
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 723/2020
7 Φεβρουαρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
E. H.A. A. (ARC 500xxxxxx)
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ' ων η Αίτηση
__________________
Ν. Πεσλίγκα (κα) για Κασσάνδρα Κουππαρή, δικηγόροι για τον Αιτητή.
Θ. Χατζηλούκας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Καθ' ων η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ : Με την υπό κρίση προσφυγή, η Αιτήτρια στρέφεται ενάντια στην απόφαση των Καθ’ων η αίτηση, γνώση της οποίας έλαβε με επιστολή ημερομηνίας 26.5.2020, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της ημερομηνίας 31.8.2017 για απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας δυνάμει πολιτογράφησης.
Ως καταγράφεται στην Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει αντίστοιχα από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τα γεγονότα έχουν ως εξής;
Η Αιτήτρια κατάγεται από την Παλαιστίνη και εισήλθε με τουριστική άδεια εισόδου στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατία στις 19.4.2009, μαζί με τον σύζυγο της. Όπως αναφέρεται, στον σχετικό διοικητικό φάκελο, η Αιτήτρια είναι μητέρα έξι ενήλικων παιδιών τα οποία ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό (Αυστρία, Σουηδία, Γαλλία, Σαουδικη Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) και δηλώνει ότι τα επισκέπτονται δύο φορές ανά έτος. Η Αιτήτρια και ο σύζυγος της δεν εργάζονται και διαμένουν σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα στην Λάρνακα, ενώ τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγό της είναι λήπτες Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, συνολικά 720 ευρώ. Η Αιτήτρια προβάλει ότι πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη και δισκοπάθεια. Στις 22.04.2009, μαζί με τον σύζυγο της, υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και η Υπηρεσία Ασύλου στις 25.7.2012, αναγνώρισε αμφότερους ως πρόσφυγες.
Η Αιτήτρια και ο σύζυγος της, στις 31.8.2017 υπέβαλαν αίτηση για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. Στις 30.9.2018, έλαβε χώρα προσωπική συνέντευξη του συζύγου της, ενώ η ίδια λόγω ιατρικού προβλήματος δεν εμφανίστηκε στη συνέντευξη.
Η αίτηση αμφοτέρων για πολιτογράφηση εξετάστηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλες οι απόψεις των εμπλεκόμενων τμημάτων, καθώς και τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται, απορρίφθηκε με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού, μετά από σχετική έκθεση της αρμόδιας λειτουργού.
Η απορριπτική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 18.3.2020, η οποία γνωστοποιήθηκε προς την Αιτήτρια και το σύζυγο της με την επιστολή ημερομηνίας 26.5.2020, αναφέρει τα εξής: «Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας ημερ. 31/08/2017 για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση και να σας πληροφορήσω ότι η αίτηση σας, τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών και εξετάσθηκε με τη δέουσα προσοχή αλλά δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί, καθότι από την άφιξη σας στην Κύπρο έχετε καταστεί βάρος στα δημόσια οικονομικά του κράτους.»
Προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, η δικηγόρος της Αιτήτριας υποστηρίζει ότι, διεξήχθη ανεπαρκής έρευνα, υπήρξε πλάνη περί τα γεγονότα και τον νόμο και στην απόφασης της διοίκησης υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας. Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι, εν προκειμένω δεν σταθμίστηκαν οι συνθήκες της και ούτε έγινε επαρκής έρευνα εν σχέση με τις συνθήκες παραμονής της στο έδαφος της Κ.Δ., αλλά και ο λόγος απόρριψης της αίτησης της δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Ειδικότερα, η κα.Κουπαρή αναφέρεται στο συμπέρασμα της διοίκησης ότι, από την άφιξη της στην Κύπρο η Αιτήτρια έχει καταστεί βάρος στα δημόσια οικονομικά του κράτους, προβάλλοντας ότι δεν έγιναν δεκτά τα ιατρικά πιστοποιητικά της και κατά την ίδια «εύλογα η αιτήτρια δεν εργάζεται και λαμβάνει σχετικό επίδομα από το ΕΕΕ».
Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται ότι, τα παιδιά της Αιτήτριας εργάζονται και αποστέλλουν στους γονείς τους χρήματα από το εξωτερικό, ισχυρισμός ο οποίος ωστόσο διαπιστώνω πως δεν προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο, ούτε έχει προσκομιστεί οιαδήποτε σχετική μαρτυρία εκ μέρους της αιτήτριας.
Αντίθετα, η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση αφού καταρχήν σημειώνει, δικαιολογημένα, ότι όλοι οι ισχυρισμοί θα πρέπει να κριθούν αποκλειστικά με βάση τα πραγματικά γεγονότα τα οποία προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης και όχι την αγόρευση της Αιτήτριας, προβάλει τη νομιμότητα της απόφασης της διοίκησης. Επί της θέσης ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε συνεπεία πραγματικής και νομικής πλάνης, η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση απαντά ότι, από τα στοιχεία του σχετικού διοικητικού φακέλου προκύπτει, ποια ήταν η αιτιολογική σκέψη της Διοίκησης ώστε να καταλήξει στην απορριπτική απόφαση. Στην προκειμένη περίπτωση, κρίθηκε ότι τόσο η Αιτήτρια όσο και ο σύζυγος της, επίσης αιτητής για απόκτηση υπηκοότητας μέσω πολιτογράφησης, πέραν από τη λήψη οικονομικού επιδόματος δεν διατηρούσε οικονομικούς και κοινωνικούς δεσμούς με την χώρα κτήσης της ιθαγένειας. Ειδικότερα τονίζει τη διακριτική ευχέρεια εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών να παραχωρεί, σε αλλοδαπό ενήλικα, όταν ο τελευταίος κατέχει τα προσόντα πολιτογράφησης, πιστοποιητικό πολιτογράφησης ως προβλέπεται από τις πρόνοιες του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου (Ν.141(Ι)/2002). Σχολιάζοντας τα όσα προβάλει ως λόγους ακύρωσης η πλευρά της Αιτήτριας, καταγράφεται στην αγόρευση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι, δεν έχει στοιχειοθετηθεί οιοσδήποτε λόγος ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας το νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει την πολιτογράφηση αλλοδαπού ως πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, σημειώνει ότι ο περί Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης Νόμος, (Ν. 141 (Ι)/2002) παρέχει στον Υπουργό Εσωτερικών τη διακριτική εξουσία να αποδεχθεί το αίτημα για πολιτογράφηση διατηρώντας ευρεία διακριτική ευχέρεια στο συγκεκριμένο ζήτημα, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη διαχρονική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. ISSA E.E.ALYATIM ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 33/11, ημερ. 25.10.2016 και στην Amer v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 66, επίσης MOJTABA E.G. MEIDAN ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1644/2010, ημερ. 15.10.2013).
Όπως έχει κατ΄ επανάληψη τονιστεί μέσα από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το ζήτημα της πολιτογράφησης άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Δημοκρατίας να επιλέγει τους πολίτες της και επομένως το ακυρωτικό Δικαστήριο δύσκολα επεμβαίνει στην άσκηση τέτοιας εξουσίας (βλ. Tulin Sabahatin Veysel κ.ά ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 184/2008, ημερ. 6.7.2010 και Boulatnikova v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1082/2005, ημερ. 31.5.2007). Όπως λέχθηκε χαρακτηριστικά στην Yousife Mohamad v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2010) 3 Α.Α.Δ. 18, «η πολιτογράφηση είναι μία εξουσία η οποία ανάγεται στην κυρίαρχη φύση του κράτους το οποίο και μπορεί να παραχωρήσει υπηκοότητα σε πρόσωπα τα οποία επιθυμεί με μόνο περιορισμό της την ανάγκη επίδειξης καλής πίστης».
Έχω μελετήσει ενδελεχώς τον διοικητικό φάκελο, ο οποίος περιλαμβάνει όλα τα έγγραφα της σχετικής διαδικασίας, όπως τα έχω καταγράψει στα γεγονότα της υπόθεσης ανωτέρω και θα συμφωνήσω πλήρως με τα όσα υποστηρίζονται από τον κ.Χατζηλούκα. Οι Καθ' ων η αίτηση, εντός της διακριτικής ευχέρειας που δίδει ο Νόμος στη διοίκηση, ενήργησαν καλόπιστα και αφού διενήργησαν τη δέουσα έρευνα, εκτίμησαν τα δεδομένα τα οποία αφορούν την παρούσα περίπτωση και αιτιολόγησαν πλήρως την απόφασή τους, ενώ η αιτιολογία εν προκειμένω συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του οικείου διοικητικού φακέλου. Συνεπώς, ορθά, κατέληξαν στην απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας να αποκτήσει την κυπριακή υπηκοότητα (βλ. Θεοδωρίδου ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 146, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου Κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).
Σχολιάζοντας τη θέση της δικηγόρου της Αιτήτριας ότι δεν διερευνήθηκαν όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, όπως οι προσωπικές, οικονομικές και οικογενειακές περιστάσεις, αλλά και η κατάσταση υγείας της ίδιας και του συζύγου της, διαπιστώνω ότι αυτά καταγράφονται στην σχετική έκθεση που ετοιμάστηκε από την λειτουργό και υποβλήθηκε προς τον Υπουργό. Όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, προκύπτει από το φάκελο, να εξετάστηκαν δεόντως και να τέθηκαν υπόψη του Υπουργού, στην ορθή τους διάσταση. Συνεπώς δεν διαπιστώνεται, είτε λανθασμένη άσκηση διακριτικής ευχέρειας, είτε οποιαδήποτε πλάνη περί τα πράγματα. Αντίθετα, κρίνεται πως η διοίκηση διεξήγαγε δέουσα έρευνα, λαμβάνοντας υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία και ορθά και νόμιμα απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση, εντός των πλαισίων της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.
Εν προκειμένω, οι Καθ’ ων η Αίτηση μέσα στα πλαίσια του δικαιώματος κάθε κυρίαρχου κράτους να επιλέγει τους πολίτες του, πέραν από τις προϋποθέσεις που τάσσει ο Νόμος, εξετάζει το δημόσιο συμφέρον και συνεκτιμά όλα τα ενώπιον του στοιχεία, για να κρίνει αν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της πολιτείας, αφού, ως έχει αναφερθεί, δεν επαρκεί μόνο να συντρέχουν οι τυπικές προϋποθέσεις του Νόμου (Yousife Mohamad v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2010) 3 Α.Α.Δ. 18.) Τυγχάνουν εφαρμογής, και στην επίδικη περίπτωση, οι γενικότερες αρχές σε ό,τι αφορά το κυριαρχικό δικαίωμα της Δημοκρατίας, να παραχωρεί υπηκοότητα στα πρόσωπα τα οποία επιθυμεί, οφείλοντας όμως να ενεργεί καλόπιστα (Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583) όπως συνέβη και στη παρούσα περίπτωση.
Συνοψίζοντας τα πιο πάνω, καταλήγω ότι, στην παρούσα υπόθεση, ουδείς εκ των προβαλλόμενων από την Αιτήτρια λόγων ακύρωσης μπορεί να επιτύχει.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα 1600 Ευρώ υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο