήταν επίσης εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι περί το τέλος του 2009 η Εφεσίβλητη άρχισε να καθυστερεί την εξόφληση των υποχρεώσεων της, προκαλώντας οικονομικό πρόβλημα στην Εφεσείουσα.

Ήταν κοινό έδαφος πως ο Βακανάς εξέδωσε συνολικά τέσσερα πιστοποιητικά πληρωμής, ημερ. 20.3.2009, 10.11.2009, 26.3.2010 και 10.6.2010 για το συνολικό ποσό των €32.000 πλέον Φ.Π.Α. και το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε πως η Εφεσείουσα δικαιούτο στην πληρωμή αυτού. Λόγω της άρνησης της Εφεσίβλητης να πληρώσει το οφειλόμενο ποσό, η Εφεσείουσα αναγκάστηκε να αναστείλει την εκτέλεση των εργασιών μέχρι την καταβολή αυτού από την Εφεσίβλητη. Η Εφεσείουσα υπέβαλε απαίτηση πληρωμής ημερ. 14.9.2011 για την έκδοση του πέμπτου πιστοποιητικού πληρωμής για το ποσό των €13.042 πλέον Φ.Π.Α.. Αποτέλεσε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως αυτό δεν είχε πιστοποιηθεί από τον Βακανά καθότι ο τελευταίος δεν είχε ελέγξει τη συγκεκριμένη εργασία. Έκρινε πως η θέση του Μ.Ε.1 ότι ο Βακανάς δεν προέβη σε έλεγχο επειδή είχαν προκύψει διαφορές μεταξύ των μερών και, όπως του είπε, δεν ήθελε να αναμειχθεί πλέον στο έργο, δεν καταδείκνυε σκόπιμη παράλειψη ή άρνηση εκ μέρους του να εκδώσει πιστοποιητικό για τη συγκεκριμένη εργασία. Επεσήμανε πως η Εφεσείουσα δεν τον κάλεσε ως μάρτυρα για να δώσει ο ίδιος τις απαραίτητες εξηγήσεις σε σχέση με τη μη έκδοση του πιστοποιητικού. Έλαβε υπόψη πως η Εφεσείουσα απέστειλε την επιστολή για την πρόοδο της εργασίας και απαίτηση για την συγκεκριμένη πληρωμή πολύ αργότερα και μετά που αυτή εγκατέλειψε το έργο, αντί να αποστέλλετο αμέσως μετά την εκτέλεση της εργασίας.

Έτσι κατέληξε πως, στην απουσία πιστοποιητικού πληρωμής από τον Βακανά, δεν μπορούσε να ελέγξει τους υπολογισμούς της Εφεσείουσας με αντικειμενικό τρόπο για να αποφανθεί επί της ορθότητας αυτών και πως «ενόψει της απουσίας θετικής και αντικειμενικής μαρτυρίας ότι αυτή η εργασία κατ’ ουσία εκτελέσθηκε και ότι παραδόθηκε προς όφελος [της Εφεσίβλητης] δεν αποδεικνύεται η απαίτηση … σε σχέση μ’ αυτό το σκέλος της απαίτησης».  

Με τους οκτώ λόγους έφεσης αποδίδεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε πως η Εφεσείουσα δεν δικαιούτο σε πληρωμή του εν λόγω ποσού στη βάση των λόγων που επικαλέστηκε, ότι λανθασμένα δεν εξέδωσε απόφαση για το εν λόγω ποσό με αποτέλεσμα τον αδικαιολόγητο πλουτισμό της Εφεσίβλητης και ότι λανθασμένα μετατόπισε στην Εφεσείουσα το βάρος απόδειξης που έφερε η Εφεσίβλητη. Λόγω της συνάφειας τους, όλοι οι λόγοι έφεσης θα εξεταστούν μαζί.

Όπως έχει ήδη λεχθεί, το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του Μ.Ε.1. Στη βάση αυτής, προέβη στα ευρήματα του, κατέληξε όμως ότι η Εφεσείουσα δεν είχε αποδείξει την εκτέλεση και αξία των εργασιών οι οποίες δεν είχαν πιστοποιηθεί από τον Βακανά.

Με βάση τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ήταν σιωπηρός όρος της συμφωνίας μεταξύ των μερών ότι οι ηλεκτρολογικές εργασίες που είχε αναλάβει η Εφεσείουσα, τόσο δυνάμει της γραπτής συμφωνίας όσο και δυνάμει της μετέπειτα προφορικής συμφωνίας για επιπρόσθετες εργασίες, θα πληρώνονταν ανάλογα με την πρόοδο της εκτέλεσης τους και αφού η Εφεσείουσα υπέβαλλε απαίτηση πληρωμής και ο Βακανάς εξέδιδε πιστοποιητικό πληρωμής. Αυτή η πρακτική ακολουθήθηκε αναφορικά με τις αρχικώς συμφωνηθείσες και τις μετέπειτα επιπρόσθετες εργασίες για τις οποίες ο Βακανάς εξέδωσε τα τέσσερα πιστοποιητικά πληρωμής. Παρόλο που η Εφεσείουσα υπέβαλε την απαίτηση της και για το υπόλοιπο της εργασίας, το πέμπτο πιστοποιητικό πληρωμής δεν εκδόθηκε από τον Βακανά. 

Είναι αναγνωρισμένη η νομική αρχή ότι η έκδοση πιστοποιητικού πληρωμής, ακόμα και προσωρινού, προσφέρει έγκυρη βάση αξίωσης του ποσού παρά την ύπαρξη κακοτεχνιών (Chr. Petrides Tradelinks Ltd v. Παντελής Κυριάκου και Υιοί Λτδ (1996) 9(Α) Α.Α.Δ. 441 και Γρηγορίου v. A. Panayides Contracting Public Ltd, Πολ. Έφεση Αρ. 40/2013, ημερ. 3.11.2021).

Το πρωτόδικο Δικαστήριο υιοθέτησε αυτή τη γενική νομική αρχή, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι είναι δυνατόν η Εφεσείουσα να δικαιούται σε πληρωμή για επιπρόσθετες εργασίες ακόμα και αν η εργασία δεν έχει πιστοποιηθεί από τον επιβλέποντα μηχανικό, Βακανά. Ειδικότερα, δέχθηκε τη θέση της Εφεσείουσας πως ο εργολάβος δύναται να πετύχει στην αξίωση του, «ακόμη και στην απουσία μαρτυρίας ότι η εργασία πιστοποιήθηκε από τον επιβλέποντα μηχανικό εξ’ αιτίας παράλειψης ή άρνησης του μηχανικού να εκδώσει πιστοποιητικό για εκτελεσθείσα επιπρόσθετη εργασία».

Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Chitty on Contracts, Volume II, Specific Contracts, 35η έκδοση, σελ. 701, παρ. 40-109, είναι θέμα ερμηνείας του συμβολαίου το κατά πόσο η έκδοση πιστοποιητικού είναι απαραίτητη προϋπόθεση (condition precedent) για να πληρωθεί ένα ποσό. Ακόμη, όμως, και στις περιπτώσεις που θεωρηθεί ότι υπάρχει τέτοια προϋπόθεση, αμοιβή για εκτελεσθείσα εργασία δύναται να ανακτηθεί χωρίς πιστοποιητικό στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i)           Όπου το άλλο συμβαλλόμενο μέρος έχει απεμπολήσει την προϋπόθεση,

(ii)         Όπου αυτός που πιστοποιεί έχει αποκλεισθεί λόγω ακατάλληλης συμπεριφοράς,

(iii)        Όπου υπήρχε παρεμπόδιση από ή εκ μέρους του εργοδότη,

(iv)        Όπου αυτός που πιστοποιεί έχει καταστεί ανίκανος χωρίς να αντικατασταθεί.

Στην προκειμένη περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε σημασία στο γεγονός ότι η ίδια η Εφεσείουσα επέλεξε τον τρόπο πληρωμής της, ήτοι κατόπιν έκδοσης πιστοποιητικού πληρωμής από τον υπεύθυνο μηχανολόγο, Βακανά. Παρόλο που δέχθηκε τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 ως αξιόπιστη, εντούτοις στηρίχθηκε σε τρεις παράγοντες για να καταλήξει ότι η Εφεσείουσα δεν απέδειξε πως δικαιούται στην πληρωμή του μη πιστοποιηθέντος ποσού.

Ο πρώτος παράγοντας ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Βακανάς δεν προέβη στην έκδοση του πέμπτου πιστοποιητικού. Η μαρτυρία του Μ.Ε.1 ότι ο Βακανάς δεν ήταν πρόθυμος να πιστοποιήσει την πληρωμή λόγω της διαφωνίας μεταξύ των μερών παρέμεινε αναντίλεκτη. Επομένως, αυτή μπορούσε να γίνει δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν είχε ενώπιον του μαρτυρία ότι ο Βακανάς «σκόπιμα παρέλειψε ή ότι αρνήθηκε να εκδώσει πιστοποιητικό για την συγκεκριμένη εργασία». Με βάση την αναντίλεκτη μαρτυρία του Μ.Ε.1 ως προς τον λόγο της άρνησης του Βακανά, ήταν προφανές ότι αυτός συνειδητά και ηθελημένα επέλεξε να μην εμπλακεί περαιτέρω αναφορικά με τη συγκεκριμένη απαίτηση, αρνούμενος να ελέγξει την εργασία και να πιστοποιήσει την εκτέλεση αυτής. Η παράλειψη κλήτευσης του Βακανά δεν δημιουργούσε οποιοδήποτε κενό από τη στιγμή που ο Μ.Ε.1 κρίθηκε αξιόπιστος και εν πάση περιπτώσει δεν αμφισβητήθηκε αναφορικά με αυτό το σκέλος της μαρτυρίας του.

          Επομένως, το Δικαστήριο όφειλε να αποδεχθεί τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 ως προς την αναφορά του Βακανά για τον λόγο για τον οποίο δεν επιθυμούσε πλέον να επιθεωρήσει τις εργασίες για σκοπούς έκδοσης πιστοποιητικού πληρωμής, και όφειλε να καταλήξει ότι υπό αυτές τις περιστάσεις ο Βακανάς βασικά αρνείτο να προβεί στην πιστοποίηση της εργασίας.

          Ο δεύτερος παράγοντας ήταν η απουσία πιστοποιητικού πληρωμής. Αυτή η απουσία κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι του στερούσε τη δυνατότητα να ελέγξει τους υπολογισμούς του κόστους των εργασιών. Σαφώς και η έκδοση πιστοποιητικού θα ήταν ικανοποιητική μαρτυρία για την εκτέλεση και το κόστος της εργασίας, πλην όμως, ελλείψει πιστοποιητικού, το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε να ανατρέξει στην ενώπιον του μαρτυρία για να καταλήξει κατά πόσο αυτή ήταν επαρκής για να καταδείξει αφενός την εκτέλεση των εργασιών και αφετέρου το κόστος αυτών. Η μαρτυρία του Μ.Ε.1 για την εκτέλεση και το κόστος των εργασιών, και πάλι παρέμεινε ουσιαστικά αναντίλεκτη, εκτός από κάποιες υποβολές για τη μη εκτέλεση των εργασιών οι οποίες δεν ήταν ικανές να αντικρούσουν ή ανατρέψουν τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 επί τούτου. Ο Μ.Ε.1 κατέθεσε την απαίτηση πληρωμής με πλήρη κατάλογο του αρχικού κόστους των εργασιών, ανάλυση του ποσού προσφοράς με κοστολόγηση του κάθε σκέλους αυτής, τόσο για την προμήθεια όσο και για την εγκατάσταση και τελικώς το συνολικό ποσό, επιπλέον εργασίες ή αλλαγές για κάθε διαμέρισμα με τον αριθμό μονάδας, την τιμή ανά μονάδα και την ολική τιμή, και τα κοινόχρηστα με τον αριθμό μονάδας, την τιμή ανά μονάδα και την ολική τιμή. Αυτή η μαρτυρία ήταν ικανοποιητική για να καταδείξει τόσο την εκτέλεση όσο και την αξία της εργασίας, κυρίως από τη στιγμή που αυτή δεν είχε αμφισβητηθεί, ειδικά ως προς την αξία αυτής.

          Ο τρίτος παράγοντας ήταν η καθυστέρηση στην υποβολή της απαίτησης από πλευράς Εφεσείουσας. Επί τούτου, ήταν η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Μ.Ε.1 δεν έδωσε ικανοποιητική εξήγηση για το ότι η επιστολή απαίτησης πληρωμής στάληκε 14 μήνες μετά από τη διακοπή των εργασιών και την εγκατάλειψη του εργοταξίου. Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, δημιουργούνταν αμφιβολίες για την ορθότητα των θέσεων του Μ.Ε.1, ενόψει του γεγονότος ότι η απαίτηση έγινε τόσο αργοπορημένα.

  Είναι πάγια νομολογημένο ότι το Εφετείο επεμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις στον τρόπο αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Όπως έχει τονιστεί, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση S.K. Masters Developments Ltd v. Κυρατζής κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 49/2015, ημερ. 22.6.2023, ECLI:CY:AD:2023:A215, η αξιολόγηση της μαρτυρίας ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν τα ευρήματα αξιοπιστίας είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα, παράλογα ή αυθαίρετα. Περαιτέρω, το Εφετείο επεμβαίνει εκεί όπου τα ευρήματα γεγονότων δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει αποδεχθεί ως αξιόπιστη.

          Διέλαθε την προσοχή του πρωτόδικου Δικαστηρίου η αποστολή προγενέστερων επιστολών με τις οποίες ζητείτο η πληρωμή του συγκεκριμένου ποσού. Πρόκειται για τις επιστολές ημερ. 22.10.2009, 24.2.2010 και 25.5.2010 για επιπλέον εργασίες, αλλαγές και κοινόχρηστα. Επομένως, η αποστολή της επιστολής απαίτησης ημερ. 14.9.2011 δεν ήταν η πρώτη που αφορούσε τις εν λόγω εργασίες, αλλά η Εφεσείουσα είχε αποστείλει τέτοιες επιστολές και προηγουμένως, με την ολοκλήρωση των εν λόγω εργασιών και πριν καν ακόμα τη διακοπή των εργασιών, ζητώντας πληρωμή. Ο Μ.Ε.1 είχε εγείρει ζήτημα καθυστέρησης πληρωμής από πλευράς Εφεσίβλητης από τα τέλη του 2009 και είχε πολλές επικοινωνίες ζητώντας πληρωμή, χωρίς θετική ανταπόκριση, καθώς επίσης συνέχισε να στέλνει επιστολές προς τον Βακανά ακόμα και μετά τη διακοπή των εργασιών η οποία έγινε περί τον Ιούνιο του 2010, καταθέτοντας τις σχετικές επιστολές.

          Υπό το φως των ανωτέρω, προκύπτει πως το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση της μαρτυρίας του Μ.Ε.1 ως προς την εκτέλεση και αξία της εργασίας η οποία δεν είχε πιστοποιηθεί από τον Βακανά. Για τους λόγους που έχουν ήδη εξηγηθεί, η προσφερθείσα από την Εφεσείουσα μαρτυρία ήταν ικανή να αποδείξει στον απαιτούμενο βαθμό τόσο την εκτέλεση όσο και το κόστος της εργασίας για την οποία δικαιούτο στην πληρωμή αυτού. Επομένως, με βάση τη μαρτυρία της Εφεσείουσας, το συνολικό κόστος της εκτελεσθείσας εργασίας δυνάμει της προσφοράς (€25.960 πλέον Φ.Π.Α.) και των επιπρόσθετων εργασιών (€13.040 πλέον Φ.Π.Α.), ανερχόταν στο ποσό των €39.000,60 πλέον Φ.Π.Α.. Πληρώθηκε το ποσό των €21.270,30 πλέον Φ.Π.Α., επομένως παρέλειπε οφειλόμενο υπόλοιπο το ποσό των €17.730,30 πλέον Φ.Π.Α..

          Ως εκ τούτου όλοι οι λόγοι Έφεσης κρίνονται βάσιμοι.

          Η Έφεση επιτυγχάνει.

          Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ούτως ώστε το επιδικασθέν υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης ποσό αντί €7.537 να είναι €17.730,30 πλέον Φ.Π.Α.     

          Λόγω του ότι το συνολικό ποσό της απόφασης παραμένει στην ίδια κλίμακα, η διαταγή για τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας παραμένει ως έχει.

€2.700 έξοδα Έφεσης, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης.

 

 

                                                          Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

                                                          Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

                                                          Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο