
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση αρ. 1472/2024(i)
31 Ιανουαρίου, 2025
[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
R. W. K. K.
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
ΜΕΣΩ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
------------
Ρ. Χρυσάνθου, για τον αιτητή.
Γ. Χατζηχάννα (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.: Ο αιτητής, υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και γεννηθείς το 1982, αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία παράνομα, μέσω των κατεχομένων, σε άγνωστο χρόνο. Στις 10.01.2023 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στις 28.02.2023. Η απόφαση του επιδόθηκε διά χειρός με επιστολή ημερομηνίας 15.03.2023 και εναντίον αυτής καταχώρισε στις 21.03.2023 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) προσφυγή (υπ’ αρ. 852/2023), η οποία απορρίφθηκε στις 20.09.2023 λόγω μη προώθησης. Αίτηση επαναφοράς, την οποία ο αιτητής καταχώρισε ακολούθως, επίσης απορρίφθηκε στις 19.03.2024 από το ΔΔΔΠ.
Ο αιτητής, ο οποίος δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια για τη διευθέτηση της παραμονής του, εντοπίστηκε στις 29.10.2024 από μέλη της ΥΑΜ Λευκωσίας και συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής. Μεταφέρθηκε και κρατείται στον χώρο κράτησης απαγορευμένων μεταναστών (ΧΩΚΑΜ) στη Μενόγεια, σε σχετική δε προφορική συνέντευξη που του έγινε, δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του, ότι φιλοξενείται από ομοεθνείς του στον Στρόβολο σε διεύθυνση που δεν θυμάται και επιπλέον ότι είναι καλά στην υγεία του και δεν έχει οικογένεια στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Στις 29.10.2024 η Διευθύντρια Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (εφεξής η Διευθύντρια), λόγω της παράνομης παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία από τις 20.09.2023 όταν η προσφυγή του εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε από το ΔΔΔΠ, αποφάσισε την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη, συμφώνως του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ.105) και την εναντίον του έκδοση διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, συμφώνως των άρθρων 14 και 18ΠΣΤ(1)(α) του κεφ. 105, αντίστοιχα.
Εναντίον των εν λόγω αποφάσεων καταχώρισε την παρούσα προσφυγή, εκκρεμούσης της εκδίκασης της οποίας η Διευθύντρια ανέστειλε την εκτέλεση του διατάγματος απέλασης.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, διά της γραπτής του αγόρευσης, προώθησε αρχικώς ισχυρισμούς σε σχέση με αντισυνταγματικότητα του περί Ίδρυσης Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας και Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2024 (Ν. 23(I)/2024), ισχυρισμούς τους οποίους όμως εγκατέλειψε κατά την ακρόαση και ως εκ τούτου δεν θα με απασχολήσουν.
Με τους λόγους ακύρωσης που προωθήθηκαν, ο αιτητής διατείνεται πως οι επίδικες πράξεις πάσχουν λόγω παραβίασης των προνοιών του Κεφ. 105, έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο, κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Διευθύντριας, παραβίασης του δικαιώματος του αιτητή στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και μη συνδρομής των προϋποθέσεων που δικαιολογούν την κράτησή του. Συγκεκριμένα, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ουδέποτε ενημερώθηκε ότι κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, ούτε του δόθηκε προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης και το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης. Επιπλέον, ότι η Διευθύντρια δεν προέβη σε οποιαδήποτε έρευνα των προσωπικών του περιστάσεων πριν την έκδοση των επίδικων πράξεων, οι οποίες στηρίχθηκαν αποκλειστικά στην παράνομη παραμονή του στη Δημοκρατία, κατά παράβαση του δικαιώματός του σε οικογενειακή και ιδιωτική ζωή και συνακόλουθα της αρχής της αναλογικότητας. Η δε κράτησή του αποφασίστηκε χωρίς να εξετασθεί προηγουμένως η δυνατότητα επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.
Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση, με παραπομπή στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, τα οποία δεν αμφισβητούνται, αλλά και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, αντιτείνει πως οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των άρθρων 6(1)(κ), 14(1) και 18ΠΣΤ(1) του Κεφ. 105, κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής ενάσκησης των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες και ο αιτητής έχει αποτύχει να αποσείσει το βάρος απόδειξης των εγειρομένων λόγων ακύρωσης. Επισημαίνεται ιδιαίτερα το παραδεκτό από τον αιτητή γεγονός ότι, κατά την ημερομηνία έκδοσης των επίδικων πράξεων, ο αιτητής δεν είχε δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία και ως εκ τούτου ήταν παράνομος, γεγονός που δικαιολογούσε τη λήψη των προσβαλλομένων αποφάσεων.
Έχω μελετήσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις και λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την ευρύτατη διακριτική ευχέρεια του κράτους, ως εκδήλωση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας του, να δέχεται ή να αποκλείει αλλοδαπούς από την επικράτειά του (Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Rami Makhlouf κ.ά. ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 21/17, ημερ. 10.09.2024) και, αφετέρου, την υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμφώνως των προνοιών της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ[1], να λαμβάνει μέτρα για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών προς το σκοπό καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, καταλήγω ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι νόμιμες, επαρκώς αιτιολογημένες, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, ευλόγως επιτρεπτές και έχουν ληφθεί εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση.
Ειδικότερα, σε συμφωνία με την ευπαίδευτη δικηγόρο των καθ’ ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι ο αιτητής, κατά την ημερομηνία έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων, ήτοι στις 29.10.2024, δεν είχε οποιοδήποτε νόμιμο καθεστώς παραμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία (γεγονός το οποίο ο ίδιος δεν αμφισβητεί) και ως εκ τούτου ορθά κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 και νόμιμα, συμφώνως του άρθρου 14, εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα απέλασης.
Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη τη δηλωθείσα απροθυμία του αιτητή κατά τη σύλληψή του για επαναπατρισμό αλλά και τη μη εκ μέρους του δήλωσης ακριβούς διεύθυνσης διαμονής, καταλήγω πως η κρίση των καθ’ ων η αίτηση περί κινδύνου διαφυγής του και η έκδοση του επίδικου διατάγματος κράτησης, συμφώνως του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ήταν επίσης εύλογη και αιτιολογημένη.
Επιπλέον, σε σχέση με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι δεν του δόθηκε προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης από τη Δημοκρατία, διαπιστώνω ότι με την επιστολή ημερομηνίας 15.03.2023, με την οποία ο αιτητής πληροφορήθηκε για την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ως προς το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας (προσκομίστηκε και κατατέθηκε στο Δικαστήριο κατά την ακρόαση), ρητώς του παραχωρήθηκε τέτοιο δικαίωμα, με το οποίο όμως δεν συμμορφώθηκε.
Περαιτέρω, η απόφαση για την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη συμφώνως του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, του κοινοποιήθηκε με επιστολή της Διευθύντριας, ημερομηνίας 29.10.2024, την οποία ο ίδιος επισυνάπτει ως Παράρτημα 1 στην προσφυγή του. Αναφορικώς με την ισχυριζόμενη παραβίαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, η έκδοση διατάγματος απέλασης αλλοδαπού δεν έχει χαρακτήρα τιμωρίας αλλά συνιστά έκφραση κρατικής κυριαρχίας (Khatataev Salaudi ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 4 ΑΑΔ 922). Ως προς δε την ισχυριζόμενη παραβίαση της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής, ορθώς η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση υποβάλλει ότι ο ισχυρισμός εγείρεται εντελώς γενικά και αόριστα και εν πάση περιπτώσει αντιφατικά με τη δήλωση του ιδίου κατά τη σύλληψή του πως δεν έχει οικογένεια στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Συνακόλουθα, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα ύψους €1.700 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.
[1] Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο