
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση αρ. 1292/2019)
15 Ιουλίου 2025
[ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Χ. Κ. Π. (Π.)
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ
Καθ’ ων η αίτηση.
……………………………
Διονύσιος Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.
Σοφοκλής Καρασαμάνης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Αντικείμενο της υπό εκδίκαση προσφυγής, συνιστά η νομιμότητα του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης το οποίο δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 3.5.2019, σε σχέση με την οποία αποφασίστηκε πως το τεμάχιο του αιτητή, μαζί με άλλα τεμάχια, είναι αναγκαίο για την Διαμόρφωση του Αλιευτικού Καταφυγίου και Ποταμού στο Λιοπέτρι – Φάση Α.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 28.3.2018, αποφάσισε όπως εγκρίνει την απαλλοτρίωση και επίταξη αριθμού ακίνητης ιδιωτικής και εκκλησιαστικής ιδιοκτησίας, η οποία επηρεάζεται από το Έργο για την Διαμόρφωση του Αλιευτικού Καταφυγίου και του Ποταμού στο Λιοπέτρι – Φάση Α΄.
Αποτέλεσμα τούτου, ήταν η δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης αρ. Α.Δ.Π. 230, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 11.5.2018 σε σχέση με ακίνητη ιδιοκτησία η οποία κρίθηκε αναγκαία «για τον ακόλουθο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για την Διαμόρφωση Αλιευτικού Καταφυγίου και Ποταμού στο Λιοπέτρι – Φάση Α΄». Ανάμεσα σε άλλα τεμάχια, επηρεασθείσα ακίνητη ιδιοκτησία αποτελούσε και το τεμάχιο […], Φ./Σχ.[…], Τμήμα 10, ιδιοκτησίας του αιτητή.
Το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, με διπλοσυστημένη επιστολή ημερομηνίας 4.7.2018, ενημέρωσε τον αιτητή για την δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης και για την δυνατότητα προς υποβολή ένστασης κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης. Μέσω του δικηγόρου του, υπέβαλε ένσταση ημερομηνίας 4.9.2018, προβάλλοντας πως η δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς την διοίκηση, λόγω του ότι σε σχέση με το επίδικο τεμάχιο, εκκρεμούσε διαδικασία για ανταλλαγή του με κυβερνητική δασική γη, πως δεν υφίσταται καμία ανάγκη για την απαλλοτρίωση του τεμαχίου του για την επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης, ότι παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας και το δικαίωμά του να ακουστεί.
Το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, προχώρησε στην μελέτη της υποβληθείσας ένστασης και με την επιστολή του ημερομηνίας 27.3.2019 γνωστοποίησε την απορριπτική του εισήγηση προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, υποβάλλοντας εισήγηση προς περαιτέρω προώθηση της έκδοσης και δημοσίευσης του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης.
Οι σχετικές εισηγήσεις, αναφορικά με την εκ μέρους του αιτητή υποβληθείσα ένσταση, προωθήθηκαν από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, με την επιστολή ημερομηνίας 8.4.2019 και την παράκληση όπως τα έγγραφα τεθούν ενώπιον της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής για μελέτη και λήψη απόφασης, αλλά και την επισήμανση πως το Υπουργείο Εσωτερικών συμφωνεί με την απορριπτική εισήγηση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Σημειώνεται πως η προαναφερθείσα επιστολή, κοινοποιήθηκε προς τους Γενικούς Διευθυντές του Υπουργείου Οικονομικών, του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων και του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.
Επί του Παραρτήματος 10 της Ένστασης, περιέχεται προσχέδιο (ανυπόγραφο) από τα πρακτικά συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής για την εξέταση των ενστάσεων κατά των σκοπούμενων απαλλοτριώσεων, στο οποίο γίνεται αναφορά στην εξέταση της ένστασης που υπεβλήθη από τον αιτητή, επί του οποίου γίνεται καταγραφή, με κενά στην υπογραφή, του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Προέδρου και των Μελών της Υπουργικής Επιτροπής Υπουργού Οικονομικών, Υπουργού Εσωτερικών, Υπουργού Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων και του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, ως αντικαταστάτη.
Στο Παράρτημα 11 της Ένστασης, επισυνάπτονται τα πρακτικά συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, η οποία έλαβε χώρα στις 17.4.2019, με την οποία αποφασίστηκε η απόρριψη της ένστασης που υπέβαλε ο αιτητής και η έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6(4)(α) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου, Ν. 15/62. Σημειώνεται πως, τα πρακτικά συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής υπογράφονται, εν τέλει, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ως Πρόεδρο και από τον Υπουργό Οικονομικών και Υπουργό Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, ως Μέλη.
Αποτέλεσμα της απόρριψης της ένστασης κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης, ήταν η δημοσίευση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, Α.Δ.Π. 220, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 3.5.2019, την νομιμότητα του οποίου ο αιτητής αμφισβητεί δια της καταχώρησης της προσφυγής του.
Εκ μέρους του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, εγέρθηκε αριθμός λόγων ακύρωσης. Ισχυρίστηκε πως η απαλλοτρίωση του τεμαχίου του δεν ήταν αναγκαία για την υλοποίηση της Φάσης Α΄ του Έργου, καθότι, κατά τις εισηγήσεις και του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ο χώρος εντός του οποίου βρίσκεται το επίδικο τεμάχιο θα αποτελέσει χώρο του Δημόσιου Πάρκου, το οποίο περιλαμβάνεται στη Φάση Β΄ του Έργου και συνεπώς δεν υπήρχε αναγκαιότητα για στέρηση της περιουσίας του, κατά τις διατάξεις του Άρθρου 23 του Συντάγματος.
Αποτέλεσε ισχυρισμό του πως παραβιάζεται η αρχή της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης, της αναλογικότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στη διοίκηση, καθότι αποφασίστηκε η απαλλοτρίωση του επίδικου ακινήτου, ενώ εκκρεμούσε διαδικασία για ανταλλαγή του με κρατική δασική γη.
Τρίτον, εγέρθηκε ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης της Υπουργικής Επιτροπής. Όπως υποστηρίχθηκε, κατά τη συνεδρία της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 17.4.2019, προκύπτει πως παρόντες ήταν μόνον ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ο Υπουργός Οικονομικών και η Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, οι οποίοι και υπογράφουν τα σχετικά πρακτικά. Απουσίαζε ο Υπουργός Εσωτερικών, η απουσία του οποίου μπορεί να δικαιολογηθεί, ως η Απαλλοτριούσα Αρχή, όχι όμως και του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού. Με παραπομπή στα ερυθρά 43 και 44 του διοικητικού φακέλου που σημειώθηκε ως Τεκμήριο 10, υποβάλλει πως απουσιάζει πρόσκληση στον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, όπως και στην Υπουργό Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων. Κατά τις εισηγήσεις, η απαρτία δεν επιλύει την απουσία του Υπουργού Παιδείας, ενώ ενόψει της πάσχουσας σύνθεσης της Υπουργικής Επιτροπής, διαπιστώνεται και ζήτημα μη τήρησης άρτιων πρακτικών.
Υποστηρικτική της νομιμότητας της προβαλλόμενης απόφασης, υπήρξε η θέση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της Δημοκρατίας. Απαντώντας ένα προς ένα τους ισχυρισμούς που προβάλλονται, υποστήριξε τον ευρύτερο σχεδιασμό του Έργου και την ενιαία ανάπτυξη του Αλιευτικού Καταφυγίου, εντός πλαισίου οργανωμένου χώρου περιλαμβανομένου και του Εθνικού περιβαλλοντικού Πάρκου, ενώ κατά τις εισηγήσεις, εντός των διοικητικών φακέλων δεν υπάρχει καμία αναφορά πως το τεμάχιο θα χρειαστεί κατά την υλοποίηση της Φάσης Β΄, αλλά αντιθέτως, κατά την υλοποίηση της πρώτης φάσης του Έργου, που αφορά η επίδικη διαδικασία. Υποστηρίζει πως όλες οι ενέργειες της διοίκησης πλαισιώνονται από καλή πίστη, αφού από τις απόψεις του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, προκύπτει πως δεν παραγνωρίστηκε η εκκρεμούσα διαδικασία της ανταλλαγής, η οποία, όπως επισημαίνεται, μπορεί να διεκδικηθεί αντί χρηματικής αποζημίωσης, στα πλαίσια του καθορισμού της καταβλητέας αποζημίωσης.
Ως προς τον τρίτο λόγο ακύρωσης, περί πάσχουσας σύνθεσης της Υπουργικής Επιτροπής, γίνεται εν πρώτοις αναφορά στην Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ. 76.138, ημερομηνίας 5.12.2013, για εκχώρηση των εξουσιών του προς την Υπουργική Επιτροπή, η οποία συνεδριάζει υπό τετραμελή σύνθεση και περιλαμβάνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ως Πρόεδρο και τους Υπουργούς Οικονομικών, Εσωτερικών και Συγκοινωνιών και Έργων, ως Μέλη. Σύμφωνα με την ίδια Απόφαση, ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, ορίζεται ως αντικαταστάτης οποιουδήποτε από τους προαναφερόμενους Υπουργούς, ο οποίος θα απουσιάζει ή θα κωλύεται και όταν αντικαθιστά τον Υπουργό Δικαιοσύνης, θα προεδρεύει της Επιτροπής. Με αναφορά στην αιτιολογημένη απουσία του Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος ήταν η απαλλοτριούσα αρχή, υπέβαλε πως, εφόσον υπήρχε απαρτία, με την παρουσία και συμμετοχή τριών Μελών από τα τέσσερα, δεν επηρεάζεται η νόμιμη σύνθεση της Επιτροπής και δεν απαιτείτο να αποσταλεί πρόσκληση στον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού.
Το τελευταίο αυτό ζήτημα, περί πάσχουσας σύνθεσης της Υπουργικής Επιτροπής, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 17.4.2019, κρίνεται ως πρωτεύον, καθότι κατά την επίδικη συνεδρία, έλαβε χώρα η εξέταση της ένστασης που υπέβαλε ο αιτητής, κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης, επί της οποίας εγέρθηκαν ισχυρισμοί ως προς την νομιμότητα και αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης της περιουσίας του. Τυχόν ακύρωση της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, οδηγεί σε ακύρωση και την δημοσίευση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης. Συνεπώς, ως ζήτημα που ανατρέχει στη ρίζα του, θα πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα.
Σύμφωνα με την Απόφαση με Αρ. 76.138, ημερομηνίας 5.12.2013, το Υπουργικό Συμβούλιο εκχώρησε τις εξουσίες του για την εξέταση ενστάσεων για την έκδοση ή μη Διαταγμάτων Απαλλοτρίωσης, σε Επιτροπή αποτελούμενη από τους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (ως Πρόεδρο), Οικονομικών, Εσωτερικών και Συγκοινωνιών και Έργων (ως Μέλη). Παράλληλα, όρισε τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού ως αντικαταστάτη οποιουδήποτε από τους πιο πάνω Υπουργούς, ο οποίος θα απουσιάζει από τη συνεδρία της εν λόγω Επιτροπής ή θα κωλύεται για οποιοδήποτε λόγο και όταν αντικαθιστά τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, θα προεδρεύει της Επιτροπής. Η εν λόγω Απόφαση, επισυνάφθηκε ως Παράρτημα Α στην γραπτή αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση.
Από το Παράρτημα 11 της Ένστασης, καθώς επίσης και από τα έγγραφα χωρίς σελίδωση που εντοπίζονται εντός του Τεκμηρίου 10, τα οποία αποτελούν τα πρωτότυπα έγγραφα της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 17.4.2019, τα πρακτικά υπογράφουν ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (ως Πρόεδρος) και οι Υπουργοί Οικονομικών και Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων (ως Μέλη). Από τη συνεδρία της Υπουργικής Επιτροπής απουσιάζει ο Υπουργός Εσωτερικών, Μέλος της Επιτροπής, η απουσία του οποίου όμως, κρίνεται αιτιολογημένη, λόγω ακριβώς αντικειμενικού κωλύματος να παραστεί, ως απαλλοτριούσα αρχή. Αυτό άλλωστε, δεν αμφισβητείται από τον αιτητή.
Σύμφωνα με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, με την οποία εκχωρήθηκαν οι εξουσίες του σε σχέση με τις διατάξεις του άρθρου 6(1) του Ν.15/62, σε περίπτωση κωλύματος οποιουδήποτε από τους Υπουργούς που συγκροτούν την Επιτροπή, αυτός θα αντικαθίσταται από τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού.
Στα ερυθρά 43-44 του Τεκμηρίου 10, στα οποία γίνεται αναφορά και από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, περιέχεται η πρόσκληση που απεστάλη από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ημερομηνίας 15.4.2019, σε σχέση με την συνεδρία της Υπουργικής Επιτροπής ημερομηνίας 17.4.2019. Ως εκ του περιεχομένου της, η πρόσκληση απεστάλη προς τους Γενικούς Διευθυντές των Υπουργείων Οικονομικών και Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, μέσω τηλεομοιότυπου μηνύματος, με την παράκληση όπως οι Υπουργοί – Μέλη της Επιτροπής να ενημερωθούν και να παραστούν. Ομοίως, η πρόσκληση κοινοποιήθηκε σε λειτουργούς των Υπουργείων Οικονομικών, Εσωτερικών, Ενέργειας Εμπορίου και Βιομηχανίας και στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως. Διαπιστώνεται, συνεπώς, πως δεν απεστάλη οποιαδήποτε πρόσκληση προς τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, ο οποίος αποτελούσε αντικαταστάτη Υπουργού που θα κωλύετο για οποιονδήποτε λόγο να συμμετέχει στην Επιτροπή, Υπουργός που ήταν απών.
Στο σύγγραμμα του καθηγητή Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» Τόμος 1, 15η έκδοση, 2017, §126 και 127, σελ. 121 και 122, αναφέρονται τα εξής:
«126. Σύνθεση. Στις συνεδριάσεις του συλλογικού οργάνου μετέχουν κάθε φορά όλα τα τακτικά μέλη που το συγκροτούν και μπορούν να αναπληρωθούν, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από τα προβλεπόμενα αναπληρωματικά (ΣΕ 1846, 4603/1988, 3288/1989, 1612/1996). […]
127. Για τη νόμιμη σύνθεση του συλλογικού οργάνου, χρειάζεται η έγκαιρη πρόσκληση26 προς συνεδρίαση όλων των τακτικών και αναπληρωματικών μελών27, προ 48 ωρών (ΣΕ 2374/2005, ΣΕ 517, 782, 1523/2016). Πρόσκληση δεν απαιτείται, όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε τακτές ημέρες ή ημερομηνίες, που έχουν ορισθεί εκ των προτέρων με ρητή πράξη του συλλογικού οργάνου, την οποία χωρίς αμφιβολία γνωρίζουν όλα τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη. Επίσης, δεν απαιτείται πρόσκληση των μελών, όταν δεν είναι δυνατό να μετάσχουν στη συνεδρίαση, λόγω αντικειμενικού κωλύματος που είναι γνωστό και δημιουργεί απόλυτη αδυναμία προσέλευσης (ΣΕ 2626/1988, 1442/1997) […]
Την έλλειψη της πρόσκλησης και συνεπώς την πλημμέλεια της νόμιμης σύνθεσης για το λόγο αυτό θεραπεύει η παρουσία του μέλους στη συνεδρίαση (ΣΕ 2255/1967).
_________________
26. Εάν η συζήτηση για ορισμένο θέμα ή για τα υπόλοιπα διακόπηκε για άλλη, ορισμένη συνεδρίαση, απαιτείται νέα πρόσκληση των απόντων μελών.
27. Η συμμετοχή των αναπληρωματικών μελών είναι νόμιμη, μόνον εάν τα αναπληρούμενα τακτικά μέλη δεν προσήλθαν, αν και κλήθηκαν νόμιμα, ή αν δήλωσαν εκ των προτέρων κώλυμα συμμετοχής στη συνεδρίαση (ΣΕ 740/1977, 3288/1989).»[1]
Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, ορίστηκε ως αντικαταστάτης Υπουργού Μέλους που θα απουσίαζε από την συνεδρία, εν προκειμένω, του Υπουργού Εσωτερικών. Και λαμβανομένων υπόψη των όσων αναφέρονται στο πιο πάνω σύγγραμμα, περί υποχρέωσης πρόσκλησης σε συνεδρία και των αναπληρωματικών μελών του συλλογικού οργάνου και όχι μόνον των τακτικών μελών, η παράλειψη πρόσκλησης του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, οδηγεί σε πάσχουσα σύνθεση της Υπουργικής Επιτροπής κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 17.4.2019, συνεδρία που εξέτασε και απέρριψε την υποβληθείσα, εκ του αιτητή, ένσταση κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης (Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Sinclair, Ε.Δ.Δ. 224/21, ημερομηνίας 17.6.2025, Μιχαήλ ν. ΑΗΚ, Α.Ε. 137/2012, ημερομηνίας 25.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:C20).
Όμοια υπήρξε και η προσέγγιση αναφορικά με απουσία πρόσκλησης Μέλους της Υπουργικής Επιτροπής, σε σχέση με την εξέταση του ίδιου ζητήματος, όπως αυτό εγέρθηκε και εξετάστηκε στα πλαίσια των συνεκδικαζόμενων υπόθ. 1736/2007 κ.ά. Δρουσιώτου, υπό την ιδιότητα της συνδιαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντα Δρουσιώτη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 4.7.2012, από την οποία παραθέτω το ακόλουθο, εκτενές, απόσπασμα:-
«Ασκήθηκαν οι παρούσες επτά προσφυγές από ιδιοκτήτες των απαλλοτριωθέντων ή άλλως νομιμοποιούμενων, οι οποίες συνεκδικάστηκαν. Στο πλαίσιο τους αναπτύχθηκε σειρά επιχειρημάτων […] και ο σοβαρός ισχυρισμός που ειδικώς περιλαμβάνεται στα εγερθέντα στις προσφυγές 1746/07 και 1747/07 αλλά αφορά σε ζήτημα δημόσιας τάξης και υιοθετήθηκε και από τους άλλους αιτητές, ότι έπασχε η σύνθεση της αναφερθείσας Υπουργικής Επιτροπής.
Όπως υποστηρίχθηκε, δεν φαινόταν να είχε προσκληθεί ο Υπουργός Οικονομικών, ως μέλος της. Ήταν αυτόδηλο πως ο Υπουργός Οικονομικών δεν υπέγραψε το αναφερθέν έγγραφο της 9.10.07 αλλά ήταν η άποψη των καθ’ ων η αίτηση πως δεν προκύπτει ζήτημα αφού, στη βάση γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας, η απουσία κάποιου από τα μέλη, εφόσον υπάρχει απαρτία, δεν εμποδίζει τη διεξαγωγή των εργασιών. […]
Σύμφωνα με το άρθρο 6 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου του 1962 (Ν. 15/62 όπως τροποποιήθηκε) την αρμοδιότητα για την εξέταση ένστασης και την, εν τέλει, λήψη απόφασης για απαλλοτρίωση, όταν απαλλοτριούσα αρχή είναι η Δημοκρατία, την έχει το Υπουργικό Συμβούλιο. Αυτή η αρμοδιότητα, δυνάμει του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (Ν.23/62), εκχωρήθηκε, με την ΚΔΠ 923/03, σε Υπουργική Επιτροπή, αποτελούμενη, όπως είναι παραδεκτό και προκύπτει και από το κείμενο, από τους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ως Πρόεδρο, Οικονομικών, Εσωτερικών και Συγκοινωνιών και Έργων. Με περαιτέρω ρύθμιση για να καλυφθεί η περίπτωση κατά την οποία μέλος της Επιτροπής είναι και «ο αρμόδιος Υπουργός». Εν τούτοις, το έγγραφο που περιλαμβάνει την απόφαση για την απόρριψη των ενστάσεων και την έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, ημερομηνίας 9.10.07, φέρει μόνο τρεις υπογραφές. Του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ως Προέδρου, του Υπουργού Εσωτερικών και της Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων. Τιτλοφορείται ως «Πρακτικά Συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής …», χωρίς αναφορά σε απόντα που προσκλήθηκε ή σε οτιδήποτε άλλο. Ό,τι περιλαμβάνει είναι αναφορά στο ιστορικό, την απόρριψη των ενστάσεων και την απόφαση για τις απαλλοτριώσεις.
Οι καθ’ ων η αίτηση προσκόμισαν όσα έγγραφα προκύπτουν ως σχετικά, με το φάκελο που συγκροτήθηκε και κατατέθηκε ως τεκμήριο Χ.
Το πρώτο έγγραφο, όπως επεξηγήθηκε και κατά τις διευκρινήσεις, δεν είναι δυνατό να συσχετισθεί προς το θέμα. […]
Το δεύτερο έγγραφο είναι επιστολή εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, ημερομηνίας 28.9.07, με το ακόλουθο περιεχόμενο:
«ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ – ΜΕ ΤΗΛΕΟΜΟΙΟΤΥΠΟ
Γενικό Διευθυντή
Υπουργείου Εσωτερικών,
(Αρ. Φαξ: 22-676709)
Γενικό Διευθυντή
Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων,
(Αρ. Φαξ: 22-776265)
Γενική Διευθύντρια
Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού,
(Αρ. Φαξ: 22-426349)
Σύγκλιση Υπουργικής Επιτροπής για εξέταση ενστάσεων εναντίον σκοπούμενων απαλλοτριώσεων και λήψη απόφασης για την έκδοση ή όχι διαταγμάτων απαλλοτριώσεως σύμφωνα με τους περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμους του 1962 μέχρι 2006.
Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να παρακαλέσω όπως με την παρούσα επιστολή τεθεί και γραπτώς υπόψη των Υπουργών μελών της Υπουργικής Επιτροπής για εξέταση ενστάσεων εναντίον σκοπούμενων απαλλοτριώσεων, η νέα συνεδρία η οποία θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 9.10.2007 στις 5.30 μ.μ. στο γραφείο του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. Η Ημερήσια Διάταξη της συνεδρίας επισυνάπτεται. […]
Για Γενικό Διευθυντή
Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως
Κοιν. - Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών […]
- Διευθυντή Τμήματος Δημοσίων Έργων […]
- Αναπληρωτή Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού […]
Με την παράκληση να παραστούν
- Ανώτερο Διοικητικό Λειτουργό Υπουργείου Εσωτερικών
[…]»
Αυτό το έγγραφο απεστάλη, λοιπόν, στο Γενικό Διευθυντή μόνο τριών Υπουργείων, του Υπουργείου Εσωτερικών, του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων και του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού με κοινοποιήσεις όπως φαίνονται σ’ αυτό. Με την παράκληση στο πλάι, οι τελευταίοι στους οποίους αφορούσε η κοινοποίηση, όχι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, να παραστούν.
Το τρίτο έγγραφο είναι η Ημερήσια Διάταξη που επισυνάφθηκε στο προηγούμενο έγγραφο, και που περιλαμβάνει το θέμα των συζητούμενων απαλλοτριώσεων (αρ. 6) σε σχέση με τις οποίες, όπως και στην περίπτωση άλλων θεμάτων, καταγράφεται ως απαλλοτριούσα αρχή το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Ούτε το έγγραφο αυτό είναι δυνατό να συσχετισθεί προς το θέμα και το ίδιο ισχύει, όπως δέχονται και οι καθ’ ων η αίτηση, και σε σχέση με το τέταρτο και τελευταίο έγγραφο που προσκομίστηκε. Πρόκειται για την αναφερθείσα γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας ημερομηνίας 13.2.07.
Η συζήτηση διεξάγεται στη βάση του παραδεκτού, κατά την πάγια νομολογία μας αλλά και κατά το άρθρο 21(3) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/99) που την κωδικοποίησε, πως για να συνεδριάσει νόμιμα ένα συλλογικό όργανο, όπως εν προκειμένω ήταν η Υπουργική Επιτροπή, «πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία». Με την εξαίρεση της περίπτωσης συνεδρίας «σε τακτές ημέρες και ώρες» που δεν συνέτρεχε εδώ.
Η ειδοποίηση της 28.9.07 κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούσε πρόσκληση προς τον Υπουργό Οικονομικών, ως μέλους της Υπουργικής Επιτροπής. Δεν απευθύνεται σ’ αυτόν ή έστω στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ενώ και η προσθήκη περί την κοινοποίηση προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, όπως είδαμε, δεν περιλάμβανε καν παράκληση παράστασης. Το σημειώνω αυτό ως επιπρόσθετο στοιχείο χωρίς να θέλω να πω ότι και τέτοια παράκληση σε κοινοποιούμενο απλώς έγγραφο θα συνιστούσε την απαιτούμενη πρόσκληση. Σαφώς δεν έχουμε εδώ πρόσκληση του Υπουργού Οικονομικών ως μέλους και έχουμε, εν τέλει, και το έγγραφο της 9.10.07 το οποίο υπογράφεται από τα άλλα τρία μέλη, όχι όμως από τον Υπουργό Οικονομικών.
Γίνεται αναφορά στο γεγονός της πρόσκλησης, με την ειδοποίηση της 28.9.07 προς το Γενικό Διευθυντή της Υπουργού Παιδείας και με την εξήγηση πως, κατά τη συνεδρία της 9.10.07, θα συζητούνταν και θέματα που αφορούσαν εκείνο το Υπουργείο. Όπως, όμως, όλοι αναγνώρισαν, το θέμα που εγείρεται δεν αφορά στην πρόσκληση και προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού αλλά στο κατά πόσο προσκλήθηκε ο Υπουργός Οικονομικών. Οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρθηκαν και σε διαβουλεύσεις που προηγούνται και που, μετά από προφορική συγκατάνευση, απολήγουν σε επιστολή-πρόσκληση, όπως εκείνη της 28.9.07. Δεν είναι ανάγκη να επεκταθώ στο ζήτημα της επίκλησης προφορικών συνεννοήσεων για τις οποίες δεν υπάρχει καταγραφή στο φάκελο. Αυτά λέχθηκαν σε σχέση με το επιπρόσθετο επιχείρημα πως δεν προέκυπτε καν ότι η επιστολή της 28.9.07 στάληκε ώστε οι παραλήπτες να είχαν ενημερωθεί. Εδώ το πρόβλημα που σε πρώτο επίπεδο εντοπίζεται αφορά σε άλλη διάσταση του θέματος. Η όποια ειδοποίηση θα αφορούσε σε εκείνους προς τους οποίους απευθυνόταν. Οτιδήποτε δε και αν προηγήθηκε, στη βάση των όσων προσπάθησα να εξηγήσω, η επιστολή της 28.9.07 δεν συνιστά πρόσκληση προς τον Υπουργό Οικονομικών ως μέλους της Υπουργικής Επιτροπής, για τη συνεδρία της 9.10.07.
Βρισκόμαστε, δυστυχώς, μπροστά σε μια ακόμα περίπτωση, από τις πολλές που αποτέλεσαν το αντικείμενο όμοιων δικαστικών διαδικασιών, μη τήρησης των απαιτουμένων για νόμιμη σύνθεση συλλογικού διοικητικού οργάνου. Στοιχειοθετείται, συνεπώς, λόγος ακυρότητας και αφού αυτός αφορά στη ρίζα της διαδικασίας, δεν παρέχεται περιθώριο για την εξέταση οποιουδήποτε άλλου θέματος.»
Ως προς την θέση περί ύπαρξης απαρτίας, επισημαίνεται πως η απαρτία δεν επιλύει το πρόβλημα, καθότι η επιταγή της νόμιμης σύνθεσης και νόμιμης συνεδρίας, αποτελεί προϋπόθεση για να εξετάσει κάποιος, σε δεύτερο στάδιο την απαρτία (Sinclair (ανωτέρω), Α.Ε. 112/2014, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντινίδου, ημερομηνίας 2.11.2020).
Στη βάση των πιο πάνω αναφερόμενων εγγράφων και λαμβανομένης υπόψη της απουσίας οποιωνδήποτε άλλων εγγράφων από τα οποία να προκύπτει πρόσκληση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, λαμβανομένης υπόψη της απουσίας του, καταλήγω πως η σύνθεση της Υπουργικής Επιτροπής κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 17.4.2019, υπήρξε πάσχουσα και ως ανατρέχουσα στη ρίζα της διαδικασίας, καθίσταται αχρείαστη η εξέταση οποιουδήποτε άλλου ισχυρισμού.
Υπό το φως των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση €2.000 πλέον Φ.Π.Α.
Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.
[1] Η έμφαση προστέθηκε από το Δικαστήριο.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο