
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ.1275/2019)
23 Ιανουαρίου 2025
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M. F. Αιτητής
και
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ’ ης η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Ρ. Μισιής για Y. Vasiliou & Co LLC, δικηγόρος για τον αιτητή.
Κ. Αμβροσίου (κα) για Άντης Τριανταφυλλίδης & Υιοί Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόρος για την καθ’ ης η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ,Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής δια της παρούσας Προσφυγής αιτείται δικαστικής απόφασης, ως ακολούθως:
«Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή και απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 13/06/19 με την οποία απέρριψαν το αίτημα ή και έφεση του Αιτητή στην απόφαση του Ταμείου Αποζημίωσης Επενδυτών ινά να μην αποζημιώσει τον Αιτητή πελάτη της πρώην ΚΕΠΕΥ CommexFx είναι άκυρη ή και στερουμένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος».
Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης ο αιτητής ήταν πελάτης της εταιρείας CommexFx Ltd, η οποία ήταν εγγεγραμμένη ως Κυπριακή Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΚΕΠΕΥ).
Σε συνεδρία της, ημερομηνίας 25.7.2016, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφάσισε όπως η άδεια λειτουργίας της εν λόγω εταιρείας, ανακληθεί. Την πιο πάνω απόφαση ακολούθησε η απόφαση της Επιτροπής, η οποία λήφθηκε σε συνεδρία ημερομηνίας 13.2.2017, για έναρξη της διαδικασίας καταβολής αποζημιώσεων προς τους καλυπτόμενους πελάτες της εταιρείας CommexFx Ltd από το Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών Πελατών ΕΠΕΥ (στο εξής «ΤΑΕ»), στο οποίο η εν λόγω εταιρεία ήταν μέλος. Τούτο αφού πρώτα διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία αδυνατούσε να εκπληρώσει, αλλά ούτε και προβλέπετο στο προσεχές μέλλον να μπορούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της έναντι των πελατών της και επομένως ότι συνέτρεχε η προϋπόθεση της παραγράφου 3(1)(α) και της παραγράφου 23 της Οδηγίας 0Δ144-2007-15 του 2015 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τη συνέχιση της λειτουργίας και τη λειτουργία του Ταμείου Αποζημίωσης Επενδυτών ΕΠΕΥ(στο εξής «η Οδηγία»).
Σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής προς ενημέρωση του επενδυτικού κοινού και όλων των καλυπτόμενων πελατών της εταιρείας για την απόφαση της Επιτροπής περί ενεργοποίησης της διαδικασίας καταβολής αποζημίωσης από το Ταμείο, δημοσιεύθηκε στις 4.5.2017. Ακολούθησε η δημοσίευση ανακοίνωσης του ΤΑΕ στην οποία αναφέρονταν τα στοιχεία τα οποία έκαστος ενδιαφερόμενος όφειλε να υποβάλει με την αίτησή του.
O αιτητής υπέβαλε αίτηση στο ΤΑΕ για καταβολή αποζημίωσης, ως καλυπτόμενος πελάτης της εταιρείας CommexFX Ltd.
H αίτηση του αιτητή αξιολογήθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 27 της Οδηγίας από εγκεκριμένο λογιστή και δικηγόρο με γνώση σε θέματα κεφαλαιαγοράς, οι οποίοι ορίστηκαν από το Ταμείο και οι οποίοι υπέβαλαν σχετική έκθεση αξιολόγησης στη Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου με την εισήγηση να μην καταβληθεί οποιαδήποτε αποζημίωση στον αιτητή ένεκα της έλλειψης στοιχείων στην αίτηση του αιτητή που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την αξίωση του για αποζημίωση. Η έκθεση αξιολόγησης των εμπειρογνωμόνων και τα συνοδευτικά στοιχεία αυτής, τέθηκαν ενώπιον της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΤΑΕ σε συνέδρια της ημερομηνίας 22.11.2018, η οποία αποφάσισε όπως υιοθετήσει την εισήγηση των εμπειρογνωμόνων και ως εκ τούτου να απορρίψει την αίτηση του αιτητή για καταβολή αποζημίωσης.
Ο αιτητής με επιστολή του ημερομηνίας 14.12.2018 υπέβαλε ένσταση προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά της απόφασης της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΤΑΕ, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 32 της Οδηγίας. Σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο της Οδηγίας, παρέχεται η δυνατότητα στον αιτητή σε περίπτωση διαφωνίας με την απόφαση του Ταμείου να προσφύγει, αιτιολογώντας επαρκώς την αξίωση του, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία εφόσον διαπιστώσει λάθη ή ανακρίβειες ως προς την αξιολόγηση της αίτησης δύναται να απαιτήσει τη διόρθωση των καταβλητέων αποζημιώσεων από το Ταμείο.
Στα πλαίσια εξέτασης της ένστασης του αιτητή, τέθηκε ενώπιον της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σε συνεδρία της ημερομηνίας 13.5.2019, σχετικό σημείωμα του Προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου ημερομηνίας 9.5.2019. Κατά την εν λόγω συνεδρία η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία κατέληξε στη διαπίστωση ότι δεν υφίσταντο οποιαδήποτε λάθη ή ανακρίβειες ως προς την αξιολόγηση από το ΤΑΕ της υποβληθείσας αίτησης του αιτητή και ως εκ τούτου αποφάσισε ότι δεν απαιτείτο από το Ταμείο οποιαδήποτε διόρθωση σχετικά με την απόφασή του για μη καταβολή αποζημίωσης στον αιτητή.
Ο αιτητής ενημερώθηκε για την πιο πάνω απόφαση με επιστολή της Επιτροπής ημερομηνίας 13.6.2019, η νομιμότητα της οποίας συνιστά και το αντικείμενο της παρούσας Προσφυγής.
Με τη γραπτή της αγόρευση η πλευρά του αιτητή προβάλλει, προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, ένα και μοναδικό ζήτημα ήτοι ότι η δοθείσα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αιτιολογία δεν είναι επαρκής και δέουσα, αφού κατά τη θέση του αιτητή δεν γίνεται καμία αναφορά στα υποστηρικτικά έγγραφα τα οποία εξέλειπαν από την αίτηση του αιτητή προς τεκμηρίωση της ζητούμενης αποζημίωσης. Υποστηρίζει δε ο αιτητής ότι η αιτιολογία είναι τόσο ασαφής και αόριστη ώστε να μην καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος.
Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση της καθ’ ης η αίτηση, η οποία απορρίπτοντας τον πιο πάνω ισχυρισμό, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Ειδικότερα και με αναφορά στο πρακτικό της καθ΄ης η αίτηση ημερομηνίας 13.5.2019, υποβάλλεται ότι η Επιτροπή κατέγραψε τους πραγματικούς και νομικούς λόγους που την οδήγησαν να απορρίψει την ένσταση του αιτητή και συγκεκριμένα κατέγραψε ότι υπήρχε έλλειψη υποστηρικτικών στοιχείων στην αίτηση αποζημίωσης καθώς και ότι τα στοιχεία που ο αιτητής υπέβαλε με την ένσταση του είχαν ήδη υποβληθεί και ληφθεί υπόψη κατά την έκδοση της απόφασης του ΤΑΕ. Με περαιτέρω παραπομπή στις παραγράφους της Οδηγίας, στην ανακοίνωση του ΤΑΕ καθώς και στα όσα καταγράφονται στο σημείωμα του Προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής του ΤΑΕ και των στοιχείων της έκθεσης αξιολόγησης, η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση τονίζει ότι η Επιτροπή συνυπολόγισε όλα τα ενώπιον της στοιχεία για να καταλήξει στις καταγεγραμμένες διαπιστώσεις της, υποβάλλοντας παράλληλα ότι σε κάθε περίπτωση η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης. Πρόσθετα η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση υποδεικνύει ότι το βάρος απόδειξης το φέρει ο αιτητής καθώς και ότι η υποχρέωση με την οποία επιφορτίζεται η καθ΄ης η αίτηση δυνάμει της παραγράφου 32(4) της Οδηγίας για διαπίστωση λαθών και ανακριβειών ως προς την αξιολόγηση της αίτησης του αιτητή αποτελεί ζήτημα τεχνικής φύσεως, το οποίο προϋποθέτει τεχνικές και εξειδικευμένες γνώσεις και η κρίση επί του οποίου παραμένει ανέλεγκτη.
Η πλευρά του αιτητή με την απαντητική της αγόρευση ενέμεινε στην υποβληθείσα θέση της περί ανεπαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Περαιτέρω δι΄ αυτής ήγειρε ένα νέο ζήτημα ήτοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης και ελλιπούς έρευνας, υποβάλλοντας ότι τα στοιχεία που υπέβαλε ο αιτητής δεν λήφθηκαν υπόψη καθώς και ότι θα έπρεπε να αξιολογηθούν εκ νέου οι καταστάσεις λογαριασμού που προσκόμισε ο αιτητής, ισχυρισμούς τους οποίους, όμως, η πλευρά του αιτητή απέσυρε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων μετά και την τοποθέτηση της πλευράς της καθ’ ης η αίτηση ότι οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί περί ελλιπούς έρευνας και πλάνης ηγέρθηκαν για πρώτη φορά με την απαντητική αγόρευση του αιτητή και επομένως δεν μπορούσαν να εξεταστούν από το Δικαστήριο.
Συνεπώς ό,τι παραμένει προς εξέταση είναι το ένα και μοναδικό ζήτημα που είχε εγείρει και αναπτύξει ο αιτητής με τη γραπτή του αγόρευση περί του αναιτιολόγητου της προσβαλλόμενης απόφασης. Ως προς τούτο, έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των ενώπιον μου εγγράφων.
Ως ήδη υποδείχθηκε ανωτέρω, το ΤΑΕ με ανακοίνωση του και σύμφωνα με τα όσα προνοούνται στην παράγραφο 26 της Οδηγίας, ενημέρωσε τους καλυπτόμενους πελάτες σε σχέση με τα στοιχεία που έκαστος ενδιαφερόμενος όφειλε να επισυνάψει στην αίτηση του, μεταξύ των οποίων, περιλαμβάνετο και η παράθεση στοιχείων από τα οποία να προκύπτουν οι προβαλλόμενες απαιτήσεις του αιτητή και το ύψος τους. Περαιτέρω και ως προκύπτει από τα ενώπιον μου έγγραφα, η Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου, συμφώνως με τα όσα προνοούνται στα άρθρα 27 και 28 της Οδηγίας, εξέτασε κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 22.11.2018 τα αποτελέσματα της έκθεσης αξιολόγησης των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων και αποφάσισε, υιοθετώντας την υποβληθείσα εισήγηση των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, να απορρίψει το αίτημα του αιτητή για αποζημίωση, στη βάση της διαπίστωσης ότι υπήρχε έλλειψη υποστηρικτικών στοιχείων στην αίτηση του αιτητή.
Το ιστορικό της αίτησης του αιτητή, οι σχετικές εφαρμοστέες πρόνοιες της Οδηγίας, η διαδικασία εξέτασης της αίτησης του αιτητή που ακολουθήθηκε από το Ταμείο και ο λόγοι απόρριψης αυτής καθώς και η έκθεση των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων περιλήφθηκαν, μεταξύ άλλων, μαζί με την ένσταση του αιτητή ημερομηνίας 14.12.2018 και τα έγγραφα που τη συνόδευαν, στο σημείωμα του προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου ημερομηνίας 9.5.2019, το οποίο τέθηκε ενώπιον της Επιτροπής στα πλαίσια εξέτασης της υποβληθείσας ένστασης του αιτητή κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 13.5.2019.
Ως δε καταγράφεται στο πρακτικό της εν λόγω συνεδρίας η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά την εξέταση της ένστασης που υπέβαλε ο αιτητής, δεν διαπίστωσε οποιαδήποτε λάθη ή ανακρίβειες ως προς την αξιολόγηση της αίτησης του αιτητή από το ΤΑΕ. Ειδικότερα η Επιτροπή κατέγραψε τα ακόλουθα:
«16. Διαφωνία καλυπτόμενων πελατών της πρώην ΚΕΠΕΥ CommexFX Ltd ως προς το ποσό αποζημίωσής τούς από το Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών (ΤΑΕ)
Υποβλήθηκε το σημείωμα του προέδρου Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου Αποζημίωσης Επενδυτών Πελατών ΚΕΠΕΥ κ. Α. Α., ημερομηνίας 09.05.2019.
[...]
H Επιτροπή, αφού μελέτησε και συζήτησε το θέμα, αποφάσισε, δυνάμει της παραγράφου 32(4) της Οδηγίας ΟΔ144-2007-15 του 2015 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τη συνέχιση της λειτουργίας και τη λειτουργία του Ταμείου Αποζημίωσης Επενδυτών ΕΠΕΥ (‘η Οδηγία ΤΑΕ') τα ακόλουθα:
[...]
2. M. F.
Δεν διαπιστώνει λάθη ή ανακρίβειες ως προς την αξιολόγηση από το ΤΑΕ της αίτησης του κ. M. F. για καταβολή αποζημίωσης και προσδιορισμό της αναλογούσας σε αυτόν αποζημίωση, καθότι το ΤΑΕ αποφάσισε την μη καταβολή αποζημίωσης εφόσον:
(α) υπήρχε έλλειψη ικανοποιητικών στοιχείων στην αίτηση αποζημίωσής του και
(β) τα στοιχεία που υπέβαλε με επιστολή του ημερομηνίας 14/12/2018 (Παραρτήματα 4 και 5 σημειώματος ημερομηνίας 09/05/2019), με την οποία προσέφυγε στην Επιτροπή, είχαν ήδη υποβληθεί και ληφθεί υπόψη κατά την απόφαση του ΤΑΕ.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν απαιτεί από το ΤΑΕ οποιαδήποτε διόρθωση σχετικά με την απόφασή του για μη καταβολή αποζημίωσης στον κ. M. F.»
Ως το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου επιμαρτυρεί, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά τη λήψη της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, είχε ενώπιον της και το σημείωμα του προέδρου Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου, στο οποίο επισυνάπτετο, ως Παράρτημα 2, αυτούσιος ο Πίνακας με την αξιολόγηση, τις διαπιστώσεις και τις εισηγήσεις των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων σε σχέση με την αίτηση του αιτητή, τις οποίες και παραθέτω:
Relevant Information on the Basis of Stages 1 to 6: |
Justification |
Νοtes |
Recommendations |
The information provided concerns a withdrawal requests dated prior to the date of the MT4 statement and for a higher amount than the one clamed by the claimant. It is considered that the information provided for the assessment of the accuracy of the balance and the status of this claimant is insufficient. |
NO – Insufficient information to determine the actual balance as at the cut-off date nor whether any payments were made by the Company. To this end we consider that the best available evidence to determine as such is the MT4 segregated report (as and to the extent made available to us). |
Platform balance is zero and we don’t have sufficient information to assess the accuracy of the amount as per the claim. To this end we consider that the claimant is not entailed to compensation. |
On the basis of the comments set out in the justification and notes section of this stage 7, we consider that the claimant is not eligible to be compensated. |
Εν προκειμένω και επί τη βάσει των δεδομένων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, δεν με βρίσκει σύμφωνη η εισήγηση του αιτητή, ότι η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση δεν είναι αιτιολογημένη και ότι ο δικαστικός έλεγχος δεν καθίσταται εφικτός.
Ως έχει παγίως νομολογηθεί, αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων η τελευταία άσκησε τη διακριτική της ευχέρεια(Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Περαιτέρω και κατά πάγια νομολογία η αιτιολογία μιας πράξης μπορεί να συμπληρωθεί ή να αναπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου όπως και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας νοουμένου ότι τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το φάκελο, κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο (Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145). Έχει δε καταστεί νομολογιακά σαφές ότι το επαρκές ή μη της αιτιολογίας μιας διοικητικής απόφασης είναι άμεσα συνυφασμένο με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση της υπό εξέταση υπόθεσης (Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476 και Ράφτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 366).
Στην προκειμένη περίπτωση αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι η δοθείσα αιτιολογία είναι επαρκής. Ναι μεν δεν είναι μακροσκελής αλλά περιέχει με περιεκτικό τρόπο όλα τα απαραίτητα στοιχεία ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 3Β Α.Α.Δ 493). Με σαφήνεια, ως παρατηρώ, διατυπώνεται στην απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ότι η ένσταση του αιτητή απορρίφθηκε καθότι δεν διαπιστώθηκαν λάθη ή ανακρίβειες κατά την εξέταση της αίτησης του από το Ταμείο επειδή υπήρχε έλλειψη ικανοποιητικών στοιχείων στην αίτηση αποζημίωσης του και διότι τα στοιχεία που υπέβαλε με την επιστολή του ημερομηνίας 14.12.2018, ως αυτά υποδεικνύονται στην επίδικη απόφαση (ως Παράρτημα 4[1] και 5 του σημειώματος ημερομηνίας 9.5.2019) είχαν ήδη υποβληθεί και ληφθεί υπόψη κατά την απόφαση του ΤΑΕ. Επομένως δεν διαβλέπω πως υπάρχει κενό στην αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης αφού τα όσα καταγράφηκαν από την Επιτροπή επεξηγούν τους πραγματικούς λόγους που οδήγησαν την Επιτροπή στη λήψη της προσβαλλόμενης απορριπτικής απόφασης. Άλλωστε είναι νομολογιακά στοιχειώδες πως η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου εφόσον αυτά με σαφήνεια και με άρρηκτο τρόπο είναι συνδεδεμένα με τη διοικητική απόφαση (Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145) Ηροδότου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 220). Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου EVZONAS HOTEL CO LTD v Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 153/2019, ημερομηνίας 4/10/24) υπομνήσθηκε ότι η αιτιολογία μπορούσε να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου, αφού αυτά ήταν άριστα συνδεμένα με την προσβαλλόμενη πράξη καθώς και ότι τίποτα ουσιαστικό δεν προβλήθηκε από την πλευρά της εκεί Εφεσείουσας που να ανατρέπει τη νόμιμη δυνατότητα να συμπληρωθεί η αιτιολογία από τα στοιχεία του φακέλου.
Αυτό δε επισυμβαίνει και στην παρούσα υπόθεση όπου τα στοιχεία του φακέλου είναι απόλυτα συνδεδεμένα με την απόφαση της Επιτροπής, κάτι για το οποίο, εξάλλου, ουδέν αντέτεινε η πλευρά του αιτητή. Εν προκειμένω, η καθ΄ης η αίτηση κατέληξε στην απορριπτική της απόφαση έχοντας ως ήδη υποδείχθηκε ενώπιον της και λαμβάνοντας υπόψη την ένσταση του αιτητή και τα έγγραφα που τη συνόδευαν καθώς και το σημείωμα του προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου στο οποίο περιλαμβάνετο και η έκθεση που ετοιμάστηκε από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, ήτοι από πρόσωπα με την απαιτούμενη εξειδικευμένη γνώση και στην οποία ρητώς επεξηγείτο η έλλειψη στοιχείων που να υποστηρίζουν την αξιούμενη εκ του αιτητή απαίτηση για αποζημίωση και οι λόγοι για τη μη καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης στον αιτητή. Έπεται ότι όλα τα δεδομένα τα οποία ήταν ενώπιον της Επιτροπής υποστηρίζουν και την κρίση της.
Συνεπώς και στη βάση των όσων έχουν εκτεθεί ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι η επίδικη απόφαση είναι δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη, ως αυτή συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, δυνάμενη να υπαχθεί στον απαιτούμενο δικαστικό έλεγχο. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα και με τη πάγια νομολογία, το έργο του Δικαστηρίου περιορίζεται στην εξέταση του κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου και στο κατά πόσο έχουν τηρηθεί οι σχετικές νομικές και δικονομικές πρόνοιες(Αρχή Τηλεπικοινωνίων Κύπρου v Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού κ.α (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.60/2016, ημερομηνίας 6/9/23). Στα πλαίσια αυτά, κατά κανόνα, το Δικαστήριο δεν παρεμβαίνει σε ευρήματα γεγονότων, ιδιαίτερα όταν αυτά είναι τεχνικής φύσης (Cypra LTD και Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.11/18, ημερομηνίας 1/12/2023). Δεδομένης, λοιπόν της διαπίστωσης περί επάρκειας της αιτιολογίας, δεν παρέχεται οποιοδήποτε πεδίο για παρέμβαση του Δικαστηρίου στην ορθότητα της κρίσης της Επιτροπής ένεκα και της τεχνικής φύσης των ζητημάτων που εγείρονται (ΑΤΗΚ κα. και Δημοκρατία και Δήμος Ύψωνα (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 73/18, ημερομηνίας 5/4/24).
Άλλωστε ο αιτητής ουδέν ήγειρε που να καταδεικνύει οποιοδήποτε σφάλμα στην κρίση της καθ’ ης αίτηση και τίποτα δεν προέβαλε με σκοπό να κλονίσει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και δη τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι δεν υφίσταντο οποιαδήποτε λάθη ή ανακρίβειες κατά την εξέταση της αίτησης του από το Ταμείο (Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 2023). Οι δε γενικές και μόνο αναφορές του περί αόριστης ή αντιφατικής αιτιολογίας ή περί του ότι δεν γίνεται αναφορά στα ελλείποντα υποστηρικτικά έγγραφα, ουδόλως επαρκούν και στη βάση των όσων υποδείχθηκαν ανωτέρω, για να καταδείξουν ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη και ο δικαστικός έλεγχος μη εφικτός. Επί τούτου αρκεί να επισημανθεί ότι, ως έχει παγίως νομολογηθεί, δεν αναμένεται κατά την αιτιολόγηση να μεταφέρεται στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων. Αυτό δε που πάντοτε αναμένεται είναι να εξάγεται νόημα που να δικαιολογείται να αποδοθεί στο αποφασίζον όργανο, όπως και εν προκειμένω συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση (Σωτήρη Χρ. Πέτρου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε Αρ. 37/2016, ημερομηνίας 6/6/23), ECLI:CY:AD:2023:C194.
Σχετική επί του θέματος είναι και η υπόθεση SOLUTION PARTNERS SP. ZOO S.K.A. και Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 1276/19 κ.α., ημερ. 7.3.2023) στην οποία η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση παραπέμπει και στα πλαίσια της οποίας εξετάστηκε και απορρίφθηκε από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Δικαστηρίου Φ. Κωμοδρόμο αντίστοιχος ισχυρισμός σε σχέση με την εκεί επίδικη απορριπτική απόφαση της Επιτροπής επί της ενστάσεως του αιτητή κατά της απόφασης του Ταμείου Αποζημίωσης Επενδυτών. Το ίδιο δε ζήτημα απασχόλησε και την αδελφή Ε. Γαβριήλ στην υπόθεση J.P και Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Προσφυγή αρ. 1278/2019 ημερ. 10/3/23) όπου με πανομοιότυπη, με την υπό κρίση, δοθείσα αιτιολογία η Επιτροπή απέρριψε την ένσταση του αιτητή κατά της απόφασης του Ταμείου. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το ακόλουθο απόσπασμα:
«Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, προβάλλει γενικούς ισχυρισμούς περί μη πρόσδοσης εκ μέρους της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επαρκούς και δέουσας αιτιολογίας, αφού κατά τις θέσεις του, δεν γίνεται καμία καταγραφή και αναφορά στα υποστηρικτικά έγγραφα τα οποία όφειλε ο αιτητής να προσκομίσει, προς τεκμηρίωση της ζητούμενης αποζημίωσης. Αυτός υπήρξε και ο μοναδικός λόγος ακύρωσης που προωθήθηκε από την πλευρά του αιτητή στη γραπτή του αγόρευση.[..]
Ομοίως, στη συνέχεια και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στη συνεδρία της ημερομηνίας 13.5.2019, κατά την εξέταση της ένστασης που υπέβαλε ο αιτητής, δεν διαπίστωσε οποιαδήποτε λάθη ή ανακρίβειες από την αξιολόγηση της αίτησής του. Ειδικότερα, ανέφερε τα εξής:-
«Δεν διαπιστώνει λάθη ή ανακρίβειες ως προς την αξιολόγηση από το ΤΑΕ της αίτησης του κ. J. P. για καταβολή αποζημίωσης και προσδιορισμό της αναλογούσας σε αυτόν αποζημίωσης, καθότι το ΤΑΕ αποφάσισε την καταβολή αποζημίωσης ύψους €12.607 εφόσον:
(α) υπήρχε έλλειψη ικανοποιητικών στοιχείων στην αίτηση αποζημίωσής του και
(β) τα στοιχεία που υπέβαλε με επιστολή του ημερομηνίας 14/12/2018 (Παραρτήματα 12 και 13 του σημειώματος ημερομηνίας 09/05/2019), με την οποία προσέφυγε στην Επιτροπή, είχαν ήδη υποβληθεί και ληφθεί υπόψη κατά την απόφαση του ΤΑΕ.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν απαιτεί από το ΤΑΕ οποιαδήποτε διόρθωση σχετικά με την απόφασή του για καταβολή αποζημίωσης ύψους €12,607 στον κ. J. P.»
Ο αιτητής, καίτοι φέρει το βάρος απόδειξης ύπαρξης πλάνης στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν αναφέρει που διαπιστώνεται το σφάλμα της Επιτροπής κατά την εξέταση της ενστάσεώς του. Ουδέν νεότερο στοιχείο προσκόμισε, προκειμένου να εξεταστεί από την Επιτροπή και ούτε και υποδεικνύει που έγκειται το εσφαλμένο της κατάληξής της.[..] Το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της αναθεωρητικής του εξουσίας, περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβληθείσας διοικητικής πράξης, με εξουσία να την ακυρώσει. Προς αυτή την κατεύθυνση, του ελέγχου δηλαδή της νομιμότητας, δεν υπεισέρχεται στην ορθότητα των συμπερασμάτων της διοίκησης, εάν αυτά κινούνται εντός ευλόγων ορίων (Makrides v. Republic (1967) 3 CLR 147, Georghiades v. Republic (1980) 3 CLR 525, Γ.Π. Ζαχαριάδης Λτδ ν. Δήμου Λεμεσού (1989) 3 ΑΑΔ 2129, S.C. Nicolaides Ltd v. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 148, Άκης Ιωάννου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, υπόθ. αρ. 612/2009, ημερ. 23.9.2010).
Στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων, διαπιστώνω πως η αιτιολογία που δόθηκε εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση Επιτροπής, εντοπίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, είναι περιεκτική και το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ανταποκρίνεται ως προς τα γεγονότα που περιέχονται στο διοικητικό φάκελο (Κώστας Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 648).
Η θέση που προβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και κατ΄ επέκταση καθίσταται αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος, δεν με βρίσκει σύμφωνη. Οι περιστάσεις της υπόθεσης δεν απαιτούσαν περαιτέρω εξειδίκευση ως προς τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης για απόρριψη της αίτησης του αιτητή, αφού το αρμόδιο όργανο προέβη σε εκτίμηση, στη βάση των στοιχείων που έλαβε τόσο από την Διαχειριστική Επιτροπή, όσο και από την έκθεση αξιολόγησης των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων (Polyancon Estates Co Ltd v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 411, Δημο-κρατία ν. Krashias Footwear Industries Ltd (2009) 3 A.A.Δ. 92).[..]».
Συνεπώς και από το σύνολο των ενώπιον μου στοιχείων καθώς και στη βάση των όσων έχουν εκτεθεί ανωτέρω, καταλήγω ότι η αιτιολογία που περιβάλλει την προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα επαρκής ώστε να μην παρέχεται πεδίο δικαστικής επέμβασης.
Κατά συνέπεια, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €1.700 έξοδα, εναντίον του αιτητή και υπέρ της καθ’ ης η αίτηση.
Κελεπέσιη,Δ.Δ.Δ.
[1] Ως αναφέρεται στο εν λόγω σημείωμα ημερομηνίας 9.5.2019 το Παράρτημα 4 αφορά σε κατάσταση επενδυτικού λογαριασμού στην Εταιρεία, ημερομηνίας 7.4.2015, στην οποία παρουσιάζεται υπόλοιπο ύψους £16,024 και το Παράρτημα 5 σε ηλεκτρονικό μήνυμα από την Εταιρεία, ημερομηνίας 13.11.2014 στο οποίο διαφαίνεται εντολή ανάληψης ποσού ύψους £26,024.51.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο