I. M. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, Υπόθεση αρ. 255/2025, 27/5/2025
print
Τίτλος:
I. M. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, Υπόθεση αρ. 255/2025, 27/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

   (Υπόθεση αρ. 255/2025(Κ))

27 Μαΐου 2025

[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

I. M.

Αιτητής,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Καθ’ ων η αίτηση.

……………………………

Παναγιώτης Πιερίδης, για τον αιτητή.

Άντρια Δημητριάδου, Δικηγόρος, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την προσφυγή του, η οποία καταχωρίσθηκε στις 7.3.2025, ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, ημερομηνίας 3.3.2025, με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας.

 

  Ο αιτητής κατάγεται από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Εισήλθε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας και στις 17.2.2020 υπέβαλε αίτηση ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την υποβληθείσα αίτηση στις 21.3.2024. Κατά της εν λόγω απορριπτικής απόφασης, ο αιτητής υπέβαλε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) την προσφυγή με αρ. 1851/2024, η οποία επίσης είχε απορριπτική κατάληξη στις 21.1.2025.

 

  Στις 3.3.2025 ο αιτητής συνελήφθη από μέλη της ΥΑΜ Πάφου, λόγω παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Η Διευθύντρια του Τμήματος Μετανάστευσης κήρυξε τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, λόγω παράνομης παραμονής, από τις 21.1.2025, όταν η προσφυγή που καταχώρησε ενώπιον του ΔΔΔΠ, κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, απερρίφθη. Εναντίον του εκδόθηκαν τα εδώ προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 3.3.2025.

 

  Θα πρέπει να αναφερθεί πως η Ένσταση που είχε αρχικώς καταχωρισθεί, υπήρξε ελλιπής, αφού υπολειπόταν η καταχώρηση μίας σελίδας. Κατόπιν έγερσης του ζητήματος από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή και σχετικών οδηγιών του Δικαστηρίου, καταχωρίστηκε εκ νέου η Ένσταση.

 

  Στην γραπτή του αγόρευση, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, ισχυρίστηκε πως στα γεγονότα της Ένστασης, παραλείπεται η παράθεση ουσιωδών γεγονότων, ήτοι δεν καταγράφηκε το γεγονός πως ο αιτητής είναι συμβίος της N. K., με την οποία απέκτησαν και δύο ανήλικα παιδιά, οι οποίοι διαμένουν όλοι μαζί σε σταθερή διεύθυνση στην Πάφο. Κατά τις εισηγήσεις, το γεγονός της ύπαρξης οικογένειας, αναφέρθηκε κατά την σύλληψή του και δεν εξετάστηκε. Υποβάλλεται πως παραβιάζεται το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης και πως η έκδοση των επίδικων αποφάσεων, παραβιάζει το βέλτιστο συμφέρον της ευημερίας των παιδιών του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 18ΟΖ του Κεφ. 105, το οποίο δεν έτυχε διερεύνησης, αφού δεν έχουν ζητηθεί, ούτε και ληφθεί οι απόψεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, κατά παράβαση και των διατάξεων των Άρθρων 15 και 22 του Συντάγματος, αλλά και των άρθρων 8 και 12 της ΕΣΔΑ. Υποβάλλει πως η διοίκηση ενήργησε κακόπιστα, αφού δεν ελήφθη υπόψη πως τα ανήλικα τέκνα του θα μεγαλώσουν χωρίς πατέρα.

 

  Διατείνεται ο αιτητής πως οι προσβαλλόμενες διοικητικές αποφάσεις είναι αναιτιολόγητες και προϊόν ελλιπούς έρευνας, πως παραβιάζεται η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, ότι δεν δόθηκε χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση του από τη Δημοκρατία, ότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του Κανονισμού 19 της Κ.Δ.Π. 242/1972.

  Η προσέγγιση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, υπήρξε αντίθετη και πλήρως υποστηρικτική της νομιμότητας των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς που εγέρθηκαν από πλευράς του, τονίζοντας πως προηγήθηκε λεπτομερής και εξατομικευμένη διερεύνηση των ενώπιον της διοίκησης δεδομένων.

 

  Θα πρέπει να αναφερθεί πως στις 14.4.2025, ακολούθησε η καταχώρηση ενδιάμεσης αίτησης με την οποία ζητείτο η έκδοση διατάγματος για προσαγωγή μαρτυρίας, προκειμένου να τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου πως ο αιτητής, κατά την σύλληψή του, ημερομηνίας 3.3.2025, είχε αναφέρει στην ΥΑΜ την ύπαρξη οικογένειας, ήτοι την συμβία του και μητέρα των δύο παιδιών του, ηλικίας δύο ετών και πέντε μηνών, των οποίων έδειξε τα πιστοποιητικά γέννησης.

 

  Μετά από την έκδοση εκ συμφώνου διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 5.5.2025, καταχωρήθηκε στις 12.5.2025, σχετική ένορκη δήλωση εκ μέρους του αιτητή, στην οποία αναφέρεται πως από τον Νοέμβριο του 2020 κατοικεί στην Κύπρο και μένει με τα δύο παιδιά του και την συμβία και μητέρα των παιδιών του, επισυνάπτοντας, ως Τεκμήρια, τα πιστοποιητικά γέννησής τους. Όπως περαιτέρω αναφέρει, κατά την ημερομηνία της σύλληψης του, ανέφερε στον αστυνομικό, τόσο την διεύθυνση διαμονής του, όσο και την ύπαρξη των δύο παιδιών του, αφού του έδειξε και το πιστοποιητικό γέννησης τους που είχε στο τηλέφωνό του.

 

  Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, δεν εξέφρασε πρόθεση για καταχώρηση απαντητικής ένορκης δήλωσης. Της δόθηκε το δικαίωμα προς καταχώρηση συμπληρωματικής γραπτής αγόρευσης, όπως επίσης και απαντητικής γραπτής αγόρευσης εκ μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή.

 

  Κατά τις εισηγήσεις της Δημοκρατίας, η οικογενειακή ζωή δεν αποτελεί από μόνη της στοιχείο για να διαφοροποιηθεί υπέρ του αιτητή μία κατά τα άλλα παράνομη κατάσταση, αφού η γέννηση των παιδιών του αιτητή στη Δημοκρατία, δεν του παρέχει και αυτόματα δικαίωμα παραμονής, λαμβανομένου υπόψη πως ο ίδιος βρίσκεται παράνομα στη Δημοκρατία.

 

  Προχωρώντας να εξετάσω τον πρώτο εγειρόμενο ισχυρισμό του αιτητή, ήτοι το γεγονός της ύπαρξης οικογένειας και συγκεκριμένα πως ο ίδιος είναι πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, ηλικίας δύο ετών και πέντε μηνών και πως η συμβία του με τα παιδιά του διαμένουν στη Δημοκρατία, διαπιστώνω πως αυτοί παρέμειναν αναντίλεκτοι από τη Δημοκρατία και συνεπώς, παραδεκτοί. Επίσης αναντίλεκτη, παρέμεινε κι η θέση του αιτητή πως κατά την σύλληψη, έδειξε στους αστυνομικούς τα πιστοποιητικά γέννησης των παιδιών του.

 

  Κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το καθεστώς της συμβίας του αιτητή και των δύο ανήλικων τέκνων του, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή δήλωσε πως και τα πιο πάνω πρόσωπα, είναι απορριφθέντες αιτητές ασύλου.   

  Η οικογένεια, επομένως, του αιτητή, η συμβία και τα δύο ανήλικα τέκνα του, ουδέποτε ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία, αλλά παρέμεναν εδώ εν αναμονή εξέτασης του αιτήματος ασύλου που είχαν υποβάλει και το οποίο εν τέλει απερρίφθη. Σε σχέση με τον αιτητή που αφορούν τα εδώ επίδικα διατάγματα, απορριπτική κατάληξη είχε και η προσφυγή που άσκησε ενώπιον του ΔΔΔΠ (Kedoum v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505, Joudine v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 500).

 

 

  Η απόφαση των καθ’ ων η αίτηση για επιστροφή του αιτητή στη χώρα του, δεν μπορεί να θεωρηθεί πως συνιστά επέμβαση στην οικογενειακή του ζωή, ούτε βάσει του Συντάγματος, ούτε και της ΕΣΔΑ, λόγω του ότι κι η υπόλοιπη του οικογένεια, μπορεί να επιστρέψει επίσης στην χώρα καταγωγής της, που είναι η ίδια με τον αιτητή, διατηρώντας την οικογένεια τους και εκτός της Δημοκρατίας. Αφ’ ης στιγμής κρίθηκε, αρμοδίως, πως σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής τους, δεν διατρέχουν οποιοδήποτε κίνδυνο, τότε μπορούν να επιστρέψουν πίσω ως οικογένεια.

  Στην Ε.Δ.Δ. 126/2011 Limon ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 20.4.2022, με αναφορά στις Kedoum (ανωτέρω) και Radovanovic v. Austria Appl. No. 42703/98, ημερομηνίας 24.4.2004, επαναλήφθηκε πως το δικαίωμα αλλοδαπού να παραμείνει στην επικράτεια της χώρας, κατ΄επίκληση διατάξεων που προστατεύουν το θεσμό της οικογένειας, δεν διασφαλίζεται ούτε από την ΕΣΔΑ, ούτε από το Σύνταγμα, κατ’ απόλυτο τρόπο, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας αλλοδαπός δεν έχει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη χώρα. Τούτο, λαμβανομένου ιδιαίτερα υπόψη πως ο αιτητής παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία.

 

  Στην Balalas and another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2127, κρίθηκε πως η οικογένεια μπορούσε να διατηρηθεί και εκτός της Δημοκρατίας, αφού η προστασία της οικογενειακής ζωής, δεν σημαίνει αυτόματα και ότι κάθε απέλαση είναι παράνομη, ενώ οι προτιμήσεις των μελών της οικογένειας, δεν επαρκούν για να στοιχειοθετήσουν επέμβαση του δικαιώματος στην οικογενειακή ζωή.

  Συνεπώς, λαμβανομένων υπόψη των πιο πάνω πραγματικών γεγονότων, οι ισχυρισμοί του αιτητή πως με την έκδοση των επίδικων διοικητικών αποφάσεων παραβιάζεται το δικαίωμα στην οικογένεια, απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

  Δεν με βρίσκουν σύμφωνη ούτε κι οι ισχυρισμοί του αιτητή πως με την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων παραβιάζεται το βέλτιστο συμφέρον της ευημερίας των παιδιών του, αφού αυτά θα μεγαλώσουν χωρίς πατέρα, ως υπήρξε η εισήγηση.

 

  Όπως ήδη αναφέρθηκε, όλη η οικογένεια του αιτητή είναι απορριφθέντες αιτητές ασύλου. Συνεπώς, δεν έχουν ούτως ή άλλως δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, αφού το καθεστώς τους είναι αυτό των παρανόμως παραμενόντων στη Δημοκρατία. Συνεπώς, υπό αυτές τις περιστάσεις, ως προς τα μέλη της οικογένειας του αιτητή, δεν θεωρώ πως τυγχάνουν εφαρμογής τα ορισθέντα στις πρόνοιες του πρόνοιες του άρθρου 18ΟΖ του Κεφ. 105, αφού η οικογένεια μπορεί να διατηρηθεί στη χώρα καταγωγής τους, λόγω ακριβώς του ίδιου καθεστώτος παραμονής τους στη Δημοκρατία.

 

  Επιπροσθέτως, λαμβανομένου υπόψη πως η απορριπτική απόφαση του ΔΔΔΠ έλαβε χώρα στις 21.1.2025 και τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν μόλις 2,5 μήνες αργότερα, δεν θεωρώ πως υπήρχε υποχρέωση της διοίκησης να προβεί σε επικαιροποιημένη εκτίμηση του κινδύνου και συνεπώς, δεν υφίσταται ούτε παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης.

 

  Απορριπτέοι τυγχάνουν κι οι ισχυρισμοί περί παράβασης του δικαιώματος σε προηγούμενη ακρόαση. Μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ ημερομηνίας 21.1.2025, ο αιτητής διέμενε παράνομα πλέον στο έδαφος της Δημοκρατίας. Παρότι είναι πατέρας δύο ανήλικων τέκνων, εντούτοις, δεν προχώρησε σε άμεση διευθέτηση της νομιμοποίησης του καθεστώτος παραμονής του ιδίου και της οικογένειάς του στη Δημοκρατία. Η ύπαρξη αυτού του αντικειμενικού γεγονότος, δεν επέβαλλε την υποχρέωση στη διοίκηση να του παράσχει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης, εφόσον το καθεστώς του προέκυπτε, ως αντικειμενικό γεγονός από τον φάκελο.

 

  Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 43(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/99, δικαίωμα ακρόασης, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητά στο νόμο, παρέχεται σε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση απόφασης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσεως. Είναι σαφές ότι και στην υπό κρίση περίπτωση, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εμπίπτει στην εμβέλεια της διάταξης του άρθρου 43(1), αφού δεν αποτελεί αυτή ούτε κύρωση, αλλ’ ούτε μέτρο πειθαρχικής φύσεως (Α.Ε. 89/2015 A.N. v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.6.2022).

 

  Τέλος, κρίνεται πως παρέχεται επαρκής και ξεκάθαρη αιτιολογία ως προς την έκδοση των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων. Δεν χρειάζεται να προστεθεί οτιδήποτε άλλο πέραν του γεγονότος της απορριπτικής απόφασης του ΔΔΔΠ, ημερομηνίας 21.2.2025. Ενόψει της κρίσης περί του νόμιμου έκδοσης του διατάγματος απέλασης, ορθά εκδόθηκε εναντίον του και το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης, το οποίο είναι προορισμένο για να διαφυλάξει την υλοποίηση του διατάγματος απέλασης.

 

  Βάσει όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.900 έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.             

 

 

                       

 

          Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο