VAPIMI TRADING LIMITED κ.α. ν. Δήμος Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 1547/2019, 24/2/2025
print
Τίτλος:
VAPIMI TRADING LIMITED κ.α. ν. Δήμος Λευκωσίας, Υπόθεση Αρ. 1547/2019, 24/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1547/2019

                                             

   24 Φεβρουαρίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦOΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

             

1.     VAPIMI TRADING LIMITED

2.      Β. Π.

3.      Μ. Π.

4.      Π. Π.

Αιτητές

                          Και

 

Δήμος Λευκωσίας

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

 

......... 

 

Άντης Γεωργίου για Άντης Γεωργίου & Συνεργάτες, Δικηγόροι για Αιτητές

Μιχάλης Κούρος Λοιζίδης για Γιώργος Ζ. Γεωργίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:  Η παρούσα διαφορά αφορά το περίπτερο, που βάσει των υποβολών των μερών[1], κατά τους επίδικους με την παρούσα χρόνους, είχε την ονομασία «Άγαλμα» στην πλατεία Σολωμού στη Λευκωσία (εφεξής το «περίπτερο») και με το Αιτητικό (Α) της παρούσας προσφυγής, οι Αιτητές αιτούνται:

 

«Δήλωση ή/και διακήρυξη του Σεβαστού Δικαστηρίου με την οποίαν να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη κάθε νόμιμου αποτελέσματος η συνεχιζόμενη παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση να απαλλοτριώσουν την περιουσία των αιτητών που βρισκόταν στη πλατεία Σολωμού στη Λευκωσία και ήταν γνωστή ως το περίπτερο το «Άγαλμα».

 

Τα γεγονότα, τα οποία δικογραφούνται στο δικόγραφο της προσφυγής είναι τα ακόλουθα (μεταφέρονται αυτούσια):

 

«1. Η αιτήτρια 1 είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με μετοχές δεόντως εγγεγραμμένη στον Έφορο Εταιρειών. Οι αιτητές 2 και 4 είναι διοικητικοί σύμβουλοι και μέτοχοι της αιτήτριας 1 και ο αιτητής 3 είναι μέτοχος της αιτήτριας 1.

2[2].     Η αιτήτρια ζει και φοιτά στην Κύπρο από το 2007, δηλαδή είναι πέραν των 7 ετών, νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία ως αλλοδαπή υπήκοος.

3.       Οι αιτητές διατηρούσαν επιχείρηση στην πλατεία Σολωμού στη Λευκωσία συγκεκριμένα περίπτερο με την ονομασία το «Άγαλμα». Λειτουργούσε επί εικοσιτετράωρου βάσεως και ήταν πασίγνωστη σε όλη τη Λευκωσία και τα περίχωρα λόγο της κεντρικής τοποθεσίας που βρισκόταν και του γεγονότος ότι σε απόσταση 10 μέτρων περίπου από αυτή βρισκόταν ο τερματικός σταθμός των δημόσιων λεωφορείων τόσο της Πρωτεύουσας όσο και τα περίχωρα που περιβάλουν αυτή.

4.       Η επιχείρηση των αιτητών ήταν ανθούσα και κερδοφόρα και από αυτή συντηρούνταν 6 οικογένειες γιατί η κάθε βάρδια αποτελείτο από ένα εκ των αιτητών και ακόμα ένα πρόσωπο.

5.       Ο Δήμος Λευκωσίας αποφάσισε να προβεί σε αναδιαμόρφωση της Πλατείας Σολωμού και για να υποβοηθηθεί το έργο του Δήμου επιτάξανε την ως άνω επιχείρηση και/ή την περιούσια των αιτητών που περιγράφεται πιο πάνω.

6.       Η επίταξη έγινε με δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 02.09.2011 αλλά στάλθηκε και ειδοποίηση στους αιτητές με την οποία τους ενημέρωναν για την απόφαση τους. Επισυνάπτεται ως Παράρτημα Α η ειδοποίηση που στάλθηκε στους αιτητές και η δημοσίευση που έγινε στην Επίσημη Εφημερίδα.

7.       Αμέσως μετά την επίταξη επιχείρησης και/ή της περιουσίας των αιτητών η οικοδομή στην οποία στεγαζόταν το περίπτερο καταστράφηκε. Οι αιτητές είχαν λάβει ρητή και /ή εξυπακουόμενη υπόσχεση ότι στη θέση του θα εγειρόταν άλλο κατάλληλο υποστατικό για να χρησιμοποιηθεί ως περίπτερο από τους αιτητές.

8.       Οι εργασίες στην Πλατεία Σολωμού ολοκληρώθηκαν σε περίοδο περίπου 3 ετών αλλά οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να οικοδομήσουν και/ή να αντικαταστήσουν το περίπτερο που υπήρχε με άλλο κατάλληλο υποστατικό.

9.       Περαιτέρω οι αιτητές προσέφυγαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας για να αποζημιωθούν από την επίταξη που έγινε στην επιχείρηση και/ή περιουσίας τους. Το Δικαστήριο εξέδωσε εξ συμφώνου απόφαση υπέρ των αιτητών στην υπόθεση υπ’ αριθμό 1/2012 τη 19.02.2019 για το ποσό των €23.000,00 η οποία και επισυνάπτεται ως Παράρτημα Β.

10.    Οι αιτητές ανέμεναν αγωνιωδώς την απαλλοτρίωση της επιχείρησης και/ή περιουσίας τους εφόσον δεν τους δόθηκε ανάλογο υποστατικό είτε εκεί που βρισκόταν προηγούμενος είτε οπουδήποτε αλλού εντός των Δημοτικών ορίων του Δήμου Λευκωσίας και αποφάσισαν να προσφύγουν στο Διοικητικό Δικαστήριο για τη διακήρυξη και/ή δήλωση ότι η παράλειψη και/ή πράξη των καθ’ ων η αίτηση είναι παράνομη και στερείται κάθε έννομου αποτελέσματος».

 

Με την ένσταση των Καθ΄ων η αίτηση, παρέθεσαν τα κατ’ αυτούς ουσιώδη γεγονότα και έγγραφα. Μεταξύ αυτών ότι οι Καθ' ων η Αίτηση ενοικίασαν από το 1978 στον Παγκύπριο Σύνδεσμο Ευημερίας Τυφλών (στο εξής «ΠΣΕΤ») ο οποίος παραχώρησε άδεια χρήσεως του περιπτέρου στο μέλος του που σε άγνωστη ημερομηνία το εγκατέλειψε και εν αγνοία του ΠΣΕΤ και των Καθ' ων η Αίτηση παραχώρησε, κατά τη θέση τους, παράνομα τη χρήση του στην οικογένεια Πιριπίτση. Ο ΠΣΕΤ με επιστολή του ημερομηνίας το 1992 προς τους Καθ' ων η Αίτηση τερμάτισε την ενοικίαση και ο Καίσαρας Πιριπίτσης με επιστολή του προς τους Καθ' ων η Αίτηση, ζήτησε να ενοικιάσει το περίπτερο και οι Καθ' ων η Αίτηση απάντησαν αρνητικά και τον κάλεσαν να το εγκαταλείψει. Αναφέρθηκαν σε γνωματεύσεις της Νομικής Υπηρεσίας, στις οποίες γίνεται αναφορά στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Πιριπίτσης κ.ά. v. Δήμου Λευκωσίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 385 καθώς και στη θέση τους ότι ουδέποτε οι Καθ' ων η Αίτηση υποσχέθηκαν ότι μετά την ανοικοδόμηση της Πλατείας Σολώμου, θα παρείχαν άλλο υποστατικό για να χρησιμοποιηθεί ως περίπτερο από τους Αιτητές.

 

Στην ένσταση εγείρονται διάφορες προδικαστικές ενστάσεις. Η πρώτη εξ αυτών, της οποίας θεωρώ η εξέταση προέχει, είναι η ακόλουθη:

 

«1)      Οι Καθ' ων η Αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι, το Αιτητικό (Α) της προσφυγής είναι ασαφές και αόριστο καθότι δεν προσδιορίζει από ποια διοικητική πράξη και/ή απόφαση προκύπτει η παράλειψη των Καθ' ων η Αίτηση. Η αναφορά περί παράλειψης γίνεται αόριστα και απροσδιόριστα.

 

Με την αγόρευση των Καθ΄ ων η αίτηση κατά την ανάπτυξη της εν λόγω προδικαστικής ένστασης αλλά και κατά την προφορική του τοποθέτηση στις διευκρινίσεις, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ΄ων η αίτηση επικεντρώθηκε στο αόριστο και στη μη δέουσα δικογράφηση της Αίτησης Ακυρώσεως, κατά παράβαση και των  Κανονισμών (4 και 7) του Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.

 

Έχοντας διεξέλθει τα έγγραφα που επισυνάπτει τόσο η πλευρά των Αιτητών στην Αίτηση Ακυρώσεως όσο και οι Καθ’ ων η αίτηση στην Ένστασή τους σε συνάρτηση και με το σύνολο των εκατέρωθεν ισχυρισμών, θεωρώ ότι πράγματι η εν λόγω προδικαστική ένσταση πρέπει να επιτύχει. Ακολουθεί το σκεπτικό μου.

 

Οι Αιτητές αξιώνουν να κηρυχθεί άκυρη η συνεχιζόμενη παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση να απαλλοτριώσουν το περίπτερο. Στο σύγγραμμα Κ. Γώγου «Η δικαστική προσβολή παραλείψεων της διοίκησης» σελ. 2 αναφέρεται (η υπογράμμιση και έμφαση είναι του Δικαστηρίου):

 

«Η παράλειψη ενδιαφέρει το δίκαιο, δηλαδή θα συνεπάγεται έννομες συνέπειες, μόνον εάν υφίσταται νόμιμη υποχρέωση προς διενέργεια της πράξης που παραλείφθηκε. Στο πλαίσιο αυτό η επιστήμη του ποινικού δικαίου καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ένα έγκλημά τελείται με παράλειψη (δια παραλείψεως τελούμενα ή μη γνήσια εγκλήματα παράλειψης) εάν ο δράστης υπέχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς ενέργεια η οποία θα αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα. Αντίστοιχα, στο αστικό δίκαιο η παράλειψη αποτελεί γενεσιουργό λόγο ευθύνης από αδικοπραξία, εφόσον υπήρχε νομική υποχρέωση προς επιχείρηση της θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε. Στο πεδίο του διοικητικού δικαίου θα δεχθούμε ότι νομικά σημαντική παράλειψη υφίσταται όταν η διοίκηση αδρανώντας παραβιάζει νόμιμη υποχρέωσή της προς ορισμένη ενέργεια. Αντίστοιχα, η δικαστική προσβολή μιας παράλειψης δεν μπορεί παρά να έχει ως ουσιαστικό αντικείμενό της την ύπαρξη ή μη της νόμιμης υποχρέωσης προς διενέργεια της παραλειφθείσας πράξης από το διοικητικό όργανο».

 

Στην δε πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Έφ. Δ.Δ Αρ. 125/16 Φάρμα Α/φών Κωνσταντίνου Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερομηνίας 14.11.2023, στην οποία ήταν επίδικη ισχυριζόμενη παράλειψη αναφέρθηκε (η υπογράμμιση και έμφαση του Δικαστηρίου):

 

«Όπως έχει νομολογηθεί η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας συνίσταται στην παράλειψη εκπλήρωσης καθήκοντος το οποίο επιβάλλει ο ΝόμοςΣτην υπόθεση Γεωργιάδης ν. Υπουργικού Συμβουλίου (1995) 3 Α.Α.Δ. 165, επισημάνθηκε ότι «Παραλείψεις της Διοίκησης είναι εκτελεστές και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναθεώρησης μόνο εφόσον η  λήψη θετικής ενέργειας επιβάλλεται από το νόμο.(…).

 

Όπως έχει ήδη αναφερθεί οι εφεσείοντες με την προσφυγή τους ζητούσαν την έκδοση απόφασης ότι η παράλειψη των εφεσιβλήτων να τους καταβάλουν την χορήγηση της ενίσχυσης και/ή κεφαλικής επιδότησης αναφορικά με τα βοοειδή για την περίοδο 2010 (ήμισυ), 2011 και 2012, είναι άκυρη και παν παραλειφθέν δέον όπως εκτελεστεί.

 

Στη νομική βάση της αίτησης ακύρωσης γίνεται αναφορά ότι, η προσβαλλόμενη παράλειψη είναι παράνομη καθότι είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του Κανονισμού, όσον αφορά όμως την εφαρμογή «. των άμεσων ενισχύσεων στους γεωργούς για το έτος 2013» (Η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).

 

Ο Κανονισμός 7 του Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, επιβάλλει όπως κάθε ένας από τους διαδίκους με τις έγγραφες προτάσεις του εκθέτει «τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών ταύτα πλήρως».

 

Όπως δε έχει υποδειχθεί στην  Χονδρουλίδου ν. ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. κ.ά., Α.Ε. 208/12, ημερ. 8.11.2018, ECLI:CY:AD:2018:C488, η δικογράφηση των ουσιωδών γεγονότων και των νομικών σημείων της αίτησης είναι απαραίτητη για να γνωρίζει η αντίθετη πλευρά καθώς επίσης και το Δικαστήριο την υπόθεση του αιτητή.

 

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από μέρους του Διοικητικού Δικαστηρίου  των λόγων που προσβάλλουν τη  νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης  (Βλ. Haghilo ν. Δημοκρατίας κ.ά., Α.Ε. 156/12, ημερ. 27.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:C91, και στις εκεί αναφερόμενες αυθεντίες) και οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια επηρεάζει αναπόφευκτα την ορθότητα της νομικής βάσης με αποτέλεσμα  να είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης (Βλ.    Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598).

 

Σχετικά επίσης είναι και τα όσα αναφέρθηκαν στην πρόσφατη υπόθεση Δήμος Λευκωσίας ν. Κοινοπραξία Cyparco Ltd - A. Aristotelous Constructions Ltd, Ε.Δ.Δ. 19/17, ημερ. 31.10.2023 όπου υιοθετήθηκε η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ζαχαρία ν. Δημοκρατίας (2011)  3 Α.Α.Δ. 293 στην οποία επισημάνθηκε ότι: «Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, νομικά σημεία που δεν εξειδικεύονται με την απαραίτητη σαφήνεια στο δικόγραφο της προσφυγής, παραμένουν αναιτιολόγητα και ανεπίδεκτα δικαστικής εκτίμησης (βλ. Παυλίδης ν. ΑΗΚ, Υποθ. Αρ. 227/07, ημερ. 20.3.2008). Τυχόν χαλάρωση του συγκεκριμένου κανόνα, όπως αναφέρθηκε από τον Νικήτα, Δ., στην υπόθεση Ανθούση ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1709, θα παρείχε ευχέρεια για συζήτηση σχεδόν κάθε θέματος 'με αποτέλεσμα τον εξοβελισμό των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου τους στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης'» (Βλ. Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ν. Zaim (2016) 3 Α.Α.Δ. 248).

 

Καταρχάς, επισημαίνεται ότι όχι μόνο δεν καθορίζονται με την απαραίτητη λεπτομέρεια και επάρκεια που απαιτείται οι πρόνοιες του Κανονισμού, που  κατά την θέση των εφεσειόντων παραβιάζονται, αλλά και περαιτέρω, στη νομική βάση της αίτησης ακύρωσης γίνεται αναφορά σε άμεσες ενισχύσεις των γεωργών για το έτος 2013, περίοδο την οποία δεν καλύπτει το αιτητικό της προσφυγής.

 

Παρά το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε εν εκτάσει με τις πιο πάνω παραλείψεις εν τέλει ορθά αποφάνθηκε ότι σε ότι αφορά τα βοοειδή, οι εφεσείοντες δεν καθόρισαν ως προς το ποια ακριβώς ήταν η δέσμια αρμοδιότητα των εθνικών διοικητικών οργάνων της Κύπρου προς τους εφεσείοντες, που επιβαλλόταν από τον Κανονισμό ώστε να μπορεί να τίθεται ζήτημα παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας.  Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε τον σχετικό Κανονισμό και ορθά αποφάνθηκε ότι δεν υφίστατο οποιαδήποτε παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από μέρους των εφεσιβλήτων που να αποτελεί αντικείμενο προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.   Συνακόλουθα, οι λόγοι έφεσης 1 και 3 απορρίπτονται».

 

Είναι άρα σαφές ότι, προκειμένου να είναι δυνατόν να εξεταστεί και διαγνωστεί καθήκον της διοίκησης για έκδοση εκτελεστής πράξης και άρα να επιτύχει προσφυγή κατά παράλειψης να ασκήσει την αρμοδιότητά της για έκδοση μιας τέτοιας εκτελεστής πράξης, απαιτείται να καθοριστεί με σαφήνεια και να δικογραφηθεί στην Αίτηση Ακυρώσεως η νομοθετική ή κανονιστική πρόνοια που προβλέπει το καθήκον της διοίκησης να ενεργήσει. Εν προκειμένω δηλαδή να απαλλοτριώσει.

 

Από το περιεχόμενο τόσο του Αιτητικού και των γεγονότων της Αίτησης Ακυρώσεως, στα οποία αναφέρθηκα όσο όμως και από τα νομικά σημεία αυτής, απουσιάζει η οποιαδήποτε νομική βάση που θεμελιώνει την υποχρέωση των Καθ’ ων η αίτηση να απαλλοτριώσουν.

 

Από άποψης γεγονότων, στην Αίτηση Ακυρώσεως γίνεται απλά παραπομπή στην έκδοση του διατάγματος επίταξης εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας (μέρος του Παραρτήματος Α σε Αίτηση Ακυρώσεως), το οποίο ακολούθως οδήγησε σε έκδοση εκ συμφώνου διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 19.02.2019 για την αποζημίωση των Αιτητών στα πλαίσια της Αιτ. Αρ. 1/2012 1. VAPIMI TRADING LTD v. Κυπριακής Δημοκρατίας, παράλληλα όμως ουδεμία συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια, πέραν της γενικής παραπομπής στο Άρθρο 23 του Συντάγματος (νομ. σημ. 1), αναφέρεται, κατά δε τα λοιπά στα ένδεκα νομικά σημεία της Αίτησης Ακυρώσεως (νομ. σημ. 2-12) που ακολουθούν, τίθενται γενικές αναφορές περί πλάνης, ανεπάρκειας έρευνας/αιτιολογίας και (γενικά) παράβασης του περί Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμου [Ν. 158(Ι)/1999].

 

Τόσο από τα ως άνω γεγονότα όσο και, κυριότερα, από τα νομικά σημεία απουσιάζει η νομική βάση, επί της οποίας εδράζεται η παρούσα αξίωση των Αιτητών και ασφαλώς η παραπομπή στο διάταγμα επίταξης ή στην εκ συμφώνου απόφαση που ακολούθησε (η οποία μάλιστα ανέφερε ότι το Δικαστήριο «εκδίδει απόφαση υπέρ των Αιτητών και εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας χωρίς ανάληψη οποιασδήποτε ευθύνης για το συνολικό ποσό των €23.000»), δεν αποτελεί ούτε αναπληρώνει τη νομική βάση του εδώ αιτήματος των Αιτητών.

 

Σημειώνω ότι στις αγορεύσεις του, ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών αναφέρθηκε μεν σε νομολογία ως προς τις παραγράφους 5 και 8 του Άρθρου 23 του Συντάγματος, δεν γίνεται όμως αντιληπτό πως οι παράγραφοι αυτοί θεμελιώνουν οποιοδήποτε καθήκον των Καθ’ ων η αίτηση να απαλλοτριώσουν το περίπτερο, εφόσον η μεν παράγραφος 5 αναφέρεται στο καθήκον απαλλοτριώσασας αρχής μετά την εκπνοήν των τριών ετών «να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ’ ου απηλλοτρίωσεν αυτήν» δηλαδή προϋποθέτει ήδη διενεργηθείσα απαλλοτρίωση που εδώ δεν είναι η περίπτωση, η δε παράγραφος 8 αφορά τα της επίταξης χωρίς εκεί να γίνεται αναφορά σε οποιοδήποτε καθήκον απαλλοτρίωσης λόγω της επίταξης.

 

Περαιτέρω βέβαια η πλευρά των Αιτητών παραπέμπει στις αγορεύσεις της στα άρθρα 36, 48, 51(2) και 55(1) του Ν. 158(Ι)/1999, στο άρθρο 4(3) του περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμου του 1962 (Ν. 21/1962), στα Άρθρα 8 και 29 του Συντάγματος, στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι εν λόγω όμως παραπομπές δεν έχουν δικογραφηθεί στην Αίτηση Ακυρώσεως και άρα δεν δύνανται να εξετασθούν δεόντως από το παρόν [Κράσσεν Ντόνεβ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 350] και εν πάση περιπτώσει πέραν της ονομαστικής τους επίκλησης, από τα όσα γενικόλογα αναφέρονται, δε γίνεται αντιληπτό πως συνδέονται με οποιαδήποτε παράλειψη των Καθ΄ων η αίτηση ως η εδώ αιτούμενη.

 

Σε κάθε περίπτωση και επ’ αυτών που χρήζουν απάντησης για καλύτερη κατανόηση, σημειώνω ότι η θέση των Αιτητών περί ισχυριζόμενης αποτυχίας των Καθ’ ων η αίτηση να επιστέψουν περιουσία, στην οποία οι Αιτητές κατ’ ισχυρισμό έχουν «δικαίωμα χρήσης και κατοχής»[3] και χωρίς να λαμβάνω καν υπόψη όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πιριπίτσης κ.α (ανωτέρω)[4], παραγνωρίζει ότι το αιτητικό της παρούσας, ως το εξέθεσα εισαγωγικά, δεν αφορά παράλειψη επιστροφής του περιπτέρου αλλά παράλειψη απαλλοτρίωσής του.

 

Περαιτέρω και ακόμα και εάν είχε δικογραφηθεί, σημειώνω ότι το άρθρο 36 του Ν. 158(Ι)/1999 προϋποθέτει «αναφορά» προς τη διοίκηση ώστε να δύναται να εκκινήσει η τρίμηνη προθεσμία για παράλειψη, που και πάλι εδώ δεν είναι η περίπτωση εφόσον ουδεμία τέτοια αναφορά έχει δικογραφηθεί (ή προκύπτει από τον φάκελο της υπόθεσης) ούτε η έκδοση του εκ συμφώνου διατάγματος ημερ. 19.02.2019, στο περιεχόμενο του οποίου αναφέρθηκα, ισοδυναμεί με τέτοια αναφορά.

 

Δεδομένων των πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση γίνεται δεκτή.

 

Στην προσφυγή δε δικογραφείται αλλά και από το περιεχόμενο της και όσα υπέβαλαν οι Αιτητές δεν προκύπτει ποια ήταν η Συνταγματική, νομοθετική ή κανονιστική πρόνοια, η οποία επέβαλε την έκδοση της αιτουμενης πράξης (απαλλοτρίωσης) εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση και την οποία αυτοί παρέλειψαν, και, εν πάση περιπτώσει, δεν προκύπτει μια τέτοια νόμιμη υποχρέωση των Καθ΄ων η αίτηση.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται με 2.000 ευρώ έξοδα πλέον ΦΠΑ (αν υπάρχει) υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον των Αιτητών.

 

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ

 



[1] Σχετικά είναι τα Πρακτικά των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 19.07.2010-Παράρτημα 7 στην Ένσταση και τα γεγονότα της Αίτησης Ακυρώσεως στα οποία αναφέρομαι στην παρούσα.

[2] Σημ: Η παράγραφος 2 δε σχετίζεται με τα επίδικα, ετέθη προφανώς εκ παραδρομής και δεν με απασχόλησε ως μέρος των γεγονότων.

[3] Παράγραφος 19 αγόρευσης Αιτητών.

 

[4] Μεταξύ των ευρημάτων του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήταν ότι:

 

«Το περίπτερο περιήλθε στην κατοχή των εφεσειόντων, ως αποτέλεσμα άτυπης μορφής ενοικίασης του υποστατικού από τον κ. Κχχχχχχχ στον εφεσείοντα 5, διευθέτηση η οποία δεν είχε καμιά απήχηση στο νόμο.

 

Σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, κρίνουμε ότι οι εφεσείοντες εστερούντο νομικού ερείσματος εισόδου και κατοχής του ακινήτου κατά τον κρίσιμο για τους σκοπούς της αγωγής χρόνο».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο