
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Υπόθεση Αρ. 1561/2021)
23 Σεπτεμβρίου, 2025
[ΜΙΧΑΗΛ, Δ/στης Δ.Δ.]
Α. Α.
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Καθ’ ης η Αίτηση.
…………………………
Νατάσα Ζερβού (κα) μαζί με Πωλίνα Χριστοδούλου (κα) για Γ. Ζ. Γεωργίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον αιτητή.
Ειρήνη Νεοφύτου (κα) μαζί με τον ασκούμενο δικηγόρο Μιχάλη Φιερό για Γενικό Εισαγγελέα, για την καθ’ ης η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την υπό κρίση προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης της καθ’ ης η αίτηση ημερομηνίας 13.10.2021 να απορρίψει το παράπονο που υπέβαλε στις 9.12.2020.
Κατόπιν ρεπορτάζ βίντεο που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του δημοσιογραφικού πρακτορείου ειδήσεων Al Jazeera (στο εξής το «πρακτορείο») και στην πλατφόρμα Youtube και δημοσίευσης άρθρου στην ιστοσελίδα του πρακτορείου στις 13.10.2020 με τίτλο “How I exposed the politicians willing to sell passports in Cyprus”, ο αιτητής μέσω των δικηγόρων του υπέβαλε στις 9.12.2020 παράπονο στην καθ’ ης η αίτηση με το οποίο εισηγείτο ότι το βίντεο και το άρθρο παραβιάζουν το δικαίωμα σε προστασία της ιδιωτικής ζωής. Το παράπονο εξετάστηκε και απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη στην υπό κρίση προσφυγή απόφαση.
Αρχικά, ο αιτητής εισηγείται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας κωλύεται να υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης εφόσον, ως εισηγείται, στα πλαίσια άλλης υπόθεσης διαπιστώθηκε από τους δικηγόρους του αιτητή κατόπιν έρευνας στον διοικητικό φάκελο ότι ο Γενικός Εισαγγελέας γνωμάτευσε ότι το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων αφορά υλικό που λήφθηκε παράνομα.
Η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση διευκρινίζει ότι η αναφερόμενη γνωμάτευση περιλαμβάνεται σε διοικητικό φάκελο που αφορά άλλη υπόθεση ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου και αφορούσε τη δυνατότητα (ή μη) της επιτροπής εποπτείας και ελέγχου παροχών υπηρεσιών να λάβει υπόψη της το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων. Διαζευκτικά, εισηγείται ότι ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν δικογραφείται.
Επί του ζητήματος της δικογράφησης, όπως διευκρινίζει ο αιτητής στην απαντητική γραπτή αγόρευση δεν πρόκειται για λόγο ακύρωσης αλλά ως διαδικαστικό κώλυμα που θεωρεί ότι προκύπτει για τον Γενικό Εισαγγελέα.
Το Δικαστήριο ασκεί έλεγχο νομιμότητας της πράξης που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής και δεν εξετάζει διαδικαστικά ζητήματα που δεν επηρεάζουν ή δεν αφορούν άμεσα το αντικείμενο της ενώπιόν του υπόθεσης. Όπως ο ίδιος ο αιτητής αναγνωρίζει, η γνωμάτευση στην οποία αναφέρεται δόθηκε στα πλαίσια άλλης υπόθεσης και έτσι δεν μπορεί να απασχολήσει το Δικαστήριο. Εάν έκρινε ο αιτητής ότι η συγκεκριμένη γνωμάτευση επηρεάζει άμεσα την υπόθεσή του, όφειλε να προβεί στις δέουσες ενέργειες για να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου με τον ορθό δικονομικά τρόπο.
Προχωρώντας στους λόγους ακύρωσης που προβάλλει ο αιτητής, αυτοί συνοψίζονται σε πλάνη περί τον νόμο και τα πράγματα, έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας και μη ορθή χρήση της διαδικασίας.
Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω τις αναφορές που περιλαμβάνονται στα δημοσιεύματα και τις οποίες παραθέτει ο αιτητής στις παραγράφους 3.16 και 3.17 του παραπόνου του:
«3.16 Το ρεπορτάζ φαίνεται να στοχεύει στην δημοσιοποίηση των κατ' ισχυρισμό μεμπτών πράξεων σε σχέση με το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων. Αν και το θέμα είναι γενικού ενδιαφέροντος, όπως προαναφέρουμε (βλ. παράγραφο 3.8), στο Άρθρο της η δημοσιογράφος του Δικτύου Al Jazeera, προχωρεί στην δημοσίευση και σχολιασμό άσχετων με το θέμα του ρεπορτάζ προσωπικών δεδομένων του Παραπονούμενου. Το κατά πόσον ο Παραπονούμενος οδηγούσε ασημένιο Range Rover, ή αν παρά την ζέστη ήταν ντυμένος άψογα, και τα μανίκια του σκούρου μπλε πουκαμίσου του ήταν τυλιγμένα με στυλ ή αν φορούσε ρολόι πολυτελείας το οποίο γυάλιζε κάτω από το φως του ήλιου δεν αφορούν το κοινό και σίγουρα δεν συνιστούν θέματα γενικού ενδιαφέροντος ούτε και συμβάλλουν με οποιονδήποτε τρόπο στην δημόσια συζήτηση.
3.17 Τέτοια παραδείγματα, άσχετων με το ρεπορτάζ πληροφοριών, υπάρχουν και στο βίντεο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι δημοσιογράφοι του Al Jazeera φαίνεται να έχουν χρησιμοποιήσει αυτοκίνητο ίδιας μάρκας και χρώματος με αυτό του Παραπονούμενου και σε ορισμένες σκηνές, δείχνουν το αυτοκίνητο αυτό παρουσιάζοντας το ως το αυτοκίνητο του Παραπονούμενου. Η διαφορά μεταξύ των δύο αυτοκινήτων εντοπίζεται όταν προσέξει κανείς τις ζάντες των δύο αυτοκινήτων, οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους. Επιπλέον, ο Παραπονούμενος έχει εντοπίσει ότι σε ορισμένες σκηνές που τον παρουσιάζουν να μιλά μέσα στο αυτοκίνητο, το πρόσωπο το οποίο φαίνεται στο βίντεο δεν είναι ο Παραπονούμενος αλλά κάποιος που το δίκτυο Al Jazeera έχει προσλάβει να παριστάνει τον Παραπονούμενο. Αναφέρουμε ότι ο Παραπονούμενος φοράει δύο χαρακτηριστικά κομποσκοίνια στο δεξί του χέρι ενώ αντιθέτως, το άτομο το οποίο παριστάνει τον Παραπονούμενο φοράει ένα κομποσκοίνι με διαφορετικό χρώμα χάντρας από τα δύο κομποσκοίνια τα οποία φοράει πάντα ο Παραπονούμενος. Επιπλέον τα χαρακτηριστικά του χεριού του ατόμου που παριστάνει τον Παραπονούμενο διαφέρουν σημαντικά από τα χαρακτηριστικά και την τονική απόχρωση του χεριού του Παραπονούμενου. Είναι η θέση του Παραπονούμενου ότι η εκτεταμένη σκηνοθετική επέμβαση επάνω στο βίντεο ξεπερνά τα όρια του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ.»
Ως επίσης την εξής αναφορά από την επιστολή των δικηγόρων του αιτητή ημερομηνίας 9.4.2021:
«1. Στις 8/12/20 συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα, με μονομερείς ενέργειες τερμάτισε τους τραπεζικούς λογαριασμούς που κατείχε τα τελευταία 15 χρόνια ο Παραπονούμενος, με μόνη αιτιολογία την δημοσίευση του επίμαχου βίντεο (επισυνάπτουμε την σχετική επιστολή). Ο Παραπονούμενος βιώνει καθημερινά τα αποτελέσματα της παράνομης επεξεργασίας των προσωπικών του δεδομένων, τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την ζωή του και την οικογένεια του συμπεριλαμβανομένης και της ανήλικης θυγατέρας του. Ο Παραπονούμενος έχει υποστεί δημόσια κατακραυγή σε προσωπικό επίπεδο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τρόπο που να επηρεάζονται οι διαπροσωπικές του σχέσεις και η ιδιωτική του ζωή.»
Το πλαίσιο των δημοσιευμάτων περιγράφεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και είναι το ακόλουθο:
«2.2. Το περιεχόμενο του βίντεο, που αφορούσε σε κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις στη βάση του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ), είναι γνωστό και δεν θα εισέλθω σε λεπτομερή περιγραφή του. Θα αναφέρω μόνο ότι, ομάδα δημοσιογράφων του ΑΙ Jazeera, με πρόφαση ότι, ενεργούσε εκ μέρους κάποιου φανταστικού προσώπου από την Κίνα, που καταζητείτο από τις Αρχές της Κίνας, είχε επαφές με μια αλυσίδα προσώπων στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Κύπρο, με σκοπό να εξασφαλίσει την πολιτογράφησή του, μέσω του ΚΕΠ. Οι επαφές αυτές καταγράφηκαν με μυστικές κάμερες, εν αγνοία των εμπλεκομένων προσώπων και προβλήθηκαν στο βίντεο.
2.3. Η αλυσίδα των προσώπων με τα οποία είχε επαφή η ομάδα των δημοσιογράφων και τα οποία παρουσιάζονται στο βίντεο, περιελάμβανε ένα πρώην Αστυνομικό στο Ηνωμένο Βασίλειο που τους σύστησε ένα ζεύγος Βρετανών πολιτών που διαμένουν στην Κύπρο, το όποιο έφερε τους δημοσιογράφους σε επαφή με ένα δικηγόρο, ο οποίος φέρεται να τους συμβουλεύει για το ΚΕΠ και ο οποίος τους έφερε σε επαφή με ένα Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων που ταυτόχρονα δραστηριοποιείται στον τομέα ανάπτυξης γης και ο οποίος τους σύστησε τον παραπονούμενο, ο οποίος φέρεται να έχει διευθυντική θέση στην εταιρεία ανάπτυξης γης του εργοδότη του/ Μέλους της Βουλής. Το δε Μέλος της Βουλής, έφερε τους δημοσιογράφους σε επαφή με τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων. Στο βίντεο ονομάζονται τα πρόσωπα αυτά και δεν έγινε απόκρυψη ή θόλωση του προσώπου τους.
[…]
2.5. Το άρθρο, στην ουσία περιγράφει τον τρόπο και τα μέσα με τα οποία η ομάδα των δημοσιογράφων διεκπεραίωσε το επίμαχο ρεπορτάζ/ βίντεο και κάνει αναφορά στον παραπονούμενο, παρέχοντας και κάποια σχόλια για την εμφάνιση και την ενδυμασία του.»
Το νομικό πλαίσιο που εφαρμόζει η καθ’ ης η αίτηση αποτελείται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (στο εξής ο «Κανονισμός») και τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο, Ν. 125(Ι)/2018 (στο εξής ο «Νόμος»), ο οποίος θεσπίστηκε για σκοπούς αποτελεσματικότερης εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του Κανονισμού.
Η παράγραφος 4 του προοιμίου του Κανονισμού αναφέρει τα ακόλουθα:
(4) Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να προορίζεται να εξυπηρετεί τον άνθρωπο. Το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωμα· πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθμίζεται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Ο παρών κανονισμός σέβεται όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις ελευθερίες και αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη όπως κατοχυρώνονται στις Συνθήκες, ιδίως τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας και των επικοινωνιών, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου και την πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολυμορφία.
Σύμφωνα με το Άρθρο 1 του Κανονισμού, το αντικείμενο και σκοπός του είναι ο εξής:
«1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κανόνες που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Ο παρών κανονισμός προστατεύει θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των φυσικών προσώπων και ειδικότερα το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
3. Η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης δεν περιορίζεται ούτε απαγορεύεται για λόγους που σχετίζονται με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.»
Στον όρο «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» το Άρθρο 4 δίδει τον ακόλουθο ορισμό:
«κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου,»
Το Άρθρο 85 περιλαμβάνεται στο Κεφάλαιο ΙΧ του Κανονισμού με τίτλο «Διατάξεις που αφορούν ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας» και προνοεί ότι:
«Επεξεργασία και ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης
1. Τα κράτη μέλη διά νόμου συμβιβάζουν το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς και για σκοπούς πανεπιστημιακής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης.
2. Για την επεξεργασία που διενεργείται για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, τα κράτη μέλη προβλέπουν εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από το κεφάλαιο ΙΙ (αρχές), το κεφάλαιο ΙΙΙ (δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων), το κεφάλαιο IV (υπεύθυνος επεξεργασίας και εκτελών την επεξεργασία), το κεφάλαιο V (διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς), το κεφάλαιο VI (ανεξάρτητες εποπτικές αρχές), το κεφάλαιο VII (συνεργασία και συνεκτικότητα) και το κεφάλαιο ΙΧ (ειδικές περιπτώσεις επεξεργασίας δεδομένων), εφόσον αυτές είναι αναγκαίες για να συμβιβαστεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης.
3. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθο τροποποιητικό νόμο ή τροποποίησή τους.»
Η Κύπρος, ανταποκρινόμενη στην υποχρέωση που προκύπτει από το Άρθρο 85 του Κανονισμού επί του κράτους μέλους να προβεί σε νομοθετική ρύθμιση, συμπεριέλαβε στον Νόμο το Άρθρο 29 με το εξής λεκτικό:
«29.-(1) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικές καταδίκες και αδικήματα η οποία διενεργείται για δημοσιογραφικούς ή ακαδημαϊκούς σκοπούς ή για σκοπούς καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης είναι νόμιμη, νοουμένου ότι οι σκοποί αυτοί είναι ανάλογοι προς τον επιδιωκόμενο στόχο και σέβονται την ουσία των δικαιωμάτων όπως αυτά καθορίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ), η οποία έχει κυρωθεί με τον περί της Ευρωπαϊκής Συµβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων (Κυρωτικό) Νόµο, και στο Μέρος ΙΙ του Συντάγματος.
(2) Οι διατάξεις των άρθρων 14 και 15 του Κανονισμού εφαρμόζονται στον βαθμό που δεν επηρεάζουν το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και πληροφόρησης και το δημοσιογραφικό απόρρητο.»
Ο επιβαλλόμενος διά του Άρθρου 85 του Κανονισμού νομοθετικός συμβιβασμός του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της πληροφόρησης, έχω την άποψη ότι δεν ολοκληρώθηκε μέσω του Άρθρου 29 σε επαρκή βαθμό ιδιαίτερα σε σχέση με την παράγραφο 2 του Άρθρου 85. Εν πάση περιπτώσει, τις πρόνοιες αυτού του Άρθρου εφάρμοσε η καθ’ ης η αίτηση επομένως αυτές εξετάζουμε.
Ο όρος «επεξεργασία» ορίζεται με πανομοιότυπο λεκτικό στο Άρθρο 4 του Κανονισμού και στο Άρθρο 2 του Νόμου:
««επεξεργασία» σημαίνει κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή·»
Από το ενώπιον της καθ’ ης η αίτηση υλικό, προκύπτει ότι το πρακτορείο προχώρησε σε αποκάλυψη του πλήρους ονόματος του αιτητή, της φωτογραφίας του, της εργασίας του, της θέσης που κατέχει στην ιδιωτική εταιρεία που εργάζεται, του αυτοκινήτου που οδηγεί, του αριθμού κυκλοφορίας του αυτοκινήτου που οδηγεί, του τρόπου που ντύνεται, τί είδους ρολόι φορά και επιπρόσθετα, μέσω μυστικής ηχογράφησης, αναπαράχθηκαν διάλογοι του αιτητή ενώ αυτός βρισκόταν στο όχημά του και οδηγούσε και κατά τη διάρκεια γεύματος σε εστιατόριο.
Όλα τα πιο πάνω δεδομένα δεν χωρεί αμφιβολία ότι εμπίπτουν στον ορισμό των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και συνεπώς η επεξεργασία τους απαγορεύεται εκτός εάν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 6 του Κανονισμού ή εμπίπτει στις ειδικές διατάξεις επεξεργασίας του Άρθρου 85 του Κανονισμού δηλαδή, του Άρθρου 29 του Νόμου.
Το ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτητή έγινε για δημοσιογραφικούς σκοπούς φαίνεται να το αποδέχεται. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις πρόνοιες του Άρθρου 29 για να καταλήξει η καθ’ ης η αίτηση ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτητή ήταν σύννομη θα έπρεπε να ικανοποιηθεί ότι ο δημοσιογραφικός σκοπός είναι ανάλογος προς τον επιδιωκόμενο στόχο και ότι ο δημοσιογραφικός σκοπός σέβεται τον πυρήνα (την ουσία) των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επηρεάζονται μέσω της επεξεργασίας.
Κατά την εισήγηση του αιτητή στη διαδικασία ενώπιον της καθ’ ης η αίτηση, τα δικαιώματα που επηρεάζονται από την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπέστη είναι το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και επικοινωνίας ως κατοχυρώνεται από το Άρθρο 15 του Συντάγματος, το Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και το Άρθρο 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως προκύπτει από τις αναφορές στις παραγράφους 4.6 και 4.7 της προσβαλλόμενης απόφασης, ο στόχος του δημοσιογραφικού σκοπού, ως τον εξέλαβε η καθ’ ης η αίτηση, ήταν ο εξής:
«4.6. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι, η δημοσίευση υλικού που λήφθηκε με χρήση κρυφών καμερών, για δημοσιογραφικούς σκοπούς, δεν προσκρούει στις διατάξεις του ΓΚΠΔ και του Νόμου, εφόσον αποδειχθεί ότι, αυτή εξυπηρετεί υπέρτερο δημόσιο συμφέρον και εφόσον αποδειχθεί ότι, οι πληροφορίες δεν θα μπορούσαν να αποκτηθούν με άλλο τρόπο. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει κατ’ αρχήν να εξεταστεί αν, για τον μέσο θεατή, το συγκεκριμένο βίντεο εξυπηρέτησε το δημόσιο συμφέρον ή όχι.
4.7. Επί τούτου, έχω την άποψη ότι, για τον μέσο θεατή, το βίντεο κατεδείκνυε την ευκολία με την οποία οι δημοσιογράφοι, προσποιούμενοι ότι, εκπροσωπούν ένα ανύπαρκτο καταζητούμενο πρόσωπο, μπόρεσαν, μέσω μίας αλυσίδας προσώπων, να φτάσουν μέχρι και τον δεύτερο τη τάξη αξιωματούχο της χώρας, για να εξασφαλίσουν την πολιτογράφηση ενός φανταστικού προσώπου που δεν φαίνεται να δικαιούταν να πολιτογραφηθεί, στα πλαίσια του ΚΕΠ. Δεν έχω αμφιβολία ότι, το βίντεο εκλήφθηκε από τον μέσο θεατή, ως απόδειξη της διαφθοράς που επικρατεί στον τομέα της αγοράς διαβατηρίων.»
Η καθ’ ης η αίτηση δεν φαίνεται από το κείμενο της υπό κρίση απόφασης να απορρίπτει ότι οι πληροφορίες που αποκαλύπτει το πρακτορείο για τον αιτητή εμπίπτουν στη κατηγορία της ιδιωτικής ζωής αλλά κρίνει, για τους λόγους που εξηγεί στην απόφαση, ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει επαρκώς ότι το πρακτορείο δεν σεβάστηκε την ουσία των δικαιωμάτων του.
Συνεπώς, η καθ’ ης η αίτηση όφειλε να διερευνήσει κατά πόσο το πρακτορείο προβαίνοντας στη συγκεκριμένη επεξεργασία και αποκάλυψη δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτητή κατά την εκτέλεση δημοσιογραφικού σκοπού με τον στόχο ως περιγράφεται πιο πάνω, ενήργησε ανάλογα προς τον στόχο και επιπρόσθετα, κατά πόσο πράττοντας αυτό σεβάστηκε τον πυρήνα του δικαιώματος που ισχυρίζεται ο αιτητής ότι επηρεάστηκε από την εν λόγω επεξεργασία.
Επί των πιο πάνω ζητημάτων, σχετική είναι η απόφαση Δημοκρατία ν. Εκδοτικός Οίκος Δίας Δημόσια Λτδ, Α.Ε. 32/2013, 1.3.2019, ECLI:CY:AD:2019:C68, στην οποία αντικείμενο ήταν δημοσίευμα μετά την ολοκλήρωση δικαστικής διαδικασίας το οποίο περιλάμβανε αναφορές σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα. Για σκοπούς πληρότητας, αναφέρεται ότι στη Δίας εφαρμογή είχε ο περί Επεξεργασίας Δεδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόµου) Νόμος, Ν. 138(Ι)/2001, ο οποίος καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον Νόμο αλλά σε ότι αφορά και σχετίζεται με την υπό κρίση υπόθεση, τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα δεν τυγχάνουν διαφορετικής μεταχείρισης για σκοπούς του Άρθρου 29 του Νόμου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε τα ακόλουθα:
«Το ∆ικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (∆ΕΕ) ασχολήθηκε σε πολλές υποθέσεις µε το δικαίωµα της προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και των νοµίµων εξαιρέσεων σ’ αυτό. Συγκεκριµένα τόνισε ότι εξαιρέσεις και αποκλίσεις, από το δικαίωµα προστασίας ευαίσθητων δεδοµένων, µπορούν να γίνουν για δηµοσιογραφικούς σκοπούς, µεταξύ άλλων, εφόσον τηρείται η εξισορρόπηση του δικαιώµατος προστασίας προσωπικών δεδοµένων µε εκείνο της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης (∆έστε: CJEU, C-73/07, Tietosuojavaltuutettu v. Satakunnan Markkinaporssi Oy and Satamedia Oy [GC], ηµερ. 16.12.2008).
Το ίδιο δικαστήριο τόνισε ότι η απόκλιση από το δικαίωµα προστασίας προσωπικών δεδοµένων για δηµοσιογραφικούς σκοπούς σκοπεί στο να επιτραπεί στους δηµοσιογράφους να έχουν πρόσβαση και να συλλέγουν δεδοµένα ώστε να µπορούν να εκτελούν το δηµοσιογραφικό τους καθήκον και να πληροφορούν το κοινό για θέµατα δηµοσίου ενδιαφέροντος. ∆εν υπάρχει όµως δηµόσιο ενδιαφέρον αναφορικά µε πληροφορίες που αφορούν στην ιδιωτική ζωή άλλων (∆έστε την υπόθεση CJEU, C131/12 Google Spain SL, Google Inc v. Agencia Espanola de Protection de Datos (AEPD), [GC], ηµερ. 13.5.2014).
Εκτός από το ∆ΕΕ και το Ε∆∆Α ασχολήθηκε µε τα προαναφερόµενα δικαιώµατα και την εξισορρόπηση τους. Στην υπόθεση Axel Springer AG v. Germany (GC), No. 39954/08, ηµερ. 7.2.2012, το Ε∆∆Α τόνισε ότι κατά την εξισορρόπηση του δικαιώµατος της ελευθερίας της έκφρασης από τη µια και του δικαιώµατος σεβασµού της ιδιωτικής ζωής από την άλλη, θα πρέπει να συνυπολογίζονται οι εξής παράγοντες: (α) κατά πόσον το δηµοσιευόµενο άρθρο είναι γενικού ενδιαφέροντος, (β) κατά πόσον το εµπλεκόµενο πρόσωπο είναι δηµόσιο πρόσωπο και (γ) πώς ελήφθη η σχετική πληροφορία και αν είναι βάσιµη. Το Ε∆∆Α αναφέρθηκε στην αρχή της αναλογικότητας, ως σηµαντικής, κατά την εξισορρόπηση των δύο προαναφερόµενων δικαιωµάτων.»
Στην υπό κρίση απόφαση, η καθ’ ης η αίτηση κρίνει ότι το δημοσίευμα είναι γενικού ενδιαφέροντος για τους λόγους που εξηγεί στην παράγραφο 4.8 της απόφασης:
«4.8. Περαιτέρω, το ότι, το βίντεο πυροδότησε τη δημοσίευση σωρείας άρθρων στην Κύπρο και στο εξωτερικό, τόσο σε μέσα ενημέρωσης όσο και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το ότι, ο εργοδότης του παραπονούμενου διαγράφτηκε από το πολιτικό του κόμμα και ότι, τόσο αυτός όσο και ο Πρόεδρος της Βουλής παραιτήθηκαν από τα αξιώματά τους, το ότι, ο Γενικός Εισαγγελέας διόρισε Ανακριτική Επιτροπή για διερεύνηση του σκανδάλου για τα λεγάμενα «χρυσά διαβατήρια» και από τα όσα έχουν δημοσιευτεί σε μέσα ενημέρωσης, διατάχθηκε ποινική έρευνα εναντίον κάποιων προσώπων, συνηγορεί στο ότι, το βίντεο συνέβαλε στον δημόσιο διάλογο και στο ότι, εξ’ αντικειμένου, για τον μέσο θεατή ήταν θέμα μείζονος δημοσίου συμφέροντος.»
Επί του κατά πόσο ο αιτητής είναι δημόσιο πρόσωπο, σχετικό είναι το περιεχόμενο των παραγράφων 5.2 – 5.5 της απόφασης:
«5.2. Σε σχέση με το επιχείρημα ότι, ο παραπονούμενος δεν είναι δημόσιο πρόσωπο, κατ’ αρχήν πρέπει να σημειώσω ότι, είναι νομολογημένα αποδεκτό ότι, πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν πόσο γνωστό ήταν ένα πρόσωπο κατά τον ουσιώδη χρόνο της δημοσίευσης αλλά και το αντικείμενο της δημοσίευσης και ότι, πρόσωπα που συνειδητά θέτουν τον εαυτό τους στη σφαίρα της δημόσιας ζωής, δεν πρέπει να αναμένουν το επίπεδο προστασίας που απολαμβάνουν άλλα πρόσωπα. Αποδέχομαι ότι, ο παραπονούμενος δεν ήταν πολύ γνωστό πρόσωπο πριν την δημοσίευση του βίντεο. Ωστόσο, το κριτήριο αυτό θα πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με το αντικείμενο και την ουσία του βίντεο.
5.3. Επιπρόσθετα από τα πέντε κριτήρια που θέτει το ΕΔΑΔ, τα οποία παραθέτω στην παράγραφο 4.2 πιο πάνω, έχω την άποψη ότι, οι συνθήκες της παρούσας υπόθεσης επιβάλλουν όπως αυτή εξεταστεί και υπό το φως ενός έκτου κριτηρίου, δηλαδή, της θέσης, του ρόλου, των δηλώσεων και γενικά της εμπλοκής του παραπονούμενου στην υπό αναφορά υπόθεση.
5.4. Για να κρίνω την βαρύτητα που πρέπει να δοθεί στο κριτήριο αυτό, λαμβάνω υπόψιν ότι, ο παραπονούμενος κατέχει διευθυντική θέση σε εταιρεία του Βουλευτή/ εργοδότη του (παράγραφος 3.20 του παραπόνου) και δεν είναι ένας απλός υπάλληλος. Επίσης, όπως διαφαίνεται από το βίντεο (29:49), συνοδεύει τον εργοδότη του σε γεύματα εργασίας και επαγγελματικά ταξίδια και συμβουλεύει πελάτες για την πολιτογράφηση επενδυτών στα πλαίσια του ΚΕΠ. Εξίσου σημαντικό θεωρώ και το ότι, ο παραπονούμενος ήταν το πρόσωπο το οποίο εξήγησε στην ομάδα των δημοσιογράφων (39:53) ότι, για να ξεπεραστούν εμπόδια της αίτησης, όπως η προηγούμενη καταδίκη του φανταστικού επενδυτή, θα πρέπει να γίνουν κάποιες «δωρεές» (donations), αναλόγως των εμποδίων που θα πρέπει να υπερπηδηθούν.
5.5. Με βάση τα πιο πάνω, καταλήγω ότι, παρόλο που ο παραπονούμενος δεν ήταν δημόσιο πρόσωπο, η θέση του στην εταιρεία του εργοδότη του, ο ρόλος που διαδραματίζει και οι δηλώσεις του και γενικά η εμπλοκή του στην υπό αναφορά υπόθεση, δικαιολογούν την δημοσίευση του βίντεο με τον τρόπο που έγινε και αυτό δεν συνιστά παράβαση της Αρχής της Ελαχιστοποίησης των Δεδομένων.»
Επί του παράγοντα υπ’ αριθμό (γ) δηλαδή πώς ελήφθη η σχετική πληροφορία και αν είναι βάσιμη, η καθ’ ης η αίτηση τοποθετείται στις παραγράφους 4.6 και 4.7 της απόφασης που παρατίθενται αυτούσιες πιο πάνω. Στο σημείο αυτό έγκειται η πλάνη της καθ’ ης η αίτηση η οποία εξέλαβε το περιεχόμενο του δημοσιεύματος ως βάσιμο. Υπό πλάνη, η καθ’ ης η αίτηση δεν περιόρισε τα συμπεράσματά της στην περίπτωση του αιτητή και της επεξεργασίας των προσωπικών του δεδομένων που αυτός υπέστη αλλά κατά τρόπο γενικό, ενέταξε τη συγκεκριμένη επεξεργασία στο ευρύτερο πλαίσιο του δημοσιεύματος. Επιπρόσθετα, υπό πλάνη έκρινε ότι δεν παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας εφόσον το ευρύτερο πλαίσιο του δημοσιεύματος ουδόλως θα επηρεαζόταν εάν τα προσωπικά δεδομένα του αιτητή δεν αποκαλύπτονταν. Εξίσου πεπλανημένο είναι το συμπέρασμα ότι η αποκάλυψη των προσωπικών δεδομένων του αιτητή αποτελούν καλλιτεχνική και λογοτεχνική έκφραση. Η ενδυμασία του αιτητή, το όχημα που οδηγεί και το είδος του ρολογιού του αποτελούν πρωτίστως αθέμιτη επεξεργασία που ουδόλως εξυπηρετεί ή είναι αναλογική στον σκοπό. Αντίθετα, αποτελούν άσχετες με τον σκοπό πληροφορίες οι οποίες προστέθηκαν για να εκθέσουν τον αιτητή χωρίς να προστίθεται οτιδήποτε στον σκοπό του δημοσιεύματος.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €2000 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ’ ης η αίτηση.
Ε. ΜΙΧΑΗΛ, Δ.Δ.Δ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο