ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 1028/2025 (K) iJustice
17 Νοεμβρίου, 2025
[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
MR. RAHUL BHATTI
Αιτητής
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υφυπουργού Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας
2. Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης
Καθ' ων η Αίτηση
.........
Ιωάννης Γιάννης, για ΑΛΤΑΧΕΡ ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για Αιτήτρια
Αλέξανδρος Ελευθερίου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Φ. Καμένος, ΔΔΔ.: Ο Αιτητής είναι υπήκοος Ινδίας και στις 20.10.2016 αφίχθη στην Δημοκρατία με άδεια φοιτητή. Μέχρι τις 30.09.2017 κατείχε άδεια διαμονής. Στις 30.11.2018 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία απερρίφθη στις 20.03.2020. Ακολούθως απερρίφθη και η αίτηση επανανοίγματος του φακέλου του Αιτητή.
Στις 10.09.2025 ο Αιτητής εντοπίσθηκε να οδηγά μοτοποδήλατο επί πεζοδρομίου χωρίς άδεια οδηγού, χωρίς ασφάλεια και χωρίς την συγκατάθεση του ιδιοκτήτη και από περαιτέρω έλεγχο των στοιχείων του προέκυψε ότι διέμενε στη Δημοκρατία παράνομα. Κατόπιν τούτου συνελήφθη και έτυχε προφορικής συνέντευξης.
Ενόψει των πιο πάνω στις 11.09.2025, ο Αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης και εναντίον του εξεδόθησαν διατάγματα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ 105), πράξεις τις οποίες προσβάλλει, αντίστοιχα, με τα Αιτητικά Α-Γ της παρούσας προσφυγής του. Σημειώνω ότι με το Αιτητικό Δ ο Αιτητής προσβάλλει εκ νέου το διάταγμα απέλασής του, στη βάση διαφορετικής νομικής επιχειρηματολογίας (λόγω ισχυριζόμενης παράβασης της αρχής της μη επαναπροώθησης). Όπως έχει αποφασιστεί σε προηγούμενες αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου (βλ. Πρ. Αρ. 640/2017 TΗUY ν Δημοκρατίας απόφαση ημερ. 31.8.2017, μεταξύ άλλων), η πρακτική να ζητείται η ακύρωση της αυτής πράξης με πολλαπλά αιτητικά δεν είναι δικονομικώς ορθή και πρέπει να αποφεύγεται. Ασφαλώς η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης θα εξεταστεί εφόσον προσβάλλεται ήδη με το αιτητικό Β της προσφυγής. Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω τις προσβαλλόμενες υπό τα αιτητικά Α-Γ.
Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή, εγείρεται ισχυρισμός περί πλημμελούς έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα καθότι, κατά τον ισχυρισμό, δεν προκύπτει η κοινοποίηση της απόρριψης της αίτησης επανανοίγματος και καθότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη τις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις. Με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης εγείρεται ότι παραβιάζεται η αρχή της χρηστής διοίκησης και αναλογικότητας καθότι δεν επιβλήθηκαν στον Αιτητή εναλλακτικά της κράτησης μέτρα ενώ με τον τρίτο λόγο ακύρωσης ότι παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης και τα εδάφια (α) και (β) του άρθρου 18ΟΖ του Κεφ. 105. Ο τέταρτος λόγος πλήττει επίσης το διάταγμα κράτησης και ειδικά την πληρότητα αιτιολογίας του εφόσον, κατά την εισήγηση, δεν γίνεται αντιληπτό για ποιο λόγο δεν εφαρμόστηκαν λιγότερο αναγκαστικά της κράτησης μέτρα.
Με τον πέμπτο λόγο ακύρωσης υποβάλλεται ότι προσβάλλεται το δικαίωμα στην προσωπική και οικογενειακή ζωή βάσει του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και Άρθρου 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Καταρχάς να αναφέρω ότι, σε αντίθεση με τα όσα ο Αιτητής ισχυρίζεται στην Αίτηση Ακυρώσεως και στην αγόρευσή του περί της οικογενειακής του ζωής, ουδέν περί αυτών προκύπτει να είχε θέσει υπόψη της διοίκησης πριν την έκδοση των εδώ προσβαλλομένων. Όσο παρέμενε στη Δημοκρατία πριν τη σύλληψη του αλλά και κατά την προφορική συνέντευξή του όταν συνελήφθη ουδέν ανέφερε περί ύπαρξης οικογένειας ή τέκνου, το οποίο κατ’ ισχυρισμό συντηρεί. Συνεπώς δε μπορεί να υποστηριχθεί ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης των εδώ προσβαλλομένων οι Καθ’ ων η αίτηση πλανήθηκαν ή διερεύνησαν πλημμελώς τα της οικογενειακής του ζωής.
Περαιτέρω να αναφέρω ότι δε συνάδουν οι ισχυρισμοί της αγόρευσης του Αιτητή περί μη κοινοποίησης της απόφασης επί της αίτησης επανανοίγματος με τα όσα περιορισμένα περιγράφονται στα γεγονότα της αίτησης ακυρώσεως όπου το μόνον που καταγράφεται είναι ότι ο Αιτητής καταχώρησε αίτηση διεθνούς προστασίας χωρίς καμία άλλη αναφορά για την εξέλιξή της, ούτε καν για την πρώτη απόρριψη στις 20.03.2020, την οποία όμως εγνώριζε και γι’ αυτό προχώρησε σε αίτηση επανανοίγματος. Είναι σαφές ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο προσκόμισης μαρτυρίας και ο Αιτητής έχει το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του.
Συναφώς, ως υποδεικνύεται και από τον ευπαίδευτο συνήγορο των Καθ’ ων η αίτηση, σε σχετικό έντυπο “telephone communication form” -ερ. 58 στον διοικητικό φάκελο-Τεκμήριο 2 αναφέρεται ότι ο Αιτητής ενημερώθηκε τηλεφωνικώς για να παραλάβει την απόρριψη της αίτησής του όμως ουδέποτε το έπραξε παρότι ανέφερε ότι θα πήγαινε. Συγκεκριμένα, στις 17.05.2023 το τηλέφωνό του απάντησε η σύντροφός του, η οποία ανέφερε ότι ο Αιτητής θα πήγαινε να παραλάβει την επιστολή στις 19.05.2023 ώρα 9πμ, όμως δεν το έπραξε, σε δε κλήση την εν λόγω ημέρα δεν απάντησε. Στις 24.05.2023 απάντησε στην κλήση και ανέφερε ότι θα περάσει για να παραλάβει την επιστολή στις 25.05.2023 όμως και πάλι δεν πήγε. Στις 25.05.2023, όταν και πάλι κλήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, δεν απάντησε και το τηλέφωνό του ήταν αποσυνδεδεμένο.
Ακόμα λοιπόν και εάν ήθελε γίνει δεκτός ο ισχυρισμός ότι ο Αιτητής δεν παρέλαβε την απόρριψη της αίτησης επανανοίγματός του ή δεν είχε γνώση του περιεχομένου της εν λόγω απόφασης, σαφώς και η ευθύνη τον βαραίνει εφόσον η έκδοση της του ήταν γνωστή ή εύκολα προσιτή και αμέλησε να ενεργήσει προς λήψη πλήρους γνώσης της. Η αρχή αυτή επαναβεβαιώθηκε και πρόσφατα από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στην ΕΔΔ Αρ. 62/16 Χρυσταλλένη Καλλιμάχου κ.α. ν Δημοκρατίας ημερ. 04.10.2023.
Δεδομένων άρα των πιο πάνω θα απορρίψω τον πρώτο λόγο ακύρωσης περί πλημμελούς έρευνας και πλάνης εφόσον οι Καθ’ ων η αίτηση προκύπτει να διερεύνησαν ορθώς την περίπτωση του Αιτητή και σε καμία περίπτωση πλανήθηκαν να λάβουν υπόψη τα δεδομένα του Αιτητή και δη ενόψει όσων και ο ίδιος τους είχε θέσει υπόψη τους.
Και ο δεύτερος και τέταρτος λόγος ακύρωσης απορρίπτονται. Καταρχάς αμφότεροι είναι πλημμελώς αναπτυχθέντες εφόσον ουδέν αναφέρεται προς υποστήριξή τους. Σε κάθε περίπτωση δε θεωρώ ότι, υπό τις ως άνω περιστάσεις του Αιτητή, ο οποίος παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία, κατά τη σύλληψη του βρέθηκε να παρανομεί και είχε ήδη εξωτερικεύσει μέσω της προφορικής συνέντευξης την απροθυμία του να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ότι η κράτηση του παραβίασε την αρχή χρηστής διοίκησης και αναλογικότητας.
Περαιτέρω οι Καθ’ ων η αίτηση στην έκθεσή τους που προπαρασκεύασε τις προσβαλλόμενες (Παράρτημα 5 σε Ένσταση) σημείωσαν τη πιθανότητα διαφυγής του και τη μη ύπαρξη περιθωρίου εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, συνεπώς θεωρώ εξάσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια ως προς την δυνατότητα εναλλακτικών της κράτησης μέτρων και θεώρησαν ότι η περίπτωση δεν προσφερόταν. Η κρίση τους αυτή, ως τεκμηριώνεται από τα περιστατικά της παρούσας, είναι αιτιολογημένη, προϊόν δέουσας έρευνας και εντός των πλαισίων των εξουσιών τους και της νομολογίας, η οποία έχει δεχτεί ότι η κήρυξη ενός μετανάστη ως απαγορευμένου, ως και ο Αιτητής, εμπεριέχει λογικά και τον κίνδυνο διαφυγής του και δικαιολογεί την έκδοση διατάγματος κράτησης (Πρ. Αρ. 5735/13 Mensah ν. Δημοκρατίας ημ. 09.08.2013).
Απορριπτέος είναι και ο τρίτος λόγος ακύρωσης, ότι δηλαδή παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης και τα εδάφια (α) και (β) του άρθρου 18ΟΖ του Κεφ. 105.
Είναι σαφές από τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω αλλά και από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων που τέθηκαν υπόψη μου ότι η αίτηση για διεθνή προστασία του Αιτητή απερρίφθη έτη πριν την έκδοση των εδώ προσβαλλόμενων και η απόρριψη αυτή περιβάλλεται με τεκμήριο νομιμότητας. Στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του κρίθηκε ότι αποτελεί οικονομικό μετανάστη και ότι δεν υπάρχει δικαιολογημένος φόβος δίωξης ή κίνδυνος στην χώρα καταγωγής του συνεπώς δε μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ούτε καν να γίνει αντιληπτό πως η παρούσα υπόθεση συνδέεται με την αρχή της μη επαναπροώθησης ή με παράβασή της. Σχετική, ως προς την εφαρμογή της αρχής αλλά και το βάρος απόδειξης που βρίσκεται στους ώμους του αιτούντος, είναι η ανάλυση του Διοικητικού Δικαστηρίου (Φ. Κωμοδρόμος, ΠΔΔ) στην Υπόθεση αρ. 1507/23(Κ) M.I.U.H ν. Δημοκρατίας ημερομηνίας 25.10.2023, την οποία και υιοθετώ.
Με τον πέμπτο λόγο ακύρωσης υποβάλλεται ότι προσβάλλεται το δικαίωμα στην προσωπική και οικογενειακή ζωή βάσει του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ και Άρθρου 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Κατά τον ισχυρισμό του Αιτητή με την απέλαση του θα συντελεστεί πλήρης στέρηση του εν λόγω δικαιώματος εφόσον η προσωπική και οικογενειακή ζωή έχει εδραιωθεί τόσο του ιδίου όσο και της οικογένειάς του στη Δημοκρατία και δεν μπορούν να αναχωρήσουν λόγω εύλογων προσδοκιών που ανέπτυξαν για τη ζωή τους.
Ούτε ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Ως ανέφερα εισαγωγικά κατά την εξέταση των λόγων ακύρωσης, ουδέν περί οικογενειακής ζωής ή τέκνου είχε ο Αιτητής θέσει υπόψη της διοίκησης πριν την έκδοση των εδώ προσβαλλομένων. Όλες οι περί τούτων υποβολές του έγιναν πολύ μεταγενέστερα στα πλαίσια μόνον της παρούσας. Συνεπώς δε μπορεί να υποστηριχθεί ότι, κατά την έκδοσή των εδώ προσβαλλομένων παραβιάστηκε το δικαίωμά του Αιτητή σε οικογενειακή ζωή ούτε άλλωστε το παρόν θα μπορούσε να λάβει υπόψη προς ακύρωση των προσβαλλομένων δεδομένα που ετέθησαν υπόψη μεταγενέστερα στη διοίκηση [Έφεση ΔΔ Αρ. 126/2021 M. S. A. Limon v. Δημοκρατίας ημερ. 20.04.2022]. Παράλληλα ο ίδιος ο Αιτητής δεν μπορεί να αντλεί οποιοδήποτε δικαίωμα ή εύλογη προσδοκία λόγω των ετών παραμονής του στη Δημοκρατία δεδομένου του παράνομου αυτής. Ως αναφέρθηκε στην Αναθ. Έφ. Αρ. 100/2014 S Al Saleh κ.α. v. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 10.12.2020:
«δεν μπορεί σε ένα κράτος δικαίου, κάποιος εκμεταλλευόμενος την παρανομία του να συνεχίζει να κατέχει την Κυπριακή ιθαγένεια και να εκμεταλλεύεται κάθε τι που συνεπάγεται από αυτήν, ενώ η ιθαγένεια αποκτήθηκε με δόλο. Εφόσον οι εφεσείοντες είχαν διαμονή στην Κύπρο, λόγω της ιθαγένειας, η διαμονή εδραζόμενη σε αυτόν το λόγο δεν μπορούσε να συνεχίσει».
Αν και επίδικη εδώ δεν είναι αποστέρηση υπηκοότητας, όμως η αρχή ότι δεν μπορεί κάποιος εκμεταλλευόμενος την παρανομία του, εν προκειμένω στην παραμονή του, να αντλεί δικαίωμα λόγω «εδραίωσης» ή εύλογης προσδοκίας του, θεωρώ παραμένει, κατ’ αναλογία, αναλλοίωτη.
Ανεξάρτητα των πιο πάνω, σε κάθε περίπτωση υπενθυμίζεται η πάγια νομολογία ακόμα και στις περιπτώσεις απελάσεων (ακολουθεί απόσπασμα από την Έφεση ΔΔ Αρ. 126/2021 M. S. A. Limon v. Δημοκρατίας ημερ. 20.04.2022) ότι:
«το δικαίωμα αλλοδαπού να παραμείνει στην επικράτεια της χώρας, κατ΄επίκληση διατάξεων που προστατεύουν το θεσμό της οικογένειας, δεν διασφαλίζεται από την ΕΣΔΑ αλλά ούτε από το Σύνταγμα, κατά τον απόλυτο τουλάχιστον τρόπο που ισχυρίζεται η πλευρά του Εφεσείοντα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας αλλοδαπός δεν έχει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη χώρα, όπως συμβαίνει εν προκειμένω όπου ο Εφεσείων παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία (βλ. Radovanovic v. Austria Appl. No. 42703/98, ημερ. 24.4.2004 και Kedoum v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505)».
Καταλήγω ότι ουδείς εκ των λόγων ακύρωσης ευσταθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Οι προσβαλλόμενες επικυρώνονται με 1.500 ευρώ έξοδα υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση.
Φ. Καμένος, ΔΔΔ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο