Μαρία Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 973/2019, 3/6/2025
print
Τίτλος:
Μαρία Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 973/2019, 3/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 973/2019

                                             

       3 Ιουνίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

Αναφορικά με το/α Άρθρο/α (α) 146, 28 και 25 του Συντάγματος

 

          

Μαρία Κωνσταντίνου

Αιτήτρια

                         και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

         

Καθ’ ων η Αίτηση

.........

 

 

Έλενα Τόλλα για Μ. Ηλιάδης & Συνεταίροι Δ.Ε.Π.Ε, δικηγόροι Αιτήτριας

Μαρία Κοτσώνη, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση                                               

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ.:  Η Αιτήτρια υπέβαλε το πτυχίο της στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας με αίτημα όπως περιληφθεί στον Πίνακα Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών του Φεβρουάριου 2014. Δεν περιλήφθηκε στον Πίνακα και υπέβαλε ένσταση, η οποία απορρίφθηκε και δεν περιλήφθηκε ούτε στον τελικό Πίνακα Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών του Ιουνίου του 2014. Ως εκ τούτου η Αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή υπ' αριθμόν 925/2014 Μαρία Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, στην οποία εκδόθηκε ακυρωτική απόφαση ημερομηνίας 04.05.2018 από το Διοικητικό Δικαστήριο (εφεξής η «πρώτη απόφαση»).

 

Μετά την πιο πάνω πρώτη απόφαση, η Αιτήτρια με επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 14.05.2018 ζήτησε από τους Καθ’ ων η αίτηση την επανεξέταση της αίτησής της ημερομηνίας 11.03.2011 και την ένταξή της στον Πίνακα Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών του Ιουνίου του 2018.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση απάντησαν στην Αιτήτρια με την επιστολή τους ημερομηνίας 27.06.2018 ότι θα επανεξετάσουν την αίτησή της ημερομηνίας 11.03.2011 μετά την πρώτη απόφαση και της ζήτησαν να υποβάλει αντίγραφο από τον οδηγό σπουδών της στο πανεπιστήμιο απονομής του πτυχίου της.

 

Η Αιτήτρια απάντησε στην πιο πάνω επιστολή, με επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 11.09.2018 και επισύναψε αντίγραφο του Οδηγού σπουδών της. Με την ίδια επιστολή οι δικηγόροι της Αιτήτριας ζήτησαν η Αιτήτρια να περιληφθεί στους Πίνακες Διοριστέων διευκρινίζοντας ότι το Δικαστήριο στην πρώτη απόφαση αποφάσισε ότι η Αιτήτρια κατείχε ισότιμο προσόν με πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου όπως απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης. Τόνισαν δε ότι η εν λόγω (πρώτη) απόφαση δεν άφηνε οποιοδήποτε περιθώριο πέραν από του να περιληφθεί η Αιτήτρια στον Πίνακα Διοριστέων.

 

Με επιστολή τους ημερομηνίας 16.01.2019 οι Καθ’ ων η αίτηση απάντησαν απορρίπτοντας το αίτημα της Αιτήτριας.

 

Η Αιτήτρια με την Προσφυγή της Αρ. 471/2019 Μαρία Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, προσέβαλε την πιο πάνω απόφαση καθώς και τη μη συμπερίληψή της στον Κατάλογο Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών που δημοσιεύτηκε στις 27.02.2019.

 

Με δε επιστολή της ημερομηνίας 13.03.2019 η Αιτήτρια υπέβαλε ένσταση για τη μη συμπερίληψή της στον κατάλογο Διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών που δημοσιεύτηκε στις 27.02.2019.

 

Στη συνεδρία τους ημερ. 14.03.2019, οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν την ένσταση της Αιτήτριας ημερομηνίας 13.03.2019 επί της απόφασης ημερομηνίας 16.01.2019 και κατέληξαν στην ακόλουθη συνοπτική καταγραφή (η υπογράμμιση του παρόντος):

 

«Η κα Α.Κ., Μέλος, η οποία απούσιαζε στη συνεδρία της Επιτροπής ημερομηνίας 19.12.2018 (βλέπε πρακτικά 19.12.2018), κατά την οποία επανεξετάστηκε η αίτηση της Κωνσταντίνου για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων Καθηγητών Αγγλικών, ενημερώθηκε για την απόφαση που λήφθηκε στην εν λόγω συνεδρία και την υιοθέτησε.

 

Η Κωνσταντίνου, με επιστολή της, ημερομηνίας 13.3.2019, υπέβαλε ένσταση για τη μη συμπερίληψή της στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Αγγλικών.

 

Η Επιτροπή αποφάσισε να απορρίψει την ένστασή της, για τους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά ημερομηνίας 19.12.2018».

 

Με επιστολή τους ημερομηνίας 15.04.2019, οι Καθ’ ων η αίτηση πληροφόρησαν την Αιτήτρια περί την απόρριψη της ένστασή της ημερομηνίας 13.03.2019. Ακολούθως η Αιτήτρια δεν συμπεριλήφθηκε στον αναθεωρημένο πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών, Μέσης Εκπαίδευσης, στην ειδικότητα των Αγγλικών, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, κατά ή περί την 06.06.2019.

 

Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόρριψη της ένστασης της Αιτήτριας ημερομηνίας 13.03.2019, για τη μη συμπερίληψη της στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, στην ειδικότητα των Αγγλικών, μετά την έκδοση της ακυρωτικής πρώτης απόφασης, και η μη συμπερίληψη της Αιτήτριας στον τελικό Αναθεωρημένο Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, για το σχολικό έτος 2019-2020, στην ειδικότητα των Αγγλικών, ο οποίος αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κατά ή περί την 06.06.2019.

 

Στις 15.11.2022 εξεδόθη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στην Προσφυγή αρ. 471/2019 Μαρία Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (εφεξής η «δεύτερη απόφαση»). Η εν λόγω απόφαση, η οποία είναι τελεσίδικη, ως λίαν καθοριστική για τα εδώ επίδικα ως εκ τούτου παρατίθεται στο σύνολό της. Εκεί συγκεκριμένα αναφέρθηκε:

 

«Με την υπό κρίση προσφυγή, η αιτήτρια ζητεί-

 

«Α. Δήλωση και/ή Απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή προς τους δικηγόρους της, ημερομηνίας 16/1/2019 (Συνημμένο «1»), σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της αιτήτριας, το οποίο υποβλήθηκε με επιστολή των δικηγόρων της, ημερομηνίας 11/9/2018, για ένταξη του ονόματός της Αιτήτριας στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, στην ειδικότητα των Αγγλικών, με αναδρομική ισχύ, σε διαδικασία επανεξέτασης, μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου [sic] Δικαστηρίου στην Προσφυγή αρ. 925/2014 [.] Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας,  ημερομηνίας 4/5/2018, (Συνημμένο «2»), είναι παράνομη, άκυρη και/ή χωρίς κανένα νόμιμο αποτέλεσμα.

 

Β. Επίσης Δήλωση και/ή Απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, άγνωστης ημερομηνίας, να εκδώσουν τελικό Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης για το σχολικό έτος 2019-2020, στην ειδικότητα των Αγγλικών, ο οποίος δημοσιεύτηκε κατά ή περί την 27/2/2019 στην ιστοσελίδα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας στο διαδίκτυο, στον οποίο δεν συμπεριλήφθηκε η αιτήτρια, είναι παράνομη, άκυρη και χωρίς κανένα νομικό αποτέλεσμα.».

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα επανεξέτασης, μετά την έκδοση ακυρωτικής δικαστικής απόφασης από το Διοικητικό (και όχι το Ανώτατο, όπως εσφαλμένα αναφέρεται στο αιτητικό της αίτησης ακυρώσεως) Δικαστήριο, στην προσφυγή αρ. 925/2014[1]. Στην εν λόγω υπόθεση, διαπιστώθηκε υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της καθ' ης η αίτηση, καθότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) ανεπίτρεπτα εισήγαγε και πρόσθετο κριτήριο και/ή προαπαιτούμενο, πιο συγκεκριμένα αυτό της αντιστοιχίας, για την περαιτέρω εξέταση του τίτλου της αιτήτριας («Bachelor of Arts in English Language and Literature», που απέκτησε από το ίδρυμα «The Open University» του Ηνωμένου Βασιλείου, εφόσον μοναδικό ζητούμενο, σύμφωνα με το οικείο σχέδιο υπηρεσίας, ήταν η ισοτιμία του τίτλου της αιτήτριας προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο Αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Από τη στιγμή δε που το σχέδιο υπηρεσίας περιοριζόταν στο προαπαιτούμενο της ισοτιμίας, χωρίς να αφήνει περιθώριο διαφορετικής ερμηνείας, ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής να επεκτείνει την απαίτηση του εν λόγω σχεδίου και να θεωρεί ως απαιτούμενο και την αντιστοιχία. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα από την υπό αναφορά δικαστική απόφαση (η υπογράμμιση έχει προστεθεί):     

 

«Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας Καθηγητή, που τυγχάνει εφαρμογής στην υπό κρίση περίπτωση, ως απαιτούμενο προσόν προβλέπεται και «Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει» ο υποψήφιος, εν προκειμένω στα Αγγλικά.

 

Στην παρούσα υπόθεση, η αιτήτρια εξασφάλισε και προσκόμισε στην Επιτροπή πιστοποιητικό του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., ημερομηνίας 12.4.2013, σύμφωνα με το οποίο το τελευταίο αναγνώριζε τον τίτλο της ως τίτλο ισότιμο προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου. Ωστόσο, η κατ' επανάληψη διατυπωθείσα προς την αιτήτρια θέση της καθ' ης η αίτηση ήταν πως, θα προχωρούσε στην εξέταση της αίτησης της αιτήτριας, όταν αυτή θα προσκόμιζε από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. πιστοποιητικό, όχι μόνο ισοτιμίας, αλλά και αντιστοιχίας του τίτλου της προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου, με αποτέλεσμα στον δημοσιευθέντα Πίνακα να μην περιληφθεί το όνομα της αιτήτριας.

 

Είναι σαφές από την πιο πάνω πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας, ότι δεν απαιτούνταν στην υπό κρίση περίπτωση και αντιστοιχία του τίτλου της αιτήτριας προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου, με αποτέλεσμα να διαπιστώνεται εν προκειμένω η υπό της Επιτροπής αυθαίρετη εισαγωγή προϋπόθεσης ανύπαρκτης στο σχέδιο υπηρεσίας, διαφοροποιώντας ωσαύτως τα προαπαιτούμενα εις βάρος της αιτήτριας.

 

Προβάλλει η πλευρά της καθ' ης η αίτηση ότι η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα του διορίζοντος οργάνου, εν προκειμένω της Επιτροπής. Θα πρέπει ωστόσο να τονιστεί εκ νέου ότι, κατά πάγια νομολογία, αυτή η αρμοδιότητα δεν είναι ανεξέλεγκτη. Το Διοικητικό Δικαστήριο επεμβαίνει όταν η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι αδύνατο να στηριχθεί στο νόμο, όπως συμβαίνει στην υπό εξέταση περίπτωση, ή δεν είναι εύλογα επιτρεπτή ή όταν το διορίζον όργανο υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας (βλ. Δημοκρατία ν. Μαρίας Χειμώνα, Α.Ε. 43/2012, ημερ. 3.4.2015, ECLI:CY:AD:2015:C243 και Χριστάκης Λοΐζου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (2004) 3 Α.Α.Δ. 68).

 

Με βάση τα πιο πάνω, είναι σαφές ότι εν προκειμένω, η Επιτροπή δεν είχε την ευχέρεια και δεν μπορούσε να εισαγάγει και πρόσθετο κριτήριο και/ή προαπαιτούμενο αντιστοιχίας, ως εσφαλμένα και κατά παράβαση του οικείου σχεδίου υπηρεσίας έπραξε. Μοναδικό ζητούμενο, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, ήταν κατά πόσον ο τίτλος της αιτήτριας ήταν ισότιμος προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο Αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας, προαπαιτούμενο βεβαίως που, ως ήδη ελέχθη, πληρούσε η αιτήτρια. Από τη στιγμή δε που το σχέδιο υπηρεσίας περιοριζόταν στο προαπαιτούμενο της ισοτιμίας, χωρίς να αφήνει περιθώριο για διαφορετική ερμηνεία, ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής να επεκτείνει την απαίτηση του εν λόγω σχεδίου και να θεωρεί ως απαιτούμενο και την αντιστοιχία. Άμεσα σχετικές και άκρως διαφωτιστικές επί του υπό συζήτηση θέματος είναι οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Θέτις Φραγκουλίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ.1745/08 κ.α. ημερ.15.7.2009, Δημοκρατία ν. Ανδρέας Ανδρέου κ.α., Α.Ε.44/2012, ημερ. 3.4.2015, ECLI:CY:AD:2015:C244 και Δημοκρατία ν. Μαρίας Χειμώνα, ανωτέρω, όπου ακολουθήθηκε από το Δικαστήριο η ίδια προσέγγιση ως και αυτή της υπό κρίση περίπτωσης.

 

Διαπιστώνεται λοιπόν υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της καθ' ης η αίτηση, εφόσον, για τους λόγους που έχω προαναφέρει, η υπό της Επιτροπής ερμηνεία και εφαρμογή του οικείου σχεδίου υπηρεσίας δεν συνάδει με το γράμμα των σχετικών προνοιών του εν λόγω σχεδίου και είναι αδύνατο να στηριχθεί στα όσα το υπό αναφορά σχέδιο υπηρεσίας προβλέπει ως απαιτούμενα προσόντα. Τουναντίον, η ερμηνεία και εφαρμογή των εν λόγω προνοιών από την Επιτροπή συγκρούεται ευθέως με τα όσα το υπό αναφορά σχέδιο ρητά προβλέπει σχετικά με τα απαιτούμενα προσόντα.».

 

Στο πλαίσιο της διενεργηθείσας επανεξέτασης, η ΕΕΥ, στη συνεδρία της ημερομηνίας 19.6.2018, προκειμένου, ως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας λήψης της επίδικης απόφασης της Επιτροπής ημερομηνίας 19.12.2018, «να διαπιστώσει κατά πόσο η Κωνσταντίνου κατέχει το απαιτούμενο από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας πανεπιστημιακό δίπλωμα στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει», αποφάσισε να καλέσει την αιτήτρια να υποβάλει αντίγραφο από τον οδηγό σπουδών του Open University, με σύντομη περιγραφή του περιεχομένου κάθε μαθήματος που είχε παρακολουθήσει για την απόκτηση του «B.A. in English Language and Literature». Πράγματι, η αιτήτρια υπέβαλε, στις 11.9.2018, αντίγραφο από τον εν λόγω οδηγό σπουδών, με σύντομη περιγραφή των μαθημάτων που αυτή είχε παρακαλουθήσει και, τελικά, στη συνεδρία της ημερομηνίας 19.12.2018, η ΕΕΥ αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση της αιτήτριας. Κρίνεται σκόπιμη η παράθεση του ακόλουθου αποσπάσματος από την απόφαση της καθ' ης η αίτηση, όπως προκύπτει από τοπ πρακτικό της συνεδρίας 19.12.2018, κατά την οποία και λήφθηκε η επίδικη απόφαση:

 

«Η Κωνσταντίνου υπέβαλε αντίγραφο από τον οδηγό σπουδών στις 11.9.2018. Σύμφωνα με την περιγραφή των μαθημάτων, η αιτήτρια κάλυψε τα εξής θέματα:

 

Αn introduction to the humanities:

 

Περιπτωσιακές μελέτες για θέματα της Γαλλικής Επανάστασης και της δεκαετίας του 1960 στους τομείς Ιστορίας της Τέχνης, Λογοτεχνίας, Μουσικής, Φιλοσοφίας, Κλασικών Σπουδών, Θρησκείας και Ιστορίας της Επιστήμης.

 

Approaching Literature:

 

Μελέτη λογοτεχνικών κειμένων και ποιημάτων του 19ου αιώνα, Συσχετισμός λογοτεχνίας και φύλου, θεατρική απόδοση κειμένου.

 

20th Century literature:

 

Μελέτη της λογοτεχνίας του 20ου αιώνα, των πολιτικών και ιστορικών επιρροών από τις οποίες δημιουργήθηκε, των συζητήσεων που προκάλεσε και των έργων των σημαντικότερων λογοτεχνών του 20ου  αιώνα.

 

Exploring the English Language:

 

Ανάλυση της προέλευσης της Αγγλικής γλώσσας και των κοινωνικών, πολιτισμικών και τεχνολογικών παραγόντων που επηρέασαν την εξέλιξή της, κατανόηση του τρόπου με τον οποίο παιδιά και ενήλικες αντιλαμβάνονται τη γλώσσα.

 

The art of English:

 

Μελέτη της δημιουργικής χρήσης της Αγγλικής γλώσσας στις καθημερινές ασχολίες (συνομιλίες, συγγραφή γραμμάτων, διαδικτυακές συνομιλίες).

 

H Επιτροπή μελέτησε την αναλυτική κατάσταση βαθμολογίας μαθημάτων, καθώς και τον οδηγό σπουδών που υπέβαλε η Κωνσταντίνου, και αποφάσισε να απορρίψει την αίτησή της, γιατί κατά τη διάρκεια των σπουδών της για την απόκτηση του "B.A. in English Language and Literature" δεν κάλυψε τα θέματα διδασκαλίας, γλωσσολογίας, γραμματικής, φωνητικής και φωνολογίας, μορφολογίας και σύνταξης της Αγγλικής γλώσσας, τα οποία αποτελούν βασικά θέματα της ειδικότητας των Αγγλικών.».

 

Κατά της πιο πάνω απόφασης, η οποία γνωστοποιήθηκε στους δικηγόρους της αιτήτριας δια σχετικής επιστολής ημερομηνίας 16.1.2019, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή, στις 29.3.2019.

 

Βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας που προωθεί η πλευρά της αιτήτριας, αποτελεί ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου στην προαναφερθείσα ακυρωτική απόφαση επί της προσφυγής αρ. 925/2014.

 

Κατά τη σχετική εισήγηση, η ΕΕΥ, παρά τα ευρήματα του Διοικητικού Δικαστηρίου στην υπό αναφορά υπόθεση, καθ' υπέρβαση εξουσίας και των άκρων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας, αποφάσισε να απορρίψει εκ νέου το αίτημα της αιτήτριας για ένταξή της στον σχετικό πίνακα διοριστέων. Η αιτήτρια, όπως τονίζει η κα Τόλλα, πληρούσε το μοναδικό υπό του σχεδίου υπηρεσίας προαπαιτούμενο προσόν, ήτοι την κατοχή πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στην ειδικότητα της Αγγλικής Γλώσσας και αυτό αναγνωρίστηκε ρητά και στην απόφαση του Δικαστηρίου. Εξάλλου, συνεχίζει η συνήγορος της αιτήτριας, από το ίδιο το πιστοποιητικό του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. προκύπτει ότι το ακαδημαϊκό προσόν της αιτήτριας είναι ισότιμο προς πτυχίο Πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο της Αγγλικής γλώσσας και Λογοτεχνίας. Αντίθετα, οι καθ' ων η αίτηση συνέχισαν να επιμένουν στην εισαγωγή του αυθαίρετου κριτηρίου της αντιστοιχίας, κρίνοντας κατ' ουσιώδη πλάνη και εκτός της αρμοδιότητάς τους, ότι η αιτήτρια δεν είχε καλύψει μαθήματα, τα οποία έκρινε «στη βάση αγνώστων κριτηρίων, ως βασικά θέματα της ειδικότητας των αγγλικών». Συνεπώς, υποβάλλει η κα Τόλλα, η ΕΕΥ, δεδομένων των προεκτεθέντων δικαστικών ευρημάτων και προς συμμόρφωση με την εν λόγω απόφαση, όφειλε να συμπεριλάβει την αιτήτρια στον κατάλογο διοριστέων Αγγλικών, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα, η δε παράλειψη συμμόρφωσης με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, συνιστά παραβίαση του δεδικασμένου.

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι, αντικρούοντας τους πιο πάνω ισχυρισμούς, διατείνονται ότι ουδεμία παραβίαση του δεδικασμένου υπήρξε, αλλ' αντιθέτως η ΕΕΥ ενήργησε σε πλήρη συμμόρφωση και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα ευρήματα της προεκτεθείσας δικαστικής απόφασης. Διενήργησε δε η Επιτροπή την έρευνα, στην οποία καθηκόντως και εντός των αρμοδιοτήτων της όφειλε να προβεί, προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον το πτυχίο και/ή ο τίτλος της αιτήτριας ανταποκρινόταν στα υπό του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης προαπαιτούμενα.

 

Το ζήτημα της συμμόρφωσης με το δεδικασμένο αποτελεί θέμα δημοσίας τάξεως, το οποίο, ως τέτοιο, εξετάζεται κατά προτεραιότητα, ακόμα και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην Πανίκος Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1590, «Συναρτάται, η τήρηση του δεδικασμένου, με τον πυρήνα της δημόσιας τάξης όπως καθιδρύεται στο Σύνταγμα. Η τήρηση του δεδικασμένου συνιστά θέμα δημόσιας τάξης. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση θα καθιστούσε παραδεκτή την οικοδόμηση επί της παρανομίας και απόκλιση από τα εχέγγυα της δημόσιας τάξης.» (βλ. και τις αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου στις Ελευθερίου ν. Δήμος Λευκωσίας, Υποθ. Αρ. 1114/2016, ημερ. 22.9.2020 και Αβραάμ ν. Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υποθ. Αρ. 916/2017, ημερ. 15.4.2020).

 

Εν προκειμένω, έχοντας εξετάσει την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία επί του συγκεκριμένου ζητήματος, κρίνω ότι ο προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης ευσταθεί.

 

Όπως έχει προαναφερθεί, ήδη στην απόφασή του επί της προσφυγής αρ. 925/2014, το Δικαστήριο τούτο είχε επισημάνει, μεταξύ άλλων, ότι «[...] η Επιτροπή δεν είχε την ευχέρεια και δεν μπορούσε να εισαγάγει και πρόσθετο κριτήριο και/ή προαπαιτούμενο αντιστοιχίας, ως εσφαλμένα και κατά παράβαση του οικείου σχεδίου υπηρεσίας έπραξε. Μοναδικό ζητούμενο, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, ήταν κατά πόσον ο τίτλος της αιτήτριας ήταν ισότιμος προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο Αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας, προαπαιτούμενο βεβαίως που, ως ήδη ελέχθη, πληρούσε η αιτήτρια.» (η έμφαση έχει προστεθεί). Τα ευρήματα αυτά του Δικαστηρίου ουδέποτε αμφισβητήθηκαν από τους καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι δεν άσκησαν έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης, με αποτέλεσμα η τελευταία να έχει τελεσιδικήσει, αποκτώντας ωσαύτως ισχύ δεδικασμένου.

 

Μάλιστα, διαπιστώνω ότι τα προεκτεθέντα ευρήματα, οι καθ' ων η αίτηση όχι μόνο δεν αμφισβήτησαν, αλλά αποδέκτηκαν και/ή έλαβαν υπόψη τους κατά την εξέταση δυο παρόμοιων αιτημάτων για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Αγγλικών. Συναφώς, κατά τη συνεδρία της ΕΕΥ, ημερομηνίας 14.3.2019, κατά την εξέταση των εν λόγω δυο αιτημάτων, που έγιναν από πρόσωπα που επίσης κατείχαν τον τίτλο «B.A. in English Language and Literature», η Επιτροπή αναφέρθηκε στην περίπτωση της αιτήτριας, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι, όπως προκύπτει από τον προσωπικό της φάκελο, ο τίτλος της αιτήτριας «έχει αναγνωριστεί από το ΚΥΣΑΤΣ ως ισότιμος προς Πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου». Αυτά έθεσε εις γνώση του Δικαστηρίου η συνήγορος της αιτήτριας, η οποία, δια της απαντητικής της γραπτής αγόρευσης, παρέπεμψε σχετικά στην απόφαση του Σεραφείμ, Δ.Δ.Δ., στην Χατζηαριστείδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 645/2019, ημερ. 26.11.2021, όπου, με αναφορά στην προηγηθείσα απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 925/2014, λέχθηκαν συναφώς τα εξής:

 

«Οι πιο πάνω θέσεις του Δικαστηρίου στην Προσφυγή Αρ. 925/2014 (supra) με βρίσκουν σύμφωνο. Κρίνω, ταυτόχρονα, ότι, η εν λόγω περίπτωση δεν διαφέρει, στο ουσιώδες υπόβαθρο των γεγονότων της, από αυτή της περίπτωσης στην Προσφυγή Αρ. 925/2014 (supra). Από τα ενώπιον μου στοιχεία σαφώς προκύπτει ότι, η αιτήτρια κατείχε τον ίδιο πανεπιστημιακό τίτλο από το ίδιο πανεπιστήμιο ως η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 925/2014 (supra), η δε καθ' ης η αίτηση στην κρίσιμη συνεδρίαση της ημερομηνίας 14.3.2019 αποδέχεται ότι, ο εν λόγω πανεπιστημιακός τίτλος  (στην περίπτωση της [.] Κωνσταντίνου) είναι ήδη αναγνωρισμένος από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., ως προς την ισοτιμία του.

 

Ας σημειωθεί ότι ούτε κατά της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε έφεση.

 

Συνεπώς, ενόψει των πιο πάνω και δη υπό το φως των ευρημάτων της ακυρωτικής δικαστικής απόφασης στην προαναφερθείσα προσφυγή αρ. 925/2014, κρίνω ότι ανεπίτρεπτα και κατά παραβίαση του δεδικασμένου, οι καθ' ων η αίτηση, στο πλαίσιο της επανεξέτασης, μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης στην προσφυγή αρ. 925/2014, προχώρησαν στην εκ νέου εξέταση, όχι μόνο της ισοτιμίας, αλλά ουσιαστικά και της αντιστοιχίας του πτυχίου της αιτήτριας προς πτυχίο Πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο Αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Ισοτιμία, σύμφωνα με τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο (Ν.68(Ι)/1996), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, και τους εξ' αυτού απορρέοντες σχετικούς Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 172/1999), ως αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, χορηγείται, αν η διάρκεια σπουδών, η διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης και οι όροι αξιολόγησης, προαγωγής και αποφοίτησης των σπουδαστών, πληρούν τις απαιτήσεις του Πανεπιστημίου Κύπρου ή των άλλων δημόσιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Κύπρου. Αντιστοιχία δε, χορηγείται εφόσον, επιπρόσθετα από τις προϋποθέσεις για χορήγηση ισοτιμίας, το συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει τουλάχιστον τα 2/3 των απαιτούμενων μαθημάτων, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου των μαθημάτων κορμού, του αντίστοιχου κλάδου του ιδρύματος που λαμβάνεται ως μέτρο κρίσης. Εν προκειμένω, και παρόλο που ρητά επισημάνθηκε από το Δικαστήριο στην απόφασή του επί της προσφυγής αρ. 925/2014 ότι η καθ' ης η αίτηση δεν μπορούσε να επεκτείνει την ερμηνεία του σαφούς λεκτικού του οικείου σχεδίου υπηρεσίας, κατά τρόπο που, πέραν της ισοτιμίας του πανεπιστημιακού τίτλου στην ειδικότητα, να απαιτείται και αντιστοιχία, η ΕΕΥ, δίδοντας ως αιτιολογία για την απόρριψη του επίδικου αιτήματος της αιτήτριας ότι ο τίτλος και/ή το πτυχίο της δεν κάλυπτε βασικά θέματα της ειδικότητας των Αγγλικών, ήτοι, όπως αναφέρεται, θέματα διδασκαλίας, γλωσσολογίας, φωνητικής και φωνολογίας, μορφολογίας και σύνταξης της Αγγλικής, έκρινε, ουσιαστικά, την αντιστοιχία του εν λόγω πτυχίου της αιτήτριας: ανεπίτρεπτα, ωστόσο, και καθ' υπέρβαση εξουσίας, εφόσον οι προϋποθέσεις του οικείου σχεδίου υπηρεσίας ήσαν σαφείς, το μόνο δε που συναφώς απαιτείτο, σύμφωνα και με την ακυρωτική δικαστική απόφαση στην προσφυγή αρ. 925/2014, ήταν η ισοτιμία του πτυχίου και/ή τίτλου της αιτήτριας.

 

Η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε και στην Χατζηαριστείδου, ανωτέρω, η οποία, ως ήδη ελέχθη, αφορούσε σε ίδιο θέμα με αυτό της παρούσας περίπτωσης, η δε αιτήτρια σε εκείνη την περίπτωση κατείχε τον ίδιο πανεπιστημιακό τίτλο («Bachelor of Arts in English Language and Literature»), όπως και η εδώ αιτήτρια, τον οποίο απέκτησε από το ίδιο Πανεπιστήμιο, είχαν δε τεθεί και σε εκείνη την περίπτωση παρόμοια ζητήματα και δη ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να εξετάσει θέματα αντιστοιχίας του πανεπιστημιακού διπλώματος, το οποίο κατείχε η αιτήτρια, αλλά μόνο θέμα ισοτιμίας του υπό συζήτηση πτυχίου της, ισοτιμία, την οποία, κατά την αιτήτρια, η Επιτροπή είχε ήδη αναγνωρίσει.

 

Συνεπώς, διαπιστώνεται παραβίαση του δεδικασμένου στην προσφυγή αρ. 925/2014. Με αυτή δε την διαπίστωση, παρέλκει η εξέταση άλλων λόγων ακύρωσης που έχουν εγερθεί με την υπό εξέταση προσφυγή.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται».

 

Με την ένστασή της η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση εγείρει προδικαστικές ενστάσεις ότι με την προσφυγή προσβάλλονται δύο μη συναφείς διοικητικές πράξεις και ότι το αιτητικό Β έχει εγερθεί καταχρηστικά και/ή αποτελεί κατάχρηση διαδικασίας καθότι για το ζήτημα αυτό έχει ήδη καταχωρηθεί ξεχωριστή προσφυγή από την Αιτήτρια, ήτοι η προσφυγή 471/2019.

 

Εξέτασα τις εγειρόμενες ενστάσεις και θεωρώ ότι αμφότερες πρέπει να απορριφθούν. 

 

Καταρχάς, στην παρούσα Προσφυγή, ως ανέφερα, προσβάλλεται η απόρριψη της ένστασης της Αιτήτριας, ημερομηνίας 13.03.2019, για τη μη συμπερίληψη της στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, στην ειδικότητα των Αγγλικών, μετά την έκδοση της πρώτης απόφασης και η μη συμπερίληψη της Αιτήτριας στον τελικό Αναθεωρημένο Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, για το σχολικό έτος 2019-2020, στην ειδικότητα των Αγγλικών, ο οποίος αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κατά ή περί την 06.06.2019.

 

Οι πιο πάνω πράξεις είναι εμφανώς συναφείς, δεδομένου ότι, εκ σταθερής νομολογίας, συνάφεια υπάρχει όταν μια πράξη αποτελεί προϋπόθεση άλλης ή όταν οι προσβαλλόμενες με το ίδιο δικόγραφο πράξεις αφορούν τον ίδιο αιτητή, βασίζονται στις ίδιες διατάξεις του νόμου, φέρουν ταυτόσημη αιτιολογία και εκδόθηκαν από το ίδιο όργανο, κατά την ίδια διοικητική διαδικασία (Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 258 με παραπομπή στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδας 1929-1959, σελ. 274).

 

Στην παρούσα, η υπό Α Αιτητικό αφορά την απόρριψη της ένστασης της Αιτήτριας για τη μη συμπερίληψη της, για συγκεκριμένους λόγους, στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης στην ειδικότητα των Αγγλικών ενώ η υπό Β προσβαλλόμενη τη μη συμπερίληψη της Αιτήτριας στον τελικό Αναθεωρημένο Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, για το σχολικό έτος 2019-2020, στην ειδικότητα των Αγγλικών, πράξη, κατά συνέπεια που ακολούθησε την υπό Α προσβαλλόμενη απόρριψη της ένστασης της Αιτήτριας να περιληφθεί στον Πίνακα αυτόν. Πράξεις άρα απόλυτα συναφείς.

 

Περαιτέρω ως προς τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, με την προσφυγή  αρ. 471/2019, ως αναφέρεται και στο απόσπασμα της δεύτερης απόφασης που παρέπεμψα πιο πάνω, προσβαλλόταν η απόφαση των καθ' ων η αίτηση που κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια με επιστολή προς τους δικηγόρους της, ημερομηνίας 16.01.2019, σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας, το οποίο υποβλήθηκε με επιστολή των δικηγόρων της ημερ.11.09.2018, για ένταξη του ονόματος της στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, στην ειδικότητα Αγγλικών, με αναδρομική ισχύ, σε διαδικασία επανεξέτασης, μετά την έκδοση της ακυρωτικής πρώτης απόφασης και ο τελικός Πίνακας Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης για το σχολικό έτος 2019-2020, στην ειδικότητα των Αγγλικών, ο οποίος δημοσιεύτηκε κατά ή περί την 27.02.2019 στην ιστοσελίδα των Καθ’ ων η αίτηση στο διαδίκτυο, στον οποίο δεν συμπεριλήφθηκε η Αιτήτρια.

 

Συνεπώς δεν μπορεί να γίνεται λόγος για οποιαδήποτε καταχρηστικότητα εφόσον αφενός η απόφαση η οποία προσβάλλεται με το αιτητικό «Α» στην παρούσα είναι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στην Αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 15.04.2019, και λήφθηκε, επί της ένστασης της Αιτήτριας, κατά την συνεδρία των Καθ ων η αίτηση ημερ. 14.03.2019 και η οποία άρα εκδόθηκε μεταγενέστερα της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 16.01.2019 (που προσβαλλόταν με το αιτητικό «Α» της προσφυγής 471/2019) και λήφθηκε κατά την συνεδρία των Καθ ων η αίτηση ημερ. 19.12.2018, αφετέρου με την εδώ υπό Β προσβαλλόμενη, ζητείται η ακύρωση του τελικού Αναθεωρημένου Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης, για το σχολικό έτος 2019-2020, ο οποίος δημοσιεύθηκε επίσης μεταγενέστερα των προσβαλλομένων με  την πρ. αρ. 471/2019, ήτοι περί την 06.06.2019. Επομένως είναι φανερό ότι με την παρούσα προσφυγή δεν προσβάλλονται οι ίδιες αποφάσεις  των Καθ ων η αίτηση με τις οποίες προσβάλλονται με την προσφυγή 471/2019 και άρα, δε διαπιστώνεται οποιαδήποτε καταχρηστικότητα της παρούσας προσφυγής.

 

Περνώντας στην ουσία της προσφυγής, θεωρώ ότι είναι ορθή η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου της Αιτήτριας ότι οι εδώ προσβαλλόμενες είναι προϊόν παράβασης δεδικασμένου. Ακόμα κι αν από την ανάγνωση της πρώτης απόφασης, υπήρχε η παραμικρή περί του αντιθέτου αμφιβολία, με την δεύτερη απόφαση είναι θεωρώ ξεκάθαρο ότι η όλη ενέργεια των Καθ΄ ων η αίτηση, η οποία επαναλήφθηκε και στις προσβαλλόμενες με την παρούσα, παραβιάζει το δεδικασμένο τόσο της πρώτης απόφασης όσο πλέον και της δεύτερης απόφασης.

 

Συγκεκριμένα στο πιο κάτω απόσπασμα της δεύτερης απόφασης αναφέρεται (υπογράμμιση του παρόντος):

 

«Κρίνεται σκόπιμη η παράθεση του ακόλουθου αποσπάσματος από την απόφαση της καθ' ης η αίτηση, όπως προκύπτει από το πρακτικό της συνεδρίας 19.12.2018, κατά την οποία και λήφθηκε η επίδικη απόφαση :

(…)

 

Συνεπώς, ενόψει των πιο πάνω και δη υπό το φως των ευρημάτων της ακυρωτικής δικαστικής απόφασης στην προαναφερθείσα προσφυγή αρ. 925/2014, κρίνω ότι ανεπίτρεπτα και κατά παραβίαση του δεδικασμένου, οι καθ' ων η αίτηση, στο πλαίσιο της επανεξέτασης, μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης στην προσφυγή αρ. 925/2014, προχώρησαν στην εκ νέου εξέταση, όχι μόνο της ισοτιμίας, αλλά ουσιαστικά και της αντιστοιχίας του πτυχίου της αιτήτριας προς πτυχίο Πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο Αγγλικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Ισοτιμία, σύμφωνα με τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο (Ν.68(Ι)/1996), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, και τους εξ' αυτού απορρέοντες σχετικούς Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 172/1999), ως αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, χορηγείται, αν η διάρκεια σπουδών, η διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης και οι όροι αξιολόγησης, προαγωγής και αποφοίτησης των σπουδαστών, πληρούν τις απαιτήσεις του Πανεπιστημίου Κύπρου ή των άλλων δημόσιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Κύπρου. Αντιστοιχία δε, χορηγείται εφόσον, επιπρόσθετα από τις προϋποθέσεις για χορήγηση ισοτιμίας, το συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει τουλάχιστον τα 2/3 των απαιτούμενων μαθημάτων, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου των μαθημάτων κορμού, του αντίστοιχου κλάδου του ιδρύματος που λαμβάνεται ως μέτρο κρίσης. Εν προκειμένω, και παρόλο που ρητά επισημάνθηκε από το Δικαστήριο στην απόφασή του επί της προσφυγής αρ. 925/2014 ότι η καθ' ης η αίτηση δεν μπορούσε να επεκτείνει την ερμηνεία του σαφούς λεκτικού του οικείου σχεδίου υπηρεσίας, κατά τρόπο που, πέραν της ισοτιμίας του πανεπιστημιακού τίτλου στην ειδικότητα, να απαιτείται και αντιστοιχία, η ΕΕΥ, δίδοντας ως αιτιολογία για την απόρριψη του επίδικου αιτήματος της αιτήτριας ότι ο τίτλος και/ή το πτυχίο της δεν κάλυπτε βασικά θέματα της ειδικότητας των Αγγλικών, ήτοι, όπως αναφέρεται, θέματα διδασκαλίας, γλωσσολογίας, φωνητικής και φωνολογίας, μορφολογίας και σύνταξης της Αγγλικής, έκρινε, ουσιαστικά, την αντιστοιχία του εν λόγω πτυχίου της αιτήτριας: ανεπίτρεπτα, ωστόσο, και καθ' υπέρβαση εξουσίας, εφόσον οι προϋποθέσεις του οικείου σχεδίου υπηρεσίας ήσαν σαφείς, το μόνο δε που συναφώς απαιτείτο, σύμφωνα και με την ακυρωτική δικαστική απόφαση στην προσφυγή αρ. 925/2014, ήταν η ισοτιμία του πτυχίου και/ή τίτλου της αιτήτριας.

 

Η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε και στην Χατζηαριστείδου, ανωτέρω, η οποία, ως ήδη ελέχθη, αφορούσε σε ίδιο θέμα με αυτό της παρούσας περίπτωσης, η δε αιτήτρια σε εκείνη την περίπτωση κατείχε τον ίδιο πανεπιστημιακό τίτλο («Bachelor of Arts in English Language and Literature»), όπως και η εδώ αιτήτρια, τον οποίο απέκτησε από το ίδιο Πανεπιστήμιο, είχαν δε τεθεί και σε εκείνη την περίπτωση παρόμοια ζητήματα και δη ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να εξετάσει θέματα αντιστοιχίας του πανεπιστημιακού διπλώματος, το οποίο κατείχε η αιτήτρια, αλλά μόνο θέμα ισοτιμίας του υπό συζήτηση πτυχίου της, ισοτιμία, την οποία, κατά την αιτήτρια, η Επιτροπή είχε ήδη αναγνωρίσει.

 

Συνεπώς, διαπιστώνεται παραβίαση του δεδικασμένου στην προσφυγή αρ. 925/2014. Με αυτή δε την διαπίστωση, παρέλκει η εξέταση άλλων λόγων ακύρωσης που έχουν εγερθεί με την υπό εξέταση προσφυγή.

 

Ως κατέγραψα πιο πάνω, στην υπό κρίση παρούσα περίπτωση, στη συνεδρία τους ημερομηνίας 14.03.2019, οι Καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν επιγραμματικά να απορρίψουν την ένστασή της Αιτήτριας:

 

«για τους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά ημερομηνίας 19.12.2018».

 

Τα όσα όμως αποφασίστηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίας ημερ. 19.12.2018, έτυχαν ακύρωσης στη δεύτερη απόφαση λόγω παράβασης του δεδικασμένου της πρώτης απόφασης.

 

Επόμενο λοιπόν είναι ότι οι εδώ προσβαλλόμενες, οι οποίες εδράστηκαν  και/ή εξεδόθησαν υιοθετώντας την αιτιολογία των ως άνω ακυρωθεισών, παραβιάζουν επίσης το δεδικασμένο των πιο πάνω δύο δικαστικών αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου, είναι άλλωστε σαφές ότι  οι έχουσες ισχύ δεδικασμένου δικαστικές αποφάσεις ισχύουν έναντι όλων (και του παρόντος) και κατά την επανεξέταση, η διοίκηση δεσμεύεται από το διατακτικό και διαπιστώσεις της δικαστικής απόφασης για την ύπαρξη νομικών και πραγματικών καταστάσεων που υφίσταντο κατά το χρόνο της έκδοσης της πράξης, στις οποίες στηρίχτηκε το διατακτικό αυτό [βλ. άρθρο 59 του Ν.158(Ι)/1999].

 

Περαιτέρω βέβαια, ειδικά στην παρούσα περίπτωση δε πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η ακύρωση, στα πλαίσια της δεύτερης απόφασης, των αποφασισθέντων στη συνεδρία των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 19.12.2018, συμπαρασύρει σε ακυρότητα και τις εδώ προσβαλλόμενες εφόσον στη επίδικη εδώ συνεδρία ημερ. 14.03.2019, οι Καθ΄ων η αίτηση υιοθέτησαν αυτούσια (και/ή ενέμειναν σε) μια τελεσιδίκως ακυρωθείσα πλέον προηγούμενη απόφαση τους.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και οι προσβαλλόμενες ακυρώνονται με €1.800 πλέον Φ.Π.Α έξοδα υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο