
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 750/2025(Κ))
4 Αυγούστου, 2025
[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης Δ.Δ.]
M. R.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Καθ’ ων η Αίτηση.
…………………………
Μαρία Καρπούζη (κα), για τον αιτητή.
Άρτεμις Πάλλη (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθ’ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή ο αιτητής ζητά τις ακόλουθες θεραπείες:
«A. Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση με την οποία ο Αιτητής έχει κηρυχθεί απαγορευμένος μετανάστης και η οποία ουδέποτε του κοινοποιήθηκε δεόντως και σύμφωνα με το Νόμο και τους Κανονισμούς, αλλά ενημερώθηκε γι’ αυτήν στις 02/05/2025, μέσω των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης που εκδόθηκαν εναντίον του την ίδια μέρα, είναι άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
B. Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/05/2025 (Παράρτημα 1) με την οποία διατάζεται η απέλαση του Αιτητή από τη Δημοκρατία και η απαγόρευση εισόδου σε αυτήν για περίοδο πέντε (5) ετών, καθώς και οποιεσδήποτε ενδιάμεσες ή προπαρασκευαστικές πράξεις προηγήθηκαν αυτών είναι άκυρες, παράνομες και στερούμενες οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Γ. Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/05/2025 (Παράρτημα 2), με την οποία διατάζεται η κράτηση του Αιτητή μέχρι την απέλασή του στη χώρα καταγωγής του, καθώς και οποιεσδήποτε ενδιάμεσες ή προπαρασκευαστικές πράξεις προηγήθηκαν αυτής, είναι άκυρες, παράνομες και στερούμενες οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Δ. Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 02/05/2025, με την οποία διατάζεται η απέλαση του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ήτοι το Ιράν, είναι ασυμβίβαστη με την αρχή της απαγόρευσης της επαναπροώθησης και λήφθηκε κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών ή/και των άρθρων 7 και/ή 8 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας ή/και των άρθρων 2 ή/και 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ως εκ τούτου, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος, ως προνοεί και το Άρθρο 11Α του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015 ((131(Ι)/2015) ως τροποποιήθηκε.»
Ο αιτητής βρίσκεται παράνομα στη χώρα από τις 23.12.2024 όταν απορρίφθηκε η αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε λόγω σιωπηρής απόσυρσής της. Στις 2.7.2025 συνελήφθη για παράνομη παραμονή και εναντίον του εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις.
Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής συνοψίζονται σε παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, έκδοση των αποφάσεων από αναρμόδια αρχή, παραβίαση του Κανονισμού 19 των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 242/1972. λόγω μη επίδοσης ειδοποίησης προς τον αιτητή ότι είναι απαγορευμένος μετανάστης, των Άρθρων 18ΟΗ – 18ΟΠ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 (στο εξής ο «Νόμος»), έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και πλάνη περί τον νόμο και τα πράγματα και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.
Προτεραιότητα εξέτασης έχει ο λόγος ακύρωσης που αφορά σε αναρμοδιότητα του οργάνου. Εισηγείται ο αιτητής ότι η ανώτερη λειτουργός που εξέδωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις ήταν αναρμόδια να το πράξει σύμφωνα με την απόφαση εκχώρησης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 26.3.2025.
Στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1 δεν εντοπίζεται η απόφαση εκχώρησης εντούτοις, η παράθεση του περιεχομένου της απόφασης ως καταγράφεται στη γραπτή αγόρευση του αιτητή φαίνεται να βρίσκει σύμφωνη την πλευρά των καθ’ ων η αίτηση. Σύμφωνα, λοιπόν, με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου:
«Το Συμβούλιο, για τους λόγους που αναφέρονται στη Πρόταση, ασκώντας τις εξουσίες που παρέχονται σ' αυτό από το άρθρο 4(1)(α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και Νόμων του 1972 έως 2025, αποφάσισε:
α) Να εκχωρήσει στον Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης και/ή τον οποιοδήποτε διοριστεί και/ή οριστεί να εκτελεί καθήκοντα ως Αναπληρωτής Διευθυντής κατά την απουσία του Διευθυντή, τις εξουσίες τις οποίες του παρέχουν τα άρθρα 6(1)(στ) και (ζ), 6(2) και (3), 7, 14, 18ΙΣΤ, 18ΚΣΤ(4) και (5) και (5Α), 18Π(1) και (3), 18ΠΑ, 18ΠΓ και 18ΠΣΤ των πιο πάνω Νόμων, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, με ισχύ από τις 26.3.2025.
β) Να εκχωρήσει, παράλληλα, στους Ανώτερους Λειτουργούς Μετανάστευσης, κ. Αντρέα Κωνσταντίνου, κα Αγνή Παπαγεωργίου και κα Παναγιώτα Φωτίου, τις εξουσίες τις οποίες του παρέχουν τα άρθρα 6(1)(στ) και (ζ), 14, 18ΙΣΤ, 18ΚΣΤ(4) και (5) και (5Α), 18Π(1) και (3), 18ΠΑ και 18ΠΣΤ των πιο πάνω Νόμων, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, με ισχύ από τις 26.3.2025».
Όπως προκύπτει από τις τρείς προσβαλλόμενες αποφάσεις, όλες υπογράφονται από την ίδια λειτουργό στην οποία το Υπουργικό Συμβούλιο εκχώρησε τις εξουσίες που καταγράφονται στην παράγραφο (β) της απόφασής του. Το διάταγμα απέλασης έχει το εξής περιεχόμενο:
«Επειδή η/ο R. M. υπήκοος Ι. είναι απαγορευμένη/ος μετανάστης, δυνάμει των παραγράφων (Κ), του εδαφίου (1), του άρθρου 6, των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2025), καθότι παρέμεινε παράνομα από τις 07/01/2025, όταν παρήλθε η προθεσμία αναχώρησης του από τη Δημοκρατία.
Για το σκοπό αυτό, ασκώντας τις εξουσίες που δίνει στο Υπουργικό Συμβούλιο το Άρθρο 14 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2025) και το Άρθρο 188(3) (γ) του Συντάγματος και οι οποίες εξουσίες εκχωρήθηκαν σε εμένα, εγώ η Ανώτερη Διοικητικός Λειτουργός, με το παρόν διάταγμα διατάσσω όπως η/ο R. M. απελαθεί στο Ιράν, και αναχωρήσει από τη Δημοκρατία το συντομότερο δυνατό και στη συνέχεια να παραμείνει εκτός της Δημοκρατίας για περίοδο πέντε (5) ετών.»
Το διάταγμα κράτησης το εξής:
«Επειδή η/ο R. M. υπήκοος Ι. είναι απαγορευμένη/ος μετανάστης, δυνάμει των παραγράφου (Κ), του εδαφίου (1), του άρθρου 6 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2025), καθότι παρέμεινε παράνομα από τις 07/01/2025 όταν παρήλθε η προθεσμία αναχώρησης του από τη Δημοκρατία.
Και επειδή με διάταγμα απέλασης ημερομηνίας 2 Ιουλίου 2025, που εκδόθηκε δυνάμει των εξουσιών που δίνει στο Υπουργικό Συμβούλιο το Άρθρο 14 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2025) και το Άρθρο 188(3)(γ) του Συντάγματος και οι οποίες εξουσίες εκχωρήθηκαν σε εμένα, διατάχθηκε όπως η/ο προαναφερόμενη/ο R. M. απελαθεί από την Δημοκρατία το συντομότερο δυνατό και στη συνέχεια να παραμείνει εκτός της Δημοκρατίας για περίοδο πέντε(5) ετών.
Και επειδή θεώρησα ότι είναι αναγκαίο η/ο R. M. να παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί, καθότι διαπιστώθηκε ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, (Άρθρο 18ΠΣΤ(1)(α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου). Δεδομένου ότι δεν συμμορφώθηκε με απόφαση επιστροφής και δεν επιθυμεί τον επαναπατρισμό του, δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.
Για το σκοπό αυτό, ασκώντας τις εξουσίες που δίνει στο Υπουργικό Συμβούλιο το Άρθρο 14 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2025) και το Άρθρο 188(3) (γ) του Συντάγματος και οι οποίες εξουσίες εκχωρήθηκαν σε εμένα, εγώ η Ανώτερη Διοικητικός Λειτουργός, με το παρόν διατάσσω όπως ο/η R. M. παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί.»
Το Άρθρο 6(1)(κ) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
«6.—(1) Τα ακόλουθα πρόσωπα θα είναι απαγορευµένοι µετανάστες και, τηρουµένων των διατάξεων του Νόµου αυτού ή των διατάξεων που δυνατό να περιέχονται σε οποιουσδήποτε Κανονισµούς που εκδόθηκαν δυνάµει αυτού ή σε οποιοδήποτε ∆ιάταγµα του Υπουργικού Συµβουλίου, δεν θα επιτρέπεται η είσοδος ή η παραµονή στη ∆ηµοκρατία σε:—
(κ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εισέρχεται ή διαµένει στη ∆ηµοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισµού ή επιφύλαξης που περιλαµβάνεται στο Νόµο αυτό ή σε οποιουσδήποτε Κανονισµούς που εκδόθηκαν βάσει του Νόµου αυτού ή σε οποιαδήποτε άδεια που παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει του Νόµου αυτού ή των Κανονισµών αυτών·»
Στον αιτητή κοινοποιήθηκε απόφαση επιστροφής και προθεσμία οικειοθελούς αποχώρησης στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου για τα οποία πληροφορήθηκε με επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16.12.2024 και το πιο κάτω περιεχόμενο:
“In accordance with Art.16B(1)(i) and 18(7B)(a1) of the Refugee Law 2000, as amended, a return decision to SYRIA has been issued against you. Furthermore, you are granted with a voluntary departure period of 7 days.”
Εφόσον προηγήθηκε η έκδοση απόφασης επιστροφής, ενεργοποιούνται οι πρόνοιες του Άρθρου 18Π(2) του Νόμου:
«(2) Εάν ο ∆ιευθυντής έχει χορηγήσει χρονικό διάστηµα οικειοθελούς αναχώρησης σύµφωνα µε το άρθρο 18ΟΘ, η απόφαση επιστροφής εκτελείται µόνο µετά τη λήξη του χρονικού αυτού διαστήµατος, εκτός εάν, κατά τη διάρκεια αυτού του χρονικού διαστήµατος, ανακύψει οποιοσδήποτε από τους κινδύνους που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 18ΟΘ.
(3)(α) Σε περίπτωση µη συµµόρφωσης µε απόφαση επιστροφής, το Υπουργικό Συµβούλιο εκδίδει βάσει του άρθρου 14 χωριστή διοικητική πράξη, υπό τη µορφή διατάγµατος, µε την οποία διατάσσεται η απέλαση.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α), ο όρος «απέλαση» στο άρθρο 14, σε οποιαδήποτε γραµµατική του παραλλαγή, σηµαίνει αποµάκρυνση όπως ορίζεται στο άρθρο 18Ο∆.»
Το Άρθρο 14(1) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
«14.—(1) Τηρουµένων των διατάξεων του Νόµου αυτού και των όρων οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης που χορηγήθηκε βάσει του Νόµου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισµών που εκδόθηκαν βάσει αυτού και µε την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόµου, το Υπουργικό Συµβούλιο δύναται να διατάξει οποιοδήποτε αλλοδαπό ο οποίος είναι απαγορευµένος µετανάστης ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, αφού εισήλθε στη ∆ηµοκρατία µε άδεια να παραµείνει σε αυτή για περιορισµένη περίοδο, παραµένει στη ∆ηµοκρατία µετά την παρέλευση της περιόδου αυτής ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο περιλαµβάνεται εντός της κατηγορίας που απαριθµείται στην παράγραφο (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 να απελαθεί από τη ∆ηµοκρατία και, εν τω µεταξύ, να τεθεί υπό κράτηση.»
Επιπρόσθετα, το Άρθρο 18ΠΣΤ(2) με τον πλαγιότιτλο «Κράτηση» παραπέμπει στο Άρθρο 14 ως εξής:
«(2) Η κράτηση διατάσσεται εγγράφως βάσει του άρθρου 14 και συνοδεύεται από αιτιολόγηση των πραγµατικών και νοµικών λόγων.»
Όπως παρατίθεται πιο πάνω, εναντίον του αιτητή εκδόθηκε απόφαση επιστροφής με προθεσμία οικειοθελούς αποχώρησης με την οποία δεν συμμορφώθηκε. Το Άρθρο 18Π(2) του Νόμου προνοεί ότι μετά την έλευση της προθεσμίας οικειοθελούς αποχώρησης, η απόφαση επιστροφής εκτελείται διά της έκδοσης διατάγματος απέλασης σύμφωνα με το Άρθρο 14. Εφόσον οι εξουσίες που προκύπτουν από το Άρθρο 14 εκχωρήθηκαν στη συγκεκριμένη λειτουργό και εφόσον το Άρθρο 14 προνοεί για απέλαση και ενδιάμεσα κράτηση, καταλήγω ότι τα δύο διατάγματα εκδόθηκαν από αρμόδιο πρόσωπο.
Το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 2.7.2025 καθώς και οι αναφορές στα δύο διατάγματα περί απαγορευμένου μετανάστη, έγιναν κατά την άποψή μου εκ του περισσού εφόσον ο Νόμος ρητώς δίδει το δικαίωμα σε απέλαση στις περιπτώσεις που προηγήθηκε η έκδοση απόφασης επιστροφής. Συνεπώς, ούτε η εισήγηση περί μη τήρησης του Κανονισμού 19 της Κ.Δ.Π. 242/1972 ευσταθεί αλλά ούτε η εισήγηση περί μη τήρησης της διαδικασίας που προνοείται στα Άρθρα 18ΟΗ και επέκεινα εφόσον, ως εξηγήθηκε, η απόφαση επιστροφής προηγήθηκε δεόντως. Ομοίως, δεν διαπιστώνεται παραβίαση των αρχών της δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, ούτε πλάνη της διοίκησης.
Σχετικά με την εισήγηση του αιτητή περί παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης, η αρχή προνοείται στο Άρθρο 18ΟΖ του Νόμου ως εξής:
«18ΟΖ. Κατά την εφαρµογή των άρθρων 18Ο∆ µέχρι 18ΠΘ, τηρείται η αρχή της µη επαναπροώθησης και λαµβάνονται δεόντως υπόψη–
(α) τα βέλτιστα συµφέροντα του παιδιού, και
(β) την οικογενειακή ζωή, µε τη συνδροµή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευηµερίας, και
(γ) την κατάσταση της υγείας του συγκεκριµένου υπηκόου τρίτης χώρας, στη βάση έκθεσης του Τµήµατος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών ∆ηµόσιας Υγείας.»
Αρχικά παρατηρείται ότι στον Νόμο, η αρχή της μη επαναπροώθησης τηρείται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις ως αυτές καταγράφονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του Άρθρου 18ΟΖ οι οποίες δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή.
Εν πάση περιπτώσει, όμως, υπενθυμίζεται ότι η αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής για παραχώρηση διεθνούς προστασίας κρίθηκε ως καταγράφεται σε επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου προς τον αιτητή ημερομηνίας 16.12.2024 ως εγκαταληφθείσα ή σιωπηρώς ανακληθείσα. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα πιο κάτω:
“I am directed to refer to your application for international protection which you lodged on 10/07/2022 and to inform you that the Asylum Service has reasonable cause to consider that you have implicitly withdrawn or abandoned your application for international protection. The Asylum Service has therefore decided to close your file and to discontinue the examination of your application pursuant to article 16B(1)(i) of the Refugee Law 2000.
In particular, in accordance with article 16B(2)(b) of the Refugee Law 2000, the Asylum Service has reasonable cause to consider that you have implicitly withdrawn or abandoned your application for international protection as you have failed to meet the requirements of article 8(2)(a). In particular, you have failed to report your address and phone number to the competent authorities within a reasonable time 5 days.”
Από την κοινοποίηση στον αιτητή της πιο πάνω απόφασης τον Δεκέμβριο του 2024 μέχρι και τη σύλληψή του τον Ιούλιο του 2025, ο αιτητής δεν έλαβε κανένα μέτρο αμφισβήτησης της νομιμότητας της ως άνω απόφασης όπως επίσης κανένα μέτρο διευθέτησης της παραμονής του. Κάποιος θα ανέμενε ότι ένας άνθρωπος που επικαλείται την αρχή της μη επαναπροώθησης για λόγους που άπτονται της σωματικής του ασφάλειας και ακεραιότητας, θα προέβαινε άμεσα ή εν πάση περιπτώσει εντός εύλογου χρόνου σε διαβήματα για την εξασφάλιση της δικής του ασφάλειας, κάτι που δεν έπραξε ο αιτητής.
Τέλος, ούτε η εισήγηση περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας ευσταθεί. Όπως καταγράφεται στην επιστολή της Αστυνομίας προς το Τμήμα Μετανάστευσης ημερομηνίας 2.7.2025:
«5. Κάτω από τις πιο πάνω περιστάσεις και επειδή είναι σίγουρο ότι εάν αφεθεί ελεύθερος θα εξαφανιστεί λόγω μη ύπαρξης σταθερού τόπου διαμονής, στενών δεσμών με τη Δημοκρατία, της μη επιθυμίας του για επαναπατρισμό και λόγω του ότι δεν υπάρχει περιθώριο ενναλακτικών της κράτησης μέτρων και δεν παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης γίνεται εισήγηση όπως εναντίον του εκδοθούν διατάγματα κράτησης και απέλασης για να καταστεί δυνατή η άμεση εκδίωξη του από την Κύπρο.»
Στη βάση των πιο πάνω ευρημάτων των καθ’ ων η αίτηση, η έκδοση του διατάγματος κράτησης κρίνεται εύλογη.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται. Επιδικάζονται €1700 έξοδα υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Ε. ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο