Α.Π. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 1528/2023, 31/1/2025
print
Τίτλος:
Α.Π. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών κ.α., Υπόθεση Αρ. 1528/2023, 31/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Υπόθεση Αρ. 1528/2023 (i-Justice)

31 Ιανουαρίου, 2025 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.] 

Αναφορικά με τα άρθρο/άρθρα 1Α, 11, 12, 15, 28, 30, 33, 35, 54, 61, 136, 152, 169(3), 179 και 146 του Συντάγματος και την Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στην επικράτεια των Κρατών Μελών και το άρθρο 29, 30 και 35 του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στην επικράτεια των Κρατών Μελών  Νόμου Ν. 7(Ι)/ 2007 και άρθρο 5 και Έβδομο Πρωτόκολλο της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών

Μεταξύ:

Α.Π.

Αιτητής, 

-ΚΑΙ-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

1. Υπουργείου Εσωτερικών

2. Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης

Καθ' ων η αίτηση.

......... 

Αλέξανδρος Χ. Αλεξάνδρου για ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ & ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόροι για τον αιτητή.

Γιάννα Χατζηχάννα, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με Κάτια Χατζηδημητρίου, Δικηγόρο της Δημοκρατίας Α’ για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

ΑΠΟΦΑΣΗ

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:   Η παρούσα προσφυγή ετέθη ενώπιόν μου κατόπιν της Απόφασης του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Αιτ. Αρ. 3/2024 Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, επί της Εφ.ΔΔ αρ. 28/23 κ.α. ημερ. 15.01.2025. (εφεξής η «Απόφαση ΑΣΔ»). Τα ουσιώδη, αναφορικά με την παρούσα διαφορά, γεγονότα είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Ελλάδος και υπέβαλε αίτημα για έκδοση βεβαίωσης εγγραφής πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εγκρίθηκε από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 4.6.2009.

 

Κατά το 2009 ο Αιτητής σύνηψε σχέση με ελληνοκύπρια υπήκοο με την όποια απέκτησε ένα υιό το 2011 (η «πρώτη ΕΚ»). Ακολούθως το 2014 ο Αιτητής τέλεσε γάμο με άλλη ελληνοκύπρια (η «ΕΚ σύζυγος»), με την οποία είχε ήδη από το 2012 αποκτήσει μια θυγατέρα.

 

Στις 22.9.2016, ο Αιτητής καταδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας στην ποινική υπόθεση αρ. 4945/2015 σε δέκα χρόνια ποινή φυλάκισης για τα αδικήματα του βιασμού, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού και της διαφθοράς νεαρής γυναίκας δεκατριών χρονών μέχρι δεκαεπτά, η οποία ήταν θυγατέρα της πρώτης ΕΚ.

 

Στις 09.11.2018, όταν ο Αιτητής εξέτιε ποινή φυλάκισης στις κεντρικές φύλακες, εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης του στην Ελλάδα, όπως και διάταγμα παραμονής του εκτός της Δημοκρατίας για περίοδο τριών ετών, δυνάμει των άρθρων 29(1), 30 και  35 του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, Ν. 7(Ι)/2007, ως είχε τότε. Κατά της νομιμότητας της εν λόγω απόφασης ο Αιτητής καταχώρησε την Προσφυγή αρ.155/2019, σε σχέση με την οποία το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε ακυρωτική απόφαση στις 06.10.2022.

 

Η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (εφεξής «ΥΑ&Μ») Λάρνακας απέστειλε επιστολή ημερομηνίας 04.09.2023, στη Διευθύντρια του  Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης («ΤΑΠΜ») με θέμα: «xxxxxxxxxxx Axxxxxx, Γεννηθείς στις xx/xx/19xx Κάτοχος Δελτίου ταυτότητας Ελλάδας αρ. ΑΑ0xxxxx ARCx xxxxxxxx, MP EUxx-xxxx», (εφεξής η Επιστολή ΥΑ&Μ» ), στην οποία ανέφερε (μεταξύ άλλων) τα ακόλουθα:

 

«Ο υπό αναφορά στο θέμα αλλοδαπός στις 04/06/2009 αποτάθηκε στο Τ.Α.Π.Μ και εξασφάλισε Βεβαίωση Εγγραφής Ευρωπαίου Πολίτη.

2.        Εναντίον του σχηματίστηκε η ποινική υπόθεση Σ/287/2014 του ΤΑΕ Λάρνακας η οποία καταχωρήθηκε στο Κακουργιοδικείο Λάρνακας με Α/Α 4945/2015 και αφορούσε υπόθεση 1. Βιασμό 2, Διαφθορά νεαρής γυναίκας ηλικίας δεκατριών μέχρι δεκαεπτά 2. Σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού (7 κατηγορίες).

3. Σύμφωνα με την καταγγελία που έγινε στο ΤΑΕ Λάρνακας στις 16/06/2014 από την Ε/Κύπρια Εxxxx Αxxxxxx, ο υπό αναφορά στο θέμα αλλοδαπός (πρώην συμβίος της μητέρας της), κατά τα έτη 2010-2011 καταχρώμενος την θέση του προέβηκε στην διάπραξη των πιο πάνω αδικημάτων.

4.        Στις 22/09/2016 παρουσιάστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας όπου για τα πιο πάνω αδικήματα τού επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 χρόνων. Μετά την καταδίκη του σε φυλάκιση οδηγήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές για να εκτίσει την ποινή του και σύμφωνα με τον προσωπικό του φάκελο (xxxx) αποφυλακίζεται στις 15/09/2023.

5.        Σε συνέντευξη που έγινε στον αλλοδαπό στις, 22/08/2023 από τον Αστ.2xxx της Υ.Α.&Μ. Λευκωσίας, ανέφερε ότι το 2014 τέλεσε θρησκευτικό γάμο με την Ε/Κύπρια Έxxxxx Αxxxx Δ.Τ.xxxxx και από τον γάμο τους στις xx/xx/2012 απέκτησαν μια θυγατέρα. Στις 23/08/2023 η Ε/Κύπρια σύζυγος του αλλοδαπού προσήλθε στην Υ.Α&Μ Λάρνακας όπου προσκόμισε φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γάμου, φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γεννήσεως της θυγατέρας τούς, ως επίσης και φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γεννήσεως παιδιού του αλλοδαπού, το οποίο απέκτησε στις xx/xx/2011 με την πρώην Ε/Κύπρια σύντροφο του, Μxxx Σxxxxxxxx.

6.        Είναι κάτοχος Δελτίου ταυτότητάς το οποίο βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές.

7.        Ο υπό αναφορά στο θέμα αλλοδαπός, καταδικάστηκε για την διάπραξη σοβαρών αδικημάτων και ιδιαίτερα για το αδίκημά του βιασμού, για το οποίο προβλέπεται ως μέγιστη ποινή η φυλάκιση δια βίου. Η φύση των αδικημάτων που διέπραξε ο αλλοδαπός είναι τέτοια που μπορεί να θεωρηθεί ως άτομο η συμπεριφορά του οποίου συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για την δημόσια τάξη ή ασφάλεια λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι ο αλλοδαπός ο οποίος διαμένει στη Δημοκρατία πέραν των 10 ετών, είναι παντρεμένος με Κύπρια και πατέρας Κύπριων πολιτών, παρακαλώ για ενημέρωση της Διευθύντρια του Τ.Α.Π.Μ για λήψη απόφασης ως προς τον χειρισμό του μετά την αποφυλάκιση του.   

Επισυνάπτονται: 1)        Πληροφοριακό έντυπο .

2)         Κατηγορητήριο

3)         Ένταλμα φυλάκισης

4)         Έντυπα Η.Υ.

5)         Φ/φο ΔΤ

6)         Φ/φο πιστοποιητικό γάμου

7)         Φ/φα πιστοποιητικών γεννήσεως»

 

Στις 06.09.2023 λειτουργός του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με χειρόγραφη σημείωση επί της Επιστολής ΥΑ&Μ προς τη Διευθύντρια του Τ.Α.Π.Μ, εισηγήθηκε όπως λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, για τα όποια έχει καταδικαστεί ο Αιτητής βάσει του άρθρου 29 του Νόμου, εκδοθούν εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης.

 

Η Διευθύντρια του Τ.Α.Π.Μ με δική της χειρόγραφη σημείωση ημερ. 06.09.2023 επί της Επιστολής ΥΑ&Μ, συμφώνησε με την ως άνω εισήγηση με αποτέλεσμα και κατ’ επίκλησιν συγκεκριμένων άρθρων του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και Ορισμένων Υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, ως είχε τότε (εφεξής ο «Νόμος»), να εκδοθεί απόφαση ίδιας ημερομηνίας, διά της οποίας επεβλήθη περιορισμός στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής του Αιτητή στη Δημοκρατία για λόγους δημοσίας τάξεως και/ή δημοσίας ασφάλειας και να εκδοθούν συναφώς διατάγματα κράτησης και απέλασης του Αιτητή στην Ελλάδα.

 

Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσέβαλε τις ως άνω πράξεις, τις οποίες, σημειώνεται ότι, συνόδευε έγγραφο άνευ ημερομηνίας και υπογραφής (εφεξής θα αναφέρεται ως «το συνοδευτικό έγγραφο»), το οποίο ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Αρ. φακ. EUxx-xxxx (xxxxxxxx Axxxxxxx)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΑΠΕΛΑΣΗΣ

Oι αρμόδιες αρχές, αφού έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσής σας, έκριναν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.

Λόγω του ότι καταδικαστήκατε για τα αδικήματα του βιασμού, της διαφθοράς νεαρής γυναίκας ηλικίας δεκατριών μέχρι δεκαεπτά ετών και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιού, οι αρμόδιες αρχές αποφάσισαν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά συνιστά πραγματική και ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.

 

The competent authorities, having considered ail the facts of your case, decided that your personal conduct constitutes a real, present and sufficiently serious threat to the public order».

Η προσφυγή αυτή τίθεται πλέον προς κρίση από το παρόν, κατόπιν της Απόφασης ΑΣΔ και της προσφερθείσας καθοδήγησης επί των εκεί κριθέντων, προκειμένου να εξεταστούν οι λόγοι ακύρωσης υπό το πρίσμα της απάντησης που δόθηκε από το ΑΣΔ.

 

Ο Αιτητής λοιπόν διά των αγορεύσεων των ευπαίδευτων συνηγόρων του εγείρει καταρχάς με την πρώτη ενότητα λόγων ακύρωσης ότι δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς κανένας λόγος δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας που να υποστηρίζει τη προσβαλλόμενη απόφαση και συναφώς ότι υπάρχει ζήτημα παραβίασης του Άρθρου 29 (3) (β) του Νόμου.  Θεωρεί ειδικότερα ότι η αιτιολογία η οποία περιέχεται στο συνοδευτικό έγγραφο, ότι, η προσωπική συμπεριφορά του αιτητή «συνιστά πραγματική, ενεστώσα, και επαρκώς σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια….and sufficiently serious threat to the public order», υπολείπεται των επιτακτικών προνοιών του Άρθρου 29 του Νόμου, είναι αόριστη, αφού τα όσα αναφέρονται, δεν συνιστούν παρά απλή επανάληψη των προνοιών της οικείας νομοθεσίας και περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση.

 

Πέραν των παραπάνω, τίθεται και ζήτημα ότι δεν αξιολογήθηκε ή διερευνήθηκε η συμπεριφορά του Αιτητή όλο το διάστημα από την έκδοση της απόφασης στην προσφυγή υπ’ αριθμό 155/2019 ημερ 06.10.2022 μέχρι την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων και κανένα νέο στοιχείο δεν παρουσιάστηκε που να αιτιολογεί τις τελευταίες. Καταλήγοντας επί της πρώτης, πάντα, ενότητας λόγων ακύρωσης υποβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις στερούνται επαρκούς, εξατομικευμένης και νόμιμης αιτιολογίας και, ειδικότερα, η δοθείσα αιτιολογία συγκρούεται ευθέως με τα ορισθέντα στο Άρθρο 29(3) (β) του Νόμου.

 

Με τη δεύτερη ενότητα λόγων ακύρωσης, ο Αιτητής υποβάλλει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενήργησαν υπό πλάνη περί τον νόμο και/ή τα πράγματα και παραβίασαν την αρχή της αναλογικότητας κατά παράβαση των άρθρων 46 και 52 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999 [εφεξής «Ν. 158(Ι)/1999] καθότι όντας Έλληνας, ηλικίας 53 χρονών, διαμένει μόνιμα στο έδαφος της Δημοκρατίας πέραν των «10 σχεδόν ετών», ως αναφέρει, και προς τούτο έχει αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Επίσης δεν λήφθηκαν υπόψη οι οικογενειακές και/ή προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή καθώς και η διαγωγή του και δεν αιτιολογήθηκε κανένας λόγος δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας που να αιτιολογεί την έκδοση των προσβαλλομένων.

 

Στα πλαίσια της ίδιας ενότητας, ο ευπάιδευτος συνήγορος του Αιτητή υποβάλλει ότι, βάσει του άρθρου 35(1) του Νόμου, το διάταγμα απέλασης δεν είναι υποχρεωτικό αλλά η αρμόδια αρχή δύναται να εκδίδει τέτοιο διάταγμα. Η αναφορά στο άρθρο 29(1) του Νόμου ότι, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει περιορισμούς αυτή δεν αναφέρεται αποκλειστικά και μόνον σε διατάγματα κράτησης και απέλασης. Στην παρούσα υπόθεση η αρμόδια αρχή επέλεξε τα επαχθέστερα από τα μέτρα που είχε στη διάθεσή της για να επιλέξει. Δεν αμφισβητεί το δικαίωμα της αρμόδιας αρχής να το πράξει όμως όφειλε εκ του Νόμου να λάβει υπόψη και να αιτιολογήσει ανάλογα τις παραμέτρους που καθορίζονται στο άρθρο 30(1) του Νόμου, καμία όμως τέτοια παράμετρος λήφθηκε υπόψη πριν εκδοθεί το επαχθέστερο μέτρο σε βάρος του Αιτητή, κάτι που κατά την εισήγηση επίσης πρέπει να οδηγήσει το παρόν στην ακύρωση των προσβαλλομένων. 

 

Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, επιμένουν στη νομιμότητα και το αιτιολογημένο των προσβαλλομένων[1].

 

Ειδικά ως προς τους λόγους ακύρωσης που αναπτύσσει ο Αιτητής με την αγόρευσή του και είναι αυτοί που χρήζουν εξέτασης από το παρόν, παραπέμπουν στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΔΕΕ») στην Υπ. 30/77 Bouchereau ημερ. 27.10.1977, στην C-348/96 Calfa ημερ. 19.1.1999, στην C-482/01 και C-493/01 Ορφανόπουλος και Oliveri ημερ. 29.4.2004 και στην C-348/09 Oberburgermeisterin ημερ. 22.5.2012, θεωρούν δε ότι η απόφαση στην Αναθ. Έφ. Αρ. 89/2015 Α.Ν. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 03.06.2022 (εφεξής «ΑΕ 89/2015») και η πρωτόδικη αυτής, την οποία επικύρωσε, ήτοι την Υπ. Αρ. 483/2015 Ιωάννη Καρωμένου και Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 09.07.2015 είναι απόλυτα καθοδηγητικές (και δεσμευτικές) για το παρόν ως προς το νόμιμο και αιτιολογημένο των εδώ προσβαλλόμενων, επί του συνόλου των λόγων ακυρότητας που, αβάσιμα κατά την εισήγησή τους, εγείρει ο Αιτητή. Βεβαίως υποδεικνύουν την Απόφαση ΑΣΔ, σύμφωνα με την οποία, υποβάλλουν, αποκρυσταλλώθηκε, κατά τρόπο δεσμευτικό, ο τρόπος ερμηνείας του άρθρου 29 του Νόμου.

 

Έχοντας εξετάσει το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και ειδικά των εγγράφων, που παρέπεμψα πιο πάνω και αφού μελέτησα, με την απαραίτητη προσοχή, όσα μου υπεβλήθησαν με οδηγό την Απόφαση ΑΣΔ ως προς τα εκεί κριθέντα καθώς και τις επικαλούμενες νομοθετικές πρόνοιες και νομολογία, στην οποία παραπέμφθηκα από τους ευπαίδευτους συνηγόρους, καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Καταρχάς ως προς την πρώτη ενότητα λόγων ακύρωσης σημειώνω ότι μόνο οι λόγοι ακύρωσης που αναπτύσσονται με την γραπτή αγόρευση του Αιτητή στα πλαίσια της ενότητας αυτής και δη περί έλλειψης επαρκούς/νόμιμης αιτιολογίας και έρευνας κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 29 του Νόμου και σχετικής νομολογίας είναι αυτοί που χρήζουν εξέτασης από το παρόν [Aβανή Παναγιώτα ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (1993) 4 ΑΑΔ 68].

 

Ξεκινώντας, στην απόφαση Καρωμένος (ανωτέρω) η κριθείσα αιτιολογία που συνόδευε τις εκεί προσβαλλόμενες πράξεις, ως καταγράφηκε από το Δικαστήριο, ήταν η ακόλουθη:

 

«Οι αρμόδιες αρχές, αφού έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσης σας, έκριναν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια τάξη για τους ακόλουθους λόγους:

Πρώτον, ότι εναντίον σας εξετάστηκε ποινική υπόθεση η οποία αφορούσε αδικήματα παράνομης κατοχής, προμήθειας και καλλιέργειας ελεγχόμενου φαρμάκου και το Δικαστήριο σας επέβαλε ποινή φυλάκισης 4 ετών.

Και κατά δεύτερον ότι σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο ΣΛΕΕ ο τομέας της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών εντάσσεται στους τομείς ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση.

Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές αποφάσισαν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας.

(Οι υπογραμμίσεις είναι του Δικαστηρίου)»

Στη συνέχεια το Δικαστήριο (στην απόφαση Καρωμένος πάντα) ανέφερε ως προς το κατά πόσο η ως άνω αιτιολογία συνιστά παράβαση του άρθρου 29  του Νόμου ότι:

 

«Το κατηγορητήριο και οι λεπτομέρειες των αδικημάτων, για τα οποία είχε καταδικαστεί ο αιτητής, ήταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση κατά την έκδοση της εν λόγω πράξης, όπως και όλα τα σχετικά με τα κριτήρια του άρθρου 30 γεγονότα (η σύντομη σχετικά διάρκεια διαμονής του αιτητή στην Κύπρο, ο προηγούμενος γάμος του, τα διατάγματα ανάθεσης της γονικής μέριμνας και διατροφής του παιδιού, η προηγούμενη εργασία του αιτητή, ο αρραβώνας του με Ελληνοκύπρια και η επιθυμία του να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την αποφυλάκιση του (ερυθρό 40)). Αποτελούσαν στοιχεία του φακέλου που, κατά τεκμήριο, λήφθηκαν υπόψη, ενώ στην αιτιολόγηση της απόφασης ρητά αναφέρεται ότι «οι αρμόδιες αρχές έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσης σας».  Αναφορά στα δεδομένα της προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης του αιτητή γίνεται τόσο στο διοικητικό φάκελο, όσο και στη ίδια την εισήγηση του Αν. Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.(…)

 

Η κατά το άρθρο 29 του Ν.7(Ι)/2007 «πραγματική, ενεστώσα και επαρκής σοβαρή απειλή», συναρτάται κατά τεκμήριο με υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων, η οποία, εφόσον συνοδεύεται και με προηγούμενες καταδίκες, ενισχύει την ανεπιθύμητη συμπεριφορά και καθιστά  πιο δικαιολογημένη την απέλαση (βλ. Anghel Viorel, Υπ.αρ.1064/2012, ημερομηνίας 20.5.2014)».

 

Στην ΑΕ 89/2015 που ακολούθησε, με την οποία εφεσιβήθηκε η απόφαση Καρωμένος, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε σχετικά με την ανωτέρω εκκαλούμενη κρίση του πρωτόδικου:

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε πως το κατηγορητήριο και οι λεπτομέρειες των αδικημάτων για τα οποία είχε καταδικαστεί ο Εφεσείων, βρίσκονταν ενώπιον των Εφεσίβλητων κατά τους κρίσιμους χρόνους και ότι τα στοιχεία που συνυπολογίστηκαν συνιστούσαν, όντως, πραγματική, ενεστώσα και επαρκή σοβαρή απειλή, συνοδευόμενη μάλιστα και από το στοιχείο της προηγούμενης καταδίκης σε σοβαρό ποινικό αδίκημα ναρκωτικών, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο και τα περί ανεπιθύμητης συμπεριφοράς του Εφεσείοντα και το δικαιολογημένο της απέλασης (Viorel ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 1064/12, ημ. 2.8.12).

Δεν βλέπουμε πώς έσφαλε το Πρωτόδικο Δικαστήριο κρίνοντας επί της πτυχής αυτής την προσβαλλόμενη απόφαση, και αυτό γιατί ενήργησε καλώς κατά τις ισχύουσες αρχές με κατά νουν τα γεγονότα της υπόθεσης.

Δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 29, Ν.7(Ι)/07».

 

Ανατρέχοντας λοιπόν στα εδώ κρινόμενα, η αιτιολόγηση που περιλαμβάνεται στο συνοδευτικό έγγραφο, επίσης, όπως στην Καρωμένος-ΑΕ 89/2015 αναφέρει (η υπογράμμιση του παρόντος) ότι:

 

«Οι αρμόδιες αρχές, αφού έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσης σας, έκριναν ότι η προσωπική σας συμπεριφορά αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια»

 

Περαιτέρω έχω ήδη, στα γεγονότα, αναφερθεί στο γεγονός ότι οι προσβαλλόμενες εξεδόθηκαν κατόπιν της έγκρισης από το αρμόδιο όργανο-Διευθύντρια ΤΑΠΜ στις 06.09.2023 (δηλαδή την ίδια ημερομηνία με την έκδοση των προσβαλλομένων), επιστολής και εισηγήσεων υπηρεσιακών λειτουργών. Η έγκρισή της ετέθη με χειρόγραφη σημείωση επί της Επιστολής ΥΑ&Μ, στην οποία είχε ήδη καταγραφεί η επίσης χειρόγραφη εισήγηση ημερομηνίας 06.09.2023 του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Ως διαπιστώνω, στο κείμενο της Επιστολής ΥΑ&Μ γίνεται εκτενής αναφορά όλων όσων ελήφθησαν υπόψη και είχε ενώπιόν της η διοίκηση πριν την έκδοση των προσβαλλομένων. Συγκεκριμένα έγινε ρητή αναφορά στην ηλικία του Αιτητή και πότε εξασφάλισε Βεβαίωση Εγγραφής Ευρωπαίου Πολίτη στη Δημοκρατία, λεπτομέρειες ως προς την καταγγελία που έγινε και το ότι ο Αιτητής (πρώην συμβίος της μητέρας της παραπονούμενης), καταχρώμενος την θέση του προέβηκε στην διάπραξη των αδικημάτων. Έγινε αναφορά στην ποινική υπόθεση και τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε στις 22.09.2016 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 χρόνων και οδηγήθηκε τότε στις Κεντρικές Φυλακές για να εκτίσει την ποινή του. Περαιτέρω ότι έγινε συνέντευξη στις 22.08.2023 στην ΥΑ&Μ Λευκωσίας στην οποία ο Αιτητής αναφέρθηκε στις οικογενειακές και προσωπικές του πληροφορίες ενώ παράλληλα ότι την επομένη, στις 23.08.2023 και η Ε/Κ σύζυγος του προσήλθε στην Υ.Α&Μ Λάρνακας όπου προσκόμισε διάφορα έγγραφα αναφορικά με την οικογενειακή κατάσταση τους (φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γάμου, πιστοποιητικών γεννήσεως τέκνων κτλ).

 

Περαιτέρω αναφέρθηκε ότι ο Αιτητής καταδικάστηκε για την διάπραξη σοβαρών αδικημάτων και ιδιαίτερα για το αδίκημά του βιασμού, για το οποίο προβλέπεται ως μέγιστη ποινή η φυλάκιση δια βίου, η φύση των οποίων είναι τέτοια που μπορεί να θεωρηθεί ως άτομο η συμπεριφορά του οποίου συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για την δημόσια τάξη ή ασφάλεια όπως και ο χρόνος διαμονής στη Δημοκρατία, ότι είναι παντρεμένος με ΕΚ και πατέρας Κύπριων πολιτών.          Τέλος αναφέρεται ότι επισυνάπτονται έγγραφα περιλαμβανομένων πληροφοριακού εντύπου, κατηγορητηρίου, εντάλματος φυλάκισης, φωτοαντίγραφα πιστοποιητικών κτλ.

 

Στην βάση των αναφερόμενων στην Επιστολή ΥΑ&Μ, γίνεται εισήγηση από τον λειτουργό του ΤΑΠΜ όπως λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, για τα όποια έχει καταδικαστεί ο Αιτητής βάσει του άρθρου 29 του Νόμου, εκδοθούν εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης.

 

Θεωρώ λοιπόν, λαμβάνοντας καθοδήγηση από τις πιο πάνω αποφάσεις Καρωμένος και ΑΕ 89/2015 ότι η αιτιολόγηση των εδώ προσβαλλόμενων ουδόλως υπολείπεται των όσων το άρθρο 29 του Νόμου προβλέπει.

 

Σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή, θεωρώ ότι, μέρος της αιτιολογίας των προσβαλλομένων δεν αποτελεί μόνον το συνοδευτικό έγγραφο αλλά τόσο η Επιστολή της ΥΑ&Μ σε συνάρτηση με τα εκεί συνημμένα έγγραφα όσο και η εκεί αναφερόμενη χειρόγραφη σημείωση ημερομηνίας 06.09.2023, στοιχεία δηλαδή του διοικητικού φακέλου που συνθέτουν την όλη διοικητική ενέργεια [άρθρο 29 του Ν. 158(I)/1999] και μάλιστα φέρουν την, δηλωτική της έγκρισή τους, υπογραφή της Διευθύντριας ΤΑΠΜ (σχετ. η Εφ. ΔΔ Αρ. 18/2017 Varsik Mkrtchyan v. Κυπριακή Δημοκρατίας, μέσω Δ/τριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 27.09.2023 και η Έφ. Δ. Δ. Αρ. 12/2024 Ahmed Shbib v. Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 15.10.2024 στις οποίες αναγνωρίστηκε το τεκμήριο κανονικότητας των διοικητικών πράξεων σε παρεμφερείς συνθήκες).

 

Η δε αιτιολόγηση/συμπλήρωση αιτιολόγησης κατά τον τρόπο αυτό έχει, θεωρώ, επιδοκιμαστεί ευθέως στις ως άνω Καρωμένος και ΑΕ 89/2015.

 

Είναι λοιπόν από τα εν λόγω έγγραφα σαφές, ότι αν και προφανώς βασικό αιτιολογικό έρεισμα των προσβαλλόμενων ήταν η φύση των αδικημάτων που οδήγησαν στην ποινική του καταδίκη, οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν στηρίχθηκαν στην προηγούμενη ποινική καταδίκη του εφ’ εαυτής ώστε να τίθεται ζήτημα παράβασης του άρθρου 29(3)(β) του Νόμου.

 

Η ίδια η παραπομπή των Καθ’ ων η αίτηση στη φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων που οδήγησαν στην ποινική καταδίκη, στην καταγγελία και στον ρόλο που ο Αιτητής είχε έναντι του θύματος, στις λεπτομέρειες των αδικημάτων (και το ποινικό κατηγορητήριο), καταδεικνύει ακριβώς ότι η έρευνα δεν περιορίστηκε στη ποινική καταδίκη «αφ’ εαυτής», κάτι που συνάδει άλλωστε και με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην οποία με παραπέμπει και η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση, βάσει της οποίας το μέτρο της απέλασης είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί χωρίς καν προυπάρχουσα ποινική καταδίκη, ακόμα δηλαδή και για περιπτώσεις που δεν έχει καν ο προς απέλαση πολίτης της ΕΕ καταδικασθεί ποινικά. Στην Υπόθεση Αρ. 718/2012 Stoyanov ν. Υπουργείο Εσωτερικών κ.α., ημερ. 26.02.2014, ο Αιτητής δεν είχε καταδικαστεί από Δικαστήριο, ωστόσο αυτό δεν εμπόδισε τους Καθ’ ων η Αίτηση να εκδώσουν εναντίον του νόμιμο διάταγμα απέλασης, στην βάση της επικινδυνότητας του. Στην Υπόθεση Αρ. 1064/2012 Viorel ν. Υπουργείο Εσωτερικών ημερ. 20.05.2014 όμως αναφέρθηκε ειδικότερα ως προς την ύπαρξη και μιας προηγούμενης ποινικής καταδίκη ότι:

 

«Η  κατά  το  άρθρο  29 «πραγματική, ενεστώσα και επαρκής σοβαρή απειλή», συναρτάται κατά τεκμήριο με υφιστάμενη  κατάσταση  πραγμάτων,  η  οποία,  εφόσον  συνοδεύεται  και  με προηγούμενες καταδίκες, ενισχύει την ανεπιθύμητη συμπεριφορά και καθιστά ακόμη πιο δικαιολογημένη την απέλαση.»

 

Αυτό άλλωστε που η πρόνοια του άρθρου 29(3)(β) του Νόμου προστατεύει είναι η αποφυγή αυτόματων απελάσεων λόγω ποινικών καταδικών, χωρίς να αποκλείει όμως ότι μια ποινική καταδίκη δύναται να δικαιολογήσει το μέτρο της απέλασης όταν η διοίκηση, εξετάζοντας σφαιρικά την ενώπιόν της περίπτωση, το κρίνει κατάλληλο. Από τα όσα αναφέρθηκαν και εγκρίθηκαν από τη διοίκηση προπαρασκευάζοντας την έκδοση των προσβαλλομένων, στα οποία αναφέρθηκα πιο πάνω θεωρώ λοιπόν ότι οι προσβαλλόμενες είναι επαρκώς αιτιολογημένες και εναρμονίζονται με όσα το άρθρο 29 του Νόμου τάσσει.

 

Στην Απόφαση ΑΣΔ επιβεβαιώνοντας όσα η ΑΕ 89/2015 είχε διατυπώσει, και εν προκειμένω ότι η ύπαρξη ποινικής καταδίκης μπορεί να δικαιολογήσει τη λήψη μέτρου απέλασης αν από τις περιστάσεις που οδήγησαν σε αυτή προκύπτει  τέτοια συμπεριφορά η οποία να συνιστά πραγματική, εν δυνάμει ενεστώσα, και αρκούντως σοβαρή απειλή σε βάρος θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, αναφέρθηκε:

 

«Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να συνεκτιμά σωρευτικά, όλα τα σχετικά δεδομένα, για να καταλήξει στο ζητούμενο και δη μεταξύ άλλων, τη φύση και τη σοβαρότητα του αδικήματος αλλά και τις συνθήκες τέλεσής του».

 

Δεδομένων άρα των όσων ανέφερα πιο πάνω, καθίσταται σαφές ότι δε μπορούν να γίνουν δεκτοί και εκ των πραγμάτων απορρίπτονται οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί παράβασης του άρθρου 29 του Νόμου ή μη επαρκούς αιτιολόγησης ως προς όσα η νομολογία ή το άρθρο αυτό θέτει. Είναι συμπέρασμά μου ότι οι Καθ’ ων η αίτηση αιτιολόγησαν ότι η προσωπική συμπεριφορά του Αιτητή  αποτελεί  πραγματική,  ενεστώσα,  και  σοβαρή απειλή στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας χωρίς να στηριχθούν αφ’ εαυτής ή αυτοματοποιημένα στην πρότερη καταδίκη του αλλά κατόπιν σφαιρικής διερεύνησης της περίπτωσής του, με την αιτιολογία τους να καταγράφηκε ρητώς στο σύνολο της διοικητικής ενέργειας που συνόδευε αλλά και προπαρασκεύασε τις προσβαλλόμενες πράξεις.

 

Περαιτέρω βέβαια δε θα συμφωνήσω με τον Αιτητή ότι δεν αξιολογήθηκε/ διερευνήθηκε η συμπεριφορά του όλο το διάστημα από την έκδοση της απόφασης στην προσφυγή υπ’ αριθμό 155/2019 ημερ 06.10.2022 μέχρι την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων και ότι κανένα νέο στοιχείο δεν παρουσιάστηκε που να αιτιολογεί τις τελευταίες που να δικαιολογεί τη δυσανάλογη επέμβαση στο πυρήνα του δικαιώματος ιδιωτικής ή/και οικογενειακής ζωής του Αιτητή. Είναι από τα όσα ανέφερα πιο πάνω εμφανές, και επί τούτου θα επανέλθω και κατά την εξέταση της δεύτερης ενότητας των λόγων ακύρωσης, ότι οι Καθ΄ων η αίτηση ήταν λίαν επίκαιροι στην διερεύνηση της περίπτωσης του Αιτητή δεδομένου ότι τα πιο πάνω έγγραφα (Επιστολή ΥΑ&Μ με χειρόγραφες σημειώσεις) και ενέργειες τους περιλαμβανομένης της συνέντευξης του Αιτητή και της αποδοχής των στοιχείων που προσκόμισε η ΕΚ σύζυγός του, έγιναν είτε την ιδία είτε ολίγες ημέρες πριν την έκδοση των προσβαλλομένων (04.09.23 και 22-23.08.2023).

 

Ως εκ των ανωτέρω οι ισχυρισμοί του Αιτητή, οι οποίοι περιέχονται στην πρώτη ενότητα λόγων ακύρωσης απορρίπτονται.

 

Με τη δεύτερη ενότητα λόγων ακύρωσης, ο Αιτητής υποβάλλει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενήργησαν υπό πλάνη περί τον νόμο και/ή τα πράγματα και παραβίασαν την αρχή της αναλογικότητας καθότι όντας Έλληνας, ηλικίας 53 χρονών, διαμένει μόνιμα στο έδαφος της Δημοκρατίας πέραν των «10 σχεδόν ετών» και προς τούτο έχει αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης παραμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Δεν λήφθηκαν, υποβάλλει, υπόψη οι οικογενειακές και/ή προσωπικές περιστάσεις του καθώς και η διαγωγή του και δεν αιτιολογήθηκε κανένας λόγος δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας που να αιτιολογεί την έκδοση των προσβαλλομένων. Υποβάλλεται ότι, βάσει της ερμηνείας των άρθρων 29(1) και 35(1) του Νόμου, το διάταγμα απέλασης (και κράτησης) δεν είναι υποχρεωτικό αλλά η αρμόδια αρχή δύναται να το εκδίδει, όμως οφείλει προηγουμένως εκ του Νόμου να λάβει υπόψη και να αιτιολογήσει τις παραμέτρους που καθορίζονται στο άρθρο 30(1) του Νόμου, που όμως, κατά την εισήγηση, δεν το έπραξε. 

 

Είναι σαφές ότι το παράπονο του Αιτητή, ως διατυπώθηκε στην αγόρευσή του με παραπομπή ειδικά στα άρθρα 29(1), 30(1) και 35(1) του Νόμου και τα σχετικά άρθρα 46 (πλάνη) και 52 (αναλογικότητα) του Ν. 158(Ι)/1999 επικεντρώνεται στο ότι, κατά την εισήγηση του, οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν διερεύνησαν τις παραμέτρους του άρθρου 30(1) του Νόμου, ιδιαίτερα τις οικογενειακές και/ή προσωπικές περιστάσεις του καθώς και την όλη συμπεριφορά του και δεν αιτιολογήθηκε κανένας λόγος δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας. Αυτό, κατά την εισήγηση συνιστά πλάνη, παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και παράβαση του ίδιου του εδαφίου (1) του άρθρου 30 του Νόμου. Εφόσον δε ο ισχυρισμός αφορά πλάνη και μη δέουσα διερεύνηση, εκ των πραγμάτων ο Αιτητής το συνδέει και με την αιτιολόγηση των προσβαλλομένων ως προς τις παραμέτρους του εν λόγω εδαφίου (1) του άρθρου 30 του Νόμου.

Επί των ισχυρισμών αυτών σημειώνω ότι, στα πλαίσια του πρώτης ενότητας λόγων ακύρωσης, αναφέρθηκα στην Επιστολή της ΥΑ&Μ και όσα εκεί ειδικά αναφέρθηκαν ότι ελήφθησαν υπόψη από τη διοίκηση αλλά και οι ενέργειές της που προηγήθηκαν. 

Εκτός φυσικά των όσων αναφέρθηκαν και σχολιάστηκαν στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακύρωσης[2], έγινε εκεί ρητή αναφορά στην ηλικία του Αιτητή (βλ. θέμα Επιστ. ΥΑΜ), πότε εξασφάλισε Βεβαίωση Εγγραφής Ευρωπαίου Πολίτη στη Δημοκρατία, περαιτέρω ότι έγινε συνέντευξη στις 22.08.2023 στην ΥΑ&Μ Λευκωσίας στην οποία ο Αιτητής αναφέρθηκε στις οικογενειακές και προσωπικές του πληροφορίες ενώ παράλληλα ότι την επομένη, στις 23.08.2023 και η Ε/Κ σύζυγος του προσήλθε στην Υ.Α&Μ Λάρνακας όπου προσκόμισε διάφορα έγγραφα αναφορικά με την οικογενειακή κατάσταση τους (φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γάμου, πιστοποιητικών γεννήσεως τέκνων κτλ).

Συνεπώς δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή ότι δεν ελήφθησαν υπόψη ή δεν αιτιολογήθηκαν τα όσα το εδάφιο (1) του άρθρου 30 του Νόμου θέτει. Δόθηκε η ευκαιρία σε αυτόν και στην ΕΚ σύζυγο του να θέσει στους Καθ’ ων η αίτηση τα νεώτερα δεδομένα που τον/τους αφορούν και προσκόμισαν μάλιστα και σχετικά πιστοποιητικά που αφορούσαν τις προσωπικές/ οικογενειακές  του συνθήκες, έγινε δε ρητή αναφορά σε αυτά στην Επιστολή ΥΑ&Μ. Και εδώ ισχύει ο λόγος της απόφασης Καρωμένος και της ΑΕ 89/2015. Στην πρώτη αναφέρθηκε (η υπογράμμιση του Δικαστηρίου):

«Το κατηγορητήριο και οι λεπτομέρειες των αδικημάτων, για τα οποία είχε καταδικαστεί ο αιτητής, ήταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση κατά την έκδοση της εν λόγω πράξης, όπως και όλα τα σχετικά με τα κριτήρια του άρθρου 30 γεγονότα (η σύντομη σχετικά διάρκεια διαμονής του αιτητή στην Κύπρο, ο προηγούμενος γάμος του, τα διατάγματα ανάθεσης της γονικής μέριμνας και διατροφής του παιδιού, η προηγούμενη εργασία του αιτητή, ο αρραβώνας του με Ελληνοκύπρια και η επιθυμία του να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την αποφυλάκιση του (ερυθρό 40)). Αποτελούσαν στοιχεία του φακέλου που, κατά τεκμήριο, λήφθηκαν υπόψη, ενώ στην αιτιολόγηση της απόφασης ρητά αναφέρεται ότι «οι αρμόδιες αρχές έλαβαν υπόψη όλα τα δεδομένα της περίπτωσης σας».  Αναφορά στα δεδομένα της προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης του αιτητή γίνεται τόσο στο διοικητικό φάκελο, όσο και στη ίδια την εισήγηση του Αν. Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. (…)

 

Ούτε το άρθρο 30 του Νόμου παραβιάστηκε εδώ, αφού από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου προέκυπταν όλα τα συναφή στοιχεία της προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης του αιτητή που θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη (…)».

 

Στην δε ΑΕ 89/2015, το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας ισχυρισμούς περί παράβασης του άρθρου 30 του Νόμου, αναφέρθηκε:

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε, καταλλήλως, πως από τον Διοικητικό Φάκελο αναδύονταν, όλα τα αφορώντα και αποτιμήσιμα στοιχεία της προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης του Εφεσείοντα».

 

Ειδικά μάλιστα ως προς το ζήτημα της αναλογικότητας, σημειώνω ότι η αναλογικότητα δεν εξετάζεται in abstracto αλλά σε συνάρτηση με όσα ο Νόμος και η Οδηγία 2004/38[3] καθορίζει ως κριτήρια της. Τα κριτήρια που η Οδηγία 2004/38 έχει θέσει προς τον σκοπό εξέτασης της αναλογικότητας του μέτρου της απέλασης σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 23 αυτής (…θα πρέπει να περιορισθεί το πεδίο εφαρμογής των σχετικών μέτρων, σύμφωνα µε την αρχή της αναλογικότητας, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη ο βαθμός ένταξης των ενδιαφερομένων…), περιέχονται στο άρθρο 28 της Οδηγίας [που αντιστοιχεί στο άρθρο 30(1) του Νόμου] δηλ. η οικογενειακή του κατάσταση, η περίοδος διαμονής του στη Δημοκρατία, η ηλικία του κτλ, και άρα είναι αυτά που ως ανέφερα ήδη, εξέτασε δεόντως η διοίκηση πριν την έκδοση των εδώ προσβαλλομένων κατόπιν και όσων και ο ίδιος και η σύζυγός του της κόμισε κατόπιν στις 22.08.2023 και 23.08.2023 αντίστοιχα.

 

Επιπροσθέτως, και ειδικά ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι δεν αιτιολογήθηκε κανένας λόγος δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας, θεωρώ ότι οι καταγραφές εντός των εγγράφων, στα οποία παρέπεμψα πιο πάνω (Επιστολή ΥΑ&Μ με χειρόγραφες σημειώσεις) αιτιολογούν επαρκώς με ρητή αναφορά ότι «η φύση των αδικημάτων που διέπραξε ο αλλοδαπός είναι τέτοια που μπορεί να θεωρηθεί ως άτομο η συμπεριφορά του οποίου συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για την δημόσια τάξη ή ασφάλεια», άλλωστε δε διαλανθάνει της προσοχής μου ότι στην Απόφαση ΑΣΔ έγινε μνεία στην υπόθεση του ΔΕΕ C-348/09 Oberburgermeisterin ημερ. 22.05.2012 αναφέροντας τα ακόλουθα (υπογράμμιση του Δικαστηρίου):

 

«Επισημάνθηκε ότι κατά το Άρθρο 83(1) της ΣΛΕΕ[11], η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών εντάσσεται στους τομείς της ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση, οι οποίοι απαιτούν την παρέμβαση του νομοθέτη της ΄Ενωσης[12]. Η δε σοβαρότητα του είδους αυτών των αδικημάτων προκύπτει και από την Οδηγία 2011/92/ΕΕ.  Τονίστηκε ότι «τα κράτη- μέλη έχουν την ευχέρεια να κρίνουν ότι ποινικά αδικήματα, όπως εκείνα του άρθρου 83, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, αποτελούν σοβαρή προσβολή θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, ικανή να συνιστά άμεση απειλή για την ηρεμία και τη σωματική ασφάλεια του πληθυσμού και ότι, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στην έννοια "επιτακτικοί  λόγοι δημόσιας ασφάλειας" με αποτέλεσμα να δικαιολογείται ενδεχομένως η λήψη μέτρου απελάσεως βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 28 της Οδηγίας 2004/38». 

 

Κατόπιν τούτου, στην ίδια Απόφαση ΑΣΔ υπεδείχθη το καθήκον των δικαστικών αρχών να λαμβάνουν υπόψη κατά πόσο τα αδικήματα τα οποία οδήγησαν στην εν λόγω ποινική καταδίκη, εντάσσονται στο Άρθρο 83(1) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)[4], της ιδιαίτερα σοβαρής εγκληματικότητας, με διασυνοριακή διάσταση, η οποία απορρέει από τη φύση ή τις επιπτώσεις των αδικημάτων αυτών, ως είναι αυτά που, σημειώνεται στην  Απόφαση ΑΣΔ, καταδικάστηκε ο Αιτητής, που ακριβώς εμπίπτουν στην έννοια «επιτακτικοί  λόγοι δημόσιας ασφάλειας», κάτι το οποίο, στα πλαίσια της όλης εκτίμησης της υπόθεσης και ως τάσσει η ως Απόφαση ΑΣΔ, λαμβάνω υπόψη.

 

Ως εκ των ανωτέρω δε θεωρώ ότι οι προσβαλλόμενες, ήταν δυσανάλογες και γενικά δεν διαπιστώνω πλάνη ή παραγνώριση των όσων το άρθρο 30(1) θέτει ή πλημμέλεια αιτιολογίας ως προς το ζήτημα αυτό ή της αιτιολόγησης των λόγων δημόσιας τάξης και/ή δημόσιας ασφάλειας που οδήγησαν την διοίκηση στην έκδοση των προσβαλλομένων.

 

Δεδομένης της διαπίστωσής μου περί μη παράβασης των επικαλούμενων εκ μέρους του Αιτητή προϋποθέσεων των άρθρων 29, 30 και 31, εκ των πραγμάτων δε διαπιστώνω παράβαση ούτε του άρθρου 35(1) του Νόμου.

 

Συνεπώς, και η δεύτερη ενότητα λόγων ακύρωσης απορρίπτεται.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, ουδείς εκ των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης ευσταθεί. Οι προσβαλλόμενες πράξεις επικυρώνονται.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή ως θα υπολογιστούν από το Πρωτοκολλητείο και εγκριθούν από το παρόν.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.



[1] Σημειώνεται ότι με την ένστασή τους, οι καθ' ων η αίτηση είχαν εγείρει προδικαστικές ενστάσεις αναφορικά με τη διατύπωση των αιτούμενων θεραπειών της Προσφυγής, οι οποίες δεν αναπτύχθηκαν στην αγόρευση και εν πάση περιπτώσει, κατέστησαν άνευ αντικειμένου και απορριπτέες κατόπιν της καταχώρησης τροποποιημένης προσφυγής δυνάμει εκ συμφώνου διατάγματος τροποποίησης της προσφυγής ημερ. 23.10.2023.

[2] Λεπτομέρειες ως προς την καταγγελία που έγινε και το ότι ο Αιτητής πρώην συμβίος της μητέρας της παραπονούμενης, καταχρώμενος τη θέση του προέβηκε στην διάπραξη των αδικημάτων, στην ποινική υπόθεση και τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 10 χρόνων και οδηγήθηκε τότε στις Κεντρικές Φυλακές για να εκτίσει την ποινή του, η φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων κ.α

[3] Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ

 

[4] Το Άρθρο 83.1 της ΣΛΕΕ προνοεί ότι:

 

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία μέσω οδηγιών, μπορούν να θεσπίζουν ελάχιστους κανόνες για τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στους τομείς της ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση, η οποία απορρέει ιδίως από τη φύση ή τις επιπτώσεις των αδικημάτων αυτών ή λόγω ειδικής ανάγκης να καταπολεμούνται σε κοινή βάση.

 

Οι εν λόγω τομείς εγκληματικότητας είναι οι εξής: τρομοκρατία, εμπορία ανθρώπων και γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών, παράνομη εμπορία ναρκωτικών, παράνομη εμπορία όπλων, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά, παραχάραξη μέσων πληρωμής, εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής και οργανωμένο έγκλημα.

 

Ανάλογα με την εξέλιξη της εγκληματικότητας, το Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει αποφάσεις που προσδιορίζουν και άλλους τομείς εγκληματικότητας, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια της παρούσας παραγράφου. Αποφασίζει ομόφωνα μετά από την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.».

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο