ΔΡΟΣ Π. Ν. ν. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ, Υπόθεση αρ. 1520/2022, 18/3/2025
print
Τίτλος:
ΔΡΟΣ Π. Ν. ν. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ, Υπόθεση αρ. 1520/2022, 18/3/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 1520/2022(iJ))

18 Μαρτίου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΔΡΟΣ Π. Ν.

Αιτητής

v.

 

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Καθ’ ης η αίτηση.

……………………………

Αίτηση ημερομηνίας 26.7.2024 για λήψη αντιγράφων του διοικητικού φακέλου

Δέσποινα Λαδά, για G. & A. Ladas LLC, για τον αιτητή.

Κυριακή Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την καθ’ ης η αίτηση.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η    Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή, είναι η νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (στο εξής «Επιτροπή»), ημερομηνίας 18.4.2022, η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 19.5.2022, όπου, η καταγγελία που ο ίδιος υπέβαλε στις 11.11.2019, κατά του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας (στο εξής «ΟΑΥ»), απερρίφθη, αφού η Επιτροπή αποφάσισε πως ο ΟΑΥ, δεν ενήργησε ως «επιχείρηση», για τους σκοπούς του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου, Ν. 13(Ι)/2008 ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, εντός του πλαισίου εξέτασης της παρούσας καταγγελίας και επομένως, δεν μπορούσε να προχωρήσει σε περαιτέρω εξέταση των κατ’ ισχυρισμό παραβάσεων του Νόμου.

 

  Σημειώνεται συνοπτικά πως, αντικείμενο της καταγγελίας που υπέβαλε ο αιτητής κατά του ΟΑΥ, ήταν ισχυρισμοί για ύπαρξη συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, ενώσεων επιχειρήσεων και εναρμονισμένη πρακτική, που έχουν ως αντικείμενο τον περιορισμό ή την νόθευση του ανταγωνισμού, ως επίσης και καταγγελίες για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.

 

  Όπως αναφέρεται στην Ένσταση, η Επιτροπή κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 21.11.2019, αποφάσισε πως δικαιολογείται η διερεύνηση της καταγγελίας που υπέβαλε ο αιτητής, και έδωσε οδηγίες προς την Υπηρεσία για διεξαγωγή προκαταρκτικής έρευνας. Αφού παραλήφθηκαν τα ερωτηματολόγια από τον ΟΑΥ και το Υπουργείο Υγείας, ημερομηνίας 21.9.2020 και 23.4.2021, αντίστοιχα, η Υπηρεσία υπέβαλε έκθεση ευρημάτων στην ΕΠΑ, ημερομηνίας 3.6.2021. Με απόφαση ημερομηνίας 10.6.2021, η Επιτροπή αποφάσισε πως ο ΟΑΥ δεν ενήργησε ως «επιχείρηση» για τους σκοπούς του Νόμου, στα πλαίσια πάντοτε της υποβληθείσας καταγγελίας και δεν μπορούσε να προχωρήσει σε περαιτέρω εξέταση των κατ’ ισχυρισμό παραβάσεων του Νόμου.

 

  Ακολούθησε η κλήση του αιτητή να υποβάλει γραπτώς τις θέσεις του επί των προκαταρκτικών συμπερασμάτων της Επιτροπής, με επιστολή ημερομηνίας 16.7.2021. Έκτοτε, υποβάλλονταν εκ μέρους του αιτητή, αρχικά, και αργότερα, εκ μέρους των δικηγόρων του, αιτήματα για επιθεώρηση των φακέλων, αιτήματα τα οποία δεν αποδέχθηκε η Επιτροπή, λόγω του ότι, πρόσβαση στους φακέλους, είναι επιτρεπτή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 17 του Νόμου, δηλαδή εφόσον κινηθεί διαδικασία εξέτασης πιθανολογούμενων παραβάσεων των άρθρων 3 και/ή 6 του Νόμου και/ή άρθρων 101 και 102 της ΣΛΕΕ, κάτι που εδώ δεν είχε ίσχυε.

 

  Ενώ αναμένονταν από την Επιτροπή οι θέσεις του αιτητή, επί των προκαταρκτικών συμπερασμάτων της, δεδομένης της απόρριψης των αιτημάτων του για επιθεώρηση των φακέλων, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 9.2.2022 και υπό το φως της μη αποστολής των απόψεών του για περίοδο 6 μηνών, η Επιτροπή αποφάσισε όπως απορρίψει την υποβληθείσα καταγγελία, λόγω του ότι, ο ΟΑΥ ενήργησε, στην προκειμένη περίπτωση, στο πλαίσιο άσκησης δημόσιας εξουσίας και οι δραστηριότητές του, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «επιχείρηση» για τους σκοπούς εφαρμογής του Νόμου. Για την εν λόγω απόφαση, ο αιτητής ενημερώθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 10.3.2020.

 

  Με επιστολή ημερομηνίας 15.3.2022, οι δικηγόροι του αιτητή, ενημέρωσαν την Επιτροπή πως είχαν αποστείλει γραπτώς τις θέσεις τους, επί των προκαταρκτικών συμπερασμάτων της Επιτροπής, με ηλεκτρονικό του μήνυμα ημερομηνίας 3.2.2022 και ζήτησαν όπως ληφθούν υπόψη και εκδοθεί νέα απόφαση.

 

  Ενόψει τούτου, κατά τη συνεδρία ημερομηνίας 6.4.2022, η Επιτροπή έδωσε οδηγίες προς διερεύνηση του κατά πόσον είχε ληφθεί το ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 3.2.2020. Μετά από διερεύνηση μέσω του αρχείου της Υπηρεσίας, διαφάνηκε πως το ηλεκτρονικό μήνυμα είχε υποστεί φραγή. Αφού το ζήτημα εξετάστηκε εκ νέου, κατά τη συνεδρία ημερομηνίας 18.4.2022, η Επιτροπή αποφάσισε πως οι θέσεις του καταγγέλλοντα, δεν μπορούσαν να ανατρέψουν τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της και η καταγγελία απερρίφθη.

  Στις 19.5.2022, κοινοποιήθηκε προς τον αιτητή, η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση.  

 

  Μετά την καταχώρηση της Ένστασης εκ μέρους της καθ’ ης η αίτηση και κατά το στάδιο που εκκρεμούσε η καταχώρηση της γραπτής αγόρευσης εκ μέρους του αιτητή, καταχωρήθηκε η υπό εκδίκαση αίτηση, με την οποία ο αιτητής, ζητά τα ακόλουθα:-

«Α. Οδηγίες ή/και Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου που να διατάσσει την Καθ’ ης η αίτηση όπως παραδώσει φωτοαντίγραφα των πιο κάτω εγγράφων από τους διοικητικούς φακέλους του Αιτητή με αριθμούς 11.17.019.11 Τόμος 1 (φυσικός φάκελος) και φάκελος e-Oasis 08.13.006.008.001 Τόμοι Ι-ΙΙΙ:

1.   Από τον φυσικό φάκελο 11.17.019.11 τα ερυθρά:

i.             114-132: τα οποία αποτελούνται από αλληλογραφία μεταξύ της ΕΠΑ και του ΟΑΥ hio@hio.org.cy ημερομηνίας 2.6.20 που αφορά αποκλειστικά την καταγγελία του Αιτητή, και με την οποία τους στάληκε ερωτηματολόγιο για να συμπληρώσουν και να εκθέσουν τις απόψεις τους και πάλι αποκλειστικά αναφορικά με την καταγγελία του Αιτητή, και το ερωτηματολόγιο που συμπληρώθηκε,

ii.            150-179: Απάντηση του ΟΑΥ στο ερωτηματολόγιο που του αποστάληκε από την Καθ' ης η Αίτηση αποκλειστικά αναφορικά με την καταγγελία του Αιτητή.

2.   Από τον ηλεκτρονικό φάκελο e-Oasis 08.13.006.008.001 Τόμος I:

i.             Το έγγραφο 6508152 - επιστολή ΕΠΑ προς Υπουργείο Υγείας ημερομηνίας 17.3.21 και ερωτηματολόγιο σύνολο 6 σελίδες,

ii.            Το έγγραφο 6589613 - η απάντηση του Υπουργείου Υγείας, ημερομηνίας Απριλίου 2021, σύνολο 12 σελίδες,

iii.          Το έγγραφο 6603260 - επιστολή Υπουργείου Υγείας προς ΕΠΑ με ημερομηνία 19.4.21 και σφραγίδα ‘ελήφθη’,

3.   Από τον ηλεκτρονικό φάκελο e-Oasis 08.13.006.008.001 Τόμος II:

i.             Το έγγραφο 7134971 εσωτερικό σημείωμα ημερομηνίας 8.4.22 από την Υπηρεσία προς την Επιτροπή, σφραγισμένα σε φάκελο με ένδειξη «ΜΗ ΠΡΟΣΒΑΣΙΜΑ Ε.Σ.»

 

  Η αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στους Κανονισμούς 9 – 12, 17 - 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και στις Δ.28 και Δ.48 Θ.Θ. 1-3 και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

  Υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του αιτητή, Δρος Π. Ν.. Όπως αναφέρεται στην ένορκη του δήλωση, κατά τη σύνταξη της γραπτής του αγόρευσης, κατέστη αναγκαία η επιθεώρηση των διοικητικών φακέλων της Επιτροπής, σε σχέση με την καταγγελία που υπέβαλε στις 11.11.2019. Στις 18.12.2023, προέβη μαζί με την δικηγόρο του στην Επιτροπή, προκειμένου να επιθεωρήσει τους διοικητικούς φακέλους. Κατά την εν λόγω ημερομηνία, παρουσιάστηκαν τέσσερεις τόμοι διοικητικοί φάκελοι, ως σχετικοί με την υπόθεση, ένας φυσικός φάκελος και τρείς φάκελοι που περιείχαν εκτυπώσεις από ηλεκτρονικούς φακέλους στο σύστημα e-Oasis. Σύμφωνα με τον ομνύοντα, κρίθηκε πως είναι απολύτως απαραίτητο, να ληφθούν αντίγραφα των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο (Α) της αιτήσεως, προκειμένου να μπορέσει ο αιτητής να παρουσιάσει τις θέσεις του ολοκληρωμένα.

 

  Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ενόρκως, δεν υπάρχει σε οποιοδήποτε έγγραφο η ένδειξη «εμπιστευτικό», ούτε και υπάρχει οποιαδήποτε διαβάθμιση τους ως προς την εμπιστευτικότητά τους, θέτοντας τον ίδιο σε δυσμενή θέση, ενώ τα εν λόγω έγγραφα είναι απολύτως σχετικά με την καταγγελία που υπέβαλε. Αναφέρει δε, πως η απλή λήψη σημειώσεων, είναι ιδιαίτερα δύσκολη και χρονοβόρα, εφόσον πρόκειται περί ογκωδών φακέλων, τα έγγραφα που ζητά είναι πολυσέλιδα και η παραπομπή σε αυτά είναι δύσκολη εάν όχι αδύνατη.   

 

  Η Δημοκρατία, έφερε ένσταση στην υπό εκδίκαση αίτηση, η οποία υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του κου Κ. Κ., Λειτουργού της Υπηρεσίας της Επιτροπής και μέλους της ομάδας που διεξήγαγε την προκαταρκτική έρευνα για την καταγγελία που υπέβαλε ο αιτητής. Στην παράγραφο 9 της ενόρκου δηλώσεως του, αναφέρει πως η Επιτροπή, κατά το στάδιο που κατέληξε στο προκαταρκτικό της συμπέρασμα, πριν την έκδοση της τελικής της απόφασης, με την επιστολή ημερομηνίας 16.7.2021, τον κάλεσε να υποβάλει και γραπτώς τις θέσεις του. Στην εν λόγω επιστολή καταγράφονται τα στοιχεία που λήφθηκαν από τον καταγγελλόμενο ΟΑΥ, τα στοιχεία που λήφθηκαν από το Υπουργείο Υγείας, ενώ δόθηκαν στον ίδιο όλα τα στοιχεία για να μπορέσει να ασκήσει τα δικαιώματά του.

 

  Στις παραγράφους 12 έως 15 της δηλώσεως του ομνύοντα, κου Κ., αναφέρεται πως, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, δόθηκε στον αιτητή το δικαίωμα επιθεώρησης των σχετικών διοικητικών φακέλων, ενώ ζητείται η λήψη αντιγράφων συγκεκριμένων στοιχείων, το περιεχόμενο των οποίων ήταν εις γνώσιν του, από την προκαταρκτική απόφαση της Επιτροπής. Υποστηρίζει πως η Επιτροπή δεν έχει αντιτάξει τεκμήριο εμπιστευτικότητας των απαντήσεων του ΟΑΥ και του Υπουργείου Υγείας, αλλά αντιθέτως του έδωσε πρόσβαση. Πρόσβαση δεν δόθηκε στο εσωτερικό σημείωμα της Υπηρεσίας, ημερομηνίας 8.4.2022, το οποίο αποτελεί σημείωμα που ετοιμάστηκε κατόπιν οδηγιών της Επιτροπής, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 6.4.2022, για διερεύνηση του κατά πόσον είχε ληφθεί ή όχι το ηλεκτρονικό μήνυμα των δικηγόρων, ημερομηνίας 11.3.2022. Αφού δίδεται επεξήγηση των ενεργειών που ακολουθήθηκαν από την βοηθό γραμματειακό λειτουργό της Υπηρεσίας, οι οποίες ενέργειες καταγράφονται στο εν λόγω σημείωμα, υποβάλλεται πως, τα όσα αναφέρονται σε αυτό, δεν αφορούν την ουσία της καταγγελίας που υπέβαλε και ουδόλως είχαν οποιαδήποτε επιρροή στην απόφαση της Επιτροπής. Τελειώνοντας, υποστήριξε πως ο αιτητής, δεν αποδεικνύει την συνάφεια των εγγράφων που ζητά με οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης, η παραπομπή σε έγγραφα εντός του διοικητικού φακέλου, είναι ευχερής, με αναφορά στα αντίστοιχα ερυθρά που αριθμούνται στις σελίδες των φακέλων, ενώ τέθηκε και ζήτημα ελλιπούς και εσφαλμένης νομικής βάσης της αίτησης, ενόψει μη παραπομπής στις διατάξεις των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών του 2015.

                      

  Κατά την ακρόαση της αιτήσεως, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι ανέπτυξαν και προφορικώς τις θέσεις τους, ενώ εφοδίασαν το Δικαστήριο και με γραπτές αγορεύσεις, παραπέμποντας σε σχετική επί του θέματος νομολογία.

  Τέθηκε στην ένσταση, ζήτημα εσφαλμένης και ανεπαρκούς νομικής βάσης της υπό εκδίκαση αίτησης, ζήτημα το οποίο δεν απαντάται από την άλλη πλευρά, νομική βάση την οποία έχω ήδη παραθέσει πιο πάνω.

 

  Το δικονομικό πλαίσιο, βάσει του οποίου το Δικαστήριο εξετάζει ενδιάμεσες αιτήσεις, κατ’ αναλογίαν των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, είναι οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, όπου συμφώνως των διατάξεων του Κανονισμού 2, ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, θα τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο από 1.1.2016, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015.  

 

  Παρατηρώ πως, στη νομική βάση της αιτήσεως, γίνεται αναφορά στους Κανονισμούς 17, 18 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, χωρίς όμως να γίνεται αναφορά στον περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμο του 2015, Ν. 131(Ι)/2015 και στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015.

 

  Ζητήματα παρατυπιών, παραλείψεων ή/και ελλείψεων επί της νομικής βάσης νομικού διαβήματος, εξετάστηκαν σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, οι οποίες ακολουθήθηκαν και υιοθετήθηκαν μεταγενέστερα και από το Ανώτατο Δικαστήριο (The Attorney-General and Kyriacos Kouppi & 2 Others 1 R.S.C.C. 115, Σιέπη ν. Δήμου Πάφου (1989) 3Δ Α.Α.Δ 2472).

 

  Κατ’ αναλογία με τις πολιτικές υποθέσεις, όπου διαπιστώνεται παρατυπία λόγω παράλειψης συμμόρφωσης με τους Θεσμούς, το Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογή της Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια, με γνώμονα πάντοτε τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, λαμβανομένου υπόψη και του δυσμενούς επηρεασμού της άλλης πλευράς, λόγω της συγκεκριμένης παρατυπίας (Wunderlich κ.ά. ν. Παναγιώτου (1999) 1(A) Α.Α.Δ. 366, Πολιτική Έφεση 208/2012 Koza Michael David κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, ημερομηνίας 24.11.2017).

 

  Στην υπό εκδίκαση περίπτωση, με γνώμονα τη φύση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι υπάρχει στην υπό εκδίκαση αίτηση, νομική βάση, στην οποία γίνεται αναφορά στους Κανονισμούς 17, 18 και 19 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1962, οι οποίοι τυγχάνουν εφαρμογής, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις, σε όλες τις προσφυγές που καταχωρήθηκαν στο Διοικητικό Δικαστήριο μετά την 1.1.2016, δυνάμει του Κανονισμού 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών του 2015, κρίνεται, προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, ότι πρόκειται περί παρατυπίας, μη δυνάμενης να επιφέρει ακυρότητα σε ό,τι αφορά την υπό εκδίκαση αίτηση.

 

  Επί της ουσίας, με την υπό εκδίκαση αίτηση, ζητείται: (1) η λήψη αντιγράφων των ερυθρών 114-132, από τον φυσικό φάκελο 11.17.019.11, που αφορούν την αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και του ΟΑΥ, ημερομηνίας 2.6.2020, σε σχέση με την καταγγελία του αιτητή, με την οποία απεστάλη το ερωτηματολόγιο για να συμπληρωθεί από τον ΟΑΥ, καθώς και λήψη αντιγράφων των ερυθρών 150-179, που αφορούν την απάντηση του ΟΑΥ στο ερωτηματολόγιο που του αποστάλθηκε.

 

  Ζητείται: (2) η λήψη αντιγράφων από τον ηλεκτρονικό φάκελο e-oasis 08.13.006.008.001, Τόμος Ι, της επιστολής ημερομηνίας 17.3.2021 που απεστάλη από την Επιτροπή προς το Υπουργείο Υγείας, με το ερωτηματολόγιο, της απάντησης του Υπουργείου Υγείας και της επιστολής του Υπουργείου Υγείας προς την Επιτροπή, ημερομηνίας 19.4.2021.

 

  Και (3), ζητείται η λήψη αντιγράφου από τον ηλεκτρονικό φάκελο e-oasis 08.13.006.008.001, Τόμος ΙΙ, του εσωτερικού σημειώματος ημερομηνίας 8.4.2022 της Υπηρεσίας προς την Επιτροπή, που περιέχει την ένδειξη «Μη προσβάσιμα Ε.Σ.».

 

  Στην Kean Soft Drinks v. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. 1247/05 κ.ά., ημερομηνίας 25.9.07, με αναφορά στην The National Bank of Greece, S.A. v. Paraskevas Mitsides, Debtor and Another (1962) C.L.R. 40, λέχθηκε πως, αποκάλυψη εγγράφων γίνεται όταν αυτά είναι σχετικά και πως έγγραφα, δυνατόν να είναι, αμέσως ή εμμέσως, σχετικά όταν βοηθούν το διάδικο που ζητά την αποκάλυψη στην προώθηση της υπόθεσής του ή δημιουργούν ζημιά στην υπόθεση του αντιδίκου του, ή ακόμα, δυνατόν να οδηγήσουν σε μια διαδικασία η οποία μπορεί να έχει μια από τις πιο πάνω συνέπειες.

 

  Σε σχέση με τα αιτήματα υπό παραγράφους (1) και (2) που αναφέρθηκαν πιο πάνω, ο αιτητής ζητά λήψη αντιγράφων. Αυτά αφορούν την αλληλογραφία Επιτροπής – ΟΑΥ και Επιτροπής – Υπουργείου Υγείας, σε σχέση με τα ερωτηματολόγια, η συμπλήρωση των οποίων ζητήθηκε, για την εξέταση της υποβληθείσας, εκ του αιτητή, καταγγελίας. Από τις παραγράφους 3 και 4 της ενόρκου δηλώσεως του κου Π. Ν., προκύπτει πως έχει επιτευχθεί η επιθεώρηση, πλην όμως ζητούνται αντίγραφα.

 

  Τα εν λόγω έγγραφα, που αφορούν στα ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από τον καταγγελλόμενο ΟΑΥ, αλλά και από το Υπουργείο Υγείας, κρίνονται ως σχετικά και ορθά τέθηκαν υπόψη του αιτητή προς επιθεώρηση, κατά το στάδιο της εκκρεμοδικίας της προσφυγής. Όπως ορθά υποστηρίζει και η πλευρά της ευπαιδεύτου συνηγόρου της καθ’ ης η αίτηση, το ουσιαστικό περιεχόμενο των εν λόγω εγγράφων, ήταν και από προηγουμένως γνωστό, όπως προκύπτει από τις σελίδες 12 – 17 και 17 - 22 της επιστολής ημερομηνίας 16.7.2021, που απέστειλε η Επιτροπή προς τον αιτητή, με την οποία του κοινοποίησε τα προκαταρκτικά συμπεράσματα σε σχέση με την υποβολή της καταγγελίας του. Αλλά και με την προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 9.2.2022, είχαν επακριβώς συνοψιστεί οι απαντήσεις του ΟΑΥ και του Υπουργείου Υγείας, όπως αυτές αποστάληκαν προς την Επιτροπή, στις 21.9.2020 και 19.4.2021, αντίστοιχα, στις σελίδες 11 – 16 και 16 – 19.

 

  Λαμβανομένης υπόψη της πρόσβασης που είχε ο αιτητής στα πιο πάνω αναφερόμενα έγγραφα, υπό παραγράφους (1) και (2) που αναφέρθηκαν πιο πάνω, κρίνεται πως η Επιτροπή, δεν έχει και πρόσθετη υποχρέωση προς λήψη φωτοαντιγράφων, ως αυτό κρίθηκε και στην Καταστήματα Χίτλερ και Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ.. 2741, στην οποία με παρέπεμψε η ευπαίδευτη συνήγορος της Επιτροπής.

 

  Παραμένει προς εξέταση το αίτημα της παραγράφου (3), για πρόσβαση και λήψη αντιγράφου του εσωτερικού σημειώματος της Υπηρεσίας, ημερομηνίας 8.4.2022 προς την Επιτροπή, που περιέχει την ένδειξη «Μη προσβάσιμα Ε.Σ.».

 

  Από τα ενώπιον μου έγγραφα, προκύπτει πως το εν λόγω εσωτερικό σημείωμα, ημερομηνίας 8.4.2022, αφορά στην διαδικασία διερεύνησης που ακολουθήθηκε από την Επιτροπή, μετά την έκδοση της απόφασης της, ημερομηνίας 9.2.2022, απόφαση που αποστάληκε προς τον αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 10.3.2022. Όπως διαφαίνεται από την Ένσταση, μετά την γνωστοποίηση προς τον αιτητή της προαναφερόμενης απόφασης της Επιτροπής, οι νομικοί σύμβουλοι του αιτητή με επιστολή τους ημερομηνίας 15.3.2022, ενημέρωσαν την Επιτροπή πως είχαν αποστείλει τις γραπτές θέσεις του αιτητή, επί των προκαταρκτικών θέσεων της Επιτροπής, με ηλεκτρονικό τους μήνυμα ημερομηνίας 3.2.2022 και ζήτησαν όπως αυτές ληφθούν υπόψη, προς έκδοση νέας απόφασης.

 

  Είναι σε αυτό το σημείο που άρχισαν οι εσωτερικές διεργασίες της Επιτροπής, προκειμένου να διερευνηθεί το γεγονός της μη λήψης του ηλεκτρονικού μηνύματος των δικηγόρων του αιτητή, όπου βάσει οδηγιών της Επιτροπής, το αρχείο της Υπηρεσίας προχώρησε σε διερεύνηση. Όπως επεξηγείται στην Ένσταση, το εν λόγω εσωτερικό σημείωμα ημερομηνίας 8.4.2022, στο οποίο δεν δόθηκε πρόσβαση στον αιτητή, αφορά αυτήν την εσωτερική διερεύνηση της μη λήψης του ηλεκτρονικού μηνύματος των δικηγόρων του αιτητή, το οποίο είχε υποστεί φραγή, όπου στη συνέχεια επαναφέρθηκε. Η Επιτροπή, στην καταληκτική της απόφαση, αναφερόμενη σε αυτές τις θέσεις του αιτητή, έκρινε πως τα προκαταρκτικά της συμπεράσματα δεν μπορούν να ανατραπούν, αφού δεν τέθηκε υπόψη της κανένα νέο και/ή ουσιώδες στοιχείο ή πληροφορία, που να αλλάζει την τελική της κατάληξη, περί του ότι ο ΟΑΥ δεν ενήργησε, στην προκείμενη περίπτωση, ως «επιχείρηση» για τους σκοπούς του Νόμου και συνεπώς, αποφάσισε την απόρριψη της καταγγελίας.

 

  Λαμβανομένων υπόψη πως, τα έγγραφα των οποίων ζητείται η αποκάλυψη και επιθεώρηση, θα πρέπει να συναρτώνται και να είναι σχετικά με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν εντοπίζω ότι η μη πρόσβαση στο εν λόγω εσωτερικό σημείωμα, θα προκαλέσει ζημία στην υπόθεση του αιτητή. Το υπό αναφορά σημείωμα, αφορά τις εσωτερικές διεργασίες που έγιναν από τον αρχείο για την επαναφορά του ηλεκτρονικού μηνύματος που απέστειλαν οι δικηγόροι του. Το αρχείο, εν τέλει, επαναφέρθηκε και το περιεχόμενο / θέσεις των δικηγόρων του, ημερομηνίας 3.2.2022, τέθηκαν υπόψη της Επιτροπής, όπως αυτό προκύπτει και από τις σελίδες 39 – 41 της προσβαλλόμενης απόφασης ημερομηνίας 9.2.2022.

 

  Στη βάση των πιο πάνω αναφερόμενων, κρίνω πως η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ της καθ’ ης η αίτηση, τα οποία καθορίζω στο ποσό των €950 πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.

 

  Δίδεται τελευταία παράταση του χρόνου καταχώρησης της γραπτής αγόρευσης του αιτητή μέχρι την 22.5.2025. Σε περίπτωση που δεν εντοπίζεται στη βάση δεδομένων μέχρι την πιο πάνω ημερομηνία, η προσφυγή θα απορριφθεί.

 

  Η υπόθεση ορίζεται για οδηγίες στις 22.5.2025 και ώρα 8:30 π.μ.

                                                     Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο