Κ. Κ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1282/2021, 16/4/2025
print
Τίτλος:
Κ. Κ. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1282/2021, 16/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1282/2021 και 1294/2021)

 

 16 Απριλίου 2025

[ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Πρόεδρος]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 1282/2021)

                         Κ. Κ.                                                                                             Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

          ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

Καθ’ ων  η Αίτηση

                                                                  

(Υπόθεση Αρ. 1294/2021)

              

                         Χ. Α.                                                                               Αιτητής

                                                  ΚΑΙ

                ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

                               Καθ’ ων  η Αίτηση                                                                       

Γ. Ζαχαρία (κα), για Αγγελίδης, Ιωαννίδης, Λεωνίδου Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 1282/2021

Σ. Ν. Ανδρέου, για Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 1294/2021

Δ. Εργατούδη (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ων η Αίτηση

Κλ. Παπαγεωργίου (κα), για Χαβιαράς & Φιλίππου Δ.Ε.Π.Ε., για Ενδιαφερόμενο Μέρος

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.: Με τις υπό εξέταση, συνεκδικαζόμενες προσφυγές, προσβάλλεται η νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση, Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 8.10.2021 και σύμφωνα με την οποία διορίστηκε ο Ι. Τ. (ενδιαφερόμενο μέρος (Ε.Μ.)) στη μόνιμη θέση Διευθυντή, Υφυπουργείο Ναυτιλίας («η επίδικη θέση») από 4.10.2021, αντί και/ή στη θέση των αιτητών.

 

Σύντομη αναδρομή στα γεγονότα της υπόθεσης, αποκαλύπτει τα εξής:

 

Η Ε.Δ.Υ. έλαβε επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υφυπουργείου Ναυτιλίας («ο Γενικός Διευθυντής»), ημερομηνίας 1.7.2019, με την οποία υποβαλλόταν πρόταση για την πλήρωση τριών θέσεων Διευθυντή, Υφυπουργείο Ναυτιλίας (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής).

 

Ακολούθως, η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρία της με ημερομηνία 29.8.2019, αποφάσισε τη δημοσίευση των εν λόγω θέσεων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπερ και εγένετο δια της δημοσίευσης ημερομηνίας 27.9.2019.

 

Εις ανταπόκριση, υποβλήθηκαν 107 αιτήσεις, οι οποίες εστάλησαν στον Γενικό Διευθυντή, ως Πρόεδρο της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής, που, με τη σειρά της, ετοίμασε σχετική έκθεση, συστήνοντας αριθμό υποψηφίων, μεταξύ των οποίων και οι αιτητές και το Ε.Μ.. Η έκθεση διαβιβάστηκε στην Ε.Δ.Υ., δι’ επιστολής του Γενικού Διευθυντή, ημερομηνίας 14.5.2021.

 

Εν συνεχεία, στη συνεδρία της, ημερομηνίας 13.7.2021, η Ε.Δ.Υ., αφού μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και τους οικείους διοικητικούς φακέλους των υποψηφίων που ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι, διενήργησε έλεγχο των προσόντων των υποψηφίων και υιοθέτησε τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με την υπό των υποψηφίων κατοχή των απαιτούμενων προσόντων. Ακολούθως, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους που είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, μεταξύ των οποίων οι αιτητές και το Ε.Μ., και στις συνεδρίες να παραστεί και ο Γενικός Διευθυντής.

 

Στις συνεδρίες της, ημερομηνίας 31.8.2021 και 1.9.2021, η Ε.Δ.Υ. δέχτηκε σε προφορική εξέταση τους 12 υποψηφίους οι οποίοι είχαν κληθεί και προσήλθαν ενώπιον της. Η απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση αξιολογήθηκε από την Ε.Δ.Υ., αλλά και από τον Γενικό Διευθυντή, με αποκλειστικό σκοπό, ως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό, την υποβοήθηση του έργου αξιολόγησης της Ε.Δ.Υ.. Ακολούθως, ο Γενικός Διευθυντής, αφού σύστησε για προαγωγή τρεις υποψηφίους, περιλαμβανομένου και του Ε.Μ., αποχώρησε από τη συνεδρία. Σημειώνεται ότι το Ε.Μ. δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος πριν από το διορισμό του στην επίδικη θέση.

 

Ακολούθως, η Ε.Δ.Υ. προχώρησε στη δική της αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και, στη βάση των ενώπιον της στοιχείων και αφού έλαβε υπόψη της την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, τα προσόντα των υποψηφίων και τα λοιπά στοιχεία των αιτήσεων, επέλεξε τους τρεις συστηθέντες υποψηφίους, περιλαμβανομένου και του Ε.Μ., ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να τους προσφέρει προαγωγή/διορισμό (όσον αφορά το Ε.Μ.) στην επίδικη θέση από 4.10.2021.

 

Ο διορισμός του Ε.Μ. δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 8.10.2021.

 

Οι αιτητές αντέδρασαν και κατά της πιο πάνω απόφασης καταχώρησαν  τις υπό εξέταση προσφυγές, στις 26.10.2021 και 27.10.2021 αντίστοιχα.

 

Στον πυρήνα των λόγων ακύρωσης που προωθούν οι αιτητές, βρίσκονται ισχυρισμοί περί μη διενέργειας δέουσας έρευνας, εμφιλοχωρήσασας πλάνης και πάσχουσας και/ή αντιφατικής αιτιολογίας τόσο σε σχέση με την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να περιλάβει το Ε.Μ. στον υποβληθέντα προς την Ε.Δ.Υ. κατάλογο συστηθέντων υποψηφίων, όσο και με τη δοθείσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αλλά και την απόφαση της Ε.Δ.Υ., η οποία και επέλεξε το Ε.Μ. για διορισμό στην επίδικη θέση. Και τούτο, κατά τη σχετική επιχειρηματολογία, καθότι το Ε.Μ. δεν πληρούσε ούτε το υπό του οικείου σχεδίου υπηρεσίας προβλεπόμενο, ως απαιτούμενο, προσόν της κατοχής Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στα θέματα που ρητά ορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας, αλλ’ ούτε την, επίσης προβλεπόμενη στο σχέδιο υπηρεσίας, δεκαετή τουλάχιστον πείρα. Επιπρόσθετα δε, το Ε.Μ. δεν κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο που να αποτελεί πλεονέκτημα σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης.

 

Περαιτέρω, ως αυτοτελής λόγος ακύρωσης που προωθείται και από τους δυο αίτητές, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. υπέρμετερη βαρύτητα στην ενώπιον της προφορική συνέντευξη, όπου το Ε.Μ. αξιολογήθηκε με οριακά καλύτερη βαθμολογία από αυτήν των αιτητών, η οποία και εξουδετέρωσε την υπεροχή των αιτητών στα λοιπά στοιχεία κρίσης, περιλαμβανομένης και της πείρας. Επ’ αυτού του σημείου, επιχειρηματολόγησε εκτενώς η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή στην προσφυγή αρ. 1282/2021, ενώ εντός αυτού του πλαισίου, ο συνήγορος του αιτητή στην προσφυγή αρ. 1294/2021 προβάλλει επίσης ότι οι καθ’ ων η αίτηση εσφαλμένα και πεπλανημένα βασίστηκαν στη σύσταση του Γενικού Διευθυντή υπέρ του Ε.Μ., καθότι ο Γενικός Διευθυντής παράτυπα και παράνομα προέβη σε αξιολόγηση της προφορικής συνέντευξης των υποψηφίων ενώπιον της Ε.Δ.Υ., κατά παραβίαση του άρθρου 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/1990), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο («ο Νόμος»). Κατά τη σχετική εισήγηση, συνιστά εξωγενές στοιχείο κρίσης που παράνομα λήφθηκε υπόψη, η αξιολόγηση της προφορικής απόδοσης των υποψηφίων από το Γενικό Διευθυντή κατά την προφορική συνέντευξη και η καταγραφή της βαθμολογίας τους, κατά τρόπο που δείχνει ότι η επιλογή των συστηθέντων υποψηφίων στηρίχθηκε στην εντύπωση του Γενικού Διευθυντή από την προφορική εξέταση.

 

Έτερος λόγος ακύρωσης που προωθείται και από τους δυο αιτητές, έγκειται στον ισχυρισμό ότι οι καθ’ ων η αίτηση, χωρίς τη δέουσα έρευνα και υπό πλάνη, παραγνώρισαν και/ή δεν αξιολόγησαν δεόντως ότι το Ε.Μ. υστερεί έναντι τους σε πείρα και/ή προσόντα. Συναφώς, εγείρεται από τον κ. Ανδρέου και ο ισχυρισμός ότι το Ε.Μ. δεν κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο που να αποτελεί πλεονέκτημα σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, ενώ, πεπλανημένα και χωρίς τη δέουσα έρευνα, δε δόθηκε επαρκής και/ή νόμιμη αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή.

 

Επιπρόσθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην προσφυγή αρ. 1294/2021 εγείρει ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης και/ή συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθότι, ως διατείνεται, δεν υπάρχει απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά προσχέδιο απόφασης αναφορικά με τον διορισμό των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το δε προσχέδιο δεν αποτελεί δεσμευτικό και έγκυρο έγγραφο. Επιπρόσθετα, ο κ. Ανδρέου υποβάλλει ότι πάσχει η σύσταση της Συμβουλευτικής και για το λόγο ότι οι τρεις Γενικοί Διευθυντές που διορίστηκαν ως μέλη της Επιτροπής, δεν ήσαν οι τρεις που ακολουθούν κατά σειρά ιεραρχίας τον Γενικό Διευθυντή, ενώ διερωτάται ποιό ήταν το μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής που επιλέγηκε από τον Πρόεδρο της Επιτροπής ως ορίζει το άρθρο 32(1) του Νόμου και αν ο διορισμός του προσώπου αυτού εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση αντιτείνει ότι η Διοίκηση ενήργησε εν προκειμένω νόμιμα και καλόπιστα, μέσα στα πλαίσια της ορθής ενάσκησης των εξουσιών της και της διακριτικής της ευχέρειας, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου και των αρχών του Διοικητικού Δικαίου. Η δε προσβαλλόμενη απόφαση υπήρξε καθόλα νόμιμη, πλήρως και/ή δεόντως αιτιολογημένη και ουδεμία πλάνη εμφιλοχώρησε κατά τη λήψη αυτής. Αντίθετα, οι καθ’ ων η αίτηση, προβαίνοντας σε δέουσα έρευνα, εφάρμοσαν τα καθιερωμένα και θεσμοθετημένα κριτήρια επιλογής των καταλληλότερων υποψηφίων και η επίδικη απόφαση λήφθηκε με καθόλα νόμιμη διαδικασία και χωρίς να παραβιάζεται οποιαδήποτε αρχή του Διοικητικού Δικαίου. Τονίζει συναφώς η κα Εργατούδη ότι το Ε.Μ. πληρούσε όλα τα απαιτούμενα υπό του σχεδίου υπηρεσίας προσόντα, περιλαμβανομένης και της προηγούμενης σχετικής, δεκαετούς τουλάχιστον, πείρας.

 

Περαιτέρω, κατά την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση, τόσο η δοθείσα σύσταση, όσο και η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και η τελική απόφαση της Ε.Δ.Υ., υπήρξαν καθόλα σύννομες και βρίσκονται σε συμβατότητα και/ή ουδόλως συγκρούονται με τα ενώπιον τους τεθέντα στοιχεία και/ή τα στοιχεία των οικείων διοικητικών φακέλων, ήσαν δε αυτές, σε κάθε περίπτωση, εύλογα επιτρεπτές.

 

Ως προς τον ισχυρισμό περί πάσχουσας σύστασης και/ή συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η κα Εργατούδη επισημαίνει ότι εν προκειμένω έτυχαν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 32(4) του Νόμου, εφόσον, από τη στιγμή που η διαδικασία αφορούσε τρεις διευθυντικές θέσεις, δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 32(1). Επισυνάπτεται δε ως συνημμένο στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, η πρόταση του Υφυπουργείου Ναυτιλίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο για τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και αντίγραφο της Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για τη σύσταση της εν λόγω Επιτροπής.

 

Καταλήγει η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση, τονίζοντας ότι οι αιτητές, σε καμία περίπτωση δεν κατόρθωσαν να καταδείξουν έκδηλη υπεροχή έναντι του Ε.Μ., ως η νομολογία πάγια και διαχρονικά επιτάσσει, και υποβάλλει την εισήγηση για απόρριψη των προσφυγών.

 

Η πλευρά του Ε.Μ. δεν καταχώρησε γραπτή αγόρευση και, όπως ρητά δηλώθηκε στη δικάσιμο ημερομηνίας 10.6.2024 και επαναλήφθηκε κατά τις διευκρινίσεις από την κα Παπαγεωργίου, υιοθετεί τη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση.

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων, είτε υπέρ είτε κατά της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Θα ξεκινήσω, κατά προτεραιότητα, με τον ισχυρισμό περί πάσχουσας σύνθεσης και/ή συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τον οποίον προβάλλει ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 1294/2021. Το ζήτημα της σύνθεσης και/ή συγκρότησης του συλλογικού διοικητικού οργάνου που λαμβάνει την επίδικη απόφαση ή/και συμμετέχει στη λήψη αυτής, συνιστά θέμα δημοσίας τάξεως, εξεταζόμενο ωσαύτως κατά προτεραιότητα, ακόμα και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, ανατρέχει δε αυτό στη ρίζα της νομιμότητας της ίδιας της τελικής, προσβαλλόμενης απόφασης (Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242). Τυχόν δε διαπίστωση προβλήματος, καθιστά την απόφαση άκυρη (Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Α.Ε. 29/2011, ημερ. 21.7.2016, Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, Sigma Radio T.V. Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 3 Α.Α.Δ. 130).

 

Εν προκειμένω, ο προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης είναι δισκελής: εγείρεται, αφενός, ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά προσχέδιο απόφασης αναφορικά με τον διορισμό των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής και, αφετέρου, ότι πάσχει η σύσταση της Συμβουλευτικής για το λόγο ότι οι τρεις Γενικοί Διευθυντές που διορίστηκαν ως μέλη της Επιτροπής, δεν ήσαν οι τρεις που ακολουθούν κατά σειρά ιεραρχίας τον Γενικό Διευθυντή, ενώ δεν προκύπτει ποιό ήταν το μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής που επιλέγηκε από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, ούτε και αν ο διορισμός του προσώπου αυτού εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

Εν πρώτοις, στη βάση των ενώπιον μου τεθέντων, προκύπτει ότι πράγματι υπήρξε απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για τον ορισμό της Συμβουλευτικής Επιτροπής: πρόκειται για την Απόφαση αρ. 90.145, ημερομηνίας 7.10.2020, σύμφωνα με την οποία ορίστηκαν οι κ.κ. Α. Λ., Σ. Μ., Θ. Τ. και Σ. Κ. ως μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, της οποίας θα προήδρευε ο Αν. Γενικός Διευθυντής του Υφυπουργείου Ναυτιλίας. Αντίγραφο της εν λόγω Απόφασης επισυνάφθηκε ως «Συνημμένο ΙΙ» στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου των καθ’ ων η αίτηση και παρατηρώ ότι αυτό φέρει τη διαβάθμιση «Εμπιστευτικό», αλλά και αριθμό σελίδωσης στο πάνω δεξιό μέρους αυτού, από την οποία τεκμαίρεται η καταχώρησή του εντός διοικητικού φακέλου. Επ’ αυτών, δεν υπήρξε αντίλογος δια της απαντητικής γραπτής αγόρευσης του κ. Ανδρέου. Συνεπώς, και λαμβάνοντας υπόψη και το τεκμήριο της νομιμότητας υπέρ των πράξεων της Διοίκησης που εν προκειμένω δεν έχει ανατραπεί, κρίνω ότι από το εν λόγω έγγραφο προκύπτει ο νομότυπος ορισμός της Συμβουλευτικής Επιτροπής από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

Περαιτέρω, ορθώς εφαρμόστηκαν στην υπό συζήτηση περίπτωση οι πρόνοιες του άρθρου 32(4) του Νόμου, εφόσον, από τη στιγμή που η διαδικασία αφορούσε τρεις διευθυντικές θέσεις, δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 32(1), ως εισηγείται ο συνήγορος του αιτητή. Σύμφωνα με το άρθρο 32, στο βαθμό που εδώ ενδιαφέρει-

 

«32.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), συνιστώνται οι ακόλουθες Συμβουλευτικές Επιτροπές για να συμβουλεύουν την Επιτροπή σε σχέση με την πλήρωση κενών θέσεων Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, αφού εξαιρεθούν οι περιπτώσεις πλήρωσης των θέσεων Προϊσταμένων Τμημάτων:

 

(α) Για την πλήρωση κενών θέσεων σε Υπουργείο, στη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης, Υπουργείο Οικονομικών και στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας συνιστάται Επιτροπή:

(i) Από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου ή της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης, Υπουργείο Οικονομικών ή το Γενικό Λογιστή της Δημοκρατίας που θα ενεργεί ως Πρόεδρος και

(ii) από τέσσερις άλλους λειτουργούς, από τους οποίους οι τρεις ακολουθούν κατά σειρά ιεραρχίας το Γενικό Διευθυντή ή το Γενικό Λογιστή, εφόσον υπηρετούν στην Κύπρο, και ένας επιλέγεται από αυτόν και θα εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή για τη συγκεκριμένη περίπτωση.

 

(β) για την πλήρωση κενών θέσεων σε Τμήμα που υπάγεται σε Υπουργείο συνιστάται Επιτροπή από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος ή της Υπηρεσίας, που θα ενεργεί ως Πρόεδρος και τέσσερις άλλους λειτουργούς, από τους οποίους οι τρεις ακολουθούν κατά σειρά ιεραρχίας τον Προϊστάμενο και ένας επιλέγεται από το Γενικό Διευθυντή του οικείου Υπουργείου και εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή για τη συγκεκριμένη περίπτωση:

 

Νοείται ότι κάθε φορά που πρόκειται για πλήρωση θέσεων οι κάτοχοι των οποίων είναι ιεραρχικά αμέσως υφιστάμενοι του Προϊσταμένου του οικείου Τμήματος, ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής ενεργεί ο Γενικός Διευθυντής του οικείου Υπουργείου και τα υπόλοιπα μέλη αυτής, από τα οποία το ένα θα είναι ο οικείος Προϊστάμενος, θα επιλέγονται από το Γενικό Διευθυντή του οικείου Υπουργείου και θα εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή για τη συγκεκριμένη περίπτωση.

[.]

(4) Όταν, λόγω της μη ύπαρξης κατάλληλων λειτουργών ή λόγω κωλύματος, κρίνεται αναγκαίο όπως μέλη μιας Συμβουλευτικής Επιτροπής επιλέγονται υπάλληλοι από άλλο Υπουργείο, ανεξάρτητο Γραφείο ή Υπηρεσία στην οποία δεν υπάγεται η θέση που θα πληρωθεί, η επιλογή θα γίνεται ύστερα από συνεννόηση με την αρμόδια αρχή που προΐσταται των υπαλλήλων αυτών.».

 

Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 32, αναφέρονται σε λειτουργούς που ακολουθούν σε ιεραρχία τον Γενικό Διευθυντή, με αποτέλεσμα να μην μπορούσαν αυτές να τύχουν εφαρμογής στην υπό εξέταση περίπτωση, που η διαδικασία αφορούσε τρείς διευθυντικές θέσεις του Υφυπουργείου, και, συνεπώς, ορθώς έτυχαν εφαρμογής οι διατάξεις του εδαφίου (4) του εν λόγω άρθρου. Σχετική είναι και η πρόταση του Υφυπουργείου Ναυτιλίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ημερομηνίας 28.9.2020, για τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία επεξηγείται γιατί εφαρμόστηκε το άρθρο 32(4) του Νόμου («Συνημμένο Ι» στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση).

 

Ως εκ των πιο πάνω, ο συγκεκριμένος εγειρόμενος λόγος ακύρωσης απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Περαιτέρω, ως αβάσιμος θα πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός του αιτητή στην προσφυγή αρ. 1294/2021 ότι ο Γενικός Διευθυντής παράτυπα και παράνομα προέβη σε αξιολόγηση της προφορικής συνέντευξης των υποψηφίων ενώπιον της Ε.Δ.Υ., κατά παραβίαση του άρθρου 34 του Νόμου (Ν.1/1990). Με αναφορά στην Καφά ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 12, ο κ. Ανδρέου υποβάλλει ότι συνιστά εξωγενές στοιχείο κρίσης που παράνομα λήφθηκε υπόψη, η αξιολόγηση της προφορικής απόδοσης των υποψηφίων από το Γενικό Διευθυντή κατά την προφορική συνέντευξη και η καταγραφή της βαθμολογίας τους, κατά τρόπο που δείχνει ότι η τελική επιλογή των συστηθέντων υποψηφίων από την Ε.Δ.Υ., στηρίχθηκε στην εντύπωση του Γενικού Διευθυντή από την προφορική εξέταση.

 

Ούτε ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Εξετάζοντας το σχετικό πρακτικό των συνεδριών της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 31.8.2021 και 1.9.2021 (παράρτημα 7 στο δικόγραφο της ένστασης), διαπιστώνεται εν πρώτοις ότι στην υπό εξέταση περίπτωση, ο ρόλος που επιτέλεσε ο Γενικός Διευθυντής, κατά τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων ενώπιον της Ε.Δ.Υ., ήταν καθαρά καθοδηγητικός, συμβουλευτικός, αλλά και υποβοηθητικός του έργου της Επιτροπής. Η όποια αξιολόγηση δόθηκε εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή αναφορικά με την απόδοση ενός εκάστου των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση, ήταν απλώς βοηθητική, για τη διαμόρφωση άποψης από την Ε.Δ.Υ.. Αυτό δε άλλωστε αναφέρεται και στο σχετικό πρακτικό, όπου καταγράφεται ότι ο Γενικός Διευθυντής συμμετείχε «με αποκλειστικό σκοπό να υποβοηθήσει την Επιτροπή στην αξιολόγηση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση». Στα δε στοιχεία που αυτός έλαβε υπόψη του προκειμένου να προβεί στη σύστασή του υπέρ και του Ε.Μ., ξεκάθαρα δεν περιλαμβάνεται και η απόδοση των υποψηφίων στην προφορική συνέντευξη.

 

Κατά τη νομολογία, είναι επιτρεπτό για τον Διευθυντή, ως Προϊστάμενο του Τμήματος στο οποίο υπάγονται οι κενές θέσεις, να προβαίνει σε αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης και δύναται να διατυπώνει τις απόψεις του, οι οποίες δεν αποτελούν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης (Ε.Χ. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1479/2019, ημερ. 20.12.2022).

 

Συνεπώς, απορρίπτεται ως αβάσιμος και ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης.

 

Όπως έχει ήδη λεχθεί, στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας και των δυο αιτητών, βρίσκονται ισχυρισμοί περί μη διενέργειας δέουσας έρευνας, εμφιλοχωρήσασας πλάνης και πάσχουσας και/ή αντιφατικής αιτιολογίας, τόσο σε σχέση με την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να περιλάβει το Ε.Μ. στον υποβληθέντα προς την Ε.Δ.Υ. κατάλογο συστηθέντων υποψηφίων, όσο και σε σχέση με τη δοθείσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αλλά και την απόφαση της Ε.Δ.Υ., η οποία και επέλεξε το Ε.Μ. για διορισμό στην επίδικη θέση. Και τούτο, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, καθότι το Ε.Μ. δεν πληρούσε ούτε το υπό του οικείου σχεδίου υπηρεσίας προβλεπόμενο, ως απαιτούμενο, προσόν της κατοχής Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στα θέματα που ρητά ορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας, αλλ’ ούτε την, επίσης προβλεπόμενη στο σχέδιο υπηρεσίας, δεκαετή τουλάχιστον πείρα. Επιπρόσθετα δε, κατά τους αιτητές, το Ε.Μ. δεν κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο, που να αποτελεί πλεονέκτημα σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης.

 

Το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης προβλέπει τα ακόλουθα:

 

«2.2 Απαιτούμενα προσόντα

(1)(α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:

Ναυπηγική, Ναυτική Μηχανική, Μηχανολογική Μηχανική, Χημική Μηχανική, Ηλεκτρονική Μηχανική, Μηχανική Τηλεπικοινωνιών, Ναυτιλιακές Σπουδές, Οικονομικά, Νομικά (συμπεριλαμβανομένου του  Barrister-at-Law),   Διοίκηση Επιχειρήσεων,  Επιστήμη   των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ή/και Τεχνολογία της Πληροφορικής

(Σημ.: Ο όρος "πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος" καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο)

ή

(β) Πιστοποιητικό Ικανότητας Πλοιάρχου A’ Τάξης χωρίς περιορισμούς ή Μηχανικού A’ χωρίς περιορισμούς αναγνωρισμένο από τη Δημοκρατία, σύμφωνα με τη νομοθεσία.

 

(2) Δεκαετής τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση, μετά από την απόκτηση των προσόντων που αναφέρονται στην παράγραφο (1) πιο πάνω, σε θέματα ναυτιλίας, από την οποία πενταετής τουλάχιστον πείρα σε εποπτικά/διοικητικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών.

 

(3) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας.

 

(4) Ακεραιότητα χαρακτήρα, διευθυντική, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

 

(5) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους σ’ ένα από τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο (1)(α) πιο πάνω ή ιδιότητα του μέλους οποιουδήποτε σώματος Ελεγκτών, αναγνωρισμένου από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ελεγκτών Νόμου, θα αποτελεί πλεονέκτημα».

 

Ξεκινώντας από το πρώτο προβλεπόμενο, ως απαιτούμενο, προσόν της κατοχής Πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος σε ένα από τα προεκτεθέντα θέματα που ρητά ορίζονται στο σχέδιο υπηρεσίας (βλ. 1(α) ανωτέρω),  παρατηρούνται τα εξής:

 

Το Ε.Μ., σύμφωνα με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου, κατέχει, εκτός από το Πτυχίο στη Λογιστική (Τ.Ε.Ι.), ημερομηνίας 11.2.2004, Μάστερ (MS.C, M.A.) με τίτλο MS.C FINANCIAL DECISION MANAGEMENT (University of Luton, Ηνωμένο Βασίλειο), ημερομηνίας 23.2.2006 και Μάστερ (MS.C, M.A.) MS.C INTERNATIONAL TRADE AND TRANSPORT (London Metropolitan University, Ηνωμένο Βασίλειο), ημερομηνίας 22.5.2007.

 

Εύλογα τίθεται το ερώτημα κατά πόσον τα εν λόγω πτυχία και/ή οι ακαδημαϊκοί τίτλοι του Ε.Μ. δύνανται να θεωρηθούν ότι εμπίπτουν, εν πρώτοις, στην προεκτεθείσα παράγραφο 1(α) του σχεδίου υπηρεσίας αναφορικά με Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα εκεί προβλεπόμενα θέματα. Προδήλως το Πτυχίο ΤΕΙ στη Λογιστική δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε συνάφεια με τα πιο πάνω απαιτούμενα προσόντα, ενώ από τον ίδιο τον τίτλο, προκύπτει ότι το Πτυχίο MS.C FINANCIAL DECISION MANAGEMENT (σε ελεύθερη μετάφραση Διαχείριση Οικονομικών Αποφάσεων), δεν σημαίνει, άνευ ετέρου, Πτυχίο είτε στα Οικονομικά είτε στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ούτε συνδυασμό αυτών, όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας. Παρομοίως, Πτυχίο MS.C INTERNATIONAL TRADE AND TRANSPORT (σε ελεύθερη μετάφραση Διεθνές Εμπόριο και Μεταφορές), δεν σημαίνει το δίχως άλλο, ούτε Πτυχίο στα Οικονομικά ούτε στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ούτε συνδυασμό αυτών.

 

Επιπρόσθετα δε, και πέραν της, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, έλλειψης συνάφειας των προσόντων του Ε.Μ. με τα όσα στην εν λόγω παράγραφο 1(α) προβλέπονται, δεν εντοπίζω και οτιδήποτε που θα μπορούσε να συνηγορήσει υπέρ της αντίθετης άποψης, όπως π.χ. αναλυτικό κατάλογο μαθημάτων (transcript) που παρακολούθησε το Ε.Μ. για την εξασφάλιση των πιο πάνω ακαδημαϊκών τίτλων ή διατριβή (dissertation), από τα οποία να προκύπτει εν τέλει η συνάφεια του αποκτηθέντος τίτλου με τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας προβλεπόμενα ως απαιτούμενα προσόντα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η διατριβή του Ε.Μ. για την απόκτηση του τίτλου MS.C INTERNATIONAL TRADE AND TRANSPORT, έχει τίτλο «The effect of Oil pollution and Oil Spills which caused the vessels», που δεν φαίνεται να έχει οποιαδήποτε σχέση, είτε με τα Οικονομικά είτε με τη Διοίκηση Επιχειρήσεων.

 

Βεβαίως και δεν παραγνωρίζω την πάγια νομολογιακή προσέγγιση ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας, ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του διορίζοντος διοικητικού οργάνου, με τη δικαστική παρέμβαση κατά την άσκηση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, να δικαιολογείται μόνον όταν η ερμηνεία δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις ή το διορίζον όργανο έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας (Ανδρέας Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 100/2020, ημερ. 19.2.2025, Γεωργίου ν. Δημοκρατίας Ε.Δ.Δ. 61/2020, ημερ. 24.1.2025, Γρουτίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 169/2014 ημερ. 1.11.2021, ECLI:CY:AD:2021:C493, Σουρουλλά ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 74/2013 ημερ. 10.10.2019, Μαππή ν. Δημοκρατίας  (2017) 3 (Β) Α.Α.Δ. 862, 869). Ούτε βεβαίως και συνιστά έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των προσόντων ενός υποψηφίου, εφόσον αυτό εμπίπτει εντός της αρμοδιότητας και/ή συνιστά καθήκον του διοικητικού οργάνου. Η εξουσία του Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο νομιμότητας της διοικητικής πράξης, ως εύλογα επιτρεπτής υπό τις περιστάσεις και δεν προβαίνει σε πρωτογενή αξιολόγηση των στοιχείων των υποψηφίων και ούτε επεκτείνεται στην ουσιαστική κρίση του διοικητικού οργάνου (FIRST ELEMENTS EUROCONSULTANTS LTD ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 34/2012, ημερ. 15.12.2017).

 

Ωστόσο, στην υπό κρίση περίπτωση,  με βάση τα ενώπιον μου τεθέντα και δη τις υπό των ιδίων των καθ’ ων η αίτηση αξιολογήσεις των προσόντων του Ε.Μ. (από Συμβουλευτική Επιτροπή και ακολούθως από Ε.Δ.Υ.), το θέμα δεν περιορίζεται μόνον ως προς το κατά πόσον, πράγματι, το Ε.Μ. κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης: υπάρχει και έτερο σοβαρό ζήτημα που αφορά στην ασάφεια και/ή αντιφατικότητα από τους ίδιους τους καθ’ ων η αίτηση, όχι μόνον ως προς το σκεπτικό της κατάληξής τους επί του συγκεκριμένου ζητήματος, αλλά και ως προς το ποιο ακαδημαϊκό προσόν του Ε.Μ. θεωρήθηκε ότι πληροί την παράγραφο 1(α) και ποιο προσόν πληροί την παράγραφο (5) των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης. Ειδικότερα, παρατηρούνται τα εξής:

 

Στο παράρτημα 5 του δικογράφου της ένστασης, επισυνάπτεται η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής, ημερομηνίας 23.11.2020. Σε ένα από τα εκεί περιεχόμενα συνημμένα έγγραφα (Συνημμένο 2 του Παραρτήματος B του παραρτήματος 5), επισυνάπτεται αναλυτικός συγκεντρωτικός κατάλογος υποψηφίων και, όσον αφορά το Ε.Μ., υπάρχουν οι εξής αναφορές (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Απαιτούμενα Προσόντα 2.2(1) (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν): ΠTYXIO (BS.C, B.A), BS.C ACCOUNTING UNIVERSITY OF CHALKIDA (T.E.I.) SCHOOL OF BUSINESS AND ECONOMICS, Ελλάδα, 11/02/2004.

Πλεονέκτημα 2.2(5) (Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους): MAΣTEP (MS.C, M.A.) MS.C FINANCIAL DECISION MANAGEMENT, UNIVERSITY OF LUTON, Ηνωμένο Βασίλειο, 23/02/2006».

 

Στη συνέχεια, και πάλι στο Παράρτημα 5 της ένστασης, επισυνάπτονται τα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 3.2.2021 (Παράρτημα Ζ). Στο Συνημμένο 3 του εν λόγω Παρατήματος Ζ, επισυνάπτεται κατάλογος των υποψηφίων που κλήθηκαν στην προφορική εξέταση και, όσον αφορά το Ε.Μ., υπάρχουν οι εξής αναφορές (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Απαιτούμενα Προσόντα 2.2(1) (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν): ΜΑΣΤΕΡ (MS.C, M.A.) MS.C OF SCIENCE IN FINANCIAL DECISION MANAGEMENT, UNIVERSITY OF LUTON, Ηνωμένο Βασίλειο, 23/02/2006.

Πλεονέκτημα 2.2(5) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους: ΜΑΣΤΕΡ (MS.C, M.A.) MS.C INTERNATIONAL TRADE AND TRNSPORT, LONDON METROPOLITAN UNIVERSITY, Ηνωμένο Βασίλειο, 22/05/2007.».

 

Τέλος στο παράρτημα 8 της ένστασης, όπου περιέχονται τα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 1.9.2021, αναφέρονται τα εξής σε σχέση με τα προσόντα του Ε.Μ. (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):

 

«Η Επιτροπή επιλέγοντας τον Τ. Ι., έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην ενώπιον της προφορική εξέταση, ως Πάρα Πολύ Καλός και στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση ως Εξαίρετος, αξιολογηθείς δηλαδή από την Επιτροπή στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους, διαθέτει το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Επίσης, λήφθηκε υπόψη ότι o επιλεγείς διαθέτει επιπρόσθετο σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης προσόν, Master of Science in  Financial Decision Management, university of Luton, το οποίο, παρόλο ότι δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, ωστόσο λήφθηκε υπόψη και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.».

 

Είναι πρόδηλη όχι μόνον η αντιφατικότητα στην κρίση των αποφάσεων των καθ’ ων η αίτηση επί του ζητήματος της αξιολόγησης των προσόντων του Ε.Μ., αλλά και η σύγχυση στην οποία τελούσαν οι καθ’ ων η αίτηση σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα. Εν πρώτοις, η ίδια η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάνθηκε αρχικά ότι το Ε.Μ. πληρούσε την απαίτηση της παραγράφου 1(α) των απαιτούμενων προσόντων του οικείου σχεδίου υπηρεσίας (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν), επειδή κατείχε τον τίτλο «ΠTYXIO (BS.C, B.A), BS.C ACCOUNTING UNIVERSITY OF CHALKIDA (T.E.I.) SCHOOL OF BUSINESS AND ECONOMICS, Ελλάδα, 11/02/2004». Αποφάνθηκε επίσης αρχικά η Συμβουλευτική Επιτροπή ότι το Ε.Μ. πληρούσε και το προβλεπόμενο στην παράγραφο (5) Πλεονέκτημα (Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους), επειδή κατείχε τον τίτλο MAΣTEP (MS.C, M.A.) MS.C FINANCIAL DECISION MANAGEMENT, UNIVERSITY OF LUTON, Ηνωμένο Βασίλειο. Στη συνέχεια όμως, η ίδια Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι το Ε.Μ. πληρούσε την απαίτηση της παραγράφου 1(α) των απαιτούμενων προσόντων του οικείου σχεδίου υπηρεσίας (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν), επειδή κατείχε τον τίτλο «ΜΑΣΤΕΡ (MS.C, M.A.) MS.C OF SCIENCE IN FINANCIAL DECISION MANAGEMENT, UNIVERSITY OF LUTON, Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ως προς το προβλεπόμενο στην παράγραφο (5) Πλεονέκτημα (Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους), αποφάσισε αυτή τη φορά ότι το Ε.Μ. κατείχε τον τίτλο ΜΑΣΤΕΡ (MS.C, M.A.) MS.C INTERNATIONAL TRADE AND TRΑNSPORT, LONDON METROPOLITAN UNIVERSITY, Ηνωμένο Βασίλειο. Σαφής η διαφοροποίηση.

 

Έτι δε περαιτέρω, η Ε.Δ.Υ στη συνέχεια, στη συνεδρία της ημερομηνίας 1.9.2021, έκρινε ότι το Ε.Μ. πληροί τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας προβλεπόμενα ως απαιτούμενα προσόντα, παραθέτοντας όμως καθόλα διαφορετική αιτιολογία και υιοθετώντας διαφορετικό σκεπτικό από αυτό της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Και αυτό, παρόλο που αναφέρεται στο πρακτικό της συνεδρίας της, ημερομηνίας 13.7.2021, ότι η Ε.Δ.Υ. «[.] υιοθέτησε τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής για όλους τους υποψηφίους» όσον αφορά την κατοχή των ακαδημαϊκών προσόντων. Συγκεκριμένα, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε ότι το Ε.Μ. «διαθέτει το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης», καθώς και «επιπρόσθετο σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης προσόν, Master of Science in Financial Decision Management, University of Luton, το οποίο, παρόλο ότι δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, ωστόσο λήφθηκε υπόψη και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.». Δεν αναφέρει όμως η Ε.Δ.Υ. ποιο είναι το απαιτούμενο προσόν, σύμφωνα με την παράγραφο 1(α) του σχεδίου υπηρεσίας, που κατέχει το Ε.Μ., ούτε και ποιο είναι το προσόν του Ε.Μ. που ανταποκρίνεται στην απαίτηση της παραγράφου (5) περί του πλεονεκτήματος. Επιπρόσθετα, η Ε.Δ.Υ. αξιολόγησε τον τίτλο του Ε.Μ. Master of Science in Financial Decision Management (University of Luton) ως «επιπρόσθετο σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης προσόν», ενώ το ίδιο προσόν είχε προηγουμένως κριθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ότι πληρούσε την απαίτηση της παραγράφου 1(α) των απαιτούμενων προσόντων του οικείου σχεδίου υπηρεσίας (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν). Και γι’ αυτό, προδήλως, η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε το Ε.Μ., εφόσον έκρινε ότι το συγκεκριμένο προσόν (Master of Science in Financial Decision Management) δεν ήταν επιπρόσθετο σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης προσόν, αλλά απαιτούμενο σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο 1(α) των απαιτούμενων προσόντων.

 

Ας σημειωθεί ότι επί των πιο πάνω, το μόνο που αναφέρεται ως αντίλογος στη γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση (βλ. σελ. 17), είναι ότι το Ε.Μ. «κατέχει πτυχίο (BSc, B.A.) Accounting, University of Chalkida (Τ.Ε.Ι.) School of Business and Economics, Ελλάδα, 11/02/2004».

 

Η ανάγκη για συγκεκριμένη παράθεση και αναφορά από την Ε.Δ.Υ. στα προσόντα του Ε.Μ., σε συνδυασμό με συγκεκριμένη αναφορά και στις αντίστοιχες πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας που κάθε ένα από τα εν λόγω προσόντα πληρούσε, καθίστατο επιτακτική και λόγω της ανάγκης για αιτιολογία και της υποχρέωσης των καθ’ ων η αίτηση για δέουσα αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης, αλλά και λόγω της προηγηθείσας αντιφατικής κρίσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής επί του ιδίου θέματος. Ωστόσο, αυτό όχι μόνο δεν έγινε από την Ε.Δ.Υ., αλλά επιτάθηκε η αντιφατικότητα σε σχέση με την υπό των καθ’ ων η αίτηση αξιολόγηση των προσόντων του Ε.Μ., με αποτέλεσμα να παρατηρείται πλημμέλεια και/ή κενό αιτιολογίας και, αναπόφευκτα, να καθίσταται ανέφικτη η διενέργεια του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου Στέφανος Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270), εφόσον δεν αποκαλύπτεται εν τέλει το σκεπτικό, επί των οποίων στηρίχθηκε η κρίση των καθ’ ων η αίτηση ως προς την αξιολόγηση του Ε.Μ. ως προσοντούχου και, συνακόλουθα, ως προς την τελική του επιλογή για πλήρωση της επίδικης θέσης (L.A.S. BOATING LTD ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 37/2017, ημερ. 26.10.2023, Λ. Σκυλλουριώτης v. Δήμου Λευκωσίας, ΕΔΔ 38/2016, ημερ. 1.7.2022, Eurofarm (P. Neophytou) Ltd ν. Δημοκρατίας Α.Ε.142/2015, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:A121, ANDRELIA PAPHOS LTD ν. Δημοκρατίας, ΕΔΔ 49/2019, ημερ. 23.10.2023).

 

Ως εκ των πιο πάνω, κρίνονται βάσιμοι οι ισχυρισμοί των αιτητών περί έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας αλλά και μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση (Συμβουλευτικής Επιτροπής και Ε.Δ.Υ.) αναφορικά με τα προσόντα του Ε.Μ. που προβλέπονται, σύμφωνα με τις διατάξεις 1(α) και 5 των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας.

 

Επιπρόσθετα, όμως, έλλειψη δέουσας έρευνας διαπιστώνεται και αναφορικά με την υπό του Ε.Μ. κατοχή της προβλεπόμενης στην παράγραφο (2) των απαιτούμενων προσόντων δεκαετούς τουλάχιστον πείρας σε υπεύθυνη θέση, μετά από την απόκτηση των προσόντων που αναφέρονται στην παράγραφο (1) πιο πάνω, σε θέματα ναυτιλίας, από την οποία πενταετής τουλάχιστον πείρα σε εποπτικά/διοικητικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών. Ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί, για σκοπούς συζήτησης, ότι το Ε.Μ. κατείχε τα προσόντα που προβλέπονται στην παράγραφο (1) του οικείου σχεδίου υπηρεσίας, για τα οποία έγινε αναφορά πιο πάνω, από το σύνολο των ενώπιον μου τεθέντων, δεν προκύπτει με την απαιτούμενη επάρκεια το κατά πόσον έχει αυτός τουλάχιστον δέκα χρόνια πείρας σε υπεύθυνη θέση σε θέματα ναυτιλίας, μετά την απόκτηση των εν λόγω προσόντων. Και τούτο, καθότι διαπιστώνεται ότι το Ε.Μ. από 1.2.2015, ήτοι κατά περίοδο που εμπίπτει εντός της δεκαετούς απαιτούμενης πείρας σε θέματα ναυτιλίας, εργαζόταν ως υπεύθυνος για την ανάπτυξη και βελτίωση του ξενοδοχειακού προϊόντος και στον έλεγχο ανθρώπινου δυναμικού σε συγκεκριμένο ξενοδοχείο, απασχόληση που δεν φαίνεται να σχετίζεται με θέματα ναυτιλίας. Δεν προκύπτει να έχει διενεργηθεί η δέουσα έρευνα επί του εν λόγω θέματος από τους καθ’ ων η αίτηση. Μάλιστα, το όλο ζήτημα φαίνεται να απασχόλησε αρχικά τη Συμβουλευτική Επιτροπή, εφόσον, όπως προκύπτει από τον αναλυτικό συγκεντρωτικό πίνακα των υποψηφίων, ο οποίος βρίσκεται ως συνημμένο έγγραφο στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής (παράρτημα 5 στην ένσταση), όσον αφορά την υπό του Ε.Μ. κατοχή της δεκαετούς πείρας σε υπεύθυνη θέση σε θέματα ναυτιλίας, καταγράφεται η φράση «ΝΑΙ ΜΕ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ». Παρομοίως, σε άλλο συνημμένο της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπου περιέχεται ο κατάλογος των υποψηφίων που κλήθηκαν σε προφορική εξέταση, αναφέρονται τα εξής αναφορικά με την υπό του Ε.Μ. κατοχή της εν λόγω δεκαετούς πείρας: «ΝΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΟΤΙ ΘΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΘΕΙ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ». Αυτό μάλιστα αναφέρθηκε και στη συνέχεια, στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ημερομηνίας 13.7.2021. Ωστόσο, εξετάζοντας τα τηρηθέντα κατά την διενέργεια της προφορικής εξέτασης πρακτικά, διαπιστώνω ότι ουδέν αναφέρεται επί του θέματος, με αποτέλεσμα να μην προκύπτει από πουθενά το κατά πόσον οι καθ’ ων η αίτηση διερεύνησαν, ως όφειλαν, το κατά πόσον το Ε.Μ. πράγματι κατέχει το συγκεκριμένο απαιτούμενο προσόν. Ειδικότερα, στο πρακτικό ημερομηνίας 1.9.2021, όταν και είχε προσέλθει για προφορική εξέταση το Ε.Μ., αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι υποβλήθηκαν ερωτήσεις «[.] πάνω σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της διοικητικής και διευθυντικής ικανότητας των υποψηφίων, της ικανότητάς τους για επικοινωνία [.] και γενικά της ικανότητάς τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα της θέσης».

 

Από πουθενά όμως δεν προκύπτει να υποβλήθηκαν από την Ε.Δ.Υ. στο Ε.Μ. ερωτήσεις σε σχέση με το υπό συζήτηση ζήτημα και από πουθενά δεν προκύπτει να διερευνήθηκε περαιτέρω από τους καθ’ ων η αίτηση, όπως αρχικά είχε (και μάλιστα σε δυο περιπτώσεις) λεχθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ειδικά όσον αφορά στο Ε.Μ., το κατά πόσον πράγματι το Ε.Μ. πληροί τη συγκεκριμένη απαίτηση του οικείου σχεδίου υπηρεσίας. Τα όσα δε αναφέρει η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση επί του θέματος (βλ. σελ. 12 στη γραπτή της αγόρευση), δεν αναιρούν την πιο πάνω διαπίστωση.

 

Ως εκ των πιο πάνω, διαπιστώνεται πράγματι έλλειψη δέουσας έρευνας, αλλά και ζήτημα πάσχουσας και/ή πλημμελούς αιτιολογίας αναφορικά με τα προσόντα του Ε.Μ., με σοβαρό και το ενδεχόμενο εμφιλοχώρησης πλάνης στο συλλογισμό των καθ’ ων η αίτηση. Αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι ακόμη και η πιθανολόγηση της ορθότητας ισχυρισμού περί εσφαλμένου πραγματικού υποβάθρου της προσβαλλόμενης πράξης, όπως και η απλή θεμελίωση ενδεχομένου πλάνης, αρκεί για να ακυρωθεί αυτή και να εξεταστεί το θέμα από το αρμόδιο διοικητικό όργανο πάνω στην ορθή πραγματική του βάση, απαλλαγμένο από τις πλημμέλειες που εντοπίστηκαν (Παναγιωτάκης Γιάννος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 138/2011, ημερ. 12.4.2017).

 

Βεβαίως, οι πιο πάνω διαπιστωθείσες πλημμέλειες αφορούν τόσο στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όσο και στην υποβληθείσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αλλά και στην τελική, προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ. και, αναπόφευκτα, επιδρούν στο κύρος και τη νομιμότητα αυτών.

 

Με τις πιο πάνω διαπιστώσεις, αναπόφευκτα σφραγίζεται η τύχη των υπό κρίση προσφυγών και παρέλκει η εξέταση άλλων ζητημάτων που έχουν εγερθεί.

 

Κατά συνέπεια, οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1400 έξοδα υπέρ εκάστου αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση πλέον Φ.Π.Α..

 

 

 

                                                                                                    Φ.ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ, Π.Δ.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο