S. M. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.1080/24(i) και 1182/2024, 28/4/2025
print
Τίτλος:
S. M. S. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ.α., Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.1080/24(i) και 1182/2024, 28/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ.

1080/24(i) και 1182/2024(i)

 

28 Απριλίου, 2025

[Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.]

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Υπόθεση αρ. 1080/24(i)

Μεταξύ:

S. M. S.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

------------

Υπόθεση αρ. 1182/2024(i)

Μεταξύ:

S. M. S.

Αιτητής,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

------------

 

Δρ. Χρ. Π. Χριστοδουλίδης, για τον αιτητή.

Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.:   Ο αιτητής, υπήκοος Μπανγκλαντές και γεννηθείς το 1996, αφίχθηκε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία και στις 10.02.2017 καταχώρισε αίτηση για διεθνή προστασία.  Η αίτηση απορρίφθηκε στις 14.09.2017 από την Υπηρεσία Ασύλου, απόφαση  εναντίον της οποίας ο αιτητής προσέφυγε στις 03.11.2017 στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία στις 24.01.2018 απέρριψε τη διοικητική προσφυγή ως αποσυρθείσα.

 

Προηγουμένως, στις 23.11.2017, ο αιτητής τέλεσε πολιτικό γάμο με Κύπρια πολίτη και στις 24.01.2018 υπέβαλε αίτηση για άδεια προσωρινής διαμονής ως σύζυγος αυτής.  Με επιστολή ημερομηνίας 15.07.2022, ο αιτητής πληροφορήθηκε πως η αίτησή του εγκρίθηκε και του παραχωρήθηκε παράταση διαμονής μέχρι τις 24.01.2019.  Επειδή, όμως, η διάρκεια της εγκριθείσας παράτασης είχε ήδη παρέλθει, με την εν λόγω επιστολή, ο αιτητής κλήθηκε όπως, εντός προθεσμίας 30 ημερών, αναχωρήσει από τη Δημοκρατία ή προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για ανανέωση της άδειας προσωρινής διαμονής, με την υποβολή σχετικής αίτησης και των απαραίτητων συνοδευτικών αυτής εγγράφων.  Ως οι καθ’ ων η αίτηση ρητώς αποδέχθηκαν κατά τις διευκρινίσεις, ο αιτητής έλαβε γνώση για την εν λόγω απόφαση ημερομηνίας 15.07.2022, στις 19.01.2023 στο πλαίσιο εκδίκασης εναντίον του ποινικής υπόθεσης από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου για το αδίκημα της παράνομης παραμονής, για το οποίο ο αιτητής συνελήφθη την 01.08.2022.  Ως εκ τούτου, με επιστολή του δικηγόρου του προς την ΥΑΜ Αμμοχώστου, ημερομηνίας 23.01.2023, ο αιτητής επεσήμανε πως η προθεσμία των 30 ημερών αρχίζει από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της απόφασης, ήτοι από τις 19.01.2023 και επιπλέον ζήτησε τη διευθέτηση συνάντησης ώστε να προσκομίσει τα απαραίτητα έγγραφα.  

 

Με απαντητική επιστολή ημερομηνίας 15.03.2023, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (εφεξής «η Διευθύντρια»), ενημέρωσε τον δικηγόρο του αιτητή πως, για να καταστεί δυνατή η παραχώρηση πληροφοριών που αφορούν προσωπικές υποθέσεις ή προσωπικά δεδομένα, θα έπρεπε να προσκομιστεί πρωτότυπη προς τούτο πιστοποιημένη έγγραφη εξουσιοδότηση από όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.  Επιπλέον, ως προς το αίτημα για άδεια παραμονής στη Δημοκρατία, ζήτησε όπως προσκομιστούν κοινή ένορκη δήλωση αρμονικής συμβίωσης, βεβαίωση για αρμονική συμβίωση από τον Κοινοτάρχη της ενορίας που ο αιτητής και η σύζυγός του διαμένουν και αποδεικτικά στοιχεία ύπαρξης επαρκών εισοδημάτων από τη σύζυγο.

 

Ως ο ίδιος ο αιτητής αναφέρει στα γεγονότα επί των οποίων η προσφυγή 1080/24 στηρίζεται, δεν προσκόμισε τα ζητηθέντα έγγραφα καθότι στις 04.05.2023 εκδόθηκε διαζύγιο μεταξύ αυτού και της συζύγου του.

 

Σημειώνεται ότι, εντωμεταξύ, μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή για διεθνή προστασία απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ως απαράδεκτη στις 27.10.2022.  Η εν λόγω απόφαση είχε κοινοποιηθεί στον αιτητή στις 12.12.2022 και εναντίον αυτής ο αιτητής προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (Τ 1233/2022), το οποίο στις 06.02.2023 απέρριψε την προσφυγή ως αποσυρθείσα.  

 

Με επιστολή του δικηγόρου του, ημερομηνίας 12.07.2023, ο αιτητής αιτήθηκε όπως του δοθεί έγκριση για την υποβολή αίτησης για άδεια παραμονής ενόψει της απόφασης του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 19.06.2023 να αναστείλει την εναντίον του ποινική δίωξη.

 

Με επιστολή ημερομηνίας 09.08.2023, η Διευθύντρια πληροφόρησε τον δικηγόρο του αιτητή πως το αίτημα εξετάστηκε και απορρίφθηκε καθότι κρίθηκε πως ο αιτητής δεν διατηρεί δικαίωμα διαμονής από Κύπριο πολίτη σύμφωνα με την πολιτική που εφαρμόζεται για τα μέλη οικογένειας Κυπρίων πολιτών.  Συγκεκριμένα, ως αναφέρεται στην επιστολή, ο γάμος δεν έχει διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα και το ζευγάρι δεν εισήλθε σε μία κοινή σοβαρή μακροπρόθεσμη νομική ή οικονομική δέσμευση από κοινού, δεν μοιράζονται γονικές υποχρεώσεις και ο αιτητής παρουσιάζει προβληματικό μεταναστευτικό ιστορικό.  Εναντίον της εν λόγω απόφασης ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 1409/2023, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί.

 

Με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 15.01.2024, ο αιτητής ανέφερε πως εργάζεται σε συγκεκριμένη εταιρεία, επισυνάπτοντας προς τούτο σχετικό συμβόλαιο εργασίας και κατάσταση ασφαλιστέων αποδοχών, και αιτήθηκε όπως του παραχωρηθεί άδεια παραμονής, ενόψει του προηγούμενου γάμου του με Κύπρια πολίτη.  Το αίτημα εξετάστηκε και απορρίφθηκε στις 08.02.2024 από τη Διευθύντρια, λόγω του μεταναστευτικού ιστορικού του αιτητή στη Δημοκρατία.  

 

Στις 20.05.2024 ο αιτητής συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και στις 21.05.2024 εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης.  Εναντίον αυτών καταχώρησε την προσφυγή υπ’ αρ. 766/2024, στο πλαίσιο εκδίκασης της οποίας έλαβε γνώση για την απορριπτική απόφαση ημερομηνίας 08.02.2024, την οποία αμφισβήτησε με την προσφυγή υπ’ αρ. 1004/2024.  Οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν και στις 05.08.2024 εκδόθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο ακυρωτική των προσβαλλομένων πράξεων απόφαση, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας ως προς το αίτημα του αιτητή για άδεια παραμονής εν όψει του προηγούμενου γάμου του.

Ακολούθησε επανεξέταση του αιτήματος του αιτητή ημερομηνίας 15.01.2024, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε από τη Διευθύντρια καθότι (ως αναφέρεται σε επιστολή ημερομηνίας 06.08.2024 με την οποία η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον δικηγόρο του αιτητή), όπως ο αιτητής είχε ήδη ενημερωθεί με την επιστολή ημερομηνίας 09.08.2023, αυτός δεν αντλεί δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία από Κύπριο πολίτη, ως πρώην μέλος οικογένειας Κύπριου πολίτη.  Επιπλέον, δεν συμμορφώθηκε με την επιστολή του Τμήματος ημερομηνίας 15.07.2022 για την υποβολή σχετικής αίτησης για άδεια παραμονής και έχει προβληματικό μεταναστευτικό ιστορικό στη Δημοκρατία αφού, ως η επιστολή αναφέρει, εισήλθε στη Δημοκρατία παράνομα, υπέβαλε αίτηση ασύλου καταχρηστικά, δεν συμμορφώθηκε με τις αποφάσεις του Τμήματος και διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα.

 

Στις 06.08.2024 ο αιτητής συνελήφθη εκ νέου για το αδίκημα της παράνομης παραμονής και στις 07.08.2024 κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης καθότι παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από τις 19.02.2023, όταν παρήλθε η προθεσμία υποβολής αίτησης για διευθέτηση της άδειας παραμονής του.  Την ίδια ημερομηνία, ήτοι στις 07.08.2024, εκδοθήκαν εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης, την νομιμότητα των οποίων αμφισβητεί με την προσφυγή υπ. αρ. 1080/2024.  Στις 08.08.2024 κοινοποιήθηκε στον αιτητή και η απόφαση ημερομηνίας 06.08.2024 για απόρριψη της αίτησής του για άδεια παραμονής και εργασίας, απόφαση εναντίον της οποίας ο αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αρ. 1182/24.  Στη βάση δε σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου, εκδόθηκε εκ συμφώνου διάταγμα για τη συνεκδίκαση των εν λόγω δύο προσφυγών. Σημειώνεται πως προηγούμενο αίτημα για συνεκδίκαση των εν λόγω δύο προσφυγών με την προσφυγή υπ’ αρ. 1409/2023, απορρίφθηκε από τη φυσική Δικαστή της υπόθεσης.

 

Διά των γραπτών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων δικηγόρων του και των λόγων ακύρωσης που προωθεί, ο αιτητής διατείνεται ότι οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις πάσχουν λόγω: παραβίασης δεδικασμένου, μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας, πραγματικής και νομικής πλάνης, κακή άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση, αντίθεσης με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, έλλειψης δέουσας αιτιολογίας, παραβίασης της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο Άρθρο 28 του Συντάγματος και στο άρθρο 14 της ΕΣΔΑ σε σχέση με το δικαίωμα στην οικογενειακή και ιδιωτική ζωή και παραβίασης του άρθρου 26 του Ν.7(Ι)/2007[1] ως προς τη διατήρηση του δικαιώματος διαμονής από τα μέλη της οικογένειας σε περίπτωση διαζυγίου.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση αντιτείνει πως οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις έχουν ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών των καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα και περιστατικά.  Επιπλέον, ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένες, καλύπτονται από το τεκμήριο της κανονικότητας, το οποίο ο αιτητής απέτυχε να αποσείσει και δεν παραβιάζουν το δεδικασμένο.  Επισημαίνεται ιδιαίτερα από τον κ. Χατζηπροδρόμου, με παραπομπή σε σχετική επί του θέματος νομολογία του ΔΕΕ, του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Διοικητικού Δικαστηρίου, πως ο Ν.7(Ι)/2007 και η Οδηγία 2004/38/ΕΚ[2] δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή καθότι δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση Κυπρίων πολιτών ή πολιτών κράτους μέλους, οι οποίοι ουδέποτε άσκησαν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας.

 

Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς θα πρέπει καταρχάς να επισημάνω πως, ενώ με την προσφυγή και τους εγειρομένους λόγους ακύρωσης ο αιτητής επικαλείται παραβίαση των προνοιών του Ν.7(Ι)/2007, εντούτοις, στο πλαίσιο των γραπτών αγορεύσεων του ευπαιδεύτου δικηγόρου του, ο αιτητής ρητώς αποδέχεται πως ο Ν. 7(Ι)/2007 εφαρμόζεται μόνο σε σχέση με τα μέλη της οικογένειας ευρωπαίων πολιτών άλλων κρατών μελών που ασκούν δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας στην Κύπρο, καθώς επίσης και για Κύπριους πολίτες και στα μέλη της οικογένειάς τους που άσκησαν δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. και επιστρέφουν στη Δημοκρατία. 

 

Τούτη είναι και η ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ διάσταση του θέματος.  Σύμφωνα με το άρθρο 3(1) της Οδηγίας, αυτή «[…]ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 σημείο 2 που τους συνοδεύουν ή πηγαίνουν να τους συναντήσουν.».  Βάσει δε του άρθρου 2 του Ν.7(Ι)/2007, «πολίτης της Ένωσης» σημαίνει «κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλου από τη Δημοκρατία, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 17 της Συνθήκης, καθώς και κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους συμβαλλόμενου μέρους του Ε.Ο.Χ.».

 

Στην απόφαση C-127/08 Blaise Baheten Metock κ.ά., ημερομηνίας 25.07.2008, το ΔΕΕ επεσήμανε σχετικώς τα ακόλουθα:

«73    Συναφώς, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, αφενός, δεν αντλούν από την οδηγία 2004/38 δικαιώματα εισόδου και διαμονής σε κράτος μέλος όλοι οι υπήκοοι τρίτων χωρών, αλλά μόνον όσοι είναι μέλη της οικογένειας, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 2, της οδηγίας αυτής, πολίτη της Ένωσης που άσκησε το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, εγκαθιστάμενος σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου είναι υπήκοος.

[…]

85      Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38 ορίζει ότι η οδηγία αυτή ισχύει για όλους τους πολίτες της Ένωσης, οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2, σημείο 2, που τους συνοδεύουν ή μεταβαίνουν στο κράτος μέλος υποδοχής με σκοπό την οικογενειακή επανένωση.».

 

Ως εκ τούτου, ο αιτητής δεν είχε, λόγω του γάμου του με Κύπρια πολίτη, αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, αλλά παράγωγο δικαίωμα το οποίο θα υφίστατο αν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του Ν.7(Ι)/2007 και η πρώην σύζυγός του είχε ασκήσει το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και εγκατάστασης σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλο από τη Δημοκρατία (Nisse v Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 23/2015, ημερ. 04.10.2021, ECLI:CY:AD:2021:C436) ή εάν, κατ’ ανάλογη εφαρμογή συμφώνως του άρθρου 4(6) του Ν.7(Ι)/2007, είχε αφιχθεί στη Δημοκρατία από άλλο κράτος μέλος ή διέμενε στη Δημοκρατία κατόπιν επιστροφής της από άλλο κράτος μέλος, που δεν είναι η παρούσα περίπτωση.

 

Ως εκ τούτου, ορθά και νόμιμα εφαρμόστηκαν στην περίπτωση του αιτητή οι πρόνοιες του Κεφ. 105.  Οι δε ισχυρισμοί του, στο πλαίσιο των γραπτών αγορεύσεων, περί παραβίασης της αρχής της ισότητας και περί αντίστροφης διάκρισης εις βάρος Κυπρίων πολιτών, δεν έχουν δεόντως δικογραφηθεί στις προσφυγές και ως εκ τούτου δεν θα με απασχολήσουν (Δημοκρατία ν Shalaeva (2010) 3 ΑΑΔ 598, Χριστοδουλίδης ν Πανεπιστημίου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ. 95/2012, ημερ. 06.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344, Χονδρουλίδου ν ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. κ.ά., Αναθ. Έφεση αρ. 208/2012, ημερ. 08.11.2018, ECLI:CY:AD:2018:C488).  

 

Ακολούθως επισημαίνεται ότι, από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης όπως αυτά αναλυτικά παρατίθενται ανωτέρω, συνάγεται πως κατά τον ουσιώδη για τις παρούσες προσφυγές χρόνο ο αιτητής δεν είχε αναγνωρισμένο δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, ούτε κατείχε σχετική προς τούτο άδεια.  Ως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση για κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη και στα επίδικα διατάγματα απέλασης και κράτησης, αυτός παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από τις 19.02.2023, όταν παρήλθε η προθεσμία υποβολής αίτησης για διευθέτηση της άδειας παραμονής του (30 ημέρες από την 19.01.2023, ημερομηνία κοινοποίησης στον αιτητή της απόφασης ημερομηνίας 15.07.2022).

 

Το γεγονός ότι εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 09.08.2023 εκκρεμεί η εκδίκαση της προσφυγής υπ’ αρ. 1409/2023 είναι, στη βάση του τεκμηρίου της νομιμότητας, νομικώς αδιάφορο και δεν νομιμοποιεί την παραμονή του αιτητή στη Δημοκρατία.  Ούτε το ακυρωτικό αποτέλεσμα στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές υπ’ αρ. 766/2024 και 1004/2024 καθιστούσε νόμιμη την παραμονή του μέχρι την επανεξέταση της αίτησής του ημερομηνίας 15.01.2024.  Ο δε ισχυρισμός του αιτητή περί παραβίασης του δεδικασμένου της ακυρωτικής απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου στις εν λόγω συνεκδικαζόμενες προσφυγές, απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμος καθότι αυτό το οποίο το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ήταν την απουσία δέουσας έρευνας και αιτιολογίας ως προς το αίτημα του αιτητή για άδεια παραμονής εν όψει του προηγούμενου γάμου του, αίτημα το οποίο εξετάστηκε και απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη με την προσφυγή υπ’ αρ. 1182/24 απόφαση, η οποία κρίνεται νόμιμη, σύμφωνη με τα στοιχεία του φακέλου και τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.   

 

Επαναλαμβάνεται πως το αίτημα του αιτητή ημερομηνίας 15.01.2024 απορρίφθηκε καθότι ο αιτητής δεν αντλεί δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία ως πρώην μέλος οικογένειας Κύπριας πολίτη, δεν συμμορφώθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 15.07.2022 για την υποβολή σχετικής αίτησης για άδεια παραμονής και έχει προβληματικό μεταναστευτικό ιστορικό στη Δημοκρατία αφού εισήλθε στη Δημοκρατία παράνομα, υπέβαλε αίτηση ασύλου καταχρηστικά, δεν συμμορφώθηκε με τις αποφάσεις του Τμήματος και διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα.  Επαναλαμβάνεται, επίσης, πως ο αιτητής αποδέχεται κατ’ ουσίαν πως ο Ν.7(Ι)/2007 δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωσή του, ενώ δεν αμφισβητεί ούτε ότι δεν συμμορφώθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 15.07.2022, ούτε ότι εισήλθε στη Δημοκρατία παράνομα.  Ως προς δε την αναφορά των καθ’ ων η αίτηση περί καταχρηστικής υποβολής αίτησης ασύλου, αναφορά την οποία ο αιτητής αμφισβητεί, επισημαίνεται πως στην απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 14.09.2017 (Παράρτημα 3 στην Ένσταση στην προσφυγή υπ’ αρ. 1080/2024), ρητώς καταγράφεται πως, κατά τη λήψη της απόφασης, λήφθηκε υπόψη και το γεγονός ότι ο αιτητής αιτήθηκε για διεθνή προστασία με σκοπό να παραμείνει νόμιμα στη Δημοκρατία για όσο περισσότερο διάστημα γίνεται.

Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την ευρύτατη διακριτική ευχέρεια του κράτους, ως εκδήλωση της εθνικής και εδαφικής κυριαρχίας του, να δέχεται ή να αποκλείει αλλοδαπούς από την επικράτειά του (Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401, Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Rami Makhlouf κ.ά. ν Δημοκρατίας, ΕΔΔ αρ. 21/17, ημερ. 10.09.2024) και, αφετέρου, την υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμφώνως των προνοιών της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ[3], να λαμβάνει μέτρα για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών προς το σκοπό καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή υπ’ αρ. 1080/24 διοικητικές πράξεις επίσης κρίνονται νόμιμες, επαρκώς αιτιολογημένες, το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, ευλόγως επιτρεπτές και εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση.

 

Ειδικότερα, ο αιτητής, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι στις 07.08.2024, δεν είχε οποιοδήποτε νόμιμο καθεστώς παραμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία και ως εκ τούτου ορθά κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 και νόμιμα, βάσει του άρθρου 14, εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα απέλασης. 

 

Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη τη μη συμμόρφωση του αιτητή με την προθεσμία που του δόθηκε για οικειοθελή αναχώρηση από τη Δημοκρατία, καταλήγω πως η κρίση των καθ’ ων η αίτηση περί κινδύνου διαφυγής του και η έκδοση του επίδικου διατάγματος κράτησης, συμφώνως του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, ήταν επίσης εύλογη και αιτιολογημένη.

 

Συνακόλουθα, οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται, με έξοδα ύψους €2.000 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

Α. ΖΕΡΒΟΥ, Δ.Δ.Δ.

 

 



[1] Ο περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμος του 2007 (Ν.7(I)/2007).

[2] Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών

[3] Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο