
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 1182/2021)
27 Φεβρουαρίου 2025
[ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M. A. R.
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση
––––––––––––––––––––––––––––––––
Θ. Γεωργίου (κα), για Χρίστος Π. Χριστοδουλίδης, δικηγόρος για τον αιτητή.
Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, δικηγόρος για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, συνιστά η νομιμότητα της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία ακυρώθηκε το δελτίο διαμονής του αιτητή στη Δημοκρατία, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 13.8.2021.
Προτού υπεισέλθω στην παράθεση των γεγονότων της υπόθεσης, οφείλει να επισημανθεί ότι τα όσα επιζητούνται ως θεραπεία, στα αιτητικά (Β) και (Γ) της Προσφυγής, δεν συνιστούν άλλη ξεχωριστή διοικητική πράξη, ώστε να δύναται να προσβληθεί δια ξεχωριστής θεραπείας, αλλά λόγους ακύρωσης που άπτονται της νομιμότητας της ίδιας πάντοτε απόφασης που προσβάλλεται με το αντίστοιχο αιτητικό υπό παράγραφο (Α). Ως εκ τούτου τα αιτητικά (Β) και (Γ) της αιτήσεως ακυρώσεως απορρίπτονται.
Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο αιτητής, υπήκοος Πακιστάν, αφίχθηκε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 8.2.2017 με θεώρηση εισόδου για σκοπούς φοίτησης σε συγκεκριμένο κολλέγιο. Κατόπιν δε σχετικής αίτησης, του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής διαμονής ως φοιτητή με ισχύ μέχρι τις 8.2.2018, η οποία έτυχε ανανέωσης μέχρι τις 24.1.2019.
Στις 17.1.2019, ήτοι επτά ημέρες πριν τη λήξη της παρασχεθείσας άδειας διαμονής, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως, στις 29.1.2019, ο αιτητής τέλεσε πολιτικό γάμο με Ευρωπαία υπήκοο Ρουμάνικης καταγωγής και στις 30.1.2019 υπέβαλε αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης, η οποία έτυχε σχετικής έγκρισης και στις 13.10.2020 παραχωρήθηκε στον αιτητή δελτίο διαμονής με ισχύ μέχρι τις 12.10.2025.
Παρεμβάλλεται ότι στις 19.9.2019 ο αιτητής προέβηκε σε ρητή απόσυρση της υποβληθείσας αίτησης του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Ο φάκελος του αιτητή στάληκε στην Αστυνομία προς διερεύνηση της γνησιότητας του γάμου του. Από τη διενεργηθείσα έρευνα, σύμφωνα και με τα όσα καταγράφονται στη σχετική έκθεση της αστυνομίας ημερομηνίας 9.7.2021, διεφάνη -και πέραν του ότι ο αιτητής δεν διέμενε στη δηλωθείσα διεύθυνση για την οποία είχε προσκομίσει και σχετικό ενοικιαστήριο έγγραφο, το οποίο στη βάση πληροφοριών που λήφθηκαν από τον ιδιοκτήτη του υποστατικού κατεδείχθη ως πλαστό- ότι ο αιτητής δεν διέμενε με την ευρωπαία σύζυγο του, η οποία, ως ο ίδιος ο αιτητής μάλιστα δήλωσε, είχε αναχωρήσει από τη Δημοκρατία και είχε επιστρέψει στη χώρα της, μετά την τέλεση του γάμου τους και συγκεκριμένα από τον Ιούνιο του 2019.
Στις 13.8.2021 αποστάληκε σχετική επιστολή του Τμήματος προς τον αιτητή δια της οποίας γνωστοποιείτο στον αιτητή η απόφαση να ακυρωθεί το εκδοθέν δελτίο διαμονής του λόγω του ότι ο ίδιος δεν διέμενε με την ευρωπαία σύζυγο του, αφού η τελευταία είχε αναχωρήσει από τη Δημοκρατία. Με την ίδια επιστολή ο αιτητής πληροφορείτο ότι όφειλε να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία εντός 30 ημερών.
Στις 7.10.21 καταχωρήθηκε η υπό εξέταση Προσφυγή.
Με τη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν ελλιπούς έρευνας καθώς και ότι λήφθηκε καταχρηστικά και καθ΄ υπέρβαση της διακριτικής ευχέρειας των καθ΄ων η αίτηση. Τούτο διότι, κατά την εισήγηση, οι καθ΄ων η αίτηση όφειλαν, συμφώνως με τα άρθρα 7 Α και 7Β του Κεφ. 105, να παραπέμψουν την περίπτωση του αιτητή στη Συμβουλευτική Επιτροπή για εικονικούς γάμους, προκειμένου να υποβάλει σχετική εισηγητική έκθεση. Κάτι τέτοιο, όμως, συνεχίζει η πλευρά του αιτητή, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έπραξαν και επομένως «συνάγεται η ακυρότητα της απόφασης περί γνησιότητας του γάμου» του αιτητή, η οποία στηρίχθηκε στο ότι ο αιτητής δήθεν δεν συζεί με την ευρωπαία σύζυγο του. Περαιτέρω εισηγείται η πλευρά του αιτητή ότι υπό πλάνη δεν παρασχέθηκε στον αιτητή το προβλεπόμενο δικαίωμα στο άρθρο 32Α του Ν. 7(Ι)/2007 για υποβολή ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Εσωτερικών. Τέλος υποβάλλεται ότι η διοίκηση, στην προκειμένη περίπτωση, έχει παραβεί και τις διατάξεις του άρθρου 15 (2) του Συντάγματος.
Αντίθετα η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη καθώς και ότι λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών των καθ’ ων η αίτηση και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη αυτής. Τονίζει δε, η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση ότι η επίδικη απόφαση, ως καταγράφεται και στην επιστολή που κοινοποιήθηκε στον αιτητή, λήφθηκε δυνάμει των άρθρων 4, 9 (2) και 27 (2) του Ν. 7(Ι)/2007 καθότι από τη διενεργηθείσα έρευνα κατέστη αδιαμφισβήτητο γεγονός, σύμφωνα και με τα όσα ο ίδιος ο αιτητής δήλωσε, ότι η ευρωπαία σύζυγος του αιτητή είχε αναχωρήσει από τη Δημοκρατία και ότι το ζεύγος δεν διέμενε μαζί. Συναφώς, υποβάλλεται, ότι η διοίκηση ενήργησε καλόπιστα και εντός των αρμοδιοτήτων της, οι οποίες, ως σημειώνεται, είναι συνυφασμένες με το κυριαρχικό δικαίωμα του κράτους να ελέγχει ποιοι διακινούνται και διαμένουν στο έδαφος της Δημοκρατίας καθώς και ότι ο αιτητής ουδόλως απέσεισε το βάρος απόδειξης που είναι στους ώμους του προς στοιχειοθέτηση των ισχυρισμών του. Ούτε όμως, εισηγείται η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση, τυγχάνουν εφαρμογής, στην προκειμένη περίπτωση, οι πρόνοιες του άρθρου 32Α του Ν.7(Ι)/2007, τις οποίες ο αιτητής επικαλείται, αφού η επίδικη απόφαση δεν αφορά σε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των συνηγόρων σε συνάρτηση με όλα τα τιθέμενα ενώπιον μου στοιχεία και διαπιστώνω ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή, όπως αυτοί αναπτύχθηκαν στη γραπτή του αγόρευση, ουδόλως ευσταθούν και ως εκ τούτου απορρίπτονται σωρευτικώς και στην ολότητα τους.
Καταρχάς επισημαίνεται ότι στην επιστολή του Τμήματος προς τον αιτητή ημερομηνίας 13.8.2021 ρητώς αναφέρεται ότι το εκδοθέν δελτίο διαμονής του αιτητή ακυρώνεται καθότι μετά από διενεργηθείσα έρευνα διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής δεν διαμένει με την ευρωπαία σύζυγο του, αφού αυτή αναχώρησε από τη Δημοκρατία. Εξαιτίας τούτου, ως καταγράφεται στην εν λόγω επιστολή, ο αιτητής δεν πληρεί πλέον τις προϋποθέσεις για νόμιμη παραμονή, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 4, 9(2) και 27(2) του Ν. 7(Ι)/2007.
Η πιο πάνω διαπίστωση των καθ΄ων η αίτηση περί έλλειψης συμβίωσης του αιτητή με την ευρωπαία σύζυγο του και αναχώρησης αυτής από τη Δημοκρατία, επιβεβαιώνεται με τρόπο αναντίλεκτο από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και δη από την έκθεση της αστυνομίας ημερομηνίας 9.7.2021 (ερυθρά 100-99 του Τεκμηρίου 1) η οποία απεστάλη προς τον Αν. Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και στην οποία αναφέρεται ότι στα πλαίσια ελέγχου για τη γνησιότητα του γάμου του αιτητή, διαπιστώθηκε στη βάση πληροφοριών που λήφθηκαν από τους ιδιοκτήτες του ακινήτου που ο ίδιος ο αιτητής είχε δηλώσει στο Τμήμα ως χώρο διαμονής του, ότι το ενοικιαστήριο έγγραφο που είχε επισυνάψει με την υποβληθείσα αίτηση του ήταν πλαστό και ο αλλοδαπός ήταν άγνωστο γι΄ αυτούς πρόσωπο. Ως εκ τούτου, στα πλαίσια του διενεργηθέντα ελέγχου, ακολούθησε, ως αναφέρεται στην εν λόγω έκθεση, τηλεφωνική επικοινωνία με τον αιτητή στα πλαίσια της οποίας, ο ίδιος ο αιτητής, ως αυτολεξεί καταγράφεται, δήλωσε «ότι η σύζυγος του, τον Ιούνιο 2019, αμέσως μετά την τέλεση του γάμου τους επέστρεψε στην πατρίδα της και έκτοτε δεν έχουν ξανασυναντηθεί». Ο ίδιος δε ο αιτητής, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι δεν έχει προγραμματιστεί και δεν υπάρχει καμία πρόθεση είτε από τον ίδιο είτε από τη σύζυγο του για να συγκατοικήσουν ή έστω να συναντηθούν στο εγγύς μέλλον. Η έκθεση κατέληγε με τη διαπίστωση ότι ουδέποτε υπήρξε συμβίωση του ζεύγους καθώς και ότι η ευρωπαία πολίτιδα είχε επιστρέψει, μετά την τέλεση του γάμου, στην πατρίδα της.
Τα γεγονότα αυτά παρέμειναν αναντίλεκτα. Εν προκειμένω ουδέν τέθηκε από την αιτητή που να ανατρέπει και να κλονίζει τη καθοριστική διαπίστωση των καθ΄ων η αίτηση ότι ο αιτητής δεν συμβίωνε με την ευρωπαία σύζυγο του αφού αυτή είχε αναχωρήσει από τη Δημοκρατία από το 2019, γεγονός το οποίο άλλωστε ο ίδιος ο αιτητής δήλωσε και το οποίο αποτέλεσε το έρεισμα για την ακύρωση του εκδοθέντος δελτίου διαμονής του, αφού πλέον και ως ήδη υποδείχθηκε, εξαιτίας τούτου, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του Ν. 7(Ι)/2007 και ο αιτητής δεν μπορούσε να αντλήσει αυτοτελές δικαίωμα για νόμιμη παραμονή, διαπίστωση η οποία ουδόλως αμφισβητήθηκε από τον αιτητή.
Το μόνο δε που ο αιτητής ισχυρίστηκε δια της γραπτής του αγόρευσης ήταν ότι καταχρηστικά και υπό ελλιπή έρευνα η διοίκηση δεν παρέπεμψε, ως όφειλε, δυνάμει και των όσων προνοούνται στα άρθρα 7 Α και 7 Β του Κεφ. 105 την περίπτωση του στη Συμβουλευτική Επιτροπή για εικονικούς γάμους, ώστε να εξεταστεί αρμοδίως η γνησιότητα ή μη του γάμου του αιτητή.
Η εισήγηση όμως αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αφού ευθέως παραβλέπει ότι η υπό κρίση περίπτωση δεν αφορά σε κήρυξη γάμου ως εικονικού, αλλά σε απόφαση για ακύρωση δελτίου διαμονής, η οποία ουδόλως λήφθηκε με την επίκληση ότι ο γάμος του αιτητή είναι εικονικός. Με άλλα λόγια, καθίσταται σαφές ότι η ακύρωση του δελτίου διαμονής του αιτητή, δεν διενεργήθηκε στη βάση της αμφισβήτησης της γνησιότητας ή μη του γάμου του αιτητή, αλλά αποκλειστικά και μόνο επί του αναντίλεκτου ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση γεγονότος ότι το ζεύγος δεν διέμενε μαζί, αφού η ευρωπαία σύζυγος του αιτητή είχε αναχωρήσει προ δυο ετών από τη Δημοκρατία ήτοι από τον Ιούνιο του 2019. Ως εκ τούτου ουδεμία υποχρέωση υπήρχε για παραπομπή της περίπτωσης του αιτητή στην προβλεπόμενη στα άρθρα 7 Α και 7 Β του Κεφ. 105 Συμβουλευτική επιτροπή για εικονικούς γάμους (Nisse v. Δημοκρατίας (Αναθεωρητική Έφεση αρ.23/15, ημερομηνίας 4/10/21), ECLI:CY:AD:2021:C436 K. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 938/2020, ημερ. 30.10.2023) S.S v Δημοκρατία ( Υπόθεση αρ. 847/21, ημερομηνίας 28/11/22) A.S.O v. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 818/21, ημερομηνίας 22/1/24) S.I v Δημοκρατία ( Υπόθεση αρ. 929/21, ημερομηνίας 29/9/23).
Ούτε και όμως με βρίσκει σύμφωνη η έτερη εισήγηση της πλευράς του αιτητή ότι υπό πλάνη δεν παρασχέθηκε το δικαίωμα στον αιτητή να ασκήσει το ένδικο μέσο της ιεραρχικής προσφυγής, δυνάμει του άρθρου 32Α(1) του Ν. 7(Ι)/2007. Τούτο διότι σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου, δικαίωμα για άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών, παρέχεται μόνο κατά απόφασης της αρμόδιας αρχής η οποία λήφθηκε για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας. Επομένως καθίσταται σαφές ότι η επίδικη απόφαση για ακύρωση δελτίου διαμονής του αιτητή δεν συνιστά απόφαση η οποία έχει ληφθεί για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας και επομένως στην προκειμένη περίπτωση ορθά δεν έτυχαν εφαρμογής οι πρόνοιες του άρθρου 32 Α του Ν. 7 (Ι)/2007.
Τέλος ούτε η αποσπασματική και ατεκμηρίωτη αναφορά του αιτητή, στη γραπτή του αγόρευση ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση παραβιάζει το άρθρο 15 του Συντάγματος, δύναται να τύχει δικαστικής εξέτασης αφού ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν περιλαμβάνεται καν στα νομικά σημεία της Προσφυγής κατά παράβαση των απαιτήσεων που θέτει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η πάγια νομολογία (Nestoras Hotels Ltd και Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 169/18, ημερομηνιας 20/3/24) (Χριστοδουλίδης και Πανεπιστημίου Κύπρου (Αναθεωρητική Έφεση αρ.95/12, ημερομηνίας 6/7/18), ECLI:CY:AD:2018:C344 Λεωφορεία Λευκωσίας Λίμιτεδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56).
Συνεπώς και υπό τις περιστάσεις που περιβάλλουν την παρούσα περίπτωση, ως αυτές έχουν υποδειχθεί ανωτέρω, δεν διαπιστώνω οποιοδήποτε κενό έρευνας ή πλάνη ή οποιαδήποτε κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της διοίκησης και επομένως οι περί του αντιθέτου γενικές αιτιάσεις του αιτητή απορρίπτονται ως αβάσιμες. Καταληκτικά επισημαίνω ότι η επίδικη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και σε κάθε περίπτωση εύλογα επιτρεπτή υπό το φως, των ενώπιον της διοίκησης, στοιχείων και ότι ο αιτητής δεν έχει θέσει οτιδήποτε ικανό που να ανατρέπει το τεκμήριο της κανονικότητας έτσι ώστε να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την αναγκαιότητα παρέμβασης του (Καττιμέρη v Δημοκρατία (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 65/2019, ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 2023).
Κατά συνέπεια η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €1.700 έξοδα, εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο