
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 762/2019
27 Φεβρουαρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Ν. Γ. Ν.
Αιτητή
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ης η Αίτηση
__________________
Γ. Α. Καραπατάκης, Δικηγόρος Αιτητή.
Λ. Λάμπρου - Ουστά (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Δικηγόρο της Καθ’ ης η αίτηση.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά:
«Δήλωση και/ή απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 19.04.2019 και με την οποία προήχθηκε μετά από επανεξέταση, κατόπιν ακυρωτικής απόφασης, το Ενδιαφερόμενο Μέρος Νχχχχ Δχχχχχχχ στη μόνιμη θέση Δημόσιου Κατήγορου Α, Νομική Υπηρεσία αναδρομικά από την 1.9.2010, κατά προτίμηση και/ή αντί του Αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Ως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου ο οποίος έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο, τα γεγονότα που αφορούν την υπόθεση έχουν ως εξής:
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στη συνεδρία της με ημερομηνία 11.1.2019 έλαβε γνώση ότι η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με απόφασή της ημερομηνίας 20.12.2018 στην Αναθεωρητική Έφεση με αρ. 266/12 (Προσφυγή αρ. 1395/10, Νχχχχχχ Νχχχχχχχχ εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας), ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με ημερομηνία 27.7.2010 σ’ ό,τι αφορά την από 1.9.2010 προαγωγή του Δχχχχχ Νχχχ στη μόνιμη θέση Δημόσιου Κατήγορου Α', Νομική Υπηρεσία, αποδεχόμενο τον πρώτο λόγο Έφεσης και κρίνοντας ότι αυτή στηρίχθηκε σε πάσχουσα, ως γενική και αόριστη, σύσταση εκ μέρους του τότε Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.
Ακολούθως, στη συνεδρία της με ημερ. 26.2.2019 επανεξέτασε το θέμα πλήρωσης μιας κενής μόνιμης θέσης Δημόσιου Κατήγορου Α', Νομική Υπηρεσία, που παραμένει κενή ύστερα από την αποδοχή από το Ανώτατο Δικαστήριο της Αναθεωρητικής Έφεσης με αρ. 266/12, με την οποία παραμερίζεται η πρωτόδικη απόφαση στην Προσφυγή αρ. 1395/10 και ακυρώνεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με ημερομηνία 27.7.10, σ' ό,τι αφορά την από 1.9.2010 προαγωγή του Δχχχχχχχ Νχχχχ στην εν λόγω θέση, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε τότε και υπό το φως της σχετικής απόφασης.
Η Επιτροπή ασχολήθηκε με τον κατάλογο των υποψηφίων που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο και έκρινε ότι προάξιμοι είναι οι υποψήφιοι αρ. 1 - 15 του καταλόγου αρχαιότητας. Ωστόσο, η Επιτροπή σημείωσε ότι οι υποψήφιοι με α/α 2, Πχχχχχχχχχ Αθ., α/α 3, Ιχχχχχχχχχ Π. και α/α 5, Κχχχχχχχ - Ξχχχχχχχχχ Ξ. έχουν προαχθεί από 1.9.2010 σε άλλες ίδιες θέσεις Δημόσιου Κατήγορου Α' και η προαγωγή τους δεν έχει προσβληθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ως, εκ τούτου, αυτοί δεν λαμβάνονται υπόψη στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.
Στη συνέχεια προσήλθε στη συνεδρία ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον προηγούμενο του οποίου η σύσταση ακυρώθηκε, και ο οποίος ενημερώθηκε για τα πιο πάνω και στη διάθεση του οποίου είχαν τεθεί οι Προσωπικοί Φάκελοι και οι Φάκελοι των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων και είχε επαρκή χρόνο για να μελετήσει τους εν λόγω Φακέλους. Προβαίνοντας στη σύστασή του, ανέφερε τα εξής:
«Γνωρίζω τους υποψηφίους και έχω μελετήσει τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων. Με βάση τα πιο πάνω και συνεκτιμώντας τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους, αξία, προσόντα και αρχαιότητα, καθώς και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης, κρίνω ως καταλληλότερο για προαγωγή τον Νχχχχχ Δχχχχχχχ.
Η προαγωγή των υποψήφιων Πχχχχχχχ Ιχχχχχχχ, Ξχχχχ Κχχχχχχχ και Αθχχχχχχχ Πχχχχχχχχχ στη θέση Δημόσιου Κατήγορου Α' έχει ήδη παγιωθεί λόγω της απόσυρσης της εναντίον τους προσφυγής και ως εκ τούτου δεν λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς της επανεξέτασης.
Συστήνοντας τον Νχχχ Δχχχχχχχ, έλαβα υπόψη ότι υπερέχει σε αξία των υποψηφίων με αύξοντα αριθμό 1, 6, 8, 9, 10, 11, 13, 14 και 15 και ισοψηφεί με τους υποψηφίους με αύξοντα αριθμό 4 και 12, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές με έμφαση σ' αυτές των τελευταίων προ του ουσιώδους χρόνου ετών.
Όσον αφορά τα προσόντα, όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης προσόντα, η δε υποψήφια με α/α 15, Νχχχχχχχ Μ., διαθέτει και Master of Law (European Law and Policy), το οποίο δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης, ούτε θεωρείται ως πλεονέκτημα, ούτε ως πρόσθετο προσόν, αλλά λήφθηκε υπόψη και συνεκτιμήθηκε η σχετικότητά του και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, όπως απαιτεί η νομολογία.
Όσον αφορά το στοιχείο της αρχαιότητας, ο Νχχχχ Δχχχχχχχ υπερέχει σε αρχαιότητα, πλην των υποψηφίων με αύξοντα αριθμό 1, 4 και 6 του καταλόγου αρχαιότητας, ήτοι των Νχχχχχχχ Νχχχχχχχ, Πχχχχχχχχ Π. και Σχχχχ Ειρ., αρχαιότητα η οποία σύμφωνα με τη νομολογία δεν είναι το αποφασιστικό κριτήριο για προαγωγή αλλά το τελευταίο. Παρ' όλα αυτά λήφθηκε υπόψη και συνεκτιμήθηκε και συσταθμίστηκε με τα άλλα κριτήρια, αξία και προσόντα, όπου οι υποψήφιοι Νχχχχχχχ Νχχχχχχχ και Σχχχχχχχ Ε., υστερούν σε αξία έναντι του Νχχχχχχχ Δχχχχχχχ και είναι ίσοι σε προσόντα.
Σ' ό,τι αφορά τη σύγκριση μεταξύ του συστηθέντος και του Νχχχχχχχ που προηγείται σε αρχαιότητα, σημειώνω ότι, με βάση και τις αξιολογήσεις των δύο υποψηφίων, ο Νχχχχχχχ στις προ του ουσιώδους χρόνου Υπηρεσιακές του Εκθέσεις είχε χαμηλότερη από τον συστηθέντα αξιολόγηση στο κριτήριο της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας. Θεωρώ την υπεροχή του Δχχχχχ στο κριτήριο αυτό ιδιαίτερης σημασίας στην υπό πλήρωση θέση, το Σχέδιο Υπηρεσίας της οποίας στην Παράγραφο (β) των Καθηκόντων και Ευθυνών της θέσης προβλέπει ότι ο κάτοχος της θέσης «Παρακολουθεί ή/και καθοδηγεί την Εργασία Δημόσιων Κατηγόρων, όπως ήθελε διευθετηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα.»
Στη συνέχεια, η Επιτροπή ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Η Επιτροπή εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, ενώ έλαβε υπόψη τη κρίση και τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα. Έλαβε επίσης υπόψη τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια. Έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους, η οποία φαίνεται στον ενώπιόν της κατάλογο υποψηφίων.
Αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια -αξία, προσόντα, αρχαιότητα-, όπως αυτά ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολό τους και αποδίδοντας σ' αυτά και σε καθένα από αυτά την ανάλογη βαρύτητα, και αφού έλαβε υπόψη τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα, έκρινε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπερέχει των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτόν προαγωγή στη μόνιμη θέση Δημόσιου Κατήγορου Α', Νομική Υπηρεσία, αναδρομικά από 1.9.2010 μέχρι την ημερομηνία αφυπηρέτησής του στις 16.1.2017.
Η πιο πάνω προαγωγή δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 19.4.2019 και εναντίον αυτής καταχωρείται η παρούσα προσφυγή.
Όπως προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους και γίνεται παραδεκτό, ως προς τα τρία κριτήρια αξιολόγησης, τα δεδομένα που αφορούν Ε/Μ και Αιτητή έχουν ως εξής. Κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι τα έτη 2006-2009, το Ενδιαφερόμενο Μέρος, αξιολογήθηκε με 32 «ΕΞΑΙΡΕΤΑ», σε αντίθεση με τον Αιτητή που αξιολογήθηκε με 28 «ΕΞΑΙΡΕΤΑ» και 4 «ΠΟΛΥ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ». Συγκεκριμένα, την υπό αξιολόγηση χρονική περίοδο, στο κριτήριο της «Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας», το Ε/Μ αξιολογήθηκε «ΕΞΑΙΡΕΤΑ» και τα τέσσερα έτη, ενώ ο Αιτητής τα ίδια έτη αξιολογήθηκε «ΠΟΛΥ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ». Ως προς τα προσόντα, αμφότεροι είναι κάτοχοι Πτυχίου Νομικής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το οποίο ο Αιτητής απέκτησε το 1991 και το Ενδιαφερόμενο Μέρος το 1994. Ο Αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα του Ε/Μ, κατά δύο έτη και έξι μήνες αφού προσελήφθη στην αμέσως προηγουμένη της επίδικης θέσης, θέση Δημόσιου Κατήγορου, την 1.08.2001, ενώ το Ενδιαφερόμενο Μέρος στις 2.02.2002.
Εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης, ο δικηγόρος του Αιτητή προωθεί με τις αγορεύσεις του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΔΥ θα πρέπει να ακυρωθεί για τους ακόλουθους λόγους:
«Α. Η σύσταση του διευθυντή και/ή του κατά νόμο αρμόδιου οργάνου, με την οποία σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή στην επίδικη θέση, πάσχει καθότι είναι αναιτιολόγητη και/ή εκδόθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και/ή υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης και περαιτέρω πάσχει καθότι συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων και/ή δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων.
Β. Η σύσταση του διευθυντή και/ή του κατά νόμο αρμόδιου οργάνου, με την οποία σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή στην επίδικη θέση, πάσχει καθότι δεν λήφθηκε υπόψη η υπέρτερη αρχαιότητα του Αιτητή και/ή πάσχει καθότι δεν λήφθηκε υπόψη η υπέρτερη πείρα του Αιτητή.
Γ. Η επίδικη διοικητική απόφαση πάσχει καθότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ενεργώντας χωρίς δέουσα έρευνα και υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης και αναιτιολόγητα δέχθηκε την πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους, η οποία είναι αναιτιολόγητη και/ή εκδόθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και/ή υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης και/ή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων και/ή δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων.
Δ. Η επίδικη διοικητική απόφαση καθώς οποιαδήποτε απόφαση ενδιάμεση και/ή προπαρασκευαστική αυτής, είναι προϊόν ανεπαρκούς και ή ελαττωματικής έρευνας και ή δεν λήφθηκαν μετά από δέουσα έρευνα.
E. Η απόφαση καθώς και οποιαδήποτε απόφαση ενδιάμεση και/ή προπαρασκευαστική αυτής εκδόθηκαν υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης.»
Ειδικότερα, ως προς τους δύο πρώτους λόγους ακύρωσης τους οποίους προωθεί μαζί ο Αιτητής, υποστηρίζεται ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά από πάσχουσα σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα, αφού αυτός σύστησε το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο έναντι του Αιτητή, κατ' επίκληση ουσιαστικά της ανύπαρκτης υπεροχής του σε αξία, έχοντας πλάνη ως προς τα στοιχεία των φακέλων και χωρίς να αναφερθεί στην υπεροχή του τελευταίου σε αρχαιότητα. Προβάλει συνεπώς ότι, η σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους, ήταν πάσχουσα ως αναιτιολόγητη και εκδοθείσα υπό καθεστώς νομικής και πραγματικής πλάνης. Περαιτέρω προβάλει ότι, η ΕΔΥ, υιοθετώντας τη πάσχουσα αυτή σύσταση, χωρίς δέουσα έρευνα και συγκρουόμενη με τα στοιχεία των φακέλων, απέτυχε στο καθήκον ιεραρχικού ελέγχου νομιμότητας της σύστασης, όπως απέτυχε επίσης να διαπιστώσει ότι δεν περιέχει η σύσταση νόμιμη και αξιοκρατική σύγκριση όλων των στοιχείων εκάστου υποψηφίου και έτσι δεν επέλεξε τον πραγματικά καλύτερο για την προαγωγή.
Αντίθετα, είναι η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν ισχύουν οι ισχυρισμοί που προωθεί ο Αιτητής και θα πρέπει να απορριφθούν. Ειδικότερα, η ευπαίδευτη δικηγόρος της Καθ’ ης η αίτηση, παραθέτοντας αποσπάσματα από τα πρακτικά της Επιτροπής, υποστηρίζει ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες αυτή περιβάλλεται κατ' εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου και δεόντως αιτιολογημένη. Σημειώνοντας τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι, «Όσον αφορά την αρχαιότητα, ο αιτητής υπερτερεί του Ε/Μ, αρχαιότητα όμως που δεν μπορεί να υπερακοντίσει την υπέρτερη αξία που διαθέτει το Ε/Μ τόσο στις ετήσιες αξιολογήσεις όσο και από την απορρέουσα αξία της υπέρ του σύστασης», απαντά στη κύρια θέση του Αιτητή. Υποστηρίζει δηλαδή ότι, η απόφαση λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και αφού αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης, τα οποία ήταν ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα ο οποίος έλαβε υπόψη και συστάθμισε την αρχαιότητα του Αιτητή έναντι της υπέρτερης αξίας του Ε/Μ, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις. Τέλος, προς υποστήριξη της νομιμότητας της σύστασης του Γενικού Εισαγγελέα και της όλης διαδικασίας ενώπιον της ΕΔΥ, παραθέτει και αυτή με τη σειρά της, επιλεκτικά, αποσπάσματα από την πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος.
Δεδομένης της προώθησης των προαναφερθέντων λόγων προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης ως αποτέλεσμα της πάσχουσας σύστασης του Γενικού Εισαγγελέα και εν συνεχεία της κρίσης της ΕΔΥ, αναφέρομαι στο εκτενές απόσπασμα του πρακτικού της συνεδρίας της Επιτροπής το οποίο κατέγραψα ανωτέρω, όπου ο .Γ.Ε. αξιολογώντας τους υποψηφίους, προέβη στη σύσταση του Ενδιαφερόμενου Προσώπου, σύσταση η οποία υιοθετήθηκε στη συνέχεια από την Επιτροπή.
Όπως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί, ο προϊστάμενος του τμήματος και/ή της υπηρεσίας, όπου υφίσταται η κενή θέση, βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση να γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες της εν λόγω θέσης, αλλά και για να περιγράψει τις αρετές που χρειάζονται για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης, επισημαίνοντας ποιες από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες της επίδικης θέσης, ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος (βλ. Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (422) 3 Α.Α.Δ. 695). Η δε σημασία που αποδίδεται στη Σύσταση, στοχεύει ακριβώς στη διασφάλιση ότι κατά τη διαδικασία επιλογής, το διορίζον όργανο θα καθοδηγηθεί από τον προϊστάμενο που βρίσκεται σε μοναδική θέση να συμβουλεύσει την Επιτροπή επί των ιδιοτήτων και της αξίας των υφιστάμενών του (βλ. Constantinou ν. Republic (1984) 3 C.L.R. 498, 501, Κύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1435/99 κ.α., ημερ. 12.9.2001).
Εν προκειμένω, όπως, προκύπτει από το εν λόγω πρακτικό της ΕΔΥ, ο Γενικός Εισαγγελέας για να προβεί στην ως άνω αναφερόμενη σύσταση, έλαβε υπόψη ότι το Ε/Μ, υπερέχει σε αξία άλλων υποψηφίων μεταξύ των οποίων και ο Αιτητής (α/α 1). Όπως καταγράφεται στα πρακτικά, «Συστήνοντας τον Νχχχχχ Δχχχχχχ, έλαβα υπόψη ότι υπερέχει σε αξία των υποψηφίων με αύξοντα αριθμό 1, (…)».
Αυτή η διαπίστωση του, για υπεροχή του Ε/Μ σε αξία έναντι του Αιτητή, είχε, κατά το Γενικό Εισαγγελέα, αποτέλεσμα να εξουδετερώσει την κατά 2 έτη και 6 μήνες υπεροχή σε αρχαιότητα του Αιτητή. Παραθέτω αυτούσιο, το πιο κάτω απόσπασμα από τη σύσταση, όπου αναφέρεται πως «Ο Νχχχχ Δχχχχχχχ υπερέχει σε αρχαιότητα, πλην των υποψηφίων με αύξοντα αριθμό 1, 4 και 6 του καταλόγου αρχαιότητας, ήτοι των Νχχχχχχχ Νχχχχχχχ, Πχχχχχχχ Πχχχχχχχ και Σχχχχ Εχχχχχ, αρχαιότητα η οποία σύμφωνα με τη νομολογία δεν είναι το αποφασιστικό κριτήριο για προαγωγής αλλά το τελευταίο. Παρ' όλα αυτά λήφθηκε υπόψη και συνεκτιμήθηκε και συσταθμίστηκε με τα άλλα κριτήρια, αξία και προσόντα, όπου οι υποψήφιοι Νχχχχχχχ Νχχχχχχχ και Σχχχχ Εχχχχχ, υστερούν σε αξία έναντι του Νχχχχχ Δχχχχχχχ και είναι ίσοι σε προσόντα».
Σε συνέχεια τούτου, ο Γενικός Εισαγγελέας έκρινε ότι, η υπεροχή του Ε/Μ στο κριτήριο της «Διευθυντικής / Διοικητικής Ικανότητας» στις Υπηρεσιακές του Εκθέσεις έναντι του Αιτητή, αφού αυτός σε 4 διαδοχικά έτη είχε χαμηλότερη αξιολόγηση στο κριτήριο αυτό, είχε ιδιαίτερη σημασία στην υπό πλήρωση θέση καθότι, κατά τον ίδιο, το Σχέδιο Υπηρεσίας στην Παράγραφο (β) των Καθηκόντων και Ευθυνών της θέσης προβλέπει ότι ο κάτοχος της θέσης «Παρακολουθεί ή/και καθοδηγεί την Εργασία Δημόσιων Κατήγορων, όπως ήθελε διευθετηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα». Τονίζω την αναφορά, στο πιο κάτω απόσπασμα από τη σύσταση: «..ο Νχχχχχχχ στις προ του ουσιώδους χρόνου Υπηρεσιακές του Εκθέσεις είχε χαμηλότερη από τον συστηθέντα αξιολόγηση στο κριτήριο της Διευθυντικής / Διοικητικής Ικανότητας. Θεωρώ την υπεροχή του Δχχχχχχχ στο κριτήριο αυτό ιδιαίτερης σημασίας στην υπό πλήρωση θέση, το Σχέδιο Υπηρεσίας της οποίας στην Παράγραφο (β) των καθηκόντων και Ευθυνών της θέσης προβλέπει ότι ο κάτοχος της θέσης «Παρακολουθεί ή/και καθοδηγεί την Εργασία Δημόσιων Κατήγορων, όπως ήθελε διευθετηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα». (η έμφαση προστίθεται)
Κύριο επιχείρημα εκ μέρους του Αιτητή είναι ότι, η θέση του Γενικού Εισαγγελέα περί υπεροχής του E/M σε αξία έναντι του ιδίου, είναι πεπλανημένη, εκδόθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων. Συγκεκριμένα, υποδεικνύεται ότι, η αξιολόγηση κατά τα έτη 2006-2009 στο κριτήριο της «Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας» του Ε/Μ με 32 «Εξαίρετος», σε αντίθεση με τον Αιτητή που αξιολογήθηκε με 28 «Εξαίρετος» και 4 «Πολύ Ικανοποιητικά», ήτοι κατά τέσσερα «Εξαίρετος» περισσότερα, σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν συνιστά υπεροχή του E/M σε αξία έναντι του Αιτητή, ο οποίος αντίθετα υπερείχε σε αρχαιότητα κατά δυόμισι χρόνια. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του Αιτητή σχετικά παραπέμπει σε αποσπάσματα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κωνσταντίνος Μ. Δημητρίου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 254/2008 και 637/2008, ημερομηνίας 26.7.2012, όπου στις σελίδες 5, 8 και 11 γίνεται αναφορά στην Σωφρόνης Πατσαλίδης κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 183/06, ημερ. 2.11.2011, όπου τα δεδομένα είναι παρόμοια με τη παρούσα υπόθεση.
«Αμφισβητώντας τη νομιμότητα της πιο πάνω σύστασης, ο αιτητής Δημητρίου ισχυρίζεται ότι (…) Σύμφωνα με την εισήγηση του, παραγνωρίστηκε και η «σημαντική υπεροχή» του σε αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Σ. Βαλανίδη — (δυόμισι χρόνια) — η οποία συνιστούσε και υπέρτερη πείρα και μετέβαλλε το ισοζύγιο της αξίας [σελ. 5]
(……………………)
Το ερώτημα εδώ είναι κατά πόσο η σύσταση έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων, ή εάν επαναλαμβάνει το περιεχόμενο τους, χωρίς οτιδήποτε περισσότερο, το οποίο θα συνιστούσε και την απαιτούμενη κατά το Νόμο (Άρθρο 35(4) — και κατά τη νομολογία — (βλ. Μοδίτης ν. Δημοκρατίας 2002) 3 Α.Α.Δ. 695) — αιτιολογία της. Ως προς τη βαθμολογημένη αξία των υποψηφίων, οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις που λήφθηκαν υπόψη (1997 - 2001) δεν παρουσιάζουν αξιόλογες διαφοροποιήσεις στη συνολική εικόνα τους. Συγκεκριμένα, για την πιο πάνω περίοδο, συγκέντρωσαν: ο αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου και το ενδιαφερόμενο μέρος Σ. Βαλανίδης 40 «εξαίρετος», τα ενδιαφερόμενα μέρη Ξ. Τσουδερός και Γ. Κυρατζής 39 «εξαίρετος» και Ι «πολύ ικανοποιητικός>) και ο αιτητής K. Δημητρίου 35 «εξαίρετος» και 5 «πολύ ικανοποιητικός».
Έχει νομολογηθεί ότι, στην αξιολόγηση των υπαλλήλων, η βαθμολόγηση κάποιου, σε μια περίοδο με τρία — πέντε «Εξαίρετος» περισσότερα από άλλους δεν του προσδίδει υπεροχή σε αξία έναντί τους και ότι πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι (βλ. Σωφρόνης Πατσαλίδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 183/08,2/11/11). [Σελ. 8]
(……………………)
Η ανάλυση, όμως, της βαθμολογικής εικόνας των υποψηφίων, με τις διακυμάνσεις που εντοπίστηκαν, θεωρώ ότι δε δικαιολογεί τη σύσταση του Διευθυντή. Επρόκειτο, ουσιαστικά, για ισοδύναμους υπαλλήλους και, επομένως, η δήλωση περί υπεροχής αυτών που συστήθηκαν σε αξία και, η ένεκα τούτης, εξουδετέρωση της αρχαιότητας του αιτητή Κ. Δημητρίου δε συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. [Σελ. 11 ]
Όπως έχει αναφερθεί κατ’ επανάληψη από τη νομολογία μας, η διαφορά στην αξιολόγηση υπαλλήλων μέχρι 5 «Εξαίρετος» σε μια πενταετία δεν προσδίδουν σε αυτόν που έχει τα περισσότερα υπεροχή σε αξία, αλλά πρέπει να θεωρούνται ισοδύναμοι. Μεταξύ της πλούσιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, παραθέτω ενδεικτικό απόσπασμα από την απόφαση στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 232/2012 και 239/2012, Σπύρου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου και Αγαπίου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου, ημερομηνίας 19 Ιουλίου 2019.
«Η νομολογία έχει υιοθετήσει την άποψη ότι διαφορά μέχρι και 5 εξαίρετα στις υπηρεσιακές εκθέσεις παραπέμπει σε ουσιαστική ισοδυναμία και δεν μπορεί να προσδώσει οποιαδήποτε υπεροχή. Επίσης έχει νομολογηθεί ότι ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα έχουν τα τελευταία χρόνια και ότι δεν είναι επιτρεπτό για τη διοίκηση να απομονώσει οριακές διαφορές μεταξύ των υποψηφίων από το απώτερο παρελθόν για να στοιχειοθετήσει διαφορά στο συγκεκριμένο κριτήριο. Αυτό που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η γενική αξιολόγηση ενός υποψηφίου και όχι αποσπασματικές διακυμάνσεις (βλ. Μαυρομμάτη v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 662, Βασιλειάδης κ.ά. v. Tσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, Πατσαλίδης v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 738, Ελευθερίου v. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 120, Αττάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2012) 3 Α.Α.Δ. 438, Δημοκρατία κ.ά. v. Πολυδώρου κ.ά. (2013) 3 Α.Α.Δ. 15).
Δεδομένου τούτου, θα καταλήξω ότι, η άποψη του Γενικού Εισαγγελέα ότι το Ε/Μ υπερέχει σε αξία του Αιτητή και την οποία έλαβε υπόψη στη Σύσταση του, αποτελεί νομική πλάνη η οποία δεν συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. Ως ακριβώς προκύπτει από τους προσωπικούς φακέλους, την υπό εξέταση περίοδο, το Ε/Μ κατείχε 4 «Εξαίρετος» περισσότερα από τον Αιτητή δεδομένο που καθιστά τους υποψήφιους ισοδύναμους ως προς το κριτήριο της αξίας, όπως ισοδύναμοι ήταν και στο κριτήριο των προσόντων, με αποτέλεσμα η υπεροχή του Αιτητή σε αρχαιότητα κατά 2 χρόνια και 6 μήνες, που συνιστούσε και υπέρτερη πείρα και μετέβαλλε το ισοζύγιο της αξίας, να εξουδετερώνεται από τον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος προχώρησε να συστήσει για προαγωγή στην επίδικη θέση τον Αιτητή, αντί το Ε/Μ.
Επιπρόσθετα, σε συνέχεια της διαπίστωσης μου ως προς τη πλάνη στην οποία υπέπεσε ο Γ.Ε. ως προς το κριτήριο της αξίας των δύο υποψηφίων και η οποία είναι καθοριστική για την κατάληξη της υπόθεσης, προχωρώ να καταγράψω και την ακόλουθη διαπίστωση μου περί ανεπίτρεπτης διπλής αξιολόγησης του ίδιου προσόντος στη συνέχεια από τον Γενικό Εισαγγελέα, ζήτημα με το οποίο καταπιάνονται αμφότερες οι πλευρές στις αγορεύσεις τους.
Καταρχήν διαπιστώνω ότι, το επίδικο Σχέδιο Υπηρεσίας, στα απαιτούμενα προσόντα αναφέρει ως απαιτούμενο προσόν τη «διοικητική ικανότητα» (βλ. παρ. (2)). Στη δε σύσταση του, ο Γενικός Εισαγγελέας σε σχέση με τα απαιτούμενα προσόντα αναφέρει ότι όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούμενα προσόντα, δηλώνοντας ότι : «Όσον αφορά τα προσόντα, όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωσης θέσης προσόντα...».
Ακολούθως, στη σύσταση του, τονίζει ότι, «..ο Νχχχχχχχ στις προ του ουσιώδους χρόνου Υπηρεσιακές του Εκθέσεις είχε χαμηλότερη από τον συστηθέντα αξιολόγηση στο κριτήριο της Διευθυντικής / Διοικητικής Ικανότητας. Θεωρώ την υπεροχή του Δχχχχχ στο κριτήριο αυτό ιδιαίτερης σημασίας στην υπό πλήρωση θέση, το Σχέδιο Υπηρεσίας της οποίας στην Παράγραφο (β) των καθηκόντων και Ευθυνών της θέσης προβλέπει ότι ο κάτοχος της θέσης «Παρακολουθεί ή/και καθοδηγεί την Εργασία Δημόσιων Κατήγορων, όπως ήθελε διευθετηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα».
Συνεπώς, διαπιστώνω ότι, αφού τόσο ο Αιτητής όσο και το Ενδιαφερόμενο Μέρος κρίθηκε ότι κατείχαν το απαιτούμενο προσόν της «διοικητικής ικανότητας», είναι ανεπίτρεπτο στη συνέχεια να προβαίνει ο Γενικός Εισαγγελέας σε αξιολόγηση του ίδιου προσόντος, προκειμένου να προσδώσει περαιτέρω υπεροχή και να δικαιολογήσει τη σύσταση του στο Ε/Μ, επειδή ακριβώς βαθμολογήθηκε με 4 «Εξαίρετος» περισσότερα από τον Αιτητή στο κριτήριο της «Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας», δεδομένο το οποίο έκρινε ως «ιδιαίτερης σημασίας στην υπό πλήρωση θέση» συσχετίζοντας το με το Σχέδιο Υπηρεσίας αυτής.
Η θέση αυτή, την οποία υποδεικνύει ο Αιτητής και βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο, υποστηρίζεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπου τονίζεται το ανεπίτρεπτο της διπλής αξιολόγησης ενός προσόντος, ήτοι ότι, προσόν το οποίο χρησιμοποιείται ούτως ώστε να ικανοποιηθεί προαπαιτούμενο του Σχεδίου Υπηρεσίας και υποψήφιος να μπορεί να θεωρηθεί ως προσοντούχος, το ίδιο προσόν, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί περαιτέρω, έτσι ώστε συγκρινόμενο με προσόν άλλου ή άλλων υποψηφίων, να προσδώσει στον κατέχοντα υποψήφιο περαιτέρω υπεροχή (βλ. Δάφνη Φινοπούλου κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθέσεις Αρ. 756/2005 και 860/2005, ημερομηνίας 21.09.2006 και Χριστόδουλος Γρουτίδης ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 35).
Δεν θα επεκταθώ περισσότερο. Όπως έχω προαναφέρει, η δοθείσα σύσταση υπέρ του Ε/Μ βρισκόταν σε σύγκρουση με τα στοιχεία των φακέλων και λήφθηκε υπό πλάνη. Πεπλανημένη ήταν και η απόφαση της Επιτροπής, η οποία την υιοθέτησε και την έλαβε υπόψη της, στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Λέγοντας τούτα, δεν θα προχωρήσω εξετάζοντας και τους επόμενους λόγους ακυρώσης, οι οποίοι προωθούνται από τον Αιτητή.
Δεδομένης της κατάληξής μου, περί πάσχουσας σύστασης για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, η επίδικη απόφαση της Καθ' ης η αίτηση με την οποία επέλεξαν ως καταλληλότερο υποψήφιο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, λαμβάνοντας υπόψη ανάμεσα σε άλλα την σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα, παρασύρεται σε ακύρωση.
Η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει. Επιδικάζονται €1800 έξοδα πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο