
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 484/2025)(K)
12 Ιουνίου 2025
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M. O. O.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Αλέξανδρος Ευσταθίου, για τον αιτητή.
Αθανασία Αχιλλέως, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, μαζί με Κάλλια Σάββα, Δικηγόρο, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Στις 6.5.2025, καταχωρήθηκε εκ μέρους του αιτητή, η υπό εκδίκαση προσφυγή, προσβάλλοντας την νομιμότητα της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 4.4.2025, με την οποία κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης, ίδιας ημερομηνίας.
Ο αιτητής κατάγεται από την Νιγηρία. Στις 29.6.2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Η εν λόγω αίτηση απερρίφθη από την Υπηρεσία Ασύλου στις 2.2.2022, κατά της οποίας άσκησε την προσφυγή με αρ. 818/2022 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ). Η εν λόγω προσφυγή είχε απορριπτική κατάληξη, με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 20.1.2023.
Ο αιτητής αναχώρησε οικειοθελώς από την Δημοκρατία για την χώρα του, στις 19.1.2024, ως η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία ουσιαστικά κατέστη τελεσίδικη, μετά την απόρριψη της προσφυγής με αρ. 818/2022, όπου και θεωρείτο ως απόφαση επιστροφής. Ως εκ τούτου, τα στοιχεία του αιτητή τοποθετήθηκαν στον κατάλογο stop list.
Σε άγνωστο χρόνο, ο αιτητής επανήλθε στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας από τις μη ελεγχόμενες περιοχές από την Δημοκρατία και υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση ασύλου. Η εν λόγω αίτηση, αφού εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, στις 27.1.2025. Σημειώνεται πως κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου σε σχέση με την μεταγενέστερη αίτηση ασύλου, ο αιτητής καταχώρησε ενώπιον του ΔΔΔΠ, την προσφυγή με αρ. Τ89/2025, η εκδίκαση της οποίας, μέχρι και σήμερα, εκκρεμεί.
Στο μεταξύ, εναντίον του αιτητή, καταχωρήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η ποινική υπόθεση με αρ. 20096/2021. Στα πλαίσια αυτής, καταδικάστηκε για το αδίκημα της παράνομης εισόδου στη Δημοκρατία και για το αδίκημα του απαγορευμένου μετανάστη, λόγω παράβασης προηγούμενης απόφασης επιστροφής. Στις 12.12.2024, του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 μηνών, από 12.10.2024.
Στη βάση της καταδίκης του, εναντίον του εκδόθηκαν τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 4.4.2025, αφού κρίθηκε από την Διευθύντρια του Τμήματος Μετανάστευσης, ως απαγορευμένος μετανάστης, βάσει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105.
Μετά την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής με αρ. Τ89/2025, κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 27.1.2025, σε σχέση με την μεταγενέστερη αίτηση ασύλου, με την ενδιάμεση απόφαση του ΔΔΔΠ, ημερομηνίας 10.4.2025, εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο επιτράπηκε η δυνατότητα παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία, μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης σε σχέση με την προαναφερθείσα προσφυγή.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί πως, ταυτόχρονα με την καταχώρηση της υπό κρίση προσφυγής, υπεβλήθη και μονομερής αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής εκτέλεσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 4.4.2025, η οποία, εν τέλει, απεσύρθη, αφ’ ης στιγμής το διάταγμα απέλασης αναστάληκε και δόθηκαν σύντομα χρονοδιαγράμματα για εκδίκαση της προσφυγής, με τα οποία οι ευπαίδευτοι συνήγοροι συμμορφώθηκαν. Η απόφαση επιφυλάχθηκε στις 5.6.2025.
Προς ακύρωση των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων ημερομηνίας 4.4.2025, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποβάλλει πως, η διοίκηση δεν προχώρησε σε εξατομικευμένη έρευνα επί των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή, ούτε και σε επαναξιολόγηση των διαταγμάτων, ιδίως μετά που έλαβε γνώση της εκκρεμούσας διαδικασίας ενώπιον του ΔΔΔΠ στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής με αρ. Τ89/2025, ούτε και έλαβε υπόψη της την έκδοση της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 10.4.2025. Κατά τις εισηγήσεις, μετά την έκδοση της προαναφερθείσας απόφασης του ΔΔΔΠ, στις 16.5.2025 ανέστειλε την απόφαση επιστροφής και συνεπώς, όφειλε να αποσύρει, ως αναφέρεται, τις εδώ προσβαλλόμενες αποφάσεις και να εκδώσει νέο διάταγμα κράτησης, βάσει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου. Επομένως, κατά τον αιτητή, η νομική βάση και/ή ο λόγος για τον οποίο θα μπορούσε ο ίδιος να τεθεί υπό κράτηση, έχει εκλείψει, αφ’ ης στιγμής η διοίκηση δεν μπορεί να προχωρήσει με την απέλασή του.
Αποτελεί θέση του αιτητή πως οι καθ’ ων η αίτηση, δεν έχουν ασκήσει την διακριτική τους ευχέρεια για την έκδοση απόφασης για απαγόρευση εισόδου, ενώ δεν έχουν τηρηθεί ούτε κι οι διαδικαστικές εγγυήσεις, αφού τα προσβαλλόμενα διατάγματα εκδόθηκαν σε γλώσσα την οποία δεν κατανοεί, ήτοι στην ελληνική γλώσσα. Υποστηρίζεται πως από την πλευρά της διοίκησης, δεν έχουν τηρηθεί τα όσα επιβάλλονται από τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.
Θα πρέπει επίσης να λεχθεί πως οι ισχυρισμοί περί αντισυνταγματικότητας των άρθρων 5 και 8 του περί της Ίδρυσης Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας και Συναφών Θεμάτων Νόμου, Ν. 23(Ι)/2024 αποσύρθηκαν κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, με εναπομείνασα την θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου, περί μη γνωστοποίησης από το Υπουργικό Συμβούλιο, της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του προαναφερθέντος Νόμου.
Αντίθετη υπήρξε η προσέγγιση των ευπαιδεύτων συνηγόρων της Δημοκρατίας, οι οποίες, απορρίπτοντας τις θέσεις του αιτητή, υποστήριξαν πλήρως την νομιμότητα της έκδοσης των προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων ημερομηνίας 4.4.2025, με αναφορά τόσο σε στοιχεία του φακέλου, όσο και σε σχετική επί του θέματος νομολογία.
Με αναφορά στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Ε.Δ.Δ. 8/2022 Madber ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17.11.2022, υπεβλήθη η εισήγηση πως ορθά εκδόθηκαν τα εναντίον του αιτητή προσβαλλόμενα διατάγματα, λαμβανομένης υπόψη της παράνομης παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία. Προσκομίστηκε στο Δικαστήριο απόσπασμα από τα πρακτικά συνεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 29.5.2024, βάσει των οποίων καθορίστηκε ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Ν. 23(Ι)/2024, η 17.6.2024, πλην του άρθρου 6(3) του Νόμου και η 1.1.2025, ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του άρθρου 6(3) του ίδιου Νόμου.
Έχοντας παραθέσει τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και έχοντας μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τις αντίστοιχες θέσεις, υπό το φως του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1, προχωρώ να εξετάσω τα επίδικα ζητήματα.
Εν πρώτοις, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί ο ουσιώδης χρόνος, βάσει των οποίων θα πρέπει να τύχουν εξέτασης, οι προσβαλλόμενες διοικητικές αποφάσεις.
Τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης, λόγω της κήρυξης του αιτητή, ως απαγορευμένου μετανάστη, ενόψει της καταδίκης του και της επιβολής ποινής φυλάκισης, εκδόθηκαν στις 4.4.2025. Ο δικαστικός έλεγχος των εδώ προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων, θα πρέπει να λάβει χώρα, μόνον λαμβανομένων υπόψη των όσων είχε η διοίκηση ενώπιον της, μέχρι την πιο πάνω αναφερόμενη ημερομηνία. Οτιδήποτε το μεταγενέστερο, δεν είναι δυνατόν, ούτε να εξεταστεί, ούτε και να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, βάσει και των νομολογηθέντων στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Ε.Δ.Δ. 126/2021 Limon ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 20.4.2022. Επομένως, κατά τα κριθέντα στην Limon (ανωτέρω), δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη γεγονότα που έλαβαν χώρα μετά την έκδοση των επίδικων αποφάσεων.
Προτού προχωρήσω στην εξέταση των λόγων ακύρωσης, θα πρέπει να αναφερθεί πως δεν εντοπίζω καμία γενικότητα στην έκθεση των όσων αναφέρονται στην Ένσταση. Δεν διαπιστώνω καμία παράβαση των διατάξεων του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ως η εσφαλμένη θέση του αιτητή.
Επί της ουσίας, προωθήθηκε, εν εκτάσει, από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, η θέση πως με την έκδοση της ενδιάμεσης απόφασης του ΔΔΔΠ, ημερομηνίας 10.4.2025, στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής με αρ. Τ89/2025, η απόφαση επιστροφής του αιτητή στην χώρα καταγωγής του, ανεστάλη μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης στην εν λόγω προσφυγή. Κατά την εισήγηση, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αναστολή της απόφασης επιστροφής κι ως εκ τούτου, η διοίκηση όφειλε να ανακαλέσει τις εκδοθείσες αποφάσεις και να εκδώσει νέο διάταγμα κράτησης, βάσει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου.
Δεν συμφωνώ με την υποβληθείσα εισήγηση. Αντικείμενο της προσφυγής που εκκρεμεί ενώπιον του ΔΔΔΠ με αρ. Τ89/20205, αποτελεί η νομιμότητα και ορθότητα της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 27.1.2025, με την οποία απερρίφθη, ως απαράδεκτη, η μεταγενέστερη αίτηση ασύλου που ο αιτητής υπέβαλε. Στα πλαίσια αυτής της προσβαλλόμενης απόφασης, ήτοι της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου είναι που εκδόθηκε διάταγμα για παραμονή του αιτητή στη Δημοκρατία, μέχρι την έκδοση της τελικής απόφασης του Δικαστηρίου, επί της προαναφερθείσας προσφυγής.
Η εν λόγω, όμως, απόφαση, ουδεμία σχέση έχει με τα επίδικα διατάγματα. Δεν αποτέλεσε υπόβαθρο της κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη - και συνεπεία τούτου η εναντίον του έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων – η απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης ασύλου που ο αιτητής υπέβαλε.
Αντιθέτως, ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης στη βάση των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) και (κ) του Κεφ. 105, λόγω της ποινικής του καταδίκης και της επιβολής ποινής φυλάκισης 10 μηνών, ως αυτό προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 4.4.2025 που του κοινοποιήθηκε. Στην προσβαλλόμενη απόφαση κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δεν γίνεται καμία αναφορά στην απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, σε σχέση με την μεταγενέστερη αίτηση ασύλου που υπεβλήθη.
Επίσης, δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο το γεγονός πως ουδεμία μνεία γίνεται επ΄αυτού του ερείσματος από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή. Τίποτε δεν αναφέρθηκε ως προς την ποινική του καταδίκη, που ήταν και το εφαλτήριο της κήρυξής του, ως απαγορευμένου μετανάστη και όχι η απορριπτική κατάληξη που είχε η μεταγενέστερη αίτηση ασύλου.
Υπό αυτά τα δεδομένα, καταλήγω πως η έκδοση της ενδιάμεσης απόφασης του ΔΔΔΠ στα πλαίσια της προσφυγής Τ89/2025, ουδόλως επηρεάζει την έκδοση των εδώ προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, τα οποία εν πάση περιπτώσει, εκδόθηκαν προ της έκδοσης της ενδιάμεσης απόφασης και κατά δεύτερον, ερείδονται επί άλλης πραγματικής, αλλά και νομικής βάσης.
Εν προκειμένω, δεν υλοποιείται η απόφαση επιστροφής, αλλά ο αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης, λόγω της καταδίκης του. Στην προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 4.4.2025, δίδεται επαρκής αιτιολογία του λόγου που εναντίον του αιτητή προωθούνται τα διατάγματα ημερομηνίας 4.4.2025, υπό την ορθή νομική βάση, στη βάση των ορθών γεγονότων.
Απορριπτέος τυγχάνει κι ο ισχυρισμός του αιτητή πως τα επίδικα διατάγματα ημερομηνίας 4.4.2025, εκδόθηκαν σε γλώσσα μη κατανοητή από τον ίδιο, ήτοι στην ελληνική γλώσσα. Τα διατάγματα, αυτά καθ’ αυτά, δεν απευθύνονται προς τον εκάστοτε αλλοδαπό, αλλά προς τον Αρχηγό Αστυνομίας, προς εκτέλεση. Η επιστολή, όμως, ημερομηνίας 4.4.2025, με την οποία του γνωστοποιείται η απόφαση κήρυξης του, ως απαγορευμένου μετανάστη κι η οποία τον αφορά, είναι γραμμένη στην αγγλική γλώσσα, την οποία, όπως ο ίδιος δήλωσε στα πλαίσια της παραγράφου 4 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 6.5.2025, ομιλεί ως μητρική του γλώσσα. Εξού και η εμπρόθεσμη καταχώρηση της προσφυγής του.
Υπεβλήθη η θέση πως μέχρι σήμερα δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, γνωστοποίηση από το Υπουργικό Συμβούλιο, με την οποία καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Ν. 23(Ι)/2024.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, εφοδίασε το Δικαστήριο, κατά το στάδιο των προφορικών διευκρινίσεων, με τα πρακτικά του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 29.5.2024, όπου στη βάση Πρότασης με αρ. 659/2024, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε όπως η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του προαναφερθέντος Νόμου, είναι η 17.6.2024, πλην του άρθρου 6(3), η έναρξη του οποίου ορίστηκε ως η 1.1.2025. Σημειώνεται πως στη βάση της προαναφερθείσας Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 7.6.2024 και η Κ.Δ.Π. 203/2024.
Στη βάση όλων των πιο πάνω, δεν εντοπίζω τίποτε το μεμπτό στην έκδοση των εδώ προσβαλλόμενων διοικητικών αποφάσεων. Με γνώμονα τα πιο πάνω, καταλήγω πως η απόφαση της διοίκησης να κηρύξει τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη και να προχωρήσει στην εναντίον του έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερομηνίας 4.4.2025, λόγω της ποινικής του καταδίκης, υπήρξε ορθή και νόμιμη.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται με €2.000 έξοδα εναντίον του αιτητή. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο