Α. Χ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1506/2021, 11/2/2025
print
Τίτλος:
Α. Χ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1506/2021, 11/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                        

 

(Υπόθεση Αρ. 1506/2021)

 

 11 Φεβρουαρίου 2025

 

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                               Α. Χ.                            

                                                                             Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

         ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

      ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Καθ’ ης  η Αίτηση

 

Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή

Κ. Χατζηδημητρίου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ης η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής, αποτελεί η νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση, Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), ημερομηνίας 5.10.2021, με την οποία κρίθηκε από την Ε.Δ.Υ. ότι «δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για αναθεώρηση της απόφασης ημερομηνίας 28.9.2021 να θέσει τον αιτητή σε διαθεσιμότητα από τις 28.9.2021 μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής υποθέσεως εναντίον του».

 

Σημειώνεται ότι κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο η περιεχόμενη στο αιτητικό Α της αίτησης ακυρώσεως θεραπεία, κατόπιν σχετικού αιτήματος απόσυρσης του δικηγόρου του αιτητή. Δια του εν λόγω αιτητικού, ο αιτητής στρεφόταν κατά της αρχικής απόφασης διαθεσιμότητάς του, ημερομηνίας 28.9.2021.

 

Σύντομη αναδρομή στα γεγονότα της υπόθεσης, αποκαλύπτει τα εξής:

 

Με επιστολή του ημερομηνίας 28.9.2021, ο Υπουργός Υγείας (αρμόδια αρχή) πληροφορούσε τον Πρόεδρο της Ε.Δ.Υ. ότι εναντίον του αιτητή, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο ασκούσε καθήκοντα Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος (Μαιευτικής-Γυναικολογίας), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, είχε καταχωρηθεί ποινική υπόθεση στις 24.9.2021 και ότι είχε ήδη εκδοθεί υπό του Δικαστηρίου απαγορευτικό διάταγμα με συγκεκριμένους όρους εναντίον του αιτητή. Εξέφραζε δε ο Υπουργός την θέση ότι ο αιτητής, λόγω της σοβαρότητας και ιδιαιτερότητας των αδικημάτων, θα πρέπει να τεθεί σε διαθεσιμότητα για λόγους δημοσίου συμφέροντος μέχρι την ολοκλήρωση της υπόθεσης.

 

Η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρία της ημερομηνίας 28.9.2021, αποφάσισε όπως θέσει τον αιτητή σε διαθεσιμότητα δυνάμει του άρθρου 85(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/1990), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»), από 28.9.2021 και μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του αιτητή ποινικής υπόθεσης. Περαιτέρω, η Ε.Δ.Υ., με σχετική επιστολή της προς τον αιτητή, ημερομηνίας 28.9.2021, ενημέρωσε αυτόν ότι μπορούσε να προβεί σε τυχόν παραστάσεις ως προς την αναγκαιότητα της διαθεσιμότητάς του, μέχρι τις 5.10.2021.

 

Πράγματι, ο αιτητής, μέσω των δικηγόρων του, υπέβαλε γραπτές παραστάσεις, στις 4.10.2021.

 

Τελικά, στη συνεδρία της, ημερομηνίας 5.10.2021, η καθ’ ης η αίτηση, αφού εξέτασε και τις παραστάσεις του αιτητή, αποφάσισε ότι δεν συνέτρεχε λόγος για αναθεώρηση της ληφθείσας απόφασής της ημερομηνίας 28.9.2021.

 

Η εν λόγω, επίδικη, απόφαση γνωστοποιήθηκε στον αιτητή δι’ επιστολής της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 5.10.2021 και στις 8.12.2021, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

 

Στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας του συνηγόρου του αιτητή, βρίσκεται ο ισχυρισμός περί πάσχουσας και/ή πλημμελούς αιτιολογίας της επίδικης απόφασης. Ο συγκεκριμένος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης αναπτύσσεται σε άμεση συνάρτηση με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος, του οποίου η επίκληση στην επίδικη απόφαση, κατά τη σχετική εισήγηση, γίνεται αόριστα, γενικά και αφηρημένα, κατά τρόπο απαράδεκτο, με αποτέλεσμα να παρατηρείται κενό αιτιολογίας, που καθιστά ανέφικτη τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου. Συναφώς, ο κ. Νικολετόπουλος υποβάλλει ότι, παρόλο που η επίκληση του δημοσίου συμφέροντος απαιτεί συγκεκριμένη και εξειδικευμένη προβολή λόγου που να το εξυπηρετεί, δεν προκύπτει εν προκειμένω ο νόμιμος σκοπός, για τον οποίο ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα και ούτε απαντάται από την Ε.Δ.Υ. πως εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον με το να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα.

 

Επιπρόσθετα, εγείρονται και προωθούνται λόγοι ακύρωσης περί προσβολής της προσωπικότητας του αιτητή, λόγω της «εκδήλως παράνομης και ουσιωδώς πεπλανημένης» επίδικης απόφασης, παραβίασης του τεκμηρίου της αθωότητας, λόγω της συνέχισης της διαθεσιμότητας του αιτητή «μέχρι και πέραν της συνταξιοδότησής του», καθώς και παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, κατά παράβαση των διατάξεων του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999).

 

Η καθ’ ης η αίτηση αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη, λήφθηκε δε ορθά και νόμιμα, στη βάση των διατάξεων του Νόμου και μετά από διενέργεια της δέουσας έρευνας, στη βάση όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον της η Ε.Δ.Υ. και ουδείς από τους υπό του αιτητή εγειρόμενους λόγους ακύρωσης ευσταθεί.

 

Κατά την κα Χατζηδημητρίου, η αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης και δη της ύπαρξης λόγων δημοσίου συμφέροντος που επέβαλλαν τη διαθεσιμότητα του αιτητή, υπήρξε εκτενής και λεπτομερής από την καθ’ ης η αίτηση και αυτό αποτυπώνεται στα πρακτικά των συνεδριών της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 28.9.2021 και 5.10.2021. Εις απάντηση του ισχυρισμού περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, η ευπαίδευτη συνήγορος για την καθ’ ης η αίτηση παραπέμπει στο άρθρο 85(2) του Νόμου, και στην εκεί προβλεπόμενη δυνατότητα της Ε.Δ.Υ. να θέσει τον υπάλληλο σε διαθεσιμότητα μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης.

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητας της επίδικης απόφασης.

 

Ως έχει προαναφερθεί, ο πρώτος εγειρόμενος λόγος ακύρωσης έγκειται στον ισχυρισμό ότι πάσχει η επίδικη απόφαση ως αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη, κυρίως καθότι δεν έχει συγκεκριμενοποιηθεί το δημόσιο συμφέρον και/ή οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επέβαλλαν την διαθεσιμότητα του αιτητή. Γίνεται, συναφώς, επίκληση του άρθρου 85 του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο, απαραίτητη προϋπόθεση για να τεθεί σε διαθεσιμότητα δημόσιος υπάλληλος, είναι όπως αυτό επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον.

 

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, πάσχει η τελική απόφαση, αλλά και όλες οι προηγηθείσες αυτής πράξεις, ως έχουσες μια γενική και αόριστη αιτιολογία. Καμία δε επαρκής συγκεκριμενοποίηση του δημοσίου συμφέροντος δεν έγινε από την Ε.Δ.Υ. και, εν πάση περιπτώσει, η καθ’ ης η αίτηση πουθενά δεν αναφέρει με την απαιτούμενη εξειδίκευση και συγκεκριμενοποίηση, τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που επέβαλλαν τη διαθεσιμότητα του αιτητή. Όφειλε η Ε.Δ.Υ., σύμφωνα με το Νόμο, το άρθρο 28 του Νόμου 158(Ι)/1999 και τη νομολογία, να εξηγήσει για ποιούς λόγους κρίθηκε ότι ήταν αναγκαία και ανάλογη, ως μέτρο, η διαθεσιμότητα του αιτητή και πώς το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται με την εν λόγω απόφαση. Αντίθετα, κατά το σχετικό ισχυρισμό, η επίδικη απόφαση χαρακτηρίζεται από αοριστία και γενικότητες, οι οποίες δεν μπορούν επουδενί να αποτελέσουν επαρκή αιτιολογία για τη λήψη μίας τέτοιας απόφασης και οι οποίες δεν αποτελούν συγκεκριμενοποίηση δημοσίου συμφέροντος.

Περαιτέρω, στο πλαίσιο του ίδιου προβαλλόμενου λόγου ακύρωσης, ο κ. Νικολετόπουλος υποβάλλει ότι ο αιτητής ήταν και παραμένει αθώος, ουδέποτε αυτός προέβη σε παραδοχή του κατηγορητηρίου, ενώ οι καθ’ ων η αίτηση «έχουν κονιορτοποιήσει το τεκμήριο της αθωότητας του αιτητή, καθότι λαμβάνουν ως δυσμενές στοιχείο εναντίον του το ότι η υπόθεση παραπέφθηκε στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας» και ότι είχαν τεθεί σχετικοί όροι στον αιτητή, οι οποίοι όμως «δεν αποτελούν ούτε έκφανση ούτε απόδειξη ούτε ένδειξη διάπραξης οιουδήποτε αδικήματος». Εξάλλου, επισημαίνει ο κ. Νικολετόπουλος κατά την εξέλιξή της, η ποινική υπόθεση εναντίον του αιτητή υποβαθμίστηκε από το Κακουργιοδικείο, στο Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Θα πρέπει εξ’ αρχής να τονιστεί ότι αντικείμενο της παρούσας, αποτελεί η νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση να θέσει σε διαθεσιμότητα τον αιτητή. Οι αμέσως πιο πάνω ισχυρισμοί της πλευράς του αιτητή, πέραν του ότι δεν στοιχειοθετούνται με την απαιτούμενη επάρκεια, δεν μπορούν να  αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Ούτε βεβαίως και εξετάζεται στο παρόν στάδιο το βάσιμο των αδικημάτων, για τα οποία ο αιτητής παραπέμφθηκε σε δίκη ενώπιον ποινικού Δικαστηρίου.

 

Στην υπό κρίση περίπτωση, η καθ’ ης η αίτηση έκρινε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 85(2) του Νόμου, ότι συνέτρεχαν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα. Σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 85 (η έμφαση έχει προστεθεί),-

 

«(2) Αν µετά το τέλος της έρευνας αποφασιστεί η ποινική ή η πειθαρχική δίωξη του υπαλλήλου, η Επιτροπή µπορεί, αν το δηµόσιο συµφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιµότητα τον υπάλληλο µέχρι την τελική συµπλήρωση της υπόθεσης εφαρµόζοντας τις διατάξεις του εδαφίου (1Α).».

 

Κατά πάγια νομολογία, και σε συμβατότητα με την πιο πάνω διάταξη, το δημόσιο συμφέρον είναι ο μόνος λόγος, για τον οποίο ένας υπάλληλος μπορεί να τεθεί σε διαθεσιμότητα κατά τη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον του, αλλά και εκκρεμούσης εναντίον του ποινικής διαδικασίας, προς αποφυγή του ενδεχόμενου επηρεασμού της ομαλής διεξαγωγής της έρευνας ή της ποινικής δίκης, ως είναι εδώ η περίπτωση. Η δε επίκληση του δημοσίου συμφέροντος θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά σε περιστατικά, κατά τρόπο που να αποκτά τα απαραίτητο περιεχόμενο, να αποκαλύπτεται ο συλλογισμός του αποφασίζοντος οργάνου και να επιτρέπεται ο δικαστικός έλεγχος (Κυριάκος Αρσιώτης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 5687/2013, ημερ. 26.4.2016, Πέτρος Μάτσας ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1059/2015, ημερ. 19.11.2015, Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 221, Seco Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λευκωσίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 553, Κυνηγού κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2111/18.6.98, Ζίττης κ.α. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 198). Όπως συναφώς λέχθηκε στην Βαρβάρα Περικλέους ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας (1993) 3 Α.Α.Δ. 579,-

 

«Για τον προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος, ώστε να τεθεί ένας υπάλληλος σε διαθεσιμότητα κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας και μέχρι την τελική εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του, είναι απαραίτητη η αποκάλυψη της αληθούς φύσης των παραπτωμάτων και των στοιχείων που τα συνθέτουν, ώστε το δημόσιο συμφέρον να εξειδικεύεται με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και να προσδιορίζεται με τρόπο που να καθιστά εφικτό το δικαστικό ταυ έλεγχο (βλ. σχετικά. P. Adamides v. R. (1982) 3 CLR 343. Kazamias ν. R. (1982) 3 CLR 239, Σκαρπάρης ν. Ε.Α.Υ., Υπ. Αρ. 263/92, ημερ. 5.3.93, Π. Νικολάου ν. E.Δ.Y. (ανωτέρω) και Θεόδουλος Χαραλαμπίδης ν. Ε.Δ.Υ., Υπ. Αρ. 61/93, ημερ. 17.11.93).».

 

Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με τη νομολογία, κατά τον έλεγχο των γεγονότων και της διοικητικής κρίσης ως προς το τί συνιστά δημόσιο συμφέρον, το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση της Διοίκησης με την δική του άποψη (βλ. ενδεικτικά Μάτσας, ανωτέρω). Όπως λέχθηκε στην Λευκή Βρυωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1114/2013, ημερ. 3.9.2015, υπόθεση που επίσης αφορούσε σε διαθεσιμότητα, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ουσιαστική κρίση του αρμοδίου οργάνου και στην εκτίμηση των γεγονότων που βρίσκονται ενώπιον του. Αυτή ήταν η προσέγγιση και του παρόντος Δικαστηρίου στην Μ.Π. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1744/2022 (i-Justice), ημερ. 26.1.2023.

 

Λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου τεθέντων στοιχείων και υπό το φως των πιο πάνω νομολογιακών κατευθυντήριων, κρίνω εν πρώτοις ότι στην υπό κρίση περίπτωση, η υπό της Ε.Δ.Υ. επίκληση του δημοσίου συμφέροντος συγκεκριμενοποιείται, με αναφορά στα ιδιαίτερα και/ή εξειδικευμένα περιστατικά της υπόθεσης, ώστε η απόφαση να αποκτά το απαραίτητο περιεχόμενο, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα και τη συλλογιστική της καθ’ ης η αίτηση, επιτρέποντας ωσαύτως και τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου (Λευκή Βρυωνίδου, ανωτέρω, Adamides ν. The Republic (1982) 3 C.L.R. 343).

 

Στη βάση του συνόλου των στοιχείων και/ή καταγγελιών που είχε ενώπιον της, περιλαμβανομένης βεβαίως και της σχετικής εισήγησης του Υπουργού Υγείας, ως αρμόδιας αρχής, προς την Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 28.9.2021 και των όσων εγγράφων συνοδεύουν αυτήν (παράρτημα 1 στην ένσταση της καθ’ ης η αίτηση), η Ε.Δ.Υ., για τους λόγους που αναλυτικά παρέθεσε, έκρινε αρχικά ότι ο αιτητής θα πρέπει να τεθεί σε διαθεσιμότητα. Στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 28.9.2021, όταν και λήφθηκε η αρχική απόφαση διαθεσιμότητας, η Ε.Δ.Υ., αφού πρώτα σημειώνει ότι η ποινική υπόθεση εναντίον του αιτητή παραπέμφθηκε για εκδίκαση στις 25.10.2021 από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, αναφέρει τα εξής:

 

«Ενόψει, τόσο της φύσης και της σοβαρότητας των αδικημάτων που φέρεται να αντιμετωπίζει ο Δρ. Χ., όσο και του γεγονότος ότι το Δικαστήριο εξέδωσε Διάταγμα προς τον εν λόγω δημόσιο υπάλληλο, με το οποίο του απαγορεύει, μεταξύ άλλων, να πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων και να επικοινωνεί με αυτήν με οποιονδήποτε τρόπο, η αρμόδια αρχή κρίνει ότι ο υπάλληλος θα πρέπει να τεθεί σε διαθεσιμότητα για λόγους δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 85(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ. 2) του 2020, από σήμερα, 28.09.2021, και μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης, ιδιαίτερα ενόψει της σοβαρότητας και ιδιαιτερότητας των αδικημάτων, με σκοπό τη διαφύλαξη του κύρους των δημόσιων νοσηλευτηρίων αλλά και της απρόσκοπτης λειτουργίας αυτών.

 

Προς τούτο η αρμόδια αρχή επισύναψε σχετικές επιστολές του Αρχηγού Αστυνομίας, του Δικηγόρου του Χ., καθώς και άλλες σχετικές επιστολές.

 

Στη συνέχεια, η Επιτροπή μελέτησε με τη δέουσα σοβαρότητα και προσοχή το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν από την αρμόδια αρχή, καθώς και τη σχετική νομοθεσία και νομολογία.

 

Σύμφωνα με την ενημέρωση της αρμόδιας αρχής, εναντίον του Χ. έχει καταχωρηθεί η ποινική υπόθεση αρ. [.] και έχει παραπεμφθεί για εκδίκαση στις 25.10.2021 από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι από το Δικαστήριο έχουν τεθεί όροι, μεταξύ των οποίων, να μην πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση 50 μέτρων και να μην επικοινωνεί με αυτήν. Ο υπάλληλος έχει κατηγορηθεί για τα αδικήματα της απόπειρας σεξουαλικής κακοποίησης διά διείσδυσης, άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, σεξουαλική παρενόχληση, παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση και κατάχρηση εξουσίας.

 

H Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας θεωρεί τα αδικήματα για τα οποία έχει κατηγορηθεί ο υπάλληλος, ιδιαίτερα υπό τις περιστάσεις που διαπράχθηκαν, αρκετά σοβαρά. Ο Χ., ένας υψηλόβαθμος λειτουργός στο χώρο της υγείας που κατέχει Διευθυντική θέση, φέρεται να καταχράστηκε τη θέση του και να παρενόχλησε σεξουαλικά συνάδελφό του υπάλληλο του ΟΚΥπΥ, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει τις σοβαρές κατηγορίες που έχουν καταχωρηθεί εναντίον του, ενώ, παράλληλα, έχει τεθεί και ο όρος από το Δικαστήριο να μην πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων και να μην επικοινωνεί μαζί της.

 

H Επιτροπή, αφού στάθμισε και συνεκτίμησε τα πιο πάνω και αφού έλαβε υπόψη τη θέση που κατέχει ο υπάλληλος, τη φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων για τα οποία έχει διατυπωθεί κατηγορητήριο, το γεγονός ότι τα αδικήματα διαπράχθηκαν στο χώρο εργασίας, την πιθανότητα και/ή δυνατότητα να επηρεαστεί η ομαλή διεξαγωγή της ποινικής δίκης από την επιστροφή και/ή παραμονή του στα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της δίκης, αφού θεωρεί ότι ο επηρεασμός μαρτύρων μπορεί να λειτουργήσει και μετά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ιδιαίτερα δε και το γεγονός ότι έχει τεθεί όρος από το Δικαστήριο να μην πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων και να μην επικοινωνεί μαζί τις με οποιουδήποτε τρόπο, επιπρόσθετα δε επιβάλλεται η απομάκρυνσή του από τα καθήκοντά του και για την ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία των δημόσιων νοσηλευτηρίων, έκρινε ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για να τεθεί σε διαθεσιμότητα και αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 85(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως   (Αρ. 2) του 2020, όπως ο Χ. Α., Διευθυντής Κλινικής/Τμήματος (Γυναικολογίας), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, τεθεί σε διαθεσιμότητα από σήμερα, 28.09.2021, και μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του ποινικής υπόθεσης, εκτός εάν προκύψουν εξελίξεις που να δικαιολογούν τερματισμό της διαθεσιμότητάς του.

 

[.]

 

Η Επιτροπή, επιπρόσθετα και ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, ενόψει της φύσης και σοβαρότητας των αδικημάτων που φέρεται να διέπραξε ο πιο πάνω λειτουργός, ένας υψηλόβαθμος λειτουργός της υγείας, σε βάρος συναδέλφου του, θεωρεί ότι δικαιολογείται η απόφαση να τον θέσει σε διαθεσιμότητα, λόγω της πιθανότητας να τρωθεί το κύρος και η εικόνα του Υπουργείου Υγείας, αλλά και της Δημόσιας Υπηρεσίας γενικότερα, από την παραμονή και/ή επιστροφή του στα καθήκοντά του πριν από την ολοκλήρωση της εναντίον του ποινικής υπόθεσης.

 

H Επιτροπή επισημαίνει ότι, στο παρόν στάδιο, δεν κρίνεται η ενοχή υπαλλήλου, αλλά κατά πόσον εξυπηρετείται ή όχι το δημόσιο συμφέρον με την απόφασή της να τον θέσει σε διαθεσιμότητα, σεβόμενη πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας, όπως κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.».

 

Τα ίδια εν πολλοίς ανέφερε η Ε.Δ.Υ. και κατά τη λήψη της επίδικης απόφασής της, όπως προκύπτει από το πρακτικό της επίδικης συνεδρίας, ημερομηνίας 5.10.2021. Κατά την εν λόγω συνεδρία, η καθ’ ης η αίτηση, αφού έλαβε υπόψη της και τις παραστάσεις των δικηγόρων του αιτητή, υιοθέτησε και επανέλαβε την προεκτεθείσα αιτιολογία, που είχε δοθεί κατά τη συνεδρία ημερομηνίας 28.9.2021. Κρίνεται χρήσιμη η παράθεση του ακόλουθου αποσπάσματος, σύμφωνα με το οποίο η Ε.Δ.Υ.-

 

«Σέβεται απόλυτα το τεκμήριο της αθωότητας και η απόφασή της για διαθεσιμότητα, ένα προληπτικό διοικητικό μέτρο, λήφθηκε στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν από την αρμόδια αρχή. Οι ισχυρισμοί των Δικηγόρων του Χ. για μια απλή άσεμνη χειρονομία δεν υποστηρίζονται από το κατηγορητήριο και τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί εναντίον του, ούτε από το γεγονός ότι η υπόθεση έχει παραπεμφθεί για εκδίκαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι στερείται ο πελάτης τους, και το κοινό, σοβαρές υπηρεσίες στον τομέα της υγείας, η Επιτροπή θεωρεί ότι η αρμόδια αρχή έχει την αρμοδιότητα και την ευθύνη να καλύψει σε ικανοποιητικό βαθμό τα όποια κενά παρουσιαστούν.

 

Στη συνέχεια, η Επιτροπή μελέτησε με τη δέουσα σοβαρότητα και προσοχή το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν από την αρμόδια αρχή, καθώς και τη σχετική νομοθεσία και νομολογία, υπό το φως και των παραστάσεων που υπέβαλαν οι Δικηγόροι του υπαλλήλου.

 

H Επιτροπή επαναλαμβάνει ότι έχει ενώπιον της μια σοβαρή υπόθεση, αφού εναντίον του Χ. έχει καταχωρηθεί η ποινική υπόθεση αρ. [.] και έχει παραπεμφθεί για εκδίκαση στις 25.10.2021 από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι από το Δικαστήριο έχουν τεθεί όροι, μεταξύ των οποίων, να μην πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση 50 μέτρων και να μην επικοινωνεί με αυτήν. Ο υπάλληλος, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον της, έχει κατηγορηθεί για τα αδικήματα «της απόπειρας σεξουαλικής κακοποίησης διά διείσδυσης, άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, σεξουαλική παρενόχληση, παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση και κατάχρηση εξουσίας.»

 

H Επιτροπή, αφού στάθμισε και συνεκτίμησε τα πιο πάνω και αφού έλαβε υπόψη τη θέση που κατέχει ο υπάλληλος, τη φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων για τα οποία έχει διατυπωθεί κατηγορητήριο, το γεγονός ότι τα αδικήματα διαπράχθηκαν στο χώρο εργασίας, την πιθανότητα και/ή δυνατότητα να επηρεαστεί η ομαλή διεξαγωγή της ποινικής δίκης από την επιστροφή και/ή παραμονή του στα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της δίκης, αφού θεωρεί ότι ο επηρεασμός μαρτύρων μπορεί να λειτουργήσει και κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ιδιαίτερα δε και το γεγονός ότι έχει τεθεί όρος από το Δικαστήριο να μην πλησιάζει την παραπονούμενη σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων και να μην επικοινωνεί μαζί της με οποιονδήποτε τρόπο, επιπρόσθετα δε επιβάλλεται η απομάκρυνσή του από τα καθήκοντά του και για την ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία των δημόσιων νοσηλευτηρίων, ενόψει της φύσης των αδικημάτων, θεωρεί ότι δεν έχουν παρατεθεί οι λόγοι εκείνοι που να συνηγορούν στην αναθεώρηση της απόφασής της ημερομηνίας 28.09.2021 να θέσει τον Χ. Α. σε διαθεσιμότητα από 28.09.2021.

 

Η Επιτροπή επαναλαμβάνει ότι έχει ενώπιον της μια σοβαρή υπόθεση που έχει παραπεμφθεί για εκδίκαση ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων και δηλώνει ότι σέβεται πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας του υπαλλήλου, όπως διασφαλίζεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πλήρης αιτιολογία που δόθηκε στην απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 28.09.2021 υιοθετείται και επαναλαμβάνεται και για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.».

 

Κρίνω ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε εξ’ υπαρχής μέχρι τέλους, δεν παρουσιάζει τρωτά σημεία από απόψεως εφαρμογής των αρχών του Διοικητικού Δικαίου. Δεδομένης της φύσης των αδικημάτων για τα οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη στον αιτητή, σε συνάρτηση με τους όρους που είχαν επιβληθεί στον αιτητή, την υπηρεσιακή θέση που κατείχε ο αιτητής, την ανάγκη εξασφάλισης της ομαλής και αποτελεσματικής διεξαγωγής της ποινικής δίκης, της διαφύλαξης του κύρους και της ομαλής και απρόσκοπτης λειτουργίας του Υπουργείου Υγείας, των δημόσιων νοσηλευτηρίων, αλλά και της Δημόσιας Υπηρεσίας στο σύνολό της, και λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων εκκρεμούσης της ποινικής υπόθεσης και δη της ακροαματικής διαδικασίας, εύλογα η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι συνέτρεχαν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούσαν τη διαθεσιμότητα. Το αιτιολογικό, το οποίο παρατίθεται από την Ε.Δ.Υ. τόσο στο πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 28.9.2021, όσο και σε αυτό της συνεδρίας 5.10.2021, όπου καταγράφονται αναλυτικά όλες οι πιο πάνω παράμετροι, συνιστά επαρκή συγκεκριμενοποίηση του δημοσίου συμφέροντος.

 

Δεν μπορεί παρά να ληφθεί σοβαρά υπόψη, όπως εξάλλου λήφθηκε υπόψη και από την Ε.Δ.Υ., το στοιχείο του ενδεχόμενου επηρεασμού μαρτύρων. Αυτό το στοιχείο, όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε και στην Λευκή Βρυωνίδου, ανωτέρω, συνιστά τον σκληρό πυρήνα κατά τη διάγνωση του κατά πόσον ένας υπάλληλος θα πρέπει να παραμείνει εκτός του χώρου εργασίας και της άσκησης των καθηκόντων του, εκκρεμούσης της έρευνας (βλ. και Μ.Π., ανωτέρω).

 

Εξάλλου είναι επίσης σταθερά νομολογημένο ότι και η προστασία του κύρους της υπηρεσίας αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος και, συνεπώς, ικανό λόγο για να τεθεί υπάλληλος σε διαθεσιμότητα (βλ. Δεσμοφύλακας Χρίστος Μούσκος ν. Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 1186/2014, ημερ. 30.10.2014, Χαράλαμπος Καψός ν. Δημοκρατίας (Αρ.1), Υποθ. Αρ. 315/2000, ημερ. 28.1.2002, Μιχάλης Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 622/2009, ημερ. 31.8.2010, Μιχάλης Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1168/2009, ημερ. 6.9.2010, Ανδρέας Ζαχαρίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 576/2011, ημερ. 6.12.2013 και Μ.Π., ανωτέρω).

 

Ως εκ των πιο πάνω, η κρίση της Ε.Δ.Υ. ότι συνέτρεχαν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για την απόφαση διαθεσιμότητας του αιτητή δικαιολογείται από τις περιστάσεις της υπόθεσης και από τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιόν της. Εκτίθενται δε με επαρκή σαφήνεια στην επίδικη απόφαση, τόσο το σκεπτικό της καθ’ ης η αίτηση, όσο και οι λόγοι που την οδήγησαν στη διαμόρφωση της συγκεκριμένης κατάληξής της. Ας σημειωθεί, περαιτέρω, ότι και ο Υπουργός Υγείας, στην υποβληθείσα εισήγησή του για διαθεσιμότητα του αιτητή (παράρτημα 1 στην ένσταση), αναφέρεται στο δημόσιο συμφέρον ως λόγο για να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με το άρθρο 85(2) του Νόμου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Υπουργός, ενόψει της σοβαρότητας και ιδιαιτερότητας των αδικημάτων, επιβάλλεται η απομάκρυνση του αιτητή από τα καθήκοντά του με σκοπό τη διαφύλαξη του κύρους των δημόσιων νοσηλευτηρίων και την απρόσκοπτη λειτουργία τους.

 

Συνεπώς, ενόψει των όσων έχουν προεκτεθεί και στη βάση του συνόλου των ενώπιον μου τεθέντων στοιχείων, δεν διαπιστώνεται κενό αιτιολόγησης, αλλ’ ούτε και έρευνας. Εξάλλου, όπως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί, η επάρκεια της έρευνας και της αιτιολογίας μιας διοικητικής πράξης εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κυριάκος Φυρίλλα ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 40/2017, ημερ. 1.11.2023). Η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα και δεν υπάρχει στερεότυπος τρόπος που να καλύπτει κάθε περίπτωση. Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η έρευνα της Διοίκησης κρίνεται επαρκής. Εφόσον δε η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που ευλόγως επέλεξε η Διοίκηση να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υφ’ αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (Nicolaou v. Minister of Interior and Another (1974) 3 CLR 189, Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 447, Δημοκρατία v. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 (Ε) AAΔ 3835).

 

Παρομοίως, επαρκής κρίνεται και η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, εφόσον αποκαλύπτεται με την απαιτούμενη σαφήνεια και/ή επάρκεια το σκεπτικό της καθ’ ης η αίτηση και οι λόγοι για τους οποίους αποφασίστηκε η διαθεσιμότητα του αιτητή, περιλαμβανομένης της υπό του δημοσίου συμφέροντος επιτασσόμενης προς τούτο ανάγκης, και  καθιστώντας ωσαύτως ευχερή τη διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου (L.A.S. BOATING LTD v. Δημοκρατία, Ε.Δ.Δ. 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).

 

Ως εκ των πιο πάνω, κρίνω ότι στερείται ερείσματος ο λόγος ακύρωσης περί πάσχουσας και/ή ελλιπούς αιτιολογίας, ο οποίος συνακόλουθα, απορρίπτεται.

 

Περαιτέρω, κρίνω ότι στερούνται ερείσματος και οι λοιποί εγειρόμενοι λόγοι ακύρωσης, τους οποίους ο αιτητής αναπτύσσει σωρευτικά στην αγόρευσή του ως ενιαίο δεύτερο λόγο ακύρωσης.

 

Οι προεκτεθέντες ισχυρισμοί περί προσβολής της προσωπικότητας του αιτητή, λόγω της «εκδήλως παράνομης και ουσιωδώς πεπλανημένης» επίδικης απόφασης, παραβίασης του τεκμηρίου της αθωότητας, καθώς και παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, κατά παράβαση των διατάξεων του Νόμου 158(Ι)/1999, επίσης συνδέονται με την υπό της καθ’ ης η αίτηση επίκληση του δημοσίου συμφέροντος.

 

Εν πρώτοις, θα πρέπει να υπομνησθεί εκ νέου ότι αντικείμενο της παρούσας, δεν αποτελεί η βασιμότητα των ποινικών αδικημάτων για τα οποία εκκρεμεί ποινική διαδικασία εναντίον του αιτητή στο Ποινικό Δικαστήριο, αλλά η νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση να τον θέσει σε διαθεσιμότητα και εντός αυτού του πλαισίου θα εξεταστούν και οι συγκεκριμένοι λόγοι ακύρωσης.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 85(2) του Νόμου, εάν μετά το τέλος της έρευνας, αποφασιστεί η ποινική ή η πειθαρχική δίωξη του υπαλλήλου, η Επιτροπή µπορεί, αν το δηµόσιο συµφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιµότητα τον υπάλληλο µέχρι την τελική συµπλήρωση της υπόθεσης. Εν προκειμένω, δεδομένου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ότι ορθώς και/ή εύλογα κρίθηκε από την Ε.Δ.Υ. ότι υπήρχαν λόγοι που εξυπηρετούσαν το δημόσιο συμφέρον προκειμένου να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα, η καθ’ ης η αίτηση είχε την εξουσία, στη βάση της πιο πάνω διάταξης, να θέσει τον αιτητή σε διαθεσιμότητα για το χρονικό διάστημα που ρητώς προβλέπεται στο άρθρο 85(2) του Νόμου, ήτοι μέχρι την τελική συμπλήρωση της ποινικής υπόθεσης. Εντός αυτού του πλαισίου, το δια της επίδικης απόφασης ληφθέν μέτρο της διαθεσιμότητας, καθώς και ο χρόνος διάρκειάς του, κρίνονται εύλογα και δεν  μπορεί να λεχθεί ότι εκφεύγουν της αρχής της αναλογικότητας και του επιδιωκόμενου σκοπού. Υπέρ αυτής της προσέγγισης άλλωστε συνηγορούν τόσο τα ιδιαίτερα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, όσο και οι παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ. κατά τη διαμόρφωση της τελικής της κρίσης, όπως αυτά καταγράφονται στα πρακτικά των συνεδριών της καθ’ ης η αίτηση και έχουν ήδη εκτεθεί αναλυτικά πιο πάνω. Άμεσα σχετική με το υπό συζήτηση θέμα, είναι και η απόφαση στην Φώτος Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Δ.Δ. 361, στην οποία λέχθηκαν και τα εξής:

 

«Στην παρούσα περίπτωση, τα αδικήματα που αντιμετώπιζε ο εφεσείων ήταν αρκετά σοβαρά και η στοιχειοθέτησή τους ενώπιον του αρμόδιου ποινικού Δικαστηρίου μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και σε επιβολή ποινής φυλάκισης. H τελική απόφαση για την απομάκρυνση ενός εκπαιδευτικού από τα καθήκοντά του καθώς και η περίοδος της διαθεσιμότητας, επαφίονται στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας. Στην παρούσα περίπτωση λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων και δεδομένων που είχαν τεθεί ενώπιον της Επιτροπής, δεν μπορεί να λεχθεί ότι η Επιτροπή έχει ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο. H απόφασή της να θέσει τον εφεσείοντα σε διαθεσιμότητα μέχρι και την αποπεράτωση της ποινικής δίκης ήταν εύλογα επιτρεπτή.»

 

Γενικότερα, τα όσα έχει καταγράψει στην επίδικη απόφασή της η Ε.Δ.Υ. καταδεικνύουν την πλήρη αιτιολόγηση της κατάληξής της και στοιχειοθετούν την κρίση της περί της ύπαρξης λόγων δημοσίου συμφέροντος που επέβαλλαν την διαθεσιμότητα του αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του ποινικής υπόθεσης. Αυτό, ήτοι η δέουσα αιτιολόγηση, είναι και το ζητούμενο στην υπό κρίση υπόθεση και το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται σε πρωτογενή αξιολόγηση. Εξάλλου και η ίδια η καθ’ ης η αίτηση ανέφερε κατά τη λήψη της απόφασής της, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 5.10.2021, ότι αναφορικά με τον ισχυρισμό των συνηγόρων του αιτητή «[.] ότι στερείται ο πελάτης τους και το κοινό, σοβαρές υπηρεσίες στον τομέα της υγείας, η Επιτροπή θεωρεί ότι η αρμόδια αρχή έχει την αρμοδιότητα και την ευθύνη να καλύψει σε ικανοποιητικό βαθμό τα όποια κενά παρουσιαστούν

 

Περαιτέρω, όσον αφορά στον ισχυρισμό του αιτητή ότι η διαθεσιμότητά του ισοδυναμεί με καταδίκη του, κατά παράβαση του τεκμηρίου της αθωότητας, ότι παραβιάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της προσωπικότητάς του και ότι τερματίζει την επαγγελματική του σταδιοδρομία, κατά παράβαση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της εργασίας, επισημαίνονται τα εξής:

 

Η διαθεσιμότητα, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν αποτελεί τιμωρητική ενέργεια, αλλά είναι ένα ανεξάρτητο διοικητικό μέτρο, το οποίο λαμβάνεται για το συμφέρον της υπηρεσίας, έστω και αν σχετίζεται με πειθαρχική ή/και ποινική διαδικασία (P.I.Κ. v. Κέττηρος (2007) 3 A.A.Δ. 555, Veis & Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 390, Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239). Συνεπάγεται προσωρινή απομάκρυνση του υπαλλήλου από την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του για χρονικό διάστημα που πρέπει να προσδιορίζεται. Περαιτέρω, η διαθεσιμότητα δεν θέτει τον υπάλληλο εκτός υπηρεσίας, ούτε μπορεί να ταυτιστεί ή να εξομοιωθεί με οριστική απόλυση ή απώλεια του βαθμού ή της θέσης του, αλλά αναστέλλει προσωρινά τις εξουσίες, προνόμια και άλλα ωφελήματα, τα οποία ο υπάλληλος ανακτά εάν απαλλαγεί ή εάν από την έρευνα δεν  αποδειχθεί πειθαρχική υπόθεση εναντίον του (Veis and Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 390, Choraitis v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1067, Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239 και Πολύβιος Νικολάου v. ΕΔΥ (1992) 4 A.A.Δ. 3959, Θεόδουλoς Χαραλαμπίδης v. ΕΔΥ, Υπ. Αρ. 1090/91, ημερ. 8.10.1993). Συναφώς, σύμφωνα με το άρθρο 85(4) του Νόμου, αν υπάλληλος απαλλαγεί από την έρευνα ή δεν αποδειχθεί ευθύνη, τότε δικαιούται ολόκληρο το ποσό των απολαβών τις οποίες θα έπαιρνε. Αν βρεθεί ένοχος, η Επιτροπή αποφασίζει αν θα επιστραφεί στον υπάλληλο οποιοδήποτε μέρος των απολαβών του, αυτή δε η απόφαση είναι εκτελεστή και, συνεπώς, έχει το δικαίωμα ο αιτητής σε τέτοια περίπτωση, να προσφύγει εναντίον της απόφασης.

 

Ως εκ των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του αιτητή ότι παραβιάστηκε το τεκμήριο της αθωότητάς του, δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Εξάλλου, όπως καταγράφηκε και στο πρακτικό της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 5.10.2021, η Επιτροπή «Σέβεται απόλυτα το τεκμήριο της αθωότητας και η απόφασή της για διαθεσιμότητα, ένα προληπτικό διοικητικό μέτρο, λήφθηκε στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν από την αρμόδια αρχή [.]». Περαιτέρω, στο ίδιο πρακτικό, πιο κάτω, η καθ’ ης η αίτηση ανέφερε ότι «[.] σέβεται πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας του υπαλλήλου, όπως διασφαλίζεται στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας [.]». Συναφώς, και στο πρακτικό της συνεδρίας της, ημερομηνίας 28.9.2021, η Ε.Δ.Υ. ανέφερε ότι δια της υπό κρίση διαδικασίας, «[.] δεν κρίνεται η ενοχή του υπαλλήλου [σημ.: του αιτητή], αλλά κατά πόσον εξυπηρετείται ή όχι το δημόσιο συμφέρον με την απόφασή της να θέσει τον υπάλληλο σε διαθεσιμότητα.».

 

Κατά συνέπεια, και αυτός ο εγειρόμενος λόγος ακύρωσης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.

 

Καταλήγω ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακύρωσης και, συνακόλουθα, δε χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €1500 έξοδα υπέρ της καθ’ ης η αίτηση και εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο