
Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 634/2020, 635/2020, 636/2020, 940/2020, 941/2020, 204/2021 και 205/2021
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
21 Μαΐου, 2025
[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]
Αναφορικά με τα Άρθρα 23, 28 και 146 του Συντάγματος
Υπόθεση Αρ. 634/2020
Χατζησωτηρίου …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 635/2020
Αντωνίου …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 636/2020
Στυλιανού …..
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 940/2020
Στυλιανού …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 941/2020
Χατζησωτηρίου …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 204/2021
Στυλιανού …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
---
Υπόθεση Αρ. 205/2021
Χατζησωτηρίου …..
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Άμυνας
2. Υπουργικού Συμβουλίου
3. Ανωτέρου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών
4. Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς
Καθ' ων η Αίτηση
.........
Ανδρέας Καραμανώλης με Μελίνα Λοΐζου για Γ. Καραμανώλης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για Αιτητές
Φοίβος Χριστοφίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Οι Αιτητές με τις προσφυγές αρ. 634/2020 Χατζησωτηρίου και 636/2020 Στυλιανού, προσβάλλουν την απόφαση των καθ' ων η αίτηση για τερματισμό της υπηρεσίας τους καθώς και την απόφαση που λήφθηκε στις 07.05.2020, με την οποία κρίθηκαν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους, ενώ κρίθηκαν ως προακτέοι κατ' εκλογή τα Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης ….., Χριστοφόρου ….., Χ.Λ, Ι.Μ, Ε.Ε, Μ.Λ., Δ.Ν., Φ.Μ. (στην 634/2020 προσβάλλεται επιπλέον η κρίση ως προακτέου κατ' εκλογή και του ΕΜ Π. Γ.) και ως διατηρητέοι τα ΕΜ Λ.Σ, Μ.Δ., Α.Φ. και Κ.Φ. Ο Αιτητής στην 635/2020 Αντωνίου προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση για τερματισμό της υπηρεσίας του και την απόφαση των καθ' ων η αίτηση που λήφθηκε στις 07.05.2020, με την οποία κρίθηκε ως ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία του, ενώ τα Ε/Μ Α.Φ. και Μ.Δ κρίθηκαν ως διατηρητέοι.
Με τις προσφυγές αρ. 940/2020 Στυλιανού και 941/2020 Χατζησωτηρίου, οι Αιτητές (ίδια πρόσωπα ως στις προσφυγές αρ. 636/2020 και 634/2020 αντίστοιχα) προσβάλλουν την επακόλουθη απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 31.07.2020, με την οποία προήχθησαν με ισχύ από 07.08.2020 στο βαθμό του Ταξίαρχου τα Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου ….., ήτοι κάποια εκ των Ε/Μ που είχαν προηγουμένως κριθεί προακτέοι κατ' εκλογή με την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 07.05.2020.
Με την προσφυγή αρ. 204/2021 Στυλιανού και 205/2021 Χατζησωτηρίου, οι Αιτητές (ίδια πρόσωπα ως στις προσφυγές αρ. 636/2020, 940/2020 και 634/2020, 941/2020 αντίστοιχα) προσβάλλουν την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, η οποία λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου στις Συνεκδ. υποθέσεις αρ. 620/2020 και αρ. 746/2020 Ζωνιά v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 08.12.2020, με την οποία κρίθηκαν εκ νέου ως προακτέοι κατ’ εκλογή και η απόφαση ημερομηνίας 11.12.2020 με την οποία προήχθησαν εκ νέου τα ίδια Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου ….., στο βαθμό του Ταξίαρχου. Επίσης, οι Αιτητές προσβάλλουν την παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση να προβούν σε επανεξέταση, μετά από την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου και/ή ανάκληση της κρίσης των Αιτητών ως ευδοκίμως τερματισάντων από την υπηρεσία και/ή ακύρωση της απόφασής τους (αν τέτοια έχει εκδοθεί) να τους κρίνουν εκ νέου ως ευδοκίμως τερματίσαντες. Κατόπιν επιθεώρησης φακέλου μετά την καταχώριση των προσφυγών, οι Αιτητές διαπίστωσαν και σημειώνουν ότι δεν λήφθηκαν υπόψη στη διαδικασία επανεξέτασης και συνεπώς δεν ελήφθη/υπάρχει απόφαση με την οποία κρίθηκαν εκ νέου. Άρα τα Αιτητικά Δ των προσφυγών αρ. 204/2021 και 205/2021, με τα οποία προσβάλλεται η εν λόγω (υποθετική στο στάδιο καταχώρισης, τελικά μηδέποτε εκδοθείσα) «απόφαση», απορρίπτονται.
Εισαγωγικά, πρέπει να σημειώσω ότι οι εκ των κρινόμενων προσφυγών αρ. 634/2020, 635/2020, 636/2020, 940/2020, 941/2020 εμφανώς προσβάλλουν τις ίδιες πράξεις της διοίκησης με τις προσβαλλόμενες στις Συνεκδ. υποθέσεις αρ. 620/2020 και αρ. 746/2020 Ζωνιά v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 08.12.2020 (εφεξής οι «Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά»).
Κατόπιν της έκδοσης της απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, οι Καθ’ ων η αίτηση επανεξέτασαν τάχιστα αναφορικά μόνο με τους διαδίκους στις εν λόγω προσφυγές, οδηγούμενοι στις αποφάσεις τους ημερ. 11.12.2020 με τις οποίες έκριναν εκ νέου τον εκεί αιτητή ως ευδοκίμως τερματίσαντα και τα εκεί Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου ….. (Ε/Μ και στις πλείστες εκ των εδώ εκκρεμουσών ως ανωτέρω) ως προακτέους κατ’ εκλογή και ακολούθως προήγαγαν (εκ νέου) τα εν λόγω Ε/Μ στον βαθμό Ταξιάρχου. Και οι εν λόγω αποφάσεις ακυρώθηκαν τελεσίδικα από την (τότε) Πρόεδρο του Διοικητικού Δικαστηρίου Εντ. Δ. Καλλίγερου στα πλαίσια της Προσφυγής Αρ. 1221/2020 Ζωνιά v. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερομηνίας 05.11.2021.
Και ενώ μεσολάβησαν όλες οι πιο πάνω εξελίξεις, οι παρούσες, οι οποίες, μεταξύ άλλων, αφορούν πράξεις που είτε έχουν τύχει εν γένει ακυρωτικού ελέγχου είτε και ακυρώθηκαν, παρέμειναν εκκρεμούσες για τόσα έτη μετά την έκδοση των ανωτέρω δεδομένου ότι προφανώς η διοίκηση δεν προέβη στα δέοντα (και εν καιρό τω δέοντι) προκειμένου να συνεκδικασθούν. Με αποτέλεσμα να καλείται το παρόν να αποφασίσει σε συγκεκριμένα επίδικα ζητήματα που έχουν κριθεί ήδη τελεσιδίκως και κινητοποίησαν επανεξέταση εκ μέρους της διοίκησης, το αποτέλεσμα της οποίας επίσης ήδη κρίθηκε τελεσιδίκως. Το σχόλιο φυσικά δεν αφορά τον ευπαίδευτο συνήγορο που εμφανίστηκε ενώπιον του παρόντος που άλλωστε δε προκύπτει να χειριζόταν τις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά ή την Πρ. Αρ. 1221/2020 Ζωνιά ούτε τον τελευταίο, αλλά τη διοίκηση.
Στην πρώτη λοιπόν τελεσίδικη απόφαση Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, το Διοικητικό Δικαστήριο (Ε. Γαβριήλ, ΔΔΔ) έκρινε τα ακόλουθα:
«Ο επόμενος ισχυρισμός που προωθήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, άπτεται ελλιπούς έρευνας, αλλά και αιτιολογίας, ως προς την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης για την επίδικη κρίση του.
Όπως έχει αναφερθεί, ο αιτητής πληρούσε τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 25 και μπορούσε να τύχει κρίσης από το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων για σκοπούς ανέλιξής του στον επόμενο βαθμό, ήτοι στο βαθμό του Ταξίαρχου.
Παραθέτω κατωτέρω τις διατάξεις του Κανονισμού 38(5), που εδώ ενδιαφέρουν:-
«38.-(1) [.]
(5) Αξιωματικός βαθμού Συνταγματάρχη κρίνεται ως ακολούθως:
(α) Προακτέος κατ' εκλογή, εφόσον- [.]
(β) Προακτέος κατ' αρχαιότητα, εφόσον- [.]
(γ) Διατηρητέος, εφόσον- [.]
(δ) Ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία του, εφόσον:
(ί) μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55° έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης∙
(ii) το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, συνεκτιμώντας την όλη σταδιοδρομία του, κρίνει ότι υπηρέτησε ευδόκιμα, αλλά η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του παρόντος Κανονισμού∙ και
(iii) δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
[.]
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού, Αξιωματικοί βαθμού Συνταγματάρχη, Ταξιάρχου και Υποστρατήγου-
(α) κρίνονται από το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τη συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που περιέχονται στους ατομικούς τους φακέλους, λαμβανομένης υπόψη και της τεκμηριωμένης και σαφώς αιτιολογημένης γνώμης των μελών του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων για τη συνολική σταδιοδρομία στο Στρατό ή/και στην Εθνική Φρουρά των κρινόμενων Αξιωματικών μέχρι το χρόνο της κρίσης:
Νοείται ότι τα πτυχία ή διπλώματα που κατέχει ο κρινόμενος Αξιωματικός λαμβάνονται υπόψη κατά την κρίση του, εφόσον δεν ήταν απαραίτητο προσόν για το διορισμό του'
(β) κρίνονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους για λόγους δημόσιου συμφέροντος, με βάση τις πρόνοιες των παραγράφων (5), (6) και (7) του παρόντος Κανονισμού, και αφού, επιπρόσθετα, αξιολογηθεί η εν γένει κατάσταση, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός, οι ανάγκες μετεξέλιξης και λοιπές απαιτήσεις του Στρατού ή/και της Εθνικής Φρουράς ή/και οι λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και αφού ληφθούν υπόψη και οι πιο κάτω παράγοντες:
(ί) Η όλη επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησης σε στρατιωτικές σχολές·
(ίί) η δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του Αξιωματικού·
(ίίί) τα έτη παραμονής στο βαθμό που κατέχει
(ίν) η ηλικία του Αξιωματικού.»
Εκ των πιο πάνω, καθίσταται σαφές ότι, προκειμένου Αξιωματικοί βαθμού Συνταγματάρχη, Ταξίαρχου και Υποστράτηγου, να κριθούν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους, θα πρέπει να εξειδικευθούν οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος, που δικαιολογούν τερματισμό υπηρεσίας και επιπροσθέτως, να αξιολογηθεί η εν γένει κατάσταση, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός, οι ανάγκες μετεξέλιξης και λοιπές απαιτήσεις του Στρατού ή/και της Εθνικής Φρουράς ή/και οι λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών.
Τούτα, εφόσον πρόσθετα ληφθούν υπόψη, όλη η επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, η δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του στην υπηρεσία, τα έτη παραμονής του στο βαθμό που κατέχει και η ηλικία του.
Ανατρέχοντας στα πρακτικά συνεδρίας του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεως, καταγράφονται τα πιο κάτω:-
«Συνταγματάρχης (ΠΖ) Ζωνιάς XXXX, Α.Μ 3002
Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου (8) (β) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016) που του δίνει την εξουσία να κρίνει ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του για λόγους δημοσίου συμφέροντος και αφού αξιολόγησε την εν γένει κατάσταση, τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, τις ανάγκες μετεξέλιξης και τις λοιπές καταστάσεις του Στρατού και της Εθνικής Φρουράς ή/και λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και έλαβε υπόψη:
1. Την όλη επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησης σε στρατιωτικές σχολές
2. Τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του Αξιωματικού
3. Τα έτη παραμονής στο βαθμό που κατέχει
4. Η ηλικία του Αξιωματικού
Περαιτέρω έλαβε υπόψη, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας σε Αξιωματικούς, όπως διαμορφώνονται από την ανάγκη να έχει και να διατηρεί η Εθνική Φρουρά τη μαχητική εκείνη ικανότητα που θα της επέτρεπε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη σχεδιασμού και διοίκησης ενός σύγχρονου στρατεύματος.
Ενημερώθηκε από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλος του Συμβουλίου, ο οποίος μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω στοιχεία.
Μετά από διεξοδική ανάλυση όλων των πιο πάνω παραγόντων και διαπιστώσεων, το Συμβούλιο, κατέληξε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας, για να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις, υπάρχει ανάγκη μεταξύ άλλων:
1. Την εξύψωση του ηθικού του συνόλου των Αξιωματικών σε όλες τις βαθμίδες, λόγω σημαντικής αύξησης των προαγωγών.
2. Την αποσυμφόρηση της πυραμίδας, αφού χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί (Από Ανθλγο μέχρι και Ανχη), παραμένουν καθηλωμένοι στον ίδιο βαθμό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Στην ηγεσία των Σχηματισμών της Ε.Φ, να ανέλθουν νεότεροι Αξιωματικοί με νέες αντιλήψεις και ιδέες.
4. Οι χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί να έχουν την δυνατότητα ανέλιξης και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια τόσο για την μαχητικής ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, όσο και για περαιτέρω ατομική μόρφωση (απόκτηση πτυχίων, εκμάθηση ξένων γλωσσών, μεταπτυχιακά κ.τ.λ).
Αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες που αφορούν τον ευδοκίμως τερματισμό της υπηρεσίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 38 (6),(δ) σύμφωνα με τον οποίο Αξιωματικός μπορεί να κριθεί ως ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία εφόσον:
1. Μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, συνεκτιμώντας την όλη σταδιοδρομία του, κρίνει ότι υπηρέτησε ευδόκιμα, αλλά η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του παρόντος Κανονισμού, και
3. Δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
Ειδικότερα ως προς τον εν λόγω Αξιωματικό έλαβε υπόψη:
1. Ότι έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Ότι δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
3. Όλα τα πιο πάνω που αφορούν την εξουσία του ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία.
4. Την ενημέρωση από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλους του Ανώτερου Συμβουλίου.
να τον κρίνει ομόφωνα ως «ευδοκίμως τερματίσαντα» την υπηρεσία του για τον λόγο ότι η παραμονή του στο στράτευμα δεν παρέχει τη δυνατότητα ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38.»
Τίποτε όμως από τα πιο πάνω αναφερόμενα, δεν αναδεικνύει την έρευνα που όφειλε το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων να εκπονήσει, προκειμένου να καταλήξει σε διαπιστώσεις από τις οποίες να μπορεί να ενεργοποιήσει τις διατάξεις του Κανονισμού 38(5)(δ) και να καταλήξει στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Από τις διατάξεις της δευτερογενούς νομοθεσίας, επιβάλλεται η προηγούμενη αξιολόγηση αριθμού παραγόντων, προτού το Συμβούλιο καταλήξει σε τερματισμό - ευδόκιμο έστω - υπηρεσίας Αξιωματικού. Κατά τον Κανονισμό 38(8)(β), θα έπρεπε να προηγηθεί της κρίσης, αξιολόγηση της εν γένει κατάστασης, του επιχειρησιακού σχεδιασμού. Θα έπρεπε να μελετηθούν οι ανάγκες μετεξέλιξης και οι λοιπές απαιτήσεις, ποιοτικές, ποσοτικές του Στρατού, κατά Κλάδο και Σώμα, ως επίσης να εξεταστεί και το κατά πόσον παρέχεται η δυνατότητα σε Αξιωματικούς κατώτερου βαθμού προς ανέλιξη. Ήταν επίσης ρητή υποχρέωση του Συμβουλίου, εκ των κανονιστικών διατάξεων, προτού ενεργοποιηθούν οι διατάξεις του εδαφίου (β) του Κανονισμού 38(8), να προηγηθεί εξατομικευμένη έρευνα για τον υπό κρίση Αξιωματικό, σε σχέση με την επαγγελματική του κατάρτιση και σταδιοδρομία και τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του στην υπηρεσία.
Απλή εξέταση των πρακτικών του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων, καταδεικνύει τη μη συμμόρφωση του Συμβουλίου με τα όσα επιτάσσονται εκ του σχετικού Κανονισμού, αφού τα όσα καταγράφονται, συνιστούν απλή επανάληψη του κανονιστικού πλαισίου, χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία και δεδομένα εξατομικευμένα.
Αναφέρεται στα πρακτικά του Συμβουλίου, ότι ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω απαιτούμενα στοιχεία, των οποίων έγινε διεξοδική ανάλυση. Πουθενά όμως δεν εντοπίζονται τα στοιχεία αυτά, ούτε περιγράφονται στα επίδικα πρακτικά, αλλά ούτε και περιέχονται στο Τεκμήριο 1 που κατατέθηκε κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων.
Αναφέρθηκε, από το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, η ενεργοποίηση των προνοιών του ευδόκιμου τερματισμού της υπηρεσίας του αιτητή, για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Μίας έννοιας πολυσχιδούς και πολυποίκιλης. Ως έννοια, όμως, δυσπροσδιόριστη, το έννομο συμφέρον θα πρέπει να εξειδικεύεται, με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και να προσδιορίζεται με τρόπο που να καθιστά εφικτό το δικαστικό έλεγχο.
Εξέταση των πρακτικών του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων, δεν αποκαλύπτει τους λόγους δημοσίου συμφέροντος για τους οποίους οι καθ' ων η αίτηση οδηγήθηκαν στην επίδικη απόφαση. Η γενική και αόριστη αναφορά στις κανονιστικές διατάξεις, δεν αρκεί, αφού δεν επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο.
Η έννοια του δημοσίου συμφέροντος, που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την έκδοση της επίδικης απόφασης, συνιστά αόριστη έννοια. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Χ. Χρυσανθάκη «Συμβούλιο της Επικρατείας - Εφαρμογές Διοικητικού Ουσιαστικού & Δικονομικού Δικαίου», Νομική Βιβλιοθήκη (2012), σελ. 533:-
« XVII. Οι αόριστες έννοιες
Έννοιες νομικές είναι εκείνες, με τις οποίες προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις που τάσσονται από τον κανόνα δικαίου, προκειμένου να επέλθουν οι συνέπειές τους. Αξιολογικές νομικές έννοιες εννοούνται οι έννοιες οι οποίες σε αντίθεση με τις περιγραφικές αναφέρονται σε δεδομένα που δεν γίνονται αισθητά ή αντιληπτά από μόνα τους αλλά κάποιος μπορεί να τα καταλάβει μόνο σε συσχετισμό με τον κόσμο των κανόνων. Κατά τον καθηγητή Γ. Μητσόπουλο, η εξειδίκευση των αόριστων εννοιών χωρεί πάντοτε ενόψει των ατομικών και ιδιαίτερων στοιχείων της ατομικής περιπτώσεως, ώστε ο ορισμός της έννοιας να διαμορφώνεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε να καθίσταται εφικτή η υπαγωγή της περιπτώσεως στην οριζόμενη έννοια. Η διάκριση των νομικών εννοιών σε ορισμένες και αόριστες συνδέεται προς το ζήτημα της εκτάσεως των ορίων του ερμηνευτή κατά την εξειδίκευση των νομικών εννοιών και όχι προς το ζήτημα της πραγματικής υπαγωγής η οποία και είναι και παραμένει πάντοτε καθαρώς λογική υπαγωγή. Η ορθή ή όχι εξειδίκευση της αόριστης έννοιας δεν είναι δυνατή χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ατομικά και ιδιαίτερα στοιχεία της ατομικής περιπτώσεως, δεδομένου ότι εξαιτίας της ιδιορρυθμίας τους αποκτούν ιδιαίτερα γνωρίσματα ανάλογα των ατομικών και ιδιαίτερων γνωρισμάτων της συγκεκριμένης περίπτωσης.»
Η κατάληξη πως η συγκεκριμένη απόφαση εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, αποτελεί συμπέρασμα που προϋποθέτει την ύπαρξη δεδομένων, πάνω στη βάση των οποίων εξάγεται και εναπόκειται στην ίδια τη διοίκηση, τελικώς, να το προσδιορίσει. Η επίκληση, η διερεύνηση, αλλά και η εκτίμηση του δημοσίου συμφέροντος, συνιστούν αναπόσπαστα στοιχεία του δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και η απουσία εξατομίκευσης, με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και δεδομένα, οδηγεί σε ελλιπή αιτιολογία.
Για τους πιο πάνω λόγους, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αναφορικά με την κρίση του αιτητή ως «ευδοκίμως τερματίσαντας την υπηρεσία του», ακυρώνεται.
Υπό το φως των διατάξεων του Κανονισμού 22 και με δεδομένο το συγκεκριμένο αριθμό θέσεων προαγωγής, ενόψει της επιτυχίας της προσφυγής με αρ. 620/2020 με την οποία ακυρώθηκε η κρίση του αιτητή ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του, λόγω συνάφειας, συμπαρασύρεται σε ακυρότητα και η τελική απόφαση προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών, αφού τίθεται πλέον στο προσκήνιο ζήτημα επανεξέτασης».
Με την ανωτέρω αιτιολογημένη απόφασή στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, το Δικαστήριο αφενός ακύρωσε την προσβαλλόμενη κρίση ως ελλειμματική και προϊόν πλημμελούς έρευνας, αφετέρου ακύρωσε τις προαγωγές των Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου …...
Ανατρέχοντας στα πρακτικά του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων ημερ. 06.05.2020, αναφέρθηκαν ως προς τους εδώ Αιτητές στις προσφυγές 634-636/2020:
«Συνταγματάρχης (ΠΖ) Στυλιανού ….., Α.Μ …..
Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου (8) (β) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016) που του δίνει την εξουσία να κρίνει ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του για λόγους δημοσίου συμφέροντος και αφού αξιολόγησε την εν γένει κατάσταση, τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, τις ανάγκες μετεξέλιξης και τις λοιπές καταστάσεις του Στρατού και της Εθνικής Φρουράς ή/και λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και έλαβε υπόψη:
1. Την όλη επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησης σε στρατιωτικές σχολές
2. Τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του Αξιωματικού
3. Τα έτη παραμονής στο βαθμό που κατέχει
4. Η ηλικία του Αξιωματικού
Περαιτέρω έλαβε υπόψη, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας σε Αξιωματικούς, όπως διαμορφώνονται από την ανάγκη να έχει και να διατηρεί η Εθνική Φρουρά τη μαχητική εκείνη ικανότητα που θα της επέτρεπε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη σχεδιασμού και διοίκησης ενός σύγχρονου στρατεύματος.
Ενημερώθηκε από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλος του Συμβουλίου, ο οποίος μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω στοιχεία.
Μετά από διεξοδική ανάλυση όλων των πιο πάνω παραγόντων και διαπιστώσεων, το Συμβούλιο, κατέληξε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας, για να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις, υπάρχει ανάγκη μεταξύ άλλων:
1. Την εξύψωση του ηθικού του συνόλου των Αξιωματικών σε όλες τις βαθμίδες, λόγω σημαντικής αύξησης των προαγωγών.
2. Την αποσυμφόρηση της πυραμίδας, αφού χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί (Από Ανθλγο μέχρι και Ανχη), παραμένουν καθηλωμένοι στον ίδιο βαθμό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Στην ηγεσία των Σχηματισμών της Ε.Φ, να ανέλθουν νεότεροι Αξιωματικοί με νέες αντιλήψεις και ιδέες.
4. Οι χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί να έχουν την δυνατότητα ανέλιξης και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια τόσο για την μαχητικής ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, όσο και για περαιτέρω ατομική μόρφωση (απόκτηση πτυχίων, εκμάθηση ξένων γλωσσών, μεταπτυχιακά κ.τ.λ).
Αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες που αφορούν τον ευδοκίμως τερματισμό της υπηρεσίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 38 (6),(δ) σύμφωνα με τον οποίο Αξιωματικός μπορεί να κριθεί ως ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία εφόσον:
1. Μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, συνεκτιμώντας την όλη σταδιοδρομία του, κρίνει ότι υπηρέτησε ευδόκιμα, αλλά η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του παρόντος Κανονισμού, και
3. Δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
Ειδικότερα ως προς τον εν λόγω Αξιωματικό έλαβε υπόψη:
1. Ότι έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Ότι δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
3. Όλα τα πιο πάνω που αφορούν την εξουσία του ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία.
4. Την ενημέρωση από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλους του Ανώτερου Συμβουλίου.
να τον κρίνει ομόφωνα ως «ευδοκίμως τερματίσαντα» την υπηρεσία του για τον λόγο ότι η παραμονή του στο στράτευμα δεν παρέχει τη δυνατότητα ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38.»
Συνταγματάρχης (ΠΖ) Ζωνιάς (….)
Συνταγματάρχης (ΔΒ) Χατζησωτηρίου …..Α.Μ …..
Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου (8) (β) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016) που του δίνει την εξουσία να κρίνει ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του για λόγους δημοσίου συμφέροντος και αφού αξιολόγησε την εν γένει κατάσταση, τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, τις ανάγκες μετεξέλιξης και τις λοιπές καταστάσεις του Στρατού και της Εθνικής Φρουράς ή/και λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και έλαβε υπόψη:
1. Την όλη επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησης σε στρατιωτικές σχολές
2. Τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του Αξιωματικού
3. Τα έτη παραμονής στο βαθμό που κατέχει
4. Η ηλικία του Αξιωματικού
Περαιτέρω έλαβε υπόψη, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας σε Αξιωματικούς, όπως διαμορφώνονται από την ανάγκη να έχει και να διατηρεί η Εθνική Φρουρά τη μαχητική εκείνη ικανότητα που θα της επέτρεπε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη σχεδιασμού και διοίκησης ενός σύγχρονου στρατεύματος.
Ενημερώθηκε από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλος του Συμβουλίου, ο οποίος μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω στοιχεία.
Μετά από διεξοδική ανάλυση όλων των πιο πάνω παραγόντων και διαπιστώσεων, το Συμβούλιο, κατέληξε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας, για να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις, υπάρχει ανάγκη μεταξύ άλλων:
1. Την εξύψωση του ηθικού του συνόλου των Αξιωματικών σε όλες τις βαθμίδες, λόγω σημαντικής αύξησης των προαγωγών.
2. Την αποσυμφόρηση της πυραμίδας, αφού χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί (Από Ανθλγο μέχρι και Ανχη), παραμένουν καθηλωμένοι στον ίδιο βαθμό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Στην ηγεσία των Σχηματισμών της Ε.Φ, να ανέλθουν νεότεροι Αξιωματικοί με νέες αντιλήψεις και ιδέες.
4. Οι χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί να έχουν την δυνατότητα ανέλιξης και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια τόσο για την μαχητικής ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, όσο και για περαιτέρω ατομική μόρφωση (απόκτηση πτυχίων, εκμάθηση ξένων γλωσσών, μεταπτυχιακά κ.τ.λ).
Αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες που αφορούν τον ευδοκίμως τερματισμό της υπηρεσίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 38 (6),(δ) σύμφωνα με τον οποίο Αξιωματικός μπορεί να κριθεί ως ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία εφόσον:
1. Μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, συνεκτιμώντας την όλη σταδιοδρομία του, κρίνει ότι υπηρέτησε ευδόκιμα, αλλά η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του παρόντος Κανονισμού, και
3. Δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
Ειδικότερα ως προς τον εν λόγω Αξιωματικό έλαβε υπόψη:
1. Ότι έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Ότι δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
3. Όλα τα πιο πάνω που αφορούν την εξουσία του ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία.
4. Την ενημέρωση από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλους του Ανώτερου Συμβουλίου.
να τον κρίνει ομόφωνα ως «ευδοκίμως τερματίσαντα» την υπηρεσία του για τον λόγο ότι η παραμονή του στο στράτευμα δεν παρέχει τη δυνατότητα ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38.
Συνταγματάρχης (…)
Σμήναρχος (Ε/Α) Αντωνίου …..Α.Μ …..
Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου (8) (β) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016) που του δίνει την εξουσία να κρίνει ως «ευδοκίμως τερματίσας» την υπηρεσία του για λόγους δημοσίου συμφέροντος και αφού αξιολόγησε την εν γένει κατάσταση, τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, τις ανάγκες μετεξέλιξης και τις λοιπές καταστάσεις του Στρατού και της Εθνικής Φρουράς ή/και λειτουργικές, οργανωτικές και ποιοτικές ανάγκες της υπηρεσίας κατά Κλάδο και Κοινό Σώμα ή/και η ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και έλαβε υπόψη:
1. Την όλη επαγγελματική κατάρτιση και σταδιοδρομία του Αξιωματικού, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησης σε στρατιωτικές σχολές
2. Τη δυνατότητα για περαιτέρω προσφορά του Αξιωματικού
3. Τα έτη παραμονής στο βαθμό που κατέχει
4. Η ηλικία του Αξιωματικού
και περαιτέρω έλαβε υπόψη, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρεσίας σε Αξιωματικούς, όπως διαμορφώνονται από την ανάγκη να έχει και να διατηρεί η Εθνική Φρουρά τη μαχητική εκείνη ικανότητα που θα της επέτρεπε να ανταποκρίνεται στην ανάγκη σχεδιασμού και διοίκησης ενός σύγχρονου στρατεύματος.
και ενημερώθηκε από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλος του Συμβουλίου, ο οποίος μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω στοιχεία.
Μετά από διεξοδική ανάλυση όλων των πιο πάνω παραγόντων και διαπιστώσεων, το Συμβούλιο, κατέληξε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας, για να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις, υπάρχει ανάγκη μεταξύ άλλων:
1. Την εξύψωση του ηθικού του συνόλου των Αξιωματικών σε όλες τις βαθμίδες, λόγω σημαντικής αύξησης των προαγωγών.
2. Την αποσυμφόρηση της πυραμίδας, αφού χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί (Από Ανθλγο μέχρι και Ανχη), παραμένουν καθηλωμένοι στον ίδιο βαθμό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
3. Στην ηγεσία των Σχηματισμών της Ε.Φ, να ανέλθουν νεότεροι Αξιωματικοί με νέες αντιλήψεις και ιδέες.
4. Οι χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί να έχουν την δυνατότητα ανέλιξης και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια τόσο για την μαχητικής ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, όσο και για περαιτέρω ατομική μόρφωση (απόκτηση πτυχίων, εκμάθηση ξένων γλωσσών, μεταπτυχιακά κ.τ.λ).
Αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες που αφορούν τον ευδοκίμως τερματισμό της υπηρεσίας για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Υπάρχει επίσης ανάγκη οι ένοπλες δυνάμεις μιας χώρας να στελεχώνονται από Αξιωματικούς, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να αντιλαμβάνονται, να κατανοούν και να διαχειρίζονται τις στρατηγικές/ επιχειρησιακές και τακτικές καταστάσεις στο εγγύς και ευρύτερο γεωστρατηγικό περιβάλλον και τις εξελίξεις στις στρατιωτικές υποθέσεις, να έχουν τη δυνατότητα εκτίμησης των διαμορφούμενών καταστάσεων και λήψης ορθών αποφάσεων σε ταχέως εξελισσόμενες καταστάσεις σε περιόδους] κρίσεων και επιχειρήσεων, αλλά και τη δυνατότητα επαρκούς εκπροσώπησης της, Κύπρου στο εξωτερικό.
Κατά την κρίση του Συμβουλίου, οι εν λόγω εξειδικευμένες ανάγκες δεν διαφοροποιούνται στους τρεις Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, που είναι ο Στρατός Ξηράς, το Ναυτικό και η Αεροπορία, καθόσον αυτές προσδιορίζονται από τις σύγχρονες αντιλήψεις περί διακλαδικότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και τη δυνατότητα ανταπόκρισης ενός σύγχρονου στρατεύματος, στο σύνολό του, στις μελλοντικές προκλήσεις και απαιτήσεις. Οι ανάγκες αυτές επιτάσσουν όπως οι Αξιωματικοί και των τριών Κλάδων και Ενόπλων Δυνάμεων, ιδιαίτερα βαθμού Συνταγματάρχη και άνω, στους οποίους ανατίθεται η διοίκηση Σχηματισμών και Συγκροτημάτων και η διεύθυνση κρίσιμων επιτελικών θέσεων της Εθνικής Φρουράς και του Υπουργείου Άμυνας, θα πρέπει να διαθέτουν, τουλάχιστον, το απαραίτητο και πιστοποιημένο προς τούτο εννοιολογικό και γνωσιολογικό υπόβαθρο, το οποίο αποκτάται με την πρωτίστως με εξειδικευμένη στρατιωτική εκπαίδευση, αλλά και με ακαδημαϊκή μόρφωση και τα επιμορφωτικά σεμινάρια, την ευρύτερη εκπαίδευση διακλαδικής στρατηγικής/επιχειρησιακής και τακτικής μορφής και την πολύπλευρη επιτελική και διοικητική εμπειρία.
Η εν λόγω στρατιωτική εκπαίδευση, που παρέχεται, ανάλογα με την κάθε περίπτωση, εκτός από τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.)και τα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Σ.Ε.Ι.), στις ειδικές προς τούτο στρατιωτικές σχολές, δηλαδή την Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (Α.ΔΙ.Σ.ΠΟ.), καθώς και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας (Σ.Ε.Θ.Α.) της Ελλάδας, ή σε κάθε άλλη ισότιμη προς
αυτές στρατιωτική σχολή αναγνωρισμένη από τους αρμόδιους φορείς της χώρας λειτουργίας της, κατά την εκτίμηση του Συμβουλίου, εξασφαλίζουν στους Αξιωματικούς, ιδιαίτερα βαθμού Συνταγματάρχη και άνω, τα απαραίτητα κατ' ελάχιστο προσόντα και εχέγγυο για να ανταποκριθούν με επιτυχία στα καθήκοντα που αντιστοιχούν στη θέση και το βαθμό τους αφού, κατά τεκμήριο, τους παρέχει:
1. Τη δυνατότητα διακλαδικής γνώσης,
2. Το απαραίτητο εννοιολογικό και γνωσιολογικό υπόβαθρο.
3. Τη δυνατότητα παρακολούθησης των εξελίξεων στον ευρύτερο γεωπολιτικό - γεωστρατηγικό χώρο ενδιαφέροντος της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη δυνατότητα παρακολούθησης / αφομοίωσης / μεταφοράς/υλοποίησης των εξελίξεων στα σύγχρονα οπλικά συστήματα και στη σύγχρονη και επιχειρησιακή σχεδίαση,
4. Την ικανότητα εκπροσώπησης και συμμετοχής της χώρας σε διεθνείς ειρηνευτικές αποστολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων Διεθνών Οργανισμών, καθώς και εκπροσώπησής της σε Πρεσβείες της Δημοκρατίας, ή άλλες διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό.
5. Τη δυνατότητα σύγχρονης αμυντικής επιχειρησιακής, οργανωτικής και διοικητικής σχεδίασης,
6. Τη δυνατότητα εκπόνησης μελετών.
Ακόμη, έλαβε σοβαρά υπόψη ότι η φοίτηση στις δύο στρατιωτικές σχολές, δηλαδή η Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (Α.ΔΙ.Σ.ΠΟ.), καθώς και η Σχολή Εθνικής Άμυνας (Σ.Ε.Θ.Α.) της Ελλάδας , είναι απαραίτητο κριτήριο για περαιτέρω ανέλιξη των Αξιωματικών βαθμού Συνταγματάρχη και άνω με βάση τους Κανονισμούς.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 38 (6),(δ) σύμφωνα με τον οποίο Αξιωματικός μπορεί να κριθεί ως ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία εφόσον:
1. Μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων, συνεκτιμώντας την όλη σταδιοδρομία του, κρίνει ότι υπηρέτησε ευδόκιμα, αλλά η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του παρόντος Κανονισμού, και
3. Δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
Ειδικότερα ως προς τον εν λόγω Αξιωματικό έλαβε υπόψη:
1. Ότι έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται, με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, για σκοπούς καταβολής ετήσιας σύνταξης.
2. Ότι δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
3. Την ενημέρωση από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς ως εισηγητή και μέλους του Ανώτερου Συμβουλίου.
να τον κρίνει ομόφωνα ως «ευδοκίμως τερματίσαντα» την υπηρεσία του για τον λόγο ότι:
1. Δεν διαθέτει την ολοκληρωμένη εξειδικευμένη στρατιωτική εκπαίδευση, με βάση τις επιχειρησιακές και υπηρεσιακές ανάγκες του στρατεύματος και την επιδιωκόμενη αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό του, απαιτούνται για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του, καθόσον δεν έχει φοιτήσει στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου και στη Σχολή Εθνικής Άμυνας.
2. Η παραμονή του στο στράτευμα δεν παρέχει τη δυνατότητα ανέλιξης τόσο Αξιωματικών κατώτερων βαθμών όσο και του ιδίου και η αφυπηρέτησή του εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όπως τούτο καθορίζεται στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38».
Από τα ανωτέρω διαπιστώνω ότι, εμφανώς η αιτιολόγηση που δόθηκε στις περιπτώσεις των κρίσεων του Αιτητή στην Πρ. Αρ. 634/2020 Χατζησωτηρίου και του Αιτητή στην Πρ. Αρ. 636/2020 Στυλιανού είναι πανομοιότυπη με τη δοθείσα και τελεσιδίκως ακυρωθείσα ως αναιτιολόγητη στα πλαίσια της προσφυγής αρ. 620/2020 (η πρώτη εκ των Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά), η δε δοθείσα στην περίπτωση της κρίσεως του Αιτητή στην Πρ. Αρ. 635/2020 Αντωνίου διαφοροποιείται μόνο με την προσθήκη όσων αφορούν τα της σημασίας φοίτησης στις σχολές πολέμου και άμυνας. Το ίδιο ισχύει και αναφορικά με τα Ε/Μ που κρίθηκαν ως προακτέοι κατ’ εκλογήν. Η κρίση τους ήταν πανομοιότυπη με την κρίση των 4 Ε/Μ στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά όπου οι Καθ’ ων η αίτηση ανέφεραν μόνο τα ακόλουθα (δεδομένης της ομοιότητάς, παρατίθεται ενδεικτικώς το απόσπασμα αναφορικά με ένα από τους κριθέντες ως προακτέο κατ’ εκλογή):
«Το Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη τα πιο κάτω:
(α) Είναι Αξιωματικός Όπλου, απόφοιτος Ανώτατου Στρατιωτικού εκπαιδευτικού Ιδρύματος,
(β) στις Εκθέσεις Αξιολόγησής του στον βαθμό που κατέχει και στον προηγούμενο βαθμό, η βαθμολογία του σε όλα τα προσόντα είναι «Εξαίρετη»,
(γ) έχει αποφοιτήσει από την Α.ΔΙ.ΣΠΌ. και τη Σ.ΕΘ.Α. με βαθμολογία τουλάχιστον «Λίαν Καλώς»,
(δ) δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος, και
(ε) τη συνολική σταδιοδρομία του κρινόμενου Αξιωματικού στην Εθνική Φρουρά μέχρι τον χρόνο της κρίσης, με βάση τη συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που περιέχονται στον ατομικό του φάκελο, σύμφωνα με τις πρόνοιες της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018,
(στ) πληροί τις προϋποθέσεις του Κανονισμού του 25 (1) των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018,
τον έκρινε ομόφωνα, ως προακτέο κατ’ εκλογή».
Όσο δε αφορά τους κριθέντες ως διατηρητέους, εκεί η αιτιολόγηση ήταν η ακόλουθη (λόγω ομοιότητας παρατίθεται η αιτιολόγηση ως προς ένα εκ των ΕΜ άλλωστε ελάχιστες διαφοροποιήσεις αφορούν τα Ε/Μ-αξιωματικούς ναυτικού, χωρίς όμως η όποια διαφοροποίηση να είναι ουσιώδης):
«Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 37 και 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018 (Κ.Δ.Π. 351/2016) , το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων έχει την εξουσία να κρίνει Αξιωματικούς στο βαθμό του Συνταγματάρχη με τις ακόλουθες διαβαθμίσεις : προακτέος κατ’ εκλογή, προακτέος κατ’ αρχαιότητα , διατηρητέος, ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία του και αποστρατευτέος.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 25 των προαναφερθέντων Κανονισμών, Αξιωματικός προκειμένου να δικαιούται κρίσης θα πρέπει να πληροί τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
(α) Έχει συμπληρώσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους σύγκλησης του αρμόδιου Συμβουλίου Κρίσεων το χρόνο παραμονής στο βαθμό που κατέχει ή τα συνολικά έτη υπηρεσίας ως Αξιωματικός όπως καθορίζονται στον Κανονισμό 26 των παρόντων Κανονισμών:
Νοείται ότι για τη συμπλήρωση των συνολικών ετών υπηρεσίας Αξιωματικού δεν προσμετράται η προβλεπόμενη στον Κανονισμό 36 των παρόντων Κανονισμών περίοδος ισχύος των Πινάκων Κρίσεων, εφόσον σύμφωνα με τους εν λόγω Πίνακες έχει κριθεί ως παραμένων στον ίδιο βαθμό ή ως διατηρητέος, ανάλογα με την περίπτωση.
(β) Έχει συμπληρώσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους σύγκλησης του αρμόδιου Συμβουλίου Κρίσεων τον καθοριζόμενο στον Κανονισμό 27 των παρόντων Κανονισμών για το βαθμό του χρόνο διοίκησης.»
(2) Παρά τις πρόνοιες της παραγράφου (1) του παρόντος Κανονισμού, Αξιωματικός βαθμού Συνταγματάρχη, Ταξιάρχου και Υποστρατήγου ο οποίος μέχρι την 1η Μαρτίου του έτους σύγκλησης του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων έχει συμπληρώσει το 55° έτος της ηλικίας του και έχει συμπληρωμένο το μέγιστο αριθμό μηνών που απαιτείται με βάση τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου του 1997 για σκοπούς καταβολής του ετήσιας σύνταξης κρίνεται κάθε χρόνο από το εν λόγω Συμβούλιο Κρίσεων σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου (2) του Κανονισμού 37 των παρόντων Κανονισμών.»
Με βάση λοιπόν τους πιο πάνω Κανονισμούς και ειδικότερα με βάση τον Κανονισμό 25 (2) ο εν λόγω Αξιωματικός , μόνο για τις διαβαθμίσεις που προνοούνται στον Κανονισμό 37 (2) μπορεί να κριθεί, δηλαδή ως: Διατηρητέος, ευδοκίμως τερματίσας την υπηρεσία τους και αποστρατευτέος, για τον λόγο ότι δεν πληροί την δεύτερη προϋπόθεση της παραγράφου (1) του Κανονισμού 25 αφού δεν έχει συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο διοίκησης στο βαθμό του.
Το Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη τα πιο κάτω:
(α) Είναι Αξιωματικός Όπλου, απόφοιτος Ανώτατου Στρατιωτικού [ εκπαιδευτικού Ιδρύματος,
(β) στις Εκθέσεις Αξιολόγησής του στον βαθμό που κατέχει και στον προηγούμενο βαθμό, η βαθμολογία του σε όλα τα προσόντα είναι «Εξαίρετη»,
(γ) έχει αποφοιτήσει από την Α.ΔΙ.ΣΠΌ. και τη Σ.ΕΘ.Α. με βαθμολογία τουλάχιστον «Λίαν Καλώς»,
(δ) δεν είναι ένοχος σοβαρού ποινικού αδικήματος ή σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος, και
(ε) τη συνολική σταδιοδρομία του κρινόμενου Αξιωματικού στην Εθνική Φρουρά μέχρι τον χρόνο της κρίσης, με βάση τη συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που περιέχονται στον ατομικό του φάκελο, σύμφωνα με τις πρόνοιες της I υποπαραγράφου (α) της παραγράφου (8) του Κανονισμού 38 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις Αξιωματικών) Κανονισμών του 2016 και 2018,
(στ) ότι με βάση τον Κανονισμό 37 παράγραφο (2) σύμφωνα με τον οποίο Αξιωματικοί κρίνονται ως διατηρητέοι, εφόσον δεν κριθούν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους ή ως αποστρατευτέοι, με βάση τις πρόνοιες του Κανονισμού 38 των παρόντων Κανονισμών, το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων έκρινε ότι η παραμονή του στο στράτευμα εξυπηρετεί καλύτερα το δημόσιο συμφέρον αφού δίνει τη δυνατότητα για ικανοποίηση των προϋποθέσεων με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της Εθνικής Φρουράς
τον έκρινε ομόφωνα, ως διατηρητέο».
Κατόπιν της απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά οι Καθ’ ων η αίτηση, κρίνοντας ότι το ακυρωτικό αποτέλεσμα της Πρ. Αρ. 620/2020 (η εκ των συνεκδικαζομένων που αφορούσε την κρίση του εκεί αιτητή Ζωνιά) επεκτεινόταν και στα εκεί 4 Ε/Μ, επανεξέτασαν ως προς την κρίση τους ως προς τους εν λόγω (5) αξιωματικούς. Δεν το έπραξαν μόνο για τον Αιτητή αλλά και τα εκεί 4 Ε/Μ θεωρώντας, ότι τα ακυρωτικά ευρήματα, ως διατυπώθηκαν, επηρέαζαν την κρίση και των εν λόγω Ε/Μ. Δεν το έπραξαν όμως αναφορικά με τα υπόλοιπα Ε/Μ που αναφέρονται στα αιτητικά Γ των προσφυγών 634/2020 - 636/2020 ούτε αναφορικά με τους εδώ Αιτητές, που η αιτιολόγηση της κρίσης τους ήταν είτε πανομοιότυπη γενικώς (634/2020 και 636/2020) είτε ως προς τα ουσιώδη κριθέντα (Πρ Αρ. 635/2020) με την ακυρωθείσα στην Πρ. Αρ. 620/2020 κρίση (εκεί του Ζωνιά).
Αυτό είναι θεωρώ σφάλμα των Καθ’ ων η αίτηση και άρα ορθώς η πλευρά των Αιτητών το αναδεικνύει. Δεν αφορά ζήτημα δεδικασμένου, άλλωστε οι εδώ Αιτητές δεν ήταν διάδικοι στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, αλλά ζήτημα υποχρέωσης προς συμμόρφωση με το erga omnes ακυρωτικό αποτέλεσμα της απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά και θεμελιώδους απαίτησης που επιβάλλει η διοίκηση να είναι χρηστή και να αντιμετωπίζει ισότιμα τους διοικούμενους.
Στο σύγγραμμα του Καθ. Π. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 2014, 6η Εκδ., σελ. 655 αναφέρεται:
«Από το ουσιαστικό δεδικασμένο που ισχύει μόνο μεταξύ των διαδίκων και των διαδόχων τους, πρέπει να διακρίνεται ή ισχύς έναντι πάντων, την όποια έχει κατ’ ανάγκη κάθε διαπλαστική Απόφαση. Αφού ή νομική σχέση την όποια δημιουργεί ή καταλύει δεν μπορεί να είναι υπαρκτή ή ανύπαρκτη για μερικούς μόνο. Έτσι ό ακυρωτικός δικαστής δεν επιλύει μόνο την επίδικη διαφορά, αλλά, αν δεχθεί την αίτηση ή προσφυγή, ακυρώνει επίσης (ή τροποποιεί) την προσβαλλόμενη πράξη. Ενώ η κρίση των εριζόμενων ζητημάτων παράγει δεδικασμένο πού ισχύει μόνο μεταξύ των διαδίκων, η ακύρωση (ή τροποποίηση) της προσβαλλομένης πράξης κανονιστικής η ατομικής, έχει απόλυτο χαρακτήρα και ισχύει έναντι πάντων, γιατί κατάργηση (ή τροποποίηση) είναι νοητή μόνο έναντι πάντων. Εδώ δεν πρόκειται για δεδικασμένο, το όποιο παράγει μόνο ή δικαστική επίλυση της διαφοράς ούτε για εξαίρεση από τη μεταξύ των διαδίκων μόνο ισχύ του, άλλα για μια αναγκαία συνέπεια τού διαπλαστικού χαρακτήρα τής αποφάσεως και ιδίως τού απόλυτου χαρακτήρα τής ακυρώσεως (ακυρωτικό αποτέλεσμα)».
Στη δε σελ. 678 του ιδίου συγγράμματος αναφέρεται:
«Η υποχρέωση αποχής τής διοικήσεως από κάθε ενέργεια αντιτιθέμενη προς τα κριθέντα από το διοικητικό δικαστήριο αφορά βέβαια κατά πρώτο λόγο τη συγκεκριμένη διαφορά πού δίκασε το δικαστήριο. Μία χρηστή διοίκηση οφείλει όμως να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια πού είναι πανομοιότυπη με την ακυρωθείσα, έστω και αν αφορά διαφορετικό ιστορικό. Αντιβαίνει πράγματι στην αρχή χρηστής διοικήσεως, σέ μια ευνομούμενη χώρα, αν π.χ. ή τελωνειακή αρχή τής οποίας ή δασμολογική κατάταξη («διασάφηση») ορισμένων εμπορευμάτων ακυρώθηκε ως εσφαλμένη, την επαναλαμβάνει σχετικά με άλλες παρόμοιες εισαγωγές παρόμοιων εμπορευμάτων».
Στα ανωτέρω αποσπάσματα το θέμα της χρηστής διοίκησης εξετάζεται μάλιστα σε περιπτώσεις με διαφορετικό ιστορικό. Και κρίνεται ότι οφείλει η διοίκηση, όντας χρηστή, να απέχει από την επανάληψη του ακυρωθέντος σε άλλη δίκη σφάλματος. Στις παρούσες το ιστορικό είναι κοινό, η αιτιολόγηση είναι είτε πανομοιότυπη είτε στα ουσιώδη της πανομοιότυπη (ή ακόμα πιο ελλειμματική για τις περιπτώσεις των κριθέντων ως προακτέων κατ’ εκλογή και διατηρητέων) και οι προσβαλλόμενες εξεδόθηκαν στην ίδια διαδικασία πλην απλά αφορούν τους συγκεκριμένους αιτητές.
Το Δικαστήριο στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά εντόπισε πλημμέλεια αιτιολογίας και αυτή αφορούσε τόσο την αιτιολόγηση των λόγων δημοσίου συμφέροντος, για τους οποίους οι καθ' ων η αίτηση οδηγήθηκαν στις επίδικες αποφάσεις, όσο και ότι έπρεπε να προηγηθεί εξατομικευμένη έρευνα για τους αξιωματικούς, κρίνοντας ότι τα όσα αναφέρθηκαν συνιστούν απλή επανάληψη του κανονιστικού πλαισίου, χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία και δεδομένα. Επίσης βέβαια κρίθηκε ότι, ενώ αναφέρεται στα πρακτικά του Συμβουλίου, ότι ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, μετά από προσωπική του έρευνα παρουσίασε όλα τα πιο πάνω απαιτούμενα στοιχεία, των οποίων έγινε διεξοδική ανάλυση, όμως δεν εντοπίζονται πουθενά τα στοιχεία αυτά, ούτε περιγράφονται στα επίδικα πρακτικά, αλλά ούτε και περιέχονται στους διοικητικούς φακέλους.
Όλα αυτά ισχύουν και για τις εδώ επίδικες κρίσεις, ανεξάρτητα των επιμέρους διαφοροποιήσεων σε σχέση με το αν οι αξιωματικοί κρίθηκαν προακτέοι κατ’ επιλογή, διατηρητέοι ή ευδοκίμως αποστρατεύσαντες.
Η μόνη εξατομικευμένη καταγραφή αφορά τον Αιτητή Αντωνίου στην 635/2020 (για τον οποίο γίνεται αναφορά στη μη φοίτηση στις σχολές πολέμου και άμυνας) αλλά κατά τα λοιπά η απουσία καταγραφής των στοιχείων που παρουσίασε ο Αρχηγός, η οποία είχε εντοπιστεί στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, απουσιάζει.
Ευθέως άρα θεωρώ η αρχή της χρηστής διοίκησης αλλά και το erga omnes διαπλαστικό αποτέλεσμα της απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά αλλά και τελικά η υποχρέωση για ισότιμη μεταχείριση των αξιωματικών, έτασσε οι Καθ΄ων η αίτηση να ανακαλέσουν και να επανακρίνουν υπό το φως των ακυρωτικών ευρημάτων.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούμαι και από τις αποφάσεις Αναθ. Έφ. Αρ. 3598 Δημοκρατία ν. Μονογιού (2006) 3 Α.Α.Δ. 133 και Σωτήρης Σωτηρίου (1995) 4 ΑΑΔ 576, στις οποίες με παραπέμπει ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών. Στην πρώτη διατυπώθηκε ευκρινώς ότι (υπογράμμιση του δικαστηρίου):
«Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία αποφάνθηκε ότι η Διοίκηση είχε υποχρέωση μετά την προηγηθείσα απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου η οποία διευκρίνισε οριστικά και τελεσίδικα το θέμα, να εντάξει τον εφεσίβλητο στην κλίμακα Α7 σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 8(II)/96, χωρίς περαιτέρω ρυθμίσεις, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος δεν συμπεριλαμβανόταν στα πρόσωπα που είχαν δικαιωθεί με τις προσφυγές που είχαν καταχωρίσει.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την πιο πάνω προσέγγιση ισχυριζόμενοι ότι η υποχρέωση εφαρμογής των προνοιών του Νόμου 8(II)/96 περιορίζεται σε εκείνα τα πρόσωπα που είχαν καταχωρίσει προσφυγή και είχαν δικαιωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η πιο πάνω εισήγηση είναι ανεδαφική. Η αρχή της χρηστής διοίκησης εξυπακούει ότι τα διοικητικά όργανα θα πρέπει να συμπεριφέρονται ορθά και αμερόληπτα προς τους διοικούμενους. (Βλ. Tasmi Trading v. Republic (1988) 3 C.L.R. 782, Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, Δημοκρατία ν. Ιερωνυμίδη κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 286, Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 A.A.Δ. 249 και Καμένος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 25, 36).
Στην παρούσα περίπτωση η Διοίκηση δεσμευόταν από τις αρχές της χρηστής διοίκησης να εφαρμόσει τις νομοθετικές πρόνοιες προς όφελος όλων των επηρεαζόμενων υπαλλήλων και όχι μόνο προς όφελος εκείνων μόνο που είχαν επιζητήσει την εφαρμογή τους με την καταχώριση προσφυγών. Η επιλεκτική κρίση της Διοίκησης δεν αντιστρατεύεται μόνο τις αρχές της χρηστής διοίκησης, αλλά επιπρόσθετα ισοδυναμεί και με άνιση μεταχείριση του εφεσίβλητου».
Το ανωτέρω κριθέντα επαναβεβαιώθηκαν στη σχετικά πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθ. Έφ. Αρ. 104/2015 Δημοκρατίας ν. Βασίλη Χριστοφίδη κ.α ημερ. 04.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:C279 όπου αναφέρθηκε:
«Στην υπό εξέταση περίπτωση, για όλους τους λόγους που μνημόνευσε έπειτα από διεξοδική ανάλυση, το Πρωτόδικο Δικαστήριο σωστά εντοπίστηκε παραβίαση της οφειλόμενης από τη Διοίκηση ίσης μεταχείρισης όμοιων περιπτώσεων μεταξύ μονίμων δημόσιων υπαλλήλων που δεν ήταν ευλόγως δικαιολογημένη με αντικειμενικά κριτήρια. Η αρχή της χρηστής διοίκησης εξυπακούει ότι τα διοικητικά όργανα θα συμπεριφέρονται ορθά και αμερόληπτα προς τους διοικούμενους. Δεν λειτούργησαν έτσι οι Εφεσίβλητοι στην προκειμένη περίπτωση, με συνεπακόλουθο η επίδικη, επιλεκτική κρίση τους, να αντιστρατευθεί τις αρχές της χρηστής διοίκησης και να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση των Εφεσίβλητων για τους λόγους που ανέπτυξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο (Δημοκρατία ν. Μονογιού (2006) 3 Α.Α.Δ. 133, 139)».
Σημειώνω ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν δεν ετύγχαναν εφαρμογής οι ως άνω αρχές και νομολογία, συμφωνώ απόλυτα με όσα αποφασίστηκαν περί της ελλειμματικής αιτιολόγησης/έρευνας (στα οποία παρέπεμψα πιο πάνω) στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά υιοθετώντας αυτά και θεωρώντας ότι ισχύουν κατ’ αναλογία με τις υπό κρίση προσφυγές αρ. 634/2020-636/2020.
Δε πρέπει δε να διαλανθάνει ουδενός της προσοχής τα όσα, ακολούθως των προσβαλλόμενων στις πρ. αρ. 634-636/20 κρίσεων, αναφέρθηκαν ως προς τον τρόπο που αξιολογούνται ειδικά τα κριτήρια του επίδικου Κανονισμού 38(8) της Κ.Δ.Π. 351/2016 και στην επίσης τελεσίδικη απόφαση στην Πρ. Αρ. 1221/2020. Ασφαλώς βέβαια στην εν λόγω απόφαση επίδικο ήταν άλλο πρακτικό, αυτό της επανεξέτασης, όμως το σκεπτικό του Δικαστηρίου καθοδηγεί ως προς τον τρόπο που πρέπει ο εν λόγω (επίδικος και εδώ) κανονισμός 38(8) να εξετάζεται. Εκεί λοιπόν ελέχθη σχετικά με τα εδώ κρινόμενα (η υπογράμμιση του παρόντος):
«Σε ότι αφορά όμως την αποστρατεία, λόγω ευδόκιμου τερματισμού των υπηρεσιών, εναποτέθηκε διακριτική ευχέρεια στα αρμόδια όργανα του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων, αλλά και του Υπουργικού Συμβουλίου, νοουμένου ότι θα κρινόταν ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε κατά τον εκάστοτε ουσιώδη χρόνο να αποστρατευτούν αξιωματικοί άνω των 55 ετών πριν την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας για αφυπηρέτηση τους και κατά την ενεργοποίηση αυτή θα υπήρχε και εξατομικευμένη κρίση πρόσθετα για το ποιοί από την κατηγορία αυτή (άνω των 55 ετών), θα πρέπει (αντί να κριθούν διατηρητέοι ή προακτέοι κατ' εκλογήν ή κατ' αρχαιότητα) να αποστρατευτούν ως ευδοκίμως τερματίσαντες την υπηρεσία τους. Εν προκειμένω το πρακτικό δεν αποκαλύπτει ποιες ήταν οι ανάγκες και οι επιχειρησιακοί σχεδιασμοί για το έτος 2020 και ο προγραμματισμός για το μέλλον και πως αυτοί θα επιτυγχάνονταν, αλλά περιορίστηκε στις γενικότερες ανάγκες των σύγχρονων στρατών, αναφορές που χαρακτηρίζονται από γενικότητα και αοριστία.
Όπως αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 402-403 σε σχέση με το ζήτημα αυτό, απαιτείται εξειδίκευση του δημοσίου συμφέροντος στην απόφαση και όχι γενικές αναφορές. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
«η) Α π ο σ τ ρ α τ ε ί α των ε ύ δ ο κ ί μ ω ς τ ε ρ μ α τ ι σ ά ν τ ω ν τήν σ τ α δ ι ο δ ρ ο μ ί α ν τ ω ν.
Τό άρθρο, 12 του ν.δ. 2923 ]54, ως ετροποποιήθη, επιτρέπει την ητιολογημένην επί τη βάσει γενικωτέρων κριτηρίων απομάκρυνσιν εκ του στρατεύματος αξιωματικών, οίτινες θά ηδύναντο μεν να παραμείνωσιν εις το στράτευμα, ως μη στερούμενοι ουσιωδώς και μεγάλως των κατά νόμον προσόντων ή και να προαχθώσιν ενδεχομένως ως συγκεντρούντες άπαντα τά πρός τούτο προσόντα, άλλα των οποίων η περαιτέρω παραμονή κρίνεται μή αναγκαία ή μη προάγουσα το συμφέρον της υπηρεσίας : 137, 230, 1518, 1658, 2033 (57), 766, 772 (58) . Τα κριτήρια άτινα δέον νά λαμβάνωνται υπ' οψιν κατά τήν εφαρμογήν της διατάξεως ταύτης είναι κατ' αναγκην ευρύτατα καί άσχετα πρός τα διά την ποοαγωγήν ποοσόντα : 480, 639 (56), 136, 137, 149, 524-528 (57), 766, 772 (58), ων μόνον η ουσιώδης καί μεγάλη έλλειψις δύναται νά δικαιολογήση την κατά τας γενικάς διατάξεις αποστρατείαν ενεκεν ανεπαρκείας : 230, 310, 525, 639, 1518 (57). Αρα τά πρός έφαρμογήν τής διατάξεως ταύτης κριτήρια συνδέονται πρός τάς εις ανώτερα στελέχη ανάγκας του στρατεύματος, χρήζοντος πλαισιώσεως δι' αξιωματικών κατεχόντων ωρισμένας ιδιαιτέρας ικανότητας και ευρισκομένων μεταξύ των νεωτέρων, ων πρός τούτο η προώθησις αποσκοπείται : 40—44, 67, 68, 108, 109, 161, 180, 592 (56) 136, 310 (57).
Η τοιαύτη κρίσις χρήζει αιτιολογίας καθ' ο επαγομένη δυσμενή διά τον αξιωματικόν αποτέλεσμα, διά την πληρότητα δέ της αιτιολογίας δεν αρκεί ή απλή επανάληψις, της διατάξεως του νόμου ή γενική καί αόριστος τοιαύτη δυναμένη νά χρησιμοποιηθή εις πάσαν περίπτωσιν, αλλ' απαιτείται εξειδίκευσις του λόγου ως και η μνεία συγκεκριμένων γεγονότων ή στοιχείων : 40, 41, 67, 68, 81, 114- 118, 639 (56), 772 (58). Δέν είναι όμως αναγκαίον, όπως ή αιτιολογία περιέχηται εις το σώμα της αποφάσεως, αλλ' αρκεί η διατύπωσις των σχετικών λόγων να γίνηται εν ιδίω πρακτικώ της διασκέψεως του συμβουλίου : 40-44, 119 (56).».
Στην έλλειψη και πάλιν της απαιτούμενης συγκεκριμένης και όχι γενικής και αόριστης αξιολόγησης, των αναγκών για ενεργοποίηση των εξαιρετικών διατάξεων για ευδόκιμο τερματισμό υπηρεσιών, πριν την συμπλήρωση της ηλικίας αφυπηρέτησης κάποιων από τους Συνταγματάρχες, οι κρίσεις που ακολούθησαν εξατομικευμένα για ευδόκιμο τερματισμό συγκεκριμένων μόνο Συνταγματαρχών - και εδώ επίδικη είναι η εξατομικευμένη κρίση για τον αιτητή Ζωνιά - έγινε κατά παράβαση του Κανονισμού 38(8). (…) Πέραν όμως της συμμόρφωσης ως προς την απαίτηση να προηγηθεί αναφορά στο δημόσιο συμφέρον με ειδική αιτιολογία, δεν εξειδικεύτηκε με αναφορά στον κυπριακό στρατό, τις δυνατότητές του, τους αριθμούς, το υπάρχον φρόνημα, την πραγματοποιηθείσα εκπαίδευση, τις ανάγκες για το μέλλον κλπ., ζητήματα γνωστά στους αρμόδιους, τα οποία όμως δεν καταγράφηκαν στο Πρακτικό. Ό,τι δεν καταγράφεται στο Πρακτικό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ισχύει, επειδή τα γνωρίζουν οι επαΐοντες επί αυτών.
Η επιτυχία του λόγου αυτού ακυρώσεως οδηγεί σε ακύρωση και την απόφαση που ακολούθησε, αυτήν της κρίσης του αιτητή ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του και τις επακολουθείσασες κρίσεις για τους προακτέους (Ε/Μ)».
Πέραν δε των όσων ανέφερα ανωτέρω που αφορούν τις προσφυγές 634/2020-636/2020, ειδικά αναφορικά με την προσφυγή αρ. 635/2020, όπου στην αιτιολόγηση περιλήφθηκε και η αναφορά των Καθ΄ων η αίτηση για τη σημασία της φοίτησης στη σχολή πολέμου, δέον, θεωρώ, να σημειωθεί κάτι ακόμα:
Ο εν λόγω Αιτητής υποβάλει ότι είναι αναιτιολόγητη και εσφαλμένη η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση τόσο γενικώς όσο και ειδικώς η κρίση τους που τον αφορά και δη ότι δε διαθέτει την ολοκληρωμένη εξειδικευμένη στρατιωτική εκπαίδευση καθόσον δεν έχει φοιτήσει στις σχολές άμυνας και πολέμου και ότι η μη παραμονή εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον επειδή θα ανέλθουν νεότεροι Αξιωματικοί με νέες αντιλήψεις και ιδέες και ότι οι χαμηλόβαθμοι Αξιωματικοί θα έχουν την δυνατότητα ανέλιξης καταβάλοντας κάθε προσπάθεια τόσο για τη μαχητική ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, όσο και για περαιτέρω ατομική μόρφωση (απόκτηση πτυχίων, εκμάθηση ξένων γλωσσών, μεταπτυχιακά) κ.τ.λ. Εγείρει συναφώς και ζήτημα άνισης μεταχείρισης.
Θέτει μάλιστα προς υποστήριξη των συναφών θέσεών του, ότι τα δύο Ε/Μ Α…..και Μ….. επίσης δεν ήταν απόφοιτοι Ανωτάτης Σχολής Πολέμου και Σχολής Εθνικής Άμυνας, ήταν δε μεγαλύτεροι σε ηλικία, ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει κατανοητό για ποιον λόγο αυτός κρίθηκε ως ευδοκίμως τερματίσας, ενώ τα εν λόγω δύο Ε/Μ παρέμειναν ως διατηρητέα. Σε αυτό το σημείο οι Καθ΄ων η αίτηση δεν απαντούν οτιδήποτε ούτε αμφισβητούν τις θέσεις του Αιτητή. Από τη δε μελέτη των φακέλων διαπιστώνω ότι Αιτητής και τα εν λόγω δύο ΕΜ ήταν απόφοιτοι της ίδιας τάξης (τάξη 1988).
Με βρίσκουν λοιπόν σύμφωνο οι επ’ αυτού θέσεις του εν λόγω Αιτητή. Απαιτείτο θεωρώ περαιτέρω αιτιολόγηση στην επ’ αυτών κρίση των Καθ’ ων η αίτηση. Από τη δοθείσα αιτιολογία, δεν γίνεται αντιληπτό για ποιον λόγο ο εν λόγω Αιτητής κρίθηκε ως ευδοκίμως τερματισθείς ενώ τα εν λόγω Ε/Μ ως διατηρητέα ενώ και οι τρεις δεν ήταν απόφοιτοι σχολών πολέμου και άμυνας, τα δε Ε/Μ ήταν και ηλικιακά μεγαλύτερα του Αιτητή ή εν πάση περιπτώσει ίδιας περίπου ηλικίας. Ελλείψει της απαραίτητης αιτιολόγησης δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο αυθαίρετης και άνισης μεταχείρισης του Αιτητή, ιδίως ενόψει της παρασχεθείσας ήδη επί του ιδίου πρακτικού αιτιολόγησης, βάσει της οποίας κρίνεται επάναγκης η στελέχωση της Εθνικής Φρουράς με νεότερους ηλικιακά αξιωματικούς και δίδεται τέτοια έμφαση στην φοίτηση στις σχολές πολέμου και άμυνας.
Σημειώνω ότι στην κρίση μου αυτή έλαβα ασφαλώς υπόψη τόσο το σκεπτικό της Πρ. Αρ. 1221/2020, όπου ακριβώς η Πρόεδρος του Διοικητικού Δικαστηρίου εξέτασε το ζήτημα κατ’ αντιπαραβολή της αιτιολόγησης που δόθηκε ως προς τον εκεί αιτητή έναντι των Ε/Μ (ιδίως μάλιστα ως προς ηλικία[1]) αλλά και την πλέον πρόσφατη απόφαση στην Έφ. Δ.Δ Αρ. 60/20 Στέλιος Νεοφύτου κ.α ν. Υπουργού Άμυνας κ.α ημερ. 12.03.2025, στην οποία, παρά τα σχετικά επιχειρήματα της διοίκησης ότι η διαδικασία δεν θα μπορούσε να ήταν συγκριτικής φύσεως, το Ανώτατο Δικαστήριο διαχώρισε το θέμα αποφασίζοντας ως ακολούθως (υπογράμμιση του Δικαστηρίου):
«Κατά δεύτερο λόγο οι εφεσίβλητοι εισηγούνται πως ό,τι θα έπρεπε να τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου είχε τεθεί, χωρίς να ήταν αναγκαία η κατάθεση του φακέλου και μάλιστα των φακέλων άλλων προσώπων, εφόσον η διαδικασία δεν θα μπορούσε να ήταν συγκριτικής φύσεως.
Εν πάση περιπτώσει, είναι γεγονός ότι οι εφεσείοντες εκείνο που είχαν ζητήσει με τις προσφυγές τους ήταν η ακύρωση των αποφάσεων που τους αφορούν και όχι την παραμονή άλλων στο στράτευμα και την προαγωγή τους, αντί των ιδίων. Έθεσαν, όμως, ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου τη θέση ότι έτυχαν διαφορετικής μεταχείρισης και αξιολόγησης από άλλους που είχαν τα ίδια χαρακτηριστικά και ότι σε αρκετές περιπτώσεις είχαν τα ίδια ή περισσότερα προσόντα από άλλους που δεν κρίθηκαν ευδοκίμως τερματίσαντες, ώστε να προκύπτει άνιση μεταχείριση, κατάχρηση εξουσίας, αυθαιρεσία και κατ' επίφαση επίκληση του λόγου δημοσίου συμφέροντος. Ως προς τη θέση περί διαφορετικής μεταχείρισης στον τρόπο αξιολόγησης έδωσαν ως παράδειγμα η περίπτωση συγκεκριμένου αξιωματικού».
Ως εκ των ανωτέρω, οι προσφυγές αρ. 634/2020-636/2020 και δη τα αιτητικά αυτών υπό Α-Γ επιτυγχάνουν και οι εκεί προσβαλλόμενες ακυρώνονται.
Επιτυγχάνουν συναφώς και τα αιτητικά Γ των προσφυγών αρ. 204/2021 Στυλιανού και 205/2021 Χατζησωτηρίου, με τα οποία οι εν λόγω Αιτητές προσβάλλουν την, δυνάμει/εξαιτίας του ακυρωτικού αποτελέσματος της απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση να προβούν σε επανεξέταση και/ή ανάκληση της κρίσης των Αιτητών ως ευδοκίμως τερματισάντων από την υπηρεσία.
Περαιτέρω δεν πρέπει, θεωρώ, να υπάρχει αμφιβολία ότι η ακύρωση των προαγωγών ημερομηνίας 31.07.2020, με την οποία προήχθησαν με ισχύ από 07.08.2020 τα Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου …..στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, είναι γεγονός καταλυτικό για τις προσφυγές αρ. 940/2020 Στυλιανού και 941/2020 Χατζησωτηρίου, οι οποίες (με τα μοναδικά Αιτητικά Α αυτών) επίσης προσβάλλουν τις εν λόγω προαγωγές ημερομηνίας 31.07.2020. Αν και δεν απαιτείται η ακύρωση τους από το παρόν ενόψει της ήδη προηγηθείσας ακύρωσης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, εντούτοις, ελλείψει σχετικής δήλωσης εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση αναγνωρίζουσας το γεγονός αλλά και για σκοπούς βεβαιότητας δικαίου και δικονομικής τάξης, διά της παρούσης διαπιστώνεται η ακύρωσή τους και/ή εν πάση περιπτώσει θεωρούνται ακυρωθείσες/ακυρώνονται.
Από την άλλη μεριά, στα πλαίσια της Πρ. Αρ. 1221/2020 ακυρώθηκαν, πέραν της κρίσης του εκεί αιτητή Ζωνιά, και οι προσβαλλόμενες με τα αιτητικά Α-Β των εδώ προσφυγών αρ. 204/2021 Στυλιανού και 205/2021 Χατζησωτηρίου, ήτοι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, η οποία λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, με την οποία (απόφασης κατόπιν επανεξέτασης) κρίθηκαν εκ νέου ως προακτέοι κατ’ εκλογή τα ίδια Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου …..και η απόφαση ημερομηνίας 11.12.2020 με την οποία προήχθησαν εκ νέου τα ίδια εν λόγω Ε/Μ Πυρογιάτης ….., Ψαράς ….., Σεργίδης …..και Χριστοφόρου ….., στο βαθμό του Ταξίαρχου. Και σε αυτήν την περίπτωση, αν και δεν απαιτείται η ακύρωση τους από το παρόν ενόψει της ήδη προηγηθείσας ακύρωσης στην Πρ. Αρ. 1221/2020, για σκοπούς βεβαιότητας δικαίου/ δικονομικής τάξης, διά της παρούσης διαπιστώνεται η ακύρωσή τους και/ή εν πάση περιπτώσει θεωρούνται ακυρωθείσες/ακυρώνονται.
Οι εν λόγω προσβαλλόμενες, είναι σε κάθε περίπτωση ακυρωτέες και διότι εξεδόθησαν σε μια διαδικασία επανεξέτασης προς πλημμελή συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά, εφόσον, για τους λόγους που εξήγησα πιο πάνω, η αρχή της χρηστής διοίκησης, ισότιμης μεταχείρισης αλλά και το erga omnes διαπλαστικό αποτέλεσμα της εν λόγω απόφασης στις Συν. Υπ. αρ. 620/2020 κ.α Ζωνιά έτασσε όπως η επανεξέταση περιλαμβάνει όλους όσοι επηρεάζονταν από το ακυρωτικό αποτέλεσμα, οι όποιοι μάλιστα είχαν ήδη προσφύγει εναντίον των πράξεων αυτών, άρα τους εδώ Αιτητές.
Ενόψει της πλημμέλειας που βεβαιώθηκε, παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων ακύρωσης. Οι προσβαλλόμενες, ως διατυπώνονται στα αιτητικά εκάστης προσφυγής (πλην των Αιτητικών Δ των προσφυγών αρ. 204/2021 και 205/2021 που απορρίφθηκαν), ακυρώνονται με έξοδα υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Φ. Καμένος, ΔΔΔ
[1] Εκεί αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων (η υπογράμμιση του Δικαστηρίου):
«Πέραν αυτού, ακόμα και αν δεν έπασχε η επίδικη απόφαση ως προς τον προαπαιτούμενο προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος με απτά στοιχεία και αναφορές, ως ανωτέρω αποφασίστηκε, διαπιστώνεται πως η αιτιολογία του δεύτερου σκέλους της απόφασης, ως προς την ατομική κρίση του αιτητή ως ευδοκίμως τερματίσαντα την υπηρεσία του, πάσχει επίσης ως αναιτιολόγητη και/ή φέρουσα πάσχουσα αιτιολογία.
Μελετώντας τον διοικητικό φάκελο διαπιστώνω ότι πάρα πολλοί Συνταγματάρχες συγκεκριμένα στον κατάλογο Συνταγματαρχών που τέθηκαν υπό κρίση είχαν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους πριν την 1/3/2020 μεταξύ αυτών ο αιτητής, καθώς και τα Ε/Μ Πυρογιάτης και Ψαράς. Τα Ε/Μ Σεργίδης και Χριστοφόρου θα συμπλήρωναν το 55ο έτος της ηλικίας τους, ο μεν πρώτος τον Νοέμβριο 2020 (17/11/2020), ο δε δεύτερος τον Ιανουάριο 2021 (7/1/2021).
(…)
Συνάγεται από τις πιο πάνω καταστάσεις που αναφέρονται στον διοικητικό φάκελο, ότι υπήρχαν κατά το έτος 2020 κενές θέσεις για προαγωγή, τις οποίες κατέλαβαν μεταξύ άλλων, που δεν είναι ενδιαφερόμενα μέρη στην παρούσα προσφυγή, τα συγκεκριμένα Ε/Μ (τις τέσσερις εξ αυτών). Προήχθησαν τόσο τα Ε/Μ Πυρογιάτης και Ψαράς που είχαν προηχθή στο βαθμό Συνταγματάρχη την ίδια ημερομηνία με τον αιτητή Ζωνιά, αλλά αφυπηρετούσαν βάσει του ορίου ηλικίας ενωρίτερα, όσο και τα άλλα δύο Ε/Μ Σεργίδης και Χριστοφόρου, που δεν είχαν ακόμα τότε συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους.
Το έννομο συμφέρον του αιτητή Ζωνιά σε σχέση με τον προσβολή της προαγωγής των Ε/Μ Πυρογιάτη και Ψαρά εντοπίζεται στο γεγονός ότι εκτός από το γεγονός ότι προήχθησαν στον βαθμό Συνταγματάρχη την ίδια ημερομηνία, αυτοί ήταν ηλικιακά μεγαλύτεροι του και ως εκ τούτου σε ότι αφορά την αιτιολογία ότι θα πρέπει να πληρούνται οι θέσεις κατά το δυνατόν με νεαρότερους σε ηλικία αξιωματικούς, επιδιώκεται να καταρριφθεί η αιτιολογία κατά το μέρος αυτό, αφού εν τέλει δεν επιλέγηκαν για ευδόκιμο τερματισμό υπηρεσιών οι γηραιότεροι του αιτητή Ζωνιά».
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο