
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 1051/2020)
5 Μαρτίου 2025
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
P. U. E.
Αιτητή
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Μιχάλης Καλογήρου, για Στέλιο Χριστοδούλου, για τον αιτητή.
Νικολέττα Νικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό εκδίκαση προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 9.11.2020, ο αιτητής αξιώνει από το Δικαστήριο την εξής θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του Αιτητή, που εκδόθηκαν από τους Καθ’ ων η Αίτηση στις 24.09.2020, είναι άκυρα, αντισυνταγματικά, παράνομα και στερούνται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος».
Ο αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας. Σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στην Ένσταση, αφίχθηκε στη Δημοκρατία από άγνωστο τόπο, σε άγνωστο χρόνο και στις 6.12.2019, μετέβη στο Αεροδρόμιο Λάρνακας για να αναχωρήσει για την Αθήνα, αφού είχε στην κατοχή του Δελτίο Διαμονής στην Ελλάδα, με ισχύ μέχρι την 20.5.2020. Με ενέργειες της Αστυνομίας, ο αιτητής δεν αναχώρησε, καθότι συνελήφθη για διερευνώμενη υπόθεση παράνομης κατοχής περιουσίας, για την οποία, εν τέλει, καταχωρήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η ποινική υπόθεση αρ. 24608/2019. Ο αιτητής παρέμεινε υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές για 9 μήνες. Η ποινική υπόθεση αναστάληκε από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας στις 24.9.2020, ενώ, εναντίον του, εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας.
Κατά της νομιμότητας των προαναφερόμενων διαταγμάτων, καταχώρησε στις 9.11.2020 την υπό κρίση προσφυγή. Εν τέλει, ο αιτητής απελάθηκε στη Νιγηρία στις 20.11.2020.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, διατείνεται πως τα προσβαλλόμενα διατάγματα εκδόθηκαν υπό πλάνη και χωρίς να προηγηθεί η δέουσα, υπό τις περιστάσεις, έρευνα. Όπως αναφέρει, ο αιτητής είναι έγγαμος με Ελληνίδα υπήκοο με την οποία απέκτησαν ένα παιδί και είναι επίσης κάτοχος Δελτίου Διαμονής στην Ελλάδα, το οποίο είχε ισχύ μέχρι τις 20.5.2020. Στη γραπτή του αγόρευση, αναφέρεται στα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά την σύλληψή του από την Αστυνομία στο Αεροδρόμιο Λάρνακας στις 6.12.2019, ενώ ετοιμάζετο να αναχωρήσει για την Αθήνα και στα όσα ακολούθησαν με την καταχώρηση της εναντίον του ποινικής υπόθεσης και την προφυλάκισή του. Αναφέρεται στην ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 7.9.2020 σε σχέση με τεκμήρια που επιχείρησε να καταθέσει η Κατηγορούσα Αρχή και δεν έγιναν αποδεκτά από το Δικαστήριο. Αναλώνεται μεγάλο μέρος της γραπτής του αγόρευσης, στα γεγονότα που ακολούθησαν την σύλληψή του από την Αστυνομία, περί τις 6.12.2019 και στο κατά πόσον αυτός κρατήθηκε ή όχι υπό νόμιμη σύλληψη, ενώ τονίστηκε ιδιαίτερα πως αφίχθηκε νόμιμα στη Δημοκρατία από το αεροδρόμιο Λάρνακας, αφ’ ης στιγμής, όπως αναφέρει, είχε άδεια παραμονής στην Ελλάδα. Αρνούμενος παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία, επιφύλαξε το δικαίωμά του για προσκόμιση μαρτυρίας.
Διατείνεται πως τόσο το διάταγμα απέλασης, όσο και το διάταγμα κράτησης, εκδόθηκαν παράνομα, κατά παράβαση του τεκμηρίου αθωότητας, κατά παράβαση της χρηστής διοίκησης, των συνταγματικών του δικαιωμάτων, ενώ τέλος υποστήριξε πως ουδέποτε του γνωστοποιήθηκαν τα διατάγματα σε γλώσσα κατανοητή στον ίδιο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, ήγειρε ζήτημα έλλειψης εννόμου συμφέροντος, εκ μέρους του αιτητή, στην προώθηση της προσφυγής του, ενόψει της ανεπιφύλακτης αποδοχής του να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία, λαμβάνοντας προς τούτο και χρηματικό ποσό και πως η προσφυγή έχει απωλέσει το αντικείμενό της. Κατά τις εισηγήσεις, τα προσβαλλόμενα διατάγματα έχουν πλέον εκτελεστεί με την απέλαση του αιτητή στη χώρα του, γεγονός που καταδεικνύει απώλεια του αντικειμένου της. Προβάλλει, επίσης, η Δημοκρατία, πως η προσφυγή αποτελεί καταχρηστική διαδικασία, αφού ο αιτητής εν τέλει αναχώρησε για την χώρα καταγωγής του, με την συγκατάθεσή του. Επί της ουσίας, η ευπαίδευτη συνήγορος υποστήριξε τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων.
Προς απάντηση στις προδικαστικές ενστάσεις, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, υποστήριξε πως η περίπτωση δεν αποτελεί οικειοθελή αναχώρηση από τη Δημοκρατία, ενόσω ήταν σε ισχύ τα προσβαλλόμενα διατάγματα και συνεπώς, η απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, δεν ήταν ελεύθερη και ανεπιφύλακτη. Υπέβαλε επίσης, πως η έκδοση των διαταγμάτων, ήταν παράνομη και πως προκλήθηκαν «ευθέως και αποκλειστικά ζημιογόνες συνέπειες στον Αιτητή, οι οποίες επηρεάζουν και θα επηρεάζουν τη ζωή του μέχρι την ακύρωσή τους», επηρεάζοντας το δικαίωμα της ελευθερίας, της ελεύθερης μετακίνησης και του σεβασμού στην οικογενειακή ζωή, αφού το διάταγμα απέλασης απαγορεύει στον αιτητή την είσοδο σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας στην οποία βρίσκονται η σύζυγος και το παιδί του.
Στη βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου, είναι παραδεκτό πως τα προσβαλλόμενα διατάγματα ημερομηνίας 24.9.2020, έχουν εκτελεστεί, με την απέλαση του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, στις 20.11.2020, η οποία έλαβε χώρα μετά την καταχώρηση της προσφυγής.
Είναι πάγια η νομολογία, πως το έννομο συμφέρον πρέπει να ενυπάρχει σε τρία διαφορετικά στάδια της διαδικασίας, ήτοι, κατά την έκδοση της πράξης, κατά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και κατά τη συζήτησή της.
Ο Δ. Θ. Πυργάκης στο σύγγραμμά του «Το έννομο συμφέρον στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας» Νομική Βιβλιοθήκη (2017) στη σελ. 269 αναφέρει τα ακόλουθα:-
«Έχει κριθεί ότι το ενεστώς έννομο συμφέρον πρέπει να στηρίζεται σε έννομο κατάσταση του αιτούντος, η οποία να υπάρχει κατά τον χρόνο που ασκείται η αίτηση ακυρώσεως και αυτός να υφίσταται βλάβη λόγω της ειδικής σχέσης που έχει με την προσβαλλόμενη πράξη [ΣτΕ 2310/2009, 2700/1987, 696/1982].»
Στο σύγγραμμα «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Τόμος 2, 14η έκδοση σελ. 85 του Καθηγητή Ε. Σπηλιωτόπουλου, γίνεται αναφορά στους αντικειμενικούς λόγους που μπορεί να οδηγήσουν στην εξαφάνιση του εννόμου συμφέροντος, ως ακολούθως:-
« … όταν το αντικείμενο της προσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης εξέλιπε για διάφορους λόγους ή η προσβαλλόμενη πράξη εξαφανίστηκε εξαρχής … ή για οποιονδήποτε λόγο (ανάκληση, ακύρωση, κατάργηση, λήξη του χρόνου ισχύος) έπαψε η ισχύς της πριν από τον χρόνο της πρώτης συζήτησης (ΣΕ 130/2002) ή έληξε η προθεσμία μέσα στην οποία έπρεπε να προβεί σε ορισμένη ενέργεια ο διοικούμενος (ΣΕ1636/1973).
Εάν το έννομο συμφέρον εξέλιπε πριν από την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως, η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΣΕ2033/1991, 2157/1998). Εάν εξέλιπε μετά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και πριν από την πρώτη συζήτηση, η δίκη καταργείται λόγω έλλειψης αντικειμένου …»
Στην παρούσα περίπτωση, η μεταβολή στα αντικειμενικά δεδομένα έχει επέλθει μετά της κατάθεσης της προσφυγής, αφού απελάθηκε στις 20.11.2020, ενώ η προσφυγή του είχε ήδη καταχωρισθεί στις 9.11.2020.
Η πρώτη πτυχή της εισήγησης, εδράζεται στη θέση της Δημοκρατίας πως ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προωθήσει την προσφυγή του, λόγω της ανεπιφύλακτης αποδοχής του να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία, λαμβάνοντας προς τούτο και οικονομικό κίνητρο.
Από τα ενώπιον μου όμως δεδομένα, δεν διαφαίνεται τέτοια ενέργεια εκ μέρους του. Ο αιτητής δεν επιθυμούσε την επιστροφή του στην Νιγηρία, αλλά την επιστροφή του στην Ελλάδα, στην οποία διέμενε η Ελληνίδα σύζυγος και το τέκνο του, στην οποία κατείχε προσωρινή άδεια παραμονής, βάσει του Δελτίου Διαμονής του, η ισχύς του οποίου έληξε στις 20.5.2020, ενόσω ο ίδιος κρατείτο ως υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές, εκκρεμούσης της εναντίον του ποινικής υπόθεσης.
Δεδομένης της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, τα οποία μάλιστα αμφισβήτησε δικαστικώς με την υπό εκδίκαση προσφυγή και την οποία δεν απέσυρε στη συνέχεια, λαμβανομένης υπόψη και της μη ύπαρξης δυνατότητας επιστροφής του στην Ελλάδα, λόγω της λήξης της ισχύος του Δελτίου Διαμονής του εκεί, αφενός και αφετέρου, λόγω της τιθέμενης απαγόρευσης για περίοδο 5 ετών, λόγω της κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη, δεν μπορώ να δεχτώ πως υπήρξε εκ μέρους του αποδοχή των προσβαλλόμενων πράξεων και μάλιστα ανεπιφύλακτη, όπως αποτελεί τη θέση των καθ’ ων η αίτηση, αφού η επιφύλαξη παρέμεινε, με την μη απόσυρση της προσφυγής του κατά της νομιμότητας έκδοσης των πράξεων αυτών.
Ούτε μπορώ να θεωρήσω τη λήψη του ποσού των €100 ως οικονομικό κίνητρο οικειοθελούς αναχώρησης. Βάσει των όσων αναφέρονται στην σελίδωση 63 του Τεκμηρίου 1, ο ίδιος ανέφερε πως χρειάζεται κάποια χρήματα μόνον ως οδοιπορικά, προκειμένου να μετακινηθεί από το αεροδρόμιο στην πόλη του.
Ως προς τη δεύτερη πτυχή της προδικαστικής ένστασης, θα πρέπει να τονιστεί πως τα προσβαλλόμενα διατάγματα, δεν έχουν ανακληθεί από την διοίκηση, αλλά έχουν εκτελεστεί.
Τίθεται, επομένως, το ζήτημα του κατά πόσον η δίκη καταργείται λόγω έλλειψης αντικειμένου ή κατά πόσον μπορεί να συνεχιστεί. Η δικαστική αμφισβήτηση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων με προσφυγή, προ της εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης, το οποίο σημειώνεται δεν ανακλήθηκε από την διοίκηση, δεν μπορεί να οδηγήσει σε κατάργηση της δίκης, αφ’ ης στιγμής λυσιτελώς ο αιτητής αμφισβητεί την νομιμότητά τους, αφού σε περίπτωση που η προσφυγή του επιτύχει, θα μπορεί να επανέλθει στη Δημοκρατία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, όπου βρίσκεται η οικογένειά του, παρέχοντας του περιθώρια επανένωσης με την οικογένειά του. Αυτή ήταν και η θέση του αιτητή, όπως αναφέρεται και στην απαντητική του γραπτή αγόρευση, θέση η οποία με βρίσκει σύμφωνη.
Λαμβανομένου υπόψη πως ένας αλλοδαπός, δεν έχει συνταγματικό δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής του, ιδίως εφόσον το διάταγμα απέλασης σχετίζεται με παράνομη παραμονή του στη Δημοκρατία, αλλά νομιμοποιείται να αμφισβητεί τη νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, έστω κι εάν αυτός απελάθηκε στη χώρα καταγωγής του, καταλήγω πως, η προσφυγή, ως προς το διάταγμα απέλασης, δεν έχει απωλέσει το αντικείμενό της, έχει όμως, εκ των πραγμάτων, εκλείψει το αντικείμενο του διατάγματος κράτησης.
Υπό αυτά ως δεδομένα, προχωρώ να εξετάσω τη νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, ημερομηνίας 24.9.2020.
Προβλήθηκαν ισχυρισμοί εκ μέρους του αιτητή περί παράνομου περιορισμού της ελευθερίας του από την Αστυνομία, κατά τον χρόνο της σύλληψης του στο Αεροδρόμιο Λάρνακας, στις 6.12.2019, όπως αυτό κρίθηκε και από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στα πλαίσια έκδοσης της ενδιάμεσης απόφασης ημερομηνίας 7.9.2020, στην ποινική υπόθ. 24608/2019.
Αυτό όμως που διαφεύγει του αιτητή, είναι πως επίδικη, δεν είναι η νομιμότητα της σύλληψης του κατά την 6.12.2019 και το κατά πόσον υπήρχε ή όχι σε ισχύ δικαστικό ένταλμα σύλληψης. Ούτε κι αποτελεί επίδικο ζήτημα προς κρίση, το κατά πόσον υπήρξε ή όχι παράνομος περιορισμός της ελευθερίας του και αντισυνταγματική δράση της Αστυνομίας, κατά τον χρόνο εκείνης της σύλληψης που οδήγησε στην καταχώρηση ποινικής υπόθεσης.
Επίδικη, είναι η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, αφού ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία.
Αποτελεί γεγονός πως ο αιτητής, δεν είχε άδεια προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία. Ουδέποτε παραχωρήθηκε άδεια παραμονής του αιτητή στην Δημοκρατία, όπως αυτό προκύπτει από το Τεκμήριο 1. Το δελτίο διαμονής στο οποίο αναφέρεται, αφορούσε άδεια παραμονής του στην Ελλάδα. Συνεπώς, δεν εντοπίζω την ύπαρξη πλάνης εκ μέρους της διοίκησης, ούτε και παράβασης των αρχών της χρηστής διοίκησης. Αντιθέτως, δεδομένου του γεγονότος που ουδέποτε παραχωρήθηκε στον αιτητή άδεια παραμονής στη Δημοκρατία, κρίνεται πως ορθά και νόμιμα, η διοίκηση προχώρησε με την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος απέλασης.
Ούτε ευσταθεί η θέση του αιτητή πως το διάταγμα απέλασης εκδόθηκε σε γλώσσα μη κατανοητή από τον ίδιο, ο οποίος, όπως υποστηρίζει δεν γνωρίζει την ελληνική γλώσσα, αλλά την αγγλική. Τα διατάγματα αυτά καθ’ αυτά, δεν απευθύνονται προς τον εκάστοτε αλλοδαπό, αλλά προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, προς εκτέλεση. Η επιστολή, όμως, ημερομηνίας 24.9.2020 με την οποία του γνωστοποιείται η απόφαση κήρυξης του, ως απαγορευμένου μετανάστη και η οποία τον αφορά, είναι γραμμένη στην αγγλική γλώσσα, την οποία, όπως ο ίδιος δήλωσε, αντιλαμβάνεται. Εξού και η εμπρόθεσμη καταχώρηση της προσφυγής του.
Στη βάση των πιο πάνω, καταλήγω πως η απόφαση της διοίκησης να κηρύξει τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη και να προχωρήσει στην εναντίον του έκδοση διατάγματος απέλασης, υπήρξε ορθή και νόμιμη.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.800 έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο