ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Υπόθεση Αρ. 1044/2019
25 Νοεμβρίου, 2025
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΔΑΜΟΥ
Αιτητής
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ης η Αίτηση
__________________
Σ. Τσαχιδου (κα), για Αχιλλεύς & Αιμίλιος, Κωνσταντίνος Αιμιλιανίδης Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι Αιτήτριας.
Μ. Κοτσώνη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Δικηγόρο της Καθ’ ης η αίτηση.
Στ. Παπαιωάννου (κα), για Μαρκίδης, Μαρκίδης και Σία Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι Ενδιαφερομένου Μέρους.
___________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά:
«Δήλωση του Δικαστηρίου, ότι η πράξη ή/και απόφαση των καθ' ων η αίτησης διά της οποίας οι Καθ' ων η αίτησις αποφάσισαν όπως προάγουν στη μόνιμη θέση Γραμματέα Β' ή Υποπρόξενου, Εξωτερικές Υπηρεσίες από 15.5.2019 τον Γεώργιο Β. Λοΐζου αντί τον Αιτητή απόφαση η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας κατά ή περί τις 7.6.2019, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Ως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου ο οποίος έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο, τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση, ήτοι την προαγωγή του Ενδιαφερομένου Μέρους, έχουν ως εξής:
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, με επιστολή του ημερομηνίας 20.2.2019, η οποία λήφθηκε στο Γραφείο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας 21.2.2019, υπέβαλε εκ μέρους της αρμόδιας αρχής, πρόταση για πλήρωση 3 κενών μόνιμων θέσεων Γραμματέα Β' ή Υποπρόξενου (συνδυασμένη με την θέση Γραμματέα Α' ή Υποπρόξενου), Εξωτερικές Υπηρεσίες.
Επειδή σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας η θέση Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου, Εξωτερικές Υπηρεσίες, είναι θέση Προαγωγής, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στη συνεδρία της με ημερομηνία 4.3.2019, αποφάσισε να επιληφθεί του θέματος πλήρωσης της εν λόγω θέσης σε ημερομηνία που θα οριζόταν αργότερα, στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείο Εξωτερικών. Λόγω έκτακτου κωλύματος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών, η Επιτροπή, κατά τη συνεδρία της με ημερομηνία 22.4.2019, αποφάσισε να αναβάλει την εξέταση του θέματος. Στη συνεδρία της Επιτροπής με ημερομηνία 2.5.2019 προσήλθε ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος σύστησε για προαγωγή στη θέση Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου, Εξωτερικές Υπηρεσίες, το Ενδιαφερόμενο Μέρος και δύο άλλους υποψήφιους, και στη συνέχεια, αφού αυτός αποχώρησε, η Επιτροπή προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Η Επιτροπή, αφού εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και Φακέλους των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων και έλαβε επίσης υπόψη τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εξωτερικών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι συστηθέντες τρεις υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων και το Ενδιαφερόμενο Μέρος, υπερέχουν των άλλων υποψηφίων με βάση το σύνολο των καθιερωμένων κριτηρίων (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) και αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή σ' αυτούς ως τους πιο κατάλληλους για προαγωγή στη θέση Γραμματέα Β' ή Υποπρόξενου, Εξωτερικές Υπηρεσίες.
Η απόφαση της ΕΔΥ, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 7.6.19 και αριθμό γνωστοποίησης 464 και εναντίον αυτής καταχωρείται η παρούσα προσφυγή, όπου ο δικηγόρος του αιτητή προωθεί με τις αγορεύσεις του ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί για τους ακόλουθους λόγους.
Πρωτίστως, ο αιτητής προβάλει τη θέση ότι, η σύσταση του Διευθυντή υπέρ του Ενδιαφερομένου Μέρους είναι «μηδενικής αξίας ή/και στη βάση αξιολόγησης αντίθετης με το νόμο», ότι έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα σε ένα μη σχετικό τίτλο με τα καθήκοντα της υπό κρίση θέσης, παραγνωρίζοντας την υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα και κατά συνέπεια ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης, έλλειψης επαρκούς και δέουσας έρευνας και εσφαλμένης αιτιολογίας περί της σχετικότητας του διδακτορικού τίτλου του Ενδιαφερόμενου Προσώπου. Ακόμα, υποστηρίζεται μέσω της γραπτής του αγόρευσης ότι, κατά παράβαση της υπεροχής του αιτητή σε αρχαιότητα ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση, εφόσον οι δύο υποψήφιοι ήταν ισοδύναμοι στα υπόλοιπα κριτήρια και κατά συνέπεια παραβιάστηκε η προτεραιότητα για προαγωγή του αιτητή, χωρίς να τηρηθεί εν προκειμένω η αρχή την επιλογής των καλύτερων εν των υποψηφίων κατά πλάνη και έλλειψη αιτιολογίας. Τέλος, προβάλλεται λόγος ακύρωσης για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους της ΕΔΥ σε σχέση με την υιοθέτηση της σύστασης του Γενικού Διευθυντή, η οποία υποστηρίζει ο αιτητής πως ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και κατά συνέπεια να συμπαρασύρεται σε ακύρωση και η τελική απόφαση προαγωγής του Ενδιαφερόμενου Προσώπου.
Πριν την εξέταση των τριών πρώτων, σχετικών μεταξύ τους, λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, ότι αυτή είναι αποτέλεσμα της πάσχουσας σύστασης του Διευθυντή στην οποία εν συνεχεία στηρίχθηκε η κρίση της ΕΔΥ, ότι η σύσταση είναι αποτέλεσμα έλλειψης επαρκούς και δέουσας έρευνας και εσφαλμένης αιτιολογίας ενώ επίσης ότι δόθηκε κατά τη σύσταση υπέρμετρη βαρύτητα σε ένα μη σχετικό με τα καθήκοντα της υπό κρίση θέσης διδακτορικό τίτλο, κρίνω απαραίτητο να παραθέσω ολόκληρο το απόσπασμα των πρακτικών της συνεδρίας της Επιτροπής, όπου καταγράφεται η σχετική σύσταση του Γενικού Διευθυντή, υπέρ των Ενδιαφερομένων Μερών, ως ακολούθως:
«Έχω μελετήσει τα στοιχεία των Προσωπικών τους Φακέλων και τους Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, με α/α 1 έως α/α 32 του καταλόγου αρχαιότητας, για προαγωγή στη μόνιμη θέση Γραμματέα Β' ή Υποπρόξενου, Εξωτερικές Υπηρεσίες, Υπουργείο Εξωτερικών.
Αναφορικά με τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό αναφορά θέσης, σημειώνω ότι τα διαθέτουν όλοι οι υποψήφιοι του καταλόγου αρχαιότητας.
Μετά από αξιολόγηση του συνόλου των ενώπιόν μου στοιχείων και έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα από το Νόμο κριτήρια, δηλαδή, την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, και αφού έχω διαβουλευτεί με τους προϊσταμένους των προσοντούχων υποψηφίων, κρίνω ως καταλληλότερους για τη θέση και συστήνω για προαγωγή τους ακόλουθους υποψηφίους:
(1) … (α/α 2)
(2) … (α/α 3)
(3) Λοίζου Γεώργιο (α/α 8)
Αναφορικά με την αξία των υπαλλήλων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, έχω αποδώσει ιδιαίτερη έμφαση σ' αυτές των τελευταίων έξι χρόνων, δεδομένου ότι οι υποψήφιοι με α/α 2 έως α/α 32 έχουν αξιολογηθεί μόνο για τα έτη 2012, 2013 και 2018, λόγω του ότι αυτοί, μετά την ακύρωση του διορισμού τους, κατά την περίοδο 2014 έως 2017 υπηρετούσαν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Οι υποψήφιοι με α/α 2, α/α 3 και α/α 8, που συστήνω, στις Ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις για τα έτη 2013 και 2018 έχουν αξιολογηθεί σε όλα τα στοιχεία «Εξαίρετα» και είναι ίσοι έναντι των υπόλοιπων υποψηφίων, πλην του υποψηφίου με α/α 1, του οποίου υπερέχουν σημαντικά σε αξία. Σε σχέση με τον υποψήφιο με α/α 1 ( …), τον οποίο δεν συστήνω, σημειώνω (…………………………………………..).
Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα των υπαλλήλων, οι συστηθέντες υποψήφιοι με α/α 2 και α/α 3 υπερέχουν σε αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής τους, πλην του υποψήφιου ( …) (α/α 1), ο οποίος υπερέχει αυτών σε αρχαιότητα που ανάγεται σε ένα χρόνο στην παρούσα τους θέση, υστερεί όμως αυτών σημαντικά σε αξία, σύμφωνα με ό,τι ανέφερα πιο πάνω, όπως και σε προσόντα, στα οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια. Συγκρίνοντας τον επίσης συστηθέντα υποψήφιο με α/α 8 με τους υπόλοιπους υποψηφίους, σημειώνω ότι αυτός υπερέχει σε αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής του, πλην του ( …) (α/α 1), που υπερέχει αυτού σε αρχαιότητα που ανάγεται σε ένα χρόνο στην παρούσα τους θέση, αλλά υστερεί αυτού σημαντικά σε αξία, όσο και σε προσόντα, όπως επίσης και των υποψηφίων με α/α 4 μέχρι α/α 7, των οποίων υστερεί σε αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής του, υπερέχει όμως αυτών καταφανώς σε προσόντα.
Σ' ό,τι αφορά τα προσόντα των υποψηφίων, σημειώνω ότι όσοι εκ των υποψηφίων διαθέτουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο (α/α 2 έως α/α 5, α/α 8 έως α/α 14, α/α 16 έως α/α 23, α/α 25 έως α/α 30, α/α 32), θεωρώ ότι αυτά είναι σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης. Σχετικά είναι επίσης τα επιπρόσθετα προσόντα που κατέχουν οι υποψήφιοι με α/α 24, που κατέχει δίπλωμα Master 1, Γαλλικού πανεπιστημιακού ιδρύματος, και α/α 31, που κατέχει τίτλο Postgraduate Studies in lnternational Politics. Ο υποψήφιος με α/α 8 διαθέτει, πέραν του μεταπτυχιακού τίτλου, και διδακτορικό τίτλο σπουδών, σε θέμα επίσης που θεωρώ σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης. οι υποψήφιοι με α/α 1, α/α 6, α/α 7 και α/α 15 δεν έχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο ή οποιοδήποτε άλλο πιστοποιητικό μεταπτυχιακών σπουδών, κάτι το οποίο έχω λάβει υπόψη και έχω αποδώσει στο στοιχείο αυτό την ανάλογη βαρύτητα. Επισημαίνω, επιπλέον, ότι η υπεροχή σε ακαδημαϊκά προσόντα διδακτορικού επιπέδου του υποψήφιου Λοΐζου Γεώργιου (α/α 8), που συστήνω, υπερακοντίζει την υπεροχή σε αρχαιότητα του ( …), όπως και των υποψήφιων Αδάμου Ιωάννη (α/α 4), ( …) (α/α 5), ( …) (α/α 6) και ( …) (α/α 7), που δεν συστήνω.
Σε μια συνεκτίμηση όλων των ενώπιόν μου στοιχείων, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι ( …) (α/α 2), ( …) (α/α 3) και Λοίζου Γεώργιος (α/α 8) υπερτερούν των λοιπών υποψηφίων και τους συστήνω για προαγωγή στη θέση Γραμματέα Β' ή Υποπρόξενου (Κλ. ΑΙ 1(ii)).»
Στο σημείο αυτό ο Γενικός Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία.»
Στη συνέχεια, όπως φαίνεται στο ίδιο πρακτικό της συνεδρίας ημερομηνίας 2.5.2019, η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια, τις συστάσεις του Γενικού ∆ιευθυντή, τα προσόντα και την αρχαιότητά τους, επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους τους 3 υποψήφιους τους οποίους σύστησε ο Γ. Διευθυντής και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτούς προαγωγή στην επίδικη θέση. Παραθέτω το ακριβές απόσπασμα από το πρακτικό της συνεδρίας όπου φαίνεται η βαρύτητα που αποδόθηκε τόσο στη σύσταση του Γενικού ∆ιευθυντή όσο και στα ακαδημαϊκά προσόντα διδακτορικού επιπέδου του Ενδιαφερόμενου Μέρους.
«Όσον αφορά την αρχαιότητα, η Επιτροπή σημείωσε ότι οι επιλεγέντες (…) και (…) υπερέχουν των λοιπών υποψηφίων σε αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής τους, που στην προκειμένη περίπτωση, λόγω του ότι όλοι οι υποψήφιοι, πλην του υποψηφίου με α/α 1, για τον οποίο γίνεται ιδιαίτερη σύγκριση πιο κάτω, έχουν την ίδια ημερομηνία διορισμού στην παρούσα τους θέση του Ακολούθου αποκτά βαρύνουσα σημασία, ενώ ο επιλεγείς Λοΐζου Γεώργιος υπερέχει σε αρχαιότητα των υποψηφίων με α/α 9 μέχρι α/α 32, η οποία ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης τους, ενώ υστερεί έναντι των υποψηφίων με α/α 4 μέχρι α/α 7, επίσης λόγω ημερομηνίας γέννησης, αλλά υπερέχει αυτών σε προσόντα, αφού κατέχει, πέραν του μεταπτυχιακού διπλώματός του, και διδακτορικό τίτλο. Σημειώνεται ότι από τους υποψηφίους με α/α 4-7 και οι υποψήφιοι με α/α 4 - 5 διαθέτουν μεταπτυχιακό τίτλο. Περαιτέρω, σ' ό τι αφορά τον υποψήφιο με α/α 1 (…) .
Τέλος, σ' ό,τι αφορά τα προσόντα, κατά την επιλογή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι οι επιλεγέντες κατέχουν μεταπτυχιακά προσόντα, τα οποία, αν και δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα/πρόσθετο προσόν, είναι σχετικά με τις δραστηριότητες και αρμοδιότητες του Υπουργείου Εξωτερικών και τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, ως εκ τούτου, τους δόθηκε η δέουσα βαρύτητα, σημειώνοντας επιπλέον ότι ο επιλεγείς υποψήφιος με α/α 8 κατέχει, πέραν του μεταπτυχιακού διπλώματος, και διδακτορικό τίτλο, σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, προσόντα στα οποία απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, συνεκτιμώντας τα με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης, ενώ και οι μη επιλεγέντες υποψήφιοι με α/α 4 έως 5, α/α 9 έως 14 και α/α 16 έως 32 κατέχουν επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα, είναι όμως σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, και στα οποία προσέδωσε τη δέουσα βαρύτητα. Ωστόσο, συγκρινόμενοι με τους επιλεγέντες, αυτοί δεν υπερέχουν σε αξία, υστερούν σε αρχαιότητα έναντι αυτών, πλην των υποψηφίων με α/α 4-5 έναντι του επιλεγέντος υποψηφίου με α/α 8, ο οποίος όμως, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, πέραν του επιπρόσθετου μεταπτυχιακού επιπέδου διπλώματός του, διαθέτει και διδακτορικό τίτλο, και, επιπλέον, δεν διαθέτουν υπέρ τους τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, όπως οι επιλεγέντες.»
Όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο, τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό αναφορά θέσης, τα διαθέτουν όλοι οι υποψήφιοι, ενώ τόσο ο Αιτητης όσο και το Ε.Μ., έχουν αξιολογηθεί σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης «Εξαίρετα» και είναι ίσοι. Περαιτέρω, ο αιτητής είναι αρχαιότερος ως προς την ηλικιακή αρχαιότητα από το Ε.Μ., αφού έχει ημερομηνία γέννησης 30.12.1978, ενώ το Ε.Μ. έχει ημερομηνία γέννησης 7.11.1980. Ως προς τα πρόσθετα μεταπτυχιακά προσόντα, αμφότεροι έχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα και συγκεκριμένα Master in European Politics ο Αιτητης και Master of Business Administration (MBA) το Ε.Μ.. Επιπρόσθετα όμως το Ε.Μ. κατέχει διδακτορικό τίτλο σπουδών “PH.D. in Sport and Exercise Psychology”. Τόσο τα μεταπτυχιακά επιπέδου Master, όσο και το διδακτορικό του ενδιαφερομένου προσώπου, κρίθηκαν από τον Γενικό Διευθυντή ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Την ίδια προσέγγιση, μετά από σχετική εξέταση, υιοθέτησαν και οι Καθ’ ων η αίτηση.
Το ζήτημα κρίσης του διδακτορικού τίτλου σπουδών που κατέχει το Ε.Μ. ως σχετικού με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, αποτελεί προμετωπίδα των επιχειρημάτων των δικηγόρων του αιτητή οι οποίοι ισχυρίζονται ότι αυτό έγινε λανθασμένα, ούτως ώστε να υπερκεράσει την υπέροχή του αιτητή ως προς την ηλικιακή αρχαιότητα έναντι του Ε.Μ.. Σε αυτό στηρίζεται και η θέση του αιτητή ότι, η σύσταση του Διευθυντή υπέρ του Ενδιαφερομένου Μέρους είναι «μηδενικής αξίας ή/και στη βάση αξιολόγησης αντίθετης με το νόμο» και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης, έλλειψης επαρκούς και δέουσας έρευνας και εσφαλμένης αιτιολογίας περί της σχετικότητας του διδακτορικού τίτλου του Ενδιαφερόμενου Προσώπου, και κατά συνέπεια ότι, έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα σε ένα μη σχετικό τίτλο με τα καθήκοντα της υπό κρίση θέσης, παραγνωρίζοντας την υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα.
Προχωρώντας στο σχολιασμό των ως άνω λόγων ακύρωσης υπενθυμίζω ότι, η στάθμιση και αξιολόγηση υφισταμένων πρόσθετων προσόντων, μη απαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας, εναπόκειται στην αρμόδια αρχή και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στη σχετική διεργασία, τα οποία έχουν κριθεί από τους Καθ’ ων η αίτηση υπόθεση (Υπόθεση Αρ 326/2011, Αθηνάς Στεφάνου ν. Δημοκρατίας μέσω ΕΔΥ, ημερομηνίας 28.02.2013). Ως έχει παγιωθεί νομολογιακά, δεν αποτελεί έργο του Δικαστηρίου, αλλά της διοίκησης, η πρωτογενής αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων (Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.1997). Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε επί του θέματος στην Λακκοτρύπη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. ECLI:CY:AD:2015:D552, Υποθ. Αρ. 135/2012 κ.α., ημερ. 4.8.2015, ECLI:CY:AD:2015:D552, αποτελεί έργο καθαρά διοικητικό η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, με τη διενέργεια πρωτογενούς έρευνας και ουσιαστικής κρίσης για το θέμα της κατοχής και αξιολόγησης των προσόντων των υποψηφίων.
Όπως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί, ο προϊστάμενος του τμήματος και/ή της υπηρεσίας, όπου υφίσταται η κενή θέση, βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση να γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες της εν λόγω θέσης, αλλά και για να περιγράψει τις αρετές που χρειάζονται για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης, επισημαίνοντας ποιες από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες της επίδικης θέσης, ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος (Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (422) 3 Α.Α.Δ. 695). Η δε σημασία που αποδίδεται στη Σύσταση, στοχεύει ακριβώς στη διασφάλιση ότι κατά τη διαδικασία επιλογής, το διορίζον όργανο θα καθοδηγηθεί από τον προϊστάμενο που βρίσκεται σε μοναδική θέση να συμβουλεύσει την Επιτροπή επί των ιδιοτήτων και της αξίας των υφιστάμενών του (βλ. Constantinou ν. Republic (1984) 3 C.L.R. 498, 501, Κύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1435/99 κ.α., ημερ. 12.9.2001). Ωστόσο, σύμφωνα με τη νομολογία, η σύσταση του Προϊσταμένου του Τμήματος δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων, αλλά εμπεριέχει τη συμβουλή ή γνώμη του Προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως αυτή αποτυπώνεται στους σχετικούς φακέλους (βλ. Μοδίτης ανωτέρω).
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το πιο πάνω απόσπασμα από το πρακτικό της ΕΔΥ, ο Γενικός Διευθυντής, έλαβε υπόψιν την ηλικιακή αρχαιότητα του αιτητή έναντι του Ε.Μ. άλλα επικαλέστηκε στη σύγκριση των δύο αυτών υποψηφίων την κατοχή πέραν του σχετικού με τα καθήκοντα μεταπτυχιακού τίτλου, και διδακτορικό τίτλο σπουδών, σε θέμα που επίσης θεωρεί σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, εκ μέρους του του Ενδιαφερομένου Μέρους. Προκύπτει, συνεπώς, πως ο Διευθυντής έλαβε υπόψη τα στοιχεία των φακέλων και στη συνέχεια προέβη στις ανάλογες επισημάνσεις με βάση εκείνα τα στοιχεία. Συνεπώς οι συστάσεις στηρίζονται και δεν συγκρούονται με τους προσωπικούς φακέλους (Αλίκη Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 426). Πρόσφατα στην απόφαση του νέου Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Εφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 109(A)/2020, ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΕΛΕΝΑΣ ΚΑΚΟΥΛΛΗ, ημερομηνίας 6 Μαρτίου 2025 έγινε εκ νέου αναφορά στην Αλίκη Στυλιανού (ανωτέρω), ενώ σημειώθηκαν τα ακόλουθα σχετικά με τη σύσταση του Διευθυντή.
«Η κρίση του Δικαστηρίου ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή («ΑνΑΕΔ») ήταν αναιτιολόγητη και ότι με αυτή προσπαθούσε να κάνει ανάπλαση των φακέλων, αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης του δεύτερου λόγου έφεσης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού καταγράφει πως ο «ΑνΑΕΔ» εισηγήθηκε ως καταλληλότερες τα ενδιαφερόμενα μέρη, αναφερόμενος σε στοιχεία από τους φακέλους, τα οποία υιοθέτησε στη συνέχεια το Συμβούλιο της Αρχής, κατέληξε πως τα στοιχεία τα οποία λήφθηκαν υπόψη είναι εκείνα τα οποία βαθμολογούνται στα έντυπα αξιολόγησης, στα οποία, «σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην προσφυγή Θεοδόση, οι υποψήφιες εμφανίζονται ισάξιες». Πρόσθετα, συνεχίζει «. η καθ' ης η αίτηση προσδίδει υπεροχή στα Ε/Μ στη βάση των καθηκόντων και το είδος της εργασίας που τους ανατέθηκαν και εκτελούν, κάτι το οποίο η νομολογία αποδοκιμάζει. Η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο κριτήριο για την προώθησή του έναντι συναδέλφου του, εκτός ίσως όπου προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν, λόγω ανεπάρκειας περιορισμένα καθήκοντα. Μέτρο κρίσης της αξίας, είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία οι υπάλληλοι ασκούν τα καθήκοντα τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ' εντολή των ανωτέρων τους (βλ. Χαραλαμπίδης v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414).».
Η σύσταση του «ΑνΑΕΔ» δεν είναι μόνο εκείνη η οποία καταγράφεται στην πρωτόδικη απόφαση, αλλά πριν καταλήξει στις συστάσεις του, αφού αναγνώρισε ότι η εφεσίβλητη και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν ισάξιες στην επίδοση, απόδοση και αρχαιότητα, στη συνέχεια προέβη στις ανάλογες επισημάνσεις με βάση τα στοιχεία των φακέλων τους καταλήγοντας:
« …………………………»
Προκύπτει, συνεπώς, πως έλαβε υπόψη τα στοιχεία των φακέλων και στη συνέχεια προέβη στις ανάλογες επισημάνσεις με βάση εκείνα τα στοιχεία. Συστάσεις οι οποίες στηρίζονται και δεν συγκρούονται με τους προσωπικούς τους φακέλους, όπως έχει νομολογηθεί στην Αλίκη Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 426. Αυτή είναι και η μόνη υποχρέωση που τίθεται στον «ΑνΑΕΔ» χωρίς να υπάρχει ανάγκη ειδικής αιτιολόγησης. Αρχή η οποία επισημάνθηκε στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Δαμιανού (2001) 3 ΑΑΔ 247, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Στην εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η τελευταία δεν επιβάλλεται από θεσμοθετημένη διάταξη να είναι αιτιολογημένη, εμπεριέχεται και η αιτιολόγηση τους γιατί κρίνουν το ενδιαφερόμενο μέρος συνολικά καταλληλότερο για προαγωγή. Να υπενθυμίσουμε πως τα μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και ο Διευθυντής έχουν προσωπική γνώση της γενικής αξίας των υποψηφίων, ως εκ της ιδιότητας τους σαν ανώτεροι λειτουργοί της Αρχής. Η φράση που χρησιμοποιήθηκε: «ουσιαστικά καταλληλότεροι», δεν είναι κατ΄ανάγκην αναπαραγωγή αυτής που χρησιμοποιείται στον Κανονισμό 10(7). Δηλώνει, νομίζουμε, την επιλογή του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή μεταξύ υποψηφίων που ισοβαθμούν στα στοιχεία που καταγράφονται στα χαρτιά. Αν δεν ήταν δυνατή σε τέτοια, ή παρόμοια περίπτωση, το Συμβούλιο Προσωπικού ή ο Διευθυντής να εκφράσουν την προτίμηση τους, αναφορικά με ισότιμους υποψηφίους, τότε θα ήταν αχρείαστη η συμμετοχή τους στη διαδικασία, εφόσον όλα τα έγγραφα, στα οποία καταγράφεται η απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, είναι στο φάκελο τους και ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής. Εδώ ακριβώς, νομίζουμε, πως υπεισέρχεται η ατομική κρίση, η οποία δυνατό να μην μπορεί να εκφραστεί με συγκεκριμένες λέξεις, ενόψει της ισοβαθμίας των υποψηφίων, διαπιστώνεται όμως από το πνεύμα του γραπτού λόγου που χρησιμοποιείται και τις ιδιάζουσες περιστάσεις στην κάθε υπόθεση.».
Κατά συνέπεια, ο σχετικός λόγος έφεσης επιτυγχάνει.»
Εν προκειμένω διαπιστώνω ότι, Γενικός Διευθυντής, αξιολόγησε τους υποψήφιους, μεταξύ των οποίων τον αιτητή και το Ε.Μ. και προέβη στη σύσταση του, με την αιτιολόγηση η οποία εντοπίζεται στο εν λόγω πρακτικό, η οποία κρίνεται πλήρης και αιτιολογημένη. Ο δε έλεγχος της σχετικότητας του διδακτορικού τίτλου του Ενδιαφερόμενου Προσώπου, και κατά συνέπεια η θέση του αιτητή ότι έχει δοθεί υπέρμετρη βαρύτητα σε ένα μη σχετικό τίτλο με τα καθήκοντα της υπό κρίση θέσης, δεν μπορεί να τύχει εξέτασης από το Δικαστήριο, αφού, ως προανέφερα, αποτελεί έργο της διοίκησης και όχι του Δικαστηρίου η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει με τη διενέργεια πρωτογενούς έρευνας και ουσιαστικής κρίσης για το θέμα της κατοχής και αξιολόγησης των προσόντων των υποψηφίων. Όπως προκύπτει από τα ως άνω πρακτικά, η σύσταση ήταν αιτιολογημένη και εναρμονίζεται με τα στοιχεία των φακέλων. Συνεπώς, οι πρώτοι τρεις λόγοι ακύρωσης, οι οποίοι αναφέρονται σε πάσχουσα σύσταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών, απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Λέγοντας τούτα, που αφορούν τους τρεις πρώτους λόγους ακύρωσης, προχωρώ στην εξέταση των επόμενων δύο λόγων ακύρωσης, οι οποίοι προωθούνται από τον αιτητή. Ειδικότερα, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατά παράβαση της υπεροχής του αιτητή σε αρχαιότητα εφόσον οι δύο υποψήφιοι ήταν ισοδύναμοι στα υπόλοιπα κριτήρια και κατά συνέπεια παραβιάστηκε η προτεραιότητα για προαγωγή του αιτητή, χωρίς να τηρηθεί εν προκειμένω η αρχή την επιλογής των καλύτερων εκ των υποψηφίων κατά πλάνη και έλλειψη αιτιολογίας εκ μέρους της ΕΔΥ. Επίσης ότι, διαπιστώνεται έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση περί της σύστασης του Γενικού Διευθυντή, η οποία ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, κατά συνέπεια να συμπαρασύρεται σε ακύρωση και η τελική απόφαση προαγωγής του Ενδιαφερόμενου Προσώπου.
Οι βασικές αρχές με βάση τις οποίες θα πρέπει να κριθεί η υπόθεση έχουν καθιερωθεί από τη νομολογία. Σχετικό εν προκειμένω είναι το απόσπασμα από την απόφαση Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 (Γ) Α.Α.Δ. 1318 σελ. 1336 όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Η υπόθεση αυτή θα κριθεί με βάση τις αρχές που έχουν καθιερωθεί από το
Δικαστήριο τούτο:-
1. Το Διοικητικό Δικαστήριό δεν ακυρώνει απόφαση διορισμού ή προαγωγής αν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το Νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή.
2. Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου, για προαγωγή ή διορισμό, με την κρίση του αρμοδίου οργάνου. (Βλ. μεταξύ άλλων, Alexandros Christou and CII)ers and The Republic (Public Service Commission) 4 R.S.C.C. 1 , σελ. 6, Charaiambos Georg ades and Another ν. Republic (Public Service Commission) (1970 3 C.L.R. 257, στη σελ. 268, Odysseas Geoghiou ν. Republic (Public Service Commission) (1976) 3 C.L.R. 74, σελ. 82, Piperi and Others ν.Republic (ανωτέρω), Republic ν. Zachariades (1986) 3 C L.R 852).
Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, εκτός εάν αιτητής αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του υποψηφίου που διορίστηκε ή προάχθηκε - (Niki Michael (Νο. 1) ν. Republic (Public Service Commission) (1975) 3 C.L.R. 136- Evgeniou ν. Republic (1979) 3 C.L.R. 239- HadjiIoannou ν. Republic (1983) 3 C.L.R 1041).”
Σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα, το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου, για προαγωγή ή διορισμό, με την κρίση του αρμοδίου οργάνου ήτοι της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Επαναλαμβάνω εν προκειμένω τις ανωτέρω διαπιστώσεις μου ότι, η προηγηθείσα σύσταση υπέρ του Ε.Μ. ήταν αιτιολογημένη και εναρμονίζεται με τα στοιχεία των φακέλων.
Σχολιάζοντας το ζήτημα της αρχαιότητας η οποία ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης και όπου ο αιτητής υπερέχει κατά ένα έτος και έντεκα μήνες, αναφέρω ότι, επί κριτηρίων κατά τα λοιπά ίσων, η συμβολική αυτή αρχαιότητα αποκτά τη δική της σημασία και λογίζεται υπέρ του κατόχου της (Άρθρο 49(7) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου 1/1990). Ωστόσο, παρά τη θέση του αιτητή, στην υπό κρίση υπόθεση οι διάδικοι δεν είχαν ισοδυναμία, αφού κρίθηκε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος κατέχει μη απαιτούμενα αλλά σχετικά με την επίδικη θέση πρόσθετα προσόντα, και συνεπώς υπερέχει σε αυτά έναντι του αιτητή. Κατ’επέκταση, οι ισχυρισμοί περί πάσχουσας σύστασης εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή, λόγω παραγνώρισης της «ηλικιακής αρχαιότητας» απορρίπτονται.
Ομοίως θα απορρίψω και τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους των Καθ' ων η αίτησις, αφού έτυχε υιοθέτησης η σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η οποία ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και κατά συνέπεια ότι συμπαρασύρεται σε ακύρωση και η τελική απόφαση προαγωγής του Ενδιαφερόμενου Προσώπου. Εν προκειμένω διαπιστώνω ότι, η ΕΔΥ διενεργώντας δική της έρευνα αποφάσισε τη σχετικότητα των μεταπτυχιακών των υποψηφίων με τα καθήκοντα της θέσης, περιλαμβανομένου του επιπρόσθετου διδακτορικού του Ε.Μ., αναφέροντας σαφώς ότι τους «απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, συνεκτιμώντας τα με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης». Παραπέμποντας στο σχετικό πρακτικό ανωτέρω, διαπιστώνω ότι η ΕΔΥ στάθμισε τα διάφορα δεδομένα και άσκησε την κρίση της, λαμβάνοντας υπόψιν και τη σύσταση, ώστε να καταλήξει στη προσβαλλόμενη πράξη.
Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση της ΕΔΥ ήταν εύλογη και νόμιμη. Η Καθ’ ης η αίτηση, έδρασε εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας και συνυπολογίζοντας όλα τα στοιχεία κρίσης αποφάσισε όπως επιλέξει, μεταξύ άλλων, ως τον πιο κατάλληλο για προαγωγή στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος. Καταλήγοντας, θα συμφωνήσω με την Καθ’ ης η αίτηση ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση καλύπτεται πλήρως από το τεκμήριο της κανονικότητας το οποίο δεν έχει ανατραπεί.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται.
Επιδικάζονται €1800 έξοδα υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο