Ν. Μ. κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1160/2021, 18/3/2025
print
Τίτλος:
Ν. Μ. κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1160/2021, 18/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                                                        

(Υπόθεση Αρ. 1160/2021)

 

 18 Μαρτίου 2025

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.   Ν. Μ.

 2. Ε. Μ.               

                                                                             Αιτητές

                                                     ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

 

 

Κ. Σταυρινός, για Ε. Μιχαήλ & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητές

Σ. Καρασαμάνης, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Προσβάλλεται ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος η «πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 01/09/2021 και με την οποία απαιτούν την εξόφληση χρέους (έμμεσης φορολογίας) από τους Αιτητές ύψους €21.280,00».

 

Οι αιτητές, στις 24.2.2020, υπέβαλαν στο Επαρχιακό Γραφείο Αμμοχώστου, Τμήμα Φορολογίας «Υπεύθυνη Δήλωση για Επιβολή Μειωμένου Συντελεστή Φ.Π.Α. για την αγορά ή ανέγερση κατοικίας», που προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί από αυτούς ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής τους. Η Δήλωση υποβλήθηκε στη βάση των διατάξεων του Πίνακα Γ του Πέμπτου Παραρτήματος του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν.95(Ι)/2000), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος») και αφορούσε σε αγορά διαμερίσματος. Με βάση την εν λόγω Δήλωση, η κατοικία (διαμέρισμα) βρίσκεται στο Παραλίμνι, η δε τιμή πώλησή της, σύμφωνα με το σχετικό αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, ανερχόταν στο ποσό των €152.000,00 πλέον Φ.Π.Α..

 

Η Υπέυθυνη Δήλωση των αιτητών εξετάστηκε από λειτουργούς του Τμήματος Φορολογίας, Επαρχιακό Γραφείο Αμμοχώστου, και στις 13.3.2020 εγκρίθηκε η επιβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ 5% για την αγορά του διαμερίσματος.

 

Στις 27.7.2021, το Τμήμα Φορολογίας έλαβε ανώνυμη επιστολή ίδιας ημερομηνίας (παράρτημα 4 στο δικόγραφο της ένστασης), στην οποία αναφερόταν ότι, ενώ οι αιτητές είχαν καταβάλει μειωμένο συντελεστή 5% για την αγορά του διαμερίσματος στο Παραλίμνι, η μόνιμη διαμονή τους δεν βρίσκεται στο Παραλίμνι, αλλά χρησιμοποιούν το εν λόγω διαμέρισμα μόνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

 

Συνεπεία της πιο πάνω επιστολής, οι καθ’ ων η αίτηση διενήργησαν έλεγχο, ο οποίος απέληξε στη διαπίστωση ότι οι αιτητές δεν χρησιμοποιούσαν το προαναφερθέν διαμέρισμα στο Παραλίμνι για σκοπούς μόνιμης ιδιοκατοίκησης και, ως εκ τούτου, δεν είχαν το δικαίωμα να επωφεληθούν της επιβολής μειωμένου συντελεστή 5% για την αγορά του εν λόγω διαμερίσματος. Όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου τεθέντα, στα πλαίσιο του διενεργηθέντος ελέγχου, οι καθ’ ων η αίτηση αποτάθηκαν στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) για εξασφάλιση λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς και στην Κυβερνητική Αποθήκη Πληροφοριών (ΚΑΠ), από την οποία προέκυπτε ότι οι αιτητές είχαν δηλώσει ως διεύθυνση διαμονής τους την Λευκωσία. Κατά συνέπεια, σύμφωνα πάντα με τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση, οι αιτητές όφειλαν να επιστρέψουν στο Τμήμα Φορολογίας το ποσό των €21.280,00, ήτοι ποσό που αντιστοιχούσε στο 14% (διαφορά συντελεστή) του ποσού αγοράς του διαμερίσματος (€152.000,00). Στο πλαίσιο δε του διενεργηθέντος ελέγχου, ετοιμάστηκε και εσωτερικό σημείωμα από τον κ. Γ. Τ. προς την Ανώτερη Λειτουργό κα Μ. Σ., ημερομηνίας 31.8.2021 (παράρτημα 8 στην ένσταση), στο οποίο περιέχονται όλα τα πιο πάνω και με το περιεχόμενο του οποίου συμφώνησε η εν λόγω Λειτουργός.

 

Οι αιτητές ενημερώθηκαν για τα πιο πάνω με επιστολή του Τμήματος Φορολογίας, ημερομηνίας 1.9.2021, στην οποία και περιέχεται η επίδικη απόφαση.

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή, στις 4.10.2021.

 

Με τον πρώτο εγειρόμενο λόγο ακύρωσης που προωθεί, η πλευρά των αιτητών προβάλλει ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης, εφόσον εσφαλμένα και/ή πεπλανημένα οι καθ’ ων η αίτηση θεώρησαν ότι οι αιτητές δεν χρησιμοποιούσαν την οικία στο Παραλίμνι για σκοπούς μόνιμης ιδιοκατοίκησης, «στηριζόμενοι μόνο στην ύπαρξη μιας υπόνοιας που τους δημιουργήθηκε με βάση την παράνομη συλλογή λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος». Συναφώς, ως αυτοτελής λόγος ακύρωσης, εγείρεται και ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το δικαίωμα των αιτητών στην ιδιωτική ζωή, κατά παράβαση του Άρθρου 15 του Συντάγματος και του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, εφόσον παράνομα οι καθ’ ων η αίτηση συνέλεξαν προσωπικά δεδομένα και/ή στοιχεία αναφορικά με την ιδιωτική ζωή των αιτητών και δη τις καταστάσεις ηλεκτρικού ρεύματος από την ΑΗΚ.

 

Έτερος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης έγκειται στον ισχυρισμό περί ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης απόφασης, ενώ προωθούνται επίσης ισχυρισμοί περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, καθώς και περί πράξης εκδοθείσας υπό αναρμοδίου οργάνου, η οποία επιπρόσθετα, αντίκειται στις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.  

 

Τέλος, πρόσθετος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης, έγκειται στον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να παρασχεθεί στους αιτητές το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, κατά παράβαση του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999).  

 

Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατόπιν διενέργειας της δέουσας έρευνας, καθόλα ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, είναι δε αυτή επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη, εύλογα επιτρεπτή και εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη αυτής. Κατά τον κ. Καρασαμάνη, σύννομα και ορθά οι καθ’ ων η αίτηση εξασφάλισαν, κατόπιν του διενεργηθέντος ελέγχου, τα απαιτούμενα στοιχεία από τα οποία προέκυπτε ότι, πράγματι, οι αιτητές δεν είχαν ως μόνιμη διαμονή τους το διαμέρισμα στο Παραλίμνι. Οι δε ενέργειες των καθ’ ων η αίτηση, εκτίθενται λεπτομερώς στο δικόγραφο της ένστασης.

 

Περαιτέρω, με παραπομπή σε έγγραφα υποστηρικτικά του ισχυρισμού του, ο συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση προβάλλει ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε από το καθόλα αρμόδιο προς τούτο όργανο.

 

Τέλος, σύμφωνα πάντα με τον συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση, σε καμία περίπτωση δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης των αιτητών, εφόσον οι τελευταίοι είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν τις απόψεις τους προτού ληφθεί η επίδικη απόφαση: στο πλαίσιο της «συνεχιζόμενης», ως την αποκαλεί, διαδικασίας εξέτασης της περίπτωσής τους, οι αιτητές είχαν την ευκαιρία, αλλά δεν προσκόμισαν τα δικαιολογητικά που τους είχαν ζητηθεί.

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα των οικείων διοικητικών φακέλων και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε κατά είτε υπέρ της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Ο ισχυρισμός περί λήψεως της επίδικης απόφασης υπό αναρμοδίου οργάνου, εξετάζεται κατά προτεραιότητα, εφόσον άπτεται ευθέως ζητήματος δημοσίας τάξεως. Σύμφωνα με τους αιτητές, η επίδικη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο λειτουργό, χωρίς να υπάρχει γραπτή και/ή δέουσα εξουσιοδότηση προς τούτο, είτε από τον Έφορο Φορολογίας, είτε από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Νόμου 158(Ι)/1999.

 

Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν ευσταθεί.

 

Την επιστολή ημερομηνίας 1.9.2021, όπου και περιέχεται η επίδικη απόφαση, υπογράφει ο Λειτουργός Κ. Τ., τον οποίο γραπτώς εξουσιοδότησε ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών την 7.7.2021, να ασκεί εκ μέρους του τις εξουσίες, αρμοδιότητες και καθήκοντα που ανατίθενται και/ή χορηγούνται σε αυτόν δυνάμει του Νόμου. Η σχετική εξουσιοδότηση βρίσκεται σε φάκελο της Διοίκησης με αρ. 15.03.001.214 και επισυνάφθηκε στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου των καθ’ ων η αίτηση ως Παράρτημα VI. Περαιτέρω, στο ίδιο Παράρτημα, περιέχεται και αντίστοιχη εξουσιοδότηση προς την Λειτουργό κα Μ. Σ. (πρόκειται για την Ανώτερη Λειτουργό, στην οποία υποβλήθηκε το σχετικό σημείωμα από τον κ. Τ., ημερομηνίας 31.8.2021, αναφορικά με την περίπτωση των αιτητών). Και αυτή η εξουσιοδότηση βρίσκεται σε φάκελο της Διοίκησης με αρ. 15.03.001.057.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4(17) του περί Τμήματος Φορολογίας Νόμου (Ν.70(Ι)/2014), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (η υπογράμμιση έχει προστεθεί),-

 

«(α) Σε περίπτωση που ο διορισμός του Εφόρου Φορολογίας ακυρωθεί με απόφαση αρμόδιου Δικαστηρίου ή για οποιονδήποτε λόγο η θέση κενωθεί, μέχρι την πλήρωση αυτής, όλες οι αρμοδιότητες, εξουσίες και τα καθήκοντα που ανατίθενται δυνάμει οποιασδήποτε νομοθεσίας στον Έφορο Φορολογίας, περιλαμβανομένων αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων που ανατίθενται στον Έφορο Φορολογίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (13) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, ασκούνται από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών.

 

(β) Για οποιαδήποτε πράξη ή για οτιδήποτε έχει υποχρέωση ή εντέλλεται να πράξει ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, δυνάμει της παραγράφου (α), δύναται να διενεργηθεί από οποιονδήποτε λειτουργό ή άλλο πρόσωπο που ενεργεί δυνάμει γραπτής εξουσιοδότησης του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών και οποιαδήποτε δήλωση υπογεγραμμένη από τον Γενικό Διευθυντή που πιστοποιεί ότι πρόσωπο ενεργεί δυνάμει εξουσιοδότησής του, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία.

 

(γ) Πρόσωπο ή λειτουργός που με βάση διαταγή ή έγκριση ή εξουσιοδότηση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών μετέχει στην εκτέλεση οποιασδήποτε πράξης ή καθήκοντος που αφορά αρμοδιότητα, η οποία δυνάμει νομοθεσίας απαιτείται να εκτελεστεί από λειτουργό, το εν λόγω πρόσωπο ή λειτουργός θεωρείται ότι είναι αρμόδιος λειτουργός για την εκτέλεση της πράξης αυτής ή του καθήκοντος.

 

(δ) Πρόσωπο ή λειτουργός, που ενεργεί δυνάμει των παραγράφων (β) και (γ) έχει όλες τις εξουσίες λειτουργού που αφορούν την πράξη ή το καθήκον που εκτελέστηκε ή πρόκειται να εκτελεστεί δυνάμει των εν λόγω παραγράφων.».

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 5(14) του ιδίου Νόμου,-

«(14)(α) Σε περίπτωση που ο διορισμός του Βοηθού Εφόρου Φορολογίας ακυρώνεται με Απόφαση αρμόδιου Δικαστηρίου ή για οποιονδήποτε λόγο η θέση κενωθεί, μέχρι την πλήρωση αυτής, όλες οι αρμοδιότητες, εξουσίες και τα καθήκοντα που ανατίθενται δυνάμει οποιασδήποτε νομοθεσίας στον Βοηθό Έφορο Φορολογίας, ασκούνται από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών.

 

(β) Για οποιαδήποτε πράξη ή για οτιδήποτε έχει υποχρέωση ή εντέλλεται να πράξει ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών δυνάμει της παραγράφου (α), δύναται να διενεργηθεί από οποιονδήποτε λειτουργό ή άλλο πρόσωπο που ενεργεί δυνάμει γραπτής εξουσιοδότησης του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών και οποιαδήποτε δήλωση υπογεγραμμένη από τον Γενικό Διευθυντή που πιστοποιεί ότι πρόσωπο ενεργεί δυνάμει εξουσιοδότησής του, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία ».

 

Λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω διατάξεων, σε συνδυασμό βεβαίως με τις προαναφερθείσες εξουσιοδοτήσεις που τέθηκαν ενώπιον μου, είναι πρόδηλο ότι υφίστατο εν προκειμένω η δέουσα εξουσιοδότηση και, συνακόλουθα, προκύπτει ότι η επίδικη απόφαση, ως αυτή περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 1.9.2021 που υπογράφεται από τον κ. Τ., λήφθηκε από το αρμόδιο όργανο. Συνεπώς, ο εγειρόμενος λόγος ακύρωσης περί αναρμοδιότητας απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Προχωρώ στην εξέταση του ισχυρισμού περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, ο οποίος, λόγω της άρρηκτης διασύνδεσής του, θα εξεταστεί συνδυαστικά με τους ισχυρισμούς περί εμφιλοχωρήσασας πλάνης, έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας, αλλά και παραβίασης της ιδιωτικής ζωής των αιτητών, κατά παράβαση του Άρθρου 15 του Συντάγματος.

 

Εν πρώτοις, κρίνεται σκόπιμη η παράθεση του άρθρου 18 και του Πίνακα Γ του Πέμπτου Παραρτήματος του Νόμου, στο βαθμό που εδώ ενδιαφέρει, όπου περιέχεται το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που υπόκεινται σε μειωμένο συντελεστή 5%, ως το πλαίσιο αυτό ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, σε σχέση με παράδοση ή ανέγερση κατοικίας:

 

Στο άρθρο 18, με πλαγιότιτλο «Μειωμένος συντελεστής», προβλέπεται ότι-

 

«18.-(1) Ο Φ.Π.Α. που επιβάλλεται επί-

(α) Οποιασδήποτε συναλλαγής που εκάστοτε εμπίπτει στο Πέμπτο Παράρτημα˙ ή

(β) οποιασδήποτε αντίστοιχης απόκτησης ή εισαγωγής,

επιβάλλεται με συντελεστή πέντε τοις εκατόν (5%).»

 

Στον δε Πίνακα Γ του εν λόγω Πέμπτου Παραρτήματος, προβλέπονται τα εξής (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Πίνακας Γ: Παράδοση ή Ανέγερση Κατοικίας

 

1. Παράδοση κτιρίου ή τμήματός του, περιλαμβανομένου του οικοπέδου που αγοράζεται μαζί με αυτό ή εξ’ αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ’ αυτού, εφόσον η παράδοση πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ’ αυτό, το οποίο χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής  στη Δημοκρατία.

[.]

Πρόσωπο που άσκησε το δικαίωμα για απόκτηση κατοικίας με μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Πίνακα, ή καταργηθέντων διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα για σκοπούς απόκτησης άλλης κατοικίας πριν την πάροδο των δέκα (10) ετών, μόνο εάν έχει παύσει να χρησιμοποιεί την κατοικία ως χώρο διαμονής πριν την πάροδο των δέκα (10) ετών, έχει ειδοποιήσει σχετικά τον Έφορο και έχει καταβάλει ολόκληρο το ποσό του φόρου που έχει προκύψει από την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή και του κανονικού συντελεστή, όπως αυτοί ίσχυαν κατά την παράδοση ή ανέγερση της κατοικίας:

 

Νοείται ότι, σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, το δικαίωμα για απόκτηση κατοικίας με μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, μπορεί να ασκηθεί μόνο αφού έχουν παρέλθει τα δέκα (10) έτη.

 

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που διαπιστώνεται μεταγενέστερα ότι πρόσωπο δεν είναι δικαιούχο μειωμένου συντελεστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Πίνακα, οφείλει να καταβάλει το πλήρες ποσό του φόρου.

 

Σε περίπτωση που δικαιούχο πρόσωπο παύσει να χρησιμοποιεί την κατοικία ως χώρο διαμονής πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών οφείλει, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία που έχει παύσει να τη χρησιμοποιεί ως χώρο διαμονής, να ειδοποιήσει τον Έφορο και να καταβάλει το ποσό της διαφοράς μεταξύ των ποσών του φόρου που προκύπτουν από την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή και του κανονικού συντελεστή, όπως αυτοί ίσχυαν κατά την παράδοση ή ανέγερση της κατοικίας, που αναλογεί για τη χρονική περίοδο που δεν έχει χρησιμοποιήσει την κατοικία για σκοπούς ιδιοκατοίκησης, εκτός σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου προσώπου ή σε περίπτωση μεταβίβασης από το δικαιούχο πρόσωπο σε οποιοδήποτε ενήλικο τέκνο του, εφόσον το εν λόγω τέκνο δεν είναι δικαιούχο πρόσωπο κατά το χρόνο μεταβίβασης.

 

Για τους σκοπούς του παρόντος Πίνακα -

[.]

‘κατοικία’ σημαίνει ειδικά σχεδιασμένο και διαμορφωμένο, στεγασμένο κτίριο, το οποίο χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί από το δικαιούχο πρόσωπο ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής στη Δημοκρατία·

‘πολύτεκνη οικογένεια’ σημαίνει οικογένεια που έχει τέσσερα τουλάχιστον τέκνα·

‘πρώτη εγκατάσταση’ σημαίνει την πρώτη χρησιμοποίηση του κτιρίου ύστερα από την ανέγερσή του, περιλαμβανομένης της ιδιοκατοίκησης, ιδιόχρησης, μίσθωσης ή οποιασδήποτε άλλης χρήσης·

‘πρώτη χρησιμοποίηση’ σημαίνει τη χρήση ή εκμετάλλευση του κτιρίου ύστερα από την παράδοση ή την ανέγερσή του, η οποία γίνεται συστηματικά·».

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, οι καθ’ ων η αίτηση διενήργησαν έρευνα, η οποία περιλάμβανε και την εξασφάλιση από την ΑΗΚ, καταστάσεων λογαριασμού σχετικά με την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος στην κατοικία των αιτητών στη Λευκωσία και σε αυτήν στο Παραλίμνι (διαμέρισμα). Από την εν λόγω έρευνα, προέκυπτε ότι η κατανάλωση ρεύματος στην οικία των αιτητών στη Λευκωσία, ήταν ψηλότερη από αυτήν στην οικία στο Παραλίμνι, για την οποία οι αιτητές είχαν υποβάλει την Υπεύθυνη Δήλωση για Επιβολή Μειωμένου Συντελεστή Φ.Π.Α. για την αγορά ή ανέγερση κατοικίας. Αυτή δε η διαπίστωση, συνέβαλε ουσιαστικά στη διαμόρφωση της κρίσης των καθ’ ων η αίτηση ότι οι αιτητές δεν χρησιμοποιούσαν την οικία (διαμέρισμα) στο Παραλίμνι για σκοπούς μόνιμης ιδιοκατοίκησης, δηλαδή ως κύρια και μόνιμη κατοικία στην Δημοκρατία, και, συνεπώς, σύμφωνα και με τις προεκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 18 και του Πίνακα Γ, δεν είχαν αυτοί το δικαίωμα να επωφεληθούν της επιβολής του μειωμένου συντελεστή 5% στην αγορά της εν λόγω οικίας. Δε χωρεί αμφιβολία ότι οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν στην επίδικη διαπίστωσή τους στηριζόμενοι κυρίως στις προαναφερθείσες καταστάσεις κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, στηρίχθηκαν όμως και στην πληροφόρηση που εξασφάλισαν από την ΚΑΠ, από την οποία προέκυπτε ότι οι αιτητές είχαν δηλώσει σε διάφορα κυβερνητικά τμήματα την διεύθυνση στη Λευκωσία, ως τόπο διαμονής τους.

 

Επί των πιο πάνω, και δη αναφορικά με την υπό των καθ’ ων η αίτηση εξασφάλιση των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, η πλευρά των αιτητών προβάλλει ότι οι πληροφορίες που αφορούν στην κατανάλωση ηλεκτρισμού, αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία λήφθηκαν παράνομα και χωρίς τη συγκατάθεση των αιτητών και κατά παράβαση του δικαιώματός τους στην ιδιωτική ζωή και, συνεπώς, η επίδικη απόφαση «συνιστά εσφαλμένη νομική αιτιολογία, η οποία βασίζεται σε παρανόμως συλλεχθέντα στοιχεία τα οποία δεν θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη προς λήψη της επίδικης απόφασης» (παράγραφος 7 στη γραπτή τους αγόρευση).

 

Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την πιο πάνω θέση. Ο Έφορος Φορολογίας, με βάση τις νομοθεσίες που εφαρμόζει το Τμήμα Φορολογίας, έχει την εξουσία να ζητήσει οποιαδήποτε στοιχεία, περιλαμβανομένων καταλόγων, λογαριασμών, βιβλίων και αρχείων, αποδείξεων κ.λπ. από οποιοδήποτε πρόσωπο, που να αποδεικνύουν το αντικείμενο φόρου, τηρώντας το υπηρεσιακό απόρρητο και την εμπιστευτικότητα. Πράγματι, όπως υποδεικνύεται και στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, αυτό προκύπτει  από το-

- Σημείο (9) της παραγράφου 6 («Παροχή πληροφοριών και προσαγωγή εγγράφων») του Δέκατου Παραρτήματος του Νόμου, βάσει του οποίου ο Έφορος δύναται να απαιτήσει από οποιαδήποτε κρατική αρχή ή αρχή τοπικής διοίκησης ή οργανισμό δημοσίου δικαίου να του παράσχει πληροφορίες που δυνατό να είναι αναγκαίες για τους σκοπούς του Νόμου·

 

- Σημείο (10) της παραγράφου 6 («Παροχή πληροφοριών και προσαγωγή εγγράφων») του Δέκατου Παραρτήματος του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο, κάθε υπάλληλος κρατικής αρχής, αρχής τοπικής διοίκησης ή οργανισμού δημοσίου δικαίου που έχει υπό τη φύλαξη του μητρώα, βιβλία, αρχεία ή άλλα έγγραφα των οποίων η εξέταση δυνατό να βοηθήσει στην εφαρμογή του Νόμου, οφείλει να επιτρέπει σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο πρόσωπο να τα εξετάσει και να λαμβάνει αντίτυπα ή να αντιγράψει αποσπάσματα τους, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος·

 

- Άρθρο 27 («Εξουσία του Διευθυντού όπως απαιτήσει την παροχή στοιχείων») του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρου Νόμου (Ν. 4/1978), όπως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, σύμφωνα με τον οποίο, ο Έφορος Φορολογίας έχει την εξουσία να ζητά από οποιοδήποτε πρόσωπο να προσκομίσει οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία, λογαριασμούς, βιβλία και έγγραφα που να αποδεικνύουν το αντικείμενο του φόρου· και

 

- Άρθρο 4 («Υπηρεσιακό Απόρρητο») του περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου (Ν.118(Ι)/2002) και άρθρο 4 του Νόμου 4/1978, όπως οι Νόμοι αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, βάσει των οποίων, καθηκόντως το προσωπικό του του Τμήματος Φορολογίας τηρεί ως απόρρητο και εμπιστευτικό, κάθε στοιχείο που παραλαμβάνει.

 

Συνεπώς, από το ίδιο το λεκτικό των πιο πάνω διατάξεων, προκύπτει ότι, πράγματι, παρέχεται εκ του νόμου η δυνατότητα στον Έφορο Φορολογίας ή σε δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό και/ή σε πρόσωπο που ασκεί καθήκοντα και/ή τελεί στην υπηρεσία της εφαρµογής των υπό αναφορά νομοθεσιών, να απαιτήσει από οποιανδήποτε κρατική αρχή ή αρχή τοπικής διοίκησης ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, να του παράσχει πληροφορίες που δυνατό να είναι αναγκαίες για τους σκοπούς του νόμου. Αυτό βεβαίως σε πλήρη συμβατότητα με την ευχέρεια που παρέχεται στη Διοίκηση σε υποθέσεις ως η υπό κρίση. Το λεκτικό των προαναφερθεισών διατάξεων είναι σαφές, κατά τρόπο που να μην επιδέχεται πολλαπλής ερμηνείας. Όπως λέχθηκε στην ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «ΤΑ ΟΛΥΜΠΙΑ» ν. Δήμος Λεμεσού, Ε.Δ.Δ. 95/2019, ημερ. 5.6.2024,-

 

«Σκοπός της ερμηνείας του νόμου είναι η ανεύρεση της πρόθεσης του νομοθέτη.  Όπου το λεκτικό της διάταξης είναι σαφές, το Δικαστήριο την ερμηνεύει με βάση τη φυσική και συνήθη έννοια των λέξεων.  Οι λέξεις σ' ένα νομοθέτημα γενικά ερμηνεύονται με τη συνήθη τους σημασία, αλλά και με βάση τα συμφραζόμενα, έχοντας δε υπόψη το αντικείμενο και το σκοπό του νόμου. (Βλ. Δημοκρατία v. Ματθαίου, Αναθεωρητική Έφεση 832, ημερ. 12.7.1990.  Βλ. επίσης Halsbury's Laws of England, Τέταρτη Έκδοση, Τόμος 44, παράγρ. 863 - 873).  Η ερμηνεία πρέπει να είναι τέτοια που να μην οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα, αλλά στη λειτουργικότητα των νόμων. (Βλ. Southfields Ind. Ltd v. Δήμου Λευκωσίας (1995) 3 ΑΑΔ 59).  Εκτενής αναφορά και ανάλυση εμπεριέχεται σε πρόσφατες αποφάσεις του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ήτοι στην Αναφορικά με την Αίτηση του Οργανισμού Αγελαδοτρόφων (ΠΟΑ) Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ, Αρ. 1/24, ημερομηνίας 23.5.2024 και στην Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα μέσω Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, Αίτηση Αρ. 9/23, ημερομηνίας 21.2.2024, όπου επαναλήφθηκε ότι «..Είναι το λεκτικό του Νόμου που θα μας καθοδηγήσει στην ανεύρεση της πρόθεσης του νομοθέτη που αποτελεί το ζητούμενο της ερμηνευτικής διεργασίας, εφόσον, όπως θα εξηγήσουμε, το λεκτικό, εν προκειμένω, είναι σαφές με βάση τη συνήθη έννοια του (βλ. Southfields ανωτέρω). Δεν τίθεται θέμα διασταλτικής ή άλλης ερμηνείας πέραν των όσων από το γράμμα του Νόμου με σαφήνεια προκύπτουν.»

 

Περαιτέρω, άμεσα σχετική με το υπό συζήτηση θέμα είναι και η, γραπτώς διατυπωμένη, θέση της Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σχετικά με τη νομιμότητα παραλαβής και επεξεργασίας εγγράφων που περιέχουν προσωπικά δεδομένα στα πλαίσια φορολογικών ελέγχων. Την εν λόγω θέση, όπως αναφέρθηκε και από τους καθ’ ων η αίτηση, έχει στην κατοχή του το Τμήμα Φορολογίας και χρησιμοποιεί σε περιπτώσεις αντιδράσεων φορολογουμένων, ως εν προκειμένω. Η θέση της Επιτρόπου περιέχεται σε σχετικό κείμενο με τίτλο «Λεκτικό με βάση την επιστολή του Εφόρου Φορολογίας με θέμα: Απαίτηση και Επεξεργασία Προσωπικών Δεδομένων  κατά τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων ημερομηνίας 8 Δεκέμβριου 2020 και αριθμό αναφοράς 12.10.001», στο οποίο αναφέρονται αυτολεξεί τα εξής (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Η θέση της Επιτρόπου στηρίζεται στις νομοθεσίες που εφαρμόζει το Τμήμα Φορολογίας καθώς επίσης στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων («Κανονισμός»-GDPR) και το Νόμο 125(Ι)/2018 (Νόμος που θεσπίστηκε για την αποτελεσματική εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του Κανονισμού στη Δημοκρατία) και παραθέτει τα ακόλουθα:

▪    Η έγγραφη απαίτηση του Διευθυντή για την λήψη των στοιχείων πρέπει να υποβάλλεται γραπτώς και να είναι αιτιολογημένη (άρθρο 27 του Ν.4(Ι)/1978).

▪    Σχετικές  είναι  επίσης  οι  παράγραφοι  (2),  (9)  και  (10)  του  άρθρου  6 (παροχή πληροφοριών και προσαγωγή εγγράφων) του Δέκατου Παραρτήματος του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000, Νόμος 95(Ι)/2000, όπως τροποποιήθηκε, οι οποίες αφορούν στην απαίτηση λήψης στοιχείων από οποιαδήποτε πρόσωπα.

▪     Η  επεξεργασία  των  στοιχείων  από  το  Τμήμα  Φορολογίας  πρέπει  να  είναι  σε συμμόρφωση με τον Κανονισμό. Η υποχρέωση αυτή εκπληρώνεται με τις διατάξεις των άρθρων  4  του  Ν.118(Ι)/2002  ή/και  (κατά  περίπτωση)  Ν.4(Ι)/1978,  όπως  έχουν τροποποιηθεί,  οι  οποίες  αφορούν  στην  υποχρέωση  του  Τμήματος  να  τηρεί  το υπηρεσιακό απόρρητο.

▪     Ούτε ο Κανονισμός ούτε ο Ν.125(Ι)/2018, περιέχουν πρόνοιες που αποτρέπουν το Τμήμα Φορολογίας να ζητά και να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στα πλαίσια των εξουσιών του από υπεύθυνους επεξεργασίας που τελούν υπό τον έλεγχό του.

▪     Αντιθέτως εφόσον η απαίτηση υποβάλλεται σε υπεύθυνο επεξεργασίας γραπτώς και είναι αιτιολογημένη, η παροχή τιμολογίων και αποδείξεων ή άλλων εγγράφων στο Τμήμα Φορολογίας, που περιέχουν στοιχεία τα οποία προσδιορίζουν την ταυτότητα φυσικών προσώπων είναι σύμφωνη με τον Κανονισμό.

▪     Όσον αφορά την άρνηση φορολογουμένων να παραδώσουν στο Τμήμα Φορολογίας τιμολόγια και αποδείξεις που εξέδωσε σε συγκεκριμένους πελάτες, δεν δικαιολογείται με βάση τον Κανονισμό και το Ν.125(Ι)/2018 και ενεργοποιεί τα άρθρα 50 και 50Α των Ν4(Ι)/1978 ή/και (κατά περίπτωση) Ν118(Ι)/2002, όπως τροποποιούνται.».

 

Προκύπτει με επαρκή σαφήνεια από τα πιο πάνω ότι οι καθ’ ων η αίτηση είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν, και σύννομα ζήτησαν, τις πιο πάνω καταστάσεις λογαριασμού, βάσει των διατάξεων του Νόμου και συγκεκριμένα βάσει της προαναφερθείσας παραγράφου 6 («Παροχή πληροφοριών και προσαγωγή εγγράφων») του Δέκατου Παραρτήματος του Νόμου, δυνάμει των οποίων εξουσιοδοτείται ο Έφορος να ζητά στοιχεία από κρατικές αρχές, αρχές τοπικής διοίκησης ή οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Στην προκειμένη περίπτωση, κρίνεται εύλογο το συμπέρασμα του Εφόρου και εν πάση περιπτώσει δεν εκφεύγει των ορίων ενάσκησης της διακριτικής του ευχέρειας, το οποίο διαμορφώθηκε στη βάση της διενεργηθείσας έρευνας, η οποία φαίνεται να επεκτάθηκε σε όλα τα ουσιώδη γεγονότα, αποτελεί δε έρευνα που, ως εξηγεί η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, διεξάγεται σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις ως ενιαίο μέτρο κρίσης. Δηλαδή κατά την εξέταση των υπεύθυνων δηλώσεων που υποβάλλονται, λαμβάνεται υπόψη η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, ως ενιαίο μέτρο κρίσης, ώστε να διαφανεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου.

 

Ενόψει των πιο πάνω, κρίνεται αβάσιμος ο ισχυρισμός περί παραβίασης της ιδιωτικής ζωής των αιτητών.

 

Επιπρόσθετα, όμως, δεν με βρίσκει σύμφωνο ούτε η θέση ότι η επίδικη απόφαση στηρίχθηκε αποκλειστικά στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος της ΑΗΚ. Όπως έχει προαναφερθεί, προκύπτει εξάλλου και από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 της επίδικης επιστολής ημερομηνίας 1.9.2021, η επίδικη απόφαση λήφθηκε και στη βάση πληροφοριών της ΚΑΠ. Στην εν λόγω δε επιστολή ημερομηνίας 1.9.2021, γίνεται ρητή αναφορά σε «άλλα στοιχεία τα οποία κατέχει το Τμήμα Φορολογίας». Επιπρόσθετα, και στον οικείο διοικητικό φάκελο περιέχονται στοιχεία στα οποία με παρέπεμψε ο συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση και επί των οποίων φαίνεται ότι στηρίχθηκαν οι καθ’ ων η αίτηση. Πράγματι, στο σχετικό Σημείωμα προς την Αν. Λειτουργό κα Σ., ημερομηνίας 31.8.2021 (παράρτημα 8 στην ένσταση), αναφέρεται ότι «οι αιτητές (και οι δύο ανήλικες θυγατέρες τους) δήλωσαν ως τόπο διαμονής (αλληλογραφίας), σε Κυβερνητικά Τμήματα διεύθυνση στη Λευκωσία». Επιπρόσθετα, στο παράρτημα 8 της ένστασης, σε έγγραφα με τίτλο «Ενιαία Παρουσίαση Φορολογουμένου-Δημογραφικά» (υπάρχουν και εντός του διοικητικού φακέλου), εντοπίζονται στοιχεία αναφορικά με την διεύθυνση διαμονής των αιτητών, σε όλα δε τα έγγραφα αναγράφεται συγκεκριμένη διεύθυνση στη Λευκωσία.

 

Δεόν όπως επισημανθεί ότι, με την «ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ», για επιβολή μειωμένου συντελεστή Φ.Π.Α. 5% (παράρτημα 3 στην ένσταση), οι αιτητές είχαν ενημερωθεί ότι «σύμφωνα με τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμο Ν.129(Ι)/2011 και του τροποποιητικού Νόμου Ν.73(Ι)/2012, όφειλετε να προσκομίσετε έγγραφα, δικαιολογητικά ή πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι η κατοικία αποτελεί το μόνιμο και κύριο τόπο διαμονής σας (π.χ. αντίγραφο λογαριασμού σταθερής τηλεφωνίας, ηλεκτροδότησης, υδατοπρομήθειας) εντός (6) έξι μηνών από το χρόνο που το δικαιούχο πρόσωπο αποκτά κατοχή της κατοικίας». Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με τα ενώπιον μου τεθέντα, οι αιτητές ουδέν αποδεικτικό στοιχείο προσκόμισαν εντός της περιόδου των (6) έξι μηνών από το χρόνο που απέκτησαν κατοχή του διαμερίσματος, παρόλο που, ως έχει προαναφεθεί, προκύπτει ξεκάθαρα από το Νόμο η περί τούτου υποχρέωσή τους. Σύμφωνα με τη σχετική πρόνοια του Πίνακα Γ του Πέμπτου Παραρτήματος του  Νόμου, υπήρχε υποχρέωση όπως προσκομιστούν-

«(iv) οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία να αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος χρησιμοποιεί την κατοικία χώρο διαμονής τα οποία δύνανται να είναι:

(1) αντίγραφο λογαριασμού τηλεφώνου,

(2) αντίγραφο λογαριασμού υδατοπρομήθειας,

(3) αντίγραφο λογαριασμού ηλεκτρισμού,

(4) αντίγραφο λογαριασμού δημοτικών ή κοινοτικών φόρων,

(5) οποιαδήποτε άλλα στοιχεία, τα οποία να αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος χρησιμοποιεί την κατοικία ως κύριο και μόνιμο χώρο διαμονής:».

 

Ενόψει των πιο πάνω, δεν διαπιστώνεται κενό έρευνας. Αντίθετα, η διενεργηθείσα έρευνα κρίνεται, σε κάθε περίπτωση, επαρκής, ενώ ούτε και ενδεχόμενο πλάνης στοιχειοθετείται. Οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν σύννομα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, με αποτέλεσμα να μη χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου. Με βάση το σύνολο των στοιχείων που είχαν ενώπιον τους, οι καθ’ ων η αίτηση εύλογα κατέληξαν στις διαπιστώσεις που απέληξαν στην επίδικη κρίση.

 

Στην MARINOS DEMETRIOU JEWELLERY LIMITED ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 58/2020, ημερ. 4.2.2025, τονίστηκαν εκ νέου οι βασικές κατευθυντήριες ως προς την επάρκεια της έρευνας, την έκταση και τον τρόπο διεξαγωγής της, τα οποία ποικίλλουν ανάλογα με τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 967, Ράφτης v. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 ΑΑΔ 345). Αν η διεξαχθείσα έρευνα είναι επαρκής, τότε η διοικητική απόφαση καλύπτεται, εκτός και αν αποδειχθεί το αντίθετο, από τον μανδύα της κανονικότητας και νομιμότητας των διοικητικών πράξεων (Δημοκρατίας v. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835). Το δε Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις αποφάσεις της Διοίκησης με τη δική του, ούτε και ασχολείται με τη διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων, εφόσον κρίνει ότι η διεξαχθείσα έρευνα ήταν επαρκής (Παπαντωνίου κ.α. v. Δήμου Λευκωσίας (Αρ. 2) (2010) 3 Α.Α.Δ. 476). Ούτε βέβαια και υπεισέρχεται σε τεχνικά, ανέλεγκτα θέματα, εκτός εάν διαπιστωθεί πλάνη, κακοπιστία και έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Πράγματι, κατά πάγια νομολογία, η κρίση της Διοίκησης επί ζητημάτων τεχνικής φύσης και σε διαπιστώσεις που αποτελούν απόρροια τεχνικών γνώσεων, όπως είναι εν πολλοίς οι ισχυρισμοί του αιτητή στην υπό κρίση περίπτωση, είναι γενικά ανέλεγκτη και εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου του Δικαστηρίου (FIRST ELEMENTS EUROCONSULTANTS LTD ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 34/2012, ημερ. 15.12.2017, Κυριάκου Ανδρέα Κκαḯλα ν. Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης, Α.Ε. 268/2012, ημερ. 1.11.2018, WTE WASSERTECHNIK GMBH ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 118/2011, ημερ. 23.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:C38, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 227).

 

Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 138/10 κ.α., ημερ. 21.12.2016, τονίστηκε εκ νέου ότι η ουσιαστική κρίση της Διοίκησης σε τεχνικά θέματα και θέματα που απαιτούν ειδικές γνώσεις, γίνεται καταρχήν αποδεκτή, εκτός αν αποδειχθεί πλάνη περί τα πράγματα ή κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας. Η αυτή προσέγγιση επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στην Δήμος Λευκωσίας ν. Κοινοπραξία CYBARCO LTD–A. ARISTOTELOUS CONSTRUCTIONS LTD, ΕΔΔ 19/17, ημερ. 31.10.2023, αλλά και στην Χρίστος Πρωτοπαπάς ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 39/17, ημερ. 17.10.2023, όπου επισημάνθηκε ότι δεν ελέγχονται από το ακυρωτικό Δικαστήριο θέματα τεχνικής φύσεως και ότι η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου εξαντλείται στην εξέταση τυχόν πλάνης περί τα πράγματα, κακής χρήσης της διακριτικής ευχέρειας, καθώς και έλλειψης αιτιολογίας (βλ. και Δημοκρατία ν. Παπαξενόπουλου κ.α., Α.Ε. 114/13 ημερ. 6.10.2016, Αν. Οικονομίδης κ.α. ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 140/2013, ημερ. 8.5.2020, ECLI:CY:AD:2020:C147 και Ολυμπία Πιερίδη ν. Δημοκρατία κ.α. (2007) 3 Α.Α.Δ. 543), ζητήματα που εν προκειμένω δεν εντοπίζω να υφίστανται. 

 

Στην Κυριάκος Φυρίλλα ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 40/17, ημερ. 1.11.2023, λέχθηκαν τα εξής ως προς τη μορφή της έρευνας:

 

«Η μορφή της έρευνας είναι άμεσα συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα και ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α. (1996) 3 Α.Α.Δ 503 και Ράφτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 366). Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα (Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 189).

 

Άμεσα συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης είναι και η αιτιολογία. Κατά πόσο η αιτιολογία μιας απόφασης είναι επαρκής ή όχι θα κριθεί με βάση τα περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης. Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης (Άρθρο 28(1) του Ν.158(Ι)/1999). Η αιτιολογία μιας πράξης μπορεί να συμπληρωθεί ή να αναπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου όπως και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας (Άρθρο 29 του πιο πάνω νόμου).».

 

Παρόμοια δε ήταν η προσέγγιση και στην Χριστάκης Κωνσταντινίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ΕΔΔ 93/2016, ημερ. 11.9.2023.

 

Ως εκ των πιο πάνω, ούτε και πλάνη διαπιστώνεται στην κρίση των καθ’ ων η αίτηση, η οποία διαμορφώθηκε στη βάση των ενώπιον τους τεθέντων στοιχείων. Εξάλλου, το βάρος απόδειξης ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα βάρυνε τους αιτητές, οι οποίοι και δεν το έχουν αποσείσει. Στην PRANA CO LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 20/18, ημερ. 7.3.2024, με αναφορά και στην Kalavazides Ltd v. The Municipality of Limassol (1988) 3 C.L.R. 1012, επισημάνθηκε ότι εάν ο φορολογούμενος ισχυρίζεται πλάνη, τότε αυτός έχει το βάρος της απόδειξης (βλ. και Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις «ΟΚΑΠΙ» Λτδ ν. Δημοκρατίας κ.α. (1995) 3 ΑΑΔ 48). Δοθέντος δε ότι η υποχρέωση βαρύνει κατά πρώτο λόγο τον διοικούμενο, εν προκειμένω τους αιτητές, να δώσει στοιχεία στη Διοίκηση, τα οποία να είναι αληθή και πλήρη, σε περίπτωση παράλειψής του να το πράξει, η άσκηση της καλύτερης κρίσης της Διοίκησης, εν προκειμένω των καθ’ ων η αίτηση, έχει την έννοια μιας ευρείας διακριτικής ευχέρειας την οποία μπορεί να ασκήσει χρησιμοποιώντας την προσφορότερη, υπό τις περιστάσεις, μεθοδολογία (ADAMOS ADAMOU WATERSPORTS LTD ν. Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Ε.Δ.Δ. 43/2020, ημερ. 7.3.2025, Ανδρέας Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 782).

 

Κατά συνέπεια, απορρίπτονται ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί περί ελλιπούς έρευνας, αλλά και περί εμφιλοχωρήσασας πλάνης.

 

Παρομοίως, ως αβάσιμος θα πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός περί εσφαλμένης αιτιολογίας, αλλά και περί μη επαρκώς αιτιολογημένης απόφασης. Εν πρώτοις, ενόψει των πιο πάνω, η δοθείσα αιτιολογία κρίνεται ορθή και έχει έρεισμα στις διατάξεις του ιδίου του Νόμου.

Επιπρόσθετα δε, η δοθείσα αιτιολογία της επίδικης πράξης, ως αυτή εκτίθεται στην απόφαση του Τμήματος Φορολογίας, ημερομηνίας 1.9.2021, είναι πλήρης και, σε κάθε περίπτωση, επαρκής και δύναται αυτή να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου. Τόσο από το σώμα της επίδικης απόφασης ημερομηνίας 1.9.2021, όσο και από το σύνολο των παραρτημάτων της ένστασης και των εγγράφων του διοικητικού φακέλου (βλ. μεταξύ άλλων το Σημείωμα ημερομηνίας 31.8.2021), προκύπτει με σαφήνεια και την απαιτούμενη επάρκεια η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποκαλύπτεται λεπτομερώς και, εν πάση περιπτώσει, ευκρινώς το σκεπτικό της Διοίκησης, η νομική βάση, δυνάμει της οποίας λήφθηκε η απόφαση, καθώς και οι λόγοι που οδήγησαν στη λήψη αυτής, καθιστώντας ωσαύτως ευχερή τον απαιτούμενο δικαστικό έλεγχο, ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά επιτάσσει (Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Όπως αναφέρεται στην περιεχόμενη στην επιστολή ημερομηνίας 1.9.2021, επίδικη απόφαση-

 

«1. Σύμφωνα με τον περί Φ.Π.A. Νόμο του 2000 όπως έχει τροποποιηθεί, πρόσωπο που άσκησε το δικαίωμα για απόκτηση κατοικίας με μειωμένο συντελεστή Φ.Π.Α. δυνάμει των διατάξεων του πιο πάνω Νόμου, δε δύναται να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα για σκοπούς απόκτησης άλλης κατοικίας πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών.

 

2.   Σε περίπτωση που δικαιούχο πρόσωπο παύσει να χρησιμοποιεί την κατοικία ως χώρο διαμονής πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών οφείλει, εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία που έχει παύσει να τη χρησιμοποιεί ως χώρο διαμονής, να ειδοποιήσει τον Έφορο Φορολογίας και να καταβάλει το ποσό της διαφοράς μεταξύ των ποσών του φόρου που προκύπτουν από την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή και του κανονικού συντελεστή, όπως αυτοί ίσχυαν κατά την παράδοση ή ανέγερση της κατοικίας, που αναλογεί για τη χρονική περίοδο που δεν έχει χρησιμοποιήσει την κατοικία για σκοπούς ιδιοκατοίκησης, εκτός σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου προσώπου ή σε περίπτωση μεταβίβασης από το δικαιούχο πρόσωπο σε οποιοδήποτε ενήλικο τέκνο του.

 

3.   Σύμφωνα με την κατάσταση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) υπάρχει ψηλή κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην κατοικία σας στη Λευκωσία ([.]) και χαμηλή κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην κατοικία σας στο Παραλίμνι ([.]), για την οποία έχετε υποβάλει υπεύθυνη δήλωση στις 24/02/2020. Σημειώνεται ότι η κατοικία σας στη Λευκωσία συνδέθηκε με την ΑΗΚ, στο όνομα του κ. Ν. Μ., στις 30/03/2005, ενώ η κατοικία σας στο Παραλίμνι συνδέθηκε με την ΑΗΚ, αρχικά στην εταιρεία GIOVANI DEVELOPERS LTD (συνδεόμενη εταιρεία με τον πωλητή της κατοικίας), στις 02/10/2020, και ακολούθως, στο όνομα του κ. Ν. Μ., στις 15/10/2020. Εν ολίγοις, με βάση την κατάσταση της ΑΗΚ, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην κατοικία σας στη Λευκωσία ήταν 4.095 KWh τη χρονική περίοδο από 20/10/2020 μέχρι 17/06/2021 (240 μέρες) με μέσο όρο κατανάλωσης 17,06 KWh ανά ημέρα. Σε αντίθεση, με βάση την κατάσταση της ΑΗΚ, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην κατοικία σας στο Παραλίμνι ήταν 995 ΚWh τη χρονική περίοδο από 15/10/2020 μέχρι 20/07/2021 (278 μέρες) με μέσο όρο 3,58 KWh ανά ημέρα. Σημειώνεται ότι με βάση άλλα στοιχεία τα οποία κατέχει το Τμήμα Φορολογίας, έχετε δηλώσει ως τόπο διαμονής (αλληλογραφίας), σε Κυβερνητικά Τμήματα, διεύθυνση στη Λευκωσία.

 

4.   Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, κρίνω ότι η εν λόγω κατοικία σας στο Παραλίμνι δεν χρησιμοποιήθηκε από εσάς για σκοπούς κύριας και μόνιμης ιδιοκατοίκησης στη Δημοκρατία. Σημειώνεται ότι η επιβολή του μειωμένου συντελεστή Φ.Π.A. 5%-

«παρέχει στο φορολογούμενο ανακούφιση ή έκπτωση από την υποχρέωση του για την καταβολή φόρου και η περίπτωση, αποτελεί παρέκκλιση, ουσιαστικά, από τον κανόνα της καθολικότητας του φόρου» (Gulnara Ziadetdinova v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 660/2014, ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 2017).

Επιπρόσθετα, -

«οι φορολογικοί νόμοι ερμηνεύονται αυστηρά, προς όφελος του φορολογούμενου και δεν επιβάλλεται στον πολίτη φορολογία, εκτός εάν το λεκτικό του νόμου, καθαρά προνοεί τέτοια φορολογική υποχρέωση (Southfields Industries Ltd v. Δήμου Λευκωσίας (1995) 3 ΑΑΔ 59). Πάγια όμως νομολογία, επιτάσσει κατ' εξαίρεσιν στενή ερμηνεία των διατάξεων που θεσπίζουν φορολογικές απαλλαγές ή εξαιρέσεις, ακριβώς, διότι αυτές αποτελούν παρέκκλιση από τον κανόνα της καθολικότητας του φάρου (Μάτσης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΔΔ 404, Λιάτσος κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 586/12, ημερομηνίας 15.10.2015, ECLI:CY:AD:2015:D689, Δημοκρατία ν. Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd, Α.Ε. 197/2010, ημερομηνίας 12.9.2016)» (Gulnara Ziadetdinova v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 660/2014, ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 2017).

Συνεπώς, -

«υπό το πρίσμα της νομολογιακής αυτής προσέγγισης, θα πρέπει να ερμηνευθούν στενά και αυστηρά οι πρόνοιες του άρθρου 18 και του Πίνακα Γ του Πέμπτου Παραρτήμστος του σχετικού Νόμου» (Gulnara Ziadetdinova v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 660/2014, ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 2017).

Τέλος, σύμφωνα με την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η οποία αφορούσε παραχώρηση χορηγίας για αγορά κατοικίας, -

«το ζητούμενο στον Νόμο είναι να μην παραχωρούνται οι χορηγίες στην περίπτωση που η κατοικία θα αποτελεί τη δεύτερη κατοικία και/ή εξοχική κατοικία και/ή άλλη κατοικία του αιτούμενου την χορηγία_ Προϋπόθεση προς τούτο είναι ότι ο αιτητής δεν διατηρεί o ίδιος άλλη κατοικία στην οποία να διαμένει μόνιμα» (ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, Υπόθεση Αρ. 588/2017, 19/07/2019).    

 

5.   Ως εκ τούτου οφείλετε να καταβάλετε το ποσό φόρου, δηλαδή να επιστρέψετε στο Τμήμα Φορολογίας (Επαρχιακό Γραφείο Αμμοχώστου, Έμμεση Φορολογία), εφάπαξ Φ.Π.Α. ύψους €21.280,00. Το ποσό των €21.280,00 υπολογίστηκε ως εξής:

· Η φορολογητέα αξία πώλησης της κατοικίας μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.A. ήταν ύψους €152.000,00. Εγκριθήκατε για το μειωμένο συντελεστή Φ.Π.A. 5% για το 100% του συμβολαίου σας, δηλαδή για το ποσό ύψους €152.000,00,

·     O κανονικός συντελεστής Φ.Π.A. ο οποίος ίσχυε κατά την ημερομηνία παράδοσης της κατοικίας ήταν 19%,

·     Το ποσό Φ.Π.A. το οποίο έπρεπε να αποδοθεί επί της φορολογητέας αξίας πώλησης με βάση τον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α. 19%ο ο οποίος ίσχυε κατά την ημερομηνία παράδοσης της κατοικίας ανέρχεται σε €28.880,00 (€152.000,00 x 19%),

· Το ποσό Φ.Π.A. το οποίο επιβλήθηκε από τον πωλητή της κατοικίας, με το μειωμένο συντελεστή Φ.Π.A. 5%, ανέρχεται σε €7.600,00 (€152.000,00 x 5%),

· Το ποσό Φ.Π.A. το οποίο προκύπτει από τη διαφορά των δύο πιο πάνω ποσών ανέρχεται σε €21.280,00 (€28.880,00 - €7.600,00).

 

6.   Επιπρόσθετα πληροφορείστε ότι σύμφωνα με την παράγραφο 16 του άρθρου 46 του περί Φ.Π.Α. Νόμου του 2000 όπως έχει τροποποιηθεί, πρόσωπο που υπέβαλε αίτηση, με ψευδή στοιχεία, για επιβολή μειωμένου συντελεστή για απόκτηση κατοικίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Πίνακα Γ, του Πέμπτου Παρατήματος, και πλήρωσε φόρο με βάση το μειωμένο συντελεστή υποχρεούται να καταβάλει τη διαφορά μεταξύ των ποσών του φόρου που προκύπτουν από την εφαρμογή των δύο συντελεστών, μειωμένου και κανονικού, επί της αξίας της κατοικίας και επιπρόσθετα είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού που υποχρεούται να καταβάλει δυνάμει του παρόντος εδαφίου ή σε φυλάκιση μέχρι τρία έτη ή και στις δύο αυτές ποινές.».

 

Πρόκειται για μια πλήρως αιτιολογημένη απόφαση από το περιεχόμενο της οποίας δεν αφήνονται αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε τους καθ’ ων η αίτηση στη λήψη αυτής.  Στην εν λόγω απόφαση, παρατίθενται το σκεπτικό, οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι που αποτέλεσαν το έρεισμά της, ως και τα κριτήρια βάσει των οποίων οι καθ’ ων η αίτηση άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια, ούτως ώστε και καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (L.A.S. BOATING LTD ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ37/2017, ημερ. 26.10.2023).

 

Επιπρόσθετα, η αιτιολογία της πράξης, σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα, αναμφίβολα συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όπως και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας (Λ. Σκυλλουριώτης v. Δήμου Λευκωσίας, ΕΔΔ 38/2016, ημερ. 1.7.2022, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171, Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).

 

Περαιτέρω, αδίκως παραπονούνται οι αιτητές ότι δεν τους παρασχέθηκε το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, κατά παράβαση του άρθρου 43 του Νόμου 158(Ι)/1999. Αποκαλύπτεται από το σύνολο των ενώπιον μου τεθέντων στοιχείων ότι είχε δοθεί η ευκαιρία στους αιτητές να παρουσιάσουν όσα τους ζητήθηκαν και, κατ’ επέκταση, τις θέσεις τους, χωρίς ωστόσο αυτοί να ανταποκριθούν. Εν πρώτοις, όπως ορθώς αναφέρθηκε και από το συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση, οι αιτητές είχαν τη δυνατότητα να προσκομίσουν τα έγγραφα που τους είχαν ζητηθεί, δια την υποβολής της αίτησής τους, μέρος της οποίας είναι η «Υπεύθυνη Δήλωση», με την οποία ο εκάστοτε αιτητής υποβάλλει συνημμένα διάφορα δικαιολογητικά έγγραφα. Επιπρόσθετα δε, όπως έχει προαναφερθεί, με την «ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ», για επιβολή μειωμένου συντελεστή Φ.Π.Α. 5%, οι αιτητές είχαν ενημερωθεί ότι όφειλαν να προσκομίσουν έγγραφα, δικαιολογητικά ή πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι το διαμέρισμα αποτελεί το μόνιμο και κύριο τόπο διαμονής τους. Ωστόσο, δεν το έπραξαν. Συναφώς, αποτελεί πάγια νομολογία ότι το δικαίωμα ακρόασης δεν είναι ανάγκη να είναι προφορικό, αλλά ικανοποιείται και με γραπτή παράσταση (MARINOS DEMETRIOU JEWELLERY, ανωτέρω, O Lykos Services and Security Systems Private Investigators Ltd κ.α. v. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 1/2016, ημερ. 20.7.2021, Νικόλας Μελέτη v. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 347). Όπως εύστοχα αναφέρει επί του θέματος ο Δαγτόγλου στο σύγγραμμά του «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 5η έκδοση, σελίδα 282,-

 

«Το περιεχόμενο του δικαιώματος είναι η προηγούμενη ακρόαση. Η ακρόαση δεν χρειάζεται να λάβει πράγματι χώρα, αλλά έγκειται στην παροχή ευκαιρίας στον ενδιαφερόμενο να αναπτύξει γραπτώς ή προφορικώς τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του ενώπιον του οργάνου που ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα, ή πάντως να προκύπτει σαφώς ότι οι απόψεις του ενδιαφερομένου έχουν περιέλθει στο αρμόδιο αυτό όργανο.»

 

Οι αιτητές είχαν κάθε ευκαιρία πριν από την προσβαλλόμενη απόφαση, να προσκομίσουν τα έγγραφα που τους είχαν ζητηθεί ή/και να εκθέσουν τις θέσεις τους, όπως και ό,τι άλλο ομοίως ήθελαν να θέσουν προς τους καθ’ ων η αίτηση, με το άρθρο 43 του Νόμου 158(Ι)/1999, να μην εφαρμόζεται, αφού η περίπτωση δεν συνιστούσε πειθαρχικής φύσης διοικητικό μέτρο ούτε και είχε τον χαρακτήρα κύρωσης, εφόσον επρόκειτο για απόφαση επιβολής φορολογίας (FIVE OCEANS FOOD LTD ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 80/2017, ημερ. 10.1.2024, Δημοκρατία ν Χρίστου, Α.Ε. 8/15, ημερ. 4.4.2022, ECLI:CY:AD:2022:C142, Μίχαλος Δημητρίου Λτδ και Άλλων ν Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675, 680-681). 

 

Τέλος, ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων, ούτε και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης ή/και της καλής πίστης εντοπίζεται.

 

Δεδομένης της ύπαρξης συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου, δυνάμει του οποίου ενήργησαν οι καθ’ ων η αίτηση στην παρούσα υπόθεση, είναι αρκετό να υπομνησθεί εν προκειμένω ότι η αρχή της καλής πίστης, ναι μεν σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία, δεν υπερφαλαγγίζει, ωστόσο, και δεν μπορεί να μεταβάλει την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, ώστε να οδηγεί σε καταστρατήγηση της αρχής της νομιμότητας (βλ. Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191) και έχει συμπληρωματικό χαρακτήρα, όπου υφίσταται σχετική νομοθετική πρόνοια ουσιαστικού δικαίου, όπως βεβαίως συμβαίνει στην υπό κρίση περίπτωση (O LYKOS SERVICES AND SECURITY SYSTEMS-PRIVATE INVESTIGATORS LTD κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. αρ. 1/16, ημερ. 20.7.2021, Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ν. Γιαννάκης Τσικκουρής κ.α., Α.Ε.19/11, ημερ. 22.12.2016).

 

Λαμβανομένων υπόψη όλων των πιο πάνω, καταλήγω ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακύρωσης και, συνακόλουθα, δεν χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1500 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται συμφώνως του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο